"Σφαίρες επιρροής στη ΝΑ Ευρώπη: Εθνική κυριαρχία και εξάρτηση" (10/12/2018). Μέρος Α' /

: Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE με την πρωτοβουλία συγκρότησης Ακαδημαϊκού Δημήτριου στην Αντολική...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Είδος:Ακαδημαϊκές/Επιστημονικές εκδηλώσεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου 2019
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=nhP7sHSGjxE&list=PLJpizJmCRHW1Z_TFP33o_2YKSdmrH6eF7
Απομαγνητοφώνηση
: Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE Υπότιτλοι AUTHORWAVE με την πρωτοβουλία συγκρότησης Ακαδημαϊκού Δημήτριου στην Αντολική Μεσόγειο και στην Ευρώπη, συνοχώντας πενήντα παλιεπιστήμια μέλη από όλες τις χώρες, με μια προσπάθεια να κατευθύνουμε την εκπληκτική, την επιστημονική και την παιδετική μεταραστηριότητα και εμείς σε μια περιοχή που έχει ιδιαίτερη σημασία. Με ιδιαίτερη λοιπόν χαρά θα δώσω και εγώ μαζί με σας τις ιδρικές εισηγήσεις, για τις οποίες με ένα σύντομο στις συντονισμούς δηλαδή είδαμε προκειμένου να δώσουμε πιο πολυχρώμαστη συζήτηση που συνήθως από εμπειρία έχει περισσότερο ενδιαφέρον μετά, να διακέσουν περίπου κατά το 20 το έκαστος και να ξεκινήσουμε ίσως στα χέρια σας. Καλησπέρα σας κύριοι και κύριοι, αγαπητοί φίλοι. Θα ήθελα κατ' αρχή να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο του Μαρτίνα Χερουσάνη, που μου δίνει την ευκαιρία πάλι να βρεθώ και να συμμετάσω σε αυτή τη θεματική βραδιά και να ευχαριστήσω επίσης τους κύριους καθηγητές που κάνουν τη μορφή να μετεχθούμε στο ίδιο πάνε. Θα πω κατευθείαν στο κείμενο που έχουμε ετοιμάσει για να κερδίσουμε χρόνο και να μπορέσουμε να κάνουμε μια καλύτερη συζήτηση. Η νοδιαντολική Ευρώπη έχει αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια σε ένα ακόμα από τα πολλά παιδία αντιπαράθεσης μεταξύ δυτικών δυνάμων, κατά κύριο λόγο του Αντίπα και της Ρωσίας. Άλλες μικρότερες δυνάμεις όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Μεγάλη Βρετανία, η Ιταλία αλλά και το Ισραήλ, το Ιεράν, η Σαουδική Αραβία και η Κίνα διακονίζονται για να πετύχουν το δικό τους μερίδιο επιρροής στην περιοχή με κοιμενόμενα κατά περίπτωση αποτελέσματα. Χώρες σαφώς μικρότερου ελληνικούς αλλά με αμεσότερο ενδιαφέρον όπως η Ελλάδα και η Τουρκία παίζουν επίσης το δικό τους ρόλο στην περιοχή. Η ιστορία της χώρας μας είναι αμφίδρομα συνηφασμένη με αυτή της βαρκανικής ιδεσονοίσου αλλά και της Ανατολικής Μεσογείο από τα βάθη των αιών. Στο πλαίσιο αυτό θα επιχειρήσω να κάνω μια σύντομη περιγραφή του στρατηγικού τοπίου της ευρύτερης περιοχής μας μες στο οποίο η Ελλάδα οφείλει να δραστηριοποιείται ενεργά προκειμένου να διαμορφώσει την περιοχή άμεσης και εκείς γειτονιές της με όρους που