PREVIEW of the exhibition MR ROBINSON CRUSOE STAYED HOME /

: [♪ Μουσικήターι' Εμμουδίδ Υποτιτλισμός Επιτρέπτων Εκκλησίας Υποτιτλισμού Εκκλησίας Εκκλησίας Προσφέρου, Επιτρέπτων Εκκλησίας Εκκλησίας Προσφέρου, Επιτρέπτων Εκκλησίας Εκκλησία Προσφέρου, Επιτρέπτων Εκκλησία Προσφέρου, Επιτρέπτων Εκκλησίας Είμαστε στον τρίτο όροφο του Μουσείου Μπενάκη Ελληνικού...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Φορέας:Μουσείο Μπενάκη
Μορφή:Video
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: The Benaki Museum 2021
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=Mi6iVRvD6Rw&list=PL7F9E97F83729489A
Απομαγνητοφώνηση
: [♪ Μουσικήターι' Εμμουδίδ Υποτιτλισμός Επιτρέπτων Εκκλησίας Υποτιτλισμού Εκκλησίας Εκκλησίας Προσφέρου, Επιτρέπτων Εκκλησίας Εκκλησίας Προσφέρου, Επιτρέπτων Εκκλησίας Εκκλησία Προσφέρου, Επιτρέπτων Εκκλησία Προσφέρου, Επιτρέπτων Εκκλησίας Είμαστε στον τρίτο όροφο του Μουσείου Μπενάκη Ελληνικού Πολιτισμού στην αίθουσα που είναι αφιερωμένη συνήθως τα εκθέματα του 19ου αιώνα. Η αίθουσα αυτή άδιασε προσωρινά για να μεταφερθούν τα εκθέματα στο κτίριο της Πειραιώσε 138 και να εκτεθούν στο πλαίσιο της Επετιακής Έκθεσης για την Επανάσταση του 1821 με τίτλο 1821 πριν και μετά. Με αφορμή την εκκένωση θα μπορούσε να πει κανείς αυτού του χώρου των μόνιμων συλλογών σκεφτήκαμε ότι θα μπορούσαμε να τον αξιοποιήσουμε για μια έκθεση σύγχρονης τέχνης. Για την έκθεση αυτή με τίτλο Ο Ροβινσόνας έμεινε σπίτι περιπέτει σχεδιασμού σε συνθήκες κρίσης συνεργάστηκα με τον νικαστικό Κωστί Βελώνη και μαζί επιμεληθήκαμε μια έκθεση με θέμα το Ροβινσόνα Κρούσος κατασκευαστή και με αφετηρία το γνωστό μυθιστόρημα του Daniel Defoe του 1719. Το ενδιαφέρον μου εστιάζεται στο γεγονός ότι ενώ θα περίμενε κανείς από τις συνθήκες ζωής τις συνθήκες όπου αναγκάζεται για να επιβιώσει να μπει σε μια διαδικασία όπου θαυμάζει τη φύση να βγει τα ηλιοβασιλέματα, τα βουνά, τις θάλασσες, όλα αυτά τα στοιχεία στην πραγματικότητα είναι το πρώτο μυθιστόρημα ιστορικά το οποίο μας απασχολεί σε σχέση με το πως τα καταφέρνει για να επιβιώσει μέσα από σχεδιαστικές εφαρμογές που άλλες φορές τις πετυχαίνει και άλλες φορές αποτυχαίνει σε σχέση με αυτές. Όταν ξαναδιαβάζει κανείς το Ροβινσόνα όπως το ξαναδιαβάσαμε εμείς τον 21ο αιώνα συνειδητοποιεί ότι ο ρόλος του σχεδιασμού και της κατασκευής ως τρόπου επιβίωσης και ζωής για όλα αυτά τα χρόνια σε ένα νησί είναι πάρα πολύ κεντρικός. Στην πραγματικότητα είναι ένα μυθιστόρημα που εξωνυχιστικά και με ένα πραγματιστικό λόγο θα έλεγε κανείς περιγράφει όλες αυτά τα σκαπανεβάσματα που έχει στην προσπάθειά του να φτιάξει μια καρέκλα πόσες φορές προσπαθεί και προσπαθεί το τραπέζι του, να ταξινομεί στη σπηλιά του, να φτιάξει τη φορεσιά του είναι ένας αποτυχημένος ράπτης