Η αβεβαιότητα ως πηγή έμπνευσης και δημιουργικής γραφής | Triantafyllos Kotopoulos | TEDxPatras /

: [♪ Μουσ vampire music Reuterressa – Χαίρομαι πολύ που είμαι ανάμεσά σας, δεν με ννιώθω ειδικότερος, απλώς θέλω να μοιραστώ μαζί σας έξι εβεβαιότητες από τις πολύ περισσότερες που υπάρχουν και που σχετίζονται με τη δημιουργική γραφή, οι οποίες εβεβαιότητες μάλλον μας πείθουν ότι και εβεβαιότητες κα...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Φορέας:TEDx Patras
Μορφή:Video
Είδος:Μαρτυρίες/Συνεντεύξεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: TEDx Patras 2020
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=NpQCPMILIRs&list=PLndeeREyJnDQHRCpDp3Xy2JQIUVIppA3Q
Απομαγνητοφώνηση
: [♪ Μουσ vampire music Reuterressa – Χαίρομαι πολύ που είμαι ανάμεσά σας, δεν με ννιώθω ειδικότερος, απλώς θέλω να μοιραστώ μαζί σας έξι εβεβαιότητες από τις πολύ περισσότερες που υπάρχουν και που σχετίζονται με τη δημιουργική γραφή, οι οποίες εβεβαιότητες μάλλον μας πείθουν ότι και εβεβαιότητες και εβεβαιότητες στη ζωή μας εδράζονται στα ίδια στέρεα θεμέλια. Ορισμένες από αυτές, μάλιστα, μέσω της δημιουργικής γραφής μας φέρνουν στο κατόφλι των πρακτικών του εφαρμοσμένου πολιτισμού. Η πρώτη εβεβαιότητα είναι η εβεβαιότητα ενός κοινά αποδεκτού ορισμού. Τη δημιουργική γραφή την ονομάσταν ορισμένη επίσακτο φρούτο, ξενικό και εξωτικό φρούτο. Το πρωτογεύτηκα αυτό το φρούτο περίπου 20 χρόνια πριν. Είμαι φιλόλογος. Ανέτρεψε όλες τις τέραιες φιλολογικές μου επιθύσεις και τις κανονικότητες που είχα. Και πραγματικά με ταξίδεψε, μου άλλαξε τον τρόπο που συμπεριφερόμουν στα παιδιά μου και στο πανεπιστήμιο και στα φυσικά μου παιδιά. Και με βοήθησε πάρα πολύ όλα αυτά τα χρόνια να αντιπαλεύω ιερατικές αγγυλώσεις και παροχημένες τα έλεγα μεθοδολογίες οι οποίες στο παραμικρό δεν αντιμετωπίζουν το λογοτεχνικό κείμενο ως δημιουργία και δεν στοχεύουν στην απολαυσή του. Ο όρος δημιουργική γραφή είναι η προσπάθεια να αποδώσουμε τον ξενικό όρο creative writing. Αυτό από μόνο του μας δημιουργεί προβλήματα. Γιατί αν το πρώτο, μάλλον το δεύτερο συνθετικό της γραφής είναι λίγο πιο κατανοητό, η πρωτεϊκή, θα λέγαμε, έννοια της δημιουργικότητας είναι ο μιχλώδης. Εδώ να προσθέσω ότι δεν είμαστε γενετικά προγραμματισμένοι ούτε για να διαβάσουμε, ούτε για να γράψουμε. Άρα καταλαβαίνετε ότι συμματοδοτούνται αυτομάτως μια σειρά διφορούμενων ενιών που μας προκαλούν και σύγχυση και αμηχανία. Και είναι λογικό. Γιατί φτάνουμε να έχουμε αξιολογικές προεκτάσεις. Δηλαδή, υπάρχει κάποια γραφή που δεν είναι δημιουργική. Σε κάθε περίπτωση, αντιμετωπίζουμε ένα πρόβλημα στο