: Παρακαλώ, δεν πρωτοτυπώ φυσικά, ερχόμενοι εδώ να συζητήσω τη σχέση του ερωτόκριτου με την ερωφύλη. Όλοι όσοι έχουμε στην αναστραφή αυτά τα δύο έργα τη γνωρίζουμε. Και κατευτυχή συγκυρία βρίσκονται εδώ στο συνεδριό μας. Νομίζω όλοι όσοι έχουν βαθύνει τα τελευταία χρόνια σε αυτήν. Ο έρωτας της στιγατέρας του Ριγός με ένα κοινό τρόπος του λέγει ενθυνιτό, με τον οποίο γνωρίζονται από παιδιά, η ερωφύλη και ο Πανάρετος από πολύ κοντά, η αρετούσα και ο Ερωτόκριτος προφανώς από απόσταση ασφαλείας. Ο Πανάρετος είναι πλέον στρατηγός και έχει ήδη σώσει τη χώρα του βασιλιά Φιλόγων από τους εχθρούς της. Ο Ερωτόκριτος είναι γιος του πιο έμπιστο συμβούλου του βασιλιά Ηράκλη. Μετά από απουσία του κάθε ήρωα και με την επιστροφή του τη νίκη του στη Γκιώστρα, τα αισθήματα εκδηλώνονται. Οι ερωφύλη και ο Πανάρετος παντρεύονται κρυφά από το βασιλιά, οι αρετούσα και ο Ερωτόκριτος αργωνιάζονται κρυφά επίσης. Οι προξενιές, τις οποίες οι ηρωίδες μας έρμνουν με την ίδια δικαιολογία, έρχονται να περιπλέξουν τις ήδη δύσκολες καταστάσεις. Η αποκάλυψη του γάμου στην πρώτη περίπτωση φέρνει το φρικτό τέλος των ερωτευμένων, αλλά και το φόνο του τυραννικού βασιλιά. Η υποψία στη δεύτερη, μετά τον εξορρισμό του Ρωτόκριτου, ότι το αίσθημα είναι αμοιβαίο, οδηγεί και την αρετούσα στη φυλακή. Ενώ η ομολογία ότι ο Πανάρετος είναι βασιλικός γόνος, δεν αποτρέπει το γενικό όλεθρο, ο Ρωτόκριτος τώρα θα σώσει τη χώρα από τους δικούς τους εχθρούς και θα κερδίσει έτσι την ευγνωμοσύνη του Ρήγα, την αγαπημένη του και τη βασιλία. Όλα αυτά και άλλα πολλά είναι γνωστά. Πρόθεσι με όταν υπέβαλα το θέμα της εισήγησής μου, ήταν να βάλω σε μια τάξη και να παρουσιάσω πολύ συνοπτικά αυτό που όλοι αντιλαμβανόμαστε, αλλά δεν έχουμε ακόμα πει απερίφραστα, ότι ο ερωτόκριτος διαλέγεται από αρχής μέχρι τέλος με την ερωφίλη, σε όλα τα επίπεδα. Ότι, με άλλα λόγια, η ερωφίλη είναι το κύριο διακείμενο του ερωτόκριτου. Ευσεβείς Πόθη. Έχοντας ήθικα τα θέσεις του συμπερασμάτου, προτρέχοντας και εγώ, κατά το παράδειγμα του Χορτάτης και του Κορνάρου, όπως εσείς φανεί σε λίγο, θα κινηθώ γύρω από ένα θέμο, βασικό και στα δυο έργα, χωρίς να αποτολμήσω επιμέρους ορισμούς, ο λόγος για το ρυζικό, τη μοίρα, την τύχη. Τον αρετό τα πορικά πάντα είναι μυρισμένα κι όλοι οι άνθρωποι τα έχουσαν πολλά πεθυμισμένα. Δεν είναι τεινάς να μη ποθεί, να έχει τιμές και πλούτη κι από όλους μεγαλύτερος να είναι στη γη είναι τούτη. Μα μόνο με την πεθυμιά ποτέ κι ανείς δεν φτάνει στο όπο μεγάλο και ψηλό τα πόδια του να βάνει. Μα ανεμεσείτες της τιμής η προθυμιά κι η κόπη κι όχι ποτέ το ρυζικό σαν κρίνουν οι ανθρώποι. Τον ήλιο και