θα εξυπηρετούν και αθηνικά της συμφέροντας. Η Ελλάδα παραδοσιακά, και αυτό ήταν το Ανατολικό ζήτημα από 12 ώρια, αποτελεί το τελευταίο ανάχωμα που εμποδίζει την κάθε ορθοσταδικό πληθυσμό στις θερμές Μεσογειακής Σάδασης. Την εποχή του Πουσικρού Πολέμου το ανάχωμα αυτό είχε βάθος μόλις 37 χιλιόμετρα και κατέληγε στο Πορτολάδος. Με αντίθετη φορά δεν πρέπει να της μονείτε ότι η Ανατολική Ευρώπη αποτελεί τη μοναδική χερσαία δίοδο της Ελλάδας προς την υπόλοιπη Ευρώπη. Κατάσταση αυτή δημιουργεί συνθήκες δινητικού αποκλεισμού αν η δίοδος αυτή για οποιοδήποτε λόγο αποκλειστεί ή έστω ελεγχεί από δυνάμεις ανταγωνιστικές προς εμάς. Αυτό ακριβώς το οποίο εκτιμούμε ότι προσπαθεί με τα δικά εδώ και δεκαετίες να πράξει η Τουρκία. Η κατάσταση στα Βαλκάνια όμως είναι όπως πάντα εφθαύστη. Ο εθνικισμός, ο αλλητροτισμός και τα οράματα δημιουργίας μεγάλων πατρίδων εξακολουθούν να ταλανίζουν την περιοχή, ειδικότερα τα λιγότερα ανεκτυγμένα έθνη της. Η Ελλάδα οφείλει να διατηρήσει ανοιχτές, πολλαπλές επιλογές, ιδιαίτερα σε μια περιοχή όπως τα Βαλκάνια, η οποία εκατό χρόνια μετά τη λήξη του Πρώτου Παγκοσμού Πολέμου δεν έχει καταφέρει να επακυστροφεί από τα αίτια που οδήγησαν σε αυτόν. Οι ιστορικοί πρωταγωνιστές έχουν επιστρέψει στον τόπο του εγκλήματος και διεκδικούν ρόλους και οφέλη χωρίς εισηγώς να μας λαμβάνουν υπόψη. Προστάζοντας στην ευρύτερη στρατηγική εικόνα, η Ελλάδα λόγω της θέσης της αποτελεί κρύκο της αλυσίδας της νότιας γραμμής άμενα στους δάτων που ξεκινά από την Πορτογαλία και καταλήγει στην Τουρκία. Η διατήρηση ισχυρών ελληνικών ενόπλων δυνάμεων ολοκληρώνει την αξία της γεωγραφικής αυτής θέσης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αντίστοιχα η Ελλάδα αποτελεί εξαιρετικά σημαντικό τμήμα των νοτιών και ανατολικών φυσικών συνολίων, γιατί η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει και άλλα σχέδια ασφαλείας, με τη σημασία της να αναγνωρίζεται ως καθοριστική λόγω του μεταναστευτικού προβλήματος και της εσλαμικής τρομοκρατικής απειής. Οριστρέφοντας το Βαρκανική Κεσόνησο, Ελλάδα και Τουρκία οκτέλουν τις μεγαλύτερες δυνάμεις της περιοχής με ισχυρά ιστορικά, πολιτιστικά, θρησκευτικά και άλλα αίρισματα. Το προσπάθειά τους να προσωτεριστούν ή να εντάξουν τις χώρες της περιοχής στην οικία σφαίρα επιρροής έχουν εμπλακεί σε ένα πέγνιο μηδενικού αθρίσματος. Και η Ελλάδα έχει το προβάδισμα. Τηλάχιστον μέχρι το μέσο της 1ης δεκαετίας του 21ου αιώνα, εκμεταλλευόμαστε την ιδιότητά της ως η μοναδική χώρα της περιοχής που ήταν ενταγμένη τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στο Νάτο. Η χαώδης διαφορά οικονομικής ισχύωσης, την οποία αναπολάμβανε, της επέτρεπε να εφηρεάζει καθοριστικά τις υπόλοιπες χώρες, αποτελώντας