ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ /

: Λοιπόν, καλησπέρα σε όλους και όλους, καλησπέρα και σε σένα, αποχαιρετούμε τα Φιλοσοφικά το 2020 με αισθητική, έτσι? Ναι, ναι. Ωραία, ξεκινάς κατευθείαν, δεν έχουμε να πούμε... Καταρχάς, μ' άρεσε τρομερά, ήταν ένα κομμάτι που δεν το είχα μελετήσει, είναι βέβαια τεράστιο κομμάτι και θα δώσει σ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Είδος:Ανοικτό εκπαιδευτικό υλικό
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΛΙΒΑΔΕΙΑΣ 2021
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=9wIL617E4aY&list=PL4ir5o_3uDPsAmtKXeYXIL5dd2Qu-0fdJ
Απομαγνητοφώνηση
: Λοιπόν, καλησπέρα σε όλους και όλους, καλησπέρα και σε σένα, αποχαιρετούμε τα Φιλοσοφικά το 2020 με αισθητική, έτσι? Ναι, ναι. Ωραία, ξεκινάς κατευθείαν, δεν έχουμε να πούμε... Καταρχάς, μ' άρεσε τρομερά, ήταν ένα κομμάτι που δεν το είχα μελετήσει, είναι βέβαια τεράστιο κομμάτι και θα δώσει στον καθέναν από εσάς τροφή για πάρα πολλές σκέψεις. Μέσα στα αυτά τα δύο διδακτικές ώρες πολύ λίγα πράγματα προλαβαίνει να πει κανείς και είναι βέβαιος ότι θα γεννηθούν μέσα σαν σκέψεις που θα μπορούσαμε ώρες να μιλάμε και πάρα πολύ ευχάριστα. Το καλό που είναι με το τομέα της αισθητικής είναι ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για δόγματα, να σας πω αυτό είπε ο Κάντ, εκείνο είπε ο Σοκράτης, το άλλο είπε ο άλλος, είναι το πιο εύπλαστο κομμάτι της Φιλοσοφίας και ένα κομμάτι που κάθε ένας από εσάς με την προσωπική του αντίληψη μπορεί να συνεισφέρει τα μέγιστα. Αυτό που θα κάνω θα είναι να προσπαθήσω να τακτοποιήσω λίγο τις ιδέες που όλοι περίπου έχουμε αν έχουμε προβληματιστεί πάνω στην τέχνη, να σας δώσω κάποιες κατά τάξεις και με παραδείγματα να σας κεντρήσω για τη δική σας απάντηση, όχι για τη δική μου απάντηση. Πάμε να το ξεκινήσουμε όπως είχα ξεκινήσει και το θέμα της ηθικής. Στην ηθική, αν θυμάστε, είχα πει ότι κόβουμε στα τρία και λέμε υποκείμενο, ποιος είναι αυτός που πράττει, δηλαδή το υποκείμενο. Είχαμε πει πράξη, η ηθική πράξη και είχαμε πει και αποτέλεσμα πράξης. Κάθε φιλόσοφος έπαιρνε θέση, άλλος τιμούσε πιο πολύ το υποκείμενο, άλλος εκτιμούσε πιο πολύ την πράξη και άλλος καθόταν και μέτραγε τα αποτελέσματα. Εδώ στην αισθητική πάλι θα κάνω για να βολευτούμε, προς θεού μη θεωρίστε ότι τα σχήματα αυτά είναι, ας το πούμε, κάτι το επιβεβλημένο. Αλλά για να τα κατατάξουμε λίγο και να μη μιλάμε χύμα, θα προσπαθήσουμε να κάνουμε μια χονδρική, ας το πούμε, ένα χονδρικό μοίρασμα. Σας το δίνω, μπορείτε είτε πολύ προχείρος να αντιγράψετε την αρχή, είτε και να το βλέπετε όσο μιλάω και μετά θα ξαναεμφανίσω το πρόσωπό μου για να μπορούμε να πούμε. Σημειώστε αν θέλετε και πολύ προχείρος να το έχετε κι εσείς μπροστά σας και να καταλαβαίνετε ποιο είναι ο. Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι έχουμε στην τέχνη τρεις συντελεστές. Πολύ απλά, καθένας που έχει ασχοληθεί έστω και ελάχιστα με την τέχνη θα μου μιλήσει για το δημιουργό, δηλαδή τον άνθρωπο που δημιουργεί την τέχνη, για το έργο, το αντικείμενο της τέχνης του και για το δέκτη. Δηλαδή φτιάχνω ένα ωραίο πίνακα, ζωγραφίζω ένα πίνακα, αυτό προϋποθέτει έναν δημιουργό, εμένα το ζωγράφω, προϋποθέτει ένα έργο, τον πίνακα που τελείωσα και ζωγράφησα και βέβαια προϋποθέτει και έναν δέκτη, έναν τουλάχιστον που πρέπει να παρουσιάσω τον πίνακα και να τον δει. Θα κοιτάξουμε και την άλλη επίδραση μεταξύ των τριών αυτών συντελεστών ας το πούμε, αλλά και θα κοιτάξουμε μέσα στο καθένα ποια στιγμή και ποια σημεία ας το πούμε τον προβληματίζουν. Ας ξεκινήσω από το δημιουργό. Πρώτα πρώτα ρωτάει ο πρώτος περίεργος και αμφισβητίας, χρειάζονται και τα τρία στάδι, δηλαδή δεν γίνεται τέχνη αν δεν έχω αυτά τα τρία, αν δεν έχω δημιουργό δεν γίνεται, αν δεν έχω έργο δεν γίνεται, αν δεν έχω δέκτη δεν γίνεται. Πάμε να σημειώσουμε ας ξεκινήσουμε από το δημιουργό λοιπόν. Πρώτα πρώτα ναι χρειάζεται ένας δημιουργός τέχνη, κάτι που δεν το άγγιξε ο δημιουργός θα πρέπει να προχωρήσουμε σε πολύ προωθημένες μορφές τέχνης και να τις συζητήσουμε μαζί. Δηλαδή φέρνω ένα παράδειγμα ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί τεχνίτης, πηγαίνουμε και βλέπουμε ένα πάρα πολύ ωραίο νησί και βυθίζεται ο ίδιος, δεν μπορούμε να πούμε ότι αυτό είναι τέχνη. Άρα η τύση αποκλείεται να είναι δημιουργός. Ένα κορίτσι όσο όμορφο και να είναι δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι εργοτέχνης. Το έκανε η μάνα της. Για να είναι εργοτέχνης πρέπει κάποιος να βάλει το χέρι επάνω σε αυτή τη μορφή. Άρα ο δημιουργός μοιάζει απαραίτητος συντελεστής σε αυτούς τους τρεις. Πάμε τώρα να δούμε λίγο πιο μοντέρνες μορφές τέχνης, γιατί αυτό που λέγαμε τέχνη στην αρχαιότητα, αυτό που λέγαμε τέχνη στην αναγέννηση και αυτό που λέμε τέχνη σήμερα δυστυχώς ή ευτυχώς, κατά τη γνώμη μου ευτυχώς αλλάζει. Στο ΜΕΣΕ και στην αναγέννηση αυτό που σας είπα μέχρι τώρα. Μερικές μορφές τέχνης. Κυρίως θα σας ξεκίναγα ότι ο προβληματισμός αυτός έχει αφετηρία τη φωτογραφία και έρχεται και μου λέει κάποιος, αφελής αυτός ο πρώτος κάποιος, δηλαδή στη φωτογραφία ρε φίλε ήταν ένα δέντρο, το φωτογράφησες εσύ, το φως το είχε βάλει ο ήλιος, τη σκιά την είχε φτιάξει ο Θεούλης, τα οργωμένα από κάτω τα είχαν φτιάξει οι αγρότες και εσύ μου φέρνεις μια φωτογραφία και μου λες πω ρε κοίταξε ρε καταπληκτική φωτογραφία, τι εργοτέχνης είναι αυτό αφού εσύ δεν έφτιαξες τίποτα. Όλοι θα μου πείτε ε είσαι αφελής, η φωτογραφία βεβαίως και είναι τέχνη στάντη. Αλλά αν σας ρωτήσω και ποιος είναι ο δημιουργός, τι έκανε ο δημιουργός, εκεί θα αρχίσετε να ψάχνετε. Προτού ψάξετε πολύ θα σας πάω ακόμα παραπέρα. Πόσες φορές έχετε πάει ένας καλλιτέχνης έχει βρει ένα ξύλο όπως ήτανε στην παραλία πεταμένο, σας το βάζει πάνω σε ένα τραπέζι και λέτε πω ρε τι καταπληκτικό είναι αυτό και σου λέει το βρήκα στην παραλία. Ένας άλλος καλλιτέχνης μάζεψε μια πέτρα στη φέρνη, στην στείνει πάνω σε ένα επίπεδο λευκό και σου λέει μοναξιά. Εκεί δεν έχει κάνει, δηλαδή αν ο φωτογράφος μπορεί να μου πει έλα στάντη μην είσαι αφελής, εγώ πρώτα πρώτα έστισα από κίνητη γωνία λήψη στο φακό μου, αν τον έβαζες από μία άλλη γωνία είναι ένα απλό δέντρο και δεν έχει καμία αξία. Εγώ είδα τη λήψη από κίνητη πλευρά, τη φωτογράφησα έτσι, έβαλα αυτές τις φωτοσκιάσεις, έπαιξα με το φυσικό φως του ήλιου με τις αντανακλάσεις, εκεί τον καταλαβαίνω ότι πράγματι έχει βάλει χέρι εντός εισαγωγικών στη φωτογραφία. Αλλά στην πέτρα ούτε την πιάλησε ούτε τίποτα. Τη μάζεψα από την παραλία και μου την έφερε. Δεν θα ανήκουμε εμείς σ' αυτούς οι οποίοι θα πούνε αυτό δεν είναι τέχνη. Είναι τέχνη και μια πέτρα. Είναι τέχνη και ένα ξύλο που μαζεύτηκε και πάνω του έχει κομμάτια ξύσματα από μπογιά και έχει στραβώσει κιόλας και μας θυμίζει όπως είναι ένα παλιό φόρεμα γυναίκας. Ή ένα κλαδί που το κύλισε η θάλασσα πολλά χρόνια μέσα και μοιάζει σαν ένα κριάρι που έχει δύο μεγάλα κέρατα και κουτουλάει. Ή μοιάζει με μισό κορμό γυναίκας. Ένα κλαδί και μια διχάλα. Εκεί λοιπόν θα διευρύνουμε τον ορισμό της τέχνης και θα πούμε ότι δημιουργός υπάρχει και υπάρχει και εκδηλώνεται ακόμα και στην επιλογή. Δηλαδή από μία παραλία που είχε 5.000 πέτρες το δικό μου το μάτι διάλεξε αυτήν. Ακόμα και αυτό λέγεται επέμβαση του δημιουργού ή δεν διάλεξα καν αλλά εγώ φόρτωσα μια πρόθεση σε αυτό που ήρθε από τη φύση. Δηλαδή από τη φύση σχηματίστηκε αυτό το ξύλο αλλά εγώ το έστεισα με τέτοιο τρόπο που να σου τονίσω αυτή την καμπύλη και του έδωσα τον τίτλο μοναξιά. Του έδωσα τον τίτλο επίθεση, του έδωσα τον τίτλο γυναίκα. Το πέρασες και εσύ το ίδιο ξύλο, το είδες και εσύ στην παραλία και το κλώψες και είπες παλιό κούτσουρο. Εγώ το πήρα και αυτό πυροδότησε μέσα μου κάποια πράγματα. Εγώ μπορώ και μόνο με την επιλογή μου και μόνο με την πρόθεσή μου να το πω μοναξιά, να του αποδώσω τα δικά μου συναισθήματα, να ονομασθώ καλλιτέχνης. Αυτή είναι η πιο διευρυμένη και η πιο ανοιχτή αντίληψη τέχνης που δέχεται ότι δημιουργός δεν χρειάζεται να το έχει πλάσει, δεν χρειάζεται να έχει βάλει χρώματα, δεν χρειάζεται να έχει κάνει τίποτα, αρκεί να το μάζεψε ανάμεσα σε δέκα χιλιάδες βότσαλα. Αρκεί να του έβαλε έναν τίτλο. Δεν είναι λίγο το να βάλουμε τον τίτλο. Δεν είναι λίγο το να πούμε ότι αυτό το βότσαλο που σας πήρα είναι το βότσαλο μητρότητα. Φυσικά υπάρχουν πάρα πολύ κοροϊδιάριδες, απατεώνες. Βλέπουμε έργα τέχνης που δεν μας λένε τίποτα, δεν μας συγκινούν καθόλου και ο άλλος λέει η μοναξιά του σύγχρονου ανθρώπου. Πρόκειται περί ενός απατεώνος και δυστυχώς και στην τέχνη όπως και σε κάθε επάγγελμα υπάρχουν πολύ κοροϊδιάριδες, απατεώνες, οτιδήποτε άλλο. Αν όμως μιλήσουμε ειλικρινά και προσπαθήσουμε ειλικρινά να αντιμετωπίσουμε το θέμα της τέχνης, καλοπροέρετα θα σας έλεγα, θα έπρεπε να αφήσουμε τον δημιουργό ακόμα και αυτόν που έκανε μια απλή επιλογή μήπως και μας πείσει ότι αυτή η επιλογή του καλοπροέρετα κάτι του ξύπνησε και καλοπροέρετα μας το προτείνει σαν τέχνη. Και να το δεχτούμε, να μην του πούμε είσαι απατεώνας, εμείς περιμένουμε να πάρεις το καλέμι και να αρχίσεις να σμιλεύεις το μάρμαρο και να βγάλεις μία μορφή. Αυτά ως προς την εξέλιξη της ιδέας για να σας δώσω αρχικά και να το ξέρετε πάντοτε ότι η τέχνη δεν είναι κάτι το παγιωμένο. Όσο προχωράνε τα χρόνια τόσο ανοίγει και η αντίληψή μας για την τέχνη και αναγκάζεται το μυαλό μας να κάνει ασκήσεις σουηδικής γυμναστικής πάνω σε αυτό το θέμα. Να δεχθούμε και μορφές τέχνης που παλιά δεν τις δεχόμασταν, που παλιά ήμασταν πολύ πιο κλειστή, συντηρητική και άκαμπτη. Και θα σας βεβαιώσω και από προσωπική εμπειρία ότι ξεκινώντας ως πολύ συντηρητικός σαν νέος που έλεγα καλλιτέχνημα ή μένω μόνο το καλλιτέχνημα, μη με κοροϊδεύεις ότι παίρνεις ένα βότσαλο και μου το κάνεις εργοτέχνης, σιγά σιγά με τα χρόνια όλο και γίνομαι ανεκτικότερος. Όλο και βρίσκω ότι μπορεί να υπάρχει ένα καταπληκτικό μήνυμα σε μια τυχαία πέτρα. Αρκεί να το ανακαλύψει ο καλλιτέχνης, να τη σηκώσει την πέτρα και να μου τη φέρει και να μου πει αυτή η πέτρα είναι η επιθετικότητα. Πάμε τώρα να δούμε το έργο. Τώρα να μου πείτε ότι υπάρχει τέχνη χωρίς να υπάρχει έργο, δηλαδή έχω μόνο δημιουργό και δέκτη αλλά χωρίς έργο, εκεί πραγματικά ζωρίζομαι πάρα πολύ. Θα μπορούσα όμως και εκεί να κάνω κάποιες σκέψεις, δηλαδή εάν εγώ σκεφτώ τη δεκάτη του Μπετόβεν είναι έργο, διαβεβαιώνω τον κύριο Λεωνίδα ότι την έχω σκεφτεί μέχρι και πώς θα παίξει το βιολί και