: Στ fickλ Λοιπόν γεια σας είμαστε σε ένα από τους πιο ενδιαφέροντους μαθήματος του Σεμιναρίου Μπορώ να σας πω ότι από όλο αυτό τον κύκλο που κάνουμε τα τελευταία χρόνια, τα δύο πιο ενδιαφέροντα σεμινάρια που κάναμε είναι το προ-προηγούμενο, που ήταν οι διαφορετικές τάσεις με τις οποίες αντιμετωπίζουμε στην σύγχρονη Ελλάδα η ιστοριογραφία, το μικρασιατικό. Πολλές τάσεις είναι διαγωνιστικές μεταξύ τους. Καταθέραμε και τα συζητήσαμε πάρα πολύ ήρεμα. Με βγάλανε πολύ γόνιμα συμπεράσματα. Η δεύτερη, πολύ σημαντική συνάντηση είναι η σημερινή, γιατί ουσιαστικά κλείνουμε το φετινό κύκλο των σεμιναρίων που είναι αφιερωμένα και επικεντρωμένα στη μικρασιακή καταστροφία. Έτσι κι αλλιώς αυτό είναι ένα από τα κεντρικά θέματα, ένας από τους κεντρικούς άξονες του σεμιναρίου ιστορίας, αλλά κάνουμε κάτι που νομίζω δεν έχει ξαναγίνει. Δηλαδή, επιχειρήσαμε εξ αρχής πώς ήταν η ιδέα, θα σας πω, και πώς κατάληξε τελικά. Υπήρξαμε εξ αρχής να δούμε τον απόηχο ακείνων των τρομακτικών γεγονότων στις οικογένειες. Όχι, να μην κάνουμε... Τις ιστορικές αποτιμήσεις τις έχουμε κάνει έτσι κι αλλιώς, αλλά πώς οι οικογένειες αυτών που έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στα γεγονότα εκείνης της εποχής, τις δεκαετίες που ακολούθησαν, τα αντιμετώπισαν, όλα αυτά. Και έτσι είπαμε εξ αρχής, η ιδέα ήταν να καλέσουμε τους απογόνους των τριών αρχηστρατήγων της μικραζιατικής εκστρατείας. Δεν καταφέραμε μόνο τελικά να πείσουμε να έρθει και η εγγονή του Χατζιανέστη. Αν το είχαμε καταφέρει θα είχαμε ολοκληρώσει. Όμως, είχαμε την τύχη να έρθει η εγγονή του Κωνσταντίνου Φαλτάητς, ο οποίος μας παρέδωσε από εκείνη την εποχή ως δημοσιογράφος ένα από τα καλύτερα σώματα ανταποκρίσεων από το μέτωπο κυρίως της βυθυνίας, αλλά και μια συνολική αποτίμηση, έτσι όπως την είδε αυτός, με μια πολύ αναλυτική και πολύ συγκεκριμένη ματιά και σήμερα έχουμε τα έργα του ως εργαλείο για να κατανοήσουμε ακόμα καλύτερα εκείνη τη δύσκολη περίοδο. Λοιπόν, ο πρώτος απόγονος, όπως τα λέγαμε, είναι ο Νίκος Παντελάκης. Είναι απόγονος του πρώτου αρχιστρατήγου της Βεννησελικής εποχής, του Παρασκευόπουλου. Ακούνουθεί μετά η Λύλα η Παππούλα, έχει και το όνομα του παππού της, είναι του Ανεστάσιου Παππούλα. Ο Ανεστάσιος Παππούλας, όπως ξέρετε, είναι ο αρχιστράτηγος ο οποίος διαδέχθηκε τον Παρασκευόπουλο μετά τις μοιρές εκλογές της 1ης Νοημβρίου του 1920, που επαναφέρουν τους μοναρχικούς στην εξουσία. Ο τρίτος είναι ο Χατζιανέστης που δυστυχώς μας λείπει η μαρτυρία ας πούμε του τραύματος στη δική του οικογένεια. Είναι τραύμα, έτσι εκτελέστηκε ο Χατζιανέστης με τη δίκη των 6. Λοιπόν, θα ξεκινήσουμε. Δεν έχουμε να κάνουμε αποτίμηση ιστορική όπως είπαμε σήμερα. Σήμερα θα δούμε πώς βίωσαν οι οικογένειες εκείνες τις εμπειρίες. Πώς αυτές οι εμπειρίες των παππούδων, των προγόνων, ήρθαν και επιβίωσαν ή πώς επιβίωσαν μέσα στις οικογένειες στις δεκαετίες που ακολούθησαν. Ο πρώτος λοιπόν που θα μας καταθέσει αυτό που ζητάμε είναι ο Νίκος Παντελάκης, ο οποίος είναι ένας αφόγονος του Λεωνίδα Παρασκευόπουλου. Θα μας πει ο ίδιος περισσότερα. Ο Νίκος Παντελάκης γεννήθηκε στη Γενέβη. Δεν σας λέω το πότε, είναι πολύ νέος ακόμα. Έλαβε το πηχίο μετρής κοινωνιολογίας από το Πανεπιστήμιο Κοινωνικών Επιστημών της Γρενόμπλ το 1977 και το ιδακτορικό δίπλωμα κοινωνιολογίας από το Πανεπιστήμιο Παρίσι 5 το 1980 με θέμα «Ο στρατός στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία 1950-1974». Από το 1982 έως το 2013 εργάστηκε στο ιστορικό αρχείο της Εθνικής Τράπεζας. Έχει εκδόσεις στη σειρά «Μελέτες οικονομικής ιστορίας του προγράμματος ερευνών της Επιτροπής Ιστορίας της Εθνικής Τράπεζας» το 1988 μελέτη με θέμα «Συμμαχικές πιστώσεις Κράτος και Εθνική Τράπεζα 1917-1928». Επίσης εξέδωσε το 1991 μελέτη με θέμα «Ο εξυλεκτρισμός της Ελλάδας από την ιδιωτική πρωτοβουλία στο κρατικό μονοπόλιο 1899-1956». Το 2018 κυκλοφόρησε το βιβλίο του Αλέξανδρος Διωμίδης, ένας αυθεντικός εκπρόσωπος της Αστικής Τάξης και το 2022 το νεότερο βιβλίο του με τίτλο «Στην αυγή της ελληνικής βιομηχανίας Αριστόβουλο Ζάνους, ο διπορικός στη ζωή και το έργο ενός πρωτοπόρου της ελληνικής βιομηχανίας». Είναι από τα εδρητικά μέλη της Ελληνικής Αρχειακής Εταιρείας, επανειλημμένα έχει εκλεγεί στον διοικητικό της συμβούλειο και σε αυτό διετέλησε πρόεδρος για δύο διαδοχικές θητείες στη δεκαετία του 90. Έχει δημοσιεύσει άθρα σχετικά με την αρχαιονομία. Ο λόγος τον κ. Παντελάκη. Να είστε. Καλησπέρα σας. Θέλω καταρχή να ευχαριστήσω για την πρόσκληση το Δήμο Κηφισιάς και όλους οι τελεστές του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Δήμου, ιδιαίτερα το Βλάσια Τζίδη που έχει την επιμέλεια του συγκεκριμένου κύκλου, αλλά και τη Μαρία Κριστίνα Τσιάμα που είναι υπεύθυνη για την επιμέλεια και το συντονισμό των σεμιναρίων. Η πρόσκληση αυτή είχε μια ξεχωριστή σημασία για μένα, αφενός γιατί η ομιλία αυτή πραγματοποιείται στην οικία Δροσίνη που υπήρξε αρχικά η οικία του Διομήδη Κυριακού, προπάπτου μου, και αφετέρουν γιατί με την Κηφισιά συνδέονται τόσο οι πρώτες αναμνήσεις μου από τα καλοκαίρια όπου μέναμε οικογενειακώς στο σπίτι του Αλέξανου Διομήδη στην πόλη Αλεβίδου και Χαριλάτρη Κούπη, όσο και γιατί αργότερα εγκατασταθήκαμε μόνοι μας στην Κηφισιά. Στην οθόνη βλέπετε τη φωτογραφία της Βίλας Δροσίνη, στο χώρο που βρισκόμαστε σήμερα, είναι το κτίριο δωδεξιά σας. Η φωτογραφία αυτό είναι από το φωτογραφικό αρχείο της οικογένειας Πετσάλι Διομήδη, πρέπει να είναι στα τέλη του 19ου αρχές του 20ου. Δεν μπορώ ακριβώς να την χρονολογήσω. Όταν ο Βλάσης μου πρότεινε να μιλήσω για τον Ρεωνίδα Παρασκευόπλου, δέχτηκα αμέσως την πρόσκλησή του, χωρίς να το κοντισκεφτώ, εξάλλου το συνηθίζω σε τέτοις περιπτώσεις και μετά αμέσως αναρωτήθηκα τι θα μπορούσα να παρουσιάσω σε μια τέτοια εισήγηση. Ελπίζω ότι το τελικό αποτέλεσμα θα ανταποκρίνεται στις προσδοκίες της δικές σας και των οργανωτών. Καταρχήν θέλω να διευκρινήσω ότι δεν είμαι άμασος απόγονος του Παρασκευόπλου. Ο γιος του, που είχε ένα γιο, πέθανε πολύ νέος από εξκλήρηση καταπλάκας, αλλά μικρανιψιός του. Δηλαδή, οι αδερφοί της προγεγιάς μου και η γυναίκα του Παρασκευόπλου ήταν αδερφές. Προφορικές μαρτυρίες για τον Λεωνίδα Παρασκευόπλου δεν είχα, καθώς στο άμεσο οικογενειακό μου περιβάλλον απέφευγαν συζητήσεις για το παρελθόν. Πολλοί αργότερα, στα φοιτητικά μου χρόνια, άρχισα να σκαλίζω την ιστορία της οικογένειας και να ρωτώ επίμονα για να μάθω κάποιες λεπτομέρειες, λόγω της επαγγελματικής μου απασχόλησης, ενασχόλησης με την ιστορία και, ειδικότερα, με την οικονομική ιστορία. Ωστόσο, υπήρχαν κάποια τεκμήρια από τη ζωή του Λεωνίδα Παρασκευόπλου, τα οποία δεν είχαν διαφύγει της προσοχής μου. Για παράδειγμα, είχα παρατηρήσει μικρός ότι το δωμάτιο της γεγιάς μου κοσμούσε η φωτογραφία ενός υψηλόβαθμου αξιωνατικού, που φυσικά δεν ήταν άλλος από τον Λεωνίδα Παρασκευόπλου. Είναι η φωτογραφία που βλέπετε και έχει τραβηχτεί στη Κωνσταντινούπολη το Μάρτιο του 19. Είχε πάει τότε προσκεκλημένος από το ξένο στρατηγείο, το συμμαχικό. Άρα και όταν η γεγιά μετακόμισε στο σπίτι των γονιών μου τα τελευταία χρόνια της ζωής της, είχε απαιτήσει η φωτογραφία αυτή να υπάρχει στο δωμάτιό της. Ήταν σαφές ότι η γεγιά είχε ιδιαίτερη αγάπη ή θαυμασμό στον θείο της Λεωνίδα Παρασκευόπλου. Τότε δεν ενδιαφέρεθηκα να μάθω περισσότερα για τον άνθρωπο αυτό. Αργότερα, όταν μου χρειάστηκε να μάθω λεπτομέρειες για τη ζωή του, δεν ζούσε πια κανείς από εκείνους που τον είχαν γνωρίσει για να μου διηγηθεί τι γνώριζε για τον άνθρωπο αυτό. Εδώ είναι επίσης άλλο ένα τεκμήριο που κοσμούσε πάλι την κρεβατοκράμαρα της γεγιάς μου. Είναι του Αγίου Λεωνίδα και φέρει προσωπική αφιέρωση του είκοσι από την κοριτσά του. Η σημερινή μου ομιλία επικεντρώνεται στην αφήγηση ορισμένων γεγονότων και σκέψεων σε σχέση με την μικρασιατική εκστρατεία, έτσι όπως αυτά έχουν αποτυπωθεί στα γραπτά τεκμήρια που έχουν διασωτεί από τον ίδιο τον Λεωνίδα Παραστημόκο, και έμειναν παρακαταθήκη στην οικογένεια. Πιστολές, ημερολόγια, φωτογραφίες αποτελούν τον κύριο κορμό των τεκμήριων που διασώζονται μέχρι σήμερα. Συμπληρωματικά θα χρησιμοποιήσω κάποιες αναφορές από τις αναμνήσεις του, που εκδόθηκαν αρχικά το 1933, τρία χρόνια πριν από το θάνατό του, και ανατυπώθηκαν όμως πρόσφατα το 1920. Κάτι που πρέπει να υποθύσει αρχικά με τα αρχεία των οικογενειών Παρασκευόπουλου και Αλέξανδρο Διωμίδη, τα οποία θα χρησιμοποιήσω στη στιγμή. Το σύνολο των αρχαίων κληρονομήθηκε, δίκαιολογημένα κατά τη γνώμη μου, το λογοτέχνη και συγγραφέα Θανάση Πετσάλι Διωμίδη. Ωστόσο, ένα τμήμα του αρχείου είχε φαίνεται αποσπαστεί από τον κ. Κορμό. Εντελώς τυχαία, το 1978, ανακαλύφτηκε αυτό το τμήμα του αρχείου, εγκαταλελειμμένο σε μια παλιά αποθήκη στο σπίτι του Διωμίδη, στην οδό Λεβίδου και Χαρλαουτρικούπη. Το ερώτημα που προέκυψε αμέσως μετά την ανακάλυψή του, ήταν τι έγραφε ήταν αυτά και γιατί είχαν βρεθεί εκεί. Η προσεκτική μελέτη των εγγράφων μας έδωσε την πρώτη απάντηση. Πράγματι επρόκειτο για σημαντική αλληλογραφία και αυτό προκύπτει από το ίδιο το περιεχόμενο των επιστολών, αλλά και από τους αποστολείς που υπήρξαν σημαντικές προσωπικότητες της εποχής του ίστορου 19ου αρχές του 20ου. Για παράδειγμα, υπήρχαν επιστολές του Βενιζέλου, του Ανδρέα Μιχαλακόπουλου, του Σουδερού, του Διονύδη, του Παρασκεπόπουλου και ενός και άλλων πολλών. Και Ελλήνων και ξέρε, ανάμεσα σ' αυτές τις επιστολές υπήρχε ένα συγκεκριμένο υποσύνολο που αφορούσε αποκλειστικά επιστολές τις οποίες είχε λάβει ο ίδιος ο Λεωνίδας Παρασκεπόπουλος από τρεις προσωπικότητες, τον