χώρα πρότυπο. Αυτόχρονα, η θέση της τουκίας, υπό την εμποχτία του ΔΝΤ, επέτρεπε στην Ελλάδα να ενεργεί με προνομιακούς, σχεδόν θέλημα μονοπολιακούς, όρους. Θεωρώ ότι η χώρα μας δεν εκμεταλλεύτηκε στον παππού που θα μπορούσε και θα έπρεπε τη μοναδική εκείνη συγκυρία, περιοριζόμενη σχεδόν αποκριστικά στη χρήση συγκεκριμένων συντελεστών ισχύωσης, δηλαδή μόνο της οικονομίας, και αυτής τη διζόμενη κατά βάση από την ιδιωτική πρωτοβουλία, προκειμένου να διεισδίσει και να προστατευθεί τις χώρες των δυνατορικείς Ευρώπης. Οι ιδίνοντες της εξωτερικής πολιτικής μας στην εποχή εκείνη έχασαν την ευκαιρία, γιατί απέτυχαν να αντιληφθούν ότι η συγκεκριμένη μονοδιάστατη πολιτική έχει τη συνεχή επένδυση επιπλέον πόρων, επιπλέον χρημάτων, κάτι το οποίο δεν θα ήταν εφικτό με δεδομένη την πραγματική κατάσταση της οικονομίας της Ελλάδος. Παραβλέψαμε, εμείς οι Έλληνες, τη χρησιμότητα και των υπολίπων συντελεστών ισχύωσης, τη διαμόρφωση ενός ισορροπημένου, μακροπρόθεσμου και ολιστικού πλαίσιου συνεργασίας με τις χώρες της περιοχής, έναντι της μονοδιάστατης προσέγγισης, η οποία τελικά επιλέχθηκε και εφαρμόστηκε. Αποτήχαμε επίσης να εκμεταλλευθούμε τη θέση ισχύωσης στην οποία βρισκόμασταν, προκειμένου να διαμορφώσουμε ή ακόμα και να υπαγορέσουμε συγκεκριμένες πολιτικές στις χώρες της περιοχής, οι οποίες επενδύωκαν την ένταξή τους στους διεθνείς οργανισμούς, στους οποίους η Ελλάδα ήταν ήδη μέλος. Η μονοδιάστατη και κοντώθαρνη πολιτική που τελικά επιλέγει, είχε ημερομηνία λήξος. Το τέλος της περιόδου οικονομικής συγκαιμονίας της χώρας μας συνέπεσε με την αντίστοιχη άνοδη της Τουρκίας, η οποία κι έσπευσε να καλύψει το κενό που την κουλυγήθηκε. Οφείλω να αναγνωρίσω ότι η Τουρκία κινήθηκε με σχέδιο, ακολουθώντας μια απολιστική πολιτική ήπιας ισχύος και ξαπολιώντας μια ολόκληρη ειρηνική επίθεση. Χρησιμοποίησε ή εφήβρε ιστορικούς, θρησκευτικούς, πολιτιστικούς και πολιτισμικούς δεσμούς, κατά περίπτωση, παρουσιάζοντας ένα αφήγημα, σύμφωνα με το οποίο η συμβίωση των λαών της περιοχής κατά την περίοδο της οθωμανικής αυτογραφερίας αποτελεί υπόδειγμα και οδηγό για το μέλλον. Ταυτόχρονα, μέσω της δωρεάς, αμυντικού υλικού, αλλά και τις προσφερόμενες εκπαίδευσες τελέχτων ενώπλων δυνάμεων των χωρών αυτών, η Τουρκία δημιουργήσε και δημιουργεί και συνεχίζει να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για τη συνέχιση της εργασίας σε μπαθος χρόνου. Πρόκειται για μια σχεδόν υποδειγματική εφραγμογή του δόκματος της ιππιασίας ισχύουσης. Δεν θα αναλύσω το άλλο πεδίο αντιπαράθεσης με την Τουρκία του Αιγαίου. Εκεί η Τουρκία προσπαθώντας να ξεφύγει από το σνατηγικό αναγκαλισμό που ξεπέβαλε ο Λευθέριος Βενιζέμος με τη Συνθήκη της Λοζάνης το 1922-23. Έχει μια σαφώς