Το μάθημα διαιρείται στις εξής επιμέρους ενότητες: η κοινή νεοελληνική των ΜΜΕ (τυποποίηση, μεταβολή και νέα προφορικότητα), εννοιακές μεταφορές και λεξικές συμπαραθέσεις σε τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων, και δημοσιογραφικός λόγος και γλωσσική επίγνωση των δημοσιογράφων.: Είμαστε σε ένα μετέχνιο σε σχέση με τις ενότητες του μαθήματος. Σήμερα θα δούμε τη σχέση γλώσσες και μέσων, αλλά που σκοτειά κάποιων ειδικών θεμάτων, γιατί ούτως ή άλλως το θέμα το μας απασχόλησε και πέσχημα απασχολείς όλων τα μαθήματα. Πριν, υπέραστη, πέραστη, πέραστη, πέραστη, πέραστη, πέραστη... Παλαιολόγου, πέραστη, πέραστη, πέραστη, πέραστη, πέραστη, πέραστη... Παλαιολόγου, πέραστη, πέραστη... την ιδιαιτερότητα που έχει η ελληνική γλώσσα σε σχέση με τη χρήση των μέσων και ιδιαίτερα των ηλεκτρονικών μέσων και επίσης θα δούμε και δυο άλλα θέματα που θα θεωρώ πολύ η κέρια σημασία για τη δημοσιογραφία. Ένα θέμα που το φίξαμε και πέρυσι, αλλά απλώς το φίξαμε, θα το δούμε σήμερα πιο πολύ με τη βοήθεια παραδειγμάτων, αυτό που ονομάζω συχνά φορμολαϊκή φύση της δημοσιογραφίας, δηλαδή το γεγονός ότι η δημοσιογραφία είναι αναγκασμένη και αυτό είναι μια μεγάλη συζήτηση, θα την ξαναδουλεύουμε λίγα και σήμερα, να μην υπερβαίνει ένα όριο σε πλούτο λεξιολογίου, σε ύφος, σε συντακτήρων και λοιπά ώστε να φλερτάρει με αυτό που λέμε δημιουργική γραφή, αλλά να χαρτιέται σε ένα επίπεδο καθημερινής κοινής ομιλίας, γλώσσας, έβλεπτης και λοιπά. Πώς κατοδόνει αυτό το πράγμα. Πρέπει να βρούμε αγγλωστικά ρεαλία και ένα από αυτά, ίσως το πιο βασικό, το ισχυρότερο, είναι η χρήση τέτοιων φορμουλών. Θα δούμε λοιπόν με παραγγείγματα πώς ακριβώς δουλεύει μια ιδιωσιαγραφία, όχι τόσο η σχολειογραφία, αλλά η ιδιωσιαγραφία. Και το τελευταίο θέμα που θα μας απασχολήσει είναι και αυτό πολύ σημαντικό, και δεν το συζητάμε πολύ συχνά, είναι πώς οι ίδιοι δημοσιογράφοι βλέπουν τη γλώσσα τους. Και πώς οι ίδιοι δημοσιογράφοι κρίνουν τη γλώσσα τους. Ειδικά πώς οι παλιότεροι και τους νεότερους έχουν στοιχεία κυρίως για αυτό το θέμα. Θα ξεκινήσω λοιπόν με το πρώτο. Θα κάνουμε μια εισαγωγή στο θέμα αυτό. Προσέξτε λίγο τις τρεις αυτές έννοιες που έχω στον υπότιτλο, γιατί αυτές είναι που θα μας καθοδηγήσουν. Μείνει έτσι λοιπόν και θα κάνουμε και μια συζήτηση για το κάθε ένα από αυτά. Συμμετέχουν, συμβάλουν, σε αυτό που ονομάζουμε τυποποίηση, καθιέρωση, δηλαδή μιας μορφής αντιπροσκοπητής για όλους όσους χρησιμοποιούν τη γλώσσα μας. Σε αυτή λοιπόν θέλω να δούμε πώς συμβάλουν. Συμβάλλει όπως το σχολείο, η όραση για παράδειγμα, γίνεται κάτι άλλο, δεν συμβάλλει, συμβάλλει ενέργει. Ένα άλλο θέμα είναι πώς και αν συμμετέχει στην αλλαγή, στην ανανέωση της γλώσσας ή απλώς είναι ένα όχημα, το οποίο δεν αρκεί ποτέ άλλο παρά να πικονίζει ότι ακούγεται, λέγεται, καταλάβατε στην κοινωνία, στην καθημερινή μας συναναστροφή. Και ένα τρίτο στοιχείο το οποίο χαρακτηρίζει όχι μόνο τα ηλεκτρονικά μέσα, το σύνολο των μέσων, σε ό,τι αφορά τη γλώσσα και τον λόγο είναι αυτό που ονομάζω μια τάση δηλαδή η γλώσσα και ο λόγος των μέσων να γίνονται πιο συνολιακώς, πιο προφορικώς. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με γενικότητες. Δεν διαβάζω τις διαφάνειες, απλώς φύγω και αναλύω τα σημεία που μας ενδιαφέρουν. Για το πρώτο μισό να πω μια κουβεντούλα που την λέω ούτως και άλλως και στο μάθημα του εισαγωγικού και είναι πολύ βασική. Κάνω μια διάκριση εδώ στο Άμψα και στο Β, ανάμεσα στην έννοια γλώσσα, όπως ελληνική γλώσσα, αλληλική γλώσσα κλπ. Αυτό σημαίνει πρότυπη και μη πρότυπη γλώσσα. Η γλώσσα δηλαδή όπως τη μαθαίνουν από τη γραμματική, από τα λεξικά κλπ, όπως τη μαθαίνει ένας ξένος, αυτή είναι η γλώσσα που χρησιμοποιείται στα μέσα. Είναι η γλώσσα του σχολείου, είναι η γλώσσα αυτή που παθαίνει μια ξένη γλώσσα εξ αρχής, είναι μια γλώσσα του γραφτού λόγου, της λογοτεχνίας κλπ, έχει κάποιες ιδιαιτερότητες. Αυτή η γλώσσα χρησιμοποιείται στα μέσα αλλά ανάλογα με το μέσο αλλάζει το ύφος. Γιατί που τραδιώχουν μπορεί να υπάρχει πιο συνομωριακό ύφος. Ενώ ας πούμε σε μια εφημερίδα είναι πιο αυστηρό το ύφος. Βέβαια είναι και ανάλογα με την εφημερίδα και αυτό. Και όπως το σχεδόν, δηλαδή είναι ένα κράμα από λογοτεχνικά στοιχεία. Έχει το προσωπικό λόγο ότι χρησιμοποιείται μέσα όπως η λογοτεχνική στοιχεία. Και λογοτεχνικά στοιχεία σίγουρα είναι μια λόγη ο γλώσσα, αλλά δεν είναι η καθαρά λόγω της λογοτεχνίας. Έχει κάποιο πιο δικαιογραφικό προσωπικό λόγο. Ποια η λογοτεχνική στοιχεία? Για παράδειγμα ένα άνθρωπο, ο τρόπος που το βάζουν και ακόμα και οι δομή. Δεν έχει σχέση με αυτό που λέτε με πρότυπη. Νομίζω ότι είναι η πρότυπη γλώσσα, γιατί δεν υπάρχει κάποιος να έχει κοινωνικούς διάλεκτους στηλεόραση. Δεν έχει, έτσι. Στην εμβισογραφία, έτσι. Γιατί στη διαφήμιση της Απουνόπερα έχει και παραέχει. Κάποια στοιχεία υπάρχουν, αλλά κυρίως όχι στην δημοσιογραφική γλώσσα. Εκεί έχουν κυρίως την πρότυπη γλώσσα και μάλιστα θα λέγα την πρότυπη γραφτή γλώσσα. Γιατί πρέπει να διακρίνουμε και την γραφτή από την αδροφορική. Αυτή λοιπόν η διαφήση είναι απαραίτητη, όχι μόνο για τα μηδία, αλλά για οποιαδήποτε μορφή ανθρώπου της επικοινωνίας. Είναι άλλο πράγμα η τυποποιημένη γλώσσα όπως την μαθαίνουμε από το λεξικό και από τις γραμματικές και άλλη γλώσσα στην χρήση της. Εμείς εδώ κυρίως μαθαίνουμε το β, δηλαδή θέλουμε να δούμε τις ιδιαιτερότητες της γλώσσας και του λόγου των μέσων. Όχι την πρότυπη γλώσσα, την πρότυπη γλώσσα ως φυσικοί ομιλητές της νέας ελληνικής την ξέρουμε, ή υποτίθεται ότι ξέρουμε. Σε μεγάλο λαθμό. Τώρα, στο δεύτερο μέρος αυτό που διευκρινίζω λίγο περισσότερο είναι το β, δεν είναι το α. Δηλαδή εδώ έξιβω ότι τα μημύθων δεν είναι πράγματα άγνωστα, αλλά αυτά πρέπει να τα πει κανείς. Καλύπτει ένα πολύ μεγάλο μέρος περιεχομένων. Αυτή είναι η ιδιαιτερότητα των μέσων. Δεν είναι ιδιαιτερότητα ούτε της νομικής, ούτε της εκκλησιαστικής, ας πούμε, γλώσσας και της θεματολογίας, είναι ιδιαιτερότητα των μέσων. Θέλω να πω αυτό τι. Ότι, όπως είπε και η Άννα Πληγουμένος, Άννα, έτσι, στην ενημέρωση έχεις κυρίως πρότυπη γλώσσα, αλλά και εδώ έχεις διαφορές. Και μάλιστα, τις διερεύνησα και σε μια πρόσφατη μονογραφία μου. Άλλη είναι η γλώσσα της ενημέρωσης στην αρχή της δεκαετίας του 80, την κρατική, και άλλη είναι η γλώσσα στα ιδιωτικά κανάλια της δεκαετίας του 60. Όταν λέω άλλη, δεν εννοώ τελείως άλλη, αλλά στη χρήση ήδη έχουμε μεγάλες τα άλλα διαφορές. Και δεν τις έχουμε σε όλα τα επίπεδα, ξέρετε, αυτό είναι σημαντικό. Δηλαδή, τις έχουμε, παρ' όλους χάρη, σε αυτό που λέμε προσοδεία, δηλαδή, στον τρόπο που αρθρώνει, διαβάζει, ανεβοκατεβάζει κανείς τη φωνή του, τονίζει μέσα σε μια πρόταση την καινούργια πληροφορία και ούτω καθεξής. Ή, ξέρω εγώ, στην αρχή της εκφοράς του λόγου ή στην ένταση. Σε τέτοια στοιχεία έχουμε πολύ μεγάλες διαφορές ανάμεσα στην τότε κρατική, σήμερα τη λέμε δημόσια, και στην ιδιωτική τηλεόραση. Δηλαδή, η δεκαετία του 90 είναι μια πολύ κρίσιμη δεκαετία από την άποψη της γλώσσας, σε ό,τι αφορά το πέρασμα από μια μορφή πρότυπης γλώσσας σε μια καινούργια, ας το πούμε, μορφή πρότυπης γλώσσας. Στο σχολιαθμό, όπως είπε η Ελένα προηγουμένως, όντως και εκεί υπάρχουν διαφορές. Δηλαδή, ο τρόπος που γράφει κανείς ένα δελτίο είναι ίδιος με τον τρόπο που γράφει ένα κύριο άρθρο σε μια εφημεριόδο, ας πούμε, ένα σχολείο. Όχι, δεν είναι ίδιος. Με το άτομο είπες ήδη ένα είδος λόγου το οποίο είναι πολύ διαφορετικό από τα άλλα. Είναι ένα είδος το οποίες θέλετε στην ερώτηση-απάντηση, που δεν υπάρχει στο δελτίο, που δεν υπάρχει σε ένα σχόλιο. Είναι συνομιλιακός λόγος. Άρα έχεις ερωτήσεις, οι οποίες θέλουν να εκμεύσουν οι συνήθως απαντήσεις. Έχεις έναν κύπο, δηλαδή, προτασιακό, έχεις ένα είδος συγκεκριμένο. Αυτό επίσης επηρεάζει, φυσικά, και άλλα πράγματα, όπως ποιο πριν επηρεάζει το αν ένα κανάλι είναι κρατικό ή ιδιωτικό, η ιδιωτική γραμμή και λοιπά, η εποχή. Επίσης, αν μιλάμε γενικώς για μημή, έψω, όχι μόνο για δημοσιογραφία, όπως θα λήψω και με κάποια παραδειγματάκια στη συνέχεια, τα περιεχόμενα ανοίγουν πολύ, αν πάμε στη σαμπουνόπερα, στις κομμικές σειρές, στη διαφήμιση και το καθεξής. Πολύ μεγάλο έδρος περιεχομένων, διαφορετικές λοιπόν γλωσσικές ανάγκες. Επίσης, είδη και νούγια. Δεν θα πω πολλά παραδείγματα, ένα μόνο φτάνει για να δείξει πως τα ίδια, ακόμη και τα πιο βασικά, τα πιο σκληρά, μπορώ να πω, είδη της ιδιωσογραφίας, διαποτίζονται, θα έλεγα, από στοιχεία που δεν τους ανήκουν παραδοσιακά. Φερπήν το πρωινό μαγαζίνο. Αν είχε κανείς τη δυνατότητα να συγκρίνει πότε ξεκίνησαν αυτά, έχουν κάποια δεκαετία και παραπάνω, να συγκρίνει τη μορφή που έχει το πρωινό μαγαζίνο το 2000, ας πούμε ότι ξεκινάει το 2000, και η ίδια εκκομπή με τον ίδιο παρουσιαστή σήμερα έχει λένει διαφορές ή δεν έχει, σε ό,τι αφορά τη γλώσσα, τον λόγο, την κατάταξη των θεμάτων, τον τρόπο που συνομιλούν με τους καλεσμένους και λοιπά, ή από την πρώτη στιγμή μορφωποιήθηκε και δεν άλλαξε καθόλου. Άλλαξε ή δεν άλλαξε. Τι λες, εσπινίστα? Για φαντάσεις το μπαμπαδάκι του 2000 και του 2015, ή το Λιεριδίκο του Οικονόμου, ή ποιον άλλον θέλεις, τη ΣΕΡΤ, κλπ. Προς ποια κατάσταση, πιο χαλαρό, πιο αυστηρό, πιο περισσότερα θέματα, λιγότερα, πιο συνομιλιακό. Παλιά τα θέματα ήταν συγκεκριμένα, απλώς τα έλεγα, και είχαν μια ανάλυση, ενώ σήμερα δεν βλέπουμε στο τέλος. Πες μας ένα τέτοιο στοιχείο που δεν είναι ίνφω, αλλά είναι τέιρμεντ. Πιο πολλοί είναι παιχνιώνες, κοινωνιστικοί, όχι όχι αυτά, μιλάω για την πρωινή ζώνη, καθαρά, καθάρα. Μας μπορούν να βάλουν και κάποια ανέκδοτα μέχρι τη Λιεριδίκη. Κάποιος έλεγε, όχι όχι, στο κοινωνία, όρα μεγά, κάθε πρόσωπη τελευταία συγκοπής έλεγε πως είναι έναν έκδοτο. Κάτι άλλο? Θα έλεγες κάτι? Όχι, θα έλεγα, το έχω μιλήσει ο ίδιος, η ίδια μου μαντάρικη συγκεκριμένα, νομίζω ότι σε λαθεί ο ίδιος. Ναι, όλοι, όλοι το