ΣΥΝΑΓΩΓΗ ΜΝΗΜΗΣ – Αφιέρωμα στον Θανάση Παπαζώτο /

: Καλημέρα σας. Καλώς ήρθατε. Να χαιρετήσω τους ομιλητές, να χαιρετήσω και τους παριστάμενους. Εγώ τώρα έχω την τιμή και την ευθύνη να κάθομαι στην καρέκλα που καθόταν ο Θανάσης Παπαζώτος, μολονότι προσωπικά δεν τον γνώρισα. Δεν θα σας πω πολλά γιατί θα ακούσετε πολύ σημαντικά πράγματα γι' αυτό...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Είδος:Πολιτιστικές εκδηλώσεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Βέροιας 2022
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=ZWRHJx2tFPc&list=PLF_TSWFK8X_O_0A8Hmh_04RACYy9nvU7S
Απομαγνητοφώνηση
: Καλημέρα σας. Καλώς ήρθατε. Να χαιρετήσω τους ομιλητές, να χαιρετήσω και τους παριστάμενους. Εγώ τώρα έχω την τιμή και την ευθύνη να κάθομαι στην καρέκλα που καθόταν ο Θανάσης Παπαζώτος, μολονότι προσωπικά δεν τον γνώρισα. Δεν θα σας πω πολλά γιατί θα ακούσετε πολύ σημαντικά πράγματα γι' αυτόν. Θέλω να πω ότι αυτό που ξέρω εγώ και δεν είμαι βυζαντινή αρχαιολόγος, είναι ότι στη Βέρεια έχουμε δύο εποχές. Η μία είναι πριν τον Παπαζώτο και η άλλη είναι μετά τον Παπαζώτο. Ό,τι ξέρουμε για την βυζαντινή Βέρεια ακουμπάει σε αυτόν. Οι εμείς οι αρχαιολόγοι είμαστε εξικοιωμένοι βέβαια με τα μνημεία και τη μνήμη και να συνομιλούμε με νεκρούς ουσιαστικά, δηλαδή αυτούς που έκανε τα μνημεία και δεν είναι μαζί μας και ξεχνάμε ότι και εμείς κάποτε θα περάσουμε από εκεί η μεριά. Ο Παπαζώτος πέρασε από εκεί η μεριά και είναι πιο ζωντανός από τους ζωντανούς. Είναι μαζί μας στη Βέρεια πάντα, είναι στην έρευνα που συνεχίζεται, είναι στην καρδιά των φίλων του, που θα τους ακούσουμε σήμερα, της γυναίκας του, της αδερφής του. Η εφορία θεωρεί υποχρέωσή της να τον τιμήσει, θεωρώ ότι και η Βέρεια έχει υποχρέωση να τον τιμήσει. Να σας πω μόνο ότι ξανατιάχνουμε τον ξανόνα που έμενε ο Παπαζώτος και θα φιλοξενούμε και οι ερευνητές. Αυτό θα είναι ένα διαρκές μνημόσυνο. Και να καλέσω την κυρία Μπέτσα να δει στην ουσία της σημερινής συνάντησης. Κυρία Προϊσταμένη της ΕΦΑ, κυρία Διευθυντή της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθέκης Βέρειας, κυρίες και κύριοι, καλημέρα και από μένα. Εκ μέρους της Εταιρείας Μελετών Ιστορίας και Πολιτισμού Ιμαθίας, ή Χάριν Συντομίας NEP, θα ήθελα να συγχαρώ την εφορία αρχαιοτήτων και τη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Βέρειας για την όμορφη αυτή τη μητική εκδίγωση στον ΑΕΜΙ και στον Θανάης Παπαζότο. Είναι αλήθεια ότι και εγώ ως φοιτήτρια του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης στις έρευνες ως φοιτήτρια και στην ερευνητική ιστορία έπεφτα πάντα σε βιβλιογραφικές αναφορές στον Θανάης Παπαζότο και σήμερα νιώθω μικρή και ταπεινή για να προλογίσω μια τέτοια εκδίγωση. Αλλά ως πρόεδρος της Εταιρείας Μελετών Ιστορίας και Πολυσμού Ημαθείας, η οποία από το 2008 σκοπό έχει την έρευνα και την ενάδειξη της θετικής ιστορίας, θα πρέπει να χαιρετήσω. Η Εταιρεία ήρθε σε επαφή με την κυρία Δηγοπούλου και μετά από κάποιες συζητήσεις αποφασίστηκε να γίνει χορηγός αυτής της έκδοσης. Το ανέκδοτο έργο ενός επιστήμου είναι πολύ σημαντικό γιατί ο επιστήμος πραγματικά ζει πάντα. Ζει πάντα με την συμβολή του, είναι πάντα κοντά μας και αυτή είναι η ιδιαιτερότητα. Αυτός είναι ο ρόλος επιστήμης. Να συμβάλει και να βάζει το τελικό του λήθο στην έρευνα και συγκεκριμένα στην αρχαιολογία. Ευχαριστώ πάρα πολύ. Ευχαριστούμε πολύ. Διευθυντή του Ιστητού του Ιστορικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών καθηγητή Ταξιάρχου Κόλια, σας διαβάζω το χαιρετισμό. Λυπάμαι που δεν μπορώ να παρεβδηθώ στην εκδήλωση αυτή, η οποία τιμάει έναν άξιο επιστήμονα. Εμείς, ως Ιστητού του Ιστορικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών αναλάβαμε την έκδοση του τελευταίου βιβλίου του Θανάση Παπαζώτου που τετροφόρησε ο ίδιος Μακεδονικά αποσημειώματα. Τα μελετήματα αυτά αποτελούν προϊόν πολύχρονης σπουδής και επίπονης ενασχόλησης του συγγραφέα με το βυζαντινό και μεταβυζαντινό παρελθόν της Μακεδονίας και αποδεικνύουν όχι μόνο τη βαθιά του γνώση για το χώρο, αλλά και την άοχνη επιμονή και υπομονή του να διαλευκανθούν αρχαιολογικά αλλά και ιστορικά, προσωπογραφικά, ερμηνευτικά, τοπογραφικά, οικονογραφικά και καλλιταχνικά θέματα της Μακεδονίας. Το πόνιμα αυτό δίνει μια σφαιρική εικόνα για το έργο και τα ερευνητικά ενδιαφέροντα του επιστήμονα. Αφενός έρχεται να καλύψει κενά στην υπάρχουσα έρευνα, 20 χρόνια μετά τη συγγραφή του, που παραμένουν ακόμα επίκαιρα, και αφετέρου αποτελεί ιστοριογραφική μαρτυρία για τα επιτεύματα ενός επιστήμονα, ο οποίος στο σύντομο πέρασμά του, στο τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα, άφησε τη σφραγίδα του στη βιβλιογραφία, και ο οποίος μετά από μακρά ταλεπορία, λόγω υγείας, νεότατος, έπαψε να είναι ανάμεσά μας, ενώ βρισκόταν στην άνοδο της επιστημονικής του παραγωγής. Μια έκπληξη που μας επιφύλαξε η έκδοση αυτή, ήταν το δείγμα από το καλλιτεχνικό έργο του Θανάση Παπαζώτου, από μια άλλη άγνωστη μέχρι πρότεινος σε μένα πτυχή της προσωπικότητάς του, η οποία επιβεβαιώνει την αισθητική του αντίληψη για τον κόσμο που μας περιβάλλει. Χαιρετίζω λοιπόν αυτή τη Συναγωγή Μνήμης, προς τιμή του Θανάση Παπαζώτου, και συγχαίρω τους φορείς για την ιδέα και την πραγματοποίηση της εκδήλωσης αυτής. Τους συμμετέχοντες ομιλητές, άρα κυρίως τη σύντροφό τους στη ζωή, η Όλη Βιγκοπούλου, η οποία με αγάπη, με επιμονή, με συνέπεια, έφερε εις πέρα στην έκδοση των μακεδονικών αποσυνειώατων. Ευχαριστώ πολύ. Καλημέρα και από μένα. Καλώς ήρθατε σε αυτή την εκδήλωση. Για την Δημόσια Βιβλιοθήκη είναι μεγάλη χαρά η σημερινή εκδήλωση. Νομίζω ότι είναι ένα γεγονός που το οφείλαμε στο Θανάση Παπαζώτου. Αρχικά, η απόφαση του εφορευτικού συμβολίου να δοθεί το όνομά του, «Τι μη σένικεν» σε μια καρέκλα από τις καρέκλες της αίθουσας, στην οποία κάθεται τώρα η κυρία Βιγκοπούλου. Η σημερινή εκδήλωση είναι ένα ελάχιστο αντίδωρο στο έργο που μας έχει αφήσει ο Θανάσης Παπαζώτος. Κύριο χαρακτηριστικό του Θανάση ήταν το πάθος του για τη δουλειά και το ήθος του και η απλότητά του. Ήταν άνθρωπος της συνεργασίας επίσης και αυτό το γνωρίζω και από τη συνεργασία που είχε με τον προηγούμενο προηστάμενο της Βιβλιοθήκης τον κ. Τροπόπουλο, όσο και τη συνεργασία που είχε με τον πατέρα μου, ο οποίος ήταν εφημέριος του ναού του Αγίου Γεωργίου και είχαν αναμορφώσει όλα τα παρεκκλήσια της ενωρίας. Όσοι τον γνώρισαν τον Θανάση ήταν τυχεροί γιατί γοητεύτηκαν από την προσωπικότητά του. Αλλά πολύ περισσότεροι θα το γνωρίσουν τον Θανάση μέσα από το έργο του. Νομίζω ότι το γεγονός ότι έχουν περάσει πάνω από 20 χρόνια από το θάνατό του και συνεχίζουμε να αναφερόμαστε σε αυτό και να αποτελεί σημείο αναφοράς δείχνει ότι ήταν ένας άξιος. Και παρά το σύντομο βίαιο του άφησε ένα έργο που είναι δυσανάλογο μεγάλο και νομίζω ότι να φτάσεις μετά το θάνατο σου να σε αναφέρουν σαν άξιο δεν είναι και μικρό πράγμα. Ευχαριστώ πολύ. Καλημέρα σε αυτή τη συναγωγή μνήμης. Αυτή είναι η τέχνη ιστορία έκδοση του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων το 2003 και το πόνυμα του Γεωργίου Λαμπουσιάδου Περί των τυχών της Αδριανού Πόλεως Μελέτη Αρχαιολογική γραμμένο το 1923 που εξέδωσε το 2007 ο Μορφωτικός Όμιλος Κομοτινής και το Κέντρο Θραγικών Μελετών σε δεύτερη έκδοση με εισαγωγή και σχόλια του Θανάση Παπαζότου. Τα μαγιαδονικά αποσημειώματα καταδεικνύουν επίσης την ακατάπαυστη και ακαταπώνητη έρευνα του συντάκτη τους σε ένα ευρύ φάσμα της ιστορίας, της τέχνης και του πολιτισμού του Βυζαντινού και μεταβυζαντινού κόσμου. Έρευνα στην οποία επιδόθηκε με πάθος ο Παπαζότος από τη νεότητά του και με φρενή ριζέση στις δύσκολες ώρες της μακρόχρονης ασθένειάς του. Επειδή το γράψιμο, όπως και η τέχνη, ήταν γι' αυτόν βάλσαμο ψυχής, είτε μελετούσε την τέχνη είτε την ασκούσε ο ίδιος. Ο τόπος της σήμερινης σύναξης για τη Συναγωγή Μνήμης από οικείους, συναδέλφους και φίλους του δεν θα μπορούσε να είναι άλλος από τη Βέρεια, αφού ο Παπαζότος ανέσυρε από τη Λήθη και την Αφάνεια το βυζαντινό και μεταβυζαντινό παρελθόν αυτής της σπουδαίας Μακεδονικής πόλης, υπηρετώντας τα μνημία της με πάθος και ανιδιοτέλεια. Υπηρέτησε τα μνημία όχι μόνο της Βέρειας αλλά όπου εργάστηκε με το σεβασμό και την ταπεινότητα εκείνου που γνωρίζει πως του δόθηκε το προνόμιο να τα ερευνά και να τα διαχειρίζεται χωρίς ποτέ να διανοηθεί να τα χρησιμοποιήσει ως εφαλτήριο διεκδίκηση στέσεων ή χειρότερα προσπορισμού υλικών απολαμβών. Αυτά ήταν πράγματα αδιανόητα και ακατανόητα για τον Θεάς Παπαζότο. Η Βέρεια τον κέρδισε ολοκληρωτικά μολονότι το ενδιαφέρον του ήταν εξίσου ζωηρό για τα μνημία του ευρύτερου μακεδονικού χώρου αλλά και της Τράκης για την ιστορική τοπογραφία για τα μνημία της οποίας έχει αφήσει σπουδές μελέτες. Αφοσιώθηκε στη Βέρεια ίσως γιατί ήταν η πρώτη του αγάπη αφού τη γνώρισε στην τριφερή ηλικία των 24 ετών όταν ο άνθρωπος είναι ακόμη δακτικός στα θαύματα της ζωής. Ίσως γιατί η πόλη διατηρούσε ακόμη τότε στα μέσα της δεκαετίας του 70 το μεσεωνικό χαρακτήρα της και ίσως γιατί οι παλιοί κάτοικοι της οι δύο συγειραιές βεριότισσες με τους γούνινος γιακάδες και ταφακιόλια όπως της περιέγραφε συμβίωναν με τους αγίους και με τον θείο και μπενόβγαιναν στο υπερβατικό και στο αόρατο, στον ύπνο όσο και στο ξύπνο. Όπως τόσο τέριαζε στον ψυχισμό του παπαζότου. Ανάμεσα στις εικόνες που κατέγραφε στο γυναικονίτη μιας εκκλησίας του Χριστού Παντοκράτορα νομίζω γνώρισα το θανάση στις αρχές της δεκαετίας του 1976 όταν καθοδόμι προς την Καστοριά με τη Χρυσάνθη Τσιούμη επιμελήτρια βυζαντινών αρχαιοτήταν κάναμε μια στάση στη Βέρεια. Ύστερα από σειρά κλοπές εικόνων από ναούς της Βέρειας και των Παλατιτσίων ο παπαζότος προπτυχιακός φοιτητής ακόμη στάλθηκε στη Βέρεια από την εφορία βυζαντινών αρχαιοτήτων που έδρευε στη Θεσσαλονίκη με αποστολή να καταγράψει το σύνολο των κινητών αντικειμένων που βρισκόταν σε ναούς της πόλης. Στη διετία 1975-76 κατέγραψε, φωτογράφησε και ταξινόμησε μεταξύ άλλων περισσότερες από χίλιας εικόνες. Σχεδόν οι μισές συγκεντρώθηκαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Πόλης και αποτέλησαν κατόπιν τον πυρήνα της συλλογής του Βυζαντινού Μουσείου της. Τα ζητήματα που