αναθεωρητική πολιτική διεκδικόντας μεταξύ άλλων με πολλαπρούς πολιτικούς, οικονομικούς ή τεχνικούς τρόπους το τμήμα του Αιγαίου και των ισιών μας ανατολικά του 1925 με συμβρινό δηλαδή διχάζοντας χωρίζοντας το Αιγαίο στη μέση και συντηρώντας συχνά κρίσεις περιορισμένης έκτασης με μεγάλα ψυχολογικά και πολιτικά αποτελέσματα εφόσον αυτές λάγουν την έκταση που απαιτείται. Στρεφόμενοι ουτεοανατολικότερα, η ανακάλυψη ενεργειακών κοιτασμάτων στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και η αποδοχή της υπαρξισωρικτού πλούτου σημαντικής αξίας εντός των ορίων της γυννητικής ελληνικής αποκλειστικής οικονομικής ζώνης της ΑΟΖΑ, δηλαδή, έχει προσθέσει νέες παραμέτρους και νέους δρόντες στο γεωπολιτικό πρόβλημα της περιοχής και δίνει σαφή οικονομικό χαρακτήρα στην γεωπολιτική αντιπαράθεση. Εξαιτίας αυτού του σημείου αισθίασης της ελληνικής στρατηγικής σκέψης έχει μετατοπιστεί προς τα Νοτιοανατολικά και ειδικότερα στην περιοχή της Ανατολικής και της Νοτιοανατολικής Μεσόγειο. Στο σημείο αυτό δεν θα πρέπει να παραβλέπουμε ότι η Ελλάδα έγινε παραδοσιακά μια θαλάσσια δύναμη, η οποία είναι σε θέση να ελέγξει θαλάσσιες γραμμές ιδιωμιών με τον ισχυρό της τόλου. Δεν πρέπει να παραβλέπουμε επίσης ότι ελέγχει την είσοδο και έξοδο από τα στενά με τρεις διαδοχικές νησιωτικές γραμμές αμήνυσης και ότι κατέχει το ένα από τα δύο απευθύστα ερπανθόρια της Ανατολικής Μεσογείου την Κρήτη και στηρίζει, υποστηρίζει και αν θέλετε επηρεάζει μέχρι κάποιο σημείο το δεύτερο απευθύστα ερπανθόριο την Κύπρο. Όλο αυτό έχει σοβαρή επίδραση όπως καταλαβαίνετε στη γραμμή συγκλήσης, στις γραμμές ιδιωμιών που ανεφοδιάσουν την Ευρώπη και διαχωρούνται από τους ΣΥΡΕΖ. Η συσπήρωση Ελλάδος-Κύπρου-Ισραήλ και Αιγίπλου σε δύο προς το παρόν τριγωνικά συνεργατικά σχήματα αποτελεί ένα ακόμα παράδειγμα οργανωμένης αντίδρασης υπό την αγίδα των ΗΠΑ που σκοπό έχει να ελέγξει τις τουρκικές βλέψεις και να οργανώσει προς όφολος των συμμετεχόντων σε αυτά την ενεργειακή εκμετάλλευση της περιοχής. Η γεωπολιτική σημασία της Ελλάδος βρίσκεται σε άνθρωποι με τη στιγμή αυτή. Σε αμφίβολη πορεία βρίσκεται αυτής της Τουρκίας. Η διορίστηση της Τουρκίας προς τον Ισλαμισμό σε συνδυασμό της προσπάθειές της να αντικρυγίσει χώρο ελλειμών και επίρροής και την ανάδυση της σε περιφοριακή δύναμη έχει δημιουργήσει, εξαιτίας του καθεστωτικού αυταρχισμού που πυροδότησε το τραξικό όκμα του 2016, μια συγκαλυμμένη αλλά αυξανόμενη έλλειψη εμπιστοσύνης από μέρους των δυτικών συμμάχων ως προς τον Τουρκικό παραδοσιακό συμμαχικό ρόλο του ισχυρού αναχώματος εναντί του Ισλαμισμού. Το ανάχωμα αυτό δεν είναι πλέον ισχυρό και δεν είναι πλέον αξιόπιστο ακόμα κι αν βρίσκεται ακόμα στη θέση γι' αυτό και θα πρέπει να