πώς θα παίξουν τα τύμπανα, πώς θα συμπράξει το πιάνο και τα φλάουτα. Αλλά είναι μόνο μέσα στο μυαλό μου. Δέκτη υπάρχει, με ακούει, αλλά δεν υπάρχει έργο. Καταλήγω να πω ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο να μην υπάρχει έργο και να μιλάμε για τέχνη. Η ερώτησή μου είναι μπορεί να υπάρξει τέχνη χωρίς το δέκτη. Εδώ πάλι προβληματιζόμαι. Η απάντηση δεν είναι μονοσήμαντη. Δηλαδή φτιάχνω ένα πολύ σημαντικό έργο. Έτσι, ένα πίνακα. Τον κλείνω σε ένα σκοτεινό δωμάτιο. Δεν τον βλέπει κανείς. Και μετά ο πίνακας καίγεται. Είναι τέχνη. Αφού δεν τον είδε κανείς. Δεν υπήρξε κανένας δέκτης. Ποτέ. Από τη μια πλευρά θα μου απαντήσετε ότι όχι. Και το αστείο είναι ότι είναι πολύ περίεργη αυτή η απάντηση. Δηλαδή ότι η τέχνη απαιτεί να υπάρχει και ένας δέκτης. Έστω ένας. Αυτό είναι η τέχνη. Αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον σαν ιδέα. Πολύ ενδιαφέρουσα σαν ιδέα. Από την άλλη πλευρά θα με αναγκάσουν τα γεγονότα να τη διαψεύσω αυτή την άποψη. Μπορεί να υπάρξει τέχνη χωρίς δέκτες. Ποιο είναι αυτό? Για να δούμε και να το σκεφτούμε. Η περίφημη ποιήτρια, η Emily Dickinson, έγραφε μία ζωή ολόκληρη, δεν δημοσίευσε τίποτα ποτέ, ούτε τις επιστολές της ούτε τα ποιηματά της, τα πέταγε μέσα σε μία συφωνιέρα, δηλαδή σε ένα έπιπλο που είχε στην κρεβατοκάμαρά της, τα έγραφε σε οποιαδήποτε παλιό χαρτά έβρισκε μπροστά της και όταν πέθανε αυτή η λευκή παρθένα όπως την ονομάζανε, ο κόσμος γνώριζε απλώς ότι έγραφε κάποια ποιήματα αλλά δεν είχε διαβάσει κανένα. Και ανακαλύφθηκαν στη συφωνιέρα της 1.800 ποιήματα τα οποία αυτή τη στιγμή αποτελούν το βασικότερο θησαυρό της αμερικανικής ποιήσεις. Διαβεβαιώνουν οι ειδικοί ότι κατακορυφή της αμερικανικής ποιήσεις είναι η Emily Dickinson, μία γυναίκα περίεργη, υποχόνδρια θα έλεγα, η οποία σε όλη της τη ζωή δεν ανακοίνωσε σε κανέναν τα ποιήματά της. Άρα, συμπέρασμα πολύ γρήγορο. Ναι, σε ακραίες περιπτώσεις μπορεί να υπάρχει τέχνη κι ας μην υπάρχει δέκτης. Μπορεί ένα κομμάτι μουσικής να γραφτεί από τον Λεωνίδα, να μη μας κάνει τη χάρη ποτέ να το παίξεις μπροστά μας και όμως να είναι τέχνη. Δύσκολες περιπτώσεις, εξαιρέσεις, αλλά είναι ωραίες για το μυαλό. Πάμε τώρα να δούμε, να γυρίσω πίσω, αφού ξετάσαμε το δημιουργό και είπαμε ότι ναι η φύση δεν μπορεί να θεωρηθεί δημιουργός, η ελάχιστη όμως παρεμβολή του ανθρώπου είτε σαν επιλογή είτε σαν πρόθεση, καλλιτεχνική δικαιολογή το να ονομαστεί δημιουργός. Για να επικεντρωθούμε λίγο στο έργο. Λέμε ένα έργο για να είναι καλλιτεχνικό πρέπει να είναι ωραίο. Τι εννοούμε ωραίο? Πάνω σε αυτή την έννοια έχει χηθεί πάρα πολύ μελάνη. Έχουν κάτσει και έχουν γράψει χιλιάδες σελίδες πολύ σοβαροί άνθρωποι προσπαθώντας να ορίσουν τι είναι αυτό που μας κάνει να έχουμε μια αίσθηση ανάτασης. Με το ωραίο στην τέχνη. Στεκόμαστε μπροστά σε έναν πίνακα, στεκόμαστε μπροστά σε ένα γλυπτό ακούμε μια ωραία μουσική και λέμε πω πω τι ωραία. Αυτό το πω πω μπορούμε να βρούμε έναν κανόνα είναι απλώς εντελώς αφθαίρετο. Εμένα μ'αρέσει σπανακόπιτα στον άλλον δεν αρέσει σπανακόπιτα. Και μάλιστα με ένα πάρα πολύ άσχημο τρόπο πολλές φορές μπερδεύει το κοινό και λέει με το ρήμα μ'αρέσει και λέει εμένα δεν μ'αρέσει ο Μπετόβεν. Εμένα δεν μ'αρέσει ο Πικάσο. Στα παιδιά στο σχολείο τους λέω πάντοτε επίτηδες δεν είναι σπανακόπιτα. Δείχνεις τη χωριατιά σου όταν λες δεν μ'αρέσει μα κύριε τι να λέω μπορείς να λες δεν με συγκινεί δεν το αντιλαμβάνομαι. Δεν μπορώ να το καταλάβω να το ερμηνεύσω δεν με αγγίζει αλλά το να λες δεν μ'αρέσει δεν είναι ζήτημα αλατιού πιπεριού ή ζάχαρης. Δεν είναι ζήτημα γεύσης και υποκειμενισμού. Υπάρχουν κανόνες και στην τέχνη σε όλες τις τέχνες απλώς είναι πολύ πιο δύσκολη και δισερμίνευτη από ότι είναι σε απλά πράγματα. Άρα λοιπόν πρέπει να ψάξουμε έναν ορισμό για το ωραίο. Καταρχάς θα έρθει να μου πει κάποιος μόνο το ωραίο δηλαδή ωραίος πίνακας είναι αυτός που έχει ωραία επικονισμένο ένα ωραίο κορίτσι ή μπορεί να έχει και ένα άσκημο κορίτσι ή μπορεί να το έχει και πρόχειρα ζωγραφισμένο. Δηλαδή δεν έχει καν κατηρήσει τις αναλογίες βρε αδερφέ, το αναπόδεινε πιο μακριά απ' τα άλλο. Δηλαδή δεν φτάνει που είναι γκαβό και κουτσό αυτό το κορίτσι αν το έχει ζωγραφίσει και εσύ και γάλια. Μήπως και αυτό μπορεί να είναι τέχνη, μήπως και αυτό μπορεί να θέλει να πει ο καλλιτέχνης ότι δεν με ενδιαφέρει το ωραίο, η δυστυχία του με ενδιαφέρει. Και άρα όχι μόνο είναι που είναι κουτσό, εγώ στο κάνω πιο κουτσό. Τότε τι ωραίο. Εκεί αν σκεφτούμε κάμπος πάνω σε αυτό το θέμα θα καταλήξουμε ότι δεν είναι μόνο το ωραίο εντός εισαγωγικών αλλά υπάρχει και το υψηλό. Μια άλλη αρετή στην τέχνη που σημαίνει το υπερβολικό, το υψηλό δηλαδή αυτό που μας οδηγεί σε ακραίο συνέστημα. Και αυτό όχι μόνο το ωραίο το τυπικά ωραίο είναι κάτι το σημαντικό για την τέχνη και πολλές φορές η τέχνη αυτό κυνηγάει και όχι το ωραίο. Δηλαδή μέσα όταν ο ζωγράφος ζωγραφίζει μια κατεγίδα φοβερή με φοβερή ομίχλη και βροχή και ένα πλοίο που είναι στα πρόθυρα να βυθιστεί δεν μπορεί να πει κανείς ότι είναι ωραίο αλλά ασφαλώς είναι υψηλό. Δηλαδή μας δημιουργεί την ένταση, την αίσθηση του απόλυτου κινδύνου και αυτό λέγεται υψηλό. Την ώρα που θα βγάλω εγώ μια φωτογραφία. Μέσα στον πόλεμο με μια τρομερή αγωνία ζωγραφισμένη στα μάτια του ασφαλώς και δεν μπορώ να μιλήσω για ομορφιά μπορώ να μιλήσω όμως για ακραία ένταση που θα δημιουργήσει συγκίνηση στη δική μου την ψυχή και επομένως υψηλό συνέστημα. Άρα μην περιορίσουμε λοιπόν όταν λέμε για καλλιτεχνικό δημιούργημα στο ωραίο αυτό είναι πολύ πρωτόγωνη αντίληψη πρέπει να βάλουμε μέσα και το υψηλό. Τώρα υψηλό σε τι στα πάντα στο φόβο στην αγωνία όταν ο Μουχ ζωγραφίζει την κραυγή την ξέρετε όλοι δεν είναι ούτε ωραία ούτε είναι κανένα επίτευγμα ούτε τίποτα αλλά είναι αυτό το ανοιχτό στόμα ζωγραφισμένο έτσι ώστε πραγματικά σου σηκώνονται οι τρίχες έχει πετύχει λοιπόν της υπαρξιακής γιατί κραυγή θα σας πει κάποιος η απάντηση μόλις το δω αυτό το πίνακα εκφράζει την υπαρξιακή μου αγωνία αμάν τι συμβαίνει σε αυτό το κόσμο έτσι το στόμα του και να φωνάξει είναι συγκλονιστικός πίνακα δεν είναι ωραίος προς θεού μπορεί να μη θέλω να τον κρεμάσω ποτέ στο σαλόνι μου αλλά οπωσδήποτε θέλω να τον έχω δει επομένως περνάμε μεταφέρει συναισθήματα μεταφέρει ιδέες μηνύματα δεν είναι λοιπόν απλώς ότι κυνηγάμε το ωραίο με την τέχνη η τέχνη είναι εκτός από το ωραίο και το υψηλό είναι φορέας μηνυμάτων και συναισθημάτων αν το καταφέρει αυτό θα θυμάστε για πάντα ένα πίνακα που σας εντυπώθηκε μου εντυπώθηκε γιατί με φόβησε μου εντυπώθηκε γιατί με ηρέμησε έβλεπα αυτά τα ωραία θάλασσα που είχε και ηρεμό κάθε φορά θυμάμαι το καλοκαίρι μα ο ζωγράφος ζωγράφησε απλώς δύο βαρκούλες για μένα οι βάρκες είναι σύμβολα δεχόμαστε λοιπόν ότι η τέχνη είναι φορέας και εδώ έρχονται και ανοίγονται δύο σχολές και πρέπει και τις δύο να τις αντιμετωπίσουμε η μία σχολή η οποία ξεκίνησε με τους εμπρεσιονιστές στη Γαλλία βάζεται στο μυαλό σας μια πολύ χοντρική η ημερομυθωνία είχε το μανιφέστο το ας το πούμε το καταστατικό της τέχνη για την τέχνη το οποίο ενθουσίασε πάρα πολλούς και έγινε σημαία πραγματικά από τότε γιατί δημιουργήθηκε δημιουργήθηκε σαν μια επανάσταση απέναντι στους καλλιτέχνες οι οποίοι κακόμυροι επί χίλια χρόνια σε όλο το μεσαίωνα και σε όλη την αναγέννηση εξυρτώντο πάντοτε από έναν με κίνα που πλήρωνε για να γίνει το έργο και πήγαινε και έλεγε Λεωνίδα θέλω να μου φτιάξεις μία Παναγία γιατί θέλω να τη χαρίσω στο μοναστήρι Λεωνίδα τώρα θέλω τη γυναίκα μου να μου ζωγραφήσεις μόλις είναι χάλη η γυναίκα σου δεν με ενδιαφέρει τη γυναίκα μου τώρα τα σκυλιά μου τώρα εμένα στο κυνήγι τώρα εμένα πάνω στο άνθρωπο του κύριου τώρα εμένα πάνω στο άλογο οπότε κάποια στιγμή όταν πάβει να υπάρχει με τη γαλλική επανάσταση αυτή η τάξη των αρχώντων όταν έρχονται οι απλοί άνθρωποι η αστική τάξη ο καλλιτέχνης απελευθερώνεται πρέπει να βρει πολλούς αγοραστές για τα έργα δεν υπάρχει πια ένας δούκας ένας μαρκίσιος και αναγκάζεται ουσιαστικά έρχεται στη θέση να εκλέξει ελεύθερα το θέμα του ζωγραφίζει όποια κοπέλα θέλει τη γυναίκα του κι ας είναι χάλη τα σκυλιά του όχι τα σκυλιά του το δρόμο το σπίτι του κι ας είναι μια παράγκα τα φρούτα που έχει πάνω στο τραπέζι δεν υπηρετεί καμιά ιδεολογία πια το απελευθερωτικό μανιφέστο η τέχνη για την τέχνη δε θα υπηρετήσω κανένα σκοπό εσένα πλούσια να σε ζωγραφίσω πάνω στο άλογο για να το κρεμάσεις στη σάλα του διοικητήτριου και να παριστάνεις τον ηγεμόνα θα ζωγραφίσω όποιον θέλω τη γιαγιά μου σε αυτό λοιπόν σε πρώτη φάση σε αυτό το μανιφέστο πρέπει να σκύψουμε το κεφάλι όλοι και να υποκλειθούμε ότι είναι η μεγάλη ελευθερία του καλλιτέχνη που επιτέλους πολύ σωστά λέει η τέχνη για την τέχνη δεν επιτρέπεται η τέχνη να υπηρετεί σκοπούς η επόμενη το αντιμανιφέστο είναι η στρατευμένη τέχνη δηλαδή όλοι ξέρουμε τα χρόνια των καθεστώτων των ανατολικών καθεστώτων των κομμουνιστικών καθεστώτων τι τράβηξαν οι καλλιτέχνες οι κακόμυροι οι οποίοι δεν έπαιρναν ούτε χρώματα ούτε καμία παραγγελία από το καθεστώς αφού δεν υπήρχε άνθρωπος να τους πληρώσει μόνος του τα λεφτά για έναν πίνακα ή για ένα γλυπτό έπαιρνες παραγγελία μόνο αν τα θέματα ήτανε σύμφωνα με το κομμουνιστικό ιδεόδες όλοι θα έχουμε δει έργα που ήτανε στη Βουλγαρία στη Ρουμανία ή στη Ρωσία που δείχνουν το λαό να είναι οι κοπέλες με τα μαλλιά δεμένα με το κόκκινο μαντήλι τους άντρες να σφίγγουν τη γροθιά οι γυναίκες να θερίζουν μαζί με τους άντρες τα χωράφια οι εργάτες να είναι έξω από τη βιομηχανία και άλλες αυτές τις βλακίες το λένε σε όλες τις στάσεις το μπατερούλι στάλιν όρθιο καθιστό κλπ στρατευμένη τέχνη τους βάλαν τους κακόμυρους μεγάλους καλλιτέχνες να ζωγραφίζουνε μόνον ότι βοηθούσε το καθεστώς αυτό ήταν η άλλη άκρη δηλαδή ότι ο καλλιτέχνης θα είναι σκέτος δούλος ιδεολογικός ενός καθεστότος και είδαμε τα τραγικά αποτελέσματα τέχνες ολόπληρες που παρίκμασαν έτσι σε μεγάλο κομμάτι του σοσιαλιστικού κόσμου η ερώτηση τώρα έρχεται είναι δυνατόν πράγματι να είναι μόνο η τέχνη για την τέχνη δηλαδή υπάρχει μια τέχνη που να είναι ελεύθερη για να το δούμε λίγο ιστορικά πρώτα πρώτα πότε ήταν ελεύθερη η τέχνη πότε όταν βλέπουμε ένα Χριστό ζωγραφισμένο βυζαντινό ο καλλιτέχνης ο Κακομύρης ήταν ένθερμος πιστός και ζωγράφισε το Χριστό που συγχωρεί την Παναγία που κρατάει το βρέφος έφτιαξε ένα σύμβολο ιδεολογικό να πηγαίνουμε σήμερα και να το προσκυνάμε ο καλλιτέχνης του μεσαίωνα