τον ουρανό, τα άστερα και το φεγγάρι, τη γη, τα αίρη, το γυαλό, μας έδωκε εν η χάρη του ζευ κοινά κι όποιος κοπιά κι στο καλό σπουδάζει τον εμφαυτό τους σε τιμές και δόξες ανεβάζει. Και πάλι ο πουν ανάμελους δεν πρέπει να είναι ημένη παρά που πάντα που κακός χειρότερο να πιένει. Με αυτή την πεποίθηση ότι τη μοίρα του τη φτιάχνει κανείς μόνος του εμφανίζεται μονολογώντας στη σκηνή ο καρπόφορος με αφορμή βέβαια τον πανάρετο. Όπως μας ειδοποιεί η πρώτη κι όλας λέξη αρετές και όπως πέβδεται να διευκρινίσει ο ίδιος. Κάποιοι νομίζουν πως μοίρα τον εψήλωσε κι όχι οι καλές του διάξες κι οι κόποι του οι αρρύφνητοι κι οι αρετές του οι άξες. Όμως πολύ σύντομα ο πανάρετος του εκμυστηρεύεται ότι έχει υποπέσει σε κάποιο φτέσιμο που απαντός του να το λογιάσει μοναχά σταμπώνεται το φως του. Και ο καρπόφορος όπως παρατηρεί ο φίλος του παίρνει αμέσως πίσω τα λόγια του. Φίλε το σφάλμα σαν γενή και ο πίσω δεν γυρίζει τόσο πολλά όποιος το έκαμε δεν θα κακοκαρδίζει μα δίδοντας του ρυζικού το φτέσιμο θα πιάνει παρηγοριά στην πίκρα του να μην τον αποθάνει. Πανάρετος. Το ρυζικό του ως άκουσα πάς ένας μοναχός του καλό κακόν ως του φανεί κάνει συχνιά απατός του. Το ρυζικό έχει δύναμη και μπόρεση μεγάλη μα τούτο θέλω με νηπί σαν διά καλύτερα άλλη. Μια συζήτηση που δεν θα γίνει ποτέ. Παρόλο που δεν δείχνει να εκπλήσεται ιδιαίτερα θα φανίζεται μάλιστα ναδικαιολογικά από στον φίλο του. Τα πράματα του πόθου σηκώνουν τον νου το ανθρώπου το ζημιό κι όλους μας εκομπώνουν. Όταν μαθαίνει για τον κρυφό γάμο και την πλερωμή του πόθου εκείνο που ο φίλος τους συνήθως ονομάζει σφάλμα ή φτέσιμο ο καρπόφορος αδύστακτα και καταιγιστικά χαρακτηρίζει πράμα με όλο τοιτυμολογικό βάρος της λέξης. Και απίστω πράμα που δεν έπρεπε να γίνει έγινε και τον παρηγορεί, υποτίθεται, ανερώντας τελεσίδικα τα αρχικά του λόγια. Και να λογιάζεις μοναχάς πως ουρανός κι η μοίρα εσέ και εκείνην ακόμη στου το πράμα εσύρα γιατί μη δέ να γίνεται κάμωμα σαν αυθύνο δίχως το θέλημα του νότο διό το πραγμάτο κρίνο. Το ρυζικό είναι ασύστατο, ας μην απελπίζετε λοιπόν κι ας περιμένει πλότερες καλομυριές. Όμως ο φίλος του έχει πάψει να είναι πανάρετος και επομένως άξιος να ορίζει εκείνος τη ζωή του. Έχει γίνει έρμεο της μοίρας και το γνωρίζει. Το τέλος είναι προδιαγραμμένο έτσι ο καρπόφορος παρά τις παρήγορες και μόνο υποσχέσεις του για βοήθεια δεν έχει πια θέση στο έργο εφόσον αποδεικνύεται αμέσως ότι ο καρπός που φέρει δεν είναι ακόμα δυνατόν να επιδοθεί. Ο κύκλος του εδώ έχει κλείσει. Έγκαταλείπτει το φίλο του στη μοίρα του και πηγαίνει να γράψει τον ερωτόκροτο. Έτσι με τη ματέωση της εισαγωγής των ιδεών που