οπισθοχωρήσει δυτικότερα και ξεκινώντας από την Ελλάδα, η Ελλάδα ανακαστικά θα πάρει τη θέση του αναχώματος και συμπεριλαμβάνοντας τη Βουργαρία και τη Ρουμανία σε μια ειδική πολιτικοστρακιωτική σχέση μεταξύ τους να εξελιχθεί σε ένα γενικότερο προστατευτικό ανάχωμα της Ευρώπης και κατευθέκτευση του ΝΑΠΕ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στην Τουρκία, εκτιλώμενο εφόσον απαιτείται και βορειότερα με τη συμμετοχή της Πολωνίας και των Παλτικών χωρών, στρεφόμενο πλέον όμως εναντιών της Ρουσίας. Η ανεξήγητη επιμονή της παρούσας κυβέρνησης να συμπεριλάβει στον άξονα αυτού εντελώς αδικαιολότητα τη Σερβία, έχει οδηγήσει το αγχείριμα σε μαρασμό και ατονία, από τα οποία ενδεχομένως θα ξεφύγει αν επιδιωθούν επιπλέον οι σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, τον ΝΑΠΕ και τη ΣΥΠΑ. Οι σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ είναι ιδιαίτερα δύσκολες αυτόν τον καιρό, με την Τουρκία να αντιπαρατήθηται σε διάφορους τομείς με τη ΣΥΠΑ, όπως η προμήθεια των αεροσκαφών F-35, η προμήθεια των αντιορπορικών συστημάτων S-400, με κυριαρχό όμως θέμα την υποστήριξη των Αμερικανών στους Κούρδους ανατολικά του Εφράτου ποταμού και τη γενικότερη αναθεώρηση των προβλέψεων της Συνθήκης Λοζάνης για τα νότια σύνορα της Τουρκίας. Με αυτά τα δεδομένα, τροφοδίδει λοιπόν συχνά η σηκή της περιπερικύκλουσης της Ελλάδος ή περιδημιουργίας ενός μουσουμπανικού τόξου, το οποίο απομονώνει την Ελλάδα το ζωτικό της χώρο και της τραγκαλίζει, ενώ παράλληλα ακούγονται όλο και περισσότερο φωνές για ανδεχόμενη προσπάθεια φιλανδοποίησης της Ελλάδος. Είναι όμως πράγματι έτσι. Αν εξετάσουμε μια προσμένη της χώρας στα βόρεια σύνορα μας, βλέπουμε ότι έχουμε μια αλμανία, η οποία διάκειται, αποκάλυπτα πλέον, εχθρικά απέναντι μας. Πλέον, η πιθανότητα επικράτηση μιας λογικότερης και λογικότερης προς εμάς τάσης στην εξωτερική πολιτική αυτής της χώρας, που θυμάται ως αμεληταία στο βραττό μέρος, λαμβαρομένη σε υπόψη τόσο της απόστασης που κορύζει τους κυβερνόντες τη χώρα αυτή από τα δυτικά στάντα διακυβέρνησης και προσήλωση στην ομιμότητα, όσο και τη θεσκευτική και ιστορική της συγγένεια με τη γεωπονιτική μας αντίπαλο, με την Τουρκία δηλαδή, και τις οικονομικές σχέσεις που σπαθούν να θεμελιώσουν. Φυσικά, η επίθεση των κανόνων διεθνών νομιμότητων και συμπεριφοράς εκλαμβάνεται από τους Αλβανούς μάλλον ως αδυναμία και όχι ως οδηγός για μια ευρωπαϊκή προοπτική. Θα πρέπει να αποδεχθούμε ότι η Αλβανία αντιλαμβάνεται μόνο πολιτική αισίως και τη δεδομένη στιγμή, μετά τη συμφωνία των Πρεσπών, μας ευτιμά ως αδύναμους και ενδροτικούς. Ως αυτόν τον θεωρώ ότι η ακολουθούμενη πολιτική, εναντί της, χρήζει εν βάθρον αναθεώρησης. Προχωρώντας αναδρολικότερα και