έφτιαξε και αυτός πάντοτε μέσα σε ένα πλαίσιο αλλά και ο εντελώς ελεύθερος καλλιτέχνης ο εμπρεσιονιστής ο οποίος ζωγραφίζει το κορίτσι της γειτονιάς του, τη γιαγιά του, τα παπούτσια του ο Βαγκόκ θα έχετε δει τα περίφημα παπούτσια που είναι δύο παλιοπατημένα παπούτσια δηλαδή αυτά δεν έχουν ιδεολογικό περιεχόμενο από πίσω βεβαίως και έχουν βεβαίως ο κακομείρης ο Βαγκόκ σου λέει αυτά τα λασπομένα μου παπούτσια είναι η φτώχεια μου είναι η ταπεινότητά μου αυτή η πατατοφάγη που σου ζωγραφίζω είναι η κατάσταση των φτωχών χωρικών στην Ολλανδία άρα κι αυτός είτε το θέλει είτε όχι δεν υπάρχει άνθρωπος αν ιδεολογικός κι αυτός μεταφέρει μηνύματα επομένως αυτό το καταπληκτικό μανιφέστο η τέχνη για την τέχνη είναι ανύπακτο θα με ρωτήσει κάποιος μα τι μου λες εγώ όταν με ανός φωτογραφίζω και δεν θέλω να περάσω κανένα μήνυμα ούτε κομμουνιστικό ούτε αντικομμουνιστικό ούτε τίποτα βρε χριστιανέ η ερώτησή μου είναι κύριε Μοραίτη δεν μου λες όταν βγάζεις μια φωτογραφία το κριτήριό σου για να βγάλεις αυτή τη φωτογραφία δεν έχει προσδιοριστεί από τις ευαισθησίες σου από την ομορφιά που έμαθες στον τόπο που ζεις από τη μάνα σου που σου είπε πρόσεχε το δεντράκι μην το κλοτσάς από τον πατέρα σου που σε πήγε στο ποτάμι και σου δείξε πόσο όμορφη είναι η φύση από τον αδερφό σου που σου είπε κοίταξε τι ωραίο που είναι αυτό προσδιορίστηκες και θέλεις αυτό το ωραίο που είναι ιδεολογία πια είναι η ιδεολογία σου πάνω στο ωραίο να μου το δώσεις και εμένα να με ευαισθητοποιήσεις πάνω σε ένα άλογο μοναχικό σε έναν αγρό ότι κοίταξε ποια είναι η φύση κοίταξε πως είναι ένα άλογο εκεί σταματημένο άρα έχεις και εσύ μήνυμα ο κάθε καλλιτέχνης έχει μήνυμα και αυτό το λαρ που λαρ η τέχνη μόνο για την τέχνη δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστεί καλό για να μας απελευθερώσει και να μην είμαστε δούλοι μην έρθει και μου πει ο Δαμιανός εγώ είμαι ταγμένος κομμουνιστής και ό,τι φωτογραφίζω θα είναι δια το καλό του σοσιαλισμού οχ θα σκεφτώ τον κακομύρι από την άλλη μεριά αλίμονο αν μου πει ότι εγώ μιλάω μόνο με το Θεό και δεν βάζω κανένα μήνυμα μέσα στην τέχνη βεβαίως και βάζω τις αγάπες μου τις ευαισθησίες μου τους πόνους μου όλα αυτά είναι μηνύματα Είπα ότι το πρόβλημα ουσιαστικά από το μανιφέστο η τέχνη για την τέχνη είναι ότι αν το τραβήξουμε στα άκρα δεν μπορούμε να το εφαρμόσουμε δεν γίνεται δεν υπάρχει τέχνη που δεν μεταφέρει κανένα μήνυμα εάν τυχόν το εφαρμόσουμε αυτό κινδυνεύουμε να πέσουμε σε αυτοαναφορικότητα της τέχνης. Τι θα πει αυτοαναφορικότητα Ο καλλιτέχνης λέει κάτι μονάχα στον εαυτό του αυτοαναφέρεται δηλαδή γράφω εγώ ένα πείγμα δεν το καταλαβαίνει κανείς λέω αρλούμπες και νομίζω ότι αυτό είναι τέχνη όλοι άλλοι δεν καταλαβαίνουν τίποτα και η τέχνη πάβει να λειτουργεί είναι αυτοαναφορική δεν έχω αναγνώριση να με λένε πικάσο αλλά δεν με καταλαβαίνει κανείς την πραγματικότητα όλοι χάσκουν απλώς το να γράφει κάποιος καλλιτέχνης πείματα ή να βγάζει φωτογραφή δεν της καταλαβαίνει κανείς να τα εκθέτει στα μουσεία αυτό είναι ο κίνδυνος της αυτοαναφορικότητας μια τέχνη που δεν περνάει στο δέκτη άρα πρέπει όχι μονάχα να μεταφέρει μηνύματα χωρίς να γίνεται δούλα του μηνύματος η τέχνη αλλά πρέπει κιόλας να μπορεί να φτάσει στο δέκτη αν δεν μπορεί μια τέχνη ακατανόητη είναι τέχνη προβληματική φυσικά πάνω σε αυτό πάρα πολύ θα σηκώσουν το χέρι και θα μου πούν και ποιος εσύ που θα κρίνεις αν το κατάλαβε ο δέκτης τι με ενδιαφέρει ο δέκτης είναι κάφρος δεν καταλαβαίνει θα ξυπνήσει σε δυο γενιές και αυτό συνέβη δηλαδή τον Καβάφη δεν τον καταλάβαινε κανείς όσο ζούσε τον θεωρούσαν παλαβό έχουν γραφτεί χειρότερες κριτικές για αυτό και εμείς σήμερα τον θεωρούμε κατακορυφή της πίησης Τι να πούμε σταμάτα να γράφεις γιατί δεν σε καταλαβαίνουν Καβάφη δηλαδή τι θα λέγαμε στον ιερόνιμο Μπος σταμάτα να ζωγραφίζεις ιερόνιμο Μπος διότι η εποχή σου σε θεωρεί τρελό εμείς σήμερα λέμε οι εικόνες της Αποκάλυψης που μεταφράζει το υποσυνείδητο και λοιπά και λοιπά και λοιπά και τον θεωρούμε μεγάλο προδρομικό καλλιτέχνη στην εποχή του ήταν ένας σαλεμένος Θέλω δηλαδή με αυτά να πω ότι ψάχνουμε όπως σας έβαλα να ψάξουμε μαζί τι είναι το ωραίο, αν υπάρχει και το υψηλό δίπλα στο ωραίο, αν η τέχνη πρέπει ή δεν πρέπει να μεταφέρει μηνύματα, αν είναι δυνατόν μια τέχνη να είναι με μήνυμα αλλά το μήνυμα να είναι ακατανοητό Σε όλα αυτά χωράει νερό και κάθε ένας από εσάς θα θέσει τα δικά του όρια Αν δηλαδή ο κύριος Μοραίτης είναι ένας πολύ πρωτοποριακός φωτογράφος και όλοι άλλοι λέτε καλός άνθρωπος ρε παιδί μου αλλά δεν καταλαβαίνω τώρα τι πάει και φωτογραφίζει κάτι βίδες Πράγματι εκεί η τέχνη του χάνει γιατί είναι αυτοαναφορική αλλά μπορεί οι βίδες που σήμερα εμείς θεωρούμε ότι δεν μας λένε τίποτα σε δυο γενιές να αγοράζουν κάθε φωτογραφία του 10.000 και να λένε αυτός είχε βρει ότι η σύσταση του κόσμου είναι σπυροειδής και επέμενε να μας δείχνει τις βίδες Εμείς σήμερα τον κοιτάμε και χάσκουμε και αυτός έχει βρει απαντήσεις για πιο μπρος Και αυτό έχει συμβεί στην τέχνη πάρα πολλές φορές Οι ίδιοι ημπρεσιονιστές όταν πρωτοζωγράφιζαν και παρουσίαζαν τα έργα τους με αυτές τις άτεχνες πινελιές, οι ζωγράφοι οι κλασικοί τους θεωρούσαν απατεώνες και κομπογιανίτες οι οποίοι παριστάναν τους ζωγράφους και δεν ήταν τίποτα, ήταν καλλικάτζαροι Σήμερα εμείς λατρεύουμε αυτές τις ουσιαστικά ανακριβείς και άρνες πινελιές Κατάφεραν να μας πείσουν για το μήνυμά τους, κατάφεραν να μας αλλάξουν την αισθητική όπως θέλετε πείτε το Νομίζω ότι σας έδωσα κάποιες διρεκτίβες και για το δημιουργό και για το έργο Πάμε τώρα στο δέκτη, πάμε στην τρίτη κατηγορία Ο δέκτης Έρχεται το μεγάλο ερώτημα Ο δέκτης είναι κάτι το παθητικό που του πετάμε στα μάτια μπροστά ή στα αυτιά ένα καλλιτέχνημα και πρέπει να το δεχτεί ή πρέπει να κάνει μια διεργασία ο ίδιος Είναι απαραίτητη δηλαδή μια αποκωδικοποίηση του έργου Α, τότε δηλαδή μετέχει και αυτός γιατί πώς μπορώ να δεχθώ εγώ θα πω στα αγγλικά μια φράση πρέπει εσείς να την καταλάβετε Αν ο Λεωνίδας δεν γνωρίζει αγγλικά τότε μάται πήγε η πράξη μου, μάται πήγε η λέξη μου Αν σκεφτούμε ότι σε κάθε έργο που προτείνουμε στο δέκτη είτε μουσικό είτε ζωγραφική είτε γλυπτική υπάρχει ένα κομμάτι που πρέπει να το τελειώσει ο δέκτης Πρέπει να το αποκωδικοποιήσει Αμάν, αν το δεχθούμε αυτό ότι δεν είναι παθητική η πρόσληψη, δεν μας υπαγορεύει το έργο απολύτως μία ερμηνεία και αυτό πάρα πολλές φορές έχει αποδειχθεί τότε κάθε δέκτης φτιάχνει και λίγο το δικό του καλλιτέχνημα Δηλαδή την ίδια φωτογραφία παρουσιάζει ο κ. Μοραϊτης σε όλους εμάς, εμένα αυτή η φωτογραφία μου προκαλεί θλίψη και στο Λεωνίδα προκαλεί χαρά και σε άλλων προκαλεί νοσταλγία για τον τόπο του, εγώ αφού δεν έχω μεγαλώσει σε ύπαιδρο δεν μου δίνει καμία νοσταλγία αλλά με ροματζάρι, τον άλλον του δημιουργεί άλλο, άρα το καλλιτέχνημα ποιο είναι αυτό που έφτιαξε ο δημιουργός ή αυτό που προσλαμβάνει τελικά ο δέκτης και εδώ γεννιέται μια μεγάλη νέα αισθητική θεωρία η οποία δημιουργείται στον 20ο αιώνα και συνεχίζει μέχρι σήμερα και φτάνει να πει το εξής ότι δεν έχει σημασία τόσο πολύ ούτε ο δημιουργός ούτε το έργο, τη μέγιστη σημασία έχει ο δέκτης και δεν πρέπει να μας προσδιορίσει ούτε η πρόθεση του δημιουργού ή ήθελε ο Μιχαηλάγγελος να κάνει ένα έργο βαθιάς ευλάβειας και εγώ βλέπω ένα έργο καταπληκτικά ερωτικό μα ξέρεις αυτός ζωγράφισε αυτό το έργο ή έγραψε αυτό το μουσικό κομμάτι το οποίο είναι πάρα πολύ θλιμμένο και σε εμένα δημιουργεί ερωτική έξαψη γιατί είμαι υποχρεωμένος εγώ να δεχθώ την πρόθεση του δημιουργού και γεννιέται το εξής θέμα πολλές φορές έχουμε μεγάλα καλλιτεχνικά έργα και όταν διαβάζουμε ή μαθαίνουμε ποια ήταν η πρόθεση του δημιουργού τρελενόμαστε. Εμείς μιλάμε σαν μεγάλο κοινό έχουμε ερμηνεύσει εντελώς αλλιώτικα και έχει γίνει σύμβολο κάτι που για τον καλλιτέχνη ήτανε άλλο πράγμα. Όποιος διαβάσει τα σχόλια που ο ίδιος ο Καβάφης έχει γράψει για ορισμένα πήματά του θα εκπλαγεί με τη στενότητα. Θα τόλμαγα να πω με την ανοησία του Καβάφη να ερμηνεύει τόσο στενά κάποια εκπληκτικά πήματά του που για μας είναι σύμβολα της εποχής μας. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι ένα σχόλιο που έχει γράψει για τους βαρβάρους. Αυτό το πήμα που έχει διαβαστεί σε όλο τον κόσμο έχει επηρεάσει πανκοσμίως την αντίληψη για την πίηση και για το τι είναι ο αιώνας μας και τα σχόλια του Καβάφη είναι τραγικά στενά. Δηλαδή εγώ θα στενέψω τη δική μου ερμηνεία επειδή ο Καβάφης ο δημιουργός την είχε στενή. Εγώ θα δω στο έργο του Μιχαηλάγγελου τη δευτέρα παρουσία μονάχα την ευλάβεια του ανθρώπου και τα θέματα τα θρησκευτικά ή θα δω ότι θέλω εγώ. Αυτή είναι η θεωρία της αντιπρόθεσης. Δηλαδή όχι η πρόθεση του δημιουργού, η αντιπρόθεση, ότι εγώ θέλω δέκτης. Την προώθησε πολύ στον προηγούμενο αιώνα ένας Γάλλος, ο Roland Barthes. Δεν συμφωνώ αλλά σε πολλά στοιχεία, είπε ο Roland Barthes, δεν έχει καμία αξία να μελετήσουμε. Ούτε τη ζωή, ούτε τα πάθη, ούτε το πώς δημιούργησε ο καλλιτέχνης αν ήταν φτωχός, πλούσιος, δεξιός, αριστερός, κακός άνθρωπος, φασίστας, τίποτα λέει. Ουσιαστικά αυτό που μας λέει ο Barthes σε σχέση με την τέχνη και μας ενδιαφέρει είναι το αντίθετο ακριβώς από εκείνο που μας μαθαίνανε στο σχολείο εμάς και μας λέγανε Σολομός, θα κάνουμε ελεύθεροι πολιορκημένοι, Στάντι, μας έλεγε η δασκάλα, Στάντι μελέτα μας, φέρε μας τη βιογραφία του Σολομού. Φέρε μας από πού ήτανε, στην Εφτάνησο, από πού παρακολουθούσε, έβλεπε το Μεσολόγγι από απέναντι και στεναχωριόταν ο ποιητής. Όλα αυτά τα πράγματα είναι άχρηστα για τον Roland Barthes. Σου λέει πώς εσύ προσλαμβάνεις το έργο τέχνης. Δεν με ενδιαφέρει αν ο Πικάσο ήταν πλούσιος ή φτωχός, κομμουνιστής ή φασίστας του 19ου αιώνα ή του 19ου π.