: Λέγομαι Σοκράτης Χριστοδούμ. Ήμουν εργαζόμενος του Αξιβιθιώτη από τον 3ο του 1971 μέχρι και τον 6ο-7ο του 1976. Γεννήθηκα στην Ευαγγελίστρια. Ο πατέρας μου είχαν έρθει πρόσφυγες από την πόλη μαζί με τη γιαγιά μου, γιατί ο πατέρας του ήταν Κύπριος και έχει πεθάνει να δουλεύει από την Ευαγγελίστρια. Ήταν κύπριος και είχε πεθάνει μέσα στα καράβια, ήταν ναυτικός. Και μένανε... Πού είναι ο κινηματογράφος, ο Άλεξ? Ακριβώς απέναντι, τώρα έχει γίνει ένα σχολείο. Εκεί ήταν μια λάδα. Εκεί είχαν παράγκα. Εκεί ήταν παράγκες. Μένανε εκεί μέχρι που αργότερα αγοράσανε... Εκεί που το λέγανε παλιά το βουλγαρικό άντρα. Μέχρι που αγοράσανε το οικόκοδο εδώ στην Ευαγγελίστρια. Η Ευαγγελίστρια τότε ήταν η Δαμάρη. Πήραμε και χτίσανε αυτό το σπίτι, σιγά σιγά. Στην αρχή ένα δωματιάκι. Μετά, ο πατέρας μου ήταν οικοδόμος. Και σιγά σιγά το έκτιζα. Εδώ γεννηθήκαμε κι εμείς μετά. Σχολείο στην αρχή ξεκίνησα από την Παράγκα. Δηλαδή το δημοτικό το έργανα στην Παράγκα. Μετά πηγαίναμε στο τρίτο εδώ δίπλα. Βέβαια στο τρίτο πήγαμε εμείς μερικούς μήνες. Γιατί μας πήρανε και μας κατεβάσανε στη Χάνθη. Έκανα μέχρι την τρίτη γυμνασία. Μετά έδωσα εξετάσεις και πέρασα σε μια σχολή μαθητίας του ΟΣΕ. Λόγω του ότι ο πατέρας μου από τον παπά του είχε αγγλική υπηκότητα. Οι Κύπριοι τον καιρό εκείνο είχαν αγγλική υπηκότητα. Η υπηκότητα αυτή μεταφέρθηκε και σε εμένα. Και τον καιρό εκείνο δεν με πήρανε στον ΟΣΕ γιατί με θεωρούσανε λογαπώ. Και ήρθα και εδώ, λεβα και εδώ. Συγχρόνως πήγα στη μέση, στη σχολή εργοδηγών. Και μετά από τη σχολή εργοδηγών έδωσα εξετάσεις και πέρασα σε σχολή μηχανικών. Στον Αξιληθιώτη ήμουνα τορνατόρος. Δούλευα όλους τους τόρνους, αλλά επιπλέον δούλευα αυτό που λένε το born machine. Το boring. Για να μάθω αυτό το boring, με είχε στείλει ο Αξιληθιώτης μερικούς μήνες εκπαίδευσης τον Φανίδη. Ο Φανίδης ήταν το μεγαλύτερο μηχανισμό στη Σαλονίκη. Σε ποια περιοχή? Στις διαβατάρκες. Οι συνθήκες εργασίας για τον καιρό εκείνο ήταν δύσκολες. Να φανταστείτε όταν γύριζα σπίτι, όλη τη νύχτα έφτυνα με βρύλα. Γιατί εδώ όλα αυτά ήταν από μαντένι. Το χητήριο ήταν χητήριο μαντεμίου. Αυτό όταν το επεξεργάζεσαι πάνω στον τόνο, έργαζε σκόνη. Το χητήριο ήταν ξεχωριστό. Εκεί οι συνθήκες ήταν ακόμα χειρότερες. Εκεί κάθε φορά που είχαν χητήριο πάντα γινότανε κάποιες εσωτερικές εκρήξεις την ώρα που χύνανε το μέταλλο. Και γότανε, τρέχανε άνθρωποι από εδώ και από εκεί. Δηλαδή πεταγότανε το ζεστό μέταλλο έτσι. Αυτά ήταν μέσα στο πρόγραμμα, γινότανε. Καρνένας έτσι έγινε η αμαρτύρωτα. |