κάνουν. Εγώ σκέφτηκα και τον καιρό όπως τον παρουσιάζουν. Αυτό είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα από ένα άλλο είδος, που μάλιστα έχει μελετηθεί, αν θέλετε συγνώστε, για ονόματα δύο συναδελπισσών μου, πολύ έτσι αγαπητών. Μία λέγεται Σιφιανού και η άλλη λέγεται Τζάνε με δύο μοι. Είναι σταμονικό της Αθήνας και έχει τύχη να μελετήσουν αυτό το, όχι και τόσο ενδιαφέρον όσο έχουμε πρώτης όψος, είδος, γιατί δεν είναι η δισογραφία του δελτιού καιρού, έτσι δεν είναι, ή κάτι άλλο. Τώρα μοιάζει και το Φεργκουβέν, είναι και καλό παράδειγμα. Δεν ξέρω αν έχετε δει στην παλιά ΕΡΤ, τα δελτίο τα λέγαν μετεωρολόγοι καθυστή, σε ένα γραφείο, έτσι πάρα πολύ σοβαρά και με ένα γλωσσικό ύφος, το οποίο δεν έχει καμία σχέση με το σήμερα. Ήταν μετεωρολογικά δελτία αρκετά επιστημονικού, θα έλεγα, χαρακτήρα. Αργότερα, δηλαδή το 90 που είπα ότι είναι δεκαετίας σταθμός, αλλάζουν και τα δελτία, εμφανίζονται οι όρθιες, και οι όρθοι, αλλά κυρίως όρθιες, παρουσιασίες, οι οποίοι δεν είναι μετεωρολόγοι, κάτι το οποίο δεν είναι ελληνικό φαινόμενο, αλλά είναι διευθυνές, και μαζί με την σκηνοθεσία, την απομάκρυνση από αυτή την αυστηρή γλώσσα, αλλάζουν όλα, αλλάζουν οι χάρτες, γίνονται πιο παραστατικοί, με διάφορα κόλπα επάνω, έτσι σε φάγια, τελάκια κλπ. Το δελτίο αλλάζει πολύ, και το κυριότερο είναι ότι το δελτίο σε ιδέεται λιγότερο με την μετεωρολόγη και περισσότερο με την καθημερινή μας ζωή. Ακούγονται συμβουλές του Τίκουν, ξεχάσετε την ομπρέλα σας, ή δείτε μια εντύπωση ότι αν δεν ακούσουμε δελτίου μπορεί να πνιγούμε σε καμιά πλημμύρα μαζί με τον Λότ και με την Κιβωτό, αν γυρίσουμε σπίτι, δηλαδή ένα είδος δραματοποίησης, ένας σύμμετρος σε σχέση με τις καιρικές συνθήκες, στο πλαίσιο αυτής της γενικότερης υπερβολίας που υπάρχει για εντυπωσιασμό, για προσέγγιση των ανθρώπων και του καθεξής. Μπορείς το λες υπάρχει και ένα σχόλιο για την επικαιρότητα. Του Τίπου, που λέτε για εσείς οι νέοι. Μετά από τα αισθάριστα που ακούσατε, πάμε στον γερόι. Ας δούμε τι μας επιφυλάζει. Ο οποίος δαιμονοποιείται, λες και είναι ένας κακός βίγαντας, που παρακυλάει στην κομμία να μας κλημμυρίσει στο σπίτι, να μας βρέχει στα ρούγα, να μας κλειστεί στο ατομγένι, το ξέρω εγώ, και να παρεκλίνει. Αυτό είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα, παρά το ότι δεν είναι καθαρά, μάλλον δεν είναι καθόλου. Θα έλεγα ότι σε αυτήν την περίπτωση είναι το εξής. Υφωτέημενα την ανάποδη, δηλαδή κάτι που δεν ήταν ιδιωσογραφικό, αλλά ήταν, ας πούμε, πώς να το πει κανείς, ο Μπέλτα λέει χρήσιμα, αυτά είναι μια κατηγορία χρήσιμα. Πώς είναι δηλαδή τα δρομολόγια των τρένων, τα παλιότερα ήταν τα διανητερεύοντα φαρμακία και όλα αυτά που έχουν οι εφημερίδες, κάπως έτσι είναι και ο καιρός, ή μαζί με τα σταυρόλεξα και διάφορα τέτοια. Αυτό μεταπίδησε στην ιδιωσογραφία, δηλαδή συνήθως μιλάμε για το πώς η ιδιωσογραφία δανείς τα στοιχεία διασκεδαστικά, ας πούμε, όπως λέγαμε για την πρωινή ζώνη, το χιούμο που είπε στην αδερφή σας εδώ, οι προσωπικές αναφορές κάτι που δεν το είπατε, έχουν πάρα πολύ συχνά προσωπικές αναφορές. Στο δελτίο ειδήσεων δεν επιτρέπεται προσωπική αναφορά. Δεν σου έλεγα ο παρουσιαστής τι έκανα εγώ στην πρωινή ζώνη. Νομίζω λέγεται αυτό έτσι. Τι ακίνηγε, τι έκανες το Σαββατοκύριο, έχω άκουξες καμιά μπεκάτσα, διάφορα τέτοια. Όλα αυτά, με τα οποία γελάμε, είναι καθόλου αστεία. Είναι πολύ μεγάλο κομμάτι της στρατηγικής προσέγγισης του ειδευθέατος του σύγχρονου τηλεθέατη. Καινούργια, λοιπόν, κειμενικά είδη. Θα έλεγα μάλιστα ότι στην περίπτωση, για να κλείσουμε το παράδειγμα της πρωινής ζώνης, ότι έχουμε και μια άλλη μεγάλη αλλαγή. Πολύ λίγη ηδησιογραφία, καθόλου καινούργια ηδησιογραφία, έτσι δεν είναι, η οποία συνήθως είναι εκυφωτισμένη, εμφανίζεται στην οθόνη μία νεαρή δημοσιογράφηση, η οποία διαβάζει τίπλους ειδησίων, τίποτε το καινούργιο, που ξέρουμε ήδη από την προηγούμενη μέρα, συνήθως, και όλη σχεδόν είναι σχολειογραφία, διαλόγος, συνεδέψεις, την πάντου. Δηλαδή δεν είναι σχεδόν καθόλου ήσμερο και δεν μαθαίνουμε κάτι καινούργιο, είναι κατακόρων σχολιαστική. Με όλα αυτά τα στοιχεία που λέγαμε και άλλα. Και αυτό επίσης πάω στο γάμα τώρα, δημιουργεί ή αλλάζει, μετασχηματίζει γνωστούς ρόλους ομιλιακούς, αλλά και συνομιλιακούς των επαγγελματιών της επικοινωνίας, δηλαδή των δημοσιογράφων κάθε είδους. Γιατί η λέξη δημοσιογράφος είναι μια έννοια ομπρέλα που στεγάζει πολλούς επιμέρους ρόλους. Πιο συγκεκριμένα, και το λέω αυτός, σκεφτείζοντας τους ρόλους αυτούς με γλωσσικές πρακτικές, δεν μπορεί ο δημοσιογράφος να καλύψει τις ανάγκες όλων. Είναι πολύ δύσκολο να καλύψει τις ανάγκες όλων αυτών των ρόλων. Πρέπει ο καθένας να προσαρμοστεί στις ανάγκες του κάθε ρόλου. Εκφωνητής ραδιοφών και τηλεόρασης. Ας δούμε μερικά χαρακτηριστικά ή μερικά εφόδια που πρέπει να έχει. Σήμερα πια, και μπορούμε να δούμε και πολλά παράδειγματα, θα σας δείξω λίγο παρακάτω, ένα ρόλο που χάθηκε. Ένας ρόλος που χάθηκε είναι η παρουσιάστρια γυναίκες ήταν σχεδόν πάντα, του προγράμματος των επόμενων εκπομμών ή των εκπομμών της άλλης μέρας, στην παλιά κρατική πλειόταση. Όταν είναι εκφωνητή, δηλαδή εκφωνητής συντήσεων. Ο εκφωνητής μπορεί να είναι, κατά βάση είναι ο εκφωνητής των ηδήσων, αλλά είναι και αυτό που λέω τώρα, δηλαδή ένας ρόλος που χάθηκε, είχε παλιότερα, και το λέω γιατί έχει γλωσσικό ενδιαφέρον, κάποιες κυρίες, γυναίκες ήταν, όπως σχεδόν όλες, που ενώ δεν λέγανε ηδήσεις, λέγανε το πρόγραμμα, τι θα δούμε στη συνέχεια, τι θα δούμε την επόμενη μέρα. Και Λισακάτ Ζερντόλι ήταν μια μυθική φιγούρα από τις πιο εμπληματικές της παλιάς έντα, αλλά και αρκετές ακόμα, κάποιες λίγες δεκάδες, ίσως καμιά εικοσαριά, κάτι παραπάνω. Τα γνωρίζεματα λοιπόν του σημερινού, εκφωνητή, εκφωνέτριας του ραδιοφώνικου της τηλεόρασης, σαν την διαστολή προς παλιότερες εποχές, είναι διάφορες αποκλήσεις, μικροδιαφορές από το κανόνα, την όρμα, της προσοδείας της πρώτης δικηλείας, δηλαδή του τρόπου με τον οποίο, ας πούμε, διάβαζε τις ειδήσεις ο Κώστας Κούντας στη δεκαετία του 80, κι αυτός ένας άλλος πάρα πολύ γνωστός ζωάνδρος ακόμη, εκφωνητής της παλιάς τηλεόρασης, που αν δείτε πώς διάβαζε και συγκρίνεται και ένα σημερινό ιδιωτικό καναλιού, εκτός εξαιρέσεων οι διαφορές είναι πολύ μεγάλες, σε ό,τι αφορά την προσοδεία. Το συνομιλιακό ύφος, το οποίο μπορεί να είναι σε μερικές περιπτώσεις, όπως σε περιπτώσεις Ευαγγελάτου, ας πούμε, έτσι, ως εκφωνητή ενώ. Έχουμε αρκετά παραδείγματα από τα κανάλια που πέρασε, θυμάμαι κάποια βελτίες στο ΜΕΝΤΕΝΙΑ, στον ΆΛΘΑ και λοιπά, όπου είναι πολύ έντονο αυτό το στοιχείο του να απευθύνεται στο κοινό, να ζητάει την συγκατάθεση του κοινού, να μιλάει για λογαριασμό του κοινού, να χρησιμοποιεί πάρα πολύ το εγώ και το εσύ, το εμείς και το εσείς μάλλον. Αυτό που είχε είναι η αποδείξη κομπίτ που ήταν έτσι αποκαλυπτή. Εγώ μιλάω για το δελτίο ειδήσων μόνο, έτσι. Εκεί είχε και κοινού ζωντανό μέσα στο στούντιο, είναι λίγο διαφορετικό, αλλά μιλάω για ένα δελτίο το οποίο φέρνει από τα πλαίσια του γραπτού λόγου και θέλει να είναι συνομιλιακός για να νιώθουμε ότι μας απευθύνεται στο σαλόνι, ότι είναι κάπου δίπλα μας και απευθύνεται προσωπικά σε μας. Κι αυτό δεν είναι μυστικά ελληνικό γνώρισμα, αλλά είναι πολύ χαρακτηριστικό σε μεϊτούς παρουσιαστές. Η εκλαίκευση του λόγου που μπορεί να σημαίνει λεξιλόγιο πιο κασημενό, πιο λαϊκό, λέξεις που συνήθως λέγονται αλλά δεν γράφονται κλπ. Τώρα αυτό ισχύει και για... τα χαρακτηριστικά είναι και γνωρίσματα εκ των άλλων εκπομπών, όχι μόνο του δελτίου ειδήσων, μπορεί να είναι του ψυχαγωγικού ανεκπομπών κλπ. Ο παρουσιαστής του δελτίου τώρα... η ιδέτα των μεγάλων καναλιών, κάτι που το έχουμε μελετήσει και σε ελληνικά δεδομένα, έχει ορισμένα χαρακτηριστικά τα οποία εκφράζονται και γλωσσικά. Το βεντετισμός, που είναι συγγενικό με το προσωποποίηση, φαίνεται πολύ καθαρά όταν υπάρχουν καλεσμένοι. Ο τρόπος δηλαδή που απευθύνει ερωτήσεις, ο τρόπος που δίνει το λόγο και παίρνει το λόγο τους καλεσμένους, στα παράθυρα κλπ. Αυτά είναι και γλωσσικά καρακτηριστικά. Ο ρεπόρτερ για να μην κουράλω τώρα μελετωμέρειες. Εδώ είναι ένα μεγάλο κυφάλαιο που θα ήθελα να σας απασχολήσει κατηδύα, αν όχι σε σχέση ειδικά με το μάθημα, αλλά πρέπει να δείτε λίγο πιο προσεκτικά το πώς μιλάνε οι ρεπόρτερ σήμερα. Το πώς εκφέρουν το λόγο, το πώς συνομιλούνε με τον παρουσιαστή, πώς ξεκινάνε και πώς τελειώσουν το λόγο, πώς αλλάζουν τα θεματά τους. Πείτε μου έτσι ποια είναι η γενική σας εικόνα για τους ρεπόρτερ. Μιλώντας όσο πιο γενικά γίνεται, γιατί υπάρχουν και διαφορές ανάμεσα σε παλιότερους και νέους, ανάμεσα σε κατηγορίες ρεπορτάζ, αλλιώς μιλάει ο οικονομικού, αλλιώς του ελεύθερου, αλλιώς του υπολογουλευτικού, αλλιώς της κρατικής, αλλιώς κάποιων ιδιωτικών ή lifestyle καναλιών, αλλά μιλώντας έτσι μεσους όρους. Σε σχέση όχι μόνο με τη γλώσσα και με τα περιεχόμενα, με τις πληροφορίες, ακόμα και με τη στάση του σώματος, με τις χειρονομίες, με όλα αυτά. Περιβολές, πραγματοποίηση, ή πομπόδες ύφος γενικά, πομπόδες τρόπους παρουσίας. Πολλές φορές δίνουμε πάρα πολλές πληροφορίες τις οποίες δεν τις χρειάζεται. Απαράδειγμα, δεν είναι τόσο τραγική όσο παρουσιάζονται, οι λεωτομέρειες που δεν έχουν καμία αξία και δεν συγκρατούν τις πληροφορές. Παραπάνω από ότι κάποιοι άλλοι, ας πούμε. Θα τη δούμε παρακάτω. Βλέπετε ότι είναι λεωτάτες από κάποιες αυτοί οι εύκολες λύσεις ενούησης. Μήπως αυτό συμβαίνει πιο συχνά στην περίπτωση των απευθείας και όχι των μανιτοσκοπημένων, ας πούμε, που έχουν εδουλευτεί και έχουν βοηθήσει ωραία. Δεν είναι σίγουρος. Όχι, πάντα. Είναι αρκετά αν όχι στους λύγους. Βλέπετε κάποια διαφορά σε ορισμένα ή όπως το αστυνομικό σε σχέση με άλλα. Δηλαδή περισσότερα στοιχεία προφορικότητας, περισσότερα στοιχεία άττικου καθημερινού λεξιολογίου, δραματοποίησης, τραγικοποίησης. Νομίζω ότι είναι πάντως ένας από τους ρόλους που πρέπει και να μελετηθεί από όλους μας και από τους μελετητές και από εσάς και να αλλογηστεί κανείς τι σημαίνει καλώς επομένως και πώς πρέπει να δώσει τη τηλεοφόρια. Ναι, πες. Είχαμε πολλές διαφορές. Πες. Σίγουρα υπάρχει μια διαφορά, υπήρχε δηλαδή, ανάμεσα στη κρατική ιδιόρυση και στον τρόπο της διαφοράς. Οι οποίες είναι μικροί πάντως, έτσι. Δεν έχουν εξαφανιστεί, αλλά είναι μικροί. Μεταξύ των καταλαβαίνων των δημιουργικών που είπατε, ενώ αφού οι δημιουργοί δημιουργούν το κανάλι σε κανάλι, πώς έχουν δημιουργηθεί το δημιουργικό. Α, ναι. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Τώρα μου επιτρέψα να κάνω μια αναφορά στο διβλίο μου που ανέφερα προηγουμένως. Η απάντηση σε αυτό είναι η εξής. Αν εξετάσεις και κανείς τη δεκαετία 90 και τη δεκαετία 2000, ποια είναι η αλλαγή? Προσέξτε, γιατί αυτό σας ενδιαφέρει, γιατί από την ιστορία της τηλεόρασης ή του λαδιοφώνου του τύπου έχει να μάθει κανείς πάρα πολλά. Είναι μια προπεδία απαραίτητη. Στην έδεκα αιτία του 90, οι μετακινήσεις ή μεταγραφές σας επιτραπεί ο ποδοσφαιρικός χώρος δεν είναι τόσο συχνές. Δηλαδή, κάποια ονόματα είναι περίπου ταυτισμένα με κάποια κανάλια, ωραία, τέρνισκου ηκάντερ, αντένα, έτσι. Χαζινικολάου Μέγκα, για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα, ή κούκλοι, λοιπόν. Οι μεταγραφές αρχίζουν κυρίως από τη δεκαετία του 2000 και μετά. Στην δεκαετία του 1990, ο κανόνας της αγοράς είναι η απόκλειση. Δηλαδή, δεν πρέπει να μοιάζω με το άλλο κανάλι για να μπορεί να με δει ο τηλεθεατής, πρέπει να διαφοροποιούμε, έτσι δεν είναι. Και θα διαφοροποιηθώ που? Οπουδήποτε και οπωσδήποτε στο Δελτίο Υδήσων. Οπωσδήποτε στο Δελτίο Υδήσων. Αυτό μπορεί να σημαίνει πολλά πράγματα. Όχι μόνο το διάκοζο του στούντιο, ή την κοινήση της κάμερας, ή το ντύσιμο, ή οτιδήποτε, ή τη μουσική. Αλλά, την ιερά και στους θεμάτων, τους κίτλους. Το πάνε. Το πάνε. Καλεσμένο. Δεν είχε τότε πολλούς. Ήχε, αλλά πολύ λιγότερο από τότε. Πολλούς σκέφτηκα. Ναι. Στην δεκαετία του 1990, λοιπόν, δεν είχε πολλούς καλεσμένος. Επίσης, μεγάλες δευφορές ναντάει κανείς και στα βίντεο της εποχής. Τα ντοκουμέντα από σκολές, ψωρογό, στα σύνορα, τότε μπαίνανε αλβανίοι. Τότε είχαμε τα μαλλιά βίντεο, μπιτοσκοπημένα. Βεβαίως. Βίντεο αρχείου, τα οποία δεν ήταν ζωντανά. Ήταν κάτι που πρέπει να ξέρετε, που είναι τεχνικό, αλλά ουσιαστικό. Ήταν πολύ δύσκολες και λίγες οι ζωντανές μεταδόσεις. Δεν είναι τόσο εύκολες όσους σήμερα με τους δομυφόρους. Τότε έπρεπε να πάει συνεργείο με την κλούβα, να στηθεί κλπ. Πολλές φορές κάνανε σκηνοθετημένα, έντεχνα ρεπορτάσεις, τα οποία δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα. Ήταν και η παραποίηση της αλήθειας, ουσιαστικά. Έχουμε, παιδιά, παραβήματα αρκετά. Υπάρχουν, λοιπόν, όχι τρομακτικές διαφορές ανάμεσα στα καναδιά, αλλά υπάρχουν διαφορές. Και τότε, επίσης, άρχισε να σκάει μύτη η λεγόμενη lifestyle δημοσιογραφία. Το Star, που είναι το τρίτο ιδιωτικό κανάλι που εμφανίζεται, αν θυμάμαι καλά το 1994-1995, είναι το πρώτο κανάλι, το οποίο στην αρχή του δεν είναι lifestyle, είναι σοβαρό, ας το πούμε έτσι, εντός εις αγωγήκων, αλλά μετά σιγά σιγά αυξάνεται... Να, μια διαφορά. Η ατζέντα του Δελτίου, τι να περιέχει, πόσα πολιτικά θέματα, πόσα οικονομικά, πόσα πολιτιστικά, πόσα κοσμικά, πόσα κοτσοπολίστρια, αμέσως διαφοροποιείται το κανάλι. Επίσης, η σειρά των ιδίσεων αρχίζει να είναι πολύ διαφορετική από ό,τι στα άλλα κανάλια. Δηλαδή, να μπαίνουν στα πέντε πρώτα, να μπαίνει η Μήπονος, να μπαίνει η Αράποβα, να μπαίνει το Χάνη της Γραβιάς... Η ένταξη να πείτε ότι δεν υπήρχανε, δεν υπάρχουν σωσμένα. Για παράδειγμα, το ΣΚΑ έχει πάρα πολύ, έχει την υγεία, έχει το περιβάλλον, ας πούμε, το μέγεθος στον Αντένα δεν θα δεις αυτή τη συχαινότητα, ξεχωριστεί. Και αυτό, βεβαίως, σωστό. Επίσης, η ίδια, προσέξτε το αυτό, η οκτική γωνία πάνω στο ίδιο γεγονός. Παράδειγμα, ως χάρη, έχουμε τώρα το Φεστιβάλ του Λιματογράφου. Στο κρατικό κανάλι, όχι σήμερα, τότε, και σήμερα ίσως, μπορείς να δεις μια ουσιαστική συνομιλέμη του συγκυνοθέτη, να δεις μια καλή περιγραφή του περιεχομένου στους ταινίες, κλπ. Ενώ, στην άλλη, να δεις τους ελεύθερτοις που πήγαν, ή βγαίνοντας, τι φορούσε ο ένας, τι φορούσε ο άλλος, κλπ. Και τα δύο σου ίδια συμβαίνονται. Αλλά μιλάμε για μια εντελώς διαφορετικοκτική, έτσι. Αυτό έχει από εικονιστικές στην γλώσσα, φυσικά. Στην πρώτη περίπτωση, έχεις πρότυπη επικοιλία, τεχνικό λεξιλόγιο κλπ. Στη δεύτερη περίπτωση, έχεις πιο λαϊκό λεξιλόγιο κλπ. Και πάω στη δεκατή του 2000, για να ομολυρώσω την απάντησή μου. Εκεί, πραγματικά, γίνεται αυτό που είπες. Δηλαδή, δεν έχουμε τηλεόραση των καναλιών, αλλά τηλεόραση των παρουσιαστών, πλέον. Δεν ενδιαφέρει αν ο Χατσινικολάου ή ο Χούκλι ή, ξέρω εγώ, η Τρέμι είναι στον Αντένα ή η Στάιλ ή στο Μέγγα. Αλλά αυτή είναι η ίδια. Έτσι, εκεί γίνεται μια άλλη μεγάλη αλλαγή παραδείγματος, όπως λέμε. Που, λόγω της πολύ μεγάλης δύναμης που έδωσε τηλεόραση, για πρώτη φορά, δεν υπήρχε αυτό στο παρελθόν. Δεν έχουμε συγκρίσει με ο φαινόμενο ανάλογο. Για πρώτη φορά και συμβαίνει μόνο στη τηλεόραση, δεν συμβαίνει στον τύπο. Στον τύπο δεν υπάρχει ισοδύναμο των μεγάλων παρουσιαστών, των μεγάλων δηλαδή των αστεριών της δημοσιογραφίας. Υπάρχουν καλές πένες, πολλές, αλλά δεν έχουν την απήχηση ή την αναγνωρισμότητα που έχει ένας πετυχημένος παρουσιαστής στη τηλεόραση, δεν είναι? Λοιπόν, αυτή λοιπόν είναι η ασύνητη δύναμη σε σχέση με την πραγματική παραγωγή λόγου, ειδήσων κλπ. Τους καθιέρωσε στα μάτια του κοινού ως μοντέλα δημοσιογραφικού λόγου σε σχέση με τις ειδήσεις. Έτσι λοιπόν, όχι ο κάθε ένας, αλλά ένας, δύο, τρεις κατά περίπτωση, στοιχίζονται θα έλεγα σε στάσεις, σε συμπεριφόρειες, σε στρατηγικές λόγου που άλλος πλειοδοτύπια της δραματοποίησης, άλλος υπέρ της πολύ σκληρής αναγκριτικής γραμμής με τον καλεσμένο, άλλος μιας πιο ουδέτερης και πληροφοριακής στάσης απέναντι στα γεγονότα και ούτω καθεξής. Έτσι, στο βιβλίο μου διακλίνω πέντε τέτοιες στάσεις ας το πω έτσι, οι οποίες ουσιαστικά εδραιώθηκαν από πρόσκοπη και όχι από κανάλια πλέον. Δηλαδή, αποχρωματίζεται λίγο η διαφορά ανάμεσα στα μεγάλα κανάλια ή τα κρατικά και τα ιδιωτικά και έχουμε διαφορά ανάμεσα σε διαφορετικές σχολές, στάσεις δημοσιογραφικές. Τι είναι η απάντηση, δηλαδή στο 90, ξαναλέω, οι διαφορές είναι μεταξύ των καναλιών και είναι όχι μόνο στη Βλώσσα αλλά και σε άλλα επίπεδα, αλλά πλέον αρχίζει να γίνεται μεταξύ των δημοσιογράφων αστέρων, ας το πούμε έτσι, στη δεκαετία του 2000. Ξαναλέω, φαινόμενο όχι ελληνικό, διεσμενές και μάλιστα μελετουμένων αντιθάσεις σε ορισμένους χώρους όπως είναι στη Γαλλία για παράδειγμα, ανάλογα φαινόμενα, αλλά όχι με την ίδια ένταση, παντού η Γερμανία δεν έχει τόσο πολύ το φαινόμενο του βελετρισμού στους παραστασίες, όχι μόνος έχει η Γαλλία ή οι σούσιοι άλλους εξοικιαστών. Λοιπόν, αν θέλετε κάτι άλλο από αυτού, ευχαρίστω, σε ευχαριστώ να προχωρήσουμε λίγο γιατί είναι όλες αυτές μεγάλες συζητήσεις. Αντιστίγως και άλλοι ρόλοι, η αγένεια είναι ένα άλλο πρόβλημα το οποίο μπορεί να συμβεί, για να προχωρήσουμε και σε αυτά που θέλω έτσι περισσότερο να υπογραμμίσω. Εδώ λίγο να προσέξουμε, ήδη είπα και προηγουμένως ότι η γλώσσα μπαίνει στην υπηρεσία της μετάδοσης πληροφορίας, της είδης, της διασκέδασης, αλλά οπωσδήποτε μήτως και δυναμαχτρός στο πλαίσιο του ανταγωνισμού της αγοράς. Όπως εφημείτε έτσι και τα μέσα πουλάνε πληροφορίες, θέλουν να αγοράζονται, θέλουν να προτιμιούνται, τα μέσα τα ηλεκτρονικά γιατί σχετίζονται με τη διαφήμιση, οπότε δεν είναι, πώς να το πω, αθώα και ουδέτερη η επιλογή μιας ουσμένης γλώσσας, γενικώς οι γλωσσικές επιλογές, είναι στην υπηρεσία αυτού που ονομάζω και η αρχή της απόκλησης, να διαφορευθούμε από τα άλλα μέσα. Και αυτή η διαφοροποίηση είναι και στο επίπεδο των εντύπων ή των καναλιών, αλλά και στο επίπεδο του κάθε παραγωγού λόγου, του κάθε δημοσιογράφου. Το δεύτερο μισό μας πάει λίγο περισσότερο προς τη γλώσσα. Αυτό που κυρίως θέλω να τονίσω εδώ είναι το εξής. Λείπε κάτι και η Ιάννα προηγουμένως και είχα την ευκαιρία να το συνεχίσω από εκεί. Την πρώτη ποικιλία βεβαίως την έχουμε, είναι δεδομένο, τώρα θα δούμε λίγο αυτό το βιντεάκι που σας είπαμε, την παλιά εκφωνήτρια, για να δείτε λίγο και τη διαφορά στην άρθρωση, στην προφορά, στην ταχύτητα του λόγου, να δείτε πώς αλλάξαν τα πράγματα μέσα σε 20 χρόνια, σε 25 χρόνια. Αυτό είναι το ένα, έτσι, πρότυπη ποικιλία. Το θέμα είναι επειδή μία γλώσσα ποτέ δεν ξεκινάει και δεν καθιερώνεται ως πρότυπη, αλλά αντιλεί από διαλέκτους και ιδιώματα, είτε γεωγραφικά είτε κοινωνικά και γίνονται αυτά τα στοιχεία, χάνονται. Δηλαδή δεν έχουμε αυτή την γνωστιμιά και την πικιλία, την οικολογία, όπως λέμε, στην γνωσσονογία των γεωγραφικών διαλέκτων. Έτσι μιλούσε η Ελλάδα στην δεκαετία του 40, του 50, του 60, όπως μιλάει σήμερα. Και κυρίως, όχι τόσο η οικογραφία, όσο τα κοινωνιόλεπτα τα λεγόμενα. Δηλαδή τι γίνεται σήμερα με τη λεγόμενη γλώσσα των νέων, με τη θα λέγα γλώσσα του διαδικτύου, τη γλώσσα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, πώς συνηπάρχουν με τη δημοσιογραφία. Δεν συνηπάρχουν, οσμόνονται, μπαίνει το ένα μέσα στο άλλο, δανείζει το ένα το άλλο. Και αυτό κυρίως το βλέπουμε στα ρετουργικά μέσα, έτσι. Υπάρχουν ήδη εργασίες για τα θέματα αυτά, όπως μια πάρα πολύ γνωστή, την αναφέρω κάτω κάτω. Έχει να κάνει με τη διασκεδαστική, το διασκεδαστικό ραδιόφωνο, το μουσικό ραδιόφωνο. Είναι μια εργασία που έκανε ο Μαρτίν Μον Γκόμερι για το πώς μιλάει ο DJ σε εκπομπές στην Ουαλία, αν θυμάμαι καλά. Και αυτός καθένας και τον όνομα DJ Talk, δηλαδή ένα είδος λογόριας. Ξέρετε πώς μιλάνε οι DJ σε μουσικές εκπομπές, που έχει πολύ ιδιαίτερα χαρακτηστικά. Παλιότερα δεν υπήρχε έτσι ένα τέτοιο είδος. Θα σας δείξω λίγα επί το παράδειγμα 2. Είναι μια παλιά εκφωνήτρια. Για