πώς να την ορίσουμε δημιουργική γραφή. Συνήθως ξέρετε, υπάρχουν εφυολογήματα ή αποφατική ορίσμη, όταν θέλεις να γλυτώσεις κάτι. Προσωπικά, θα έλεγα ότι η δημιουργική γραφή προσεγγίζει βιωματικά το λόγο και προσπαθεί μέσα από την αναδόμηση των στοιχείων του να μας οδηγήσει σε δημιουργία νέων κειμένων. Είναι μέθοδος? Είναι πανεπιστημιακό μάθημα? Είναι γνωστικό αντικείμενο? Αν το δούμε ως γνωστικό αντικείμενο, υπάρχει έρευνα? Και μέσα σε αυτή την έρευνα, δεν φιλοχορεί η πρακτική άσκηση ή η κριτική αξιολόγηση. Όλα αυτά δεν πρέπει να μας αποθαρρύνουν, ούτε να μας αποτρέπουν, από να το γνωρίσουμε καλύτερα την δημιουργική γραφή. Η δεύτερη βεβαιότητα είναι η βεβαιότητα της χρονικής εκκίνησης. Λέμε ότι μας ήρθε από την Αμερική, όπου εκεί στα τέλη του 19ου αιώνα, σε μια προσπάθεια να απεμπλακούνε από μια φιλολογική και στήρα θεώρηση λογοτεχνίας, γιατί ως τότε η λογοτεχνία στην Αμερική, καταορισμένους μελετητές τουλάχιστον, αντιμετωπιζόταν ως ένα αποστεωμένο, γλωσσικό και ιστορικό κόρπος. Στην προσπάθεια αυτή, λοιπόν, έχουμε στα 1906, έναν θεατρικό συγγραφέα, το George Baker, ο οποίος στο Χάρβαρτ φτιάχνει το πρώτο εργαστήρι. Και καλοί ανθρώπους να θυτεύσουν κοντά του και να τους μάθει να γράφουν θέατρο. Θα γυρίσουμε λίγα με τον Baker μετά άλλα, να πούμε ότι στο 1939, υπάρχει μια άλλη χρονική τομή για τη δημιουργική γραφή. Υπάρχει η θεσμοθέτηση του εργαστηρίου των συγγραφέων του Άιωβα, που για πολλούς θεώρηται ακόμη και σήμερα το καλύτερο πανεπιστήμιο στη δημιουργική γραφή στον κόσμο. Και τα δύο όμως αυτά εργαστήρια έχουν ένα κοινό. Που στηρίζουν ότι η τέχνη της γραφής δεν διδάσκεται, αλλά το ταλέντο καλλιεργείται και βελτιώνεται. Το ωραίο είναι ότι όλη η θεωρητική της δημιουργικής γραφής, και συνήθως αυτή είναι η ξένη, γιατί αυτούς αντιγράψαμε και σε αυτούς θυτεύσαμε κι εμείς, γυρνάνε πίσω τον Αριστοτέλη. Και λένε ότι το περιβόητο σύγγραμμά του η ποιητική του, υπό μία έννοια, είναι η πρώτη διδασκαλία δημιουργικής γραφής στον κόσμο. Ο Αριστοτέλης τι τους λέει στην ποιητική του. Στους επίδοξους έχει βέβαια ένα πλεονέκτημα ο Αριστοτέλης, ότι ζει 130 χρόνια μετά από τους μεγάλους τραγικούς, τον Εσχύλο, τον Σοφοκλή, τον Ευρυπίδη και τους κομοδιογράφους, οπότε είναι ένας ερμηνευτικός θα λέγαμε απολογισμός αυτό που μας παραθέτει. Λέει λοιπόν στους συγγραφείς τι πρέπει να στοχεύσουν και τι πρέπει να αποφύγουν. Τους διδάσκει, τους αναφέρει συγκεκριμένα ποια είναι τα μέσα τα οποία θα τους οδηγήσουν στο στόχο που πρέπει να έχουν θέση. Αλλά τους εξηγεί ταυτόχρονα ότι αυτός ο στόχος επηρεάζει και το περιεχόμενο αλλά πολύ ειδικότερα τη μορφή των