Βενιζέλου, τον Μιχαλακόπουλου και τον Διονύδη. Κατά την περίοδο της μικρασιατικής εκστρατείας. Το μυστήριο βέβαια παρέμενε γιατί το σύνολο αυτό είχε απασπαστεί από το υπόλοιπο αρχείο και είχε δοθεί για φύλαξη στον Αλέξανδρο Πετσάλι, αδερφό του Θανάση Πετσάλι Διωμείδη, που είχε τα υπόλοιπα οικογένειακά αρχεία. Ποιος είχε αποσπάσει τις πιστολές αυτές από τα υπόλοιπα οικογένειακά αρχεία, όλες οι ενδείξεις οδηγούν ότι αυτό είχε γίνει από το πέρι του ίδιου του Διωμείδη, ίσως και με τη βοήθεια της ιδιαιτέρας γραμματέας του, της Τούλας Αποστολογού. Το χαρτί που βλέπετε στην οθόνη αποτελούσε ένα από τα περιτιλήματα των δεμάτων των επιστολών και τελικά έβαλε και την τελική σφραγίδα στις υποθέσεις μου. Επιβεβαίωσε και τις αρχικές υποψίες. Μετά από αρκετά χρόνια εργασίας στο ιστορικό αρχείο της Εθνικής Τράπεζας, γνώριζα ότι οι εγγραφές με κόκκινο και μπλε μολύβι, όπως βλέπετε εδώ πέρα, χρησιμοποιούνταν από τη Γραμματεία της Εθνικής Τράπεζας και νομίζω και αργότερα την Γράμμα της Ελλάδας. Η δε ένδειξη «Αρχείο Γ» ήταν μια ένδειξη που χρησιμοποιούσαν οι γραμματείς που χειρίζονταν τα αρχεία των πολιτών, όταν ήθελαν να υπογραμμίσουν ότι επρόκειτο για το εμπιστευτικό αρχείο τους, που δεν έπρεπε να δει το φως της δημοσιότητας, τουλάχιστον όχι πριν παρέλυτον αρκετά χρόνια και κάποιος τα εξετάσει και αποφασίσουν ότι μπορούσαν πλέον να δημοσιοποιηθούν χωρίς επιπτώσεις. Υπάρχουν ακόμα και κάποιο άλλο σύνολο επιστολών, που επρόκειτο για ερωτική αλληλογραφία μεταξύ του Διωμίδη και της πρώτης αγάπης του, τα θρητικά του φρόνια, όπως επίσης και μια εγγραφία της τελευταίας του αγάπης, δηλαδή 2838. Αυτό δείχνει πόσο απόρυτο πράγματι ήταν αυτό το σύνολο του αρκιακού υλικού. Και γι' αυτό ίσως είχε δοθεί και στον παππού μου, τον Αλέξανο Ροτρετσάλι, με την έννοια ότι δεν ασχολιόταν καθόλου με γραμτά, όπως ο αδερφός του, ο Θανάσης Πετσάλις Διωμίδης, κι άλλα δεν θα έκανε χρήση του συγκεκριμένου αρχείου. Μια υπόθεση. Θα με διακόψεις όταν είναι η ώρα περίπου που πρέπει να κλείσω, πριν. Εντάξει, όχι, η Εραμίξη. Ξεφύγουμε οπωσδήποτε. Εγώ θα προσαρμόσω. Στην εισαγωγή στο βιβλίο της, Λεωνίδας Παρασκευόπουλος «Βαλκανική πόλημη» 1213, επιστολές προς τη σύζυγό του Κούμπλα, η Κατσιαδάκη προχωρεί σε κάποιος επισυμμάτης ειδικά με τις επιστολές που απείφινε ο Λεωνίδας στην γυναίκα του κατά την περίοδο των βαλκανικών πολέμων, οι οποίες γεννούν σκέψεις για τη σημασία που είχαν οι επιστολές στην ενδιοικογενειακή επικοινωνία. Αυτό υπάρχουν επιστολές τέτοια και για την περίοδο της μικρασιατικής επιστρατείας. Κατσιαδάκη παρατηρεί, και νομίζω ότι έχει μια σημασία να το τονίσουμε, ότι ενώ ορισμένες από τις επιστολές του Παρασκευόπουλου είναι αποκλειστικά στην γυναίκα του Μιγκούλα, άλλον πάλι το περιεχόμενο είναι ανακοινώσιμο στο οικογενειακό περιβάλλον της. Αποδέχτης ως προστόσο, τυχαίνει να είναι και συγκεκριμένο πρόσωπο του συγγενικού περιβάλλοντος, ο αδερφός της κούλας Αλέξανδρος Διωμήτης. Τονίζει δε ότι πολλά σημεία των επιστολών αυτών έχουν γραφεί ειδικά για να διαβραστούν από ή σε εκείνον. Δηλαδή γινόταν μια υλογραφία μεταξύ των δύο ανδρών πολλές φορές, με σωλάβηση της αλληλογραφίας του Παρασκευόπουλου προς την κούλα. Ακόμα επισημένη η Κατσαδιάκη, η επιμελήτρια του τόμου, ότι προκύπτει σαφώς από τις επιστολές όταν ο Λεωνίδας είχε αχωσιωθεί και ενταχθεί στη σφαίρα επιρροής της οικογένειας Διωμήτης. Η κοινωνία του με τη γονική του η οικογένεια αντίθετα είναι μειωμένη. Ποιος ήταν λοιπόν ο Λεωνίδας Παρασκευόπουλος? Ο Λεωνίδας Παρασκευόπουλος γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1860. Υπάρχει μια εδώ πέρα συγχύση. Άλλοι λένε ότι γεννήθηκε στη Κύθνο και μετά μετακόμισε στη Σμύρνη. Εγώ θεωρώ ότι μάλλον τελικά γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1860. Ο πατέρας του Ιωάννης, έμπορος με καταγωγή από την Κύθνο, είχε φύγει από την πατρίδα του για να εγκατασταθεί στη Σμύρνη λόγω των εμπορικών δραστηριοτήτων. Ο Λεωνίδας έζησε όλα τα παιδικά του χρόνια στη Σμύρνη και σε ηλικία 15 χρονών έφυγε για την Αθήνα προκειμένου να φοιτήσει στη Σχολία Βελπίδων από την οποίαν αποφύσησε το 1808. Στη συνέχεια πήγε για δύο χρόνια για μετεκπαίδευση στην Ελβετία και τη Γαλλία. Το 1897 έλαβε μέρος στην εξοδρατία στην Κρήτη, υπό τον Τιμολέον Ταβάσου. Στο γύρισμα του αιώνα ο Παρασκευόβουλος παντρεύτηκε τη ζωγράφωση, δηλαδή ήταν ζωγράφος, μαθήτρια του Νικηφόρου Λίτρα, και το 1911 απέκτησαν έναν γιό το Γιαννάκι, ο οποίος, όπως σας είπα, μετά σε ηλικία 23 ετών πέθανε αποσκοίρηση τεταπλάκας. Γεγονός που συμμάδευσε τον Λεωνίδα Παρασκευόπουλο, ο οποίος μετά το 20 αφιέρωσε ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής του στο γιό του. Ο γάμος του Λεωνίδα Παρασκευόπουλο με την Κούλα Διωμίδη υπήρξε καθοριστικός για τη μετέπειτα ζωή του, καθώς συνδέθηκε πάρα πολύ στενά με την οικογένεια Διωμίδη και, ιδιαίτερα, με τον Αλέξανδρο, ο στενός δεσμός των δύο οικογενειών παρέμεινε αδιατάρακτος μέχρι και το θάνατο του Παρασκευόπουλου του 1936. Το 9, Παρασκευόπουλος υποστήριξε την Επανάσταση Σοβουλτή. Από την εποχή εκείνη συνδέθηκε με το Βενιζέλλο, με τον οποίον παρέμεινε σε στενή επαφή μέχρι και τη δεκαετία του 1930. Το 12-13 έλαβε μέρος στους βαλκανικούς πολέμους ως διοικητής του πυροβολικού. Στη συνέχεια το 16 με τον δικασμό προσφόρησε στο κίνημα της Θεσσαλονίκης και έγινε αρχηγός του στρατού της εθνικής αμύνης. Λίγο αργότερα του δόθηκε από το Βενιζέλλο ο βαθμός του Αρχιστράτηγου και με το αξίαμμα αυτό υγιήθηκε της Μακρασιατικής Εξτρατήκης. Βλέπουμε λίγο τα γεγονότα της εποχής της Μακρασιατικής Εξτρατήκης. Λίγο πριν απ' την έναρξή της, το Νοέμβριο και το Δεκέμβριο του 18, ο Λεωνίδας Παρασκευόμπουλος και ο Αλέξανος Διωμήδης ανέλαβαν, κατά τη γνώμη μου δυόλου τυχαία, κατόπιν απόφασης του Βενιζέλλου, δυό πολύ κρίσιμες θέσεις. Στις αρχές του Νοεμβρίου του 18 ο Λεωνίδας Παρασκευόμπουλος δημιουργήθηκε αρχηγός του ελληνικού στρατού, στη θέση του στρατηγού Δαγκλή, ο Δε δεύτερος, ο Διωμήδης, ένα μήνα αργότερα ανέλαβε προσωρινά τη θέση του υπουργού εξωτερικών, σε αντικατάσταση του Νικόλαου Πολίτη, που αφορούθησε το Βενιζέλλο στη συνδιάσκεψη της ειρήνης στο Παρίσι. Και οι δύο έχεραν τότε της απόλυτης εμπιστοσύνης του Βενιζέλλου. Υποδείξη της αναβυσβήτητες ικανότητές τους την περιεγούμενη περίοδο. Ο Παρασκευόμπουλος τις στρατιωτικές του αρετές στα πεδία των μαχών, των βαλκανικών πολέμων, ο Αλέξανος Διωδήμου μύθη στις οικονομικές του ως υπουργός των οικονομικών στους βαλκανικούς πολέμους. Όμως, ένας ακόμη παράγοντας έπαιξε ρόλο στην επελογή του Βενιζέλλου, κι αυτός, κατά τη γνώμη μου, ήταν και τους δύο άντρες συνέδρες στην οικογενειακή και φιλική σχέση, που τους επέτρεπε να συνεργάζονται αρμονικά και να έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλο. Πλείες μέρες πριν δοθεί η εντολή στον ελληνικό στρατό να καταλάβει τη σμήμη, τον Απρίλο του 2019, ο Διομήδης ως υπουργός εξωτερικών έγραφε στον Παρασκευόπουλο και μεταξύ άλλων τον παρακαλούσε να τον ενημερώσει και να του στείλει λεπτομέρειες για την κατάσταση του στρατού και των προετοιμασιών εν όψει ενδεχόμενης εντολής κατάληψης της σμήμης. Έγραφε ο Διομήδης ως υπουργός εξωτερικών, «επιθυμώ, όπως λεπτομεραίστερον, να μου γράψεις ποια είναι η αντιλήψη σου περί του μάλλον επιτυχούς τρόπου ενεργίας και αν φρονείς ότι η ενέργεια, με τα μέσα τα οποία διαθέτω με, δύναται να αχθεί η σέσιον πέρας χωρίς κοντάματα ενοχλητικά». Ο ελληνικός στρατός κατέλαβε τελικά τη Σμήμη το Μάιο του 19. Θεωρήθηκε τότε σκόπιμο ο Πορασκευόπουλος να μη μεταβεί ο ίδιος στη Σμήμη, αλλά να παραμείνει στο στρατηγείο του στη Θεσσαυρονίκη. Δυστυχώς όμως, κατά την άφιξη του στρατού, ξέσπασαν επεισόδια που αμάβρωσαν την ελληνική παρουσία και έδωσαν λαβή στους ξένους για επικριτικά σχόλια σχετικά με τις ικανότητες της ελληνικής διοίκησης να υπεβάλει την τάξη. Ο Παρασκευόπουλος θεωρούσε, σύμφωνα με όσα έγραψε αργότερα στις αναμνήσεις του, ότι η μετάβαση του ως αρχηγού του εκστρατευτικού σώματος θα είχε πιθανόν αποσωβήσει τα επεισόδια με τα μέτρα που θα είχε λάβει. Μια άποψη δική του δεν μπορώ να αξιολογήσω. Τον Ιούλιο του 19' όμως τελικά ο Παρασκευόπουλος έλαβε εντολή από την κυβέρνηση να πάει στη Σμήνη και να διαπιστώσει ο ίδιος από κοντά την κατάσταση που επεκρατούσε στο μέτωπο. Η συγκίνησή του βέβαια υπήρξε μεγάλη όταν μετά από ο Παρασκευόπουλος 22 ετών από τη Σμήνη αποβιβάστηκε στη γενέτειρά του ως αρχηγός του ελληνικού στρατού και σε τις αναμνήσεις του περιγράφει με λεπτομέρεια όσο ένιωθε εκείνες τις στιγμές. Γράφη, οποία συγκίνησης με κατέλαβε όταν την πρωία είδω την πόλη εκ του Θορυκτού, την προκειμέα, την πατρική μου υγείαν έθνο δήλθον τα παιδικά μου χρόνια, η πραγματικό της ή το ανωτέρα των ονείρων. Εστιγμέτης από βιβάσιος μου και η ειστηνική αν μετάβαξής μου ήταν λιάν συγκινητικέ δι' εμέ, μήπως και ή παρά το λαό, συγκίνησης ή το μικροτέρα, δεν ήταν μόνον ο προς τον Έλληνα αρχηγό του στρατού σεβασμός, είτο η εκδήλωση της χαράς των διότι συμπολίτιστων ή το αρχηγός του στρατού. Εφαντάζοντο, επίστευον, ότι εκεί παρουσία μου είτο η ασφαλεστέρα ένδειξης της προσαρτήσεως της μύτης εις την Ελλάδα. Τις ίδιες ακριβώς μέρες ο Διωμίδης έγραφε στον Παρασκεφόδο «Ζούσι εις την Σμίδη την πατρίδα σου», ερχόμενος εκεί με το αξίωμα το οποίον κανείς Έλλην δεν το είχε ακόμη και με εντολή να την ελευθερώσει από κάθε Τούρκη υπόν ζηγόν. Όμως αμέσως μετά, στην ίδια επιστολή, ο Διωμίδης του επισήμενε ότι η επιστολή του θα είχε να αντιμετωπίσει δυσκολίες. Μακαρισμένη εντολή, αλλά και δύσκολη