να μου πείτε πώς σας φαίνεται η άρθρος της ή άλλα χαρακτηριστικά. Πώς βλέπετε λέγεται Μάριον Πιτσόλα η εκφωνήτρια αυτή. Βλέπετε το βιβλίο του 1989. Είμαστε στο όριο των δύο δεκαετίων της κυριαρχίας της κρατικής κυριαρχίας. Ακούστε λίγο. Στης 1925 λοιπόν έχουμε την ζωντανή μας δημοσιογραφική εκπομπή Τα Μπλενά. Στης 1925 αρχίζει μια νέα λιμική σειρά με τίτλο Βίους και Πολιτεία του Χαρά Λαμπουκάπα με τον βασίλειο Διαμαντόπουλο. Και τέλος στις 1910 για τους φίλους του Western θα προβληθεί η ταινία με τίτλο Ωμπρε όπου πρωτογωνιστεί ο Πόλιομαν. Εδώ μου σφίλα μας τελείωσε και το απόψι να μας πρόγραμμα. Θα είμαστε πάλι μαζί το πρωί στις 8.30 με τις πρώτες εδήσεις της ημέρας. Από εμάς καλή σας νύχτα. Πώς σας φάνηκε? Έχεις διαφορά από σήμερα? Ήταν και παλαιικό, αργό. Ο Τόνος Φόλις δεν είναι αυστηρό, δεν ξέρω. Παίρνει αυστηρός, λες, περισσότερο. Καλά, λέει το πρόγραμμα, αλλά σήμερα νομίζω ότι είναι πιο αυστηρό το πρόγραμμα. Δηλαδή ποιον υποκτημένος. Αυστηρό. Σου φάνηκε αυστηρό, ναι. Άλλος. Δεν ξέρω. Για πείτε. Έχω φάνηκε τους αρκετά σοβαρός συγκεκριτικά σήμερα και πολύ ρομποτικό. Ναι, συγκεκριτικά με το σήμερο. Έχει χρώμα, δηλαδή, στην άκρωση. Ό,τι έχει συγκεκριμένο σοβαρό, δηλαδή δεν άλλαζε. Ξέρετε γιατί, δεν ξέρω αν συμφωνείτε, εγώ συμφωνώ με αυτό που λέει ο Πινούς. Επειδή έχουμε συνηθίσει σήμερα σε μία υπερβολική εκφραστικότητα που ξεπερνάει ένα μέτρο και θεωρούμε άχρωμο αυτό το οποίο είναι, θα έλεγα, κανονικό με μία έννοια. Καταρχήν είναι κανονικό από την άκρωση ταχύτητας. Δηλαδή του αριθμού λέξεων αναλεπτό. Αυτή η άρθρωση, γιατί δεν είπατε τίποτε, είναι η πρότυπη ποικιλία. Δηλαδή διαβάζει, αν προσέξετε, είναι τρεις-τέσσερις λέξεις. Τη διαβάζουμε τώρα που σήμερα δεν τη διαβάζουμε. Δηλαδή λέει... Θα ξαναδούμε την αρχή, δεν θυμάμαι τώρα τις λέξεις. Και θα σας πω ότι εγώ... Λέει εκπομπές. Σήμερα έχω την αίσθηση ότι οι περισσότεροι παρουσιαστές θα λέγαν εκπομπές. Δεν θα λέγαν εκπομπές. Και τα τέσσερα-πέντε συμπλέγματα but-du-gufu που ακούγονται εδώ είναι όλα σωστά, ας το πούμε, προφερμένα με την παλιά παράδοση. Σήμερα η επίδραση από το ρεμπέτικο, γιατί από εκεί ξεκαινάει η ιστορία, και από κάποια ιδιώματα του περιθωρίου έχουνε καθιερώσει ουσιαστικά το but-du-gufu στη θέση του μπου-μδου-γγου. Το έχω πει και μια άλλη φορά, δεν ξέρω πώς το διάβασα κάπου. Ο Χόρν, ο γνωστός ηθοποιός, μεγάλος, ο Παντελής, τον είχε βάλει ο Καραμαλής, μετά τη Χούντα, υπεύθυνο της ΕΠΤ, για την επιλογή των παρουσιαστών, των εθνικονομιστών της ΕΠΤ. Και τους έκανε αυτό το τέσ, τους έδινε ένα κείμενο να διαβάσουν, και όποιον άκουγε να προφέρει πέντε όγκος ή παντελής, τον έδιωχνε κατευθείαν. Λοιπόν, αυτή είναι έγνοια το ενδιαφέρον για τη σωστή άθρωση, την κανονική υπορά του λόγου, την κανονική ταχύτητα, την καθαρή υπορά του λόγου. Νομίζω λιγάκι την έχουμε εγκοχή, λέει, εγώ πολύ εξαιμεντίο, τόσο την έχουμε χάσει. Αυτή λοιπόν η περίπτωση είναι η περίπτωση πρώτη της πυκειλίας, μπορεί να μην μας ενθουσιάζει, να μην μας αρέσει, αλλά αυτό σημαίνει η πρώτη την πυκειλία. Επιστρέφουμε, τώρα είχα σκοπό να σας δείξω, αλλά νομίζω ο χρόνος δεν φτάνει. Το παράδειγμα ένα είναι μια διαφήμιση που μπορεί να την ξέρετε, όσοι μπορεί την ξέρετε σίγουρα, με δυο Κρητικούς οι οποίοι συζητάνε μέσα σε μια τουαλέτα για τη Νόβα είναι διαφήμιση όλη η διαφήμιση είναι σε Κρητική διάλεκτο, ως παράδειγμα χρήσης διαλέκτων αλλά μόνος τη διαφήμιση. Εδώ θα το δούμε και λίγο παρακάτω, τα γεωγραφικά στοιχεία έχουν εντελώς σχεδόν χαθεί, περιθωριοποιηθεί και τα ακούμε μόνο από το στόμα κάποιων ανταποκριτών από την Κρήτη ή από κάποιες άλλες περιοχές της Ελλάδας, ίσως καμιά φορά από την Πελοπόννησο ή από τα Γιάννενα, όπως ούτως ή άλλως συνέβη και σε όλες τις δυτικού τύπου χώρες, τηλεοράσεις, με την επιβολή της πρώτης βλώσσας. Συνεχίζω για πολύ λίγο αυτά τα εισαγωγικά τώρα. Μια πικρή χρήση, πιστεύω, ιστορική αναδρομή στο πως και η γλώσσα της τηλεόρασης κατέληξε να είναι αυτό που είναι, για να δούμε στη συνέχεια τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, κυρίως των ραδιοδηλειωτικών μέσων σε ό,τι αφορά αυτό που είπαμε στην αρχή, δηλαδή την φορμουλαϊκή γλώσσα αλλά και άλλα στοιχεία. Δέστε λίγο τα ερωτήματα, αυτά που έχουμε κόκκινο, γιατί θέλω να σας βάλω μπροστά σε μια αναρώτηση για τον ρόλο σας ως Αμπριανό όχι απλώς μόνο δημοσιογράφων αλλά και ανθρώπων που παράγουν λόγο, διαχαίουν λόγο, είναι υπεύθυνοι για το λόγο αυτό. Λοιπόν, ένα πρώτο ερώτημα βασικό είναι, προσέξτε λίγο στην πρώτη παράγραφο, εάν τα μέσα, έντυπα και ηλεκτρονικά, είναι ένας ουδέτερος πάροχος ή διακομιστής της πρότυπης γλώσσας, δηλαδή ένα κανάλι το οποίο ανήκει και περνάει από τη μέσα για να ανακλάται ευθέως ό,τι λέμε ή ακούμε καθημερινά έξω και των πρότυπων αλλά και μη πρότυπων πυκηλιών, κυρίως όμως πρότυπων πυκηλιών. Ένα ερώτημα είναι αυτό. Συνδέονται μεταξύ τους, και αυτό τα διαβάζω και τα τέσσερα. Ένα δεύτερο ερώτημα που συζητήθηκε αρκετά είναι, αν η τηλεόραση, ειδικά η τηλεόραση και το αλλιόφωνο, συμμετέχουν σε αυτό που ονομάζουμε την υποποίηση και εδραίωση της πρότυπης γλώσσας. Πώς να το πει κανείς διαφορετικά, έχει μια συμβολία ανάλογη του σχολείου η τηλεόραση, παιδευτική, μορφωτική, όπως ήθελαν οι ιδρυτές της δημόσιας τηλεόρασης μετά το πόλεμο, ή όχι. Ένα τρίτο ερώτημα είναι, εάν στο πλαίσιο αυτού που ονομάζουμε σήμερα τάση για προφορηκότητα, τάση για συνομιλιακό υφός, αν σε αυτό το πλαίσιο αναζητάει η γλώσσα της τηλεόρασης και του ραδιοφώνα, αλλά και του τύπου δεστερεμόνους, στοιχεία από τις μη πρότυπες ποικιλίες, δηλαδή τις κοινωνιολέκτους, όπως είπαμε προηγουμένως, την καθημερινή γλώσσα, τη γλώσσα του διαδικτύου και του καθεξής. Και το τρίτο είναι, εάν η γλώσσα, όπως ακούγεται στα κανάλια, αλλάζει την ίδια την νέα ελληνική, την πάει κάπου αλλού, την εμπλουτίζει, την φέρνει πιο κοντά στην αγγλική για παράδειγμα ή την ανοίγει σε πάρα πολλά καινούργια δάνεια και ούτω καθεξής. Τι λέτε για όλα αυτά ή για κάποια από αυτά, γιατί υπάρχουν και γενικές απαντήσεις και ειδικές απαντήσεις για κάποια από αυτά. Αν η σχέση, δηλαδή, ανάμεσα σε του ΜΕ και νέα ελληνική, είναι μια σχέση παρεδόση ή αν έχει το πάνω χέρι η ομιλούμενη γλώσσα ή τα μέσα. Είναι μια σχέση αλληλεεντετή και αλληλο Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό ήθος. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Νομίζω ότι έχει μεγάλη δύναμη η τηλεόραση, αλλά τρέφεται και από το μεθημερινό. Κυρίως να ακούσετε την εκφορά και το τραγούδι το ξέρουμε βέβαια. Ευχαριστούμε. Ευχαριστούμε. Φτάνει γιατί είναι επικέντρον όλοι. Στο διάλειμμα τελειώνουμε. Σας άρεσε. Λοιπόν, θα περάσουμε τώρα σε λίγο πιο συγκεκριμένα και με παραδείγματα, γιατί τώρα μιλάμε γενικά, γιατί συμβαίνει στη λόσα και κυρίως στο λεξιλόγιο, γιατί στο λεξιλόγιο είναι πιο εύκολο να παρατηρήσει κανείς αλλαγές. Ο όρος που έχω στο κυφάλαιο αυτό το λεξιλογική θερμοτυπία είναι αυτό που λέγαμε προηγουμένως η χρήση φορμουλευτής γλώσσας. Ουσιαστικά είναι αυτό. Προσπερνάω αυτές τις γενικότητες, οι οποίες ένα πράγμα λένε ότι είναι ανάγκη, θυμάστε πέρυσι λέγαμε για την αρχή της συμβατικοποίησης του ΠΟΑΓΕΤ, ένα διακείδωμα αυτή τη λέξη θα χρησιμοποιούσα για τον δημοσιογράφο κάθε ειδούς και του έντυπου και του ηλεκτρονικού λόγου και κάθε τι κάνει δημοσιογραφή, τι κάνει σχολιογραφή, τι κάνει συνέντευση, είναι ο χρυσός κανόνας ανάμεσα στον εύκολο, ευανάγνωστο, εύληπτο λόγο και εδώ προσέξτε λίγο τη διαφορά ανάμεσα σε γραπτό και προφορικό λόγο. Αν είναι μια φορά δύσκολο να γράψεις καλά και κατανοητά σε ένα περιοδικό ή σε μια εφημερίδα, ένα κοινό το οποίο κανείς μπορεί να το ξαναδιαβάσει, καταλαβαίνετε πόσο πιο κρίσιμο είναι να γράψεις για τη τηλεόραση ένα κείμενο που θα ακουστεί και θα φύγει, βέρπα βόλαντ, έτσι δεν είναι. Οπότε, εάν χάσεις αυτό το στίχημα να είναι από την πρώτη του ακρόαση κατανοητός ο λόγος του ραδιοφώνου της τηλεόρασης, αυτό το πράγμα σου φύγει, δεν μπορείς να το διορθώσεις, τελείωσε. Τα λάθη που είπε ο μέλος προηγούμενος που δεν διορθώνεται ακριβώς απώρια της συνεχής ροήσης του λόγου. Ποιο λάθη για πόνη συλλαβές η λέξη έχει, κλπ, έχει ρόλο όμως και ότι έχει καθάνατε λέξεις και είναι πολύ δύσκολο να τις πει ο Άγιος. Πόλη συλλαβές. Ναι, ναι, πολύ συλλαβές. Οπότε, πραγματικά, δεν περιορίζεται πολύ. Πόσες πολύ συλλαβές η λέξης έχει ένα δελτίο? Αυτό λέω. Ελάχιστης. Επίτηδες δεν υπάρχουν πολλές πολύ συλλαβές λέξεις για να είναι πολλά σαν πάντα. Μα δεν είναι και πολλές πολύ συλλαβές λέξεις. Εκτός αν επίτηδες θέλεις να γράψεις ένα κείμενο με λόγιο, λεξιολόγιο, με πολλούς επιστημονικούς όρους, με ισμούς κλπ. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό το πρόβλημα. Δεν είναι μόνο αυτό το πρόβλημα. Θα είναι, φυσικά. Στην περίπτωση αυτή που λες των πολύ συλλαβών λέξεων, ξέρω, επικαιροποίηση του μνημονίου, αν εννοείς μια τέτοια λέξη, εκεί το πρόβλημα δεν είναι μόνο αυτό. Είναι ο διπλοτονισμός. Εμένα, δεν ξέρω εσάς, σας ενοχλεί να ακούσετε η επικαιροποίηση. Δηλαδή, και παρατονισμός και δίπλοτονισμός σε πάρα πολλές λέξεις που όπως ο καν δεν τον καταλαβαίνω. Χώρια που και η μελλοντική καμπύλη της πρόθεσης είναι λάθος πολλές φορές, γιατί δεν τονίζει το καινούριο αλλά το παλιό. Λοιπόν, το σημαντικό λοιπόν είναι, για να ξαναγυρίσω στο προηγούμενο, ότι προσέξτε το αυτό. Δεν είναι καθόλου εύκολο, το λέω έτσι απλά, αλλά είναι, πώς να πω, είναι έργο ζωής για έναν άνθρωπο που γράφει ή μιλάει επαγγελματικά. Και για τον λογοτέχνη, είναι και για άλλους είναι, αλλά για εσάς, τους αδριανούς, δηλαδή, ανθρώπους της επικοινωνίας, είναι εξεγόντως δύσκολο, γιατί υπάρχει η πίεση του χρόνου, υπάρχει η πίεση που να πουλήσει αυτό που γράφω. Τώρα, αν είναι ένας φοιτητής, εντός μιας ποιητικής λογικής διαβάσης μάνα του και αδερφή του, δεν τρέχει και τίποτε. Αλλά μια εβδομάδα κλείσει, τρέχει και παρατρέχει. Το λέω αυτό, γιατί μιλάμε για μια παραγωγή λόγου η οποία είναι ακριβή, είναι κρίσιμη, είναι ανταγωνιστική κλπ. Έχει όλα τα χαρακτηριστικά της δυσκολίας και επιπλέον τις απαιτείες της αγοράς. Λοιπόν, στην περίπτωση λοιπόν αυτή έχεις να κάνεις με αυτό που λέμε σχεδιασμό ακροατηρίου, δηλαδή πρέπει να έχεις ζωντανό προστάσεις στο μυαλό σου, στο κοινό που θα σε διαβάσει, τι απαιτήσεις έχει σε κατανόηση, σε επίπεδο δυσκολίας λόγου κλπ. Αυτό λοιπόν το πράγμα το παλεύει η δημοσιογραφία με τη στερεοτυπία. Δηλαδή, έμαστε να το παλεύει, δεν έχει άλλο τρόπο. Και αυτό βέβαια έγινε από κάποιους πρωτοπόρους από τις αρχαίες περίπου του 17ου αιώνα, όταν πρωτοκυκλοφόρησαν εφημερίδες στην Ευρώπη, όπου, θα έλεγα, η λογιωσύνη των τότε εμμορφωμένων, που ήταν λίγη, υποχώρησε σιγά σιγά και διαμέσου τον αιώνα προσαρμόθηκε σε αυτό που ξέρουμε σήμερα ως εφημεριδικό λόγο, δηλαδή ένα λόγο που τα καταλαβαίνει είναι, ας πούμε, ο απόφυτος γυμνασίου, δεν χρειάζεται να είσαι πτυχιού, όσο κάτι παραπάνω. Και αυτό, θα έλεγα, είναι ακόμη πιο κάτω από άποψη κλούτου λεξιλογίου ή σύνταξη κλπ., στον ραδιοτυπτικό λόγο. Και ιδιαίτερα στον λόγο των εκμομών που τις βλέπει όλος ο κόσμος, όπως είναι το τηλεοτυπικό τελτίο, ή προηγουζώνει σήμερα. Να δούμε, λοιπόν, ειδικότερα τι γίνεται με το θέμα της στερεοτυπίας. Δύο μορφές στερεοτυπίας, ξεπορίζω, της χρειάζεται και τις δύο. Η δημοσιογραφία προηγουμένως ανέφερε, δεν θυμάμαι κάποια, την πρώτη μορφή, νομίζω, για διγόν, τον εκλαϊκευτικό ρόλο των μέσων. Α, είπες για το Sky, ότι έχει εκμομπές για την υγεία κλπ. Αυτές οι εκμομπές, από τη φύση τους, θέλουν όρους, για οικολογία, για ιατρική, για αερονασπηγική κλπ. Αυτό είναι το ένα κομμάτι, το φορμουλαϊκό που το χρειαζόμαστε. Το χρειαζόμαστε κι αλλού. Στο οικονομικό ρεπορτάζ, στο ασκητικό ρεπορτάζ κλπ. Στο διεθνές ενδεχόμενος, λίγο πολύ όλα τα είδη, των ιδέσεων και των ρεπορτάζ, έχουν το τεχνικό τους λεξιλόγιο. Κυρίως, όμως, εγώ θέλω να αναφερθώ στη δεύτερη κατηγορία, που είναι η κοινή σε όλα τα ρεπορτάζ, σε όλη τη γλώσσα, τη δημοσιογραφική φορμουλαϊκή γλώσσα, η οποία περιλαμβάνει δομές από το καθημερινό λόγο, που όμως έχουν αποκτήσει στη δημοσιογραφική γλώσσα, μια φόρτιση, λόγω του ότι είναι επαγγελματική γλώσσα. Ας δούμε μερικά παραδείγματα. Οι κατάστασεις έρχονται από σώματα κειμένων, αλλά είναι τόσο γνωστά, που δεν έχουν κάποιους ιδιαίτερους σχολιασμούς. Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει εκφράσεις, και δεν έχουμε διαβάσει εκφράσεις σαν αυτές. Πολλά εκπαιδεμένων απάντητα. Η κατάσταση παραμένει συγκεκριμένη. Οι εκτός ελέγχουν, οι δε περιγράφεται, καλύπτεται από πέντουπλο μυστηρίου. Αυτό το απίθανο, η αστυνομία χτενίζει κυριολεκτικά, δηλαδή πήρε μια χτένα μεγάλη, αυτό σημαίνει κυριολεκτικά, και χτενίζει την περιοχή. Μόνο περαιτό, είναι λάθος το να λες, χτενίζει, καταστρέφει στην μεταφορά, έτσι δεν είναι. Δεν παίρνει μεταφοράς πρώτα. Οι λιστές οπλισμένουν στα δόντια, το μοιραίο γιοταχεί έπεσε με λιμιότητα στο προπορευόμενο φορτίγο, οι γιατροί καταβάλλουν πάντα, κακά θέλει να δει προσπάθεια, οι κυνείς θέλει προσπάθεια, ο ασθενής δίνει μάχη προσπάθεια, και εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες, εκφράσεις κλεισέ, που είναι η πρώτη ύλη για οποιοδήποτε είδος είδησης ή ρεπορτάζ. Εδώ έχω μια κατανομή, και από εδώ και μετά, το έχω πει και άλλες φορές, είναι ευθύνη δική σας. Θα το δούμε και μετά το διάλειμμα με τρία ασθενειάσμένα παραδείγματα. Αυτή είναι μια καταγραφή που προέκυψε και έχει μόνο νοματικές φράσεις. Δεν είναι μόνο οι φράσεις, είναι κι άλλα στοιχιά. Θα πω ότι είναι η πιο εύκολα αναγνωρή συνημορφή φορμουλαϊκού λεξιολογιού. Πρέπει πάντως αυτό να αφαιρώνουμε. Είναι οι τελευταίες φράσεις. Αυτή είναι η πρώτη. Πρέπει να την μάθετε αυτή την πρώτη. Δεν υπάρχει έτοιμη πουθενά. Η συνεχή σε επαφή με τον δημοσιογραφικό λόγο και η εξυνίκεψη. Δηλαδή ο καθένας από εσάς, αν θέλει να ασχοληθεί, για παράδειγμα, το πολιτιστικό, θα πρέπει να αφαιρώσει χρόνο από τη ζωή του. Δεν θα μάθαινε κανείς αυτά από μια στιγμή στην άλλη. Και να αποδελτιώρει, να καταγράφει φράσεις τέτοιου τύπου και ολόκληρες προτάσεις καμιά φορά, μεταφορές όπως θα δούμε, οι οποίες επανέρχονται. Έτσι. Σαν αναγνωρισμό αμέσως. Από το άγρυα δολοφονία. Στα ερωτικά ή και μη ερωτικά εγκλήματα τι ποσοστό δεν χαρακτηρίζεται άγρυα δολοφονία. Πολύ μικρό. Οι πέσκοντες είναι άγρυες δολοφονίες. Οι δολοφονίες σε ψυχρό, ο δολοφόνος είναι πάντα δύστακτος βέβαια, διότι δεν υπάρχει δυστακτικός δολοφόνος. Και επίσης να προσέξετε ότι πάρα πολλές από αυτές τις φόρμουλες είναι μεταφορές. Είναι το ξέπλημα χρήματος ή μεταφοράδος, έτσι. Ή το τραυματική εμπειρία. Και αυτή είναι μια νεκρή μεταφορά, εκεί όταν καθιέσαι εσύ, το ομί βία. Πάμε σε ένα άλλο εξυλόγιο, δεύτερο. Το αθλητικό, Γιάννη. Τι είναι, ορίστε. Αγωνιστική υποχρέωση της ομάδας. Αθλητικό γεγονός, αιώνιος αντίπαλος, η αιώνια αντίπαλη, γνωστό. Το αμυντικό δίδυμο. Η κάθε τυπάσα, η καρφωτή κεφαλιά. Πώς να την πεις, την καρφωτή κεφαλιά, αλλιώς λέγεται. Μερικές φορές είναι τόσο πολύ καθιερωμένα, αυτά που δεν έχουν και εναλλακτικό τρόπο να τα πεις. Κεφαλιά ψαράκι. Ε, εντάξει, δεν είναι καθιερωμένο, όμως. Αυτό είναι παραθυντικό σύνθετο, με ενωτικό ανάμεση. Κεφαλιά, ενωτικό. Αυτά είναι τα πολύ καθιερωμένα που έχουν εκεί πάνω. Ο μοιραίος παίκτης, η πολύτιμη νίκη, η στυμμένη φάση. Το στυμμένη φάση, ιδιαίτερα όταν το πρωτοάπησαν, ένιωθα ότι είναι σαν αυτό που λέμε στυμμένο παιχνίδι, δηλαδή υπονομευμένο. Και πέρασε καιρός να καταλάβω ότι στείνει στην παλάκια ο Σουτάρης. Και τελικά αυτό σημαίνει, από ό,τι βλέπω. Το τρίτο, το οικονομικό λεξιλόγιο, το οποίο κι αυτό έχει τις ιδιαιτερότητες του, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια με την οικονομική κρίση, κατέχει, ας πούμε, τη μερίδα του λέγοντος στην δησογραφία και στην πρωινή ζώνη. Όλα από αυτά, γνωστά, χειλιοεκκομένα. Και βέβαια, μερικά ίσως και ξεπερασμένα, και θα πρέπει να συμπληρωθούν από κάποια άλλα. Βιάλυμα. Κάποιων ποικιλειών μη πρότυπων. Τώρα πάμε συλλοσχή μεταβόλησης, την αλλαγή δηλαδή της γλώσσας. Η γλώσσα δεν είναι μόνο μια μορφοποίηση, σε ένα ορισμένο διάστημα χρόνου και παγωμάτιση εκεί, συνεχώς σε λιωθεί, στρατά, τελειπά. Εδώ, σε αυτές τις διαφάνειες, πολύ γρήγορα θα δούμε τη συμβολή κυρίως της τηλεόρασης και προδιοφώνου σε ό,τι αφορά την ανανέωση αυτόν που λέμε πίπεδα μπροστά. Το λεξιλόγιο είναι το πρώτο όπου μπορεί κανείς, παρακαλώ, να δει αυτή τη συνησφορά. Δέστε, για παράδειγμα, δύο παιδεία, όπως λέμε, σημασιολογικά παιδεία. Το ένα είναι αυτό της οικονομίας, ενδεικτικά λέξεις ή φράσεις, όπως το αγορές, που μάλιστα παλιά, εγώ δεν το θυμάμαι, να λέγεται σε πληθυντικό αριθμό. Το αγορές, νομίζω, λέγεται ιδιαίτερα ως πληθυντικός, ενώ τα τελευταία χρόνια παλιά δεν το θυμάμαι σε πληθυντικό να λέγεται τόσο πολύ. Ακόμη και αυτό και η προσθήκη του αριθμού, ενδεικώς πληθυντικός, είναι και αυτό μια άλλαγη. Αλλά και φράσεις πολύ γνωστές και πολλές άλλες, λέμε τραπεζική αγορά, αναδιάρθρωση. Σκεφτείτε, ο μέσος άνθρωπος, πριν από 30, 40, 50 χρόνια που δεν υπήρχε τηλεόραση, πόσο δύσκολο ήταν να έχει πρόσβαση και να μπαίνουν στο καθημερινό του λεξιλόγιο λέξεις και φράσεις όπως αυτές. Σήμερα οι τελεόραστοι και το ραδιάφωνο τους διαχαίνουν αυτομάτως. Δηλαδή μόλις πρωτοκυκλοφορούν γίνονται γνωστές, διαχαίνονται αμέσως. Αναδιάρθρωση χρέους, επιμήκηση χρέους και όλα αυτά. Υπάρχει ένα, εδώ και πολύ καιρό βέβαια, επαγγελματικό λεξιλόγιο της τηλεόρασης που περιλαμβάνει γνωστές και λέξεις που προσθίζεται κάθε τόσο, από το πρωινάδικο και τα νούμερα μέχρι τη τηλεπερσόνα και τον πανελίστα που δεν λέγονταν, παλιότερα και εδώ και κάποιο καιρό τα ακούμε και αρκετά άλλα. Επίσης, έχουμε, είπαμε και την προηγούμενη ώρα ένα παράλυμμα νομίζω, λέξεις οι οποίες έρχονται ως δάνεια, για το τρόικα το λέω αυτό, οι οποίες λέξεις άλλωτε προσαρμόζονται και γράφονται με ελληνικούς χαρακτήρες, άλλωτε γράφονται όταν γράφονται με λατινικό αλφάβητο, άλλωτε ελληνοποιούνται με κάποια κατάληξη και άλλωτε όχι. Με κάποια παραδείγματα το come back, έτσι, το ακούμε, δεν ξέρω πόσο γράφεται, το casting, η audition, το κλυπ ή κλυπάκι αυτό ελληνοποιήθηκε, το jingle το ακούμε και ως τζιγκλάκι ή κάνω λάθος, ε? Επίσης η λέξη για τη μαζική επικοινωνία, media, δεν λεγόταν πριν από 20 χρόνια, δεν θυμάμαι να λεγόταν αυτή η λέξη, spot, σποτάκι, το live, αυτό δεν κλείνεται βέβαια, άπλυτον, του λαϊβίου ας πούμε δεν λέει, τα lives, δεν ξέρω, το follow άπιστος λιγότερο συχνά, το reality show που άρχισε να γράφεται και με ελληνικούς χαρακτήρες, τα λεξικά έχουν πρόβλημα πρέπει να σας πω και φυσικά και οι μησογράφοι, δηλαδή μερικές φορές ας πούμε το talk show παράδειγμα, το γράφετε με ελληνικούς χαρακτήρες, όπως tok tok, και όμως σε κάποια λεξικά άρχισε να το βλέπει κανείς με ελληνικούς χαρακτήρες, εγώ προσωπικά δεν το γράφω, ούτε το reality show το γράφω με ελληνικά, αλλά κάπου το βλέπει κανείς, δηλαδή υπάρχει και αυτό το πρόβλημα σε κάποιες πολυπισμοποιούμενες λέξεις, ακόμα και στο image ξέρω εγώ, πως θα γραφθούν, στην οικονομία επίσης όροι που πάντια έρχονται, άλλη μέρα, άλλη μέρα, το golden boys λέγεται, τώρα λίγο ξεπεράστηκε νομίζω, πάντως είναι παλιό μάλλον, ή το blue chips που λέγονταν για τις μετοχές, το blue chips, όχι μόνο να τα αλλάξει, αλλά ξεχάστηκε πιο όλα, δεν υπάρχει το αριστικό, ναι όχι δεν υπάρχει για όλα, το golden να το γράφεις τώρα με ελληνικούς χαρακτήρες, τα χρυσά αγόρια του μπάσκετ ή του βόλεμ μπορείς με μία άλλη σημασία, δηλαδή πρωταχλητές, αλλά το golden boys, αυτό είναι μεταφορά έξω από το golden, αν και έχει δύο ειδών μεταφορικές χρήσεις, στη μια έχει να κάνει με το χρήμα, στην άλλη έχει να κάνει με το χρυσό μετάλλι, πάρα πολλές λοιπόν, αρκετές περιοχές του λεξιολογίου εμπλουτίζονται από την τηλεόραση, επίσης