κειμένων που θα συγράψουν. Και τέλος είναι το ίδιο σημαντικό στο τι πρέπει να μην έχουν στα κείμενά τους για να είναι μια καλή τραγωδία της εποχής. Βεβαίως ο Αριστοτέλης εξηγεί ότι και όλα αυτά να συμπεριλάβουν στα κείμενά τους τίποτα δεν τους εγγυάται μια επιτυχία. Η τρίτη εβεβαιότητα είναι αυτή η οποία συναντιέται στο χώρο της ελληνικής ακαδημαϊκής κοινότητας. Σ' όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου, μάλλον σε όλες τις Ιππίρους του κόσμου υπάρχει πια θεσμοποιημένη η δημιουργική γραφή, θεσμικά κατοχυρωμένη, αν θα λέγαμε πιο σωστά. Ανέφερα το Χάρβαρτ, το Άιωβα, το Πρίνσετον, το Κολούμπια, πολύ μεγάλα πανεπιστήμια στα οποία η δημιουργική γραφή διδάσκεται εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι αποδεκτή και εκεί από όλους, αλλά είναι υπαρκτή και για πάρα, πάρα πολλά χρόνια. Έχουμε στην ελληνική ακαδημαϊκή κοινότητα ακόμης να δούμε κάποιες αγγυλώσεις. Εμείς προσπαθούμε πολλά χρόνια να πείσουμε με ομιλίες, με διαλέξεις, με εργαστήρια ότι αξίζει τον κόπο να τη γνωρίσουμε. Έχουμε πια δυό μεταφτιακά προγράμματα σπουδών, τα οποία ρυθμούν περισσότερους από 2.000 φοιτητές. Και νομίζω ότι είναι καιρός να πει στη ελληνική κοινότητα να οδηγηθούμε και σε ένα προπτυχιακό τμήμα σπουδών. Να σας αναφέρω ότι ο πρώτος ο οποίος, μάλλον τα εργαστήρια, είναι ένας βασικός τομέας που κάθε μεταπτυχιακό ή προπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών στηρίζεται. Έχει μια παιγνιώδη και ελκυστική διαδικασία το να συμμετάσχεις σε εργαστήριο, αλλά σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι μια εργαστηριακή λογική είναι μικρότερης αξίας απ' το να εκπονίσεις μια άλλου είδους εργασία. Μάλιστα, ο Νόρμαρ Φόρστερς στο Άιωβα τόλμησε για πρώτη φορά να αξιολογεί σε ακαδημαϊκά διπλωματικές εργασίες με τον ίδιο τρόπο που θα ήτανε η οποιαδήποτε άλλη διπλωματική εργασία. Και μέχρι σήμερα, όποιος πιστεύει ότι η ποιητική της συγγραφής ενός μυθιστορύματος, μιας νουβέλας, διηγημάτων ή οτιδήποτε άλλο απαιτεί λιγότερο κόπο και είναι ευκολότερη από μια εκπόνηση μιας κανονικής διπλωματικής εργασίας, είναι πολύ γελασμένος. Θέλω να αναφέρω και μια άλλη, γιατί έχει το νόημά της, σε αυτό που θα συζητήσουμε παρακάτω, μια άλλη λαμπρή συνάντηση δυο επιστημόνων στο East Anglia. Κύριο το 1970, προσλήφθηκε στο East Anglia ένας μυθιστοριογράφος Βρετανός, ο Agnus Wilson, ο οποίος είχε την ευτυχή συνύπαρξη με ένα γλωσσολόγο, αλλά φωτισμένο, τον Μάλκομ Μπραντούρι. Αυτοί οι δύο λοιπόν πιέσανε πάρα πολύ στο πανεπιστήμιο τους και θεσμοθετήθηκε ένα μάθημα που υποστήριζε τη λογοτεχνία αλλά ουσιαστικά τη δημιουργική γραφία. Σε αυτό το