συγχρόνος, την οποίαν όμως όλοι και προπάντων ο Πρόεδρος είναι βέβαιος ότι θα τη φέρει στις πέρας, παρά τα δυσκαιρίες και παρά τα εμπόδια και τους φραγμούς οι οποίοι υπάρχουν εμπρός. Το ζήτημα είναι ότι εμείς, ούτω προειδοποιημένοι περί των διαθέσεων τούτων, δηλαδή των ξένων, οι οποίες αρχίζαν να μείνουν εφηγικές, πρέπει να αφαιρέσουμε κάθε προσχηματικό επικίνητο και να παρουσιάσουμε την ενμικρά ασία εμφάνιση μας άμεν των κατατοδυνατών. Πρέπει να είμαστε εισάγοντες στην τάξη εκεί, σ' όλους τους πληθυσμούς, διά να δημιουργηθόμεν κατόπιν να γίνουμε και εξεμπιστοσύνης κύριε αυτής. Είμαι βέβαιος δε ότι θα το καταθώσεις αυτά και απέναντι πάντων θα αποδειχθεί περιτράνος ότι η εμπιστοσύνη του Προέδρου είχε εκλέξει το μόνον άνθρωπο ενδεικνυόμενον εκ των περιστάσεων. Ο πολίτης, συνεχίζει ο Δημήτης, μου γράφει από το Παρίσι «εκτάκτος διθυραμβικά για σε, οδέ διαμαντίτης, ότι ο Πρόεδρος μόνο για σε εκφράζεται επενδυτικότητα εις την ικανότητά σου μόνο έχει εμπιστοσύνη». Ανάμεσα στα ζητήματα που απασχόλησαν την ελληνική κυβέρνηση και τον Βενιζέλο, εδώ στην φωτογραφία Είνος Στεριάδης, δεν ήταν ο τρόπος που δηλυπούσε τη σμήνη, της μέχριν, ο ύπατος αργωστής αλληλευτήτης Στεριάδης. Ο Διωμείδης σε επιστολή του προς τον Παρασκευόπουλο, τον Ιούλιο του 19, κατέληγε, πολύ μας ανησυχεί η στάση στους Στεριάδους. Δεν δινάμεθα ακριβώς και αμερολύπτος να γνωρίζουμε κατ' αυτόν. Σε παρακαλώ, Εμπιστευτικός, να μου γράψεις λεπτομέρειες και γεγονότα. Παπλέ εντυπώσεις δεν μου αρμούν. Όταν δε ο Βενιζέλος ενημέρωσε τον Παρασκευόπουλο, ότι θεωρούσε σκόπι μου το ελληνικό στρατηγείο να μεταπεχθεί στη Σμύρνη, ο Παρασκευόπουλος αμέσως έθεσε στο Διωμείδη το ζήτημα, ότι έπρεπε να καθοριστούν με σαφήνια οι αρμοδιότητες, μεταξύ ύπατης αργωστίας μήνης και της δικής του στρατιωτικής δικής. Παπλέ εντυπώσεις δεν μου αρμούν. Όταν δε ο Βενιζέλος ενημέρωσε τον Παρασκευόπουλο, ότι θεωρούσε σκόπι μου το ελληνικό στρατηγείο να μεταπεχθεί στη Σμύρνη, ο Παπλέ εντυπώσεις δεν μου αρμούν. Όταν δε ο Βενιζέλος ενημέρωσε τον Παρασκευόπουλο, ότι έπρεπε να καθοριστούν με σαφήνια οι αρμοδιότητες, είναι απολύτως σύμφωνος, θεωρήθηκε αυτός απαραίτητος τη σαφή διαχάραξη των ορίων δικαιοτοσίας. Μαζί του, με τον Ρέβ, διατυπώσαμε το εσωκλήδιστο σχέδιο τηλεγραφή. Προς τον Βενιζέλος, ζυγίσαντες κάθε λέξη και συζητήσαντες επί κάθε φράσος, διότι έπρεπε το τηλεγράφημα πρώτον σαφώς να κατεδείχνει ότι συναισθάνισε τη σημασία της αποστολής και ότι δεν απεκβίεσε των δυσχεριών αυτής ευρίσκον ως αφορμή αποφυγής τάφτη την δικαιοδοσία του στεριάλι. Δεύτερον, δεν αντιληφθεί ο Πρόεδρος, χωρίς να του το διατυπώσει κανείς ομά, τη συνέπεια της μη αποδοχής των αντιλήψεών του. Οι συνέπειες εξάγονται χωρίς να διακηρήσουν. Είμαι βέβος ότι, και ο Ρέβ ολίς μαζί μου, ότι θα δεχθεί ο Πρόεδρος στην έκκληση των ανεγειών οδηγιών και διακαβών. Στο αρχείο πράγματι υπάρχει το σχέδιο που συμπάχει και από τον Ιωμήδη και τον Ρέβ ολί του τηλεγραφήματος, στο οποίο στείλαν το σχέδιο αυτό για να στείλει ο Παρασκευόβουλος στον Βενιζέλη. Δεν θέλω να μακρυγορήσω περισσότερα, αλλά λόγω των ειδικών ενδιαφερόντων του Βλάση, δεν μπορώ να μην αναφερθώ στους ίδιους ποντίων και την εμπλοκή του Παρασκευόβουλου σε αυτό το ζήτη. Το Σεπτέμβριο του 19, σ' ένα μακροσκελέστατο γράμμα του προς τον Παρασκευόβουλου, που λυσκόταν στη Θεσσαλονίκη, ο Διωμήδης τον ενημέρωνε για τις απόψεις του Βενιζέλη στο θέμα των ποντίων. Του έγραφε «Μετά την ασημέρας θα έλθει εις Θεσσαλονίκη, επιστρέψας εκ Παρισσίου, ο μητρακολύτης της τραπεζούντος. Ο διάσημότερος των Ελλήνων σύγχρονων ειρωνών, που έχουν το μίζον κύρος και το ασφαλέστον πολιτικό νου, είναι νέος, οι δράσεις του επόμεντο κατά τον κόλεμο υπήρξε σωτήρια, αν έδειξε δε αυτόν πολιτικών άνδρα, δεσπόζοντα υπό το ήρεμο και σεμνό εξωτερικών του». Αυτά γράφει ο Διωμήδης. «Εργενώμερα διαπραγματεύσεις εμπαρασίας φαίνονται οριμάζου σε το ζήτημα της αυτονομίας του ελληνικού πόντου και του μοσχοδιακού συνδέσμου, τούτου μετα του κράτους της Αρμενίας. Θα οργανώσουμε τάγματα ποντίων επί των εντάχτα προσφύγων, επί των εν πόντων ευρισκωμένων επί των εν Αμερικοί». Ο Βενιζέλος, συνεχίζει ο Διωμήδης, «μα σε τηλεγράφισε περί πάντων τούτων και μας έδωσε εντολή να συνενοηθούμε μετα αυτού». Αυτός του είπε επίσης να διέλθει στις Ανωνίκες, προφανώς για να δει το Παρασκευόπλο. Τέλος, στις 7 Δεκεμβρίου ο ίδιος ο Βενιζέλος ενημέρωνε το Παρασκευόπλο για το θέμα των ποντίων, είναι η λακονική επιστολή που βλέπετε, δεν θα τη διαβάσω. Φίλτατε στρατηγέ, γνωρίζετε την οργάνωση των ποντίων, υπάρχει κάθε λόγος όπως αυτή συντηρηθεί, διότι ίσως χρησιμεύσει η στρατιωτική αυτή δύναμης για το αποβιβασμό του ζητήματός του. Ήδη αποστέλονται εντεύθεν εις το αυτό θητάγμα τρεις συγκεκροτημένοι λόγοι. Εννοείται ότι μόνον, και εδώ υπάρχει μια λέξη που δεν τη βγάζω, μάλλον εθελοντικός πρέπει να λέει, αθελοντική απολύτως κατάταξη, δυνάμεθα να διχθώμεν ουδαμός δε υποχρεωτικήν. Και επί τούτου παρακαλώ να προσέξετε ιδιαιτέρως, με το αφιληκοτά των αισθημάτων ειμέτερος. Λοιπόν, τώρα, θα μπούμε στο τελευταίο ζήτημα, το θέμα των εκλογών και της εκλογικής ύτασης του Εμφυλιελευθένων, στο Νεέμβριο του 1920. Ο Λεωνίδας Παρασκευόπουλος, αμέσως μετά, μόλις έμαθε την πρόθεση του Βενιζέλου να προκηρύξει εκλογές, στο Νεέμβριο του 1920, και να συμμετάσεις αυτές ως στρατός στο μέτωπο αντέδρας, το γράφηκε στις ξεκάθαρας τις αναμνήσεις του, υπήρξα ενάντιος της ενέργειας ταύτης και τη γνώμου μου αυτήν εγνώρισα στον Βενιζέλου. Ο Βενιζέλος, όμως, παρ' όλες τις αντιρίσεις του Παρασκευόπουλου, δεν μεταπίστευε. Ωστόσο, στα τέλη Οκτωβρίου φαίνεται ότι έρθει έναν εισηκή σοβαρά για την έκβαση των εκλογών στα στρατεύματα του μετόπου, γι' αυτό και έστειλε στις 20 Οκτωβρίου μια επιστολή και εσπεσμένα το ΣΥΜΟ στον Παρασκευόπουλο. Αποστέλω αυτό στον κύριο ΣΥΜΟ για να σας εκθέσει όλες τις ανησυχίες σας έχουμε για τη ψηφοφορία του μετόπου. Είναι αληθές ότι η πληροφορία του μετόπου είναι αντιφατική. Οπωσδήποτε, όμως, εσείς είστε η καλύτερα θέση να γνωρίζετε το πνεύμα των στρατευτών και να λάβετε τα εδικοινειόμενα μέτρα. Τώρα, ποια ήταν τα εδικοινειόμενα μέτρα σύμφωνα με τον Βενιζέλο, δεν μπορώ να τα ξέρω. Στις 5 Νοεμβρίου του 2020 ο Διαμήτης ενημέρωνε τον Παρασκευόπουλο ότι έμαθε το τραγικό αποτέλεσμα των εκλογών σε ταξίδι του επιστροφής από το εξωτερικό στην Ελλάδα. Τραγική στιγμή του γράφηση. Το ταξίδι έμαθα το απέσσιον γεγονός «δια το έθνος και τα στίχα του δια το μέλλον». Μόνο όσοι ευρέθησαν έξω εννοούν τι σημαίνει η ψήφος αυτή δια την τύχη του ελληνισμού. Προειωνίζομαι απαίσια, αλλά η έμφυτος αισιοδοξία μου ελπίζει πάντοτε. Ελπίζει στην φρόνιση εκείνων οι οποίοι έρχονται τώρα να κυβερνήσουν. Ελπίζει στην επηγικία των μεγάλων. Ελπίζει στην «συν εσύν σου», λέει το Παρασκευόπουλο, εφόσον θελήσουν να χρησιμοποιήσουν αυτή. Το καθήκον του στρατού είναι, όπως θαυμάσια το είπες στην ημερήσιαν σου διαταγή, υποταγή στο νόμιμο καθεστώς και στην υπεράσπιση των δικαίων της φυλής. Ο Λεωνίδας Παρασκευόπουλος παρατήθηκε και εκείνος αμέσως μετά τις εκλογές, από τη θέση του. Στις 8 Νοεμβρίου τοίχους έφτασε στη Σμύρνη ο αντιστράτηγος Πακούλας, συνοδευόμενος από τον νέο επιτελάρχη της στρατιάς συνταγματάρι του Πυροβολικού Πάλι, ο οποίος αντικαθέστησε τον πάγκαλο που είχε υποβάλει και εκείνος έθνηση αποστρατίας. Τον νέον αρχηγό της στρατιάς μετά του επιτελάρχου, λέει γράφει ο Παρασκευόλου, υπετέχθηνε στο γραφείο μου του τρίτου στρατηγιού. Στην συνεργασία μου με τον Ανωτέρο και του Παγκάλου κατέστησα ενήμερους της όλης καταστάσεως εις τα γενικά σγραμμάς και παρέδοκα την υπηρεσία μου. Με συμβρία και προγευματίσαμε εις την οικία μου, επανειλημμένος δε εναυτή συνειδήθημε με τον επιτελάρχη ισόρων έδειδων διαφόρους κρίσιμους πληροφορίες. Αμέσως μετά ο Παρασκευόλου με τη σειρά του ακολούθησε τον Διωμίδη και τον Βερνιζέλο και τον Διωμίδη στη Γαλλία και τα επόμενα χρόνια μέχρι και το θάνατο του γιού του ο Παρασκευόλου έμεινε στη Γαλλία και παρακολουθούσε από μακριά την πολιτική κατάθεση. Μέσα από αυτές, λοιπόν, τις μαρτυρίες, ένα μικρό δείγμα, γιατί υπάρχουν πολλές άλλες, τα οποία σας έδωσα σήμερα, διαμορφώθηκε η εικόνα μας, η εικόνα των απογόνων, της οικογένειας, τόσο για τα γεγονότα της εποχής, όσο και για το ρόλο του Παρασκευόλου σε αυτά, όσο και για το χαρακτήρα του. Η τραγωδία της μεκρασιατικής καταστροφής δεν θα μπορούσε να αφήσει ανυπηρέαστος τόσο τους πρωταγωνιστές εκείνων των γεγονότων, αλλά και ανεξίτιλα ύχνη στη μνήμη των απογόνων, όπως άφησε, νομίζω, στο σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Και τώρα, θα ρωτώ στον λόγο, όπως παρέδωσε ο Παρασκευόλου στον παππούλα, στην κυρία παππούλα. Ευχαριστώ για την υπομονή σας. Λοιπόν, ευχαριστούμε τον Νίκο Τοπαντελάκη. Ήταν εξαιρετική όλη αυτή η παρουσίαση. Και εξαιρετικό και το τέλος, και πώς είναι παραδείτης κοιτάλη τώρα στη Λίλα την παππούλα, στην εγγονή του παππούλα. Λοιπόν, θα σας πω δύο λόγια. Η Λίλα η παππούλα γεννήθηκε στην Αθήνα. Είναι εικαστικός. Έχει σπουδάσει και στο Λονδίνο, καλύτερα, σπουδάσει και στο Λονδίνο καλές τέχνες. Αλλά από το 78 έως το 83 έκανε σπουδές στην Ανοτά της Σχολής Καλών Τεχνών. Έχει ζήσει κάποια χρόνια στο Παρίσι. Έχει παρακολουθήσει μαθήματα ζωγραφικής από τον ζωγράφο Δημήτρη Κοντό, ο οποίος επίσης καθηγητής της Καλών Τεχνών στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμης Θεσσαλονίκης. Και έχει περίπου 22 ατομικές εκθέσεις. Και βεβαίως έχει λάβει μέρος και σε πολλές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Έργα της