κατά τη γνώμη του, είναι ένας αποτυχημένος αγγλιοπλάσης επίσης το ευρύτερο πίμνιό του και να κάνει και μια προέκταση αν θέλετε του ίδιου του σπιτιού μέσα από αυτήν την ιμπεριαλιστική, το δεχόμαστε αυτό, λογική της ιδιοκτησίας Το που μας ενδιέφερε εμάς πάρα πολύ σε σχέση με τον Ροβυνσό Νακρούσο είναι και να κοιτάξουμε μέσα από μια τέτοια σκοπιά τη σύγχρονή μας ελληνική καλλιτεχνική παραγωγή και να προσπαθήσουμε να χαρτογραφίσουμε μία τέτοιου είδους κατεύθυνση, μία τέτοιου είδους πρακτική καλλιτεχνών οι οποίοι ενδιαφέρονται για την υλικότητα, ενδιαφέρονται για την έννοια της κατασκευής πειραματίζονται με τα υλικά, καλλιτεχνών που δεν έχουν απαραίτητα ως αναφορά το μυθιστόρυμα του Ροβυνσόνα κάποιοι από αυτούς μπορεί να μην το έχουν καν διαβάσει Μία γενελογία λοιπόν έργων σύγχρονης ελληνικής τέχνης η οποία ασχολείται με αυτή την έννοια του σχεδιασμού και του σχεδιασμού ειδικά ως δύναμης, ως μέσο για να αντιμετωπίσει, για να ασχολιάσει για να τοποθετηθεί κανείς απέναντι σε σύγχρονο προβλήματα Ναι, είναι αυσιαστικά νομίζω το βασικό ερώτημα της επιβίωσης και αυτό που κάνει το μυθιστόρυμα να είναι φανερά σήμερα πολύ αχρονικό είναι ότι στις αυτές τις στεραγώδες εποχές που ζούμε φαίνεται ότι η επιλογή του Ροβυνσόνα είναι μια βάσιμη επιλογή καταρχάς μιλάμε για έναν άνθρωπο ο οποίος μπαίνει σε μια διαδικασία να είναι μια βιομηχανία του ενός κατά κάποιο τρόπο δηλαδή ελέγχει όλα τα στάδια της παραγωγής και σε ένα επίπεδο κριτικής μιας λεσεφέρ οικονομίας που βιώνουμε σήμερα τον ελέγχεις όλα τα στάδια της παραγωγής σου διαμορφώνει την αίσθηση ακόμα και αν είναι πσευδέστηση αφού είμαστε αναγκαστικά κοινωνικά όντα σου δίνει την αίσθηση μιας αυτοδυναμίας, αυτονομίας και αφτάρκειας στην Διαστήμη. Είναι ένα πολύ χρήσιμο παράδειγμα που μας κάνει να σκεφτούμε και άλλα κινήματα της μοντέγνας τέχνης τα οποία χρησιμοποίησαν και διεκδίκησαν την χειροναξία, τη χειρονακτική κατασκευή ως μια υψηλή τέχνη διεκδίκησαν να την αντιμετωπίσει κανείς το ίδιο επίπεδο με τις υψηλές τέχνης, τη ζωγραφτική, τη γλυπτική. Κοινήματα επαναστατικά όπως το βρετανικό arts and crafts ή το Bauhaus αργότερα ή μια φαιμινιστική τέχνη της δεκαετίας του 70 και του 80 ήταν ένα μέσο για αυτά τα πρωτοποριακά κινήματα η πρόσβαση δηλαδή και η ανάδειξη των επαναστατικών ιδιωτήτων του χειρονακτικού σχεδιασμού και της μεταχέρειας εργασίας να επιτύχουν και κάποιες πιο πολιτικές, μπορούμε να πούμε, διεκδικήσεις το να πλησιάσει η τέχνη την καθημερινή ζωή του να ανερεθεί η ιερά άρχιση των τεχνών σε υψηλότερες και πιο λαϊκές ή καθημερινές. Ακριβώς και νομίζω ότι αυτό είναι και το στοιχείο που μας κερδίζει σε αυτό το μυθιστόριμα και στο πώς μπορεί διαγρονικά να εξεσφαλίσει τη θέση του σε μια θεωρία και πρακτική του σχεδιασμού