πρεσβεύει ο καρπόφορος στη νεροφύλη κυριαρχεί η άλλη άποψη. Ο κύκλος του ρυζικού, ο τροχός της τείχης που προβάλλει ο σύμβουλος λίγους μολυστίχους πιο κάτω. Η ασυστασά στην τείχη των ανθρώπων όπως μας έχει προειδοποιήσει ο Χάρος τον πρόλογο και όπως τονίζεται με κάθε ευκαιρίας όλο το έργο. Με δύο μερικές εξαιρέσεις. Ο Πανάρετος ανακαλεί μια φορά εκείνα τα πρώτα λόγια του φίλου του όταν ο φιλόγονος που πιστεύει πως το ρυζικό του χίλιας χαρές καθημερινό δίδει το γερατιό του τον προστάζει να πείσει την ερωφύλη να δεχτεί τις προξενιές και τα επιστρατεύει πριν επιχειρήσει η Ισμάτη να τις αποτρέψει. Τσιφρόνιμου στο ρυζικό και όλους τσιπροκομένους πάντα χαιράμενους κρατεί και καλοκαρδισμένους κι η αφενδιά σου ανάμελη δεν καρτερεί να πάρει απόστα να γεννήθηκε κι αμιά από κοινοχάρι μα με τσι στράτες τσαρετής το κάνεις και γυρεύγει τσι κόπου σου τσι ευγενικούς δίκια μας αντιμεύγει. Όμως και τούτα είναι γαλιφίσματα, γενήματα του φόβου. Γιατί γνωρίζουμε πολύ καλά, ο ήρωας μας το έχει ήδη δηλώσει κατεπανάληψη ότι είναι υποχείριο της μοίρας. Το ρόλο της οποίας, συνεπέστατος, δεν αμφισβητεί ούτε στιγμή. Όπως ούτε στιγμή δεν πάβει να θεωρεί σφάλμα, φταίσιμο την κρυφή ενωσή του με την αγαπημένη του. Ούτε η ερωφύλη αρνείται την ύπαρξη της μοίρας, το ρόλο του ρυζικού, κάθε άλλο. Εκείνη όμως, πιστή στο όνομά της, είναι βέβαιη πως σφάλμα ποτέ δεν έκαμε με τέτοιο νιόν αντάμι παντριαν ακάμι μάλιστα, σε αντίθεση με τον αγαπημένο της, μη δε το λογισμό της μεταγνωμός δεν πολεμά. Και συναφώς, εκείνη είναι που πιστεύει πραγματικά στις αξίες που προβάλλει ο Καρπόφορος και της υποστηρίζει θαραλέας την τέταρτη πράξη μετά την αποκάλυψη του γάμου της. Δε θέλω να πω, γιατί καλιά το ξέβρεις παρά μένα, πως όλοι γεννηθήκαμε στη γη από κύριε Νένα και πως γδυμνούς μας έκαμε να πέφτωμεν η φύση μόνος τσ' ανθρώπους διαφορά για να μη δε χαρίσει για να κοπιάμε τσ' αρετή στις στράτες να γυρεύγει πάνσα κι ανίστο δίνεται τσ' άλλους να περισσεύγει. Και πως η γνώση κι η ανδριάκη χάριται σαν τάμη τσ' οι βασιλιάδες μοναχάς των κόσμων είχαν κάμει. Καλά κι αλλάξαν οι κεροί κι τίχης ανποδίζει τσ' ανθρώπους από φρόνιμους κι αδυνατούς γνωρίζει για εκείνο δε τιμάται πλοιο κι αν ίσως αν τυχαίνει κι αρετήσα βλέπουμε γδυμνή στον κόσμο πιένει. Προσπαθεί βάσει αυτό να δώσει λύση αν ο φιλόγονος αποδεχτεί τον πανάρετο ως άντρα της μοναδικής κληρονόμου του στέκει στο θέλημά του να τον κάνει έτσι πλούσο κι αδυνατότατο και βασιλειό μεγάλο. Κύριοι καλιάνε κάτεχε εγείς χαμηλοβγαλμένος με πλύσες διάξες κι αρετές και χάρες στολισμένος παραπάς σε ένα βασιλειό πλουσότατο από τόπους κι απαρετές φτωχότερο παρά