υπάρχουν στη Βουλή των Ελλήνων, στο Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης, στο Τελόγλιο Υδρύμα Τεχνών στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στην Πρεσβεία της Κύπρου, στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, στο Πάντιο Πανεπιστήμιο, στο Μουσείο Γορέ, στην Εταιρεία Υπηρεωτικών Μελετών, στην Δημοτική Τυνακοθήκη Ιωαννίνων και σε πολλά άλλα μέρη και σε πολλές, εννοείται, ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Είμαστε ιδιαιτέρως εγγνώμονες γιατί την έχουμε σήμερα στην παρέα μας για να μας μιλήσει αυθεντικά για τον απόηχο όλων εκείνων των τραγικών γεγονότων. Να σας στιμήσω ότι ο παππούλας αναλαμβάνει την αρχηστρατηγία του μικρασιετικού μετόπου ως ένας κορυφαίος μοναρχικός αξιωματικός, έτσι γι' αυτό του αναθέτουν, έχοντας την έγκριση και του παρασκευόπουλου και τα καλά του λόγια, αλλά οξε θα μας τα πει αυτά η κυρία παππούλα, και βεβαίως χάνοντας τη ζωή του λίγα χρόνια αργότερα εκτελεσμένος στο 35 από τους παλιούς τους συντρόφους. Είναι ίσως η πιο τραγική και η πιο ενδιαφέρουσα προσωπικότητα εκείνης της περιόδου, γιατί ακριβώς μέσα από την προσωπική του πορεία, έρχεται να αντανακλάται όλες εκείνες οι αντινομίες και τα λάθη εκείνης της περιόδου. Δηλαδή τα βιώνει, μεταστρέφεται, καταλαβαίνει την αχρειότητα των διοικούντων της Αθήνας, παρότι είναι ομο ιδεάτης, και βεβαίως στο τέλος θα ακολουθήσει μια άδεια, αφού λέει, διαφορετική πορεία. Κυρίε Παππούλα, ευχαριστούμε πολύ που είστε εδώ. Καταρχήν να σας ευχαριστήσω και εγώ τους συντελεστές της εκδήλωσης και των βλάζει που με χάλεσαν. Δεν θα σας κουράσω έτσι, και έως εγώ δεν είμαι ιστορικός, θα σας πω στην αρχή ένα μικρό χρονολόγιο βιογραφικό, που αφορά στον παππού μου και στην οικογένειά του, και μετά θα μπω στο κομμάτι των αναμνήσεων. Ο Αναστάσιος Παππούλας γεννήθηκε στο Μεσολόγγι την 1η Ιανουαρίου του 1855. Ήταν γιος του αγωνιστή Σπυρίδωνα Παππούλα, που γεννήθηκε το 1796, και ο οποίος διακρίθηκε ήρωας της επανάστασης του 1821 ως υποπλήαρχος πολεμικής πασάρας στην πολιοκεία του Ετολικού. Ο ίδιος ήταν ένας από τους πρώτους Έλληνες πλειοκτήτες, του ανήκαν και τα δύο μεγαλύτερα εμπορικά πλοία της εποχής, ο Αγαμέμνον και ο Έπτορ, τα οποία και έθεσε στη διάθεση του αγώνα. Ο Αναστάσιος Παππούλας κατετάγει ως εφελοντή στον ελληνικό στρατό. Εκπαιδεύτηκε αρχικά στη σχολή υπαξιωματικών και στη συνέχεια στη σχολή Ευερπίνα. Πήρε μέρος στον ελληνο-τουρκικό πόλεμο του 1897 ως υπολοχαγός, συμμετείχε στους βαλκαδικούς πολέμους και το 1912-13 ως συνταγματάρχης, διετέλεσε δικητής του 10ου Συντάγματος Πεζικού και έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις της 3ης Μεραρχίας σε Μακεδονία και Ήπινο. Στο τέλος του 1913 ο Παππούλας με το βαθμό του υποστρατήγου διοίκησε το 5ο σώμα στρατού σε αντικατάσταση του αντιστρατήγου Παναγιώτη Δαγκλή. Το 1917 οργάνωσε τα κινήματα της Στίβας και της Θελοκονίσου. Για το λόγο αυτό, όσο και για τη συμμετοχή του παλαιότερα στη δημιουργία των ομάδων επιστράτων, καταδικάστηκε σε θάνατο. Δεν εκτελέστηκε όμως έπειτα από προσωπική παρέμβαση του Ελευθερίου Μενιζέαλου. Ο Παππούλας ήταν αρχικά βασιλικός, ακολουθώντας την οικογενειακή του παράδοση, με στενές σχέσεις με το Παλάτι. Η γυναίκα του Αγλαΐα υπήρξε κυρία επί των τιμών και ο πρίγκιπας Ποσταντίνος ήταν ενωνός του δευτερότο κουδιού του και πατέρα μου, Κωνσταντίνου Πασχάλη. Την περίοδο της μικρασιατικής εκστρατείας, μετά την ήτα του Βενιζέλου στις εκλογές του 1920, του ανατέθηκε η αρχιστρατηγία από την αντιβενιζελική κυβέρνηση, διαδεχόμενος τον Λεωνίδα Παρασκευόπουλο, ο οποίος είχε εκφράσει τότε την εξής άποψη. Ουδήσει κανότερος του παππούλα δύναται να αναλάβει την αρχιστρατηγία. Η μεταστροφή του ως προς την πολιτική του τοποθέτηση άρχισε από τη στιγμή που διαφόμισε με τον βασιλιά Κωνσταντίνο και την πολιτική ηγεσία που ήθελαν τη συνέχιση της εκστρατείας και ολοκληρώθηκε με τη μετέπειτα απαραίτησή του. Προσχώρησε στη Βενιζελική Παράταξη και έγινε ένθρωμος υποστηρικτής της αβασίλευτης δημοκρατίας. Τώρα έχω την αφήγηση του πατέρα μου που μου έλεγε «Ο παππού σου είχε βάρος στη συνείδησή του στο ότι ενώ είχε την άποψη για τον τελματισμό του κολένου, την κήρυξη ανακοχής, την έναρξη διαπραγματεύσεων, διατήρηση των κερδισμένων περιοχών, ανακηρύσοντας την περιοχή της Μύρνης αυτό νομοκράτος. Και ενώ εξέφρασε τις αντιρίσεις του ως προς τη συνέχιση της εκστρατείας ή όχι, δεν υπέμεινε σε ναρά μέχρι τέλους, υπακούοντας τελικά ως στρατιώτης της οδηγίας της πολιτικής ηγεσίας». Γιατί μέχρι τότε προσφοράτου στην πατρίδα του, ο παππούς μου τιμήθηκε με το μεγαλό σταυρό το ανώτατο αριστείο Ανδρίας. Στο κίνημα του 35, και παρά την προχωρημένη ηλικία του, ήταν τότε 80 ετών, του ανατέθηκε από τον Βενιζέλλο, τιμής ένεκεν, η αρχηγία. Η εμπλοκή του ήταν καθαρά τιμητική όμως, χωριλικίας. Μετά την αποτυχία του κινήματος, συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο. Του φεκίστηκε μαζί με τον στρατηγό Κιμήσι, άρον άρον, ξημερώματα μεγάλης τετάρτης, παρόλο που στο μεταξύ τους είχε δοθεί χάρη. Δεν είχε φτάσει ακόμη στο Μπουρδί η χάρης όμως. Η εκτέλεσή του θεωρήθηκε ως εκδίκηση των αντιβενιζελικών για την ιδεολογική του μεταστροφή και για το ότι ήταν και ο κυριότερος μάρτης κατηγορίας στη δίκη των οχτώ, από τους οποίους τελικά του φεκίστηκαν οι έξεις. Τώρα, έρχομαι λίγο στο κομμάτι των αναμνήσεων. Έχω μεγαλώσει μέσα σε μια ατμόσφαιρα αντιφατική. Ενώ υπέφωσκε το τραύμα με όλα τα συναισθήματα που το συνοδεύουν, το πένθρος, την ενοχή, την τροπή. Στο οικογενειακό αφήγημα κυριαρχούσαν η περηφάνεια και ο θαγμασμός στο πρόσωπό του. Ενδεικτικό του τεράστιου πόνου που προκάλεσε στην οικογένεια η είδηση της εκτέλεσης του παππού μου είναι ότι η γιαγιά μου η αγλαία, η σύζυγός του, κυριολεκτικά παρέλυσε, δεν επανήλθε ποτέ, δεν σηκώθηκε ποτέ από την πολυθρόνη. Δεν έχασε μόνο τον άντρα της και μάλιστα με αυτόν τον τρόπο. Έχασε και τους δυο γιους της που ήταν και εκείνοι αξιωματικοί και συμμετείχαν στο κίνημα. Ο θείος μου, ο Σπύρος, φυλακίστηκε με πιθανότητα να εκτελεστεί και εκείνος. Ο δε πατέρας μου διέφυγε στην Ιταλία μαζί με τον Μπεριζέλλο. Εδώ, ίσως έχει ενδιαφέρον να αναφερθεί ότι τα γεγονότα που συνετέλεσαν στην ιδιολογική μεταστροφή του παππού μου, επηρέασαν και ολόκληρη την οικογένεια τότε και τώρα. Ο μεν θείος μου στον Εμφύλιο εντάχθηκε στον Δενσινικό Πελασιωτικό Στρατό. Ο δε πατέρας μου, όταν πολιτεύτηκε το 1951, συνεργάστηκε με την νεοσύστατη τότε ενωμένη δημοκρατική αριστερά. Ο Βανιζέλλος είχε προτείνει και στον παππού μου να τον πάρει μαζί του. Ο ίδιος όμως αρνήθηκε λέγοντας ότι τα όπλα που εγώ ετοίμησα δεν θα γυρίσουν κατά πάνω μου. Και εκεί λοιπόν που θεωρείς ή καλύτερα έχεις την ελπίδα ότι όλα αυτά μέσα στα χρόνια έχουν αφομιωθεί κατά κάποιο τρόπο, ξαφνικά με την επέτειο των 100 χρόνων ξύπνησαν οι μνήμες, το τραύμα ανέβηκε στην επιφάνεια. Διάβασα πολλά, άκουσα περισσότερα, υπέρ ή κατά. Άρθρα αντικειμενικά και άρθρα σκοπιμότητας και τα δύο αναστατών. Διαχειρίστηκα όσο μπορούσα τη θλίψη και τη νοσταλγία των δικών μου ανθρώπων. Είμαι άλλωστε η μόνη απόγονός της οικογένειας. Έκανα την υπέρβαση να πάρω μέρος έκθεση για την επέτειο με μεγάλη ψυχική φόρτιση παρουσιάζοντας τη θετική όψη της καταστροφής, δηλαδή την μεριά των προσφύγων που ήρθαν και μεγαλούργησαν και το θετικό ρόλο που έπαιξαν στην πατρίδα. Μια πατρίδα που δεν τους ακάλιζε και πολύ, εύκολα. Εν τέλει πήγα και στην μεγάλη έκθεση στο Μουσείο Πενάκη. Εκεί είδα ξαφνικά και για πολύ λίγο τον παππού μου να κινείται σε ένα βίντεο ντοκουμέντο. Στο μυαλό μου αναδύθηκε ο παππούς θρύλος, ο παππούς δοξασμένος, ο παππούς ένοχος, ο παππούς κατηγορούμενος, ο παππούς με τη βλάτιστο τείχο, ο παππούς δροπιασμένος, ο παππούς μου κινείται, έμεινα στήλει άλατος. Ο πατέρας μου και όσοι πρόλαβα να γνωρίσω, φίλοι οικογενειακοί και όχι μόνο, μου περιέγραφαν τον παππού μου σαν έναν άνθρωπο προσυνή, με μια γλυκίτητα και ταυτόχρονα αυστηρό, δυναμικό, βαθιά δημοκρατικό, μα πάνω απ' όλα στρατιώτη, όπως ήθελε εκείνος να αποκαλεί τον εαυτό του. Τελειώνοντας, θέλω να σας πω το πόσο με συγκίνησε όταν θέλησα να μπω στην ομάδα των μικρασιατών προσφύγων, γιατί έχω γίνει κι εγώ λίγο μικρασιάτησα, 47 χρόνια παντρεμένη με μικρασιάτη πρόσφυγα. Τίποτα δεν είναι τυχαία. Πολλά μέλη της ομάδας μου μετέφεραν μόνο καλά λόγια για τον παππού μου και πόσο περήφανη πρέπει να είμαι γι' αυτόν. Αυτές ήταν μαρτυρίες ανθρώπων που πολλοί από αυτούς είχαν ζήσει τα γεγονότα άμεσα και άλλοι έμεσα από τις αφηγήσεις. Σας ευχαριστώ πολύ. Λοιπόν, ευχαριστούμε τη Λέτη Παππούλα για αυτή τη συγκλονιστική. Αλλά εγώ θα μου το πω έτσι, να σας πω μόνο αυτό το στοιχείο για να καταλάβουμε και εκείνο το πλαίσιο που φέρνει σε σύγκρουση τον παππούλα με τον βασιλιά Κωνσταντίνο και με την κυβέρνηση πρωτοπαπαδάχη Γούναρη. Ξέρετε, γίναν οι εκλογές της 1ης Νοεμβρίου του 1920. Αναλαμβάνει η μοναρτική κυβέρνηση, η οποία δεν έχει καμιά άποψη για τη μικρασιατική καταστροφή, κάνει μήνες μέχρι να κατανοήσει το τι συμβαίνει από την άλλη πλευρά του Αιγαίου και αντιθέτως κάνει ότι περνάει από το χέρι της για να σπάσει το συμμαχικό μέτωπο. Ποιο είναι αυτό? Φέρνει τον βασιλιά Κωνσταντίνο. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ήταν το κόκκινο πανί. Ήταν ο δεύτερος πιο μισητός μονάρχης στην Ευρώπη μετά τον γερμανό Κάιζερ. Η λόγω της ήταν στον συμμάχον στην Καλήπολη. Το θεωρούσαν υπεύθυνο το 1915. Λοιπόν, φέρνει τον Κωνσταντίνο. Αυτό τι κάνει? Αυτό δίνει την ευκαιρία σε δύο μεγάλες συμμαχικές δυνάμεις που εξαρχίσταν αντίθετες, αλλά δεν τολμούσαν να σπάσουν τις συμμαχικές υποχρεώσεις, την Ιταλία πρώτα και τη Γαλλία στη συνέχεια, άρδη να αλλάξουν στροφή. Έχοντας βεβαίως ανακοινώσει τη στροφή αυτή πριν την επαναφορά του Κωνσταντίνου. Τους αγνόησαν, φέρνουν τον Κωνσταντίνο, την επόμενη μέρα η Ιταλία υπογράφει συμφωνία με τον Γεμάλ και σε λίγους μήνες αργότερα υπογράφηκε η Γαλλία. Αλλάζει άρδην ο χάρτης. Και ενώ έως εκείνη τη στιγμή η μικρασιατική εκστρατεία ήταν μια συμμαχική επιχείρηση της ΑΝΤ για τη διαμόρφωση της επόμενης Οθωμανικής μέρας, το τι θα γίνει, καταφέρνουμε τα λάθη τους να μετατρέψουν τη συμμαχική επιχείρηση σε Ελληνο-Τουρκικό πόλεμο και να απομονώσουν εντελώς στην Ελλάδα. Τι συμβαίνει λοιπόν? Το Φλεβάρι του 1921 γίνει τη συνδιάσκεψη του Λονβίνου. Πηγαίνουν εκεί οι δικοί μας ευπρόσωποι και έκπληκτη καταλαβαίνουν ότι το κλίμα είναι αρνητικό. Τους λένε η άποψη οι δικοί μας θα είναι να φύγετε από τη μικρασία. Τα παραδίδεται όλα. Η μόνη δύναμη που παραμένει στο πλευρό των Ελλήνων είναι η Βρετανία, η οποία είχε επιλέξει για λόγους δικούς της εξωτερικής πολιτικής να παίξει, όπως τα λέγαμε, με την Ελλάδα. Εκεί λέγοντάς τους βέβαιος οι υπόλοιπες συμμαχικές δυνάμεις που διαχειρίζεται τα κατακτημένα εδάφη. Είμαστε σίγουροι ότι δεν μπορείτε να διαχειριστείτε πλέον τον Ελληνο-Τουρκικό πόλεμο. Έχει αναπτυχθεί το κεμαλικό κίνημα. Άρα πρέπει να αλλάξουμε τις λίκτες ευρών. Και εκεί ο Γούναρης τους λέει ότι όχι, εμείς θα τα καταφέρουμε και να κατανικήσουμε τον Κεμάλ, και να καταλάβουμε την Άγγυρα και ίσως να στείλουμε και στρατό στο Πόντο. Το λέει ανοιχτά στους συμμάχους. Γράφεται παντού στις εφημερίδες. Δεν έχουν κανένα τέτοιο σχέδιο. Πρώτη συνέπεια. Ξεκινάει η δεύτερη φάση γενοκτονίας των Ελλήνων στον Πόντο. Ο Κεμάλ δεν είναι χαζός. Σου λέει, άμα εκεί στείλουν ελληνικά στρατεύματα, δεν υπάρχει κανένας λόγος να βρουν ελληνικό πληθυσμό. Άρα τους εξοδώνει και τους στέλνει σε πορείες θανάτου στο Κουρδιστάν. Εκεί είναι το τέλος του Ποντιακού Ελληνισμού, δηλαδή την επάβρεια της ιδιάσκεψης του Λονδίνου. Και βεβαίως αποφασίζουν τότε να κάνουν την εκστρατεία προς την Ταλμηρά έρημο, να καταλάβουν την Άγγυρα. Και εκεί ακριβώς διαφωνεί ο παππούλας. Ο παππούλας, όταν καλός στρατιωτικός νους, παρότι βασιλικός, τους λέει αυτό που κάνετε είναι σχέδια αυτοκτονία. Ξέρει τι έχει συμβεί. Όλο αυτό το εξάμινο που αυτοί δεν δρούσαν, δεν κατανοούσαν τι συμβαίνει, ο Κεμάλη είχε προλάβει και είχε οχυρώσει την Άγγυρα, η οποία ήταν έως τότε ανοχύρωτη. Κάνει τρεις γραμμές οχύρωσης, δεν καταφέρνει ο ελληνικός στρατός βεβαίως να καταλάβει όλες αυτές τις γραμμές, καταλαμβάνει τις δύο, στην τρίτη όμως σταματάει από ιτερβολική κόπωση. Ήδη έχει αλλάξει και το κλίμα στο στρατό, έχουν φύγει 500 βενιζελικοί αξιωματικοί ως βενιζελικοί, ήρθαν στη θέση τους 1500 βασιλικοί, οι οποίοι ήταν απότακτοι από το 15. Καταλαβαίνετε πόσο έχει αλλάξει και η ποιότητα της ηγεσίας του στρατού. Και βεβαίως ο ελληνικός στρατός φτάνει 40 χιλιόμετρα έξω από την Άγγυρα. Και από ότι λένε οι Έλληνες της Άγγυρας, τους οποίους προέρχεται και αγαπητός Κλίνης Ναυρίδης, ίσως μας θα πει μετά, άκουγαν τα κανόνια έξω από την Άγγυρα. Όμως η πολιτική όλη αυτή των μοναρχικών οδήγησε σε μια ίτα. Επισης ήταν η πρώτη ίτα εκεί το καλοκαίρι του 1921. Ο παππούλας λοιπόν είναι αντίθετος και αυτό τον τιμά πάρα πολύ και η αντίθεση του πλέον με την κυβέρνηση των Αθηνών τον οδηγεί στο να ανακάψει πρίμα, να καταλάβει δηλαδή ότι το παιχνίδι δεν μπορεί να κερδηθεί με τη συγκεκριμένη κυβέρνηση των Αθηνών. Και εκεί προσανατολίζεται σε μια, θα λέγαμε, συμπόρευση με τη μικρασιατική άμυνα. Η μικρασιατική άμυνα ποια είναι? Είναι μια οργάνωση της ΕΛΙΤ της ΜΥΡΝΙΣ με επικεφαλής στο Χρυσόστομο, η οποία προσπαθεί να είναι η πολιτική ηγεσία των μικρασιατών, που προσπαθεί να δει τι θα γίνει την επόμενη μέρα. Καταλαβαίνει ότι η Ελλάδα ούτε διάθεση έχει τελικά ούτε μπορεί να τα βγάλει πέρα. Και προσανατολίζεται προς την ανακήρυξη της αυτονομίας. Από τι φαίνεται ο παππούλας συνδέεται με τη μικρασιατική άμυνα, αποδέχεται ως ρεαλιστικές τις σκέψεις της, δηλαδή να αποχωρήσει επισήμως η Ελλάδα, να κηρυχθεί η αυτονομία της ζώνης της Μικράς Ασίας, να γίνει ένας ντόπιος στρατός Ελλήνων και Αρμενίων μαζί. Υπολόγησαν περίπου 60.000 ενόπλους μαζί με όλους όσους είχαν υψηλό αξιόμαχο από τον ελληνικό στρατό που θα παρέμεναν να πολεμήσουν. Και βεβαίως έρχονται οι εκπρόσωποι της μικρασιατικής άμυνας στην Αθήνα και ο Γούναρης τους απορρίπτει την άποψή τους. Και όχι μόνο αυτό, η κατάσταση που υπήρχε στην Ιωνία ήταν η μη δικτατορική. Με λογοκρισίες, ηφημερίδες. Δεν ήταν μια κατάσταση δημοκρατίας. Ήταν μια κατάσταση θα λέγαμε αυξημένης απολιταρχίας. Ας το πούμε έτσι. Με επικεφαλείς στο στεριάδι. Έτσι εξελίστητε. Και εκεί ο παππούλας το καταλαβαίνει. Και εκεί πρέπει να πάρει την απόφαση. Τι θα κάνει. Θα συμπορευθεί με τη μικρασιατική άμυνα και θα κηρύξει αυτονομία εναντίον της κυβερνήσεως των Αθηνών. Ή θα υπακούσει την κυβέρνηση των Αθηνών. Και εκεί πραγματικά κάνει αυτό που μας είπε η κυρία παππούλα. Αυτό που ήταν το τραύμα που είχε ο ίδιος. Το οποίος το έχει καταγράψει. Εγώ το είχα διαβάσει σε ένα βιβλίο του. Ένα μικρό φιλάδιο που είχε εκδόσει λίγους μήνες μετά την μικρασιατική καταστροφή. Που λέει αυτό που είπε στον πατέρα της κυρίας παππούλα. Ότι μετανιώνω που μου τόσο νομιμόφρον που δεν κήρυξα κίνημα την άνοιξη του 22 κατά της κυβερνήσεως των Αθηνών να κηρύξουμε αυτονομία στην ιωνική ζώνη. Βεβαίως μετά τον υποχρεώνουν να απαρατηθεί, είναι δυσμενές το κλίμα και στη θέση τον αλαμβάνει ο Χατζιανέστης ο οποίος είναι για λίγους μήνες αρχιστράτηγος και λίγους μήνες μετά τον άφουσο του 22 ο ελληνικός στρατός συντρίβεται και καταραίει ο σχάρτινος πύργος, τα υπόλοιπα τα ξέρουμε. Αυτό ήταν το σημείο που διαφοροποιεί απόλυτος, από κει και πέρα διαφοροποιείται ο παππούλας από τους παλιούς του ιδεολογικούς συντρόχους, πηγαίνει πλέον μέσω της μικρασιατικής άμυνας συναντάει τους Βενιζελικούς που ήταν το πιο πατριωτικό σώμα των Ελλήνων εκείνης της εποχής έχει καταγράψει τα λάθη των διαδόχων του και θα πάει να τα καταθέσει στη δίκη των 8 εκ των οποίων οι 6 εκτελέστηκαν αυτό δεν θα τους το συγχωρήσουν ποτέ οι παλιούς τους σύντροφοι και με αφορμή το κίνημα το αποτυχημένο των Βενιζελικών του 35 θα εκτελέσουν αυτόν και άλλο έναν στρατηγό και θα υπάρχει όλη αυτή η φοβερή αντεκδίκηση των παλιών προδομένων όπως θεωρούσαν ομοειδεατών τους. Αυτό είναι το πλαίσιο με τον παππούλα τον Αναστάσιο Παππούλα εγώ πιστεύω ότι είναι η πιο συγκλονιστική προσωπικότητα εκείνης της περιόδου και τώρα το αισχητάλι θα την πάρει η τελευταία έτσι ομιλήτρια η Άννα Ιφαλτάιτς η οποία είναι εγγονή του Κωνσταντίνου Φαλτάιτς ενός εξαιρετικού δημοσιογράφου βασιλικός κι αυτός αυτό είναι το εντυπωσιακό ίσως και γι' αυτό είναι και πιο έγκυρος στα συμπεράσματα του. Εκείνη την εποχή σαφώς η πολιτική τοποθέτηση καθόρισε και την αξιολόγηση των αντιπάλων. Εδώ αξιολογεί την τότε κυβέρνηση και την τότε πολιτική ηγεσία ένας ομοειδεάτης. Άρα έχει ιδιαίτερη αξία. Ο Κωνσταντίνος Φαλτάιτς είναι Σκυριανός αλλά και αυτός γεννημένος στη Σμύρνη αυτό ότι νομίζω θα μας τα πει η Άννα ο οποίος αποστέλεται από το εμπρός μετά τις εκλογές του 2021 στο μέτωπο της Βυθυνίας. Η Βυθυνία είναι απέναντι από την Κωνσταντινούπολη και μας στέλνει συγκλονιστικές μαρτυρίες. Είναι εκεί που ξεκινάει η πρώτη φάση μεγάλης σφαγής ελληνικών και αρμενικών Κυρκασιανών αλλά και παλαιοτουρκικών χωριών. Προσέξτε, οι Τούρκοι είναι σε εμφύλιο πόλεμο. Εμείς νομίζουμε ότι είμαστε Έλληνες κατά των Τούρκων. Δεν είναι έτσι, οι Τούρκοι περνούν σε εμφύλιο πόλεμο, οι Οθωμανοί κατά των εθνικιστών. Και οι παλαιοτουρκοί, οι Οθωμανοί Τούρκοι, δηλαδή αυτοί που είναι με τον Σουρτάνο υφίστανται μεγάλες διώξεις από τους κεμμαλιστές, από τους εθνικιστές. Και αυτά μας τα στέλνει από το 2021 σε ανταποκρίσεις ο ίδιος Οφαλτάητς ο οποίος γράφει και ένα βιβλίο αργότερα, αυτή είναι η Τούρκη, κλπ, που περιγράφει όλη τη τραγωδία και τη σφαγή που συναντά εκείνα τα χρόνια, 21-22, στο χώρο της βυθυνίας. Και βεβαίως στο τέλος το προσωπικό του ημερολόγιο, το οποίο το γράφει μόνο για τον εαυτό του, αλλά καθώς εμείς είμαστε ευγρόμονες προς την Άννα, το δημοσίευσαν πέρσι. Και είναι συγκλονιστικές και οι εκτιμήσεις του για όλο αυτόν τον τρόπο με τον οποίον διαχειρίστηκε η τότε η ελληνική κυβέρνηση όλο αυτό το τρομερό ζήτημα. Κι όταν η Φαλτάιτς είναι γεννημένη στην Αθήνα, είναι δημοσιογράφος και μεταφράστρια, είναι μέλος της ΕΣΙΕΑ, είναι κάτοχος Master στην Πλειοδική Δημοσιογραφία και στα Νέα Μέσα, εργάζεται ως εσωτερική συντάκτρια και μεταφράστρια στην ιστοσελίδα euro2day.gr από το 2006, ενώ είχε εργαστεί επί ενέα έτη στην εφημερίδα Express στην ιστοσελίδα express.gr και το κάπατελ του Ομίλου Καλοφολιά ως εσωτερική συντάκτρια, συντάκτρια διεθνών ειδήσεων, μεταφράστρια, συνεργάτης των ειδικών εκδόσεων. Είναι συνδημιουργός του Μπλοκ Πολιτιστικών και Καλλιτεχνικών Ειδήσεων Κατσουρβίζ και συνεργάτη στην τοπική εφημερίδα Σχεριανά Νέα. Την τελευταία δεκαετία από τη θέση της Αντιπροέδρου του Λαουγραφικού και Εθνολογικού Μουσείου Μάνου και Αναστασίας Φαλτάητς, που έχει ως έδρας της Κύρω, ασχολείται παράλληλα με την ανάδειξη του δημοσιογραφικού λογοτεχνικού και ερευνητικού έργου του δημοσιογράφου Κώστα Φαλτάητς. Έχει μεταφράσει στα αγγλικά το βιβλίο του Κωνσταντίνου Φαλτάητς «Η γρύπης της Κύρω» το 2021 και έχει επιμεληθεί του βιβλίου του με τίτλο «Κωνσταντίνος Φαλτάητς, πόσα πέθανε η Μικρά Ασία, αφότερα