έχουμε μια σειρά από παράγωγα ή σύνθετα τα οποία δεν τα επινοεί η τηλεόραση, αλλά σίγουρα τα πρημοδοτή και με την καθημερινή χρήση τα έδρυο, όπως η τηλεόραση μόνο, τα μέσα γενικώς, όπως πάρα πολύ οι Ισμοί, μερικοί είναι παλαιοί, αλλά σίγουρα τα μέσα τους έχουνε καθιερώσει, εκ δημοκρατισμός, κομματισμός, αρχηγισμός, αυριανισμός και πολλά άλλα. Επίσης, λέξεις που αρχίζουνε με κάποια συνθετικά, το τι λέγεται τηλεόραση είναι πολυσχετισμένο, ή το ποιηση είναι κάτι σαν το Ισμός μια ορισμένη μερίδα του τύπου, κυρίως αρέσχεται πολύ σε τέτοια υπουργοποίηση, υπαλληλοποίηση, οικομεδοποίηση και ούτω καθεξής. Εδώ έχω ένα απόσπασμα από το λεξικό μιας καθηγήτριας φιλοσοφικής που λέγεται αντίστροφο λεξικό. Αυτό, να σας πω μια κουβεντούλα για αυτό το λεξικό, αυτό είναι λεξικό για στοιχουργούς, ποιητές και δημοσιογράφους. Ξέρετε τι είναι αυτό, οι λέξεις ανάποδα, δηλαδή δεν μπορείς να τις βρεις αλφαβητικά, τις βρίσκεις από το τέλος προς την αρχή. Θα μου πεις πού είναι χρήσιμο τώρα αυτό το πράγμα. Βεβαίως, οι λέξεις καταρχήν αποτελούνται από δυο κομμάτια. Το ρυζικό μέρος και την κατάληξη. Το ρυζικό μέρος είναι λεξικό μέρος. Ας πούμε το παιδί, το οποίο σχετίζεται με το παιδικός, παιδίατρος και παιδονόμος και παιδιά. Α, για το γραμματικό κομμάτι, η κατάληξη ας το πούμε, το η, παιδί, σκαμνή, ραβδί και λοιπά. Όλα αυτά έχουν μια πυκνωμένη σημασία, που σημαίνει ουδέτερο, σημαίνει ελληνικός αριθμός, σημαίνει ονομαστική, ξέρω, κλπ κλπ. Α, για το αντίστροφο λέμε τώρα, έτσι. Ξεκινώντας λοιπόν από το γραμματικό κομμάτι των λέξεων, μπορείς σε αυτό το λεξικό να βρεις όλες τις λέξεις που τελειώσουν σε ισμός. Όλες τις λέξεις που τελειώνουν σε οδης, ομέρα ή ταν. Έτσι, και πάρα πολλές άλλες. Σε ε, του τύπου λαμέξ, ρογόκερ, κουρελέκ. Αυτό είναι πολύ χρήσιμο για αν ο οποίος θέλει να κάνει ρωσικά παιχνίδια στη διαφήμιση σε τίτλους. Για αυτό λέω σε εις δημοσιογράφους. Εμπάτως, σε αυτό το λεξικό, από αυτό το λεξικό πήρα στοιχεία, εδώ τα έχω γυρίσει στο ευθύ. Και από μακριά έδωση όταν τα λάπω μαρκάρι, θα τα δείτε σπίτι με μαύρα. Το τι λέει, έχει δύο σημασίες. Το μακριά, το αρχαίο δηλαδή, και το της τηλεόρασης, το της τηλεόρασης. Οι μαρκαρισμένες είναι λέξεις που έχουν να κάνουν με την τηλεόραση. Όπως ας πούμε, τηλεμετάδοση, τηλεμάρκετη, τηλεμαραθώνιος, τηλενουβέλα, τηλεορασάκες και διάφορα. Πώς? Αναστασία. Το έχω το όνομα με επόμενη διαφάνεια. Αυτό εδώ είναι. Είναι το αντίστροφο λεξικό της Νέας Ελληνικής. Εγώ νομίζω ότι αν σας περισσέγω, δεν με έβαλε να το διεθυμίσω. Και είναι καθήκεντρια μου και έχουν πολύ καλυστές. Είναι ένα από τα, πέρα από τα βασικά λεξικά που πρέπει να έχει κανείς, που είναι τα ερμηνευτικά. Και θα τα πούμε αυτά αργότερα, μιλώντας για τα λεξικά. Το δεύτερο δώρο που πρέπει να κάνει κανείς στον εαυτό του μεγάλο ερμηνευτικό, είναι το λεξικό του Βοσταντζόγλου. Το λογικό λεξικό. Κυρίως για συνώνυμα. Αν θέλεις να βρεις συνώνυμο και δεν σου έρχεται, αν θες να βρεις μια σπανιότερη λέξη συνώνυμη και λοιπά, είναι αναντικατάστατο εργαλείο το λεξικό Βοσταντζόγλου. Θα λέω ότι το τρίτο δώρο για έναν επαγγελματία στον εαυτό του, είναι το αντίστροφο λεξικό. Αν έχετε πάθος και αγάπη για τη διπλώσανη, αυτά τα τρία, τρεις κατηγορίες, μην θεωρηθεί ότι διαθυμίζουν κάποιους συγκεκριμένους, τρεις κατηγορίες. Αυτό είναι το μοναδικό, δεν υπάρχει δεύτερο αντίστροφο. Υπήρχε ένα παλιό ξαντλημένο. Το Βοσταντζόγλου επίσης είναι μοναδικό, δεν υπάρχει δεύτερο. Οι ερμηνευτικά υπάρχουν αρκετά. Το πρώτο που θα πρότεινα είναι η πανεπιστημίου μας, η πανεπιστημίου που είναι και πολύ καλό εξαλλούς, δηλαδή και το μον. Λοιπόν, αυτά ως παραδείγματα παραγωντικότητας, λέξεων οι οποίες εμπλουτίζουν τη γλώσσα και προέρχονται από τα μίντια. Επίσης, δυο λόγια να πούμε για τη σύνταξη και για άλλα επίπεδα. Η σύνταξη είναι λιγότερο, ίσως, ενδιαφέρουσα, δηλαδή δεν είναι με την πρώτη ματιά να γνωρίσουμε μια αλλαγή στη σύνταξη, όπως το λεξιλόγιο, ενώ το λεξιλόγιο φαίνεται πολύ εύκολα. Εδώ έχω παραδείγματα από, θα λέγα, λάθη, επειδή αναφέρεσες και στα γλωσσικά λάθη, υπάρχει μια ρήση η οποία λέει λάθη του χθες, κανόνες του σήμερα. Λάθη του χθες, κανόνες του σήμερα. Ο πατέρας του πατέρα είναι λάθος. Προήλθε από την αιτιατική της τρίτης κλήσης ο πατήρ του πατρός τον πατέρα, που στα ελληνιστικά χρόνια έγινε ο πατέρας του πατέρα. Εκείνη την εποχή ήταν λάθος. Σήμερα ποιος διανοείται να πει ότι ο πατέρας είναι λάθος. Έχουν περάσει τόσοι αιώνες από το τέλος. Θέλω να πω ότι πολλά πράγματα που κάποια στιγμή θα θεωρούμε λάθη, σε μια επόμενη φάση μπορεί πια να μην θεωρούνται λάθη. Το διαρέω την είδηση, την πληροφορία, το πασίγνωστο, το οποίο έγινε και διαρροή. Εγώ μεγαλώντας ήξερα τη διαρροή της ολύνα. Τη διαρροή νερού ή αερίου κλπ. Η διαρροή πληροφορίας δεν υπήρχε και μάλιστα το ουσιαστικοποιημένο από διαρροές μάθαμε. Αυτό το διαρροές προέρχεται από την σύνταξη διαρέω κάποιος διαρέει την είδηση. Παλιότερα ξέραμε ότι ο Στριμώνας διαρέει τον κάμπο της των Σερών. Τέτοιου τύπου. Ή ο Νίλος την Αίγυτο. Δεν υπήρχε αυτή η σύνταξη. Την διαθέρωσαν τα μέσα. Αγγλισμός είναι το επικοινωνώ το μήνυμα. Το ρήμα στα παλιότερα λεξικά δεν έχει αντικείμενο. Επικοινωνώ με κάποιον. Δεν λέμε επικοινωνώ το μήνυμα. Λέμε μεταδίδω. Λέγαμε μεταδίδω. Τώρα έγινε και μεταβατικό το ρήμα. Και λοιπά και λοιπαλή. Όταν παίρνουν φωτιά τα δάση ακούμε ότι τα ελικόπτερα επιχειρούν. Δεν υπήρχε αυτή η χρήση παλιότερα. Και πολλά λάθησης φωτιάς γίνονται όταν χρησιμοποιούν το χωρό αναζωπηρώντα και η φωτιά. Και κάτι που δεν ισχύει. Γιατί ο Ροκοφυσάης, ξέρω εγώ. Ο Ροκοφυσάης δεν είναι ο Ροκοφυσάης. Είναι ο Ροκοφυσάης, ο Ροκοφυσάης. Α, ναι. Εδώ μιλάς για μάλλον ακαταλληλότητα επιλογής του ρήματος μέσα σε ένα πυροβάθμι. Επειδή έχω παράδειγμα για τη φωτιά θα το δω μετά. Πολύ πιθανόν, ναι. Οι κατηγορίες των λαθών είναι πάρα πολλές. Το δίδα το ανέφερα προηγουμένους. Εδώ αν θέλετε σημειώστε υπάρχει ένα βιβλίο Νάκα Γαβριηλίδη. Δύο συναδέλφων. Πολύ χρήσιμο για εσάς. Από τα λίγα που υπάρχουν έτσι για γλωσσικά θέματα της δημοσιογραφίας. Αυτοί έχουν κάνει μια ανθολόγηση τέτοιων παραθετικών σύνθετων όπως λέγονται. Άνοιγμα, ρε κόρθι, μέσ' φωτιά, εκλογία, στρίλερ. Κάποια στιγμή θα σας δείξω. Έχω κάνει κι εγώ μια συλλογή από πρωτοσέλληλα. Υπάρχουν αρκετά και συνεχώς προσθήθενται τέτοια παραθετικά σύνθετα. Είναι αποκλειστικά δημοσιογραφοί. Που ύφους και γλώσσες κατασκευές. Και τώρα, εξότια φορά τα πρωτοσέλληλα κυρίως, έχουμε την περίπτωση αυτή που ονομάζεται από την αρχαία ρετουργική σύλληψη και οδηγεί σε προς κάποια παιχνίδια του τύπου. Υπάρχει το έργο χειροσύνμα αγάπημα. Με αυτό γίνεται μια φόρμουλα για να παίξεις και το κάνεις εξουσία, αγάπημα ή χρήμα. Αυτό λέγεται συλληψής. Στη διαφήμηση πάρα πολύ συχνό. Τώρα για την προφορικότητα, γρήγορα-γρήγορα, στην οποία ήδη έχουμε αναφερθεί, να προσέξετε αυτήν εδώ ότι διαφάνεται την επόμενη, είναι πάρα πολύ μεγάλο, πολύ συζητημένο και δύσκολο, δύσκολο στην περιγραφή του και καταγραφή όλων των μορφών προφορικότητας. Πρέπει εδώ να πω κάτι το οποίο δεν έχω στις διαφάνειες και θα ήθελα να μείνει άλλο πράγμα προφορική γλώσσα και άλλο προφορικότητα. Προσέξτε το αυτό. Άλλο πράγμα είναι προφορικός λόγος και άλλο προφορικότητα. Η προφορικότητα είναι μια έννοια πιο ευρύα και εφαρμόζεται και στον γραπτολόγο. Δεν είναι ανάγκη να τη ρυζηδέσουμε να την καθίσουμε με τον προφορικό λόγο. Ορισμένα χαρακτηριστικά είναι αυτά που βλέπετε σε αυτή και στην επόμενη διαφάνεια. Παράδειγμα, όταν χωρίς να αλλάξεις το θέμα, αλλά εις το υποκείμενο, πολύ συχνό στον προφορικό λόγο, δέστε το παράδειγμα, ο πρωθυπουργός τον υποδεύτηκαν, το ίδιο πρόσωπο είναι. Ο πρωθυπουργός και το τον είναι το ίδιο πρόσωπο, αλλά αλλάζει το υποκείμενο, αλλάζει σύνταξη. Αυτό είναι, εν αλλαγή, όπως λέμε, θέματος και σχολείου. Αλλά μην μπούμε σε τεχνικά γλωσσικά θέματα. Θέλω να πω ότι ένα από τα πολύ συνηθισμένα στοιχεία προφορικότητας, εν τη ρήμη του λόγου, είναι αυτή η αλλαγή του υποκειμένου. Υπάρχουν πάρα πολλές ελλειπτικές δομές, όπου συνήθως αποκόπτονται, απαλήφονται, λέγονται λέξεις που μπορούν να εννοηθούν εύκολα, όπως είναι βοηθητικά και επιβοηθητικά ρήματα και γραμματικές λέξεις, άρθρα και λοιπά. Ένα άλλο στοιχείο προφορικότητας δημοσιογραφικό είναι η χρήση του ενεσόδας στις θέσεις του μέλλοντα. Πολύ συχνά ακούμε, βλέπουμε σε λεζάντες προτάσεις του τύπου με το πρώτο, «Συναντάτε, άγριο πρωθυπουργό, θα συναντηθείς, συναντάτε». Αυτό στην δημοσιογραφική, όχι στην δημοσιογραφική, στην γλώσσα, την επιστημονική της μελέτης του λόγου, της τηλεόραση, λέγεται παροντοποίηση. Υπάρχει μια τάση, εδώ και καιρό στην ραδιωτική γλώσσα, να σπρώχνονται, θα λέγα, τα πράγματα όσο περισσότερο κοντά στο τώρα, εδώ και τώρα γίνεται. Άρα να συρρυπνούνται και οι γραμματικοί χρόνοι και να πηγαίνουν προς τον ενεσόδας, να δυνατίζει ο μέλλοντας, ο αόριστος και όλοι οι άλλοι χρόνοι. Ένα άλλο στοιχείο προφορικότητας, στα τηλεοπτικά δεν και ιδιαίτερα, είναι η εξωφορική δήξη. Δηλαδή, εδώ βλέπουμε τώρα, έτσι, και ο δημοσιογράφος, ο ρεπόρτερ κυρίως, με τη βοήθεια της κάμερας δείχνει ένα σημείο, δείχνει ένα πρόσωπο, δείχνει ένα βουνό, ένα δάσος, οτιδήποτε. Επίσης, πάρα πολλά στοιχεία που έχουν να κάνουνε με ράχη του προφορικού λόγου, όπως είναι επαναλήψεις, δικαιολογημένες ή αδικαιολόγητες, επανεκκινήσεις, πάμε να ξεκινήσουμε κάτι και μετά από λίγο το ξαναξεκινάμε για διάφορους λόγους, γιατί το ξανασκεφτόμαστε, κάποιος μας εμποδίζει να συνεχίσουμε και λοιπά. Αυτοδιορθώσεις, αυτά όλα είναι γνωρίσματα του αυτοσχέδιου, του αυθόρμητου προφορικού λόγου. Υπάρχουν και μερικά ακόμη, έτσι σαν μια πρώτη καρτογράφηση της προφορικότητας. Πολλά στοιχεία είπαμε και την προηγούμενη ώρα που έχουν να κάνουν με το προφορικό εκφόρυμα. Έχω να σας δείξω αλλά δεν τις ώρας πολλά παραδείγματα εμφαντικού τονισμού, αδικαιολόγικου εμφαντικού τονισμού ή λαθασμένου εμφαντικού τονισμού του τύπου ή Θεσσαλονίκη, ξέρω εγώ θα φιλοξενήσει το Φεστιβάλ Κινηματογράφου για παράδειγμα ή η Θεσσαλονίκη θα φιλοξενήσει το Φεστιβάλ Κινηματογράφου. Λες και υπάρχει αντιπαράσταση με κάτι που είναι κάτι άλλο κινηματογράφου, όχι Φεστιβάλ. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι πολλοί δημοσιογράφοι ή δεν ξέρουν ή αδιαφορούν για τη πολύ μεγάλη σημασία που έχει η ιδιακή μας της φωνής. Και όταν λέω φωνή ενώ όλα τα χαρακτηριστικά της φωνής. Ενώ την ένταση μιλάμε και φωνάζουμε, οι δημοσιογράφοι ενώ, πιο αδυνατά από τα παλιότερα. Σίγουρα, κανόνας αυτό, στο πλαίσιο του εντυπωσιασμού της καθήλωσης του τηλεφιατή. Το νιώθετε ή δεν το νιώθετε, μάλλον το παρατηρείτε αυτό το πράγμα. Φωνάζουν πάρα πολύ. Δεν ξέρω αν είναι ιδιαιτερότητα της Ελλάδας αυτό το πράγμα. Αλλά η ένταση, τα δεσιμπέλ δηλαδή, ή των δελτίων που έχουν απασχολεί στη δέντρα. Νομίζω ότι είναι καλά στους διαπληκτισμούς και στα παράθυρα δεν το συζητώ. Εκεί πέρα χάνεις πια το... Νομίζω ότι είναι κυρίως ελληνικό φαινόμενο του πλάσης και ομαντικότητας της φωτή. Είναι πολύ ειρεμική το πραγματικό. Μην πάτε πολύ μακριά. Εγώ παραθέσα την Κύπρο. Ακούτε, βλέπετε καθόλου το RIG. Θυμάμαι πότε ξέσπασε η κρίση στην Κύπρο η τραπεζική. Κανένα χρόνο έχει, δύο. Μου ήταν πάρα πολύ εντύπωση η διαφορά των πάνελ εκεί και των πάνελ εδώ. Καταρχήν, σεβασμός στον οικοδεσπότη, στο πότε έδινε το δικαίωμα του λόγου, πότε το αφαιρούσε κλπ. Σεβασμός στο συνομιλητή. Πολύ λίγες επικαλύψεις και διακοπές. Τι είναι αυτά που λες, ξέρω εγώ κλπ, που τα έχουμε ψωμωτή. Και πολύ πιο χαμηλή ένταση. Πολύ μεγάλη διαφορά. Σίγουρα σε μεγάλο βαθμό είναι ελληνικό φαινόμενο η ψηλή ένταση. Επίσης, και το τονικό ύψος είναι. Δηλαδή, οι στριγγές φωνές, τα υποουρλιακτά, όπως πάντων οι πολύ ψηλές νότες, τα χέρτζα, ας το πούμε έτσι, της φωνής. Πιο πολύ όμως, ναι, η επιτάχηση του ρυθμού. Ένα άλλο γνώσμα που το ανέφερα και αυτό είναι ένα στοιχείο προφορικότητας, οπωσδήποτε έστω προβληματικής προφορικότητας, η συρρήγγωση των παύσεων. Καθώς, προσέξτε το, οι αυριάνοι ρεπόρτερ, οι λέξεις και κυρίως οι προτάσεις πρέπει να διακρίνονται από σταματήματα της φωνής, γιατί εκεί ολοκληρώνονται νοήματα. Εάν τρως τις πάυσεις, συγκολάσεις τα νοήματα, κάνεις πιο δύσκολη την κατανοή σου λόγου από έναν άνθρωπο μεγάλη της ηλικίας, από έναν μικροπαιδί, από έναν που κάνει και κάτι άλλο εκείνη τη στιγμή και δεν προσέχει. Αυτά είναι πολύ σημαντικά λειτουργικά στοιχεία για οποιοδήποτε δημοσιογραφό, όπως τον εκφωντή και τον ρεπόρτερ, τους συμμετόχους ενός πάνερ. Καντάκληση του επικτονισμού ιωνίας. Ναι, σοβαρά. Αυτά είναι ανεπίτρεπτα πράγματα για μια συζήτηση που την βλέπει όλη Ελλάδα, που είναι για σοβαρά θέματα και λοιπά, για να μη μιλήσω και για προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, για μπροσά γενή και λοιπά. Και τέλος, μερικά φαινόμενα τα οποία έχουν να κάνουν και με τα μη δησογραφικά είδη και μέσα, όχι μόνο με την δημοσιογραφία, αλλά πρέπει να τα έχει σημαντικά ίσως φαινόμενα, προφορικότητας. Είμαστε στο πεδίο αυτό ακόμη, έτσι. Υπάρχουν ορισμένα ιδιώματα, ας τα πούμε έτσι, που δίνουν συνέχεια λέξεις και φράσεις. Κι εχένη να βλέπω υλικό από Facebook για μια έρευνα, το έχω ξαναπεί. Μου κάνει εντύπωση πόσο διακοτησμένο είναι το Facebook από αυτό που θα λέγαμε λόγω του διαδικτύου, από αρκτικόλεξα, ας πούμε στη θέση του LOL τώρα βλέπω το FD για παράδειγμα, έτσι, γιατί σας θα τα ξέρετε αυτά. Πέστε σε κάτι που λέγεται Urban Dictionary, τυχαία το βρήκα, όπου βρίσκεται κανείς πολλά από αυτά, αρκτικόλεξα, slang της Αγγλικής, καινούργια, φρέσκια, που τα πιτσρίκια τη μαθαίνουν πριν από τους Άγγλους, και βλέπει κανείς εκφράσεις που δεν τις καταλαβαίνει στην αρχή, μετά καταλαβαίνει σιγά σιγά. Είναι αρχικά, αλλά σέχασα και εγώ τι σημαίνει, πάντως χρησιμοποιείται αντί του μ' έκανες και γέλασα με αυτή την έννοια, όταν θες να βγεις στην έφημη διάθεση. Δεν το ξέρεις, ε? Παίρνει άλλα χρόνια. Λοιπόν, και άλλα, όχι μόνο αυτό, και άλλα. Ας πούμε ότι αυτά ανήκουν σε αυτό το ευρύ περίο της λεγόμενης γλώσσας των σχολειών εντός εισαγωγικών, γιατί δεν είναι πρόκτυα για κανονικές γλώσσες, αλλά υπάρχουν και άλλα παραδείγματα, υπάρχει και η μαγερική, η γαστρονομία, και υπάρχει και το άσσενο λεξιλόγιο, έτσι, δηλαδή αυτό που το βλέπω ως μούλου, μούλουκου στο Facebook, λέγεται και ολόκληρο πλέον, έτσι, ή γράφεται ολόκληρο, ενώ παλιότερα, οι εφημερίδες φιλώντας παλιότερα γράφονταν με μη και τρεις τελείες, ή δεν γράφονταν ποτέ και λοιπά, γενικά υπάρχει μια πολύ μεγαλύτερη ανοχή στο άσσενο λεξιλόγιο για να μην μιλήσω και για άλλες λέξεις, φράσεις, κλπ. Έτσι, γενικά μιλώντας θα λέγαμε ότι τα μέσα, αυτό έχει μελετηθεί και εξηγηθεί, γιατί δεν θέλω να ανοίξω τώρα στην ερμηνεία, έχω πει, νομίζω, και μια άλλη φορά, ότι ο Faircloth εκμεταλλευώνει σε μια παλιά ιδέα του Χάμπερμας για επικοισμό της επικοινωνίας από την κουλτούρα της αγοράς, μίλησε, αυτό μόνο θα πω, είναι σημαντικό για αυτό το λέω, για στροφή όλης της δημόσιας επικοινωνίας σε αυτό που ονόμασε informalization, ατυποποίηση, ανεπισημοποίηση, αυτό είναι φαινόμενο το οποίο εξηγεί πάρα πολλά επιμέρους φαινόμενα, και το σωμιλιακό υπόσχεδρο και την προφορικότητα, πάρθει ένα είδος εκδημοκρατισμού του δημόσιου λόγου, καλώς ή κακώς εννοώ, κάτι που οδηγεί σε γνήσεις μορφές, συνομιλίας προφορικότητας, αλλά και σε παρεξυλίσεις μορφές. Επειδή ο χρόνος είναι πολύ λίγος, παραλείπω μια συζήτηση για το αν θα χρεώσουμε, ειδικά στα λαδιβιολογικά μέσα, μια γλωσσική καχεξία, μια ευθύνη μεγάλη για την ποιότητα ή την κακή επιρροή, ας πούμε, στην νεαελληνική, την αφήνω αυτή τη συζήτηση, γιατί όπως θα δείτε είναι ανοιχτή και δεν έχει με έρευνες αποδειχθεί ότι τηλεόραση φταίει το ραδιόφωνο για την κακή ποιότητα του δημόσιου λόγου σε καμιά χώρα. Και θα περάσω στα δύο άλλα θεματάκια που είναι κυρίως σε παραδείγματα στριγμένα και θεωρώ ότι είναι και πολύ χρηστικά. Είπα και στην αρχή ότι το φορμουλαϊκό λεξινόγιο πρέπει να το αναζητήσετε μόνοι σας, να το αναζητήσετε συνεχώς. Έχω λοιπόν εδώ τρία παραδείγματα σχετικά σε μια άλλη σειρά διαφανιών. Να εξηγήσω λιγάκι τον τίτλο. Εννοιακές μεταφορές, conceptual metaphors και λεξικές παραθέσεις, όπως λέγονται στις lexical locations, αυτή είναι η όρη και τι σχέση έχουμε μεταξύ, τι σημαίνει, τι σημαίνει, οι ορισμοί δίνονται αμέσως στη συνέχεια. Το εννοιακές σημαίνει ότι αυτές οι μεταφορές είναι σχήματα νοητικά, αφυρημένα ας το πούμε, τα οποία μας βοηθούν και να σκεφτόμαστε και να επικοινωνούμε με ένα τρόπο πολύ βασικό και υποστηρίζονται, εκφράζονται, λοποιώνται μέσα στη γλώσσα, κυρίως με φρασούλες μικρές, οι οποίες έχουν μια επαναληπτική ας το πούμε δομή, αυτό σημαίνει συμπαραθέσεις, δηλαδή η μια κοντά στην άλλη είναι σε μια σταθερή γυννιάση, δεν μπορείς να τις αλλάξεις εύκολα, αλλά δεν είναι και εντελώς ανάλαβες. Ας πάμε όμως στη λίγη θεωρία που απολυθεί και στα παραδείγματα και θα καταλάβετε για ποιο πράγμα μιλάμε. Όλη αυτή η ιστορία ξεκινάει από μια θεωρία, αυτό το βιβλίο έχει μεταφραστεί από το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, σας το προτείνω για τις διακοπές και για την θάλασσα, είναι ένα πραγματικά βασικό βιβλίο, λέγεται «Metaphors we live by», η μεταφράση των οποίων ζούμε. Έτσι, είναι καλή η μετάφραση, όχι αριστερά αλλά καλή. Η βασική θέση, κυρίως του Λέικοφ που έχει γράψει και πολλά άλλα πράγματα από τότε, είναι αυτή που βλέπετε εδώ, ότι μεγάλο κομμάτι λέει, προσθέξτε, του ανθρώπινου λόγου και του διαλόγου μεταξύ υποκειμένων, αλλά και της σκέψης, είναι μεταφορικά δομήμα, αυτό είναι πάρα πολύ βασικό. Δηλαδή, δεν ανταλλάσσουμε θα λέγα κύριο λεξίες, ανταλλάσσουμε μεταφορές σε πολύ μεγάλο βασμό. Θα το δείτε από τα παραδείγματα. Γιατί? Διότι η μεταφορά έχει δύο τεινά. Το πρώτο είναι, πολύ μεγάλη οικονομία στην γλώσσα η μεταφορά, πάρα πολύ μεγάλη. Δηλαδή, αυτές οι ενιακές μεταφορές είναι σχετικά λίγες. Πολλοί έχουν καταφέρει και τις κατέγραψαν. Ας πούμε, υπάρχει ένα άλλο πολύ ωραίο εισαγωγικό βιβλιαράκι, αν θέλεις να μελετήσεις τη μεταφορά, ενός Ουγγρου που λέγεται Κέβεσες, που είναι από τους πρωτοπόρους ας πούμε αυτού του χώρου, ένα πολύ ωραίο βιβλιαράκι, που έχει μια λίστα στο τέλος με καμιά διακοσαριά περίπου τέτοιες ενιακές μεταφορές, που καλύπτουν σχετικά τα πάντα. Είπα ότι έχει δύο νορίσματα βασικά η μεταφορά. Το ένα είναι η μεγάλη οικονομία και το άλλο είναι η δυνατότητα να μας φιλήσει για το δύσκολο με τη βοήθεια του εύκολου, για το μακρινό με τη βοήθεια του κοντινού, για το σύνθετο με τη βοήθεια του απλού. Αυτή είναι η μεγάλη χρησιμότητα της μεταφοράς. Και πρέπει να ξεχάσετε λίγο τη μεταφορά σαν στοιχείο της λογοτεχνίας. Πρέπει δηλαδή να τη δείτε σαν μία ζύμη, η οποία υπάρχει στην ουσία της μπλόσεως, σε όλων των μπλόσεων, έτσι, όχι μόνο της δικηθάς, εννοείται. Θα το δούμε λίγο παρακάτω πιο συγκεκριμένα. Δύο βασικές έννοιες που χρειαζόμαστε και τις καθιέρωσαν αυτοί οι δυο, στο βιβλίο τους, είναι η έννοια source domain και target domain. Δηλαδή, source domain είναι το πεδίο από που παίρνεις μια μεταφορά, μια έννοια, και το target domain είναι το πεδίο το οποίο θες να εξηγήσεις. Δηλαδή, το πρώτο είναι το πιο εύκολο, το πιο ικείο, το πιο κοντινό, το δεύτερο είναι το πιο μακρινό. Γιατί λέμε τα πόδια του τραπεζιού, το πόδι του. Έχει το τραπέζι λέει πλειονταρές για πόδια. Θα μπορούσαμε να το πούμε κάπως αλλιώς, με μία άλλη λέξη. Να που έτσι, το δικό μας ή το εγχειρισμένο και το πόδι του τραπεζιού που δεν είναι πόδι ανθρώπινη, είναι κάτι άλλο, θα μπορούσαμε να πούμε, ξέρω εγώ, το ξύλινο στήριγμα, κάτι άλλο. Και στήριγμα να πούμε πάλι, είναι ίσως μεταφορά με μία έννοια, αλλά ας το. Έτσι λοιπόν, επειδή το μέλος του σώματος, χέρι, πόδι, κεφάλι, είναι πιο κοντά, πιο ικείο από κάτι