σήμερα. Επιλέξαμε είτε κάποια έργα τα οποία είχαμε εντοπίσει ότι έχουν μια συνάφεια με το θέμα της κατασκευής σε συνθήκες κρίσης είτε με πολλούς από αυτούς συνεργαστήκαμε για την παραγωγή νέων έργων τα οποία συνδιαλέγονται είτε με την γενικότερη αυτή έννοια του σχεδιασμού σε συνθήκες κρίσης είτε κάποιες φορές με το ίδιο το μυθιστόριμα και το μύθο του Ροβενσόνα είτε και με αυτή την κίνηση αδιάσματος και ξαναγερμίσματος του χώρου και την ανάμνηση των έργων που προϋπήρχαν εδώ. Όλοι οι καλλιτέχνες έχουν αυτό που θα λέγαμε το σύνδρομο του Ροβενσόνα Κρούσου δηλαδή είναι όπως και ο Ροβενσόνας δεν είναι απαραίτητα εξειδικευμένοι σε κάποιο συγκεκριμένο μέσο όσο ενδιαφέρονται να πειραματιστούν και να δουν ποια είναι τα αποτελέσματα του δικού τους αυτοσχεδιασμού μην ξεχνάμε ότι ίσως η νοτερική τέχνη βασίζεται πάνω στην έννοια της αδεξιότητας από την άποψη ότι ξεφεύγουμε από το σύνδρομο του Μάστερ μιας αναγεννησιακής αντίληψης του μεγάλου καλλιτέχνη και προσπαθούμε να αποδομίσουμε αυτή την αδεξιότητα με αποτυχημένες πολλές φορές προσαρμογές πάνω στα σύγχρονα δεδομένα και σύγχρονες συνθήκες. Μέσα από το σχεδιασμό δηλαδή ο Ροβενσόνας επινοεί και έναν καινούριο τρόπο διαβίωσης και επιβίωσης όχι μόνο ένα τρόπο να επιβιώσεις στο νησί φτιάχνοντας μία κατσαρόλα ή ένα κουτάλι για να τρώει, αλλά και ένα τρόπο να ζει, να οργανώνει το χρόνο του, να ψυχαγωγείται ενδεχομένως. Είναι ένα μυθιστόρυμα που μας δείχνει το τρόπο, τη μεθοδολογία με την οποία δουλεύει κάποιος κατεξικευαστής, ένας κραφμέικερ. Ένας κραφμέικερ όμως, ο οποίος δεν επιδιώκει να είναι ο υπερεξιδικευμένος κραφμέικερ, απλά εκτιμάει και μόνο ένα αποτέλεσμα που είναι υποφερτό για να μπορέσει να έχει την αναγκαία χρηστικότητα και να περνάει καλύτερα, να απολαμβάνει αυτό που κάνει. Και ίσως όλη αυτή η σκέψη γύρω από την έννοια του κραφτμέικερ και τη σχέση του με τη σύγχρονη τέχνη, μας ανοίγει και ένα διάλογο με το Μουσείο στο οποίο βρισκόμαστε. Το Μουσείο Μπενάκι Ελληνικού Πολιτισμού είναι ένα μουσείο, που είναι πολύ επικεντρωμένο σε αντικείμενα τα οποία έχουν προκύψει από τον σχεδιασμό και την χειρονακτική κατασκευή. Είναι ίσως η μεγαλύτερη συλλογή του Μουσείου αυτή, η συλλογή νεοελληνικού πολιτισμού. Άλλωστε, στην ελληνική ιστορία της λογοτεχνίας, υπάρχουν και αρκετές γνωστές και ενδιαφέρουσες ροβινσονιάδες, βιβλία δηλαδή που προσαρμόζουν το μύθο του Ροβινσόνα σε ελληνικό πλαίσιο. Στην ελληνική περίπτωση, είναι χαρακτηριστικό ότι μιλάμε για μια παραγωγή άφθονων βιβλίων ροβινσονιάδων, οι οποίες πέρα ότι επνέονται από τον Ροβινσόνα, δημιουργούν και τα δικά τους αντιπρότυπα κάποια στιγμή, ελληνες ροβινσόνες, οι οποίοι κατέχονται και από μια ελληνική, ένα ελληνικό χριστοίθη, ορθόδοξο βίος σε κάποιες περιπτώσεις. Όμως, αυτό που έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για μένα είναι η εκπαιδευτική πτυχή του Ροβινσόνα, που ήδη από τον 19ο αιώνα διδάσκεται επίσημα στα σχολεία ως ένα βασικό ανάγκη. Για να μάθουν τα παιδιά ελληνικά, οπότε καταλαβαίνουμε ότι είναι ένα μυθιστό ρημα, που είναι πέρα από τις φιλοδοξίες μιας τυπικής ανάγνωσης. Βλέπουμε ότι οι στοχαστές, πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, είναι θαυμαστές του Ροβινσόνα Κρούσου, έχουμε έναν Μάρξ ο οποίος είναι πολύ περήφανος για την αυτονομία του ίδιου του Ροβινσόνα, αλλά και ένας Ρουσσό ο οποίος στο γιο του, Εμήλιο, του υπαγορεύει να διαβάσει στο πέρασμα από την παιδική ηλικία στην εφηβία μονάχα το Ροβινσόνα Κρούσο. Θεωρώ ότι είναι το μοναδικό χρήσμα ανάγνωνα που έχει να διαβάσει και να αφήσει τους τραγικούς ποιητές και φιλόσοφους στην άκρη και να έχει στη φιλοθήκη τον Ροβινσόνα. Αυτό είναι αρκετό. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι σε αυτή την έκθεση ο Ροβινσόνας καταλαμβάνει το άδειο. Έρχεται να κατοικήσει τον προσωρινά καινό αυτό χώρο, ξαναδίνοντάς του με την εκένωση την αγριότητά του. Ο μουσιακός χώρος με όλες αυτές τις σύνθετες νοηματοδοτήσεις εκενώνεται, απογυμνώνεται από τα νοήματα, επανέρχεται σε μια πρωτόγονη κατάσταση, σε μια αγριάδα σαν τη ζούγκλα του νησιού και οι καλλιτέχνες έρχονται παρασιτικά σχεδόν να επινοήσουν, σαν άλλοι Ροβινσόνες και πάλι, τρόπους κατοίκησης του μουσείου, προτείνοντας έναν άλλο τρόπο να χρησιμοποιήσουμε την υποδομή του, τις προθήκες, τα ταμπελάκια, το ταβάν, τις σχέσεις μεταξύ τους και να τα στήσουμε από την αρχή, ξαναστήνοντας έτσι και την εμπειρία του θεατή, ο οποίος επισκέπτεται ένα μουσείο. Νομίζω ότι είναι και μια αφορμή να ξανασκεφτούμε και τι είναι ένα μουσείο. Ένα από τα πρώτα αντικείμενα που ο Ροβινσόνας κατασκευάζει στο νησί είναι ένα πύληνο δοχείο για να μαγειρεύει και να μείνει νερό. Αυτό το κατασκευάζει μετά από αρκετές αποτυχημένες προσπάθειες και όταν τελικά το πετυχαίνει, κατά κάποιον τρόπο αρχίζει να πιστεύει ότι μπορεί να επιβιώσει υπό αυτές τις δύσκολες συνθήκες. Η Virginia Woolf, η οποία γράφηγε αυτό στις αρχές του 20ου αιώνα, λέει μάλιστα χαρακτηριστικά ότι από εκείνη τη στιγμή και μετά δεν υπάρχει ούτε η φύση, δεν υπάρχει ούτε ο θάνατος, υπάρχει μονάχα το πύληνο αυτό δοχείο. Συνοψίζοντας εκεί το γεγονός ότι αφού κατάφερε μέσω της κατασκευής και του σχεδιασμού να φτιάξει αυτό το πύληνο δοχείο, μπορεί να καταφέρει να επιβιώσει και να κατοικήσει αυτό το έρημο νησί. Όλοι αυτοί οι καλλιτέχνες που μας τιμήσανε με τα έργα αυτά, κοινός τόπος αυτούς είναι αυτή η συνδυαλλαγή. Καταρχάς αυτή η ιδιαίτερη σχέση που έχουνε με το κόσμο των αντικειμένων χειρονακτικά μόνοι τους. Και αυτή η ιδιαίτερη σχέση πως την ίδια στιγμή είναι και ένα έτημα