εξαρτάζοντα αποτελέσματα της αδυθαρμαζόμενης πολιτικής, έναντι στην πρώην κυκοσλαβική δημοκρατία της Μακεδονίας, θεωρώ ότι μόνο απογοήτευση μπορεί να μας κατακλείσει. Προσωπικά θεωρώ ότι η συμφωνία των Πρεσπών μια ανέτια ήταν, την οποία υποστήκαμε χωρίς καν να πολεμήσουμε, σε μια μάχη από την οποία δεν είχαμε τίποτα να κερδίσουμε και την οποία κανένας δεν μας πίεσε να δώσουμε. Μετά της δηλώσης των εχωρίων πολιτικών ακροβατών η διαδικασία επικύρωσης της συμφωνίας προχωράει κανανικά από την πλευρά των Σκοφιανών και παράγει μη αναστρέψιμα αποτελέσματα που έχουν σχέση με την ιστορία μας και την ταυτότητά μας και που θα ισχύσουν δυστυχώς στους διενεκές. Θεωρώ ότι είμαστε ιδανικοί αυτόχυροι, εάν θέλετε χρήσινοι ή λήθιοι, καταφέροντας να απεμπολίσουμε κάθε δικαιομά μας, να αντρανοποιήσουμε κάθε πλεονεκτημά μας και να παρουσιάσουμε μια ανεφορό παράδοση ως υπερήφανα διαπραγμάτευση για την επίλυση ενός προβλήματος που ήταν κατά βάση πρόβλημα των άλλων. Τα αποτελέσματα αυτής τα βλέπουμε καθημερινά μέσω των δηλώσεων του Πρωθυπουργοτοσκοπίων. Πέρα από αυτόν τον ιδιαζουσό περίπτωση, η τουρκική προσπάθεια να αγκαλισθεί προς το τελισμού χωρών της νοτιλατουρικής Ευρώπης και αποχρησμού της Ελλάδος δεν φαίνεται να παράγει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, τουλάχιστον όχι στον επιθυμητό του από τους Τούρκους βαθμό. Οι χώρες της περιοχής με ιδιαίτερο ειδικό βάρος, όπως η Βουργαρία, η Ρουμανία και η Σελβία, μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Νάβου οι δυο πρώτες, δενητικό μέλος της ΕΕ, αλλά και οι υπόλοιπες χώρες στα Λαρκάνια, κυρούν μια οδέτεκη ή ευκαιριακά οφελημιστική στάση, καθώς οι τουρκικές επενδύσεις και η δωρεάν βοήθεια είναι πάντα καλοδεχούμενες όταν προέρχονται από την Τουρκία, ενεργώντας όμως με ιδιαίτερη προσοχή προκειμένου να μην της αρεσκηθεί η Ελλάδα και η Ευρώπη. Όσον αφορά το θέμα της φιλανδοποίησης, νομίζω ότι πρόκειται για έναν όρο του παρελθόντος που αφορά χώρες ετοιμένες ασθενικές και απομονωμένες από διεθνές γύρες. Το ισχύον σύστημα διεθνών σχέσεων χαρακτηρίζεται από ένα πυκνό και πολυδιάστατο πλέγμα σχέσεων αλληλεξάρτησης, το οποίο και παράγει ασφάλεια. Το πολιτικό πλαίσιο παράγεται συλλογικά και κανένα μέλος της διεθνής οργανισμού δεν υποτάσσεται αν δεν θέλει πραγματικά να υποταχθεί. Ή τουλάχιστον μπορεί όλα αυτά να διεπαγματευτεί με πραγματικούς όρους. Αυτό σημαίνει ότι η αναλλακτική πολιτική που κάποιοι ακόμα και στην Ελλάδα ευαγγελίζονται, δηλαδή ο απομονωτισμός και η περήφανη και τίμια εσωστρέφεια είναι μια πολιτική αναχρονιστική, αντιπαραγωγική και δυνητικά καταστροφική για τη χώρα μας με βάση τα δεδομένα του 21ου αιώνα. Κυρίες και κύριοι, η Ελλάδα διατηρεί δύο μεγάλα πλειονεκτήματα να