έθεταν τα μνημεία της Βέρειας τον απασχολούσαν και τον καιρό της θητίας του στην ενάτια εφορία βυζαντινών αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης από το 1979-1984, μολονότι ασχολήθηκε με τον ίδιο ζήλο και με τα μνημεία αυτής της πόλης που είχαν πληγωθεί βαριά από τον στισμό του 1978. Στη Βέρεια που στο μεταξύ είχε γίνει έδρα της ενδέκα της εφορίας βυζαντινών αρχαιοτήτων ο Παπαζότος επέστρεψε το 1984 ως επιμελητής αρχικά και κατόπιν ως προσθάμενος. Ως το 1988 που έμεινε εδώ, παράλληλα με τη φροντίδα του για τα μνημεία της υπόλοιπης Δυτικής Μακεδονίας, επιδόθηκε στο τιτάνιο έργο της έρευνας, διάσωσης, συντήρησης και ανάδειξης των 48 βυζαντινών και μεταβυζαντινών εκκλησιών που είχαν απομείνει στην πόλη από τις 72 που μαρτυρούνταν στις αρχές του 20ου αιώνα, αφού οι καταδαφήσεις συνεχίζονταν ως το 1975 με τελευταία θύματα στο δωμό του κέρδους, το ναό της Παναγίας Κυριώτησας με τυχογραφίες των αρχών του 13ου αιώνα και του Αγίου Νικολάου Ξηλοτραφτή, χτίσμα του 18ου αιώνα. Στην έρευνα του για τη Βυζαντινή και μεταβυζαντινή Βέρεια, το μεγάλο και άγρα φωτότε κεφάλαιο της ελληνικής βυζαντινολογικής επιστήμης, ο Παπαζώτος βάδισε σε βιβλιογραφικό κενό, με μοναδικά του στηρίγματα τις μελέτες του Γεωργιού Χιονίδη για την ιστορία της Βέρειας και του Στυλιανού Πελεκανίδη για τις τυχογραφίες στο ναό του Χριστού Σωτήρα. Στο μεταξύ, έχοντας ως συνδάλματα τους Χαλκέντερους, Εβραίου φάσματος ερευνητές του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα, τον Μανουήλ Γιαδεών, τον Κωνσταντίνο Σάθα, τον Αθανάσιο Παπαδόπουλα Κεραμέα, στη μνήμη του οποίου άλλωστε αφιέρωσε τη διατριβή του, ο Παπαζώτος είχε αποκτήσει βαριές επιστημονικές αποσκευές σε πλήστα όσα πεδία της Βυσαντινής αρχαιογνωστικής επιστήμης, ιδίως δε των Βυσαντινών πηγών. Χάρις σε αυτές τις αποσκευές και στη δεκτικότητά τους το μη προφανές, μπορούσε να φουγγαστεί τη φωνή των μνημείων, επειδή τα μνημεία φθέγγονται σε όσους μπορούν να τα ακούσουν. Φθέγγονται με τον τρόπο τους, μέσα από τις πέτρες και τα κονιάματα, τις στυχογραφίες και τα γλυπτά, τις επιγραφές και τα χαράγματα. Με τη διατριβή του για τη Βέρεια και τους ναούς της, από τον 11ο ως τον 18ο αιώνα, ο Παπαζώτος ανέστησε το παρελθόν της πόλης που αποκαλεί Βεργίνα του Βυζαντινού και μεταβυζαντινού πολιτισμού. Και όμως, σεμνός, όπως μόνο όσοι έχουν βαθιά επίγνωση της σημασίας του εγχειρήματος με το οποίο καταπιάνονται, θεώρησε αυτό το θεμελιακό έργο που έβαλε τη Βέρεια στο επιστημονικό προσκήνιο, όχι ως τη λύση των ζητημάτων της μεσονικής πόλης, αλλά ως την απαρχή του διαλόγου γι' αυτά. Έτσι, ζητά την ευμένεια του αναγνώστη για όσα του προσάγει στο βιβλίο, συζεούσε η καρδία. Με φλογερή καρδιά αντινόταν, άλλωστε, σε ό,τι έκανε, ίσως γιατί διαστανόταν πως ο χρόνος του ήταν λίγος, γι' αυτό και με το πειρατικό του γλέμα ρουφούσε τον κόσμο και τη ζωή. Το βιβλίο του για τη Βέρεια που κυκλοφόρησε το 1994 και βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών, είναι βιβλίο χειροποίητο. Ο ίδιος σχεδίασε τις κατόψεις των 48 ναών, τα τοπογραφικά διαγράμματα, τα αντίγραφα των 140 επικραφών που δημοσιεύονται σε αυτό, όπως δικές του είναι και οι πλήστες των φωτογραφιών του. Με έμφυτη καλλιεσθησία και ανυπέρβλητη χάρη, ο παπαζότος ήταν ευλογημένος με χάρες και χαρίσματα. Εκφραζόταν μέσα από τη ζωγραφική και τη γλυπτική, όσο και μέσα από τον επιστημονικό λόγο. Διαβάζοντας τα κείμενά του για τη Βέρεια, ο αναγνώστης δεν χρειάζεται να είναι αρχαιολόγος για να κατανοήσει το περιοχόμενό τους. Γράφει για τα μνημεία και τις ιστορικές φυσιογνωμίες της πόλης, με το ρέοντα άμεσο και ουσιαστικό λόγο εκείνου που αναφέρεται στα πατρογονικά του και σε ανθρώπους δικούς του. Χάρη στη γνώση και στη διωματική σχέση του με τον τόπο και την ιστορία του, ο παπαζότος μπόρεσε να αναγνωρίσει διόβυζαντινές εικόνες της Βέρειας, που είχαν κλαπεί στα τέλη της δεκαετίας του 60' και είχαν καταλήξει σε συλλογές του εξωτερικού μέσα από τα δεδαλώδικη κλώματα της Διεθνούς Αρχαιοκαβηλίας. Τεκμηριώνοντας με αδειάσιστες μαρτυρίες την κλοπή τους από το ναό του Αγίου Προκοπείου και εξετυλίγοντας με υπομονή το κουβάρι των παράνομων διαδρομών τους το εσωτερικό και το εξωτερικό, ο παπαζότος προσέφερε στην ελληνική πολιτεία στέρα επιχειρήματα ώστε πριν λίγα χρόνια να καταστεί δυνατή η ανάκτηση της εικόνας του Αγίου Προκοπείου. Ελπίζουμε πως θα ακολουθήσει και ο επαναπατρισμός της αριστοργηματικής εικόνας του Αποστόλου Πέτρου. Η σχέση του παπαζότου με τη Βυζαντινή ζωγραφική, ιδιαιτέρος της Βέρειας, ήταν μοναδική. Χάρης την ιδιαίτερη ψυχοσύνθεσή του, μπόρεσε να την προσεγγίσει με ένα τρόπο που πάει πολύ πέρα από ξερές οικονογραφικές και τεχνοτροπικές περιγραφές, ένα τρόπο στον οποίο ντορμίσαν σε βάσμιες βεριότισσες που αποκαλούσαν τις «Ικόνες Χάρες». Γράφει ο παπαζότος για τη γερόντισσα Κατερίνα Χατσιλάμπρου στο βιβλίο του για τις «Ικόνες της Βέρειας». Από την ίδια έμαθα τι σημαίνει και θαύμα, όπως μπορούσε να το καθορίσει η καθαρότητα της σκέψης μιας σοφής λαϊκής γυναίκας, για την οποία το θαύμα λειτουργούσε μέσα στη δίνη της καθημερινής κληρότητας και είχε την αμεσότητα μιας πράξης που είχε σχέση με τη γη. Αυτές τις σεβάσμιες γερόντισσες, ο παπαζότος τις λάτρευε με την πρωταρχική σκληρότητα, συμπίγνωναν γι' αυτόν τη μνήμη της πόλης, ήταν οι φύλακες άγγελοι των μνημείων και της παράδοσής της. Το βιβλίο του για τις «Ικόνες της Βέρειας» είναι ένα υπέροχο δοκίμιο για την ουσία της βυζαντινής ζωγραφικής, που κατά τον ποιητή Μανουήλ Φιλή τα της ψυχής τυπούσανται σύλλες πάθη. Με την ύλη, δηλαδή με τα χρώματα, η ζωγραφική αποτυπώνει τα πάθη της ψυχής. Αυτός ήταν άλλος το και ο τίτλος της διάλεξης που έδωσε ο παπαζότος το 1994 στο Ίδρυμα Γουλαντρί Χόρνα. Τα πάθη της δικής του ψυχής κατασύγαζε με τη γλυπτική και τη ζωγραφική. Έτσι, σμηλεύοντας την πέτρα το 1977, νεοσύλλεκτο στο στρατόποτο της Κορίνθου, σκάλισε στο πίσω μέρος της το επίγραμμα. Υπομένη η γη στα φρικτά, αλλά η ψυχή τα φρικτότερα. Μαζί και ένα πουλάκι που ρανφίζει κυσόφυλλο καθώς στα παλαιοπρεσσιανικά επιτύμβια. Ευχαριστώ. Ευχαριστούμε πολύ, κυρία Προύτα. Είναι ένα μάθημα αρχαιολογίας αυτό, της ουσίας. Και τώρα η κυρία Μαρκή. Κυρία Μαρκή. Τι αφήνει πίσω του εκείνος που φεύγει. Κοίτα αφήσου. Καλημέρα σας. Τι αφήνει πίσω του εκείνος που φεύγει. Κοίτα αφήσουμε κι εμείς πίσω μας φεύγοντας. Το έργο μας, βέβαια, αν έχουμε. Και μνήμες. Μνήμες ζωής που θα κουαλήσουν οι παραλυπώμενοι και θα σβήσουν μαζί με εκείνους. 21 χρόνια απ' την αναχώρηση του Θανάση και ούτε το έργο του ξεθόριασε, ούτε οι μνήμες έσβησαν. Και πρώτα, το τιμιότερο όλον, τη μορφή του, αλυσμόνητη, ταυτισμένη αρμονικά με το χαρακτήρα του. Λιγερός, ασκητικός, ευκίνητος, με βλέμμα τολμηρό και διεσγητικό που το διαπερνούσε ανάλαφρος σαρκασμός. Ιδιοσυγκρασία χαρισματική, ελεύθερη, αισθαντική, πληθωρική, γενεόδωρη, επικοινωνιακή, εμπνευσμένη, πρυκισμένη με καλλιτεχνικό και εξαίρετο μουσικό αισθητήριο, εφυεία και αντίληψη. Χαριτωμένος, γελαστός, εγκάρδιος, δυνατός, παρορμητικός, ενθουσιώδης. Με μία λέξη, καλλιτέχνης. Γίναμε φίλοι από την πρώτη μέρα της γνωριμίας μας το καλοκαίρι του 1974, όταν έσκαβε φοιτητής ακόμη το κύκλιο στον περίβολο της Ρωτώντας και εγώ το απέναντι οικόπεδο για λογαριασμό της εφορίας κλασικών αρχαιοτήτων τότε. Με εντυπωσίασαν τα σχέδιά του και οι απόψεις του. Κουβεντιάζαμε ώρες. Από το 1976 είχαμε την τύχη να δουλεύουμε μαζί στην ενάτια εφορία, εκείνος στη Βέρεια, όπου από το 1975 άρχισε τις καταγραφές και εγώ στις σωστικές ανασκαφές της Αισαλονίκης. Μας έδειχνε τις καρτέλες με τις εικόνες της Βέρειας και μας ρωτούσε ποια είναι η καλύτερη, για να δει αν έχουμε αισθητήριο της Βυζαντινής τέχνης. Όσοι περνούσαν τις εξετάσεις του, μετρούσαν περισσότερο. Η μέρα μας, το γραφιάκι της ρωτώντας, άρχιζε εκκουβελιάζοντας θέματα τοπογραφίας Θεσσαλονίκης και Βυζαντινής τέχνης με τον επίσης πρόωρα χαμένο Σωτήρη Κίσα και τον Πάνο Θεοδωρίδη, συντροφιά με το τρίτο πρόγραμμα και τη ρινιόπα επανικόλου. Τα τριονταχτά μας γέλια και οι επιστημονικές συγκρούσεις μας σκανδάλιζαν τον περίγυρο. Ύστερα τρέχαμε στις δουλειές μας. Ο Θανάσης είχε και ένα σκαθηκό έργο. Έσκαψε και τάφτισε την πρώτη αστική έπαβλη της Αισαλονίκης, δίπλα στη Λαγουργενή, που τη δημοσίευσε στο Βυζαντινή. Μετά το σεισμό του 1978 επώπτευσε τις ανασκαφές του Ανατολικού Τύχου στο Ισλάχανε και ύστερα ανέλαβε τις έρευνες στην Αχειροποίητο, για την οποία υποστήριξε με βάση δύο λόγους τους σημεών Θεσσαλονίκης ότι ήταν αφιερωμένη στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Ακολούθησαν οι έρευνες του στο Βυζαντινό Νόο το Σωτήρος, το Σωτηράκι που λέμε εμείς, που κατά τη γνώμη του ήταν ταφικό παρεκλήση δύο σημαντικών Θεσσαλονικέων και τιμόταν προς τιμή της Θεοτόκου. Όταν του 1981, περιμένοντας τη μονημοποίησή μας, μείναμε απλήρωτοι για μήνες, βάβμασα τις αντοχές και το χιούμορ του, αγόγιστος και στο έπακρο αξιοπρεπής. Πληρωθήκαμε και με προτροπή του πήγαμε με τον Δημήτρη και τη Δέσποινα στο Σταμίον και αγοράσαμε ρεπούπληκες από Παναμά. Φωτογραφηθήκαμε καπελλομένοι και καμαρωτοί σαν ηθοποιοί του χόλιππου. Τη δεκαετία του 80, τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα στράφτηκαν και σε άλλους τομείς, όπως στη Χράκη και το Παπίκιο Νόρος, στη Βυζαντινή Γραμματεία και την Ιστορική Τοπογραφία. Από το 1982 άρχισε περιοδείες στην Πιερία, όπου έσκαψε στη Κάτω Μιλιά την Πελοχριστιανική Βασιλική στη θέση βροντισμένη. Η Πιερία του οφείλει πολλά, αν λάβουμε υπόψη ότι αναγνώρισε πρώτος τις βυζαντινές τυχογραφίες την κίνηση της περίστασης. Παρουσίασε και σχολίασε τις μεταβυζαντινές τυχογραφίες της Μονής του Αγίου Γεωργιού Ρητίνης και του Αγίου Αθανασίου Αιγινίου. Εντόπισε ένα σημαντικό μεσοβυζαντινό μνημείο, τους Αγίους Αναργύρου στο Λιάσκο, βολόφω σήμερα, που κατεδαφίστηκε τον επόμενο χρόνο. Επισκέφθηκε και σχεδίασε μεταβυζαντινές τυχογραφίες στην κίνηση της περίστασης. Παρουσίασε ένα σημαντικό μεσοβυζαντινό μνημείο, τους Αγίους Αναργύρου στο Λιάσκο, βολόφω σήμερα, που κατεδαφίστηκε τον επόμενο χρόνο. Επισκέφθηκε και σχεδίασε το κάστρο της Πέτρας και κατέγραψε τις εικόνες και τα κυμήλια του Κολυνδρού, για