πρώτο μάθημα, ο μοναδικός συμμετέχων ήταν ο μετέπειτα πολύ σπουδαίος συγγραφέας ο Ian McEwan. Λίγο αργότερα πέρασε από τα εργαστήρια του IOWA και ο Καζούο Ισιγκούρου, ο μετέπειτα νομπελίστας. Κρατήστε το λίγο και αυτό γιατί έχει μια σημασία για τη λειτουργία των εργαστηρίων. Να πω ότι και στα δικά μας εργαστήρια, αλλά μην ακουστεί αυτό στα δικά μας μετατιακά, έχουμε κρατικά βραβεία λογοτεχνίας. Είναι τα πρώτα κρατικά βραβεία λογοτεχνίας. Αυτό δεν σημαίνει κατ' ανάγκη δεκάτη. Μια άλλη βεβαιότητα που, μια και είμαστε στο αντιμετωπίσαμε ή είδαμε ως γνωστικό αντικείμενο τη δημιουργική γραφή κι αν αυτό μπορεί να υπάρξει, είναι η βεβαιότητα της διδασκαλίας της συγγραφικής τέχνης. Είναι εντυπωσιακό, ξέρετε, αλλά ουδέποτε μέχρι το 18ο αιώνα είχε αντισβητηθεί ότι η συγγραφή είναι μια τέχνη και προφορικά και γραπτά, η οποία διδάσκεται. Βέβαια, υπήρξαν και υπάρχουν διαφορετικές φωνές. Ο Ράτιος ήδη από πολύ πολύ παλιά, έλεγε ότι οι συγγραφείς γεννιούνται. Ο Κάντ και άλλοι σαν τον Κάντ υποστηρίζουν ότι η συγγραφική τέχνη, εάν επιχειρηθεί να διδαχτεί, αυτό χάνει την αξία της, δεν μπορεί να συμβεί σε καμία περίπτωση. Πολλοί περισσότεροι βέβαια υποστηρίζουν διαφορετικά πράγματα. Αν μπούμε λοιπόν στην κουβέντα αυτή, αν διδάσκεται ή όχι η συγγραφή, μάλλον είμαστε πίσω σε αυτό που λέγαμε ταλέντο ή έμπνευση. Αν δηλαδή κάποιος μπορεί απλώς, αν έχει ταλέντο να γράψει ή αν μπορεί δουλεύοντας να εμπνευστεί και να συγγράψει. Είναι μάλλον μια πλουστευτική πολεμική και μια ρητορική που γυρνάει γύρω από το ίδιο αυτό θέμα. Το αν διδάσκεται η συγγραφή ή αν δεν διδάσκεται. Ένας σπουδαίος μυστοριογράφος Γάλλος, ο Ανατόλ Φρανς, έχει πει μια εμπληματική φράση, η οποία βεβαίως έχει πολυχρησιμοποιηθεί, αλλά τη διάλεξε και σήμερα εδώ, που είπε ότι γίνεσαι καλός συγγραφέας, όπως γίνεσαι καλός τεχνίτης, αυτός είπε καλός ξυλουργός, πλανιάροντας τις λέξεις σου. Σε ένα εργαστήριο, όσον αφορά αυτούς που ενδιαφέρονται να ασκηθούν στη συγγραφή, υπάρχουν και αρνητικά και θετικά. Θα ξεκινήσω από τα αρνητικά. Τα αρνητικά είναι ότι συνήθως στα εργαστήρια δίνονται θεωρητικά κείμενα ή δίνονται συμβουλές που είναι οι ίδιες. Λίστες με τα 100 καλύτερα μυστορίματα που πρέπει να γνωρίζουν όλοι και διάφορα τέτοια. Ένας άλλος κίνδυνος που εμφυλοχορεί είναι ότι συνήθως όσοι ασκούνται, όσοι είναι φυκητές ή σπουδαστές σε αυτά τα εργαστήρια ή συμμετέχοντες απλώς, προσπαθούν να μιμηθούν τους δασκάλους τους σε πολύ μεγάλο σημείο. Άρα, η όποια πραγματικά αδημιουργικότητα έχουνε περνάει μέσα από διάφορες στενοπούς. Και ένα τρίτο είναι ότι μαθαίνουνε συνήθως πως να μη γράψουνε. Υπεριβοείται