εκδόσεις του Μουσείου Φαλτάητς». Το βιβλίο, αυτό το «Πόσα πέθανε η Μικρά Ασία», αυτό το συγκλονιστικό βιβλίο που συμπεριλαμβάνει τις ανταποκρίσεις, το «Πόσα πέθανε, αυτή είναι η Τούρκη» και το ανέκδοτο έως εκείνη τη στιγμή με ρολόγιό του, νομίζω το παρουσιάσαμε εδώ όταν προτελήσαμε. Λοιπόν, κυρία Φαλτάητς, ο λόγος εσάς. Το όνομα Φαλτάητς είναι ξένο. Όχι, έχει αλλάξει κατάληξη. Ήταν Φαλταΐς με ΙΤΑ ή ΦαλταΓΙΣ, ή τουλάχιστον από τα αρχαία του 1640 κάτι που βρίσκουμε, αλλά για λόγους διεύκοληνσης εμπορικών συναλλόγων των προγόνων χαρμωρικής συναλλαγής στην Οδύσσο, αλλάξει η κατάληξη και έμεινε από τότε, για να μερδεύουμε τον κόσμο. Ευχαριστώ πάρα πολύ. Καλησπέρα, ο Χριστός Ανέστη. Εμένα, βέβαια, ο κόσμος που ακούσε δεν ήταν αρχιστράτημος, όπως και οι δικείς σας πρόγραμμοι, ήταν δημοσιογράφος, πολεμικός ανταποκριτής στην εξεταζόμενη περίοδο. Τώρα, ως προς το ζήτημα που συζητάμε απόψε, τα γεγονότα της μικρασιετικής εκστρατίας και καταστροφής, με μία απλή πρώτη αρνάνωση, δεν είχα να αντίκτυπο στη μνήμη της δικής μας, της οικογένειας. Αφενός, επειδή η ρίζα μας δεν ήταν από εκεί, υπήρχαν σχέσεις με την περιοχή, αλλά δεν έχουμε ρίζα από την μικρά ασία, παρότι ο Κώστας Παμπέτς γεννήθηκε στη Σμήρνη, έτυχε να γεννηθεί εκεί πέρα. Αφεντέρου, επειδή ο παππούς μου ο Κώστας Παπτέτς δεν ήταν ένα πολιτικό ή στρατιωτικό πρόσωπο, που επηρέασε τα ίδια τα γεγονότα. Αυτό που έκανε ήταν να ενημερώνει την κοινή γνώμη με τα ρεπορτάζεις του στον τύπο της εποχής, έχοντας παρακολουθήσει ως πολεμικός ανταποκριτής στη μικρασιατική εκστρατεία στη μετανευριανή της φάση. Τα γεγονότα όμως της μικρασιατικής εκστρατείας και της τραγικής κατάληξης αυτής είχαν τεράστιο αντίκτυπο στον ίδιο τον Κώστα Παπτέτς, αφού άλλαξαν ρυζικά όπως θα δούμε και παρακάτω την κοσμοθεωρία του και τον έστρεψαν στον ακτιβισμό υπέρ των κοινωνικών δικαιωμάτων και τους κοινωνικούς αγώνες. Ο παππούς μου χαρακτηρίζονταν βασιλόφρον και όχι απλά βασιλόφρον αλλά επικίνδυνα αντιβενιζελικός. Με τις εκλογές του Ναεμβρίου του 1920 και την επακόλουθη επαναφορά του βασιλιά Καστομπίνου στο θρόνο, εστάλλειος πολεμικός αναποκριτής της εφημερίδας εμπρός στη Μικρά Ασία για να καλύψει την προέλαση του τρίτου σώματος στρατού στην περιοχή της Νικομίδιας. Έφτασε στην πρόσα στα τέλη του Μαρτίου του 1921 και ακολούθηκε τις κινήσεις του στρατού μέχρι το Νοέμβριο του 1921, όταν και δώθηκε εντολή να φύγουν όλοι οι δημοσιογράφοι από την περιοχή. Και εδώ θα πρέπει να σημειώσω τον 15 Αγούστου του 1921 τραυματίστηκε κατά τη διάρκεια τουρκικής αεροπορικής επιδρομής, τραυματίστηκε λαθά στο χέρι, αλλά δεν διανοήθηκε να φύγει από το μέτωπο, παρέμεινε εκεί πέρα μέχρι που στη νοσία τον ανάγκασαν να φύγει. Μάλιστα δεν ανέφερε καν ο ίδιος τον τραυματισμό του στην εφημερίδα του, αλλά έγινε γνωστός από άλλους τραυματίες στρατιώτης που έπαιναν στην Αθήνα. Οι ανταποκρίσεις του από τη Μικρά Ασία δεν αφορούσαν βέβαια μόνο τις ίδιες τις πολεμικές επιχειρήσεις, αλλά και την κατάσταση του έμψυχου υλικού και τα προβλήματα που αντιμετώπιζε. Ένα εξαιρετικά σημαντικό επίτευμα του ήταν η συγκέντρωση και δημοσίευση μαρτυριών επεισόδων σφαγών κυρίως Ελλήνων και Αρμενίων με συγκεκριμένα ονόματα θυμάτων και αίθητων, καθώς και περιγραφές των κυμάτων προσφύγων και της αντιμετώπισης που έτηχαν από τις αρμόδιες για τους πρόσφυγες αρχές. Αν και στα ρεπορτάσεις του δείχνει ότι τη ρή φιλοβασιλική στάση, πράγμα ευνόητο δεδομένο του και το εμπρός ήταν φιλοβασιλική εφημερίδα, ωστόσο υπάρχουν ορισμένα ρεπορτάσεις που μάλλον ξέφυγαν από τη λογοκρισία και στα οποία μπορεί κανείς να παρατηρήσει το πώς σταδιακά αλλάζει στάση λόγω αυτόν που έβλεπε να εκτιλίσσονται μπροστά του και λόγω της αδιαφορίας που δείχνει η ελλανική κυβέρνηση για τα τεκτενόμενα στην περίχη, κυρίως όμως για τους ανθρώπους που έχουν ήδη υποστεί και συνεχίζουν να υφίσταται τα πάντηνα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ένα άρθρο της 20 Μαΐου του 1921 με τίτλο «Όπου οι ρασοφόροι της Νικομίδια συμπληρώνουν το άτιμον έργο του Κεμάλ», όπου προς το μέσον του άρθρου γράφει τα εξής «Η Μητρόπολης ακόμη και το Πατριαρχείο και η προ- και η ίδια ελληνική κυβέρνηση, δηλαδή και η Βενιζελική και η Φιλοβασιλική, είναι χωριστά και συνολικώς ένοχοι καθοσιώσεως, δηλαδή ένοχοι αισχά της προδοσίας, διότι ελάχιστα μόνο φρόντισαν να συλλέξουν στοιχεία της συντελεστήσεις και συντελούμενης υπό των κεμαλικών καταστροφής των ελληνικών πληθυσμών, αφού ο τρόπος με τον οποίο έγινε η καταστροφή έχει τη αύτην έκφραση και είναι τη αύτης αγριότητος, ώστε οι διωγμοί των Χριστιανών επί του νέρονος, δεν είναι καμία υπερβολή, να αποτελούν ένα επεισόδιο εναντί των σημερινών διωγμών». Πιο κάτω προειδοποιεί «Δεν θα υπάρξει μεγαλυτέρα εκκληματικό της εκμέρους της μίας κυβερνήσεως να αφήνει τόσα χιλιάδας αδελφών μας, οι οποίοι πέστησαν τους διωγμούς στο κεμάλι διότι ήσαν Έλληνες και η Ελλάση σ' ήλθε εις Μικρά Νασία, να αποθυμίσκουν τις πίνεις ενώ αγωνίζεται να τους απελευθερώσει από τον Τούρκο και ενώ παίρνουν τους ίδιους αυτούς πρόσφυγα στις των στρατών». Σε άλλο άρθρο το 3 Ιουνίου του 1921 με τίτλο «Η Φρικοδεστέρα ελληνική τραγωδία» μιλά και πάλι για ευθύνη στις κυβέρνησης και των πατριαρχίων. Η φρικαλαιότητας των διαπρακτησών σφαγών εκ μέρους των Τούρκων αξιωματικών στρατιωτών, ανταρτών και χωρικών είναι τη αύτη, ώστε αν το ένα εκατοστών αυτόν εφρόντιζεν η εκκλησία μας και η κυβέρνησης να γνωρίσει διακαταλήλων δημοσιευμάτων της στους λαούς της Ευρώπης και της Αμερικής, θα εξεγείται το βεβαίως όλη η συνείδηση του πεπολιτισμένου κόσμου κατά της Τουρκίας και ζήτημα δημιουργίας σήμερον κοινής συγνώμης ολοκλήρου του κόσμου εναντίον της βεβαίως δεν θα υπίστατο. Απέναντι του στοιχειοδός αναγκαίο και για την εθική μας υπόθεση και για την ιστορίαν καθήκοντος, το οποίο έχουμε να κάνουμε εμείς, τι ενεργίσαμε, η απάντηση είναι γνωστή. Δεν υπάρχει ολόκληρος εγκληματικός απολύτως τίποτε. Πριν και ήδη η ελληνική κυβέρνηση αγνοούν και τα ονόματα ακόμη πολλών σφαγιεσθέντων ελληνικών χωρίων. Το εναθήνες, τότε υπάρχουν και διεγενέων των δηλείων εκ μέρους του κράτους συντηρούμενο γραφείο των προσφύγων, περιάλλει άλλα ζητήματα εισχολείτο. Τα πατριαρχεία εξέδωσαν μία ανόητον μαύρη βίβλο, ουδέ να απολύτως λέγουσα, ουδέ να συγκινούσα και η Εντάφθα Μητρόπολης κατασκεύασε έκτα από πολύμηνων κοιοφορίας μία 15 σέληδων περίπου γράφω μηχανημένη έκθεση, αναφέρουσα τα γεγονότα της καταστροφής και σφαγιασμού 35 ελληνικών κομμοπόλεων, πόλεων και χωριών της περιφέρειας Νικομιδίας, έκθεσιν ισνοτάτην, ψυχράν, ελειπεστάτην, ανακριβεστάτην ακόμη και παρουσιάζουσα τα γεγονότα της φρικτής σφαγής, της καταστροφής και της πυρπολίσεως μηδαμεινά, ατελέστατα, εκατοντάκησης αριθμούς και ισπιών κατώτερα της τραματικότητας. Αντίστοιχες αναφορές υπάρχουν και στα ρεπορτάζου του και για την κατοικική κατάσταση του ελληνικού στρατού, με τις τρομερές ελλείψεις και το κλίμα διχόνιας που είχε ήδη καλλιευθεί σαν τον, παράλληλα βέβαια με τις προσωπικές προσπάθειες του Φαλτάτης για να εμψυχώσει το στράτευμα. Το Νοέμβριο του 1921, με την επιστροφή του από το μέτωπο, έσπερσε να εκδώσει σε ξεχωριστό τόμο με τίτλο «Αυτή είναι η Τούρκη, αφηγήματα των σφαγών της Νικομίδιας», τις μαρτυρίες που συγκέντρωσε από τις σφαγές που συντελέστηκαν στην περιοχή της Νικομίδιας, σε μια προσπάθεια να κάνει γνωστά τουλάχιστον στο Πανελλήνιο, και ιδανικά και στο εξωτερικό, τα μαρτύρια που υφίσταντο οι Έλληνες στη Μικρά Ασία, αφού οι ελληνικές κυβερνήσεις, προηγούμενες κένιν, δεν έδειχναν ιδιαίτερο ζήλο, έτσι να το πούμε και λίγο ευγενικά για το θέμα αυτό. Το 1922 δεν βρίσκουμε εν υπόγραφα άρθρα το στέμπρος και έτσι δεν γνωρίζουμε πώς και αν κατέστη εφικτό να δημοσιωθήσει δημοσιογραφικά της εντονότατης ανησυχίας ή καλύτερα τους φόβους του για την εξέλιξη της εξτρατείας. Ωστόσο ένα σημαντικότατο ντοκουμέντο, το προσωπικό του ημερολόγιο που καλύπτει περίοδο δύο εβδομάδων πριν και έως την καταστροφή της Μύρνης, είναι ιδιαιτέρως διαφωτιστικό για το πόσο επηρεάστηκε από όλα αυτά που βίωσε στην απέναντι ακτή του Αιγαίου και συνέχισε να βιώνει στο μέτωπο της Αθήνας. Ένας διάλογος που καταγράφουμε συναδέλφους του στην εθνημερίδα εντρός, στις 26 Αυγούστου του 1922, είναι ιδιαιτέρως αποκαλυπτικός. Πόσο ραγδαία εξελίσσονται τα γεγονότα όπως τα προβλέπω και πόσο ο κόσμος δεν βλέπει, δεν βλέπει διόλου. Σήμερον η 26, όπου έχει αναγγελθεί ότι ο κύριος Καλογερόπουλος έχει κλειθεί στα ανάκτορα να σχηματίσει κυβέρνηση, είπα του κυρίου Λαχανοκάρδη, ο οποίος ήταν ο διευθυντής του εμπρός, να γράψουμε εις εξάστιλων άρθρων το εμπρός τα εξής. Ο κύριος Καλογερόπουλος εκλείθει όπως αναλάβει τον σχηματισμό της κυβερνήσεως. Αλλά είτε ο κύριος Καλογερόπουλος, είτε οποιοςδήποτε άλλος σχηματίσει κυβέρνηση, έναν μόνο έχει να κάνει. Να καλέσει των λαών των Αθηνών, απειχούντα βεβαίως στα σκέψεις και τα αισθήματα και ολοκλήρου του ελληνικού έθνους, στην πλατεία του συντάγματος και, καταθέτων ενώπιον του κυριάκου λαού την εντολή, να τον καλέσει ως διαβοής ονομάσει ως πρωθυπουργό των πολιτικών εκείνων άνδρα, ο οποίος, στη συνείδηση του λαού, θαει δύνατο να περισώσει την πατρίδα μας. Ο κύριος Λαχανακάρτης επέταξε το χαρτί, είσαι τρομόπληκτος, μου είπε. Όχι, του είπα, σε μία εβδομάδα θα έλθει ο Πενιζέλος, όπου θα προσφέρουν τα πράγματα. Αλλά τότε θα έλθει δια επαναστάσεως, επιβαλλόμενος από ρισμένα καταρχάς πρόσωπα και ακολουθούντον τον άλλον. Αλλά οι πρώτοι οι οποίοι θα στηρίξουν τον Πενιζέλου θα είναι αυτοί οι οποίοι θα πηθήσουν την Ελλάδα εις