μικρούς ανθρώπους. Ένα τολμηρό βήμα πιο μπροστά από τη νοσταλγία του χρουσού αιώνα στο δεύτερο χωρικό. Ή μήπως οι κορασές γνωρίζουν καλύτερα από την ερωφύλη ότι τώρα είναι η περιφάνεση ερχομένη που με τσιτιμής περιτυμένη τ' όνομα τη λευτεριά σκλαβώνει. Η κοφτή αντίδραση του ανένδοτου φιλόγουνου δικαιώνει τους φόβους του χώρου. Όπουν τα πλούτη, οι αρετές κι οι χάρες κατοικούσι κι σπάσα τόπο φρόνιμη πάντα κρατούνται οι πλούσιοι. Στο τέλος αυτής της μακράς σκηνής υποκύπτει και η ήρωίδα μας. Σταδιακά κάμπτεται και εν τέλει παραδέχεται το φτέσιμο. Έτσι έχει υπογράψει τη θανατική καταδίκη της και την υποταγή στοπρική της ρυζικό και την αντίδρυκη της μοίρα. Ο πανάρετος ούτως η άλλως λίγο πίθι ψελίζοντας μικρομέρος από όσα άκουσε να λέει ο φίλος του. Ούτε όμως η ερωφίλη καταφέρνει να προβάλλει ολοκληρωμένη την αντίληψη που εκφράζει ο καρπόφορος. Όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται γδημοί χωρίς διαφορά μεταξύ τους σ' έναν κόσμο που η χάρη του όποιου θεού έδωσε κοινό σε όλους. Επομένως δεν είναι το ρυζικό που ψηλώνει τον άνθρωπο αλλά οι αρετές, η προθυμιά και οι κόποι, οι καλές γιάξες, η γνώση, η αντριά και οι χάρες, η ευγενιά, η τάξη, η φρόνεψη, η βέβαια το αντίστροφο. Κατεξοχή είναι εδώ η περίπτωση του φιλόγομου για τον οποίο το μόνο που μετρά είναι η μπόρεσή του και το πλήγμα που εκείνη δέχτηκε από τον κρυφό γάμο. Καταδικασμένο επομένως για τα πολλά του κρίματα χάριν αυτής να θανατωθεί από τον εξογερμένο χορό. Οι ερωφίλοι και ο πανάρετος ανέτοιμοι τόσο στα λόγια τους όσο και στις πράξεις τους να ανταποκριθούν πλήρως τις ιδέες που κομίζει ο καρπόφορος είναι και το γνωρίζουν ή το διεσθάνονται εξ αρχής επίσης καταδικασμένοι. Με τις αρετές που προβάλλονται τόσο επίμονα στην ερωφίλη συστήνονται εξ αρχής και ερωτόκριτο ήρωές του. Κάλλοι χάρες αρετές αρετή ευγενιά τάξη αντριά φρόνεψη ιδίως και γνώση φιλομάθεια επιπλέον και τέχνη του λόγου πρωτίστως και όχι μόνο. Ο ρωτόκριτος και αρετούσα βρίσκονται νικημένοι και αυτοί από τον παντοδύναμο έρωτα. Γνωρίζουν το σφάλμα τους. Εδώ όμως δεν πρόκειται για σφάλμα αν όπου στην τιμήν αγγίζει και πληγώνει. Κάτι τέτοιο όπως έχει δείξει η ερωφίλη ο θάνατος δεν το σωπά το μνήμα δεν το χώνει. Όπως γνωρίζει ο καρπόφορος και τονίζει ο πολίδωρος και όπως καλά αντιλαμβάνονται οι δυο ερωτευμένοι το σφάλμα έγκειται στο ότι ο έρωτας σκλαβώνει παίρνει την εξά η οποία συνδέεται άρρικτα με το λογαριασμό με το νου και εν τέλει με την ίδια την ανθρωπιά. Ανά θέμα τον έρωτα με τα καλά τα κάνει και πως κομπώνει και γελά τη φρόνεψη και σφάνει σ' πως άδικα σ' πως άπρεπα τον άνθρωπο μπερδένει και όπου τον έχει