Χ. Όλα αυτά είναι άσχετα, η πρόθεση του καλλιτέχνη δεν μετράει, ο κάθε δέκτης έχει το δικό του καλλιτέχνημα. Ο δημιουργός απλώς πετάει ένα σπόρο, ένα έναυσμα, αυτό λέγεται τέχνη. Είναι μια ωραία θεωρία και πρέπει κανείς να την έχει και αυτή η υπόψη του. Η παλιότερη θεωρία, η θεωρία περιβαλλοντική του Τεν, ότι πρέπει να δω όλο το περιβάλλον, να μελετήσω όλα τα στοιχεία για να μπορέσω να καταλάβω αυτό το έργο του δημιουργού, είναι ο ένας πόλος, ο άλλος είναι ότι εγώ με θερμηνεύω. Είναι και αυτή μια πάρα πολύ ενδιαφέρουσα αντίληψη. Πάμε τώρα να φύγουμε από το βασικό, σας εξήγησα περίπου κάποια βασικά προβλήματα πάνω στο δημιουργό, το έργο και το δέκτη. Τώρα θα ήθελα να κάνουμε ένα διαλειμματάκι τριών-πέντε λεπτών και να πάμε στο δεύτερο κομμάτι που είναι κάποια συγκεκριμένα θέματα. Δηλαδή, πιο συγκεκριμένα απάνω σε αυτά που συζητήσαμε, προβληματισμός. Έτσι, όχι βασικές πια αρχές, αλλά κάποια πράγματα λεπτομέρειες δουλεμένες πάνω στο πρώτο μου το σχέδιο. Μπορώ να ρωτήσω κάτι. Βεβαιότατα. Ωραία, σας ευχαριστώ πολύ. Επειδή πολλές φορές συζητάω στην τάξη με τα παιδιά για τον ρόλο της τέχνης, και πάντα η συζήτηση περιπλέκεται επικίνδυνα χωρίς ποτέ να έχουμε καταλήξει σε κάτι που να εκφράζει και τις δυο πλευρές. Έτσι, ήθελα να σας αναφέρω απλώς ότι τα σημεία που θύγουμε όταν στο γυμνάσιο φτάνουμε να μιλάμε για τέχνη, είναι ότι σαφώς ο καλλιτέχνης αυτό εκφράζεται, αλλά δεν είναι επιτρεπτό να αγγίζει όρια που τον βάζουν στις παρυφές της κοινωνικής αντίληψης ή της κοινωνικής λειτουργίας. Πρέπει να είναι ταυτόχρονο εαυτό του και ταυτόχρονα κομμάτι της κοινωνίας. Αυτό είναι ένα τσιτάτο που συνήθως μεταφέρω στα παιδιά, χωρίς βέβαια να το πιστεύω απολύτως, δεν ξέρω πώς γίνεται ένα άλογο να τρέχει για σένα και παράλληλα ένα άλλο να τρέχει για την κοινωνία και αυτά να συμβαδίζουν. Οπότε απλώς το μεταφέρω σαν μια μέση λύση, αλλά δεν με πείτε. Νομίζω ότι πολύ σωστά το θέτετε και νομίζω ότι και όλη μου η ομιλία μέχρι τώρα κάπου εκεί κινείται. Δηλαδή δεν μπορούμε να καθορίσουμε ένα ακριβές πλαίσιο και να πω δεν θα το κάνεις, γιατί με αυτόν τον τρόπο θα πω στον Καβάφη μη γράφεις επειδή δεν σε καταλαβαίνουν. Θα πω στον ζωγράφο μη ζωγράφει και τι να κάνω εγώ επειδή δεν με καταλαβαίνουν. Από την άλλη μεριά, ρε φίλε, εάν το μήνυμά σου δεν έχει αποδέκτη, πέφτεις στην παγίδα της αυτοαναφορικότητας. Μιλάς μόνος σου και τα λες μόνος στον εαυτό σου και νομίζεις ότι είσαι ένας παραμελημένος καλλιτέχνης, ενώ είσαι ένας απλός πλανημένος. Δηλαδή δεν υπάρχει όμως απόλυτος κανόνας. Σωστά το λέτε από τη μια πλευρά και μόλις τολμήσετε και μου το πείτε θα σας πω, δηλαδή η κοινωνία θα πάει και θα του υπαγορεύσει του καλλιτέχνη να κάνει πιο εύκολα έργα. Φανταστείτε να πλησίαζε το Θουκυδίδη και να του έλεγε, γράφεις πολύ δύσκολα, δεν σε καταλαβαίνουμε, γράψε λίγο πιο πολύ σαν και εμάς τον Αποστολειδάκο. Αυτή είναι η διαφορά μου, ότι εγώ είμαι Θουκυδίδης και εσύ είσαι Αποστολειδάκος. Εσύ δεν μπορείς να κάνεις προτάσεις Θουκυδίδιου τύπου και μπράβο σου. Αλλά εγώ δεν θα γράψω. Αν γράφεις πράγματα εντελώς ακατανόητα όπως κάποιοι σύγχρονοι ποιητές μας που διαβάζεις και είναι από την πόλη έρχομαι και στην κορφή Κανέλλα, μπράβο ρε φίλε, είσαι ένας πλανημένος που νομίζεις ότι μετέδωσες ένα μήνυμα, δεν είναι ούτε μήνυμα σε μπουκάλι ούτε πουθενά, δεν το πήρε κανείς, δεν μπορεί να το διαβάσει. Αλλά τα πρέπει λίγο, πολύ σωστά τους το λέτε, ότι είναι δυο άκρα. Ούτε στο ένα να πέσεις ούτε στο άλλο, ούτε στο η τέχνη για την τέχνη, δεν ακούω κανέναν, είμαι μόνος μου και κάνω ό,τι γουστάρω και είναι μια τέχνη χωρίς νόημα. Ούτε στο να τη βάλουμε, να τη στρατεύσουμε για να είμαστε χαρούμενοι, σε παρακαλώ γράψε μας ένα κομμάτι χαρούμενο να ευθυμίσουμε. Αυτός δεν ήθελε να γράψει δυο κομμάτια. Καμιά φορά τα παιδιά μου δείχνουν έργα που έχουνε συνήθως γραφίσει, γράφιτι. Και με πολύ καμάριτα παρουσιάζουν, περιμένοντας να αναγνωρίσω, αν όχι καλλιτεχνική αξία, τουλάχιστον κάποια αισθητική υφή. Εντάξει, είναι μέσα στα πλαίσια της έκφρασης των εφήβων και αυτό το κομμάτι. Και πάντα με ρωτούν, θα μπορούσε αυτό να είναι τέχνη, απευθύνομαι στους συνομιλίκους μου, δεν απευθύνομαι στην κοινωνία. Οπότε, πάντα η συζήτηση περί τέχνης σκοντά στη δική της ιδέας. Και πάλι θα πρέπει να τους πείτε ότι όταν λες απευθύνομαι στους συνομιλίκους μου, εννοείς την κοινωνία, όπως ο καλλιτέχνης. Δεν απευθύνεται σε όλους μας. Εσείς δεν έχετε ιδέα, οι συγκεκριμένοι, από μπαλέτο. Εγώ είμαι ειδικός γνώστης και λάτρης του μπαλέτου. Τώρα δεν πάει να έρθει εδώ ο καλύτερος χορευτής, εσείς τον κοιτάτε, κουνάτε το κεφάλι σας και λέτε κουνιέτε σαν μπάπια. Και εγώ βλέπω τη λίμνη των κύκνων. Επομένως, ναι, υποορισμένες περιπτώσεις, δηλαδή θα σας έλεγα, να είστε πάντοτε, όπως μιλήσατε τώρα, ανοιχτοί. Ναι, παιδιά, μπορεί εγώ να μην το συλλαμβάνω, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι τέχνη. Ούτε όμως ότι αναγκαστικά είναι και εγώ είμαι μια άσχετη, ούτε αυτό. Δεν φτάσετε ούτε σε αυτό το όριο. Ωραία, ωραία. Σας ευχαριστώ να μη σας διακόψω από τη δουλειά. Όχι, όχι, Αλήμα. Στο ίδιο πάλι, για να συνεχίσω λίγο, με αυτή την αυτοαναφορικότητα, ο Ρόλανν Μπαρτ είπε κάτι το πολύ ενδιαφέρον, σας το λέω ως αν προσπαθώ να σας ρίξω μερικές φράσεις, ατάκες, γιατί διαμορφώνουν στο μυαλό μας καλά κάτι που μπορεί μετά να το αναπαραγάγουμε κι εμείς. Ο Ρόλανν Μπαρτ κήρυξε το θάνατο του δημιουργού. Ότι δηλαδή ο δημιουργός έχει πεθάνει, δεν μας ενδιαφέρει πια. Δεν με ενδιαφέρει εμένα αν είναι Ατάσα, γράφει ένα ποίημα. Δεν με ενδιαφέρει αν είναι Ατάσα ή ο Παμπλο Πικάσο. Άρα, πέθανε ο δημιουργός, λέει ο Ρόλανν Μπαρτ. Μένει μόνο το έργο. Έχει κι αυτός ένα δίκιο. Όχι απόλυτο. Ούτε και μπορούμε να του το φάμε εντελώς. Δηλαδή σε όλα τα θέματα που συζητήσαμε μέχρι τώρα, είδα ότι προσπάθησα να σας βρω και τις εξαιρέσεις. Υπάρχει έργο χωρις δέκτη. Ναι. Η Έμιλι Ντίκινσον. Υπάρχει έργο που εν τέλει το κοινό δεν το καταλαβαίνει. Ναι. Σήμερα θα πω ένα όνομα και κάποιοι από εσάς θα μου πείτε είναι σπουδαίος. Ή έχετε ακούσει ότι είναι σπουδαίος. Εγώ, παρόλες μου τις προσπάθειες, δεν έχω καταφέρει να μπορέσω να τον ακούσω πάνω από δύο λεπτά. Γιάννης Ξενάικης. Δεν μπορώ να αρνηθώ ότι για να το λένε τόσοι σημαντικοί άνθρωποι. Ο ίδιος ο Χατζιδάκης έλεγε ότι ο Ξενάκης είναι ο μεγάλος προφήτης της μουσικής του 20ου αιώνα. Ο Χατζιδάκης δεν ήταν τρελός ο άνθρωπος, σίγουρα γνώριζε μουσική και σύνθεση και εγώ σίγουρα είμαι ένας αματέαρ. Αλλά από την άλλη πλευρά να σας πω ότι έστω και μία φορά από όσες προσπάθησα να ακούσω αυτά τα κλαπατσίμπαλα του Ξενάκη. Άντεξα, όχι δεν άντεξα. Βέβαια, μπορεί κάποιος από εσάς που έχει μουσική παιδεία και μουσική ευαισθησία μεγαλύτερη από εμένα να μου πει βέβαια, κακόμυρε, καθώς είσαι μπροστά στη μόνα Λίζα, είσαι ένας χωριάτης με τσαρούχια και μου λες ότι δεν βλέπεις τίποτα. Ε, τι να δεις, κακόμυρε, τόσο μυαλό έχεις, τόσο καταλαβαίνεις. Δεν υπάρχει, δηλαδή, απόλυτη. Κάποιοι από εσάς έχετε προσπαθήσει να ακούσετε Ξενάκη και σαν και εμένα απογοητευτείκατε, εκεί είπατε αν αυτό είναι μουσική, εγώ είμαι Κινέζος. Και κάποιοι μπορεί να μου πείτε, κύριε Αποστολίδη, μάλλον δεν καταλάβατε τίποτα, αλήθεια πάμε για εσάς. Το ίδιο συμβαίνει και με την ποιήση. Κάποιοι από εμάς είμαστε πολύ ευαίσθητοι, πιάνουμε πράγματα καταπληκτικά, εγωητευόμαστε, τα διαβάζεις στο μαθητή και τον βλέπεις και χάσκις αβλάκας που δεν φταίει, δεν είναι ούτε κακό παιδί, ούτε έχει κακή πρόθεση, δεν τον συγκινεί. Του διαβάζεις μαλακάσι και του λες για τον Μπαταριά και πώς πήγαινε η φωνή του Μπαταριά και για το Μεσολόγγι και τα παιδιά εκείνης της εποχής και τι ήταν η παλικαριά στο Μεσολόγγι. Ποιο Μεσολόγγγι, ποια παλικαριά, ποιο τσαρούχι και ποια φουστανέλα. Επομένως εκεί αναρωτιέσαι, μωρέ ποιος θάνατος του δημιουργού και του μη δημιουργού, ποιος δέκτης, όλα αυτά. Νομίζω όμως ότι εάν προσπαθήσουμε να τα σκεφτούμε και να παιδευτούμε, κάπου προχωράει η σκέψη μας. Αλλά μη περιμένετε δόγματα, το βρήκα αυτός είναι το κριτήριο. Το ίδιο θέλω να σας πω και για πριν που είπα ότι η τέχνη δεν είναι σπανακόπιτα. Δεν είναι σου πέτυχε στο αλάτι, δεν σου πέτυχε, μ' αρέσει σπανακόπιτα έτσι, δεν μ' αρέσει έτσι. Υπάρχουν κριτήρια, αλλά είναι δύσκολα και πολύ δύσκολα μπορείς να τα διατυπώσεις. Επιμένω στα παιδιά ότι όχι. Αν με αφήσετε να σας μιλήσω δύο ώρες για ένα άγαλμα, μάλλον θα σας πείσω. Θα σας κουράσω, αλλά θα σας πείσω ότι είναι σπουδαίο. Θα σας κουράσω, αλλά θα σας πείσω ότι είναι σημαντικός αυτός ο πίνακας. Αν είμαι κι εγώ καλός εκφραστικά κι αν έχω καταλάβει πολλά πράγματα. Αυτό κάνει η κριτική της τέχνης. Ο τεχνοκριτικός, ο αναλυτής, ο κριτικός, ο κριτικός κινηματογράφου, ο κριτικός φωτογραφίας, ο κριτικός της μουσικής. Προσπαθεί να μας ευαισθητοποιήσει να μην το περάσουμε έτσι. Να μας αυξήσει τους κανόνες με τους οποίους θα κρίνουμε. Με κανόνες, δεν μας το λέει αυθαίρετα, εμένα μ' αρέσει το έργο παρουσίας εχθές ο Χατζιδάκης, πρέπει να σας αρέσει κι εσάς. Μιλάει για αρμονίες, μιλάει για νέο είδος μουσικής, μιλάει για σύνθεση, μιλάει για συμμετοχή των οργάνων, μιλάει για αρμονία. Μας δείχνει τη λεπτομέρεια ότι προσοχή εδώ έχει κάνει αυτά τα καινούργια πράγματα, έχει αξιοποιήσει εκείνα. Αν έχουμε την υπομονή να τον ακούσουμε, μάλλον θα διευρύνουμε την οπτική μας και θα βρούμε κάποιους κανόνες και θα εκτιμήσουμε δυνατότητες. Πάω να πω κάποια θέματα. Η τέχνη και η επανάληψη. Συνήθως έχουμε στο μυαλό μας ότι τέχνη είναι ένα καλλιτέχνημα. Έχω στο σπίτι μου τον πίνακα τον πολύ ωραίο που έχει ζωγραφίσει ο κύριος Τέτσις. Έχω στο σαλόνι μου έναν Πικάσο. Ερώτηση. Ένα αντίγραφο μόνο? Δηλαδή γιατί στην τέχνη θεωρείται τέχνη να έχεις τον πραγματικό Πικάσο και όσοι από εσάς έχετε πάρει μια ρέπλικα, ένα ζωγράφισμα του κομπιούτερ που είναι πάρα πολύ πιστό. Δεν μπορείτε να επέρεστε και να μου λέτε ξέρεις έχω τη Μοναλίζα στο σπίτι. Γελάω. Θεωρώ ότι δεν έχετε καμία σχέση με τέχνη. Μου λέτε μα ξέρεις κάτι είναι εκατό της εκαστό πιστό αντίγραφο με κομπιούτερ ελεγγμένο κάθε πινελιά το χρώμα ότι είναι το απόλυτο δεύτερο αντίγραφο της Μοναλίζας. Πάλι γελάω. Ωραία. Άρα καταλαβαίνουμε ότι η τέχνη εμπεριέχει και μια μοναδικότητα. Πάμε παρακάτω και τώρα ερχόμαστε με τις αντιρίσεις. Δεν μου λέτε στη μουσική δηλαδή μόνο για εσάς το παίζει το κομμάτι ο Μπετόβεν. Είστε μόνοι σας στην αίθουσα. Αν υπάρξουν άλλοι 10 που το απολαμβάνουν δεν είναι Μπετόβεν. Δεν είναι ο αγαπημένος σας καλλιτέχνης και δεν μου λέτε κάτι καλά. Στα χαρακτικά μάθαμε ότι δεν έχει σημασία και 30 αντίγραφα να βγουν είναι τέχνη εκεί επιτρέπεται. Στη φωτογραφία μάθαμε ότι ο καλλιτέχνης έχει δικαίωμα να βγάλει πολλαπλά και είναι όλα πρωτότυπα. Δεν είναι πρωτότυπο ένα και αντίγραφο άλλο. Εάν ο καλλιτέχνης βγάλει οκτώ φορές το ίδιο δέντρο με την ίδια λήψη και μου πει στάντι σου δίνω αυτή τη φωτογραφία, το ίδιο είναι η δική μου φωτογραφία αξίζει αν αποκτήσει κάποια αξία καλλιτεχνική ή αν είναι ένα καλλιτέχνη με του αλλου νου. Και να σας ρωτήσω ποιος από εσάς τολμάει να μου πει ότι εγώ νιώθω λιγότερο το έγκλημα και τιμωρία ότι είναι μεγάλο