αποφασίσει να ασχοληθεί με αποφασιστικότητα με την περιοχή της Ματιανοτορικής Ευρώπης και να προσφέρει τα συμφέροντά της. Το πρώτο είναι το όραμα που ενώνει έξι χώρες των Δυτικών Βαρκανίων. Την Αλμανία, την Βουσνία, την Ευρωπρινή, τον Κόσοβο, τον Μαυροβούλνιο, την Πρόοδο, την Βουσλαβική Δημοκρατία της Ματιανονίας και της ΕΠΥΡΙΑ. Η ένταξη δηλαδή στους δυτικοευρωπαϊκούς θεσμούς και ιδίως στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στο δρόμο για την εκπήρρωση αυτού του οράματος, οι χώρες αυτές καλούνται να ικανοποιήσουν ένα ρυθμό κριτηριών ένταξης, στα οποία συγκαταλέγεται και αυτό της καλής γειτονίας και της ΕΠΥΡΙΑ. Η ίδια η ΕΕ έχει αναγάγει την ένταξη των χρόνων αυτών στους κόλπους της ως ύψηστη πραγματοριότητα συνεπικουρούμενη για τους δικούς τους λόγους και από το ΝΑΤΟ και ειδικότερα από τη ΣΥΠΑ. Στο πλαίσιο αυτό τους ασκούνται σημαντικές πιέσεις και προφανώς ανταλλάγματα και προσφέρονται διάφορα ανταλλάγματα προκειμένου να προχωρήσουν οι αποθούμενες μεταρρυθμίσεις αλλά και να ακολουθούμενες ως τώρα μη αποδεχτές πολιτικές και π δε θα αναλύσω πως η χώρα μας μπορεί και οφείλει να χρησιμοποιήσει προς ωφελόσεις τη μοναδική και ανεπαναληπτή αυτη συγκυρία. Όπως δεν χρειάζεται να υπενθυμίσω ότι δεν θα αποτελέσει πρωτοφανές γεγονός στα χρονικά της ΕΕ αν αποφασίσει να κάνει κάτι τέτοιο. Είτε συμφωνούμε είτε όχι, ο ορισμός του θυκηδίδη για τη σχέση ισχυρού-ανίσχυρου είναι πάντα ζωντανός και επίκελος. Θα πω μόνο ότι οι χώρες οι οποίες επιθυμούν να ένταξε στους δυτικοευρωπαϊκούς θεσμούς και επίγονται περισσότερο ή λιγότερο προς τούτο, είναι εκείνες οι οποίες θα πρέπει να κάνουν τους οδυνηρούς συμβιβασμούς για να το πετύχουν. Το δεύτερο πλεονέκτημα αφορεί από το προσανατολισμό που η κάθε χώρα της περιοχής επιθυμεί να έχει στο άμεσο μέλλον και είναι απόλυτα συνδεδεμένος με την επιλογή στρατηγικού συμμάχου. Διότι μια μία μεριά υπάρχει η Ελλάδα σταθερά και αταλάντευτα προσανατολισμένη προς τη δύση, τα ιδεόδικα της αρχές της, με σημαντικότερο εξαφθόν τον σεβασμό των συνόρων, και από την άλλη πλειοβρά βρίσκεται η Τουρκία, προσφέροντας ακριβώς τα αντίθετα. Κάτω από μια επίφαση δημοκρατικών διαδικασιών υπάρχει ένα πολιταρχικό καθυστός, το οποίο χαρακτηρίζεται από αναθεωρητισμό, διεκδίξη περιφερειακού ρόλου και επικτατική διάδυση εναντικάθαρη κοιτωρικής χώρας. Η Τουρκία αντιλαμβάνεται τις διεθνείς σχέσεις μόνο μέσα από ένα συγκρουσιακό πρίσμα μηδενικού αθρίσματος, με την ενταφική επέκταση σαν μια από τις κυρίες επιδιώξεις της. Περνούσε οξύμοριαν όχι ακατανοητη επιλογία μια χώρα η οποία προσδοκά ένα μέλλον σε έναν κόσμο εγκοδομημένο πάνω σε κάποιες αρχές και αξίες όπου συσχυριζόμαστε ότι έχουμε κάνει, να προσκολληθεί σε μια άλλη η