τα οποία εξέδωσε και βιβλίο. Ανακάλυψε στην εκκλησία κάποιου κωριού, δεν θυμάμαι που, το σημαντικότατο βιβλίο του Μητροπολίτη Παρθενείου. Υπήρχε το 1903 έως το 1912, τυπωμένο στην Αθήνα το 1918, που συνεδευόταν από κατάλογο των ναών που υπήρχαν σε κάθε χωριότηση της Ποκπίσκου. Με το βιβλίο αυτός οδηγό κινηθήκαμε στην Πιερία. Περιηγηθήκαμε μαζί τα βουνά του Κολυνδρού με το χάρτη που χρησιμοποίησε ο Γαμπριέλ Μιλέο, όταν ήρθε στην Ελλάδα, που δεν ξέρω πού τον ξετρίπωσε, αναζητώντας στη βολάδα το μετόχη της Μέας Μονής της Αισαλονίκης. Δεν άφησε μνημείο που επισήμανε χωρίς να μας το δείξει. Εμπειρία που να μην τη διηγηθεί. Ήταν τόσο απλόχερος, ανοικτός, δεκτικός και γεμάτος αγάπης. Μας μετέφερε παραστατικά συνομιλίες με γέρος κρητικούς κάπου κοντά στα Σφακιά, που του προσέφεραν ομιρικής φιλοξενία. Ρώτα ψωμί και κρασί και ύστερα ρωτούσαν να μάθουν ποιος είναι. Νήμες από τα ταξίδια του στη Θράκη, την Κωνσταντινούπολη, Μικρά Ασία, Καπαδοκία. Την εικόνα του με βυζαντινή αυτοκρατορική ενδημασία διέσουσε ευτυχώς η τελευταία σκηνή της ταινίας «Δωξόμπους» του 1987. Παθιασμένος, αφθόρμητος και ανυπόκριτος, μπορούσε να σε πείσει για τα πάντα. Η φιλία του υπήρξε για μένα ευλογία. Στην Πίδνα, όπου ερχόταν τακτικά τα καλοκαίρια που έσκαβε, έφερε να γνωρίσουμε την Ιώλη. «Παντρεύτηκα στο Μουκλειό με πατριαρχική πράξη», μου ανακοίνωσε χαρούμενος. Ύστερα, ήρθε η Αμερική, όπου συνειδητοποίησε πόσο αβοήθητοι είμαστε οι Έλληνες αρχαιολόγοι, παρά τις δυνατότητές μας, όπως μου έγραψε σε ένα γράμμα του. Στην Αμερική, δημοσίευσε στον Ταμπάρτο Νόκς το σημαντικότατο άνθρωπο του για τη δάφτιση του προφήτη Ηλίας Θεσσαλονίκης με τιμονία καπνίου. Η γέννηση του Ρωμανού έδωσε άλλο νόημα στη ζωή του. Δεν πρόφτασε να χαρεί και ήρθε το αναπάντεχο χτύπημα της αρρώστιας πάνω στον ανθό της ηλικίας και της παραγωγικότητάς του, που το αντιμετώπισε με μοναδική γενναιότητα. Παλεύοντας με το χρόνο αγωνιζόταν άρρωστος να ολοκληρώσει το έργο του. Υποστήριξε τη διδακτορική του διατριβή για τις εκκλησίες της Βέρειας και δημοσίευσε τις εικόνες της. Δύο βιβλία σταθμούς για την πόλη, που δίκαια αποκαλείται Βυζαντινή, και προσπαθώντας να μην αφήσει εκραιμότητες τις ανασκαφές που διεξήγαγε στη Βιοπληκτιανούπολη με δικά του σχέδια και τιμήσε τα μακεδανικά από σημειόμεπο. «Είχα τόσα να δώσω», εξομολογήθηκε με παράπονο στη μάνα του τις παραμονές του θανάτου του. Έφυγε αφήνοντάς μας πολύτιμα δώρα που θα μας τον θυμίζουν όσο υπάρχουμε. Βιβλία, κείμενα, ζωγραφιές, γλυπτά, σχέδια, δυο χειροποίητες κούκλες από την Καπαδοκία, ένα πιάτο από το τσανάκαλε, σταχώσεις βιβλίων που φιλοτέχνησε για μας. Παίρναμε φωτοτυπίες από σπουδαία βιβλία και αυτός τα έδινε και έβαζε και κείμενο προς τα «Εσταχώθη του Αθανασίου Παπαζότου», «Φιλίας χάνει και μνίας». Ακούσματα από τα καλύτερα δυγματικά τραγούδια μας έμαθε πάρα πολλά και έναν στίχο από ψαλμό του Δαβίδ που ανέφερε συχνά και συνειδητοποιώ κάθε μέρα. Κατά μόνα σημείω εγώ έως αν παρέλθω. Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Η εξαιρετικά σημανική άποψη του Απαπαζότου για τη σημασία της ζωγραφικής της Παλιάς Μητρόπολης της Βέρειας γίνεται τώρα ευρύτατα αντιληπτή χάρις τη συστηματική αποκατάσταση του μνημείου που παρέδωσε ξανά στην πόλη το κορυφαίο μνημείο της δίνοντάς την τη θέση που της αξίζει ως σημένους ας και πρώτης μετά της συμβασιλεύουσα Θεσσαλονίκη. Η προσέγγιση του ζωγραφικού διακόσμου της Παλιάς Μητρόπολης ως κατεξοχήν δείγμα πάλις των αντιτέχνων και η εκτίμηση για την παλαιοχριστιανικού τύπου κλίμακα του αρχιτεκτονίματος αποτελούν δύο θεμελιώδες διαπιστώσεις του οι οποίες πλέον γίνεται απόλυτα κατανοητές όχι μόνο από τον ειδικό επιστήμονα αλλά κυρίως από τον απλό επισκέπτη της αποκατεστημένης Παλιάς Μητρόπολης. Στον παπαζό του επίσης οφείλουμε, χάρης την ενδελεχή από μέρους του διερεύνηση των πυζαντινών κειμένων, τη σύνδεση του διακόσμου του μνημείου με τα κρίσιμα πολιτικά γεγονότα των πρώτων δεκαετριών του 13ου αιώνα της εποχής των κομνυνοδουκάδων της Ιππήρου και ιδιαίτερα του πρώτου δεσπότου της Θεόδωρου που μετέτρεψε τη Βέρια σε σταθμό προπύριο για την ανακατάληψη της Θεσσαλονίκης και την τοποθέτησε έτσι στην αιχμή των πολιτικών εξελίξεων. Πέρα όμως από την σεβαστή επιστημοσύνη του, βλέπουμε πόσο αδιάκοπα φροντίζει για την προστασία και τη διαχείριση των μνημείων της Βέριας στα κείμενά του αγωνιά και επισημένει την έλλειψη πολιτιστικής πολιτικής που στέρησε από τους ναούς της πόλης τα οργανικά συνδεδεμένα με αυτούς οι συμπαρακολουθήματα, τα σπίτια ή τα κελιά που αγκάλιαζαν τις ενοριακές εκκλησίες, τα οικογενειακά παρεκκλήσια και τα καθολικά των μονών. Ιδιαίτερα έντονα το να προσχόλησαν επίσης τα θέματα της αρχαιοκαπηλίας και εργάστηκε συστηματικά πάνω στην έρευνα για τη διεκδίκηση και την επιστροφή των χαμένων θησαυρών της Βέριας και ιδιαίτερα μέχρι σήμερα που δεν έχει γυρίσει της πιο σημαντικής γνωστής ως εμάς εικόνας του Αγίου Πέτρου, που είναι το κόσμιμα της συλλογής Δαμπαρτονόξ. Στο πλαίσιο αυτής της προβληματικής ήταν σωστή η αίσθησή του ότι οι 540 εικόνες ναών της Βέριας που είχαν περισυλλεγεί από τα μέσα της δεκαετίας του 60 θα έπρεπε να μείνουν στο Μουσείο, προκειμένου οι επεμβάσεις συντήρησής τους να είναι ευέλτιστες σύμφωνα με τις σωστότερες μεθόδους συντήρησης. Φιλομετρώντας το αρχείο των μνημείων της Βέριας, βλέπουμε σε έγγραφα της δεύτερης περιόδου στην πόλη στη δεκαετία του 80, ότι μεριμνά για τον προγραμματισμό και την οργάνωση των επεμβάσεων στα βυζαντινά μνημεία της με επιμονή στο σχεδιασμό των απαιτούμενων μελετών, γνωρίζοντας ότι αποτελούν τη βάση κάθε επιστημονικής και συστηματικής προσέγγισης. Μια ακόμη πτυχή της πολύ ευμορφής προσφοράς του προς την πόλη αποτελούν οι πολλές και ανεκτίμητες παρακαταθήκες του. Για τη Βέρια, για παράδειγμα, δεν γνωρίζουμε τόσα πράγματα για τις πηγές, όπως ξέρουμε για τη Θεσσαλονίκη, όμως χάρις το έργο του Θανάση Καπαζότου, η εσωτερική εξέλιξη της ιστορίας των μνημείων της Βέριας με μοναδικό μύτο, μόνο αυτά καθ' αυτά τα ζωγραφικά, επιγραφικά και αρχιτεκτονικά παράγματα είναι απολύτως προσδιορισμένη. Το δεδομένο αυτό αποτελεί την πιο ισχυρή παρακαταθήκη και τη βάση για οποιαδήποτε μελλοντική προσπάθεια προστασίας, διαχείρισης και αντικρισιακό στόχο της αντέκατης εφορίας βυζαντινών αρχαιοτήτων, για τον οποίο στόχο φρόντισε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Στη μονογραφία του για τις βυζαντινές εικόνες της Βέριας επιλέγει να παρουσιάσει ένα σύνολο εικόνων, που ίσως για την έμπειρη ματιά του συγκέντρωναν όλα τα χαρακτηριστικά της ζωγραφικής τέχνης της Βέριας. Όλες, σχεδόν πλήν ελαχίστων, αποτέλεσαν το βασικό καμβά για τη μουσαιολογική πλοκή του σημερινού Βυζαντινού Μουσείου Βέριας και έτσι στην ουσία υπήρξε ο κύριος επιμελητής της έκθεσης των εικόνων του Μουσείου. Θα ήθελα να αναφερθώ και σε ένα ακόμη έργο του, το οποίο με την πρώτη ματιά φαίνεται έκλαεικευμένο, μια και πρόκειται για τον οδηγό του ΤΑΠΑ για τα μνημεία της Βέριας με τίτλο «Ο διπορικός στη Βυζαντινή και μεταβυζαντινή Βέρια». Στο βιβλίο αυτό χαράσει διαδρομές περιήγησης στην πόλη ανάλογα με τη διασπορά των μνημείων και τα σύνολα που αυτά σχηματίζουν στο σύγχρονο πολιοδομικό ιστό. Νομίζω ότι και σε αυτή την περίπτωση υπήρξε αρκετά μπροστά για την εποχή του. Παίρνει τον επισκέπτη από το χέρι και βήμα βήμα τον οδηγεί σε μια περιπλάνηση όπου η επιστημονική συνέπεια είναι ισότιμη με τις αξίες διατήρησης της ιστορικότητας του τοπίου συνθέτοντας έναν πραγματικά απολαυστικό περίπατο. Το σπουδαίο είναι ότι το έργο του αυτό αποτελεί σήμερα πια ζητούμενο ανάπτυξης για τις τοπικές κοινωνίες μιας και τα αναπτυξιακά προγράμματα των δήμων σε συνέργεια με τις εφορίες αρχαιοτήτων στοχεύουν ακριβώς στη δημιουργία διαδρομών ενοποίησης των ιστορικών πυρήνων των πόλεων. Σήμερα στη Βέρια, μετά από την πρώτη φάση των εργασιών αναστήλωσης των μνημείων της στις δεκαετίες 60 μέχρι και τα μέσα του 90, έχουν ολοκληρωθεί δύο κύρια μεγάλης κλίμακας έργα αποκατάστασης. Η συντήρηση του αρχαιολογικού χώρου του Αγίου Παταπείου και η αποκατάσταση της παλιάς Μητρόπολης της Βέριας. Κατά την εξέλιξη της υλοποίησης αυτών των έργων, η εφορία αρχαιοτήτων ημαθείας αντιμετώπισε και επέλισε μίζωνα αναστυλωτικά ζητήματα και θέματα συντήρησης τυχογραφικού διακόσμου. Τα οποία θα αποτελέσουν αναμφίβολα αντικείμενο συζήτησης από την επιστημονική κοινότητα, αλλά έχουν ήδη χαράξει πολύ βασικές αρχές διαχείρισης για τα θέματα της αποκατάστασης και θα αποτελέσουν οδηγό για τη διαχείριση των μνημείων της Βέριας τα επόμενα χρόνια. Καθώς βρισκόμαστε ήδη στη δεύτερη φάση επέμβασης επί των βεριότυπων χριστιανικών μνημείων στη σύγχρονη εποχή, ονειρεύεται κανείς τα μνημεία αποκατεστημένα με συμβατούς τρόπους ως προς την προστασία του κτιριακού και λήφους και με βάση την αντιστρεψιμότητα στη συντήρηση της ζωγραφικής τους. Το βέλπιστο θα ήταν η διαχείρισή τους να παρέχει τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια ώστε να επιστραφούν στα μνημεία τα σεμνήματα και οι χάρες τους. Αν θα μπορέσουμε να αποκαταστήσουμε όχι μόνο τη δομή αλλά και τα εσωτερικά των ναών με τα τέμπλα και τις εικόνες τους με βάση την καταγραφή του Παπαζώτου του 70, τότε θα έχουμε κάνει ένα πολύ μεγάλο βήμα και αναστηλωτικό και ουσίας γιατί αποκαθιστούμε τη μορφή της καταπροορισμών χρήσης αυτών των μνημείων δημιουργώντας όμως παράλληλα ένα μουσιακό πανόραμα εθουσών διασπαρμένων σε όλη την πόλη. Το εγχείρημα είναι φιλόδοξο και απαιτεί τη συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων, μεταφορίας, μητρόπολης και δήμων. Εάν όμως οι προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση τελεσφορήσουν, τότε η Βέρεια πραγματικά θα αναδείξει το συγκριτικό της πλεονέκτημα έναντι των υπολοίπων πόλεων με ευζαντινή πολιτιστική κληρονομιά γιατί διατηρεί τα καλύτερα παραδείγματα ζωγραφικής για την εποχή τους αδιάλειπτα από τα τέλη του 12ου μέχρι και τα μέσα σχεδόν του 18ου για τα αριστουργήματα της κάθε εποχής, αλλά και για το συνολικό χρονολογικό έβδρος της καλλιτεχνικής δημιουργίας, η Βέρεια αξίζει μια ξεχωριστή θέση. Ο Παπαζώτος ανέσυρε την πόλη ο σύνολο και ανέδειξε τα επιστημονικά