που είναι έξω από εμάς, που είναι ένα έριπλο, γι' αυτό λέμε πόδι του τραπεζιού. Λέμε κεφάλι της καρφίτσας ή λέμε λαιμός του μπουκαλιού. Κανείς δεν σκέφτεται τι είναι η μεταφορά σας, αλλά σκεφτείτε την οικονομία, να έπρεπε γι' αυτά τα πράγματα, για το κεφάλι της καρφίτσας να έχουμε μία άλλη λέξη, για το λαιμό του μπουκαλιού να έχουμε μία άλλη λέξη, να δουλεύουμε, ξέρω εγώ, το πάνω στενό μέρος του μπουκαλιού ή κι εγώ, ξέρω τι άλλο. Και αυτό να το φανταστείτε σε όλο το έμβρος των γλώσσων. Αυτές λοιπόν οι συσκεπίσεις, έτσι δουλεύουν λέει ο Λέκος, οι μεταφορές, με τη βοήθεια κάποιων γλωστικών εκφράσεων κάνουν όλη τη δουλειά που χρειαζόμαστε. Λύγει ακόμη η θεωρία και πάμε στα παραδείγματα. Οι μεταφορές, λέει, κάνουν και μία ένταξη στον ΣΥΤ, κυρίως τριών εδών. Η πρώτη κατηγορία, σας ενδιαφέρει πάρα πολύ εσάς, ειδικά στη συνέντευξη. Ένα από τα θέματα που τα συζητάει πολύ στο βιβλίο είναι ότι η αντιπαράσταση επιχειρημάτων είναι πόλεμος. Είναι μια τέτοια ενιακή μεταφορά. Σκεφτείτε λίγο εκφράσεις, υπερασπίζομαι τη θέση μου. Επιτύφαμαι στο συνομιλητή μου. Η λέξης τηλεμαχία, τηλεοπτική αντιπάραση, η λέξη διαξυφισμή, όλες παραπέμπουν στην ιδέα ενός πολέμου, σύγκρουσης επιχειρημάτων. Δηλαδή, πώς σκέφτεται το ανθρώπινο μυαλό, και προσέξτε εδώ, δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ πολιτισμών. Όλες λίγο πολύ οι γνωστές γλώσσες, τουλάχιστον στο δυτικό κόσμο, αντιλαμβάνται με τον ίδιο τρόπο την ανταλλαγή απόψων. Σε καμία περίπτωση, δεν είναι ας πούμε το χέρι-χέρι. Δεν είναι το αγκάλιασμα, δεν είναι κάτι άλλο. Είναι πάντα σύγκρουση όταν έχουμε επιχειρηματολογία. Μια κατηγορία λοιπόν είναι αυτές οι λεγόμενες δυομικές. Μια άλλη κατηγορία είναι οι προσανατολιστικές, λιγότερο ίσως συνηθισμένοι. Εγώ θέλω να μείνω και στην τρίτη λίγο, οντολογικές. Δέστε λίγο τον ορισμό, είναι η τρόπο της όπου δουλεύουμε, συμβάνται δραστηριώσεις και λοιπά, όσους οντόντες και ουσίες. Μια πολύ γνωστή μεταφορά είναι το μυαλό είναι μηχανή. Σκεφτείτε πόσες φορές έχετε πει δεν λειτουργεί το μυαλό μου, σήμερα θέλω να πιω καφέ για να λειτουργεί. Δεν παίρνει τις τροφές στο μυαλό μου, τις τροφές παίρνουν οι μηχάνικα μου. Του στρίψει βίδα, του στρίψουμε τις βίδες, για το μυαλό το λέμε αυτό, όχι για το σωμάκι. Σκουριασμένα μυαλά, μια μηχανή σκουριάζει και πολλές άλλες. Ποιος μας έχει πει ποτέ από μικρή ηλικία ότι το μυαλό είναι μηχανή, ως μεταφορά κανείς. Κι όμως όλοι μαθαίνουμε ένα σωρό τέτοιες φράσεις και καταχωρίζονται στο νοητικό μας λεξικό ως ένας μηχανισμός ο οποίος πλέον είναι εδρυωμένος. Δεν μπορείς να πεις, τι να πω, επιχειρησομένα μυαλά, δεν υπάρχει τέτοια μεταφορά. Που σημαίνει ότι αναγκάζεται όλη η γλώσσα πια να υπακούει σε αυτό το πατρών, σε αυτό το καλούπι, το οποίο είναι αυτό το, όπως είπες και η οικονομία είναι μηχανή, μια άλλη ενιωλογική μεταφορά. Τώρα πάμε σε παραδείγματα. Α, όχι, συγγνώμη, πολύ γρήγορα. Αυτές οι ενιακές μεταφορές για να εκφραστούν θέλουν κάποιες λέσεις και φράσεις, οι οποίες έχουν τα χαρακτηριστικά που περιγράφω εδώ. Ένα μόνο θέλω να σας πω, για να μην δαπανήσουμε το χρόνο στη θεωρία, το οποίο είναι η πρώτη βούλα. Φανταστείτε, μπορώ να το έχω ξαναπεί, αλλά είναι μασικό, ότι η γλώσσα από άποψη λεξιλογίου, ότι δηλαδή είναι λέξη, φράση, ρύση, παρημία κλπ., όλα αυτά τα στοιχεία μπορούν να πουν σε έναν άξονα που έχει δύο ακρότατα. Το ένα είναι αυτό που λέμε ελεύθερη επιλογή, δηλαδή καθημερινά ή οποτεδήποτε λέμε και γράφουμε πράγματα, όπου λέξης ή φράσεις μπαίνουν μία δίπλα στην άλλη με εντελώς πρωτότυπο τρόπο. Έτσι, δεν το ξανακάναμε άλλη φορά. Όσο πάμε προς τη μέση, πάμε σε δομές που τις έχουμε ξαναπεί, τις έχουμε πει με παρόμοιο τρόπο, εδώ είμαστε, οι εξαιρετικές φαρδές είναι αυτό, και πάμε στην άλλη άκρη που είναι πράγματα που δεν λέγονται αλλιώς. Ρίχνει καρεκλοπόδαρα. Δεν μπορείς να πεις ρίχνει καρεκλοκέντα βρούς ή ρίχνει καλωριφέροι. Ρίχνει καρεκλοπόδαρα. Όταν βρέφει πολύ, αυτό δώρεις, τελείως. Ή ξέρω, εγώ που πάω μετρονάριστον ή οτιδήποτε, δηλαδή εκεί πάμε σε παγιωμένες δομές που δεν μπορείς να τις πεις αλλιώς. Είναι ρήσεις, φράσεις, παρήματα. Λοιπόν, έχουμε επομένως έναν άξονα από τη μεγάλη ελευθερία στην καθόλου ελευθερία. Και ανάμεσα, στη μέση, έχουμε μια μικρή ελευθερία και μικρή δέσμεση. Αυτές οι φράσεις κυρίως βοηθάνε στο να εκφράσουμε αυτές τις μεταφόρες, όπως θα δούμε στα τρία παραδείγματα που θα σας δείξω στη συνέχεια και με αυτά θα τελειώσουμε. Πυρκαγιά, άνοδος τιμών πετρελαιού, ποδοσφαιρικός αγώνας. Σε μια έρευνα που θα κάνει, θα διαλέξει από τις ειδήσεις μια είδηση της φυσικής καταστροφής, μια κατηγορία, μια είδηση από το οικονομικό ρεπορτάζ, που είναι ειδικό θέμα, και μια είδηση από το αθλητικό, που και αυτό είναι ειδικό θέμα. Κοιτάξτε τώρα λίγο τι λέει αυτός ο Πίναγκας. Μελετώντας το υλικό μου, θα δείτε τις φράσεις της επόμενης διαφάνειας, ότι τα παιδιά πηγή από όπου αντλεί ο δημοσιογραφικός λόγος, για να μας εξηγήσει πιο εύκολα να καταλάβουμε τι είναι, προσέξτε στο κάθε εδώ τώρα, η φωτιά, θα μου πεις η φωτιά, δεν ξέρουμε τι είναι, η δασκή φωτιά, και όμως θεωρείται ότι χρειάζεται να το πούμε με πιο απλούς όρους. Τι είναι οι φλόγες, τι είναι η πεκαλιά, τι είναι κλπ. Αυτά λοιπόν δίνονται με τις έννοιες του εχθροισβολέα, του καταστροφέα, του ψυχοπαθή, του οργισμένου θεού και του άγρου υφυρίου. Όπως μπορείτε να δείτε στα παραδείγματα. Εδώ έχετε ένα μικρό λεξικό, αν θέλει κανείς να κάνει ρεπορτάζ για τη δασκή πυρκαγιά, πάνω στο οποίο μπορεί να στηριχθεί. Έτσι λοιπόν η ενιακή μεταφορά η πυρκαγιά είναι εχθρός εχθροισβολέας, βλέπουμε να υλοποιείται με αυτές τις λεξικές παραθέσεις που βλέπετε στη συνέχεια. Η πυρκαγιά είναι η θέλαση της πυρκαγιάς, ο πύρνος η θέλαση της πλησίας της απειλητικά, στη δεύτερη βουλίτσα το μεγάλο μέτωπο έχει περιγυκλώσει το χωριό, ή στην τρίτη η μάχη της φωτιάς ή η μάχη με τις φλόγες με το πύρνο η θέλαση και το καθεξής. Το ίδιο και στην δεύτερη, στην τρίτη, στην δεύτερη και στην πέμπτη περίπτωση. Εδώ με το δεύτερο παράδειγμα, όπου διαφορετικά από στην πρώτη κατηγορία, και πάλι με τον ίδιο τρόπο μπορούμε να αναγνωρίσουμε μια σειρά από ενιακές μεταφορές, οι οποίες με βάση του υλικού που δούλεψα είναι αυτούς που βλέπετε ότι η τιμή του πετρελείου είναι αγωνιστικό αυτοκίνητο, όπως φαίνεται στις εκφράσεις το ράλι των τιμών, η ξέφερνη κούρσα του μαύρου γλυσσού, αυτά επαναλαμβάνονται συχνά, δηλαδή σε πολλά ρεπορτάζ αν δείτε για το ίδιο θέμα θα τα δείτε να επαναλαμβάνονται συνεχά. Το ιστορικό ρεκόρ και όλα αυτά. Λίγο σπανιότερα συναντάμε μεταφορές του τύπου το πετρελείο, η τιμή μας, οι διακύμασες, έτσι, είναι αεροπλάνο ή πύραβος σε εκφράσεις του τύπου πτήση ρεκόρ ή ο πύραβος στη διευθυνή τιμή του πετρελείου. Μια τρίτη, ότι η διακύμαση είναι εκρυκτική ύλη, η έκρεξη της τιμής, είναι θαλασσοπαραχή, νέο κύμα, φουρτούνες, και τέλος, και κλείνουμε με αυτό, ο ποδοσφαιρικός άγωνας ο οποίος έχει την ιδιαιτερότητα και σαν συμβάν, και ό, τρόπος που παρουσιάζεται στη τηλεόραση συνήθως είναι το τελευταίο κομμάτι πριν το δελτίο καιρού και όπως ξέρετε έχει κατά κανόνα φάσεις των αγών, ταγών, έχει κάποιες κρίσιμες φάσεις, αποβολές φεκτών πέρα και τέτοια. Εδώ πάλι έχουμε κάτι αντίστοιχο, έχουμε όμως το εξής, έχουμε μεταφορές για όλους των αγών και μεταφορές σε σχέση με το αν υπάρχει νίκη από τη σκοπιά της ομάδας που νίκησε, από τη σκοπιά της ομάδας που έγασε ή αν υπάρχει ισοπαλία. Οι μεταφορές αντλούν από αυτά τα πεδιαπηγές που βλέπετε πάνω, από την ιδέα του πολέμου, από την έννοια του πολέμου, από την έννοια της υλοξενείας, της επιτικούς στόχευσης, σαν να το ξέρει κανείς, του πορισμού, της εξασφάλισης της κέρδους και της ξεπεράσμισης της πέρας σε κάποιο εμποδίο. Έτσι λοιπόν, και με αυτό τελειώνουμε, αντίστοιχα βλέπουμε στην κατηγορία ότι ο ποδοσφαιρικός αγώνας είναι πόλεμος, βλέπουμε εκφράσεις του τύπου ότι οι δύο ομάδες βρέθηκαν αντιμέτωπες, διασταύρωσαν τα ξύφη τους, μια ομάδα αντιμετωπίζει την άλλη, μεταφορά ότι είναι φιλοξενεία, ότι μια ομάδα υποδέχεται μια άλλη, φιλοξενεί μια άλλη. Στην περίπτωση της νίκης, γνωστές επίσης εκφράσεις, μια ομάδα συντρίβει, διαλύει, επικρατεί επί της άλλης και λοιπά, μια ομάδα πετυχαίνει η νίκη, μια ομάδα κερδίζει μια άλλη ή ξεπερνάει το εμπόδιο μιας άλλης, ή για την ίτα, ότι γνωρίζει την ίτα, υποκρίνονται σε ίτα, ή ότι αναδεικνύονται τις όπαλες. Και τέλος, για το σκοράρισμα, επίσης υπάρχουν μια σειρά από εγγενικές μεταφορές. Το γόλ είναι σαν πετυχής στόχευση, ας πούμε, του βέλους ένα στόχο, είναι μιας μορφής μορφοποίησης, δημιουργία, είναι μακάρισμα, σήμανση, κάποιος σημειώνει γόλ ή βάζει την υπογραφή στο γόλ, ή επίσης τέλος, το σκοράρισμα είναι αυτό που στη θεωρία αυτή λέγεται με μία πολύ βασική μεταφορά, η μεταφορά του κοντέινερ, του περιέκτη, στις φράσεις ο παίκτης ανοίγει το σκορ ή κλείνει το σκορ, σαν κάτι ένα δορχείο να ανοίγει και να κλείνει με το κούμα του έκφραση η οποία ακούγεται πάρα πολύ συχνά. Λοιπόν αυτά τα τρία παραδείγματα που πολύ έτσι γρήγορα σας ανέφερα είναι νομίζω ένα παράδειγμα για το πώς μπορείτε να δουλέψετε πάνω σε κατηγορίες στη Δίσκο κι ο Ρεπορτάς που σας ενδιαφέρον, να κάνετε δηλαδή μια δική σας έρευνα μάλιστα μακρόχρονη, όχι μια κι έξω, γιατί νομίζω ότι είναι η βάση για να ξεκινήσει κανείς με μια προπεδία ας πούμε από την παράδεισή της δημοσιογραφής και εκεί πάνω να χτίσει δικές του, αν όχι μεταφορές πάντως λεξικές συμπαραθέσεις, να βάλει προσωπικά στοιχεία για να φτιάξει ένα καλό κείμενο. Δεν προλάβαμε, θα σας στείλω όμως και ίσως λίγο στην αρχή του άλλου μαθήματος και το θεώ και αυτό πολύ χρήσιμο να πούμε μερικά πράγματα για το πώς οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι βλέπουν το πώς γράφουν ή το πώς μιλούν, το θέμα της επίγνωσης των δημοσιογράφων για την πρόσωπή του, το θεώ και αυτό πάρα πολύ σημαντικό. Αυτά! |