καλλιτέχνημα γιατί έχει κυκλοφορήσει 20 εκατομμύρια αντίτυπα. Γιατί δηλαδή ζητάμε από τη ζωγραφική το ένα πρωτότυπο ενώ μπορούν να βγουν αντίγραφα και στη λογοτεχνία αρκούμαστε, δεν το γράφει για μας ο Ντοστογεύσκη, το έγραψε και τυπώθηκε και ο καθένας μου λέει έχω τον Ντοστογεύσκη στο σπίτι μου, έχω το CD και εγώ είσαι και εσύ μαζί με 10.000 άλλους που πήραν το ίδιο CD του αγαπημένου σου συγκροτήματος. Στην μια εξητούμε το ένα, στην άλλη δεν μας ενδιαφέρει το άλλο. Ποια είναι η γνήσια εκτέλεση του έργου που αγαπάτε, υπάρχει μία? Αυτή που έπαιξε ο Μπετόβεν ο ίδιος ζωντανός, αυτή που έπαιξε ο Κάραγιαν, αυτή που παίζουν τώρα. Γνήσια, τι θα πει γνήσια και μη γνήσια. Μάλλον δεν μπορούμε να μπούμε μέσα στο μυαλό του Μπετόβεν, να διαβάσουμε την παρτιτούρα του. Την ήθελε πιο αντάτζιο, πιο στακάτο. Ξέρουμε και εμείς. Ακούς το ίδιο κομμάτι από τον Κάραγιαν και είναι μια επανάσταση. Ακούς το ίδιο κομμάτι από κάποιον άλλο και είναι πολύ πιο ρομαντικό, πολύ πιο μελό. Όλα αυτά είναι θέματα που πραγματικά πρέπει να μας προβληματίζουν περισσότερο την ώρα που λέμε «α, δεν γίνεται». Δηλαδή να μην έχουμε απολυτότητα στην έκφραση των απόψεών μας. Θα πάω και σε ένα επίσης ενδιαφέρον θέμα πολύ κοντά σε αυτό που λέω. Πλαστά έργα. Όλοι ξέρετε ότι τα έργα των μεγάλων ζωγράφων πολλές φορές πλαστογραφούνται. Και πλαστογραφούνται τόσο καλά, από την αναγέννηση ήδη, ώστε ορισμένες φορές η βοηθή του καλλιτέχνη πλαστογραφούσαν τα έργα του καλλιτέχνη. Δηλαδή ξέρουμε ότι στο εργαστήριο του Βερονέζε δούλευε ο ίδιος ο Νταβίντσι. Φανταστείτε τώρα να μην ήταν ικανός ο Νταβίντσι να φτιάξει έναν πίνακα, αφού δούλευε σαν πιτσιρικάς και τους συμπλήρωνε τους ουρανούς, να μην μπορεί να φτιάξει έναν πίνακα του Βερονέζε, που είναι σαφώς κατώτερος ζωγράφος του Νταβίντσι. Αν τον φτιάξει λοιπόν ένας νεαρός του εργαστηρίου ή ένας καταπληκτικός αντιγραφέας από αυτούς που υπάρχουν σήμερα, που όχι μόνο έχουν μελετήσει την πινελιά, την τεχνική, τη φωτοσκίαση, το είδος των χρωμάτων, το είδος του καμβά που χρησιμοποιώ, έχουν μελετήσει τα πάντα και μας φτιάχνει ένα τέλειο αντίγραφο. Είναι τέχνη. Θα έρθεί κάποιοι και θα μου πείτε, δεν είναι τέχνη, μα είναι τέλειο αντίγραφο. Αυτό που πιάνει το μάτι το ανθρώπινο είναι ακριβώς το ίδιο. Είτε στέκεστε μπροστά στη μοναλίζα είτε μπροστά στέκεστε σε αυτούν του καταπληκτικού πλαστογράφου. Έχει χρησιμοποιήσει τα ίδια χρώματα, τις ίδιες συστάσεις. Έχει μελετήσει τα πάντα και τα ξέρει. Δεν είναι, επιμένετε, έχετε τσιτώσει τα πόδια. Δεν είναι. Πού θα μπορούσατε να στηρίξετε τη γνώμη σας? Θα πρέπει να μου πείτε ότι, κοίταξε να δεις Στάντι, ο Νταβίντσι δεν είναι μόνο ότι το ζωγράφησε αυτό το έργο τη μοναλίζα, είναι ότι πρώτος αυτός έκανε κάποιες πινελιές. Δηλαδή πρώτος αυτός βρήκε αυτό το θέμα, διάλεξε αυτή τη μουρτζουφλή, της έβαλε αυτό το μισόγελο, μέχρι τότε κανείς δεν το είχε σκεφτεί, αυτός την εντόπισε και επίσης αυτός έκανε πρώτος το κιαροσκούρο. Δηλαδή εκεί που τελειώνει το αυτί της μοναλίζας και περνάμε στο σκούρο φόντο, δεν το έκανε καθαρό. Λέμε, λέμε, θα περιμένω απαντήσεις. Δεν το έκανε απόλυτα καθαρό, το έκανε λίγο να περνάει από το φως στο σκοτάδι φωλά, ονομάστηκε κιαροσκούρο και αυτό έδωσε κίνηση στο μοντέλο του. Επειδή ακριβώς δεν περνάει πολύ απότομα, οπότε να το κάνει κοφτό και να φαίνεται ακίνητο παγωμένο. Θα μου πείτε λοιπόν ότι αυτός είχε επιτεύγματα, τα οποία ο αντιγραφέας, ο πλαστογράφος, τα πήρε έτοιμα. Δεν κάθισε αυτός να βρει τη μοναλίζα. Και θα σας πάω ένα σκαλί παρακάτω. Τι θα μου πείτε για πλαστογράφους που υπάρχουν, μεγάλους, οι οποίοι πλαστογραφούν έργα που δεν υπάρχουν. Και παρουσιάζουν έργα και τα πουλάνε και είναι πασίγνωστοι στην Ευρώπη. Συζητάμε ότι αυτή τη στιγμή, διάβασα ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο, ότι αυτή τη στιγμή από τους πίνακες που εκτίθενται σε όλα τα μουσεία του κόσμου, κρατηθείτε, το 30% έχουμε υποψίες ότι είναι πλαστά. Ένα στους τρεις πίνακες που βλέπουμε στα μεγάλα μουσεία, υπάρχουν υποψίες πλαστότητας. Και πολλοί από αυτούς τι κάνουν οι μεγάλοι πλαστογράφοι. Δεν πλαστογραφούν τη μοναλίζα να πάνε να την πουλήσουν, να την έχει εκτός από τον Λούβρο να την έχει και το Βατικανό. Σου βγάζουν ένα πίνακα και σου λένε, αυτή είναι η ξαδέρφη της μοναλίζας. Και φτιάχνουν έργα μεγάλων ζωγράφων που μόνο το όνομα είναι. Αλλά δεν έχει ποτέ κάνει αυτό το έργο ο ζωγράφος. Αυτοί οι πλαστογράφοι το σκέφτηκαν και το εκτέλεσαν. Και πέφτουν πάνω κριτικοί και παιδεύονται, όχι είναι γνήσιο, όχι δεν είναι γνήσιο. Εκεί δεν μπορείτε να μου πείτε ότι, ξέρεις την πινελιά πρώτος την είχε ο Νταβίντσι και μετά εσύ την αντέγραψες πολύ εύκολο. Την κοπελιά την βρήκε ο Νταβίντσι και εσύ απλώς έκανες αντίγραφο. Εγώ έφτιαξα κάτι με ματιά Νταβίντσι έτσι που δεν μπορούν όλοι οι κριτικοί του κόσμου να καταλήξουν. Γιατί δεν είμαι τεχνίτης. Εκεί αρχίζουμε τώρα και πάμε σε ένα επίπεδο ακόμα παραπέρα. Ποια ήταν η πρόθεσή σου? Είχες αγαθή πρόθεση? Γιατί στην τέχνη πρέπει να δεχθούμε ότι πρέπει να υπάρχει αγαθή πρόθεση. Όταν η Νατάσα γράφει ένα πίημα πρέπει να έχει αγαθή πρόθεση. Στον καθρέφτη του Θεού αγαθή πρόθεση. Δεν παίζω. Αγαθή πρόθεση. Ένιωσα αυτό και σας το μεταδίδω. Αν έχει πονηρή πρόθεση η τέχνη τιμωρεί και δεν δέχεται. Η τέχνη έρχεται και λέει εσύ δεν το έκανες γιατί ήθελες να ζωγραφίσεις ένα έργο. Με τη ματιά. Θα μου έλεγες Δαμιανός Μωραίτης, υπογραφή από κάτω, με τη ματιά του Βανγκόγκ και σου δίνω μια φωτογραφία. Εσύ το παρουσίασες για να το πουλήσεις για Βανγκόγκ. Έχεις λοιπόν κακή πρόθεση. Πονηρή προέρεση. Και γι' αυτό δεν το δέχομαι ότι είναι τέχνη. Ω, άνοιξα τώρα μια άλλη πόρτα που μπορούμε να μιλάμε μέχρι αντιμεθαύριο. Δηλαδή θα σου πω όλος θα κάνεις ηθική στην τέχνη. Θα βάλεις τον καλλιτέχνη να εξομολογηθεί πρώτα. Η απάντηση που κάποιον από εσάς είναι ναι βεβαίως και θα τον βάλω να εξομολογηθεί. Ο καλλιτέχνης το πρώτο που πρέπει να έχει πρέπει να διαθέτει ηθική προσωπική και κάποιος άλλος θα μου πει να σου πω κάτι. Τον παπά τον αφήσαμε στην εκκλησία. Εδώ ή θα παραδεχθείς ότι ο άνθρωπος έκανε έναν μεγάλο πίνακα ασχέτως του αν το έκανε για λεφτά, για οτιδήποτε άλλο. Γιατί, δηλαδή όταν ζωγράφισαν τόσοι και τόσοι καλλιτέχνες για τα λεφτά εκεί γιατί δεν κοιτά, ποια αγαθή πρόθεση. Για το παραδάκι τα ζωγραφίσανε. Ή πόσοι και πόσοι δεν ήταν απατεώνες, κλέφτες, εγκληματίες, καθαροί από τους μεγάλους αναγενησιακούς ζωγράφους. Τα κάνω τώρα ηθική, θα μου βάλεις. Και το ένα και το άλλο. Το θέμα πάντως του γνήσιου και του πλαστού του πόσο δεχόμαστε την τέχνη των αντιγράφων ή μόνο το πρωτότυπο, το αν είναι δυνατό να τα υπερασπισθούμε αυτά τα πράγματα είναι πολύ ωραία ερωτήματα που όλα μαζί μας οδηγούν στο να σκεφτούμε βαθύτερα τι είναι τέχνη. Ως που μπορούμε να επιμείνουμε. Που πρέπει. Και κατά τη γνώμη μου το ωραίο των αισθητικών θεωριών και των αισθητικών κριτικών είναι ότι μόλα αυτά ανοίγουμε το μυαλό μας με ερωτήματα. Δηλαδή κάθε ένας από εσάς θα φύγει με ένα ερώτημα ρε εσύ υπάρχει ηθική στην τέχνη. Πρέπει να επηρεάζομαι κι απ' αυτό. Πολλές φορές δεν έχετε πει μέσα σας ε καλά ο Πικάσο μεγάλος μάγκας έκανε μια γραμμή πάνω στα χαρτιάκια του στην πουλα για μεγάλο καλλιτέχνημα. Ξέρουμε απευθείας υπάρχει μαρτυρημένο μάλιστα το είχε πει ο Κώστας Οφέρης πριν από λίγο σε μια ωραία του συνέντευξη ότι είχε γνωρίσει τον Ταλί στο Παρίσι. Και μάλιστα του είχε πει ο Ταλί ότι ήθελε να φτιάξουν ένα δρόμενο του το είχε εξηγήσει ο Οφέρης, ένα δρόμενο από εκείνα τα τρελά φοιτητής ο Οφέρης τώρα στο Παρίσι τη δεκαετία του 60 και του είχε πει δάσκαλε αυτό, του είχε πει ο άλλος ναι. Του είχε πει ναι ο Ταλί αλλά δεν προχωράγε στο παρασύνθημα. Και μετά κάποια στιγμή του λέει ναι δάσκαλε ξέρετε όμως αυτό χρειάζεται μια χρηματοδότηση. Α αυτό είναι το θέμα σου του λέει ο Ταλί. Ναι λέει ο Οφέρης. Μια στιγμή ένα λεπτό φωνάζει μπροστά του το γραμματέα του και του λέει να σου πω κάτι φέρε μου εκείνο το πίνακα έχω ένα καναβάτσο. Του φέρνει μπροστά ένα καναβάτσο που είχε πάνω τρεις γραμμές. Το παίρνει και του λέει του φέρνει αυτό κοστίζει 25.000 φράγκα. Το έχω ήδη πουλήσει σε έναν... δεν έχει τίποτα πάνω. Τι δυο γραμμές τίποτα πραγματικά. Το έχω ήδη πουλήσει σε έναν Αμερικανό συλλέκτη. Κάτσε να το κάνω να κάνει 250.000 φράγκα. Βάζει μπροστά μου μερικές πινελιές εντελώς χήμα και βάζει το γραμματέα του να πάρει τηλέφωνο τον Αμερικανό συλλέκτη και να του πει 250.000 φράγκα γαλλικά είναι έτοιμο το έργο σας. Και λέει ο Κακομύρης ο Φέρνης το είδα είχα τρελαθεί είχα μείνει άναυδος δεν τα πήρα ποτέ τα λεφτά για το δρόμενο αλλά και μόνο έτσι η μέθεξη με το μεγάλο αυτό καλλιτέχνη με φώτισε. Ε, εδώ τι θα κάνουμε θα πιάσουμε τον Ταλί ομολογουμένος κορυφαίο και θα του πούμε είσαι απατεώνας. Έχεις βρει έναν Κακομύρη Αμερικάνο που πληρώνει όσα να είναι πετάς ό,τι θέλεις πάνω στο καναβάτσο και το εκτιμάς για να δώσεις στο φυλαράκι σου τον κ. Κώστα Φέρνη που ήταν καλός σκηνοθέτης αλλά εντάξει ο άνθρωπος νεαρός φοιτητής ήταν. Και εσύ έτσι είναι η τέχνη. Η απάντηση είναι και είναι και δεν είναι. Και δεν μπορούμε να κάνουμε τον παπά και να αφορίζουμε και από την άλλη έχουμε και τις προσωπικές μας αντιλήψεις. Και αυτό είναι το ωραίο με την τέχνη ότι είναι τόσο ανοιχτή να δέχεται και μας και τις ερμηνείες μας και τους αποκλεισμούς μας και κυρίως να μας παιδεύει. Δηλαδή, ναι, εγώ καταλαβαίνω αυτό πόσες φορές η κυρία που μου είπε ότι είναι καθηγήτρια δεν θα έχει αντιμετωπίσει να προτείνει ένα πείημα στα παιδιά του σχολείου και να ακούσει τις πιο τρελές απόψεις. Που κάνει αιώνι αυτό το πράγμα. Συνομιαβάσκη σκεφτεί, ξαφνικά σου λέει ένας πιτσιρικάς κάτι και τρελένεσαι και λες ρε δεν το είχα σκεφτεί 30 χρόνια να το διδάσκω το πείημα δεν το είχα σκεφτεί έχεις δίκιο. Αυτό είναι το ωραίο με την τέχνη και μακριά από τους αφορισμούς θα έλεγα. Περίπου αυτά εγώ είχα να σας πω νομίζω ότι και σας φλιάρισα αλλά εγώ κάλυψα αυτά που σκέφτηκα να σας πω και περιμένω από εσάς είτε απορίες είτε συμφωνίες είτε διαφωνίες ή ό,τι άλλο θέλετε είμαι στη διάθεσή σας. Πάντως κύριε Στάδη αν λάβουμε υπόψη μας την άποψη του Ρολάν Μπάρ όσον αφορά ότι ο δημιουργός πρέπει να πεθάνει για το τελευταίο κομμάτι του μαθήματός σας εννοείται ότι ο πλαστογράφος αυτός που έχει κάνει αντιγραφές και τα λοιπά φυσικά έχει φτιάξει ένα έργο τέχνης. Λάμε μόνο για τον δέκτη από εκεί και πέρα. Έτσι ακριβώς είναι μια ακραία θέση δεν σας το