της ζητήματα. Στους ανθρώπους που εργάζονται σήμερα στην εφορία αρχαιοτήτων και σ' αυτούς που θα ακολουθήσουν, αναλογεί να εξασφαλίσουν τη σωστή διατήρηση των μνημείων, αλλά και να επικοινωνήσουν τους θησαυρούς τους αποκαθιστώντας την παράδοση που χάθηκε. Είχα την τύχη απλώς να γνωρίσω τον Θανάση Παπαζώτο το καλοκαίρι του 1995, τις πρώτες μέρες της εργασίας μου στην αρχαιολογική υπηρεσία. Και δεν θα ξεχάσω τον απόλυτο σεβασμό, την ευγένεια και την κατανόησή του προς τους νέους. Παίρνοντας το θάρρος από αυτήν την τόσο σύντομη γνωριμία, θα ήθελα να του πω ότι στα χρόνια που θα έρθουν θα αναδείξουμε επιστημονικά την παλαιοχριστιανική βέρεια, θα δώσουμε στις εκκλησίες πίσω την ατμόσφαιρα και τον περίγυρο που χάθηκε, θα υποστηρίξουμε με τις κατάλληλες υποδομές τους βυζαντινούς περίπατους και θα μεταδώσουμε στους επόμενους τα νέα στοιχεία που θα προκύψουν από το έργο της αποκατάστασης των μνημείων, για να προσθέσουμε με τη σειρά μας ένα μικρό βοτσαλάκι στο ψεφιδοτό της ιστορίας της. Ευχαριστώ. Ευχαριστούμε πολύ κύριε Χιμπανοπούλου. Νομίζω ότι θα χαιρόταν πολύ να ακούσει αυτά. Και να πει ο κύριος Κατσαρός τώρα να μας πει τις άλλες όψεις του παπαζόδου. Κυρίες και κύριοι, επιτρέψτε μου να προσφωνήσω και τον νέστορα ιστορικό της πόλης, τον κύριο Γιώργο Χιονίδη, που τον βλέπουμε χαρά σήμερα εδώ. Ακούστηκαν τόσα πολλά πράγματα για την προσωπικότητα και παρουσία του χαρνάς παπαζότου σε αυτόν τον κόσμο, που είναι ένας κόσμος μίμης και αγάπης. Αυτά είναι τα συγκινωνούντα δοχεία που συνδέουν τους ανθρώπους του παρόντος και του μέλλοντος. Και φυσικά τον άνθρωπο που γνωρίσαμε όλοι μας και τον εκτιμήσαμε τόσο πολύ. Τον Θανάση Παπαζότου τον γνώρισα ως ιδιωτής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοβικής Σχολής της Σαλονίκης, σε μια εποχή που τελειώνοντας το Τμήμα Φιλολογίας στην αντίστοιχη σχολή του Πανεπισμίου Ιωαννίνων και μη μπορώντας να φύγω στην Αμερική, λόγω εθνηδίου νόγου στρατεύσεως των τυχιούχων από τη δικτατορία, γράφτηκα στο Αρχαιολογικό Τμήμα για να συνεχίσω τις σπουδές μου στη Βυζαντινή Ιστορία και Τέχνη. Γυρίζοντας από το στρατό το Γενέρη του 1974, ο Θανάσης βρισκόταν στο τρίτο έτος. Και έτσι συμπορευτήκαμε ως το τέλος του, μπορώ να πω, και στο πτυχίο δίναμε μαζί εξετάσεις τα πτυχιακά δίπλα δίπλου. Ήταν ένα ψηλό ξανθό παιδί με αετήσιο βλέμμα. Αυτό το βλέμμα εκτίμησε ο Μανώνης Χατζιδάκης νωρίς. Βρισκόμαστε στον Άγιο Νικόλα τον αγαπαυστά οι τρεις μας. Ο Μανώνης Χατζιδάκης είναι ένας δάσκαλος για μας της Βυζαντινής Αστυτικής, σπουδαιότατος βυζαντινολόγος και ο Θανάσης δίπλα. Και συζητούσαμε και γυρίζει ο Χατζιδάκης και μου λέει κάποια φορά αυτό το παιδί να μου το θυμηθείς θα είναι το μέλλον της βυζαντινής τέχνης στην Ελλάδα. Δεν το ξεχνού. Το βλέμμα του διαρρυντικό αλλά διστακτικό και μαζεμένο παιδί ήταν στην αρχή. Είχε ένα χαρακτήρα που το επέτρεπε να κερδίζει σιγά σιγά φίλους και να μεγαλώνει τον κύκλο των γνωδημιών του. Πολύ γρήγορα βρέθηκε κοντά στον κύκλο μας που πατιζόταν σχεδόν από θανάτικους βυζαντινολάτρες και σε πολύ λίγο χρόνο δέθηκε μαζί μας ως άνθρωπος του σπιτιού μας. Δεν ξεχνώ τις συχνές εξορμήσεις μας στους αρχαιολογικούς χώρους και τα μνημεία της Μακεδονίας, ούτε τις ατελείωτες ολοήμερες και ολονύκτιες συζητήσεις μας γύρω αποζητήματα και προβληματισμούς, ποικίλων αρχαιολογικών και θεμάτων ιστορίας και τέχνης, αλλά και τα εκπαιδευτικά παιχνίδια με τα οποία μαγνίτιζε τα παιδιά μου που τον υπεραγαπούσαν και τον θεωρούσαν άνθρωπο δικό μας. Η αφιέρωση του βιβλίου «Η Παλαιολόγια της Ζωγραφικής» στη Θασσαλονίκη περιλαμβάνει ολόκληρη την οικογένεια. Στον Βασίλη, την Κατερίνα που γιόρταζε, στον Κωστή τη μικρή και τη μεγάλη αγάπη. Ήταν όλη η οικογένεια μου. Θα μπορούσα να μιλώ ατέλειωτες ώρες για το Θανάση, ένα πολύ προκεισμένο άτομο με περιόριστες ικανότες, πραγματικό και πρακτικό προσανατολισμό, αλλά ο τόπος και ο ομήληπτος χρόνος επιβάλλει να περιεριστώ στο θέμα και να παρουσιάσω μια ώψη της προσωπικότητάς του ως επιστήμονα που επέλεξε από την αρχή των σπουδών του το Βυζάντιο, όπως κι εγώ και ένα πλήθος φίλων που μερικοί τιμούν με την παρουσία του σήμερα τη μνήμη του. Για μένα η μνήμη του χαράχτηκε αναξίτηλα στη δική μου μνήμη, όπως τον έζησα ολοζώντανο και πισματάρη ακόμα και στην εποχή της πολύχρονης αρρώστιας του. Αφού δεν μπόρεσα να βρεθώ στο τελετουργικό του τελευταίου του ταξιδιού, ήμουν επισκέπτης καθηγητής στην Κύπρο τότε και δεν βρήκα τον πρόπονο να έθα. Με την Πέπι Μαρκί ζούσαμε τη σαρκαστική του πάλι με την αρρώστια και τη συγκίνηση της βραδιάς που ετοιμάσαμε για να τιμηθούν οι αρχαιολόγοι μας στον ουρανό. Στην πολιτιστική πρωτεύουσα μια εκδήλωση και εδώ στη Βέρεια έγινε μια εκδήλωση από την κίνηση πολιτών. Ο Γιάννης Κασαρίδης θα θυμάται αυτή τη βραδιά, βραδιά μνήμης του παπαζώτου. Ενώ είχε προηγηθεί αυτή η εκδήλωση εδώ στον τόπο του, στη Βέρεια, λέω στον τόπο του γιατί ο Θανάσης όταν αποχωρήθηκε το χώρο της Βέρειας της Μακεδονίας και πήγε στην Αθήνα, ουσιαστικά η ψυχή του ήταν εδώ. Ποτέ δε δέθηκε με την Αθήνα. Βέβαια έλαγε σε εμένα η τύχη να τον πρώτο νεκρολογήσω στο περιοδικό μας, που το συλλάβαμε και το φτιάξαμε τα ιστορικογεωγραφικά. Δεν υπήρχε στην Ελλάδα. Δύο-τρεις φίλοι βάλαμε από το στέριμά μας τότε το πρώτο τόμο και ιδρύσαμε αυτό το περιοδικό, στο οποίο η συμμετοχή του ήταν συνέχεια δίπλα στο περιοδικό. Είναι συνεκδότηση του περιοδικού ιστορικογεωγραφικά από την αρχή. Τώρα το περιοδικό έχει περίπου 10-15 τόμους. Ακολούθησαν στη συνέχεια και άλλες δημοσιεύσεις για την προσφορά τους στην επιστήμη με αποκορύφωνα τη φροντίδα του Μανώλη Μαλαντάκη για το βιβλίο που θα μας προσιάσει σήμερα, το οποίο το θεωρώ και ένα σημαντικό σταθμό γιατί έχει και το εργογραφικό έργο του Θανάση και είναι πια οριστικοποιημένο εκτός αν ακόμα στα κατάλληπα του υπάρχει υλικό για να εκτιμήσει κανένας την προσφορά του, η οποία ήταν δραστηριότατη προσφορά και στον χρόνο της αρρώστιας του. Θα ήθελα να πω ότι τα μισά από τα δημοσιεύματά του είναι στον χρόνο της αρρώστιας του. Ο τύγλος της ομιλίας μου είναι ο Θανάση Παπαζώτος ως ιστορικός και φιλόλογος. Το βάρος των ενιών ιστορικός και φιλόλογος στην επιστημονική τους διάσταση ασφαλώς και παραπέμπει σε διακριτές ειδικότητες. Μα η θεώρησή μου δεν αποβλέπει στο να κατατάξω το έργο του Παπαζώτος στη μια ή στην άλλη επιστημονική κατηγορία. Βασίζεται στην εμπειρία μου ότι ανήκαμε σε μια γενιά που οι επιστημονικές φιλοδοξίες μας δεν χαρακτηριζόταν από το σημερινό κοινήγι της εδίκευσης αλλά βυθισόταν στα έγκατα της αναζήτησης για το πώς θα γνωρίσουμε σε ολότητα τους πολιτισμούς και τη λειτουργία της ανθρώπινης δημιουργίας ώστε να κατανοήσουμε ένα κομμάτι του πολιτισμού της ιστορίας μας χωρίς να χάσουμε την επαφή με το παρόν και το μέλλον ακόμη αυτού του πολιτισμού στην πορεία του, την πορεία του ανθρώπου που συνέχισε την ιστορία του. Σε αυτό το επίπεδο προβληματισμού οδηγήθηκε ο Θανάσης Παπαζώτος όπως επίσης και η πρόωρα χαμένη ικανότητη Βυζαντινολόγη Σωτήρης Κίσας και Τίτος Παπαμαστοράκης που η μοίρα μας έφερε τόσο κοντά στις συναντήσεις, τις αναζητήσεις και τις επιδιώξεις των οραμάτων μας για το Βυζάντιο και προπαντός τη διαπίστοση ότι χωρίς τα γράμματα χωρίς δηλαδή τις πηγές, χωρίς τη γνώση του ιστορικού γύγνεσθε, χωρίς την ανάγκη να συνδιαστούν οι γνώσεις μας πως μπορεί να καταναήσουμε τον Βυζαντινό κόσμο. Ενωρίς αυτή η ζήμωση στην ανέληξη του παπαζώτου έδωσε τους πρώτους καρπούς. Θα έλεγα ότι πολύ ενωρίς ο Θανάσης εντρίφησε στην ιστορική μέθοδο χρησιμοποιώντας όλα εκείνα τα εργαλεία που του εξασφάλιζαν τη στέρη η έδραση των επιχειρημάτων του. Σήμερα διαθέτουμε όλο το δημοσιευμένο έργο του για να μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ο παπαζώτος ήταν ένας επιλεκτικός ιστορικός και είχε συνείδηση και ο ίδιος για το έργο του αυτό. Ας ακούσουμε τον ίδιο να αποτιμά αυτή τη διάσταση του ρευνητικού προσανατολισμού. Η συγγραφή του βιβλίου μου για τους ναούς της Βέρειας υπήρξε τυχαία. Όχι ότι δεν ήθελα κάποτε να συντάξω ένα τέτοιο έργο. Ήθελα καταρχήν να δημοσιευτεί ένα μικρό βιβλίο με τις Βυζαντινές και με τα Βυζαντινές επιγραφές της Βέρειας, που θα στεκόταν ως συμπλήρωμα, μια και η φύση του θα ήταν ιστορική, δίπλα στην εργογραφία του κυρίου Χιονίδη. Η Άννα Βραμμέα, καθηγήτυρα της Βυζαντινής ιστορίας στο Πανεψήμιο της Κρήτης, όταν της ανέφερα την πρόθεσή μου, με παρότρινε στη σύνταξη ενός συνολικότερου έργου για τη Βέρεια με βάση τις επιγραφές, ώστε να κατατεθεί ως διδακτορική διατριβή. Το 1993 πήρα το τίτλου του διδάκτορας και το 1994 κυκλοφόρησε το βιβλίο μου για τα μνημεία της πόλης μας. Η διδακτορική διατριβή βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών, 28 Β' 12 του 1995, την ίδια μέρα που τιμήθηκε και ο ιστορικός της πόλης, Γόργος Χιονίδης. Είναι μια σύμπτωση, συμβολική σύμπτωση. Θα ήταν αρκετό το έργο Ιβέρια και Ναίτης, εν δέκατος όγοντος αιώνας, να στηρίξει την άποψη ότι ο Παπαζώτος δεν ανείκει αποκλειστικά στο χώρο της Βυζαντινής, μεταβυζαντινής αρχαιολογίας και τέχνης. Τον ισχυρισμό επιβεβαιώνει η φύση του θέματός του και η οπτική του ίδιο. Αν βέβαια παραβλέψει κανείς το γεγονός ότι η διδακτορική διατριβή δίνει ταυτότητα της επιστημονικής ειδίκευσης, θα συμφωνούσε κανείς μαζί μου, χωρίς αμφιβολία, ότι πλάι στην κατεξοχήν ειδικότητα του αρχαιολόγου, ο Παπαζώτος διέθεται εξίσου καλά και την ειδικότητα του ιστορικού. Καθρεύτης αυτής της ιδιότητάς του είναι οι 160 πρώτες σελίδες του έργου, σε σύγκριση με τις 59 σελίδες που αφιερώνει στους ναούς, τους οποίους βέβαια μεταχειρίζεται σε άλλα του έργα φυσικά. Αλλά τα μετρήματα δεν είναι μόνο ποσοτικά, είναι το άπλωμα της ιστορικής μεθόδου στο κεφάλαιο «Η κοινωνία της Βέριας και τα μνημεία», όπου συνεξετάζεται το ιστορικό γύγνεστε σε ένα διάλογο με τα μνημεία που συγκροτούν την κοινωνία της πόλης και της μετεξέλιξής της με το διαπερεστικό βλέμμα του ερευνητή, που δεν συγχαίει τους ρόλους του ως ιστορικού, ως αρχαιολόγου και ως ανθρώπου, που ζει βαθιά το ρόλο της τέχνης στην ανθρώπινη αναγκαιότητα του κοινωνικού περιβάλλοντος του. Δεν είναι μόνο η διδακτορική διατριβή του Παπαζότου για να στηριχθεί η άποψη ότι