οποία απομακρύνεται μέρα με τη μέρα λόγω και έργο από αυτές τις αρχές και τις αξίες. Οι διαφορές αυτές και το θύλημα που αυτές συνεπάγονται πρέπει να αναδειχθούν από εμάς και να γίνουν κατανοητές από τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων αλλά και από τους Συμμάχους και τις υπέσφυλικές χώρες, το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι οποίες πολλές φορές έρχονται από την αχανή τουρκική αγορά. Και ως γυναική συμπερασματικά το ζητούμενο είναι η ελληνική στρατηγική σκέψη κατά την πέκταση εθνικής στρατηγικής να αναγνωρίσει τη μοναδική αυτή συγκυρία και να την αξιοποιήσει προς οφελό της αλλά και προς όφελος της ευρύτερης περιοχής. Ο τουρκικός αναθεωρητησμός πρέπει να αντιμετωπιστεί ενεργά σε διεθνές επίπεδο. Οι διαφορές και τα σύνορα με την Τουρκία δεν είναι μόνο δικά μας, είναι οι διαφορές και σύνορα της Ευρώπης και έτσι πρέπει να τα αντιμετωπίζουμε. Το ζητούμενο λοιπόν κατά τη γνώμη μου στην παρούσα εξελισσόμενη διεθνή συγκυρία είναι πολύ συγκεκριμένο. Η χώρα δεν πρέπει να βρεθεί εκτός νυμφώνος στο μοίρασμα πλούτου και επιρροής και γι' αυτό θα πρέπει να δηλώσει την παρουσία της με όλα τα διαθέσιμα μέσα στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, χωρίς παράλληλα να παραμελήσει τον ρόλο της στα Μαγκάνια. Έχει τη δυνατότητα να το κάνει. Η Ελλάδα δεν πρέπει να επιτρέψει να παίζονται παιχνίδια στην αυλή της με αυτήν απούσα. Η ευθύνη της Ελλάδος ως πυλώνα σταθερότητος αλλά και ως η πλέον αξιόπιστη προβλέψιμη και όριμη δύναμη στην περιοχή είναι μεγάλη. Αντίστοιχα μεγάλη όμως είναι και η ευθύνη της ως προσημερωτικές γενιάς των Ελλήνων. Πρέπει να είμαστε παρόντες σε όλες τις εξελίξεις, τόσο στα Μαγκάνια όσο και στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και να συνδιαμορφώνουμε προτάσεις και λύσεις για το κοινό αλλά και το εθνικό όφελος. Τη μυζέρια, την εσωστρέφεια και την παράνοια της εξωτερικής μας πολιτικής της τελευταίας περίοδος πρέπει να αντικαταστήσει ένας εξωστρεφής δυναμισμός. Στην κατεύθυνση αυτή, το σύνολο της ύπιας ισχύος της χώρας πρέπει να χρησιμοποιηθεί στο έπακρο όπως και οι εξελίξεις του ενεργειακού τομέα και οι δυνητικές εαυτών των ειδατήνων καταφορών ιδιωσίως στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Ταυτόχρονα όμως, δεν πρέπει να αποκλείουμε την καταφυγή σε κάθε διαθέσιμο, δόκιμο και νόμιμο μέσο προκειμένου να προασπίσουμε τα εθνικά μας εφέροντα. Για να είναι αυτό πιστικό, απαιτείται η ύπαρξη ισχυρών ενοπλών δυνάμεων και σοβαρών και αξιόπιστον συμμαχιών. Το κυριότερο όμως, πρέπει να υπάρχει και να επιδεικνύεται η αποφασιτικότητα να τα υλοποιήσουμε όλα αυτά και να αποκριθούμε αν απαιτηθεί δυναμικά και αποφασιστικά στις οποιαδήποτε προκλήσεις. Ευχαριστώ.