νέας συμφοράς. Θα επιβληθούν αυτοί και θα τυραννήσουν. Λαϊκή ελευθερία πάλι δεν θα υπάρξουν και σωτηρία της πατρίδας πρόσχερος, αλλά οχι διαρκής θα είναι οι κατά των τρόπων αυτών η στήριξης του Πενιζέλου. Φέρατε τον Πενιζέλον διόλου του λαού και θα έχετε πλήρη προστασία των λαϊκών ελευθεριών. Φέρατε τον διαλαωψηφίσματος αναγορευόμενον διαβοής υπό της ιδίας ημών νομίμου κυβερνήσεως. Δεν έγινε τίποτα με τον κ. Λαχανοκάρδη. Είμαι βέβαιος ότι τα γεγονότα θα εξελιχθούν ραγδεότερα από του νυμ. Ορίστε, οι συνάδελφοί μου ο κ. Καλαποθάκης και ο κ. Κυοκαρίνης, τους εκθέτω τα πράγματα όπως τα σκέφτομαι, διαμαρτύνονται και φωνάζουν «Είσαι λυσασμένος βενιζελικός». Πεθυμίζω επικίνδυνος αντιβενιζελικός. Είμαι πατριώτης μόνο και μου φαίνεται πως είναι τροφή μας να μιλούμε ακόμη για προσωπολατρίας και όχι για τη σωτηρία της πατρίδος μας. Αλλά η άφηξης του Βενιζέλου σημαίνει από μάκρυνση του βασιλέως, λέγει ο Καλαποθάκης. Δεν υπάρχει πια ούτε βασιλιάς, ούτε δυναστία και αύριο θα υπάρχει μόνος τάκτη γύρω μας. Στην ημερολογιακή καταχώρηση της ίδιας ημερομηνίας, αναφερόμενος στο διάλογο που είχε με τον Γενικό Επιτελάρχη κ. Γουβέλ για την οργάνωση της χερσονίσης της Ερυθρέας στην περίπτωση ατυχίας του στρατού και την απάντησή του «αλλά όχι δεν μας γεννήθηκε αφορμή» για να το σκεφτούμε, ο Φαλτάιτς απορρίκια εξίσταται. Δεν τους έδωθη αφορμή. Δεν επώνασαν λοιπόν τα επιτελεία μας και δεν σκέφτηκαν γι' αυτό τι θα γίνονται οι πληθυσμοί και ο στρατός μας εάν είμαστε υποχωρεωμένοι να εγκαταλείψουμε από στρατιωτικά αποτυχία στην μικρά μασία. Αν υπήρχε στα επιτελεία μας ή στους στρατιωτικούς μας παράγοντας που έδρων μακράν από τις γραμμάσες εκτ' ασφαλούς, βέβαια θα είχαν σκεφτεί ότι δια κάθε ενδεχόμενο έπρεπε να έχουν οργανώσει την άμυνα της Ερυθρέας, έπρεπε να έχουν κάνει τέτοια έργα από βαθρών και αποθηκών ώστε εις το πρώτο ενδεχόμενο εις τον πρώτον κίνδυνον θράψος του μετόπου όλος ο στρατός μας και όλοι οι πληθυσμοί να εισόζονται συγκεντρούμενοι εκεί. Υποσχεδάζονταν με αυτοκίνητα εις την Σμίγλιν, ασχολούμενα εις το να θαυμάζουν τον εαυτόν τον κοσμικός και να επιδεικνύονται εις τον ωραίον κόσμο των γυναικών ποτέ δεν σκέφτησαν τι θα συνέβαινε αν πράγμα που έπρεπε να βλέπουν ότι δεν είναι το απίθανο να γίνει, αν έσπαζε το μέτωπον δεν σκέφτησαν δηλαδή στοιχειοδός επιτελικός. Το επιτελείο μας δεν είχε προβλέψει το στοιχειόδος αυτο πράγμα γιατί δεν είναι πόνα των ίδιων πόνων των ανθρώπων και όπως πηγαίνουν τα πράγματα ο μικρασιατικός ελληνισμός και ο μικρασιατικός στρατός μας θα καταστραφούν τελειωτικά για την έλλειψη του ανθρωπίνου πόνου στο επιτελείο. Δύο μέρες αργότερα, στις 28 Αυγούστου του 1922, γράφει στο ημερολόγιό του «Άκουσα από έναν σημερινέο τα λόγια αυτά που είπε ο Μητροπολίτης της Μίδης ή στους Μερινιούς από τώρα ως έναν λόγο του. Παιδιά μου, όσο μεγαλώνουμε, οι νόητους άρχοντας, τόσο πιο πολύ τυφλωνόμεθα, τόσο πιο πολύ δεν ξέρωμε τι πρέπει να κάνουμε. Και λέγω τώρα, ως πότε λοιπόν θα εξακολουθεί η πειρανία αυτή των λαών από τους προσωπικούς φιλόδοκους, από τους επιτίδιους, από τους κακούς. Χτύπησε λοιπόν, λέει, κατακέφαλε τα ανθρωπάρια και τους ανθρωπίσκους και τους ανθρωπάκειδες που τους θεωρήσει κανούς και σοφούς και είναι μηδενικά και είναι ικανοί μόνο να σε καταστρέψουν, γιατί η προσωπική και όχι αντικειμενική φιλοδοξία είναι από οδηγίτας πράξης των, γιατί σε θεωρούν δούλωτον και υποτελείτον και όχι αδελφόντων. Οι άνθρωποι που μας αγαπούνε και που μας πονούνε και που καταδέχονται να μας δουν και μας δέχονται όταν χτυπούμε την βόρτα των και μας δούνε και δεν μας κοιτάζουν με τα μονόπλυ και δεν βλέπουν τους διαβάτες στον δρόμο από το μαλακό κάθεσμα του γλίγορο αυτοκινήτων των, αυτοί ας είναι οι εκκληκτοί μας. Στη συνέχεια, μετά την μικρασιατική καταστροφή και τον διωγμό των χριστιανών από τη Μικρά Ασία, ζήτησε και στάθηκε σε ειδική αποστολή από τον Σεπτέμβριο ως τον Οκτώβριο του 1922 στη Θράκη, πάλι ως απερστατμένος στους εφημερίδες εμπρός, όπου βίωσε από κοντά την εκένωση της περιοχής, γράφοντας πύρινα άρθρα για τον νέο αυτοξεριζωμό των Ελλήνων. Στο εμπρός, με το οποίο είχε πια αναπτύσει, δεν έμεινε για πολύ καιρό ακόμα. Παρακολούθησε και την ανταλλαγή πληθυσμών και αυτά ήταν τα τελευταία του πολιτικοστρατιωτικά ρεπορτάζ. Στη συνέχεια, από άλλες εφημερίδες και περιοδικά, έστρεψε την προσοχή του στα θέματα της κοινωνίας, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στα προσφυγικά ζητήματα και την ανάδειξη των προβλημάτων των προσφύγων, αλλά και άλλων κοινωνικών ομάδων που βρίσκονταν στο περιθώριο. Ασχολήθηκε ιδιαιτέρως με τα εθνολογικά και λαογραφικά ζητήματα, στο πλαίσιο του κινήματος που είχε δημιουργηθεί από τον Ζέβο Σικελιανού, σε σχέση με τις Βελτικές Εορτές. Παρουσίασε και προώθησε τις ελληνικές λαϊκές τέχνες και επαγγέλματα και τις πληθυσμιακές ομάδες του ελλαδικού χώρου, από τους Ρωμά και τους Σαρακατσάνους και τους Ιππιρότις τεχνίτες, μέχρι και τις πληθυσμιακές ομάδες του λεγόμενου περιθωρίου, όπως ήταν οι λιστές λίσταρχοι, δηλαδή οι Ζώοκλεύτες, οι Ρεμπέντες και άλλοι, ενώ ήταν ένθερμος υποστηρικτής της δημιουργίας μουσείων και μάλιστα από τους πρώτους που μίλησε για την ανάγκη δημιουργίας μικρασιατικού μουσείου, ήδη από το 1926. Παράλληλα, με στόχο την ανασυγκρότηση της κοινωνίας, δημιούργησε ένα πρωτοποριακό κίνημα αυτοδιοίκησης και αυτοοργάνωσης πολιτών, που αποκάλεσε Ομαδισμό, και στο οποίο βασίζονταν όλες οι από τότε και ως το τέλος της ζωής των ενεργιές του, που αφορούσαν στην προώθηση και προάσπιση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εργασιακών δικαιωμάτων, τοπικών συμφερόντων, προστασίας του περιβάλλοντος και άλλα. Σε αυτό το πνεύμα του Ομαδισμού εντάσσεται η κοινητοποίησή του για τη δημιουργία τοπικών και συνοικιακών συνδέσμων, όπως ο Σύλλογος των Αθήνες και Τυρεΐς Κυρίων, ο Όμυλος Φίλων των Αθηνών και ο Συνοικιακός Σύνδεσμος Εξαρχείων Νέα Πόλεως, που στόχο είχαν την αναβάθμιση των αντίστοιχων περιοχών με έργα υποδομπών, παροχής υγείας και κινήσεις προστασίας του περιβάλλοντος, αλλά και οι ενεργίες τους τελεί διάφορες επαγγελματίες, από γεωργούς και τσοπάνιδες μέχρι και εκδιδόμενες γυναίκες, να οργανωθούν σε σωματεία με τρόπο τέτοιο, ώστε να μην μπορεί κανένας να τους εκμεταλλεύεται και να έχουν τη δυνατότητα καλύτερων αποδώσεων. Τώρα, πώς πέρασαν όλοι αυτούς τους απόγονους του Κώστα Φαλτάιτς. Δεδομένου, τους παππούς μου πέθανε όταν οι δύο του υγιή ήταν πολύ μικρής ηλικίας. Ο πατέρας μου, Γιώργος, ήταν 7 ετών και ο αδερφός του, ο μάνος, ήταν μόλις 5, και άρα δεν είχαν ουσιαστικά βιώματα από τον πατέρα τους. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτό που τους επηρέασε δεν ήταν ο ίδιος ο Κώστας Φαλτάιτς, αλλά ο αντίκτυπος που είχε το έργο και η προσωπικότητά του σε τρίτους. Όπως ήταν, για παράδειγμα, η μεγάλη νεογράφος μας η Αγγελική Χατζη Μιχάλη, ο πασίγνωστος ρεμπαίτης ο Στέλιος Περβηνιάδης, η τοπική κοινωνία των εξαρχείων, που παρεμπιπτόδος, όπως διαπίστωσα τελευταία εξακολουθήνα, τον Μιμονέδη, τον παππού μου, τη γνωστή λίστα αρχητοπικές κοινωνίες από σαπτές της Κύρου ή περιοχών της Ιππήρου και σε άλλους πολλούς. Και οι δυο υγείοι του ακολούθησαν σε κάποιο βάθμο την πορεία του πατέρα τους. Ο δικός μου ο πατέρας ο Γιώργος ακολούθησε τον δρόμο της δημοσιογραφίας. Κάλυψε όλο το φάσμα του ρεπορτάζ και φτάνοντας μέχρι την κορυφαία θέση του πολιτικού συντάρτη, που οι παλαιότεροι θα θυμάστε ότι για να φτάσει εκεί πέρα μόνο οι αφρόγραμμα της δημοσιογραφίας έφτανε εκεί, ενώ μια μικρή ομάδα καταξιωμένων δημοσιογράφων καθιέρωσαν τον δικαστικό ρεπορτάζ στην Ελλάδα. Επίσης ακολούθησε τα ουμανιστικά βήματα του πατέρα του με πλούση ανθρωπιστική προσφορά στις δύο αγαπημένες του τοπικές κοινωνίας, της Κύρου και του Γαρνάβα. Στο σπίτι μου, φέβαια, ο παππούς μου σπανίως αποτελούσε θέμα συζήτησης και αυτό γιατί πολύ απλά δεν έτυχε. Τα λίγα πράγματα όμως που θυμάμαι χαρακτηριστικά που μου είχε αναφέρει ο πατέρας μου ήταν τα εξής. Πως είχε γράψει ένα συγκλονιστικό βιβλίο για ένα ζευγάρι ναρκωμανών. Το βιβλίο αυτό είναι το μυθιστόρυμα «Επαραστρατημένοι» που ήταν στην ουσία το πρώτο μυθιστόρυμα που είχε γράψει ο Κώστας Φαλτάιτς, το οποίο πρωτοδημοσιεύτηκε το 1915 σε συνέχεια στην εφημερίδα «Ακρόπολης» και επανεκδόθηκε το 1925 από τη βραδινή ως βιβλίο πλέον με το βιβλίο «Επαραστρατημένοι». Και από ό,τι έμαθα αργότερα αυτό δεν ήταν ένα τυχίο βιβλίο, αλλά από τους ανθρώπους που ασχολούνται με την έρευνα του χώρου του ρεμπέτικου θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικό, γιατί είναι η πρώτη συστηματική προσπάθεια καταγραφής του χώρου των ρεμπετών, στίχων ρεμπέτικου και γενικότερα της επιτέλειας του ρεμπέτικου στο περιβάλλον του. Επίσης, μου είχε πει ο πατέρας μου πως αρκετά χρόνια αργότερα, όταν ήταν πιο μεγάλης ηλικία και η γιαγιά μου χειρά πλέον έμενα σε ένα διαμέρισμα κάπου στα εξάρχεια, είχε δεχτεί πολλές φορές το διαμέρισμα της επίσκεψης από λίσταρχους που πήγα να τους υποβάνουν τα σέβη τους για τον παππού μου, επειδή είχε παρουσιάσει δημοσιογραφικά και λαογραφικά τον τρόπο ζωής τους με σεβασμό και δεν τους είχε δει με προκατάληψη. Και τέλος θυμάμαι, το πατέρα μου να μου λέει, πως ο παππούς μου είχε να γράψει ένα φοβερό, επί λέξη, βιβλίο για τους Τούρκους, το οποίο ήταν το Αυτήν η Τούρκη Αφηγήματα των Σφαγών της Ελικομήδειας, που όμως τότε δεν είχα στην βιβλιοθήκη μου, το αγόρασα αρκετά χρόνια αργότερα. Ο θείος Μωμάνος, από την άλλη πλευρά, που ασχολήθηκε πιο ένεργα με το έργο του πατέρα του, ακολούθησε τα