συμβουλές να αποφύγετε τα πολλά επίθετα ή τα πολλά επιρρήματα. Υπάρχουν όμως και πολύ θετικά στα εργαστήρια αυτά. Τους μαθαίνουνε να γράφουνε, να επανεξετάζουνε αυτό που γράφουνε, να το αναθεωρούνε, να το διασκευάζουνε πιθανόν και να σκέφτονται ταυτόχρονα σε δύο αλλοσυμπληρούμενα πεδία. Την τέχνη του να γράφεις, που είναι δημιουργική πράξη και την τέχνη την ίδια εκείνη τη στιγμή να σκέφτεσαι κριτικά πάνω στην προσωπική σου γραφή. Τα εργαστήρια θα έλεγα ότι αποσύουν, καταρρίπτουν αυτό το μύθο της επικυριαρχίας του ταλέντου. Το ταλέντου το οποίο εμπνέεται από μούσες και πραγματώνεται μονάχα από ιδιοφυείες. Κάποιοι θα μάθουν να γράφουν και θα γίνουν και νομπελίστες. Κάποιοι άλλοι απλώς θα ξεκλειδώσουν τα μυστικά της γραφής και θα έχουν εσάει παρέα τους, δικό τους κατόρθωμα, ότι μυήθηκαν στο πώς συγγράφονται σπουδαία δημιουργήματα. Αυτοί δεν θα γίνουν συγγραφείς αλλά δεν είναι κατ' ανάγκη αυτός ο στόχος τους. Αυτό που μας ενδιαφέρει στην περίπτωση αυτή περνάει στην εκπαίδευση. Δηλαδή γιατί εμείς επιμένουμε μονότον αλλά εμφανικά να μπει η δημιουργική γραφή στην εκπαίδευση, επιτρέψτε μου να πω ότι μάλλον αμέθοδα έχει επιχειρηθεί αυτό μέχρι σήμερα και μάλλον ακόμα συναντούμε ανέμπνευστες επιστολές σε δημάρχους ή σε ανήπαρκτους αξιωματούχους και μια θειρά ερωτήσεων που αφορούν το περιεχόμενο κάποιων κειμένων. Στην εκπαίδευση υπάρχει η προσωπική αυτοέκφραση του κάθε μαθητή, ο οποίος θα βελτιώσει και τη συναισθηματική και τη γλωσσική, την όλη εξέλιξή του θα βελτιωθεί αλλά δεν θα έχει το φόβο του σωστού ή του λάθος. Θα πειραματιστεί χωρίς τον ενδιαφέροι αυτό πράγμα και θα παράγει δικά του κείμενα. Εκεί δεν είναι ούτε κατά διάνοια το ζητούμενο το να γίνει κανένας συγγραφέας. Προσέξτε όμως το μεγάλο κέρδος. Στην εκπαίδευση θα έχουμε ανθρώπους οι οποίοι θα καταλάβουν ότι μια καλή ιστορία οι νευροφυσιολόγοι αγγεφάλου μας πείθουν ότι ο αγγέφαλός μας είναι προσφαρμοσμένος γύρω από καλές ιστορίες. Δεν ξέρω το γιατί όμως να σου το απαντήσουν. Θα μάθουν λοιπόν στην εκπαίδευση στα παιδιά μας ότι μια καλή ιστορία έχει κάποια δομικά συστατικά. Θα μάθουν ότι διέπεται από αφηγηματικές τεχνικές για να φτάσει στη συγκεκριμένη στόχευση που είναι δυνητικά και η προθετικότητα του συγγραφέα. Αν όλο αυτό κατακτηθεί, έχουμε ανθρώπους οι οποίοι είναι κριτικά σκεπτόμενοι και ενεργητικοί πολίτες οι οποίοι δεν είναι παθητικοί δέκτες καταναλωτών διαφημιστικών μηνυμάτων μέσω μαζικής ενημέρωσης ή οτιδήποτε άλλο. Άρα υπάρχει εκεί μια πολύ πολύ σπουδαία διαδικασία. Το εκπαιδευτικό σύστημα το ελληνικό δεν φημίζεται ότι καλλεργεί ανθρώπους που μπορούν να νιώσουν άνετα