για μη ασφάλεια και την ίδια στιγμή είναι ένα έτημα και για την πολυτέλεια. Πως μπορεί να συνδυάσουμε δηλαδή τη δυνατότητα του να είμαστε ασφαλείς κάπου, αλλά να έχουμε και τη δυνατότητα να απολαύσουμε το καταφύγιο στο οποίο βρισκόμαστε. Και όντως, πολύ σωστά όπως ανέφερας στις σημερινές εποχές, αυτό το έτημα του Ροβιτσώνα την ίδια στιγμή να σχεδιάζει και να βρίσκει αποτελέσματα και να απολαμβάνει τα αποτελέσματα της σχεδιαστικής του πρωτοβουλίας, είναι κάτι που χαρακτηρίζει όλους τους συγκαστικούς. Θα λέγα ότι με τα ευρύματα, τα σχεδιαστικά, γίνεται η ζωή λιγότερο ανυπόφορη και επειδή γίνεται λιγότερο ανυπόφορη, είναι ένας τρόπος για να αντιμετωπίσει κανείς τη στιχεία της μοναξιάς. Οι 37 καλλιτέχνες που έχουν καταλάβει αυτό το ομόνιμο εκθεσιακό χώρο και που εμπνέονται, συνδιαλέγονται ή τοποθετούνται σε σχέση με το μυθιστόριμα του Ροβινσό Ναπκρούσου, πειραματίζονται με διάφορα υλικά. Με αυτόν τον τρόπο, καταρχάς, ανοίγουν ένα καινούριο πεδίο πειραματισμού, αλλά ταυτόχρονα, νομίζω, επιναιούν και στρατηγικές πρακτικές για να μπορέσει κανείς να μιλήσει για ζητήματα που μας είναι σημαντικά σήμερα. Επιχειρώντας μέσα από την εγκατάσταση στο χώρο των μόνιμων συλλογών έργων 37 καλλιτεχνών να χαρτογραφίσουμε αυτή την σύγχρονη καλλιτεχνική παραγωγή που αφορά την ιδιότητα του καλλιτέχνη ως κατασκευαστή, με αφορμή το μυθιστόριμα του Ροβινσό Ναπκρούσου, προσπαθήσαμε να μιλήσουμε για αυτή την ισορροπία της τέχνης ανάμεσα στην αναγκαιότητα και την πολυτέλεια. Ταυτόχρονα, το αίτημα της σχεδιαστικής λύσης είναι και ένα αίτημα της ελευθερίας, του αυτοπροσδιορισμού του δημιουργικού υποκειμένου, που νομίζω ότι οι καλλιτέχνες το μεταφέρουν αυτό περισσότερο από κάθε άλλη κοινωνική ομάδα. Και αυτό είναι το συγκινητικό στοιχείο. Ότι η ζωή μπορεί να γίνει πιο υποφερτή με το γεγονός ότι μπορείς το αναγκαίο να το μετατρέπεις και σε πολυτέλεια την ίδια στιγμή. Αυτή η έκθεση νομίζω το αποδειχνεί αυτό το στοιχείο. Ο καθένας με τη δική του μεθοδολογία, μια μεθοδολογία κατοίκων αν θέλεις, μια μεθοδολογία όπου έρχεται από τη πίσω αυλή του εργαστηρίου, μία μπριγκολάς τεχνική, αλλά και με αυτό που στη νεοτερικότητα διοθετήθηκε στη προσπάθεια του υποκειμένου να διαφοροποιηθεί από την παθητική εκδοχή ενός τυπικού καταναλωτή με το do it yourself. Δηλαδή ουσιαστικά βλέπουμε μία επανάσταση που ξεκινάει από το σπίτι και που αφορά το τρόπο με τον οποίο εμείς ορίζουμε. Και αντίστοιχα, αν ξεκινήσει κανείς από τους χαλιτέχνες και τον τρόπο που καταλαμβάνουν το μουσιακό χώρο, νομίζω ότι με αυτό που είπες είναι και ένας τρόπος εμείς να επαναπροσδιορίσουμε τον τρόπο που θέλουμε να δούμε και τα Μουσία. Αυτό νομίζω είναι που χαρτηρίστηκε το Μουσείο Μπενάκι. Είναι ένα μουσείο που ασχολείται με τον υλικό πολιτισμό.