διακριτεί η συντα σφάλμα μπαίνει. Έτιας λογής υπεθυμιά και ο πόθος τους πειράζει που μέσα σε αυτή τη σκότηση του νου βιάζονται να ζητήσουν από το βασιλιά το γάμο τους. Ο πεζόστρατος επιχειρεί την προξενιά θέρνοντας ξόμπλε απόμακρα πράματα περασμένα και παραπέμποντας έτσι ευθέως το δεύτερο χορικό της Σεροφίλης και στα λόγια της ίδιας της Συρωίδας. Ουσιαστικά όμως συγχρονιζόμενος με τον Καρπόφορο λέγει «Στους παλαιούς καιρούς που σαν μεγάλοι ανθρώποι τα πλούτη και βασίλια εκράζοντανε κόποι επειδή τιμούσανε πολλά της αρετή στη χάρη παρατσιχόρες, τις αφεντιές, τα πλούτη, το λογάρι και σμίδασι τα τέκνα τους οι αφέντες οι μεγάλοι με τους μικρούς όπου χασήν γνώσην αντριά και κάλλη. Όλα τα πλούτη και οι αφεντιές ασβήνουν και χαλούσι και μεταλλάσσουν και η κερή συχνιά τα καταλούσι μα η γνώση εκεί που βρίσκεται και τσαρετή στα δώρα ξάζω άλλο παρά βασιλιά παρά χωριά και χώρα. Ουδοτροχός δεν έχει εξάν ως θέλει να γυρίσει τη γνώση και την αρετή ποτέ να καταλύσει. Όπως δεν θα παραλείψει να επιστημάνει ο ίδιος το βασιλιά του παίρνοντας τελευταίως τον λόγο στο έργο, η ευτυχής κατάληξη τον δικαίωσε. Θορίστα, είδα τα λόγια μου το πώς επιβεβαιώσα. Θαρρώ να τα μετάνιωσα, στ' αυτού μου είπε αυτήν η γλώσσα. Ασφαλώς το πρώτο βήμα έχει γίνει ήδη στην ερωφύλη. Ο τύρανος, όπως ρητά το αναποκαλεί ο χορός, έχει θενατωθεί και έχει αντικατασταθεί από ένα βασιλειό άξο σε πάσα τρόπο και επιπλέον έτοιμο να παραχωρεί στη βασιλεία σε εκείνου που θα αναδειχθεί άξιος για αυτήν. Ο ρωτόκριτος, το παιδί του παλατιού, μόνος αυτός βουλευτής μέσα σε τόσα ριγόπουλα και αφεντόπουλα που έκέρδεσε τα δώρα στην Κιώστρο και μια πρώτη νίκη για τη χώρα του, με τον καιρό και με την άντρια, τα κάλλη βέβαια, την ευγενιά και κυρίως τη γνώση και την αρετή, πάνω στις οποίες ο δωτροχός δεν έχει εξά, κρίνεται άξιος για τη βασιλεία, την αρετή και την πλήρη αντιστροφή της μοίρας του Πανάρετου. Και η αρετούσα, η ηρωίδα μας, εκτός από τις βεβαιωμένες αρετές της και το επιστέγασμα της τιμής που τη στέφει με το όνομα αρετή και όχι με πάσα ανεμιφύλαξη Πανάρετη, έχει και τη συμπαράσταση της Νένας της, της Φροσύνης, η οποία υπερβαίνει το χρυσό νόμο που εκπρόσωποιει η Νένα της ερωφύλης και δικαιώνει πλήρως τον εφρόσινο αναγραμματισμό του ονόματος της. Πέρα από τις αναμενόμενες μου θεσίες της για το κρεπό, όμως και την έμφαση της, τη δύναμη της υπομονής και της ελπίδας, γιατί ο καιρός τα πράγματα χίλιες φορές τα αλλάσει, όπως δεν πάβει να λέει και να σκέφτεται. Εκφράζει αντιλήψεις που το καρπόφορος είχε τολμήσει να διατυπώσει τόσο εχμηρά. Με αφορμή το όνειρο που τάρεξε την αρετούσα, λέει η Φροσύνη. Κι