εκείνος βασιζόταν με το ένα του πόδι στη βάση της ιστορίας και μάλιστα στη πιο μοντέρνα μεθοδολογική της κατεύθυνση. Το μαρτυρούν μια σειρά δημοσιεύματα που αναφέρονται ήδη στην ιστορικογεωγραφική μεθοδολογία που εκδηλώνεται τόσο μετά άρθρα του στο περιοδικό μας ιστορικογεωγραφικά, είτε σε ελληνικά έντυπα και επιστημονικές εκδόσεις, παραδείγματος χάριθυμα με την έκδοση «Αρχαιολόγοι μιλούν για την πιερία», το περιοδικό «Κληρονομία», η «Θρακική Επτηρίδα», είτε στην ευρύτα της εμβέλιας έκδοση «Γεωγραφία ιστορική του κόσμου της Μεσογείου», που εκσέδιδε οι αρβελέρες στο Παρίσι και βέβαια με συνεργάτες στην ευραμέα την Αζραχά, με τις οποίες ο Παπαζώτος διατηρούσε μια δημιουργική επαφή. Και βέβαια η δύσκολη αγιορωτική τοπογραφία, η θεματική δηλαδή αυτή, μεταθέθηκε μέσα στις σελίδες αυτού του περιοδικού. Αλλά και ένα πλήθος μελετών και άρθρων που αφορούν αποκλειστικά ιστορικά ζητήματα. Τώρα που έχουμε τον κατάλογο των μελετών, θα μπορούσε κανένας να τα δει από κοντά και τις αντίστοιχες παρακομπές. Ο Ιγνάτος Καλώφητος, η Παναγία Γαβαλιώτισσα στα Βοδενά, το Βολερών, ο Μεγάλος Ναός της Θεοτόκου της Αχυροποίητου, η Άλωση της Βέριας, η Μονή του Πατριάρχου Αθανασίου, η Σκίτη της Βέριας. Μελέτες καθαρά ιστορικές. Τον Παπαζότο απασχόλησε η ανήκνευση της ιστορικής πραγματικότητας των γεγονότων, των προσώπων και των τόπων με την οξύνια που διακρίνει ένα σύγχρονο ιστορικό και μάλιστα σε πολυδιάστατο πλέγμα του ιστορικού περιβάλλοντος, είτε του στενότερου είτε του ευρύτερου κύκλου. Οι συμβολίτες αυτού του χώρου είναι τεράστια. Θυμάμαι τη μελέτη του για τη Θράκη, τη τοπογραφία της Θράκης. Δεν γνωρίζαμε τίποτα για την Ανατολική Θράκη. Τώρα κυκλοφόρησε ένα τρίτο μου έργο στο πλαίσιο της Αυστριακής Ακαδημίας τα Βουλανιτέρια Βυζαντίνη που έχουμε πια στα χέρια μας πολλά. Αλλά την εποχή που ο Παπαζότος έγραφε την πρωτοποριακή μελέτη του για την τοπογραφία της Ανατολικής Θράκης και όταν οι συνθήκες εκεί δεν επέτρεπαν να επισκεφτεί κανείς τα μνημεία ή τους χώρους, ήταν και στρατιωτική ελεγχόμενη περιοχή και θυμάμαι τα ταξίδια του που έκαναμε την Ιώλη τότε σε αυτή την περιοχή και μας έδωσε αυτό το υπέροχο δημοσίευμα. Η συμβολή βέβαια είναι τεράστια και σε αυτό το χώρο. Πως προς τα φιλολογικά ενδιαφέροντά του, αφετηρία είναι πάντοτε το έργο Ιδέρια Κυναίτης, όπου εκδηλώνεται η φιλολογική κλήση του προς τα ενδάφια της επειγραφικής και της σχολεογραφίας. Είναι ιδικότητα της φιλολογίας. Αυτή, άλλωστε, ήταν και η πρώτη του κλήση όταν ξεκινούσε τη σταδιοδρομία του Πντιβέρια. Οι επειγραφές είναι κείμενα που απαιτούν γερή κατάδυση φιλολόγου στο πρωταρχικό στάδιο της μελέτης του υλικού. Στις 150 επειγραφές που περιέχονται στο έργο ο Παπαζώτος, ξεδιπλώνει το ταλέντο του καλού φιλολόγου πέρα από τα ιδιόχερα σχέδια, την ισορική και βιβλιογραφική κατάρτιση του που είναι αψωγή. Η επειγραφική ήταν στις πρωτεότητες του Παπαζώτου και θυμούμαι την επιμονή του να αναφερθεί στην επιγραφή του ταφικού παρεκκλησιού των Αγίων Αναργύρων της Μονής Οικοσιφηνήσεις. Ένας χώρος που μας αφορούσε και μας πέδεψε τόσο πολύ. Από το 1969 είχα φωτογραφήσει τις τυχογραφίες τις οποίες κατέστρεψαν με τροπολίτης δράμας αργότερα και θυμάμαι την εντονότατη συζήτηση που κάναμε την καθαρά δευτερά του 1974 στον νέο τότε μητροπολίτη δράμας Διονύσιο και την επιμονή του Θανάση και μου, βέβαια, που είχαμε τα στοιχεία ότι κατέστρεψε αυτές τις τυχογραφίες και σωγράφησε άλλες. Οι χριστιανικές επειγραφές της Μακεδονίας, η κτητορική επειγραφή της παλαιάς μητρόπολης της Βέρειας, αλλά και η ανάγνωση πολλών επειγραφών στις τυχογραφίες και τις εικόνες υποδηλώνουν τη δινότητα του αρχαιολόγου να διησδή στα μυστικά της γλώσσας των κειμένων με αφομιωμένη την αίσθηση του πλούτου που του παρύχει η καλή κλασική του παιδεία. Η δίψα του Παπαζότου για τα γράμματα τον έσπρωχε να ανακινηθεί και προς άλλες κατευθύνσεις φιλολογικών ενδιαφερόντων όπως η μελέτη των αρχείων και των παλετύπων βιβλίων, τα παλαιότυπα της Βέρειας, το κτηματολόγιο και η βιβλιοθήκη της Μονής Αγίου Διονυσίου, τα αναφερόμενα στη Θράκη έγγραφα του Βυζαντινού Μουσείου και τα νεότερα αρχεία της εκπαιρευτικής φιλανθρωπικής αδελφότητας Κωνσταντινωπόλεως του 19ου αιώνα που μαθειβούν τις προσπάθειες που έγιναν για την οργάνωση της παιδείας στη Μακεδονία στα τέλη του 19ου αιώνα συνιστούν ένα νέο κεφάλαιο φιλολογικής συντρομής του Παπαζώτου χωρίς να παραβλέπεται η στροφή προς τα βυζαντινά έγγραφα από όπου αντλείται τις πληροφορίες του για να φωτίσει μέσω των πηγών αυτών τα συγκεχημένα ή σκοτεινά ζητήματα όπως είδαμε παραδείγμα της χάρη για το νεοδάτιο Καλόθετο, τη Μονή Κοκουμητριώτης στα κτήματα της Μονής Λιβό στην περιοχή της Βέρειας, τη Μονή του Πατριάρκου Αθανασίου που προαναφέραν. Τέλος αναδειφώντας το πλούσιο έργο του η εμβάθυνση σε καθαρά φιλολογικά κείμενα πηγών όπως οι επιστολές του Θεόδωρου Βαλσαμόνος προς τον πρώτο του Παπηχείου Όρος. Το Παπηχείο Όρος χρωστάει την ύπαρξή του στους αρχαιολογικούς χώρους σήμερα στο Θανάση Παπαζόδου υπηρετούρος στην Κωμοτινή όταν σε ένα κύκλο φίλο μου που τον φιλοξενούσαν του υπέδειξαν να επισκεφτεί τους χώρους και ήταν ο πρώτος αρχαιολόγος που έδεσε, συνέδεσε το όνομά του, αυτόν τον υπέροχο χώρο που θεωρείται το Άγιον Όρος ας πούμε της Θράκης, το Παπήχειο Όρος. Ακόμα η μουσική 30 ασμάτων του έργου, η Πέπη Μαρτί μίλησε για την καθαρή αισθητική που είχε για όλα τα θέματα της τεχνικής και για τη μουσική, 30 ασμάτων του έργου, έρωτος αποτελέσματα. Και πιστοποιούν αυτά τα πράγματα το έυρος των ενδιαφορώντων του παπαζότου στο χώρο των φιλολογικών σπουδών και τη συμβολή τους εζητήματα που ο ίδιος ανακάλυψε και πρόοδεσε σημαντικά. Θα μου πείτε, είναι δυνατόν να συναγάγει κανείς συμπεράσματα που καθορίζουν τα όρια των επιστημών, ώστε να χαρακτηρίσει έναν ευνητή ως φιλόλογο, ιστορικό αρχαιολόγο, μελετητή ή γνώση της αισθητικής. Και αυτό πάλι στα λόγια του παλετά του φίλου, έτσι με χαρακτήριζε. Είμαι ο παλαιότερος φίλος του βέβαια από την αρχή των σπουδών και στη συνέχεια. Στο υπέροχο βιβλίο του «Τα πάθη της ψυχής και η βυζαντινή ζωγραφική της Μακεδονίας», έκδοση του Ιδρύματος Χώρνου, όπως είδατε στη διαφάνεια αρχικά, γιατί αυτό είναι χαρακτηριστικό του χωρίου, δεν ήξερα ότι θα προβληθεί κιόλας. Και μέσα στον χρόνο της δοκιμασίας του, ο ίδιος καταθέτει τη συνολική απόψη του για την επαφή του με τη Βυζαντινή Γραμματεία, που ξέρω πόσο πολύ αγαπούσε και υπηρέτησε στο ιδιωτικό του βίο. Το να ισχυριστώ μες λέει ότι αν έγνωσα όλη τη Βυζαντινή Γραμματεία, ώστε να παρουσιάσω στη διάρκεια μιας διάλεξης ένα θέμα που θα έχει σχέση και θα αποδεικνύει τη συνάφεια κειμένων και τέχνης, θα ήταν πράγματι μία πάτη. Θα προσπαθήσω αστόσο να εκφράσω μερικές απόψεις, στηριγμένες σε όσα κείμενα στάθηκε δυνατό να συλλέξω, για να καταδείξω την αξία που έχει για την έρευνα σήμερα ένας τέτοιου είδους σκόπος, ο οποίος κάποτε πρέπει να αρχίσει. Προσέξτε διορατικότητα του ανθρώπου. Δεν πρέπει να ξεκίνουμε, συνεχίζει, ότι οι όροι που χρησιμοποιούνται στη Βυζαντινή Γραμματεία και στις εικαστικές τέχνες είναι όμοιες. Όλοι γνωρίζουμε τι σημαίνει γραφή, ιστορία, σχήμα, λόγο. Γραφή παράλληλα σημαίνει και ζωγραφιά. Ο ιστοριογράφος ή σκιαγράφος και σκιαγραφή σημαίνει τον ζωγράφο και την τέχνη του. Σχήματα είναι η ζωγραφική τρόπη. Επίσης, οι τεχνικές της ριτορικής, μιας τέχνης του λόγου, πέρασαν από το χώρο της διδασκαλίας, τη θεολογική γραμματεία, και από τη θεολογική γραμματεία στους στίχους των εκκλησιών. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι οι Βυζαντινοί καλλιτέχνες θεωρούσαν τους εαυτούς τους άριστους ρίτορες. Μπορούσαν, ίσως, να μιλούν ικανοποιητικά για την τέχνη τους, χωρίς να γνωρίζουν τις λεπτομέρειες γραμματιακών κανόνων. Μπορούσαν να ενσωματώνουν ριτορικές τεχνητές στην εργασία τους, χωρίς να θέλουν να γνωρίζουν το όνομα τους ή τις θέσεις τους στον ακαδημαϊκό χώρο. Ο ακαδημαϊκός χώρος θα αντιμετώπιζε την κρίση μου για τη φιλολογική ιδιότητα του παπαζότου, απαράλλαχτα όπως των Βυζαντινών εκείνων δημιουργών που μπορούσαν να ενσωματώνουν ριτορικές τεχνητές στην εργασία τους. Με τη μόνη διαφορά ότι υπάρχουν αντιλήψεις σχετικά με το ερώτημα «τι είναι φιλολογία», είναι τεχνική συγκέντρωσης, αποκατάστασης και κριτικής έκδοσης των κειμένων ή είναι και αυτό. Θέλω να πω ότι η γανείς αποτελεί τη βάση, το 50% της φιλολογικής επιστήμης. Το άλλο 50% είναι το πρόβλημα της ερμηνείας των κειμένων, στο οποίο μερικές φορές οι φιλόλογοι, οι κλασικοί φιλόλογοι, όλοι οι φιλολογούντες, δεν το αγγίζουν. Το αγγίζουν οι μορφωμένοι άνθρωποι, οι γιατροί, οι δικηγόροι, αυτοί που αντιπροσωπεύουν ένα πνευματικό περιβάλλον. Όταν ο Παπαζώτος θέτει το πρόβλημα της ερμηνείας τους συσχετισμούς μεταξύ λόγου και τέχνης, τοποθετεί τα πράγματα σε μια πιο προχωρημένη σκέψη. Τότε η μελέτη των κειμένων του Μεγάλου Βασιλείου, του Φιλοθέου Κοκίνου, του Φιλάγαθου, η Αποκάλυψη του Παύλου, του Πατριάρκου Φωτίου, του Μοναχού Επιφανίου, του Νικηφόρου Χούνου, του Νικηφόρου Γρηγορά, του Μιχαίλ Ραούλ, των Μοναστηριακών Τυπικών, του Ποιητήμανου Λιφυλή, του Σίλβιστρου Συρόπουλου, του Γρηγορίου Μελισινού, μεγάλων ή γνώστων λογοτεχνών του Βυζαντίου, που αναρωτιάνε αν οι φιλόλογοι τα ξέρουν αυτά τα κείμενα. Και θυμάμαι την επιμονή του τότε να του βρούμε τα κείμενα του Φιλή από την έκδοση του Μαρτίνη, της παλαιάς δυσεύρετες εκδόσια, για να μελετήσει το Φιλή όλοι, μέχρι την έκδοση και την αναστατική του Μίλεα. Αυτά όλα αποκτούν άλλη διάσταση στο χώρο της ερμηνίας από τη φιλοσοφημένη σκέψη του Παπαζώτου. Διαβλέπει κανείς εδώ το ανήσυχο πνεύμα του, την ευρημάθεια, το πολυεπίπεδο έργο που δεν το εγκατέλειψε ποτέ ως το τέλος της ζωής του, τα Μακεδονικά από σημειώματα το επιβεβαιώνουν. Εδώ οι κατηγορίες των γραπτών του που διακρίνονται, όπως θα μας πει ο κ. Μαλαδάκης, στα ιστορικό-φιλολογικά, ιστορικό-τοπογραφικά και τα ερμηνευτικά, πλάι στο μεγάλο κεφάλαιο της ζωγραφικής, που τόσο αισθανόταν τον Παλμώτης, ενισχύουν την άποψη ότι ο παλέτατος φίλος μου διέθετε τα χαρίσματα και του ιστορικού και του φιλολόγου. Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί φίλοι, συμπληρώθηκαν 21 χρόνια από το θάνατο του παπαζότου και η πρωτοβουλία που είχαν οι διοργαντές αυτής της εκδήλωσης να τιμηθεί η μνήμη του αποτελεί ταυτόχρονα και μια κίνηση διδαχής προς τους νέους για το πόσο μέσα από τις μνήμες μπορεί να αναπτυχθεί ο συνακτικός δεσμός των ανθρώπων με εκείνους που μόχθησαν για τον πολιτισμό, για αυτούς που κράτησαν την επαφή των μαντιών τους με το ιστορικό περεθόν και τις ανθρώπινες αξίες που παραμένουν αλλείοντες όπως ο σεβασμός στα έργα δημιουργίας, η εκλεπτισμένη αισθητική, η αδιάλειπτη επαφή με την παράδοση του πολιτισμού, με τα οράματα των προγενεστέρων που με την αισθητική τους αντίληψη και τη θεωρία άγγιξαν την ουσία της επιστημονικής ανασχόλησης. Στον Θανάση Παπαζότο, η επιστήμη, η παιδεία και η δίψα του για τη ζωή και την τέχνη δέθηκαν σε ένα πληκισμένο σώμα που άντεξε πνευματικά καθώς η ηλικία του υπόσταση φάνηκε αδύναμη στην αντοχή του χρόνου. Εμείς σήμερα κρατούμε ζωντανή τη μνήμη και το πνεύμα του. Έχω πάντα στο νου μου την τύχη των εμπνευσμένων ανθρώπων, των δημιουργών, των ποιητών και την άδικη μοίρα τους. Ένα πείημα νέα περί του θανάτου του ισπανού ποιητού Φεντερίκο Καρτία Λόρκα στις 19 Αυγούστου του 1936 μέσα στο χαντάκι του Camino della Fuente. Η τέχνη και η πίηση δεν μας βοηθούν να ζήσουμε. Η τέχνη και η πίησης μας βοηθούν να πεθάνουμε. Περιφρόνησης απόλυτη αρμόζει σε όλους αυτούς τους θορύβους, τις έρευνες, τα σχόλια επισχολείων που κάθε τόσο ξεφουρνίζουν αργόσχολοι και ματαιόδοξοι γραφιάδες γύρω από τις μυστηριώδικες και αισχρές συνθήκες της εκτελέσεως του Κακορίζικου του Λόρκα υπό των φασιστών. Η μοίρα δεν ήταν η κληκητική των φασιστών στο Θανάση, ήταν η μοίρα, η μοίρα του. Μα, επιτέλους, πια ο καθής γνωρίζει πως από καιρό τώρα και προπαντός τα χρόνια τα δικά μας τα σακάτικα ήθεσταν να δολοφονούν τους ποιητές. Η δολοφονία της μύρας για το Θανάση ήταν για μας ένα τεράστιο πλήγμα. Σας ευχαριστώ. Ευχαριστούμε πολύ κύριε Κατσαρέ και τώρα ο κύριος Μαλαδάκης θα μας μιλήσει για το βιβλίο που είναι η Αφορμή της Συναγωγής. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ. Είναι αλήθεια ότι αισθάνομαι κάπως άβολα σε αυτή την αίθουσα γιατί είμαι μάλλον από τους λίγους που γνώρισε τόσο λίγο τον Θανάση Παπαζότο. Δύο ώρες μόνος, ένα βραδινό τραπέζι στη Σαμοθράκη το καλοκαίρι του 1994, όπου βρίσκεται για διακοπές με την Ιώλη. Η βραδιά τελειώνει γρήγορα, ο καιρός περνάει, ο Θανάσης σε δύο χρόνια το 1996 πεθαίνει. Μέσα από τα γραπτά του για την ιστορία, την αρχαιολογία και την τέχνη της Μακεδονίας και της Στράκης, συνεχίζονται συναντήσεις μας πιο συστηματικές, αλλά φεύ μονόδρομες. Και γνωρίζουμε ξανά με τον Θανάση όταν η Ιώλη, το Νοέμβριο του 2012, στην Εσαλονίκη, μετά από προτροπή της 2ης Μαρκή, μου προτείνε να αναλάβω την επιστημονική επιμέλεια των μακεδονικών αποσημειωμάτων μιας συλλογής άρθρων του Θανάση που τα έγραψε τους τελευταίους δύσκολους μήνες της ζωής του. Παίρνω το τελευταίο δοκίμιο των αποσημειωμάτων από την Ιώλη, το διαβάζω και συνειδητοποιώ ότι πρόκειται να ξύσω με τα νύχια μου ένα βουνό. Και αυτό γιατί ο Παπαζότος ήταν από τους καλύτερους γνώστες του Βυζαντινού και μεταβυζαντινού βόρειο-Λαδικού χώρου, ένας επιστήμονας πολύτροπος που κινούνταν με άνεση στην ανάγνωση των κειμένων, των μνημείων του τοπίου. Για να το πω με άλλα λόγια, διάβαζε ανάμεσα και πίσω από τις γραμμές των λογοτεχνικών και των ιστορικών κειμένων και συνδύαζε ένα πλήθος πληροφοριών που του έδιναν οι εικόνες και οι τόποι. Τι ακριβώς όμως είναι τα μακεδονικά αποσημειώματα του Θανάση Παπαζότου? Είναι μια συλλογή 45 άρθρων του, τα περισσότερα σύντομα και μερικά πιο εκτενοί, ένα σώμα κειμένων που χωρίζεται σε τέσσερα μέρη. Το πρώτο μέρος επιγράφεται ιστορικοφιλολογικά και περιλαμβάνει πέντε άρθρα που αξιοποιούν κείμενα δημοσιευμένα και αδημοσίευτα για να εικονογραφήσουν όψεις της κοσμικής και της εκκλησιαστικής πραγματικότητας της Βυζαντινής και της μεταβυζαντινής Μακεδονίας. Εδώ ζωταν ήδη μπροστά μας ο κόσμος της Βέρειας, το αρχοντολόι και η φτωχολογιά των αρχών του 13ου αιώνα μέσα από τα κείμενα του Δημήτριου Χωματινού. Επίσης αναλύεται μια εκκλησιαστική πόθεση του 17ου αιώνα που οφορούσε τον επίσκοπο Κίτρους Ιάκωβο, αγαπητό στο πίμνιό του αλλά μισιτό στον δίστροπο και άδικο Μητροπολίτη Θασσαλονίκης Μεθώδιο που τον αποκαλούσε Κακό Ιάκωβο και ζητούσε την καθαίρεσή του γιατί δύθεν δε κατέβαλε εκκλησιαστικά χρονικά δικαιώματα, δηλαδή χρήμα στη Μητρόπολη της Θασσαλονίκης. Τέλος δημοσιεύεται ένα επιστολάριο του 18ου αιώνα που φυλάσσεται εδώ στη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη της Βέρειας, δηλαδή ένας οδηγός για το πώς πρέπει να γράφει κανείς επιστολές ανάλογα με τον παραλήπτη. Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου που τυλώφορείται ιστορικοτοπογραφικά Παύλα Μνημεία, περιλαμβάνονται οχτώ αποσημειώματα. Μεταξύ άλλων σημαντικών δύο εστιάζουν στη Βέρεια. Το ένα αφορά τις στιχογραφίες, τις φορετές εικόνες και τα γλυπτά που σώθηκαν από το ναό της Παναγίας Κυριώτησας πριν κατεδαφιστεί Βάναυσα το 1975 και το άλλο τη μικρή παλαιολόγη εκκλησία της Αγίας Άννας που μας σώζεται σε δύο φωτογραφίες των αρχών του 20ου αιώνα, η οποία βρισκόταν εκεί που σήμερα είναι το Μητροπολιτικό Μέγαρο πίσω από το ναό των Αγίων Πέτρου και Παύλου. Στο τρίτο μέρος του βιβλίου με τίτλο Ερμηνευτικά περιλαμβάνονται τέσσερα άφρα. Απομονώνω αυτά στα οποία ως συγγραφέας πραγματεύεται το πώς ένας ναός αποκτά τον τίτλο του σταυροπηγίου μελετώντας την ειδική περίπτωση του Ναού του Χριστού της Βέρειας, το πώς καθιερώνεται ένας ναός με αφορμή ένα χριστόγραμμα ζωγραφισμένο στον Άγιο Βλάσιο πάλι εδώ στη Βέρεια και το πώς συνάπτωνται με την παράσταση της Θευτέρας Παρουσίας μια προσωποποίηση της ελεημοσύνης στην Παναγία Χαβιαρά και η απεικόνηση των δέκα παρθένων στον Άγιο Γεώργιο του άρχοντος γραμματικού. Το τέταρτο και εκτενέστερο μέρος του βιβλίου αφορά τη ζωγραφική και περιλαμβάνει 24 αποσημειώματα, τέσσερα γενικά, επτά για τυχογραφίας και 13 για εικόνες. Μαθαίνουμε για την περιπέτεια της επιστροφής από το εξωτερικό μιας κλεμμένης εικόνας του Αγίου Προκοπείου του 14ου αιώνα από τον ομώνυμο Ναό της Βέρειας, η οποία χάρη στον Θανάση Παπαζότο και στη σχεδόν αστυνομικού τύπου έρευνά του, εντοπίστηκε, ταυτίστηκε και επέστρεψε στο Βυζαντινό Μουσείο της Πόλης εδώ μόλις πριν πέντε χρόνια το καλοκαίρι του 2012. Τέλος, δημοσιεύεται εδώ για πρώτη φορά μια εικόνα με τον Ιωάννη Πρόδορμο και τον Άγιο Σημεών το Θεοδόχο από τη Μονή Βατοπεδίου, στην οποία ζευγνίονται με ενδιαφέροντα τρόπο οι αναμνήσεις της κομνήνιας τέχνης με την ελαύνουσα παλαιολόγια τεχνοτροπία. Η ολοκλήρωση των υποσημειώσεων που δεν πρόλαβε να αποτελειώσει ο Θανάσης σε αυτό το βιβλίο ήταν ένα έργο δύσκολο. Το ότι αποφασίσαμε με την Ιώλη πως έπρεπε να ενημερώσουμε το έργο με τις πιο σημαντικές δημοσιεύσεις της νεότερης βιβλιογραφίας των τελευταίων 20 χρόνων, ο λόγος της οποίας δεν είναι καθόλου αμελητέως, έκανε τη δουλειά ακόμη δυσκολότερη. Η εικονογράφηση ήταν μια τρίτη ανηφόρα. Μεγάλο μέρος της ήταν ήδη επιμελώς έτοιμο από τον ίδιο τον Θανάση. Έλειπαν όμως αρκετές φωτογραφίες οι οποίες βρίσκονταν στο αρχείο του, τις είχε τραβήξει όταν ήταν πολύ νέος και πολλές από αυτές δεν τις υπομνημάτισαν. Όταν είσαι 20 και 25 χρονών, τιμάσαι και φωτογραφίζεις και φυσικά νομίζεις ότι δεν θα πεθάνεις ποτέ. Μου έλεγε η Όλη όταν δουλεύαμε στο σπίτι της στην Αθήνα ή στο σπίτι μου στη Θεσσαλονίκη για την επιλογή του φωτογραφικού υλικού. Προσπαθώντας λοιπόν να περάσουμε τόσους κοπέλους, επικαλεστήκαμε τη βοήθεια φίλων και συναδέλφων του Θανάση, της Αγγελικής Κοταρίδη και της Μαρίας Χιμωνοπούλου, του Αντώνη Γκαλίτσιου, της Αναστασίας Τούρτ και της Ι' Μαρκή, του Γιάννη Κανονίδη και της Λίνα Στρατή. Πριν κατατηθεί στο τυπογραφείο, το τελικό δοκίμιο διάβασαν ο ταξιάρχης σχόλιας, ο Τριαντάφυλλος Κλαβενίτης και η Ευγενία Τρακοκούλου. Οι γραφείς Τριαβάσου Αντωνίου και η πημελήτρια Στέλλα Τσάμου και φυσικά ο γιος του, η καστικός Ρωμανός Παπαζότος και ο αρχιτέκτονας Γιώργος Πασχαλίδης είχαν ουσιαστική συμβολή στην ολοκλήρους του βιβλίου, καταθέτοντας ο καθένας γνώσης και γούστο. Όλους μας ασφαλώς μας συντώνιζε με ευγένιο και διακριτικότητα ή όλη την Κοκούλου που γνώριζε φυσικά καλύτερα το θανάζι και ήξερε τι θα του άρεσε και τι όχι. Επειδή η έκκοθος ενός επιστημονικού έργου μετά το θάνατο του συγγραφέα του είναι και μια μαρτυρία για την ιστοριογραφία του κλάδου και επειδή ο Παπαζότος ομολογουμένως φράγιζε τις βυζαντινές σπουδές του τελευταίου τέταρτου του 20ου αιώνα στην Ελλάδα, θεωρήσαμε ότι το βιβλίο θα έπρεπε να κλείνει με ένα βιογραφικό του σημείωμα και με αναλυτικό κατάλογο της εργογραφίας του. Προσθέσαμε όμως και κάτι εξίσου σημαντικό, ένα παράρτημα εικόνων με δικές του καλλιτεχνικές δημιουργίες, πέρα από αυτές που κοσμούν τα εξόφυλα και είναι γλυπτά σε πέτρα, ξύλο και πυλό, ζωγραφική σαββοτέμπερα και ψυχειδωτό. Αντίτυπα του βιβλίου έχουν ήδη σταλεί για βιβλιοκρισία σε δύο μεγάλα επιστημονικά βυζαντινόλογικά περιοδικά στο Παρίσι και στη Βιέννη και αναμένουμε την υποδοχή και την κρίση των ξένων συναδέλφων. Τα μαγειδονικά του σημειώματα του Θανάση Καπαζότου είναι ένα έργο βαθύ και πλατύ, όπως ήταν και τα προηγούμενα έργα του και όπως εν τέλει είναι τα έργα των σπουδαίων επιστημών. Διαλαμβάνει θέματα ιστορικής τοπογραφίας, προσωγραφίας, θέματα θεολογικά και ερμηνευτικά και φυσικά ζητήματα αρχαιολογίας και τέχνης. Θα επιμείνει όμως, ειδικά στη συμβολή του, στη μελέτη της βυζαντινής και μεταβυζαντινής ζωγραφικής, ένα τομέα της τέχνης που ήταν και η μεγάλη του αγάπη. Σε αυτά τα κείμενα μας προσκαλεί να αναστοχαστούμε κριτικά το ρόλο και τη λειτουργία της εικονογραφίας και της τεχνοτροπίας. Και το καταφέρνει αυτό, εξετάζοντας με επιμονή και υπομονή, τα ζωγραφικά έργα από κοντά και από ψηλά, στις λεπτομέρειές τους και ως σύνολα. Με γρήγορη αντίληψη, αμφισβητεί, καταρρίπτει αστήρικτες βεβαιότητες, διατυπώνει ερωτήματα και ή προτείνει απαντήσεις, ή απλώς κάνει υποθέσεις εργασίας, δίνοντας έναρξημα για περιετέρου επιστημονική συζήτηση. Και όλα αυτά με γλώσσα ρέουσα, αραπλή, χωρίς επιτίδευση και φιωριτούρες. Κλείνοντας, υπενθυμίζω το αυτονόητο, ότι αν είχε