σε ρευστές καταστάσεις. Συνήθως έχουμε ανθρώπους οι οποίοι απαντούν σε ερωτήσεις που δεν έχουν τεθεί ποτέ. Αυτά είναι καιρός να τα αλλάξουν. Η τελευταία βεβαιότητα που θέλω να μοιραστώ μαζί σας είναι βεβαιότητα της θεραπευτικής λειτουργίας της δημιουργικής γραφής. Πολλοί συγγραφείς και πολλοί εκπαιδευτικοί είχαν προσέξει ότι και ψυχικό μέσο εκτόνωσης αλλά και θεραπευτική λειτουργία έχει η δημιουργική γραφή. Δεν μπορούσαν να αποδείξουν. Σήμερα έχουμε επιστήμονες με εξαιρετικές μελέτες οι οποίες το αποδεικνύουν. Και μάλιστα το έχουν εντάξει στις θεραπευτικές τους συνεντρίες. Έχει ονομαστεί είτε ως θεραπευτική γραφή, θα το συναντήσετε στην ελληνική βιβλιογραφία η μετάφραση, είτε ως εκφραστική αναστοχαστική γραφή. Χρησιμοποιεί όλες τις τεχνικές της δημιουργικής γραφής και για πρώτη φορά φέρνει κάτι καινούριο. Εκεί που ώστα πριν είχαμε τον προφορικό λόγο να καθορίζει τη σχέση θεραπευτή και θεραπευόμενο, τώρα έχουμε το δημιουργικό κείμενο. Στο οποίο δημιουργικό κείμενο αυτός που γράφει είτε με παρότριση, δηλαδή είτε του δίνεται ένα κείμενο ή ένα στόχος από το θεραπευτή, είτε μόνος του, έχει, ξέρετε, μια ενεργητική ασφάλεια, μια εμπλοκή με ένα ασυνείδητο υλικό το οποίο έχουμε μέσα μας, αλλά για να το διαπραγματευτούμε, να το μετασχηματίσουμε, για να μην πάμε με τις φοβίες, το προβάλλουμε σε ήρωες, χρησιμοποιούμε μεταφορές, σύμβολα, διάφορα αντικείμενα, άρα αποκτά μια τελείως άλλη διαδικασία. Αυτή η θεραπευτική δημιουργία της δημιουργικής γραφής εντάσσεται, ή μάλλον, επιτρέψτε μου, συγκροτή θα λέγαμε, το δυνητικό χώρο του βίνικοτ. Αυτός είναι εκείνος ο χώρος που στην ανθρώπινη εμπειρία που έχουμε τη φαντασία, την πραγματικότητα, έρχεται αυτός ο δυνητικός χώρος του παιχνιδιού να τη συμπληρώσει. Και μην κανένας γελάσει, γιατί το παιχνίδι είναι ένα από τα πιο σοβαρά πράγματα στον κόσμο. Έχουν ασχοληθεί όλες οι επιστήμες, από τους ψυχαναλυτές μέχρι τους μαθηματικούς και τους οικονομολόγους με το παιχνίδι. Ο Σίλερ μάλιστα, ο φιλόσοφος, έλεγε ότι για να ονομάζεται κάποιος άνθρωπος πρέπει να παίζει. Και ο Χουϊζάνκα, ένας σπουδαίος ιστορικός Ολλανδός, έλεγε ότι το παιχνίδι είναι ανθρωπολογική κατηγορία και όλος ο πολιτισμός μας εδράζεται όπως την κουλτούρα μας πάνω στο παιχνίδι. Υπεγνειώδης η ελκυστική διαδικασία της δημιουργικής γραφής, με την όλη σοβαρότητα που μπορεί να έχει από τη διδασκαλία της επανεπιστήμης ή σε οποίουςδήποτε άλλους χώρους, θεωρώ ότι μας φέρνει ένα βήμα πέρα από τους γραμματισμούς και την παραγωγή κειμένων. Μας φέρνει ακριβώς σε αυτό το κατόφλι, που σας είπα και πριν, του εφαρμοσμένου πολιτισμού. Σας ευχαριστώ πολύ.