αν τα ονειροφαντάσματα δύναμην είχαν τόσοι, τί εξάζετο φτεξούσιος τον άνθρωπο και γνώση. Άνθρωπος κάνει του κορμνίου εκείνον όπου θέλει, έτσι καλό σα και κακό, όχι και να του μέλει. Δεν είναι παμελούμενα, μη δω αμνυρά, έχου χάρη να θέρουσι τον άνθρωπο σε βάσανα και βάρη. Ως τρώσει το κλινάρι του ο καθεής κοιμάται και πελελώ τον γκράζουσι, τούτα όποιος τα διγάται. Τα κακά προαισθήματα όμως και εδώ, όπως και στην Εροφύλη, επαληθεύονται με τη φυλάκηση της αρετούσας. Και τότε να πω στις συμπαραστέκεται η φροσύνη. Έτσι όντε φοβηθεί κι ανίσ και χάσει το κατέχει κι απορριχθεί στα βάσανα κι ολπίδα πλέον δεν έχει. Είναι άπρεπο κι άγνωστοι χάνονται, δε θελούσι. Μα η φρόνιμη πολλές φορές τα δύσκολα νικούσι. Κι όπου κατέχει και γρυκάει σε τιά πάθη αλάχι, αντριεύγει και κερδένει τη τουριζικού τη μάχη. Δεν πρέπει να πορήχονται, ούτε πολλά να ολπίζουν, μα με λογαριασμό περνούν εκείνοι που γνωρίζουν. Όσο κι αν βαραίνει στο ρυζικό και την πρυκιά της μοίρα η αρετούσα, σε εναρμόνιση με το πλήθος των σχετικών αναφορών που διατρέχουν και τον Ερωτόκριτο, έρχεται η ώρα που πράγματι θα κερδίσει οριστικά του ρυζικού τη μάχη. Αυτή πάνω απ' όλα είναι η ύστατη δοκιμασία της και χάρην αυτής πρέπει να πεθάνει κι ο Ερωτόκριτος. «Με τη δική σου θύμηση το ρυζικό ναι νίκου», του λέει στο θρύνο της. Τώρα ποια ελπίδα της έμεινε. Όμως, Εύα, από εκείνη εμίσεψε κι απ' την καρδιά μου εχάθη, εγώ δεν τα φοβούμαι πλέον του ρυζικού τα πάθη. Σήμερο απόμεινα αφόδι, δεν έχω πλέον ιταλπίζει. Το ρυζικό δεν το ψηφώ, η μοίρα δε μου ορίζει. Θα την νικήσει με το θάνατό της, γιατί στην ψή μας δύναμη και μπόρεση δεν έχεις. Δεν είναι στον Άδη ρυζικά, δεν είναι στον Άδη μοίρες, δεν είναι στον Άδη κέρδητα και σόνισε ότι πήρες. Εφόσον όμως δεν βρέθηκε μαζί με τον αγαπημένο της το θάνατο, όπως θεωρεί τώρα και όπως αποδεικνύεται αμέσως μετά, η έσχατη επιθυμία, το δεν εκάμαν τα κορμιά να κάνουν υψές στον Άδη, θα ματαιωθεί. Ώστε να ολοκληρωθεί και η αντιστροφή της πορείας της αεροφύλης. Η μάχη έχει κερδηθεί και το έτημα που κατατίθητε στην αεροφύλη πραγματώνεται στον ερωτόκριτο, καθώς οι ήρωες ανακτούν την εξάτους. Και αν προσέξουμε καλύτερα, θα δούμε ότι αυτό το γνωρίζουμε από την αρχή. Του κύκλου τα γυρίσματα που ανεβοκατεβαίνουν και του τροχού που ώρες ψηλά και ώρες στα βάθη πιένουν και του καιρού τα λάμματα που αναπαϊμό δεν έχουν, μα στο καλό και στο κακό περιπατούν και τρέχουν. Μία μοναδική φορά στον ερωτόκριτο ο κύκλος, ο τροχός προσδιορίζεται ρητά. Δεν είναι όπως υποδεικνύουν παραπλανητικά οι τόσες αναφορές στο ρυζικό, στη μοίρα, στην τύχη, ο δικός τους κύκλος. Είναι ο κύκλος του καιρού. |