τη δυνατότητα να ολοκληρώσει ο ίδιος ο συγγραφέας το δικό του έργο θα το έκανε πιο πετυχημένα, πιο εύστοχα και πιο αποτελεσματικά. Παρ' όλα αυτά, σας καλώ να διαβάσετε τα μακεδονικά αποσημειώματα, γιατί διατηρούν η απίστευτη φρεσκάδα στις ιδέες και στη γλώσσα, παρά τα 20 χρόνια που πέρασαν από τη συγγραφή τους, και το κυριότερο μπορούν να διαβαστούν και από ειδικούς επιστήμονες και από επαρκείς φιλάρχεους αναγνώστες, που θα αναγνωρίζουν αμέσως τις εξωτερικές και τις εσωτερικές πλευρές του κειμένου. Σε ευχαριστώ. Ευχαριστούμε πολύ για την πολύ σαχή για τον κ. Κεσαρίδης. Καλημέρα σας. Θα σας ευχαριστώ για την πρόσκληση, ιδιαιτέρα στην Ιόλυ για την πρότεση. Αγίον επιστροφή. Ο κλεμμένος Άγιος Προκόπιος από τον ομώνυμο ναό της Βέρειας, μια εξαιρετική βυζαντινή εικόνα του 14ου αιώνα, θα φέρει πίσω και τον Άγιο Πέτρο, κλεμμένος κι αυτός από τον ίδιο ναό. Ο Άγιος Προκόπιος που απεικονίζεται με στρατιωτικό ένδυμα, κρατώντας φαρέτρα και υψωμένο ξύφος, εμφανίστηκε το 1880 σε δημοσίευση υπό το τίτλο «Icons and East Christian Works of Art» χωρίς τις επισογραφήσεις της. Παρά ταύτα, ο αείμνηστος αρχαιολόγος Θανάσης Παπαζώτος την αναγνώρισε και την ταύτισε με την κλεμμένη εικόνα της Βέρειας. Είχε αφαιρεθεί από το ναό μεταξύ των ετών 1968-1975. Το ξύλο πεθαίνει μόνο όταν καεί. Η εικόνα, τοποθετημένη δεξιά της ωραίας πύλης ως προς το εκκλησίασμα, την πήγαν για συντήρηση. Ο συντηρητής είδε ότι υπάρχει κι άλλη εικόνα από πίσω. Σιγά-σιγά την έφερε στο φως. Σκεύρωμα ελαφρύ τον βοήθησε. Καρφωμένο πιχάκι κάτω από το δεξί της μάτι. Ελαφρύ μαλάκομα με δε τέξ. Έσκαψε με τον ιστέρι τον μπύχι τριών εκατοστών. Ξύλινος φορέας. Δυσκολία. Σκορπάει το καρφί. Χειρότερο το μηχανικό. Βγαίνει δυσκολότερα γιατί είναι ίδιας διατομής. Βοηθάει η οξείδωση. Χριστός Παντοκράτο. Στον διακονικό δίπλα την έβαλαν μετά τη συντήρηση. Την κάθισαν πάνω σε βαμβάκια σκεπασμένη. Ήρθε ο αρχαιολόγος. Είναι ή δεν είναι αρχαιολόγος, αναρωτιώνται δυο εργάτες. Την ξεσκεπάζουν. Μολύς την είδε. Έμεινε κόκαλο. Άρχισε να κλαίει. Έπεσε κάτω. Πρέπει να μην κάνεις έτσι. Όλα θα περάσουν. Να του λένε οι εργάτες. Νομίζοντας ότι κάτι δικό του θυμήθηκε και έπαθε. Άνοιξη η τελευταία. Λίγο πριν το μεσημέρι. Παλαιά Μητρόπολη της Πόλης. Μέσα στην τεράστια μη επισκέψη με εκκλησία. Η γρασία. Η μύφος. Στο πάτωμα μαρμάρινα θραύσματα. Το μνήμιο κινδύνευσε πρόστατα με καή. Σε ένα σημείο του αριστερού κλήτους, πάνω σε μια ψηλή σκάλα, ένας φωτογράφος φωτογραφίζει τις υπέροχες φωτογραφίες βάσει των υποδείξεων του αρχαιολόγου ΘΙΤΑΠΗ, ο οποίος βρίσκεται στη βάση της σκάλας από την οποία κρατιέται. Διπλωμένος, πιάνει την κοιλιά του, δείχνει με υποφέρει. Δυο-τρεις αργάτες, κάποιος από αυτούς έρχεται μπροστά στον αρχαιολόγο με ένα γεμάτο καρότσι. Αρχαιολόγος, ελέγχει το υλικό στο καρότσι. Όχι αυτόν. Αναδεικνύει μέσα από το σωρό ένα μπουκάλι σε σχήμα ανθρωπίνου σώματος. Το μπουκάλι φέρει στο λαιμό του μια τρύπα, ένα σπάσιμο. Φωτογράφος, μη μου πεις ότι κι αυτό αρχαιολόγος, κοιτάζοντάς το, είναι τουλάχιστον εκατό πετών σιωπή. Ανήκει στα ευρήματα της νεότερης περιόδου του μνημείου. Το 1617 οι δυνάμεις της Σαντάν κατέλησαν μες στο μνημείο. Ακούγονται από τον παρακείμενο πλάτανο οι κάργες με τα κουδουνάκια στο λαιμό. Φωτογράφος, βρωμόπουλια, δεν ησύχασαν, αρχαιολόγος, ίσως χαριτολογώντας. Α, έχουν δικαιώματα, εδώ τα βρήκαμε, εδώ θα είναι όταν εμείς θα έχουμε φύγει. Έχουν πλέον αρχαιολογική αξία, γελάει, φωτογράφος. Μη μου πεις τώρα ότι και οι κάργες, αρχαιολόγος, με έμφαση και τα κουδουνάκια. Ο αρχαιολόγος θύτα πει, σφίγγει στη χούφτα του το μπουκάλι και συνεχίζεται η φωτογράφηση, καθοδηγώντας τον φωτογράφο που όλο και περισσότερο διστροπεί. Όμως ο αρχαιολόγος σαν να συμμέτεχε σε μια μεταμόρφωση ψυχική, σαν να προσπαθεί να μετουσιωθεί περισσότερο παρά να μεταμορφωθεί, βρίσκεται ήδη αλλού. Ακούγονται και πάλι οι κάργες και τα κουδουνάκια. Στο Θανάση Παπαζώτο χρωστάω την έκδοση του πρώτου μου βιβλίου. Στο τέλος της αφιερωμένη στον ίδιο και το έργο του εκδήλωσης στη βιβλιοθήκη στο παλαιότερο κτίριο αυτής, και διπλωμένο στα δύο, όπως όταν το συνάντησα για την τελευταία φορά μέσα στην Παλαιέ Μετρόπολη, ζήτησε να διαβάσει ολόκληρο το κείμενό μου «Δρόμους με κεραμίδια», μέρος του οποίου είχε ακουστεί προηγουμένως. Σε λίγο καιρό με ειδοποίησαν από τον εκδοτικό εικόν. Εάν δεν υπήρχε ο Θανάσης, δεν νομίζω ότι θα είχα καταφέρει τίποτα. Δεν προλαβαίνα να δει την έκδοση, ο «Δρόμους με κεραμίδια» αφιερώθηκε στη μνήμη του. Το 1998, στην εκπομπή του Βασίλη Βασιλικού, παρουσιάσαμε μαζί με την Ιώλη, το δικό μου βιβλίο διπλώς στα θυκλά του. Αργότερα οργανώσαμε με κεντρικό μιλητή τον Βασίλη Κατσαρό, ως κίνηση πολιτών για την αισθητική και αρχαιολογή προστασία της Κυριότισσας, εκδήλωση στη μνήμη του μέσα στην Κυριότισσα. Ο Θανάσης Παπαζώτος, εγκαυστικός, θλεγόμενος, υπέρπυρος, εμπύρετος, διάπυρος, δουλεύοντας πυρετοδός στα τρισδιάστατα εργοχειρά του, σαν παιδί που βλέπει τον κόσμο κάθε πρωί πρώτη φορά, προτείνει με το έργο του και με τις στάσεις ζωής του μια ιδιόγραφη υποχρέωση, πάυλα Διαθήκη, επικυρωμένη με ταποτύπωμα της ίδιας του της ζωής, να αντισταθούμε στο θέατρο της εξαφάνισης και στην υποκρισία που μας κυκλώνει. Εμείς, μάρτυρες μιας ιστορίας του παραλόγου, καλούμαστε από το παράδειγμα του να αναστοχαστούμε την ιστορία σε μια εξαιρετικά κρίσιμη καμπίτης. Πώς μπορεί να ξαναδώσει κάποιος νόημα στη ζωή του, πώς μπορούμε να φωτίσουμε σήμερα την πόλη, μια πόλη που γκρέμισε αμέσως μετά την απελευθέρωσή της τα μισά της μνημεία, που μέχρι το 1975 κατεδάφησε εκκλησίες, που παρέδωσε στοιχεία ιδεότητα στη διατηρητία περιοχή της Κυριότησας, περιοχή μοναδικής ιστορικής και αρχαιολογικής σημασίας χρήζουσα ιδιαίτερης προστασίας, καθιστώντας τις εκκλησίες της μπαρεκκλήσια, περιοχή που θα μπορούσε να αποτελέσει ζωντανό σημείο αναφοράς και ανασυγκρότησης της συλλογικής μνήμης και μάλιστα χαρακτηριστική περίπτωση αναζήτησης της έννοιας του ιερού στην πόλη, ένα ταξίδι στον τόπο της μνήμης, υπό το φως της ιστορίας και τη σκιά του μύθου, μια πόλη που προπηλακίζει και προσβάλλει τους αρχαιολόγους της, όταν δηλώνουν ότι θέλουν να προστατέψουν αποτελεσματικότερα αρχαιολογικά και αισθητικά τα μνήμια της και την ίδια. Θα μπορούσε σήμερα να καλλιεργηθεί η συλλογική μνήμη, να αναδειχθεί αδιάσπαστη συνέχεια και η οργανική ενότητα ενός τόπου, έχοντας πάντοτε όμως, και αυτό είναι το σημαντικότερο, στο κέντρο του ενδιαφέροντος μας, τον σεβασμό προς τον άνθρωπο. Πως ουμάλλον σήμερα, που το αίσθημα της η λογικότητας έχει καταστράφει και αντικατασταθεί με το μοναχικό κυνήγι του κέρδους. Πώς μπορούμε λοιπόν να καλλιεργήσουμε σήμερα στην πόλη, γύρω μας, στην ιερότητα του βλέμματος, με όλον αυτόν τον ρημαγδό που μας περιβάλλει και μας διαλύει, πως θα καλλιεργηθεί η διήστη της σε ευκαιρικότερες πτυχές του είναι, των πραγμάτων και όχι η κολακία του φαίναστε. Πως θα καταφέρω να παρατηρώ μέσα στην πόλη τα πράγματα γύρω μου, να διαστέλονται και να συστέλονται και ακολουθώντας τη μυστική τους ζωή, να βρίσκω και να εφευρίσκω την ουσία τους και τα εραθείσματά τους, την αρχαίγονη ιερότητά τους, με τη βοήθεια του ονείρου και της φαντασίας. Με ποιον τρόπο το χειδαίο και το ανιστόριτο θα πάψουν, κυριαρχούν κύρο μας. Αυτό είναι ίσως το κύριο έτοιμα των καιρών μας, τουλάχιστον για πόλης σαν τη δική μας, με τόσο βαρύ φορτίο παρελθόντος. Και το οποίο όμως δεν νοιάζεται κανείς. Κατά τον Heidegger, ακόμη και οι γνωστές έννοιες έχουν ένα επιπλέον νόημα που μας διαφεύγει και συνιστά, το πυρήνα της έννοιας του ιερού, που πάει πέρα απ' τις αστήσεις, του περιοχή της ποιησης, της τέχνης, που προσπαθεί να συλλάβει το άφατο και να δώσει στις λέξεις ένα νόημα που δεν θα το βρεις στο λεξικό. Το ιερό, με άλλα λόγια, δεν είναι μεταφυσική, αλλά ποιητική έννοια. Είναι υπάρχει στον γνωστό κόσμο και δεν βρίσκεται έξω απ' αυτό. Κατά μία Άγιεκ το 1810, το ιερό δηλώνει την παρουσία του θεϊκού στον κόσμο. Ο Χαϊντέκερος τόσο επιμένει ότι το ιερό φανερώνεται κυρίως με την προσπάθεια των ποιητών. Αρχάγγελος σε βίζουν. Ως αρχάγγελος του Μελισμού, δηλά κινείται, εξάρχεται και στακεί σε βίζουν πάνω από την πόλη. Δεν έχει εξέλθει από τότε. Τώρα προσέρχεται στον κύκλου μας, του βοήθει σε αυτό η ανάγκη της, η όλης, η ρεμίου πανικός του, νιώθει προστασία σήμερα. Μιλιστράει μέσα απ' τα δοκάρια και την πρόπετρα, θέλουν με τον τιμή σου, που χρόνια ολόκληρα επιμελώς φροντίσε την πόλη, την μνήμη της. Κρατάει αντί το ρυπηδίον άνθη, εντάσσεται κι αυτός ανάμεσά μας συλλειτουργών στοιχείων. Κι έρχεται από μακριά, πρίγκιπας, στην τυχογραφία της άνοιξης, στη σθήρα στα κροτήρια. Λυνό με πρωτογεωμετρικά μοτίβα πάνω στην τέφρα, επιφάνιος νεκρού από το λευκαντί. Ήφασμα, χρυσοίφαντο, σελανάκα χρυσή, γυναίκας στον τάφο του κηλύβου. Πορταρέτο του φαγιού, χειρόγραφο πρωτοχριστιανικός σε ένα κελάκι στο Σινά. Εγκαυστικής τεχνικής, σωζωμένη εικόνα του Χριστού. Μέθοδος πρωτοπόρα, αποχωρισμού ζωγραφικών στρωμάτων. Άγγελος σαρκωθής, μέγας σεισμός. Καθοσιωμένος, χαίρε, θανάση, αθαράντε. Ναι, ήταν πολύ δύσκολο αυτό. Τώρα, πριν την εκπήλωση, κυρία Βικοπούλου, κύριε Χιονίδη, θέλετε να χαιρετίσετε, να πείτε δυο κουβέντες. Λίγες φορές και ιδιαίτερα σήμερα διερωτόμαι, πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος, που εργάστηκε 20 χρόνια, να κάνει ένα τόσο πολύ υπέροχο έργο, για πολλούς τόπους, για πολλά πρόσωπα, για πολλά μνημεία, να είναι τόσο ενημερωμένος στη βιβλιογραφία, να διηγήσει σε μέρη που δεν μπορούν άλλοι, όταν βρίσκεται μάλιστα σε μια πόλη, για την οποία είναι έλεγε, ότι δεν είναι ευχαιριστημένος από τις αρχές ιδιαίτερα, πλην τριών ανθρώπων. Η Αγία Εκατερίνη Χατζηλάμπτου, ο Πάτερ Βαρσίλιος, τον οποίον μίλησε ο γιος του και αγκάλιασε και εμένα. Και πώς να μιλήσω, δεν ήμουν διατεθειμένος ούτε και το ζήτησα, μου το ζήτησαν επειδή ήμουν πρόεδρος στη βιβλιοθήκη, και είμαι εκείνος που σε συνδυασμό και σε συνεργασία δέχτηκα ή εγώ το πρώτενα, ή ο Γιάννης ο Τροκόπουλος το πρώτενα και το τιμήσαμε στην παλιά βιβλιοθήκη. Τελειώνοντας την εκδήλωση, ανεκοίνωσε ότι θα τιμηθεί από την Ακαδημία Αθηνών για το έργο του, για το οποίο θα πω δυο κουβέντες, και