κρύβω αλλά είναι μια μας κάνει λίγο μας αναστατώνει το μυαλό μας πρέπει να το δούμε και από αυτή την άποψη. Έχετε απόλυτο δίκιο. Αν δεχθούμε αυτή τη θεωρία στην πλήρη της μορφή τότε δεν με ενδιαφέρει αν είναι πλαστό, δεν με ενδιαφέρει αν είναι 3D αποικώνηση. Μπορεί να φτιάξω τίδήποτε. Παίρνεις ένα γλυπτό του Μιχαηλάγγελου και το κάνεις 3D αποικώνηση και του άλλου στο προτείνω. Τι με ενδιαφέρει εμένα αν είναι από πλαστικό και όχι από μάρμαρο, άμα λειτουργήσει... Καταρχήν υπάρχει αυτό εδώ το πολύ σπουδαίο βιβλίο το οποίο είναι του Λέοντο Στολστόι Τι Είναι Τέχνη. Α, δεν το έχω υπόψη μου. Χαίρομαι πολύ που μου το προτείνεις. Υπάρχει, είναι, ξανακυκλοφόρησε γιατί είχε εξαντληθεί, είναι από κάποιες συγκεκριμένες εκδόσεις, μπορείτε να το αναζητήσετε. Όλοι ξέρουμε βέβαια ότι ο Τολστόι ήταν μεγάλος συγγραφέας. Εδώ ανακαλύπτουμε ότι ήταν και ένας μεγάλος διανοητής αν δεν έχουμε διαβάσει κάτι άλλο. Δίνει διαχρονικούς ορισμούς από την αρχαιότητα μέχρι την εποχή 1898 είναι γραμμένο το βιβλίο. Είναι όμως πολύ σπουδαίο να το διαβάσει κανένας. Γιατί έχει εκτός από το να παρουσιάζει διαφορετικούς ορισμούς που υπήρξανε κατά καιρούς. Υπάρχει ένας ορισμός ο οποίος θα μπορούσε, δεν είχα σκοπό να τον αναφέρω, θα τον αναφέρω όμως. Όσοι έχουν παρακολουθείς μαθήματα φωτογραφίας θα το έχουν ακούσει πολλές φορές από μένα. Είναι ένας ορισμός που θα έλεγα συνοψίζει όλα όσα είπες. Λέει λοιπόν εκεί μέσα ο Τολστόι ότι τέχνη έχει είπαμε διάφορους ορισμούς. Εγώ έχω κρατήσει αυτόν γιατί συμφωνώ με όλα όσα είπες και εξηγεί πολλά πράγματα. Τέχνη λέει, το λέω με δικά μου λόγια έτσι για να είναι πιο κατανοητό. Τέχνη είναι η συνηδητή προσπάθεια, προσέξτε τη λέξη συνηδητή προσπάθεια ενός ανθρώπου, προφανώς του δημιουργού, να μεταδώσει συναισθήματα έντονα και ιδέες που ο ίδιος έχει βιώσει, σημαντικές είναι στο νύζο της λέξης, με τέτοιον τρόπο όμως ώστε και ο δέκτης να βιώνει, προσέξτε βάζει μια πονηρή λέξη, αντίστοιχα συναισθήματα. Αντίστοιχα, πολύ σωστά, πολύ προσεκτικός. Με τον ίδιο έντονο τρόπο όμως, δηλαδή το καθοριστικό είναι να έχεις βιώσει έντονα και ο δέκτης να εισπράτει και να βιώνει έντονα. Τώρα αν είναι τα ίδια ή όχι δεν τον ενδιαφέρει. Στο ίδιο βιβλίο μάλιστα κάνει ασκή έναν φοβερό πόλεμο ενάντια στην άποψη η τέχνη για την τέχνη. Ένα δεύτερο βιβλίο που έχει σχέση, αφορμή, τέλειωσα με τον Τωριστό, είναι αυτό εδώ. Βαλτερ Μπένγιεμιν. Α, ναι, είναι πολύ σημαντικός ο Βαλτερ Μπένγιεμιν. Σε αυτό εδώ το βιβλιαράκι γίνει πολλές απορίες από αυτές που έβαλες. Θα πιαστώ όμως από αυτό που τέλειωσα με τον Τωριστό. Η τέχνη για την τέχνη. Ο Βαλτερ Μπένγιεμιν το χαρακτηρίζει, ναι μεν, το θεωρεί όπως σωστά είπες, ότι ήρθε να μας απελευθερώσει μετά το Μεσαίωνα. Απελευθερωθήκαμε από τις απόψεις της αναγέννησης για την τέχνη. Μια παρατήρηση μόνο. Μέχρι εκεί η τέχνη είχε να κάνει με την θρησκεία. Εμπνεότανε, αλλά και κυρίως ζούσε από τη θρησκεία. Έτσι. Ήρθε λοιπόν η άποψη η τέχνη για την τέχνη. Ο Βαλτερ Μπένγιεμιν την χαρακτηρίζει ως μια θεολογία της τέχνης. Έτσι. Έχει δογματισμό μέσα, ναι μεν ήταν επαναστατικό σε σχέση με το προηγούμενο, αλλά έχει δογματισμό. Φυσικά. Και όταν πια αυτό φάνηκε να εξαντλεί τα όρια του, όταν δηλαδή όπως σωστά είπες ότι εντάξει ρε φίλε, τι να κάνουμε. Υπήρξε κάτι που ξέχασες μάλλον να αναφέρεις, μια αρνητική θεολογία λέει ο Βαλτερ Μπένγιεμιν. Μια αρνητική θεολογία της τέχνης που ήταν η καθαρή τέχνη. Η απαλλαγμένη από οποιαδήποτε κοινωνική αντίληψη και η απαλλαγμένη από οποιαδήποτε στόχευση προς την κοινωνία. Αυτό είναι η καθαρή τέχνη. Ήταν, θα λέγαμε, μια θυγατρική ιστορία της τέχνης για την τέχνη, η καθαρή τέχνη. Έφτασε να δεις τα άκρα πλέον. Έφτασε στο εντελώς άκρο πια η καθαρή τέχνη, η απαλλαγμένη. Ότι εμένα αυτή την περίοδο με απασχολεί και προσπαθώ, δεν είμαι και καλός στο γράψιμο, προσπαθώ να διατυπώσω ένα αρθράκι από αφορμή αυτό που μας συμβαίνει και τα προηγούμενα 10 χρόνια αλλά και τώρα τον κορωνοϊό και που έχει σχέση με την τέχνη. Το ερώτημά μου είναι γι' αυτό το πράγμα που προσπαθώ να γράψω. Τι θα μπορούσε να περιμένει κανείς από τον καλλιτέχνη και από την τέχνη σήμερα. Ένα επίσης σημαντικό βιβλίο, παλιό αλλά πολύ σημαντικό, είναι η τέχνη σήμερα για τη θεωρία της μοντέρνας τέχνης Χερμπερ Τρίντ, έτος συγγραφής 1930. Φοβερό. Εκεί έχει μεγάλη αξία να δούμε τελικά το γούστο είναι σύμφητο. Γιατί όλοι λέμε πως είναι αυτός ο άνθρωπος, ρε παιδί μου πως ντύνες έτσι, μα καθόλου γούστο δεν έχεις. Δηλαδή υπάρχουν άνθρωποι που γεννιώνται με γούστο και χωρίς γούστο. Είναι θέμα αισθητικής, καθαρά η αισθητική. Όχι, το γούστο τελικά λέει ο Ριντ δεν είναι αισθητική. Το γούστο είναι μόδα, ουσιαστικά. Λέω ότι είναι θέμα, η αισθητική το μελετάει αυτό, καθαρό θέμα αυτό του γούστου, πως διαμορφώνεται, πως είναι, πως επηρεάζεται. Γι' αυτό το αναφέρο και το βιβλίο και το θέμα περί γούστο είναι ένα από τα κεντρικά, ουσιαστικά είναι πέντε δοκίμια δηλαδή που αφορούν την τέχνη. Το ένα είναι για το γούστο. Για να ξαναγυρίσω λίγο στο Βαλτερ Μπένγιαμιν, επειδή ανέφερες και τη φωτογραφία και τη μουσική και τα πολλαπλά αντίτυπα, μπαίνει ένα ερώτημα, θα το θέσω λίγο διαφορετικά από σένα. Τελικά το έργο τέχνης ήτανε οι παρτιτούρες που έγραψε, ξέρω εγώ, ο Μπάχ, ας πούμε, ή ο Μπετόβεν, ή αυτό που φτάνει σε μένα. Πολύ σωστό. Αυτό ακριβώς είπα ότι ναι. Με βάση στο νορισμό του τωριστό, είναι αυτό που φτάνει σε μένα. Αν μου προκαλεί συναισθήματα, ανεξάρτητα από το τι είχε προκαλέσει τον αυτό. Συμφωνώ μαζί σου ότι πρέπει να απαλλαγούμε από τη βλακία, που στη φωτογραφία το αντιμετωπίζω διαρκώς, ποιος ήταν ο καλλιτέχνης, ήταν πλούσιος, τι ζωή έζησε, που έζησε, κτλ. Συμφωνώ σε αυτό. Εγώ στη φωτογραφία πολλές φορές αντιμετωπίζω από μαθητές, κάποιοι θα γελάνε, να ρωτάνε διαρκώς, βλέπουμε μια φωτογραφία ενός μεγάλου φωτογράφου, ενός από εμάς και ατάκα ακολουθεί η ερώτηση, πιανού είναι αυτή, ένα το κρατούμενο, δύο τα κρατούμενα που με βγάζει εκτός αυτού, πού την έχεις τραβήξει αυτή τη φωτογραφία. Ο Βαλτερ Μπένγιαμιν, σε αυτά τα τρία δοκίμια ουσιαστικά, το τελευταίο αφορά καθαρά τη φωτογραφία, το πρώτο είναι η τέχνη την εποχή της αναπαραγωγημότητας. Και λέει ότι η φωτογραφία έφερε την επανάσταση σε αυτή την ιστορία. Κατέστρεψε βέβαια την έγλυη του έργου τέχνης. Κάποτε ήσουνα υπερήφανος γιατί είχες τα λεφτά να πας στο λούβρο και να δεις τη μοναλίζα. Σήμερα, αν πατήσεις στο Google, βλέπεις όσες μοναλίζες σε εσείς. Έφερε στον κάθε ένα μέσα στο σπίτι του χωρίς χρήματα τη μοναλίζα. Για μένα λοιπόν έχει μεγαλύτερη αξία γιατί όσοι έχουν πάει, εγώ δεν έχω πάει, έχω δει όμως σκηνές από το Μουσείο, είσαι σε τόσο μεγάλη απόσταση σε σχέση με το μέγεθος, γιατί είναι ένα πολύ μικρό έργο τέχνης που δεν βλέπεις τίποτα. Απλώς θαυμάζεις επειδή το θαυμάζουν όλοι. Ναι, Δαμιανέ θα μου επιτρέψεις μια παρένθεση επειδή είμαι ίσως ο τελευταίος που την είδα διότι ήμουνα πέρσι τα Χριστούγεννα με τα παιδιά μου στο λούβρο και αμέσως μετά ξέσπασε ο κορονοϊός. Οπότε δύσκολα θα μου πει κάποιος την είδα μετά από σας. Έχει γίνει ακόμα χειρότερη από ό,τι την είχα δει πιτσιρικάς. Με ποια έννοια τώρα είναι με δύο κορδέλες με διάδρομο και υπάρχει μπροστά φρουρός που προχωράνε στέκονται τρία λεπτά και τους διώχνει ο φρουρός για να προχωρήσει ο επόμενος Κινέζος ή Μαλαισιανός με αποτέλεσμα. Δεν υπάρχει περίπτωση αν δεν περιμένεις μισή ώρα στο πλήθος για να μπεις στην ουρά και μόλις μπεις και φτάσεις μπροστά να νιώσεις το σπρώξιμο του φύλακα συλβουπλέ συλβουπλέ προχωρήστε. Και πού πήγαμε πήρα τα παιδιά και καθίσαμε στην άκρη υπό μία αγωνία που θα μου έλεγες ρε Στάντι η παραμόρφωση είναι 800%. Αλλά τους είπα παιδιά δεν μπορείτε να τη δείτε είναι πάρα πολύ πότος ο κόσμος που την θέλει δεν μπορείτε να τη δείτε πραγματικά δεν σε αφήνουν καν να περιμένεις μπροστά αλλά κουνιούνται τα πόδια σου και όταν σταματήσεις έρχεται ο υπάλληλος και σου λέει σας παρακαλώ προχωρήστε. Οπότε έχεις δίκιο. Και να συμπληρώσω στην παρένθεση ότι έχει αναφερθεί πως δεν είναι και το πραγματικό δεν είναι η πραγματική μοναλίζω. Είναι πίσω από τόσο χοντρό αλεξίσφαιρο τζάμι ώστε δεν υπάρχει θέμα πραγματικά μπορεί να σου έχει βάλει και ολόγραμμα τόσο πολύ. Σας το λέω βάζω και την υπογραφή μου από και πέρα πιστεύουμε ότι είναι το γνήσιο τι να σας πω. Εντάξει άλλωστε είπαμε μετά την εποχή της αναπαραγωγημότητας δηλαδή μετά την ανακάλυψη της φωτογραφίας η οποία εκτός από το να φέρνει μέσα στο σπίτι μας χωρίς κόπο και χωρίς έξοδα μεγάλα έργα τέχνης έγινε δυνατόν να τυποθούνε βιβλία που περιέχονται πάλι έργα τέχνης. Επίσης είπαμε χάλασε το θέμα της έγκλης ποια δεν υπάρχει, απάλαξε το αντικείμενο της τέχνης από την έγκλη του και επίσης οι φωτογραφίες όπως σωστά είπες δεν υπάρχει γνησιότητα, δεν υπάρχει ένα αντίγραφο. Δα Μιανέ το έθεσα γιατί και εγώ είχα αντιληφθεί όχι έχοντας διαβάσει τόσο πολύ ότι η φωτογραφία έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε αυτό το πράγμα δηλαδή στην αλλαγή αντιμετώπισης αλλά πάρτε το κι αλλιώς για να μην νομίσουμε ότι μόνο η φωτογραφία είναι μια εξαίρεση το 1600 και το 1700 και το 1800 για να ακούσεις το κοντσέρτο που ήθελες έπρεπε να είσαι ο Φραγκίσκος Ιωσήφ να βαζέψεις την αυτοκρατορική ορχήστρα και να τους πεις δεν μου παίζεται ένα κομμάτι του Μπαχ, δεν μου παίζεται ένα κομμάτι μια Σονάτα. Τώρα δεν υπάρχει αυτό, τώρα όλοι μπορούμε να πάρουμε ένα CD. Επομένως εκεί και εκεί ήταν μια εκτέλεση που έπρεπε ένας με εκείνας να πληρώσει φοβερά λεφτά για να την ακούσει στο παλάτι του ή στο αρχοντικό του και να φέρει την τάδε ή ψήφωνο να του τραγουδήσει ή να πάει και εμείς σήμερα έχουμε δίσκους ή CD της Κάλλας και την ακούμε και η Κάλλας κακομήρα μας έχει αφήσει χρόνος. Δηλαδή αλλάζει η αντίληψη για την τέχνη σαν να εξελίσσεται σαν ένα παιδί που όλο και μεγαλώνει και πάνω που πάμε να το μετρήσουμε και να του πούμε είσαι 1,62 έχει γίνει 1,72. Και αυτό είναι και μαγικό με την τέχνη ότι πρέπει δηλαδή αλλιότι και τη βρίσκουμε στα νιάτα μας, στα 18 μας, στα 20 μας και ο μετά την ξαναβλέπουμε κι η άλλη και πλέον έχουμε άλλη αντίληψη. Και πόσο μάλλον και αυτό μας επηρεάζει στην κυρία που είναι καθηγήτρια, κάθε φορά που διαβάζουμε το ίδιο πήμα στα παιδιά, εμείς οι ίδιοι πια δεν είμαστε το ίδιο και κάτι άλλο μας λέει, κάτι παραπάνω, κάτι λιγότερο, με την ίδια θέρμη θα διαβάσετε Σολομώ που διαβάσατε πριν από 30 χρόνια ή μήπως με λιγότερη. Και μήπως με περισσότερη