με κάλεσε και εμένα. Του λέω βεβαίως θα βρεθούμε. Και πετάει ο διοικητής Χασιώδης και λέει πως θα βρεθείς εσύ, να κάνεις τι. Ε, είμαι κι εγώ τιμόμενος. Έτυχε, δηλαδή, η μεγαλύτερη τιμή που μπορούσε να γίνει. Ο τοπικός ασχολούμους με την ιστορία, να είναι μπροστά σε έναν ογκόλθο πνευματικό, υπερμακερδονικό. Έκανε την εξής τιμή, την οποία δεν μπορώ να την παραλείψω. Ο βιβλιοδέτης Στέλι του 94 έδεσε μόνο ένα βιβλίο, το οποίο είχε οι όλοι στο σπίτι με τον Θανάση. Και τηλεφώνησε στον Τροκόπουλο, πήγε το πήρε, μου έκανε μια ολοσέλη διαφιέρωση, και έτσι το πρώτο, γιατί ένα το έδεσε μόνο, το πρώτο βιβλίο το στερήθηκε για να το ζητήσω εγώ, γιατί αναφέρει ότι αν δεν υπήρχε ιστορία της βερειάς δεν θα έγραφα όταν και το βιβλίο. Αυτή είναι μεγάλη τιμή από τον Θανάση, ο οποίος ήταν αρρυτικός, δεν ήταν εύκολος, δεν ήταν εύκολος. Αλλά εμείς είχαμε πει τόσο κρασί εδώ στη Δαυδάρονα του Λουτρού και απέναντι από το Ένωση Συνεδερισμών, που δεν ήταν για τελευταία φορά, προγενιστέρος δυό ώρες στο σπίτι, δύο κύρια χαρακτηριστικά θα πω για εκείνους που δεν το ξέρουν, το ασύλληπτο γέλιο του και δυστυχώς το συνοδεύουν πάντα το Θανάση τσιγάρο, το οποίο ενδεχομένως συνετέλεσε αν δεν προκάλεσε. Την άποψή μου, επειδή μ' έμαθα να είμαι ειλικρινής και αυτή την ειλικρίνεια την επλήρωσα, την έκανα σε μια βιβλιοκρισία, βιβλιοπαρουσίαση όπως θα την παραστάμα και εσύ, ημερήσια ζώντος του Θανάση και την έστειλα, ήμουν ειλικρινής, είπα ότι είχα να πω και χαίρομαι που η αγαπητή μου Εύφορος επανέλαβε αυτή την ποδό που είπα ότι στο εξίσως και ασχολούνται με τη Βυζαντινή Βέργεια, θα λένε προ Θανάση Παπποσότου και μετά Θανάση Παπποσότου. Είναι χαρακτηριστικό το βιβλίο. Είναι πάλι να τελειώσουμε αυτή την απορία, πως μπορεί σε ένα μυαλό να ασχοληθεί με τόσο ευρύ πεδίο και να είναι σε όλα, να ανοίγει δρόμους, να ανοίγει δρόμους και να κρεμίζει και υπάρχουν τα ερήπια όταν χρειαζότανε, διότι έτσι είναι η επιστήμη. Η απάντηση της ίδιο γκέται, ότι ενώ του άρεσε να τον γκέται πέραν τον άλλον, για να μην πω για τα γράμματα στην πετίνα, πέραν τον άλλον, το άρεζαν οι κοινωνικές εναναστροφές, έλεγε ότι τον εαυτό μου τον βρίσκω όταν μαζεύομαι στο σπίτι και γράφω. Και έχω αντίληψη του χώρου που έγραφα, γιατί πήγα με κάτι πανάληψε και συνεπώς ολυνοκρινότανε, έβρισκε τον εαυτό του όταν απαισίρετο και έγραφε. Σκεφτείτε πόσο αλήθεια έχει η τελευταία κουβέντα προς τη μητέρα του, ότι είχε κι άλλα να γράψει και να το πάω συμπειρωματικά, τι θα έγραφε ακόμα αν ζούσε. Τίποτα άλλο, είμαι συγκινημένος πάρα πολύ, χρησιμοποιώ μια έκφραση που τη χρησιμοποιούσε πάρα πολύ ένας πολιτικός που δεν τον χώρευα, εν πάση περιπτώσει τι με επαναλαμβάνω. Καλημέρα σε όλους. Σε εμένα έλαχε να κλείσω αυτήν την εξαιρετική εκδήλωση από πλευράς ιδέας, οργάνουσης, μαξιόλογους και αξιογάπητους ομιλητές και παρευρισκόμενους. Δεν απομένει παρά να υποθεί μία και μόνο λέξη. Ένα γνήσιο ευχαριστώ. Πάντα πενιχρώ απέναντι σε όλο αυτό που ξεδιπλώθηκε σήμερα εδώ. Ευχαριστώ εκβαθέων την Αγγελική Κοταρίδη για τη θέρμη με την οποία μου μίλησε μήνες πριν. Και πριν την έκδοση του βιβλίου να καταθέσει ένα φόρο τιμής στον προκατοκό της στη θέση αυτή του υπευθύνου των αρχαιολογικών στη Βέρεια και στην ευρύτερη περιοχή και να ελλοποιήσει εφάνταστα όπως πάντα τη σκέψη της. Ευχαριστώ εκβαθέων γιατί άνοιξε την πόλη. Άνοιξε τις εκκλησίες, τα μνημεία για τα παιδιά, για τους κατοίκους, για τους περαστικούς, για τους επισκέπτες. Άνοιξε τη Βυζαντινή Βέρεια στον κόσμο και στα θυρανίξια αυτά, πιτρέψτε μου την έκφραση, βηματίζει και εκείνη και οι άξιες συνεργάτες της στον ίδιο αστερισμό με το όραμα του Θανάης Παπαζότου. Να αποκαλυφθεί στα μάτια του κόσμου ο βυζαντινός και μεταβυζαντινός πλούτος της πόλης. Οι μεσαιωνικές αιγές της συμμαθίας. Δεν θα πω τίποτα άλλο γιατί θα είχε ίση πολύ λαογραφικό και τα έυσημα του κόσμου αγγελική ήδη σε κοσμούν, οπότε τα λόγια οχρούν. Ευχαριστώ το ίδιο θερμά τον Αντώνη Καλίτσιο για την υποστήριξη και την άμεση διευθέτηση πολλών μικρών εμποδίων στην πορεία της έκδοσης και για όλα τα άλλα που με πρωτοβουλία του αφιέρωσαν στον Εκλυπόντα, αλλά και την άψογη φιλοξενία σε αυτόν τον πολίτιμο για τη Βέρεια Χώρου. Ευχαριστούμε τον κύριο Ξινάδα και την κυρία Μπέτσα, εκπροσώπους της Εταιρείας Μελετών Ιστορίας και Πολιτισμού Νομού η Μαθίας, για την ευγενική χορηγία, χωρίς την οποία η έκδοση αυτή θα ήταν αδύνατη. Ευχαριστώ την κυρία Πολατίδου, η οποία ανέλαβε την άχρη διαδικασία της γραμματικής υποστήρεξης και τη μετέτρεψε σε ανυπόμονο παλμό. Ευχαριστώ όλους ομιλητές που δέχτηκαν να ανασύρουν νήμες, βιώματα, αλλά κυρίως τους επιστημονικούς της αυρούς που μας κληροδότησε ο Θανάσης, και να τα κοινοποιήσουν σ' όλους μας, έναν-έναν ξεχωριστά. Ευχαριστώ την Τασσούλα Τούρτα, η οποία παρ' όλες τις ευθύνες και την άοκνη της δραστηριότητα, κατέθεσε με το μισθό της λόγο τη συμβολή του Θανάση Παπαζώτου, όπου συνδυάστηκαν πολύχρονος μόχθος, επιστημονική συνέπεια, αλλά και προσωπική ευαισθησία στην αναζήτηση του ιστορικού παρελθόντος της Βέρειας, και όχι μόνο. Ευχαριστώ την Πέπι Μαρκή, η οποία μας μετέφερε, για έναν τρόπο γερνάει από μόνο του, παρόλο που προσπαθήσαμε να το κάνουμε χειρονακτικό, με συγχωρείτε γι' αυτό. Ευχαριστώ την Πέπι Μαρκή, η οποία μας μετέφερε με τρόπο αισθαντικό, αυτό που για όσους το γνώρισαν ήταν και απ' τα πιο ουσιαστικά για εκείνον. Μια αδιάλειπτη, θερμή συνοδηπορία, όπου η καθημερινότητα υψώνονταν σε μοναδικότητα και το σπάνιο και ιδιαίτερο της ζωής σε διαχρονική αξία. Ευχαριστώ την Μαρία Χιμωνοπούλου, η οποία δυναμικά και υπεύθυνα παραλαμβάνει τη σχητάλη για το μακρύ και πάντοτε δύσκολο έργο της έρευνας και δημιουργικής δράσης, σε αυτό το τεράστιο τοπίο που ονομάζεται Βυζάντιο, στην Ημαθεία. Ευχαριστώ τον Βασίλη Κατσαρό για τον τρόπο που μας θύμισε πως ο Θανάης Παπαζώτος κατάφερε με την άριστη επιστημονική του κατάρτιση και σε συνδυασμό το έμφυτο καλλιτεχνικό του αισθητήριο να αφοσιωθεί με πολύ αγάπη πάντα, με επιστημονική ακρίβεια πάντα, με πολύ προβολαγόνα πάντα και πάντα με τη συνέστηση του μέτρου να παρέχει στους μελετητές ένα ριπίδιο προβληματισμών και απαντήσεων. Ευχαριστώ τον Βαγγέλη Μαλαδάκη που από την πρώτη στιγμή στάθηκε σαν να ήταν φίλος παλιός και πάνω απ' όλα για την εξαιρετική ερευνητική συνέπεια, το επιστημονικό ήθος και τις ατέλειωτες ώρες ευχάρις της πάνω της συνεργασίας μας και έφερε εις πέρας το έργο που του ανατέθηκε εις άξιο συνεχιστής ενός αρχαιολόγου ρευνητή απαιτητικού διεμετρήματος. Ευχαριστώ τον Γιάννη Κεσαρίδη που κατορθώνει πάντα με το γραπτό του λόγο να αντλεί απ' τις ιστορικές μνήμες αλλά και απ' τις ανθρώπινες ταπεινές θύμησες και να τις εκτοξεύει στην αιωνιότητα υψωμένες θαρείς σε λάβαρα όπου η κάθε αναθυμιά γίνεται αξία ή αρετή. Ευχαριστώ τον κύριο Χιονίδη που στάθηκε καθ' εξοχήν ο πολιορκητικός κρυός στην έρευνα για την ιστορία της Βέρειας αλλά και το ότι στάθηκε πάντα δάδα φωτεινή στον δρόμο του Θανάση. Υποκλεινόμαστε στη θερμή αυτή προσέλευση όλων σας σήμερα αγαπητών που ήρθατε από κοντά, από το κοντά και από το πιο εκεί, από το κοντά εκεί που βημάτιζε αναλογιζόμενο στα της Βέρειας στην πόλη που αγάπησε περισσότερο και από πατρίδα. Εσείς που ήρθατε από μακριά πάντα και από μακριά ο Θανάης Παπαζώτος μιλούσε, σας μιλούσε, πάθιαζε για τη Βέρειά του. Έτσι τώρα είστε εδώ εσείς σήμερα γιατί σήμερα η Βέρεια μιλάει για τον Θανάης Παπαζώτο και σας ευχαριστούμε συγκινημένοι για την παρουσία σας. Ίσως εδώ σήμερα θα πρέπει να σας πω ότι εκτός από τα τρία πονήματα βιβλία που βρήκαμε στα κατά λοιπά του και παραδώσαμε στο επιστημονικό και στο ευρύ κοινό, υπάρχει ακόμα το πολύ πλούσιο αρχείο του. Με προσχέδια έρευνας, απόγραφα, φωτογραφίες, αρνητικά, φίλμα, αποτυπώσεις, σημειώσεις και άλλη συλλογή υλικού στα θέματα που τον απασχολούσαν. Και θα πρέπει το αρχείο αυτό να αξιοποιηθεί από τους ειδικούς για να συμπληρωθεί η τεράστια προσφορά του στον χώρο της Βυζαντινής και μεταβυζαντινής αρχαιολογίας και τέχνης. Ο Θανάης μου έλεγε συχνά, εγώ στη ζωή μου θέλω να γράφω άρθρα και να κάνω γλυπτά, να γράφω βιβλία και να ζωγραφίζω. Ίσως γιατί πίστευε πως η άφθορη ωρεότητα δεν μπορεί να αναπαρασταθεί παρά μόνο με τη λεπτότητα του λόγου και το χρώμα. Αργήσαμε, αλλά καταθέσαμε μικρό δείγμα τις καλλιτεχνικές του δημιουργίες που τόσο γενναιόδωρα χάριζε σε συγγενείς φίλους και συνεργάτες. Πολυσχυρής, ευαίσθητος και με το χρωστήρα του έναν απαβγασμό από τον παφλασμό της ψυχής του. Ίσως είναι ο διπόρος της σκέψης του Μανουήλ Φιλή πως η ζωγραφική έχει ως στόχο την έκφραση των παθών της ψυχής με χρώματα. Τα ψυχής τυπούσα ται σύλλες πάθη. Ταπεινή επιθυμία μας, του γιού μας Ρωμανού και δικιά μου, να μπορέσουμε να έχουμε σε φωτογραφικό αρχείο ακόμα και κάθε του μικρό καλλιτέχνημα που από τότε το χαίρονται όλοι όσοι έγιναν αποδέκτες ενός τέτοιου δώρου. Μικρή έκλυση λοιπόν προς όλους, να μας επιτρέψετε τη φωτογράφηση των έργων του και ποιος ξέρει, ίσως βρεθεί και κάποιος χορηγός, να χαρούμε και μια καλέσθητη απλή έκδοση με το σύνολο των καλλιτεχνημάτων του, καθόσον η τέχνη αποτελεί άλλη μία γλωτοφόρο διέξοδο της ψυχής. Λένε πως οι αναμνήσεις είναι μία μέθοδος να ξεχάσεις. Αλλά πιστεύω απλά πως οι μνήμες δεν ξεχνιούνται, απλά αντέχονται. Γιατί ό,τι μας κληροδότησες δύο βασικές στάσεις ζωής, την τίμια πάλι για το καλό και τα ιδανικά μας, χωρίς αυθυνοφοβίες και ροσκοπισμούς και ραθυμίες και τις στάσεις ζωής που συμπυκνώνεται σε μία λέξη, η γενναιοδωρία. Γιατί ότι αγάψες με πάθος το μνημείο και το ζωγράφημα και τη γλυφή, τη μουσική, το χώμα, το φυτό, τον άνεμο και το γέλιο, έμπλεος αγάπης για τη ζωή, για την αρετή και το δίκαιο. Γιατί ότι το χαρισματικό πνεύμα, η ποιότητα των πράξεων, η απλότητα, η αισθαντικότητα και το ήθος, όλα αυτά που μας κάνουν πιο πλούσιους και ομορφαίνουν τη ζωή μας, είναι πάντα παρόντα και φωτεινά, όταν είναι γνήσια και τίμια, όπως ήταν σε σένα. Γιατί ότι η καρδιά σου εκκοιμήθη, αλλά η ψυχή σου αγρυπνή. Και γιατί μας άφησες υπέροχους φίλους και ότι έμεινες μαζί μας, εσύ πάντα νέος, πονεμένος από την αρρώστια, αλλά υφεγγής και αληθινός, να γεμίζεις πάντα την ψυχή μας και τη ζωή μας. Θανάση, σε ευχαριστούμε.