θέρμη θα μου διαβάσετε τώρα Καβάφη. Και κάποια πράγματα σβήνουν, τα βαριόμαστε και πάμε σε άλλα. Πόσο δίκιο έχει ότι και ο δέκτης είναι ένα μεγάλο κομμάτι της τέχνης. Εμείς οι ίδιοι στη διάρκεια της ζωής μας αλλάζουμε. Διαβάσαμε κάποιο μυθιστόριμα και τρελαθήκαμε στα νιάτα μας, το διαβάζουμε πενητάριδες και λέμε ρε τι διάβαζα ο Κακομύρης. Πάντως στάντη για τη ζωγραφική, νομίζω ότι παίζει ρόλο το να βρεθείς απέναντι στον πίνακα το πραγματικό. Δηλαδή το χρώμα, το καναβάτσο, δεν είναι μονάχα η φωτογραφία. Έχεις δει και ότι όταν μπαίνει ένα γυαλί μπροστά και σε βάζουν στα τρία και στα τέσσερα και στα πέντε μέτρα να δεις, δεν σου περνάει κάτι από την ενέργεια, από τη δύναμη του χρώματος, από την αίσθηση που σου δίνει το έργο. Και το λέω αυτό επειδή έχω βρεθεί σε πίνακα του ελληνικού μπροστά στον πραγματικό δηλαδή και πραγματικά ήταν ανατριχιαστικό το συνέστημα. Δεν έχει να κάνει με το αν τον είχα δει και τον ήξερα από πόσες φωτογραφίες. Γιατί ήταν το ζωντανό, ήταν το αίμα του ζωγράφου επάνω. Δεν ξέρω πώς να το πω. Από την άλλη... Κάτσε γιατί σε χάνω. Έχασα κάποιο κομμάτι σου Νατάσα. Είπες για τη μαγεία που περνάει από τον πίνακα, τον πρωτότυπο και συμφωνώ απολύτως. Είναι σαν να έρχεσαι σε επαφή με το αίμα, με την ανάσα του ζωγράφου, αν μιλάμε για πίνακα. Ναι, ναι, ναι. Από εκεί και πέρα, όταν είπες για τη μουσική, για το τι θεωρείται τέχνη και τι έχουμε μέσα. Αν δεν ξέρει ο αποδέκτης, ο ακροατής, τι έχει στο μυαλό του ο Μπετόβεν. Και ο μαέστρος παίζει πάντα ρόλο, διότι τα έργα δεν φτάνουν σε εμάς. Δεν τα ακούμε από τον ερμηνεύοντα τον ίδιο τον Μπετόβεν. Φυσικά. Είναι αυτός ο μαέστρος της ορχήστρας για να το αποδώσει η ορχήστρα. Ακριβώς. Μεσολαβή ανάγνωση, γνώση, ο κόσμος ολόκληρος, ο συναισθηματικός και ιδέες, ο νοητικός κόσμος του μαέστρου. Οπότε θέλω να πω ότι και αυτό, να προσθέσω σε αυτό που λες, ότι είναι μεν κάτι που δίνει τη δυνατότητα, αν ένα πράγμα είναι τέχνη, το να επιδέχεται πολλαπλών ερμηνιών και προσεγγίσεων, να χάνει την πραγματική του φύση ή μέρος της πραγματικής του φύσης, αλλά οπωσδήποτε το ότι δεν μπορούμε να ξέρουμε ο ίδιος ο δημιουργός τι είχε στο κεφάλι του και τι είχε μέσα του, εντάξει αυτό δεν μπορούμε να το ξέρουμε βέβαια. Ακόμα και τη ζωή του να ξέρουμε για την ώρα που έγραφε δεν μπορούμε να ξέρουμε. Όχι βέβαια. Ούτε κι αυτός μπορεί να ήξερε και αυτός μπορεί να μην ξέρει πολλά πράγματα την ώρα που γράφει. Μπράβο, για το δέκτη. Να πω και εγώ κάτι. Ναι, ναι, ένα λεπτό να απαντήσω μόνο στην Ατάσα. Είμαι βέβαιος να σκεφτεί το μαγικό του ότι γράφεις εσύ ή ζωγραφίζεις για κάποιον που μπορεί να είναι σε 200 χρόνια. Δεν ξέρεις ούτε ότι έχει καν γεννηθεί και εσύ του γράφεις ένα γράμμα. Και επίσης για το πόσο αλλάζει αυτή η αντίληψη συμφωνώ απόλυτα με το μαγικό αυτό που λες και κάποιο υγρό περνάει από τον πίνακα στα μάτια σου όταν τον βλέπεις στον πρωτότυπο. Και θα πω και κάτι ακόμα. Όλοι μας έχουμε σκεφτεί το θέμα της γλυπτικής που είναι τρισδιάστατη τέχνη, όμως πηγαίνουμε στα μουσεία και έχουμε δυσδιάστατη αντίληψη. Τώρα κάποια μουσεία, ακόμα και μεγάλα μουσεία κλασικά, τι κάνουν, φτιάχνουν ένα αντίγραφο και σου επιτρέπουν να το αγγίζεις. Γιατί σκεφτείτε ότι χάνουμε το ότι δεν μπορούμε να αγγίξουμε ένα άγαλμα του Μιχαηλάγγελου, να δούμε αυτή η υφή ρε παιδί μου ή ένα αρχαίο άγαλμα, δεν μπορούμε να το αγγίξουμε. Αλλά κατάλαβαν οι άνθρωποι που οργανώνουν τα μουσεία ότι και η αφή είναι ένα τρομερά μεγάλο κομπί και μετέχει και αυτή. Πόσα μυστήρια, δηλαδή, θέλω να πω, έχουμε να λύσουμε πάνω στο θέμα τέχνη, αντίγραφο, γνήσιο, πόσα από αυτά τα βάλαμε μόνοι μας για να μας βασανίζουνε. Σας διέκοψα για να μιλήσετε. Εγώ σας διέκοψα, συγγνώμη. Μια άποψη είναι ότι αυτό που έχει αξία στην τέχνη είναι να κρατούμε πάντοτε την πρώτη εικόνα. Αυτό πιστεύω ότι είναι και το όραμα αλλά και η κρυφή επιθυμία κάθε καλλιτέχνη, παρόλο που δεν το παραδέχεται προσπαθεί ο κάθε αναγνώστης να δώσει τη δική του εξήγηση και να επιβιώσει και το συγγραμμάτο ή οτιδήποτε. Αλλά αυτό είναι και κάτι παρόμοιο με το αντίστοιχο συνέστημα που είπαμε πριν ότι προσπαθεί να μεταδώσει ο καλλιτέχνης στους υπόλοιπους. Σκεφτόμεν λοιπόν αυτό, δεν υπάρχουν πιστά αντίγραφα. Δηλαδή, αν κρατήσουμε την πρώτη εικόνα του καλλιτέχνη δεν μπορεί να υπάρξει ένα πιστό αντίγραφο. Να ρωτήσω τότε όμως πώς το λύνετε το θέμα της γραφής. Γράφει ένα ποίημα ο Καριοτάκης, τυπώνεται σε πεντακόσια αντίτυπα και τα πεντακόσια μας μεταδίδουν ένα αντίστοιχα ισχυρό συνέστημα. Ναι, είναι ισχυρός. Τότε εκεί αντίγραφο, γιατί ναι υπάρχει αντίγραφο. Και οι 8 φωτογραφές του Δαμιανού που έβγαλε ένα ωραίο άλογο που σκύβει να πιει νερό και οι 8 δίνουν το ίδιο συνέστημα. Δεν είναι αντίγραφα. Δηλαδή μήπως αυτό το αντίγραφο δικό μου είναι ένα πολύ εγωιστικό κομμάτι που ξεκίνησε από την ιστορία της τέχνης, ότι εγώ το έχω μόνο και τώρα πια μήπως πρέπει να αρχίσουμε να το παλεύουμε, να το ξεπεράσουμε ή μέχρι και δεν έχω στο σπίτι κανένα αντίγραφο έργου τέχνης. Αλλά δεν ξέρω, βασανίζομαι. Δεν έχω την απάντηση, έτσι. Δεν σας κάνω τον έξυπνο έχοντας την απάντηση. Δεν κρεμάω ποτέ αντίγραφα έργων τέχνης. Αλλά δεν ξέρω. Εντάξει, η ζωγραφική είναι βέβαια κάτι ξεχωριστό. Άλλο ζωγραφική, άλλο ποιηση, άλλο μπορείς διαφορετικά να τα έχεις. Γλυπτική. Έχουμε τώρα τους τρεις διάστατους εκτυπωτές. Μπορεί να μου το εκτυπώσουν σε οποιαδήποτε, με απόλυτη ακρίβεια που δεν μπορώ εγώ με το χέρι ή με το μάτι να την καταλάβω και να μου το εκτυπώσουν σε ό,τι υλικό θέμα. Άρα μπορώ να πάω να βρω την πιετά του Μιχαϊλάγγελου και να πω σε παρακαλώ είμαι ο Bill Gates. Φτιάξε με ένα μεγάλο εκτυπωτή, πάρε μάρμαρο καράρας και βγάλτος το ίδιο ακριβώς. Δεν είναι πολύ μακριά από τη φαντασία μας. Εδώ έχει πάει ο άνθρωπος στο φεγγάρι. Δηλαδή, είναι πιετά κι αυτή, θα είναι η πέμπτη ή η έκτη πιετά ή δεν είναι. Δεν έχω τις λύσεις. Αναρωτιέμαι τι διάολο να είναι. Αν εγώ μπορώ να αγγίζω αυτό το μαρμαρό και να είναι ακριβώς το ίδιο σμίλεμα με ηλεκτρονική ακρίβεια που έκανε ο Κακομήρης ο Μιχαϊλάγγελος 500 χρόνια πριν. Γιατί είναι. Τι με νοιάζει ότι δεν έχει γίνει με χέρι και δεν έχει βασανιστεί ο Κακομήρης ο Μιχαϊλάγγελος να του πέφτουν στο κεφάλι τα νιά και τα νερά γιατί είχε φτιάξει ένα douche, λέει, για να βρέχει συνέχεια από πάνω το άγαλμα και να του έρχεται η σμύριδα και η σκόνη. Ασφαλώς είναι ένα κομμάτι μεγάλο αυτός ο κόπος, αλλά δεν ξέρω. Μπορεί και να μου το φτιάχνατε το αντίγραφη και να σου έλεγα πάρ' το από εδώ. Είναι σαν πλαστικός βιτρίνα πολυκαταστήματος. Εγώ ήθελα να κάνω και ένα ερώτημα όσον αφορά το θέμα της ταυτότητας. Δηλαδή, αν υποθέσουμε ότι, δεν ξέρω πόσες φορές έχει συντηρηθεί η μοναλίζα ή όλα αυτά τα μεγάλα έργα τέχνης, αλλά όταν, αν τυχόν μετά από 200-300 χρόνια, ακόμα και το τελευταίο μόριο μπογιάς έχει αντικατασταθεί, θα εξακολουθεί να είναι η μοναλίζα. Πολύ ωραίο θέμα, το οποίο δίχασε τρομερά τους κρητικούς και τους φιλότεχνους, η αναπαλέωση και η συντήρηση της καπέλα συξτήνα. Όσοι από εσάς το είχατε παρακολουθήσει, εγώ είχα προλάβει και είχα πάει το 1980, πρώτη φορά, ήμουνα φοιτητής και την είδα συντήρητη. Και είχα πάρει και ένα βιβλίο πολύ καλό τότε, που έχει όλες τις εικόνες καφετιές, στην κυριολεξία καφετιές, λες και τις έχεις μουτζουρώσει ή τις έχεις φτήσει. Έγινε επί 10 ή τόσα χρόνια συντήρηση και όταν βγήκαν τα χρώματα που είναι τώρα, πάρα πολύς κόσμος είπε αυτό δεν είναι ο Μιχαηλάγγελος. Δεν μπορούσαν να δεχθούν ότι όλα αυτά τα φωτεινά χρώματα ήταν τα οριζινάλ του Μιχαηλάγγελου, γιατί πεντακόσα χρόνια κεριών τα οποία έχουν παραφήνει, και η παραφήνι μου το εξηγήσει ένας φίλος χημικός, είναι υλικό το οποίο αλλιώνει, ουσιαστικά κάνει κάποιες νόσεις με τον αέρα όταν καίγεται και επικάθεται πάνω στον τοίχο και αυτό το πράγμα είχε γίνει μια καφετιά επίστρωση. Και βλέπαμε Μιχαηλάγγελου, εγώ το πρόλαβα φοιτητής, έχασκα και έλεγα τι καταπληκτικός είναι και έχω τώρα το παλιό βιβλίο δίπλα στο καινούριο, παιδιά είναι ένα γελάς. Δηλαδή αν μου τα δείχναν τώρα θα έλεγα τι, αυτές οι παλιομουτζούρες δεν αξίζουν τίποτα. Και κάποιοι άλλοι είπαν είναι απαράδεκτο που βγάλατε το γνήσιο χρώμα, το φέρατε στην επιφάνεια. Δεν υπάρχει απάντηση, έχετε απόλυτο δίκιο. Και έχει συμβεί αρκετές φορές αυτό με το θέμα του ότι το συντηρώ και το φτιάχνω. Αλλά θα σας βδέσω και ένα άλλο μεγάλο θέμα, θαυμάζουμε όλα τα αρχαιοελληνικά αγάλματα. Και έχουμε γραφτεί βιβλία, είμαι βέβαιος ότι ο κ. Δαμιανός θα μου βγάλει κανένα από την βιβλιοθήκη του για το λευκό των αγαλμάτων, την αρχαία ελληνική αντίληψη της αγνότητος, την αρχαία ελληνική αντίληψη του λιτού και απέρυτου που δεν χρειάζεται τίποτε από χρώματα για να αποδώσει τα σχήματα κλπ. Αυτές ήταν οι ιδέες του μέγιστο κρητικού που ο πρώτος μας έγραψε βιβλία για την αρχαιότητα. Τώρα έχουμε ανακαλύψει, τώρα εννοώ εδώ και 150 χρόνια, την πολυχρωμία. Όλα τα αγάλματα ήταν ζωγραφισμένα. Επομένως, ποια αισθητική αντίληψη κάτσαμε και διαμορφώσαμε εμείς και ο Μιχαηλάγγελος μαζί με εμάς και χιλιάδες μεγάλοι καλλιτέχνες και λέγανε για το αρχαίο ελληνικό λευκό κάλος και ήμασταν όλοι πλανημένοι. Ήταν το αρχαίο ελληνικό έγχρωμο κάλος. Ο Παρθενώνας, αν κάποιος τολμούσε να του βάλει χρώμα θα τον σκοτώναμε εμείς οι ίδιοι, ήταν όλος έγχρωμος. Ούτε λίγο, πολύ. Θέλω να πω, η αισθητική μας πώς διαμορφώθηκε. Πολύ μεγάλο θέμα. Και σήμερα ποιο κομμάτι έχει μείνει θαυμάζουμε τον Παρθενώνα ως τον υπέρλαμπρο λευκό ναό. Ο αρχαίος θα έλεγε αυτό παιδιά είναι καραγιαπή. Να ανεβάσουμε και τους τεχνίδες να το ζωγραφήσουν. Άλλοι ερωτήματα εμπολής. Το θέμα της πολυχρωμίας είναι αυτός όσο το λέω μονολεκτικά, έτσι το λένε οι κρητικοί της τέχνης, το θέμα της πολυχρωμίας στην αρχαιότητα. Δηλαδή όλα αυτά είναι μόνο για να μας ανοίγουν το μυαλό. Μπορεί να το έβλεπε ο ίδιος ο Νταβίντσι, το έργο του, ο ίδιος ο Μιχαηλάγγελος που έλεγε παιδιά τι θαυμάζετε αυτό είναι χάλι μαύρο που καταστρέψατε τα χάλα τα ηλίθιοι. Τι να σας πω. Ο καθένας θα παλέψει με αυτά τα θέματα. Θα τα σκεφτεί και θα παλέψει την προσωπική του λύση. Και θα έρθει εδώ να μας την εκθέσει και να μας πει εγώ συμφωνώ να βγουν τα καθαρά χρώματα. Εμένα μου αρέσει και μετά από 200 χρόνια πατίνα. Κάτι θέλατε να πείτε. Ότι με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο η τέχνη επιβιώνει μέσα στους αιώνες και είναι η κάτω θάνατο. Έτσι και έτσι κι αλλιώς. Έτσι κι αλλιώς αυτό το πράγμα θέλουμε αυτό συμβαίνει. Οι δρόμοι είναι πολλοί ο καθένας ακολουθεί το δικό του δρόμο. Υπάρχουν παρακλάδια. Μπερδευόμαστε λίγο από εδώ πάμε λίγο δεξιά λίγο αριστερά αλλά ο σκοπός είναι νομίζω ότι είναι ένας. Ίσως αυτό και είναι η μαγεία της ακριβώς που τραβάει τόσο πολύ τον κόσμο. Σε αυτό το εντός εισαγωγικών σκεφτείτε το άχρηστο πράγμα. Τρέχουμε όλοι καθημερινά να βγάλουμε λίγο ψωμάκι. Κάνουμε μόνο χρήσιμα πράγματα έχετε δει κανένα να φτιάχνει κάτι που να είναι άχρηστο. Μόνο οι καλλιτέχνες. Έχουμε παλαβώσει και άνθρωποι, χιλιάδες πάνω στον πλανήτη, εκατομμύρια τρέχουν πίσω από κάποια άχρηστα πράγματα και μιλάνε για μαγικές ιδιότητες, για θεραπευτικές ιδιότητες, για εμπνευστικές ιδιότητες, αν αξίζει να ζω, για να πάω σε ένα Παρίσι και να θαυμάσω την τέχνη, για να ανέβω στον Παρθενώνα, για να ακούσω ένα κοντσέρτο, για να δω ένα χορό. Άχρηστα! Και επειδή χόρεψε τι έγινε? Τι ακούστηκε η μουσική τι έγινε? Κλαπατσίμπαλα. Η απάντηση είναι για κάποιους κλαπατσίμπαλα και για μας μαγική δύναμη. Επομένως πολύ σωστά το θέτετε. Είναι κάτι που δεν παίρνει μία ερμηνεία. Αυτό είναι το ωραίο του, αυτό είναι το μαγικό του. Πολλές ερμηνείες και κανένα δόγμα, να το πω έτσι. Όποιος θέσε να του βάλει δόγμα το κατέστριψε. Είναι και η αλήθεια της τυμπής, δηλαδή αν δεν υπάρχουν αληθινά συναισθήματα δεν υπάρχει τέχνη. Φυσικά. Και εκεί αρχίζω και πάλι ξαναγυρνάω στο θέμα της ηθικής. Πώς μπορείς να έχεις αληθινά συναισθήματα, Δαμιαννέ, που μου μίλησε ο Τολστόη για μεγάλα έντονα συναισθήματα. Αν εσύ σκέφτεσαι το παραδάκι και πώς θα το βγάλεις από τον Μπιακα. Πιο έντονο συνέστημα. Άρα και ο Τολστόη θέτη εμένα, χωρίς να το λέει ίσως, το θέμα της ηθικής. Δηλαδή ότι πρέπει να πονέσεις πολύ πρωτού βγάλεις αυτή τη φωτογραφία. Όχι να σκεφτείς δεν έχω να φάω σήμερα ρε, ας βγάλω μια φωτογραφία ενάλογο να πάω να την πουλήσω. Δεν βγαίνει έτσι συνέσθημα. Δεν γίνεται, δεν είναι κατά παραγγελίαν σου. Και βέβαια στην θετική ανοίγονται πολλά. Από τα ακροδάχτυλά του καλλιτέχνη έστω και του ζωγράφου ή του ποιητή πρέπει να τρέξει λίγο αίμα. Δυστυχώς, δυστυχώς. Είναι ένα τεράστιο θέμα, είναι η εμπορευματοποίηση της τέχνης. Βέβαια. Ο Βαλδερ Μπένιαμιν είχε πει ότι ένα έργο τέχνη που έχει να κάνει αν υπάρχει τέχνη, χωρίς δέκτη, αν μπορεί να υπάρξει τέχνη. Ο Βαλδερ Μπένιαμιν, η απάντησή του είναι όχι, δεν μπορεί να υπάρξει. Έμεσα, το λέει αυτό. Διότι λέει ότι ένα έργο τέχνης παράγεται για να καταναλώνεται. Όχι όμως με τη μορφή εμπορεύματος. Παράγεται για να καταναλώνεται. Δεν γίνεται διαφορετικά. Δεν μπορεί να παράγεις και να το βάσεις σε μια αποθήκη. Για το παράδειγμα που έφερες, νομίζω ότι έπασχε λίγο, γιατί ανακαλύφτηκε η Dickens και έτσι καταλάβαμε ότι υπάρχουν τα έργα τέχνης. Ναι, αλλά εκείνη η κακομείρα... Εκείνη η κακομείρα δεν τόζησε. Αυτό το έχουμε ζήσει και στη φωτογραφία. Υπάρχει μια πολύ, η Vivian Meyer, αν διαβάζω σωστά το όνομά της, που πέθανε και είχαν βγάλει απέξω από το σπίτι της για τη χρόνια της τα γεννήκια, τα πράγματα της, για να τα ξεπουλήσουν. Και ένας νέος φωτογράφος ανακάλυψε ένα κασελάκι με χιλιάδες φίλμ μέσα και τα αγόρασε για ένα κομμάτι ψωμί και σήμερα η Meyer είναι διάσημη φωτογράφος. Αυτή όλη τη ζωή έζησε ως δαντά. Ένα ζήτημα σημαντικό που έθιξες και που μένει ανοιχτό, ίσως θα έπρεπε να το συζητήσουμε σε μια επόμενη φάση, είναι το ζήτημα του δέκτη. Ναι, είναι μεγάλο. Αυτός που στέκεται μπροστά σε ένα έργο τέχνης, ανεξάρτητα από το αν αναγνωρίζεται αν αυτό μας έχει συμβεί σε εκθέσεις, μου έχει συμβεί προσωπικά να λέει η γυναίκα, ωραία φωτογραφία αυτή, και να λέει ο άντρας δίπλα, έλα μωρέ τι λες τώρα, εμένα δεν μ' αρέσει. Μα πώς, ε πώς, εγώ μάτια έχω κι εγώ και βλέπω. Δηλαδή όποιος έχει μάτια μπορεί να εισπράξει τα συναισθήματα που λέει ο Τολστόι. Ή μήπως χρειάζεται προπεδία για να μπορείς να απολαύσεις. Δεν χρειάζεται Δαμιανέ, είναι δυνατόν. Αυτό λέω. Χρειάζεται. Να κλείσω γιατί θα με διακόψετε, να κλείσω με κάτι σε σχέση με αυτό που έθεσε και ο Διαμαντής, ο Χατζι Παναγιότου. Χάθηκε ο ήχος. Χάθηκε ο ήχος ο Μάκης. Ναι, ναι, ναι, ναι, ναι. Τώρα μ' ακούτε. Δεν κάναμε τίποτα πάτους, Μάκη, έτσι. Έχει εγώ. Δεν ξέρω πού το πες. Άνοιγα τον ήχο πατώντας την μπάρα, δεν άνοιγα τον ήχο. Οι συνομωσιολόγοι να πάψουν, παρακαλώ. Δεν κατηγορώ κανέναν. Ο Ρολάν Μπάρκ, λοιπόν, μια παρατήρηση, ήταν σημειολόγος κυρίως. Ναι. Δευτεροβόντως ασχολιόταν με τη φιλοσοφία. Ναι, ναι. Σημαντικός σημειολόγος και γι' αυτό έλεγε αυτά που έλεγε, ας πούμε, που ανέφερες. Είχε δίκιο, όμως, γιατί όλα αυτά που έλεγε και που ανέφερες, χρειάζονται για την κατανόηση του έργου. Δηλαδή για να καταλάβεις το έργο. Πάντως και στο... Ο Τστώης, όμως, και εγώ συμφωνώ γι' αυτό και τον ανέφερα. Δεν μίλαγε για να κατανοήσουμε το έργο. Για μένα η προσπάθεια να κατανοήσει κανείς το έργο είναι λάθος. Είναι να νιώσει το έργο. Ναι, κι αυτό θα το δεχτώ. Μολονότι ορισμένες φορές αυτή η προπεδεία δεν δοδηγεί σε μια ερμηνεία να το εντάξω, να το καταφέρω, να το παλέψω. Μόνο γι' αυτό το λόγο, όμως, χρειάζεται. Δηλαδή, αν δεν μου βγαίνει από την αρχή, πρέπει να ξεκινάω, κατά τη δική μου άποψη, να ξεκινάω ότι δεν μπορεί αυτός να ήθελε να είναι βλάκας, πιθανόν κάτι θέλει να πει. Κάτι θέλει να πει. Και από εκεί ξεκινάω να ερμηνεύω. Αλλά στο τέλος αυτό είναι η υπερήφημη ανάλυση. Αν μείνεις, όμως, στην ανάλυση δεν θα νιώσεις τίποτα. Θα πρέπει να υπάρξει σύνθεση όλων αυτών. Το επιμέρους μου προκαλεί αυτό το συνέστημα. Εκείνο μου προκαλεί αυτήν τη σκέψη. Όλα μαζί τι μου δίνουνε. Αν μου δίνουν κάτι, τότε έχει πετύχει το εργοτέχνησμα. Έχεις δίκιο, Δαμιανέ, στο εξής. Ότι εμείς οι φιλόλογοι συνήθως είμαστε οι πιο άσχετοι, ενώ δίνουμε πάρα πολύ ωραίες εξηγήσεις, είμαστε πλήρως άκαρδοι και δεν τα πονάμε και δεν τα αντιλαμβανόμαστε πολλές φορές τα πράγματα, που ξέρουμε ένα ακάρο γραμματολογικές πληροφορίες για τον Σολομό, τον Κάλβο και όλους τους άλλους. Γεμίζουμε τα παιδιά με άχρηστες πληροφορίες και δεν τους λέμε παιδιά συγκινηθείτε, κλάψτε. Άμα δεν καταφέρουμε τα κανά να κλάψουμε, δεν πάνε να του πω ότι γεννήθηκε το 1822 και πέθανε το 1892. Πληροφορίες φιλολογικές. Δυστυχώς εμείς το σκοτώσαμε. Ακριβώς. Νομίζω ότι η τελευταία παρατήρηση για τον Ρολάν Μπαρτ χάθηκα τώρα λίγο. Ο Ρολάν Μπαρτ σε όλα όσα γράφει για την τέχνη και έχει γράψει και ένα βιβλίο που αφορά τη φωτογραφία. Ο Φωτεινός Τάλαμος. Κάμερα Λουσίντα. Το δηλώνει εφθαρσός από την αρχή. Ότι εγώ δεν ξέρω από τέχνη, δεν ξέρω φωτογραφία, δεν ξέρω ζωγραφική. Μιλάω ως θεατής. Έχει σημασία αυτό. Μιλάει ως θεατής. Και βέβαια για να καλύψω την κοπελιά. Ο Ρολάν Μπαρτ λέει ότι όλη η τέχνη μέσα της λίγο ή πολύ κρύβει το θάνατο, την έννοια του θανάτου. Διότι ο καλλιτέχνης είναι πεθαμένος. Βάζει από τη δική του σκοπιά την τέταρτη διάσταση ή την τρίτη στις διάστατες τέχνες που είναι ο χρόνος. Και μάλιστα ο χρόνος έχει πολλές διαστάσεις. Δεν είναι ένας. Ενδιαφέρον. Τώρα με προκαλείται πάρα πολύ διότι μου θυμίζεται, δεν μπορώ να μην πω εκείνη τη φράση, τη λέξη, το understrip, την ορμή προς θάνατο. Εσείς, νομίζω, τη γνωρίζετε, την έχετε ακούσει. Έτσι έχω καταλάβει. Από εκεί και πέρα, δεν νομίζω ότι τον καλλιτέχνη πρέπει να τον πιάνει μια ανησυχία και έναγωνιά για τον δέκτη. Γιατί η φύση έχει πολύ εγκαρτέρηση για τα έργα τέχνης της και ας μπήκε κανένα στην αποθήκη θα υπάρξει καιρός που θα βρεθεί και ο δέκτης εκείνου του έργου. Συμφωνώ απ' ό,τι θα μαζί σου. Είμαι αυτής της άποψης. Εγώ λέω στη φωτογραφία τραβήξτε φωτογραφίες και μην έχετε βγάλτε εντελώς απ' το μυαλό σας πώς θα φαίνεται αυτή η φωτογραφία και αν αυτή η φωτογραφία θα είναι αποδεχτή. Δυστυχώς όμως δεν επαληθεύομαι, ειδικά σήμερα που τραβάμε άπειρες φωτογραφίες ή περισσότερες σκουπίδια για να πάρουμε like. Έτσι, η ψηφιοποίηση μας έχει τρελάνει σε πολλά ζητήματα αλλά δεν υπάρχει πρόβλημα. Εδώ τρέχονται ποιήματα για like, φωτογραφίες. Έτσι, ποιήματα για να πάρουμε like. Ναι, ναι, ναι. Δίνουμε φωτογραφίες με ποιήματα, γράφουμε ένα ποιήμα ενός μεγάλου ποιητή και κολλάμε μια φωτογραφία δική μας. Είναι τρελά πράγματα αυτά. Τρελά πράγματα αυτά που ζούμε δηλαδή, αλλά εντάξει. Πάντως αυτό που βλέπω είναι με πολύ χαρά ότι σήμερα το θέμα όλους μας έπιασε, μας τραβάει από το παντελόνι. Δηλαδή, ο κάθε ένας το αντιμετωπίλει από την πλευρά... Έχουμε και γυναίκες, δεν είναι μόνο από το παντελόνι, και από τις φούστες. Και από τις φούστες και από τα πέτα. Εντάξει, τώρα φοράνε και γυναίκες παντελόνια. Θα κλείσω με μία παρατήρηση που πάντοτε με εντριγάρει σε σχέση με την τέχνη. Όταν πηγαίνουμε σε ένα μουσείο, τι κοιτάτε πρώτα, το από κάτω που γράφει Degas, Bangkok, Gogen, Michael Angelos, ή το έργο. Και βασανίζομαι, σας το λέω αυτή τη στιγμή, πρώτο ξεκίνησα να πηγαίνω σε μουσεία σαν τρελός από ηλικία 17 ετών που έκανα το πρώτο μου ταξίδι στο εξωτερικό και μέχρι σήμερα άλλες φορές πάω και βλέπω μόνο τους πίνακες ή μόνο τα έργα χωρίς να βλέπω από κάτω και άλλες φορές βάζω τον εαυτό μου σαν μαθητή να μάθει. Για να το κάνε αυτό ο Degas, κάτσε εδώ και προσπάθησε να καταλάβεις τι διάολο θέλει να πει. Δεν έχω μέσα μου καταλήξει ποια από τις δύο είναι η σωστή μέθοδος. Θα πρέπει, Damiane, αν και όλοι οι υπόλοιποι, αν δεν υπάρχει ο καλλιτέχνης, τότε τι σε ενδιαφέρει. Μπορεί να είναι του Λεωνίδα αυτός ο πίνακας. Θα πρέπει να μπορέσει να σου μεταφέρει το συνέστημα χωρίς να δεις ότι είναι Νταβίντσι. Αν που δεν μπορώ πάντα να φτάσω, δεν μπορώ να το σκοτώσω εντός εισαγωγικών, θα έλεγα του κυρίου Μπαρτ, τον δημιουργό. Και πάλι νιώθω βλάχος να χρειάζεται να κοιτάω από κάτω και καμιά φορά που δεν βλέπω και με το γυαλί να πάω να πλησιάζω σαν το βλάχο να δει, είναι γκοκέν για να το θαυμάσω. Αν δεν είναι, δεν πειράζει, ας πάμε στο διπλανό. Όλο αυτό με βασανίζει ακόμα και σήμερα. Από τα 17 μέχρι τα 60 είναι καλά 43 χρόνια, μαθηματικά, αμάν, θα με πιάσουν. Ακόμα και σήμερα. Δεν το έχω λύσει. Και στα παιδιά στο σχολείο δεν το έχω λύσει. Να τους πω τι να κάνετε. Κοιτάξτε πρώτα να τα μάθετε απ' τα πινακάκια ή κοιτάξτε τι σας συγκινεί. Και διαφορείστε αν είναι του τάδε άγνωστο ή του τάδε μεγάλο. Θέματα ωραία για να παιδευόμαστε. Αυτά είχα για σήμερα να σας πω. Για μένα, τουλάχιστον, η συζήτηση πήγε πολύ ωραία. Ελπίζω και για σας. Πολύ σε ευχαριστούμε. Ευχαριστώ, Λεωνίδα. Ευχαριστούμε όλους και όλες. Πάτε να δώσει ο Θεός να ξαναβρήκετε στην αίθουσα. Καλές γιορτές σε όλους. Καλές γιορτές. Καλές γιορτές. Καλές γιορτές.