ερευνητικά και λαογραφικά του βήματα, αλλά και τον ακτιβισμό του. Ο είδος σε διάφορα γραπτά του αναφέρει το πόσο πολύ επηρεάστηκε από το έργο του και τη στάση ζωής του πατέρα του, κυρίως από την ιδέα του ομαδισμού, που προσπάθησε και αυτός να εφαρμόσει. Το έργο του Μωμάνου πήρξε πλούσιο και πολύπλευρο σε πολιτικό, κοινωνικό, λαογραφικό, ερευνητικό, καλλιτεχνικό, συγγραφικό και φιλοσοφικό επίπεδο και θα μπορούσαμε να μιλάμε για αυτό ώρες ατελείωτες. Τελείως ενδεικτικά, θα αναφέρω όμως ότι ήδη στα 19 του χρόνια ήταν πρόεδρος της Εθνικής Παρφυτητικής Ένωσης και αγωνίστηκε υπέρ της αυτοδιάθεσης της Κύπρου, ενώ αργότερα, στις αρχές του 1960, ίδρυσε την Πανελλήνη Ένωση Αγωνιζομένων Νέων, τασσόμενα ανοιχτά και ως το τέλος της ζωής του κατά της παγκοσμιοποίησης. Επ' την περίοδο εκείνη ήταν που ξεκίνησε και τον αγώνα του για τη διάσωση της ελληνικής παράδοσης και της προβολής της παραδοσιακής μας κληροδρανομίας, οργανώνοντας μεταξύ Άνω μια κίνηση για την ελληνική πνευματική αναγέννηση και ιδρύοντας τον λαογραφικό του μουσείο στη Σκήρα του 1964, για το οποίο και ευραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών. Ο μάνος ενδιαφέρθηκε από πολύ μικρή ηλικία για το έργο του πατέρα του και ξεκίνησε να συγκεντρώνει, να ερευνάει και να ταξινομεί το πλήθος των δημοσιευμένων και αδημοσιευτών κειμένων του, αλλά και τη γενικότερη δράση του, πολύ πριν ιδρύσει, το μουσείο. Σε αυτό είχε αρρωγούς και υποστηριτές τόσο την αδελφή του Κώστα Φαλτάητς τη Μαρία, προσωπικότητες της αθηναϊκής αιλής της διανόησης, όπως ήταν η Αγγελική Χατζη Μιχάλη, το Ζέμβος Σικελιανών, ο Δημήτρης Πικιώνης, ο Φώτης Κόντογλου και ο Γέρονος Βαλέτας, όσο και απλούς ανθρώπους, τους οποίους ο Κώστας Φαλτάητς είχε αφήσει ανεξίρτηλο το σημάδι του. Και καθώς ο παππούς μου ήταν ένας πολυγραφότατος άνθρωπος και άφησε πίσω του έναν τεράστιο αρχείο, στον Μάνο οφείλουμε την όποια δυνατότητα έχουμε σήμερα να ερευνούμε και να μελετούμε το έργο του Κώστα Φαλτάητς, που έχει τόσο πολύτιμες πληροφορίες για την ιστορία της Ελλάδας και που στην περίπτωση της μικρασετικής εκστρατείας και καταστροφής είναι η ιστορία ακριβώς την ώρα που γράφεται όπως έχετε πει και εσείς. Πώς για μένα την τρίτη και τελευταία γενιά ονολογώ πως το ενδιαφέρον μου ήταν, ήρθε όψημα και μάλλον κατά τύχη και γιατί είναι μετάφραση του βιβλίου Αυτοί είναι οι Τούρκοι στα Αγγλικά του 2010. Αυτό το βιβλίο ήταν που άνοιξε το δρόμο για να ασχοληθώ πιο ενεργά και εγώ με το έργο του παππού μου και που με έφερε και εδώ απόψε για να σας παρουσιάσω το πώς επηρεάστηκε η μνήμη της δικής μου οικογένειας από τα γεγονότα της μικράς ασίας. Προσπάθησα να είμαι όσο το δυνατόν πιο ζητάμε, λαβεύουμε τώρα τις γυρνήσεις που θα μπορέσουμε σε σελίδια. Ευχαριστώ πάρα πολύ που τα ακούσατε και φυσικά για μια ακόμα φορά τον αγαπητό κύριο Αλτζίδη που από την αρχή της συνοδημίας μας έχει σταθεί τόσο πολύτιμος σύμβουλος και άρρωγος στην προσπάθεια ανάδειξης των σημαντικότατων για την ιστορική μνήμη πληροφοριών που συγκέντρωσε ο παππούς μου ο Κώσας Φαλτάητσι. Ευχαριστούμε πολύ την κυρία Φαλτάητσι, ήταν εξαιρετική. Πριν περάσουμε στο σχολιασμό όλων αυτών που ακούσαμε από τον εξαιρετικό Κλίμι Ναυρίδη, να σας πω πώς ήρθα σε επαφή με ένα βιβλίο του παππούτης ιστορικό και κλασικό, αυτή είναι η Τούργη το 1988. Λοιπόν, τότε μια εφημερίδα ποδιακή της Αισαλονίκης είχε επανεκδόσει ένα βιβλίο από το οποίο έλειπε το εξώφυλλο. Κανείς δεν ήξερε ποιος το είχε γράψει. Υπήρχε όμως ένα μικρό εισαγωγικό του Χορηγού, όπου ήταν κάποιος που το είχε το βιβλίο αυτό στη βιβλιοθήκη του, πλήρωσε για να επανεκδοθεί στη μνήμη των γονιών του, οι οποίοι ήταν από την Οικομήδεια, από τη Βυθηνία, γιατί όπως έγραφε μπροστά ήταν στο σπίτι τους, εκεί γινάνε φοβερά εγκλήματα τις κεμαλικές ημωρίες, ένας από τους εθνικιστές τους κεμαλιστές εκτελεί τον παππού του και εγκατήσατε στο σπίτι του, έτσι γίνεται η αντικατάσταση στον χώρο της Βυθηνίας. Και στη μνήμη ακριβώς αυτόν των προγόνων, ο συγκεκριμένος από την Οικομήδεια, είχε αυτό το βιβλίο, ποιος ξέρει πως, καταξεσκισμένο φυσικά, το επανέκδοσα, και νομίζω ότι ήρθε σε επαφή τώρα η κυρία Βαλτάη, έτσι, με αυτούς τους τότε εκδότες, δεν ήρθες, ώστε να μπει... Δεν ήταν αυτοί οι εκδότες. Λοιπόν, έτσι πρωτοήρθα σε επαφή, δεν ήξερα κανένα, ποιος είναι ο συγγραφέας, αλλά είχε πολύ μεγάλη ιστορία το γιατί επανεκδόθηκε 65 χρόνια μετά. Αυτό είναι. Λοιπόν, τώρα έχουμε, και θα κλείσουμε με αυτό το σχολιασμό, έχουμε τον Κλίνη τον Αβρίδη, τον οποίο τον καλέσαμε, αυτά τα οποία άκουσε να μπορέσει να τα αξιολογήσει, γιατί είναι ο καθήλυν αρμόδιος. Ο Κλίνης τον Αβρίδης είναι ψυχαναλυτής ψυχοθεραπευτής και ομαδικός αναλυτής και είναι καθηγητής ψυχολογίας της επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έχει κάνει πάρα πολλές σπουδές, έχει σπουδάσει οικονομικά στην Αθήνα και στο Παρίσι, ψυχοκοινωνιολογία στο Παρίσι, όπου εκπαιδεύτηκε και στην ομαδική ψυχοθεραπεία. Γενικά αυτός είναι ο χώρος του, έχει διατελέσει διευθυντή σύνταξη σε περιοδικά σχετικά, όπως η ψυχολογία της ελληνικής ψυχολογικής εταιρείας. Έχει γράψει βιβλία, όπως η Αλήκη στη χώρα των πραγμάτων, το παιδί ως διαφημιστικό αντικείμενο, η κλινική κοινωνική ψυχολογία, η ψυχολογία των ομάδων, κλινική ψυχοδυναμική προσέγγιση και περισσότερες από 70 ακόμα επιστημονικές εργασίες δημοσιευμένες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Επιστημονικά το ενδιαφέροντα κινούνται στο χώρο της ψυχαναλυτικής ψυχοθεραπείας, της ψυχαναλυτικής ψυχοθεραπείας της ομάδας, της ομανικής ψυχοθεραπείας, της διαβίου εκπαίδευσης σε θέματα ψυχολογίας της επικοινωνίας και δυναμικής των ομάδων, κυρίως με εκπαιδευτικούς, αλλά και άλλους επαγγελματικούς πληθυσμούς και της επιτόπιας ψυχοκοινωνικής κλινικής εργασίας με βάλλοντες και θραυστοποιημένες κοινωνικές ομάδες. Το 2012 τιμήθηκε από τη Γαλλική Κυβέρνηση με το παράσιμο του υπότι του τάγματος του Ακαδημαϊκού Φίνικα. Ευχαριστούμε πολύ κύριε Ναυρίδη που είσαι στην παρέα μας και τώρα πείτε μας ό,τι θέλετε. Ό,τι θέλετε και όπως τα κρίνετε. Ευχαριστώ κατ' αρχάς τον εργάσια Τζέιδη που είχε την ιδέα να με καλέσει για να πω ότι θέλω. Ευχαριστώ επίσης για όλα όσα είπε παρουσιάζοντάς μου. Εγώ να σταθώ περισσότερο σ' εκείνο που δεν είχε κανένα πρόβλημα. Ευχαριστούμε πολύ κύριε Ναυρίδη που είσαι στην παρέα μας και τώρα πείτε μας ό,τι θέλετε. Ευχαριστούμε πολύ κύριε Ναυρίδη που είχε την ιδέα να με καλέσει για να πω ότι θέλω. Πράγματι μου έχει αφηγηθεί ότι όταν προήλαβε ο ελληνικός στρατός προς την Άγγυρα, υπό την αρχιστρατηγύρα του Αναστάσιου παππούλα, του παππού της συζύγου μου, άκουγαν τα κανόνια του ελληνικού στρατού στην Άγγυρα. Εγώ λοιπόν, η μητέρα μου είναι η Πονδία και εκείνη είναι πρώτης γενιάς προσφυγοχούλα από τον Πόντο. Λοιπόν, εγώ ζω με τη Λίλα αρκετές δεκαετίες, σε ένα σπίτι στο οποίο υπάρχουν διάφορα λάφυρα του παππούτης, πολύ ωραία, κάτι πιτάχυες, πάρα πολύ όμορφα, και βέβαια με πολύ μεγάλη ενησυχία έμαθα, γιατί η Λίλα έχει ξεκινήσει αναζητήσεις το τελευταίο διάστημα γύρω από τον παππού της και θα έλεγα απαύγασμα όλων αυτών των αναζητήσεων, ήταν το πολύ ωραίο κείμενο που μας διάβασε, όταν έμαθα λοιπόν ότι η Λίλα έχει γεννηθεί περίπου την ίδια μέρα με τον παππού της 100 χρόνια μετά. Αντιλαμβάνεστε, ένιωσα μια ανατεχήλα, διότι από το ένα μέρος βέβαια εγώ την εισήγαγα στη θρησκεία του Παστουρμάτου, του Τζουτιού, των Αγγλικών και τα λοιπά, αλλά από το άλλο, εντάξει, υπήρξε και αυτή η μικρασιατική καταστροφή, η οποία για την Ελλάδα συνιστά μια, θα έλεγα, ητά, είναι μια ητά του ελληνικού στρατού, όμως για πάρα πολύ κόσμο υπήρξε η αιτία ενός ξεριζωμού, δηλαδή μιας μαζικής παραγωγής πόν, θα έλεγα, έτσι. Ακούστηκε αρκετές φορές απόψε στις πάρα πολύ ωραίες εισηγήσεις και των περιόνων, βλάση, η λέξη τραύμα, τραυματικό, θα έλεγα ότι η ιστορία όλης αυτής της περιόδου ήρθε σε μένα μέσα από ιστορίες, δηλαδή μέσα από αφηγήσεις και έχει ενδιαφέρον αυτό γιατί το τραύμα δεν έχει καμία σχέση με αφηγήσεις, είναι έξω από κάθε λόγο, έτσι. Το τραύμα είναι, κατά φάση είναι μια λέξη η οποία παραπέμπει στην ιατρική ουρολογία, έτσι. Προέρχεται από το αρχαιοελληνικό ρήμα τύρο με ει, που σημαίνει τρυπό και τυτρόσκο, πληγώνω, τραυματίζω, έτσι. Συνεχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε το νόημα αυτής της λέξης ως κάτι που έχει να κάνει με το σώμα, το ψυχικό σώμα, τραυματιζόμαστε σωματικά, αλλά υπάρχει και το ψυχικό τραύμα. Το ψυχικό τραύμα είναι αντίστοιχο με το σωματικό τραύμα, συμβαίνει ξαφνικά με τρόπο βίαιο, είναι αναπάντεχο, είναι έξω από κάθε λόγο και έξω από κάθε φαντασία. Γι' αυτό και στη συνέχεια για να μπορέσει να οδηγηθεί στο λόγο, δηλαδή να μπορέσει να βρει κάποιο νόημα, περνά αναπόθευκτα μέσα από το μύθο, μέσα από τη μυθοποίηση. Αυτό συμβαίνει και σε ατομικό επίπεδο και σε δίποκειμενικό επίπεδο, συμβαίνει και σε κοινωνικό επίπεδο. Η δουλειά των ιστορικών είναι ακριβώς σκαλίζοντας τα μυθολογικά περιβλήματα της ιστορίας με μικρό ι να οδηγηθούν στην ιστορία. Αντίστοιχη είναι και η δουλειά του ψυχαναλητή, θα έλεγα, σε ατομικό ή σε ομαδικό επίπεδο, ας πούμε στην περίπτωση της θεραπείας υπογένειας, που είναι πάλι μια ανασκαφική εργασία, η οποία συνίσταται στο να αφαιρεθούν σιγά σιγά αυτά τα μυθοποιητικά στρώματα για να οδηγηθούμε στον πυρήνα της υποκειμενικής αλήθειας, που είναι όλα αυτά που δημιουργεί ένα τραγματικό γεγονός. Όταν ένας άνθρωπος ζει σε έναν τόπο, εργάζεται σε αυτό το τόπο, έχει φίλους, συγγενείς σε αυτό το τόπο και ξαφνικά, χωρίς να αντιλαμβάνεται πως προέκυψε αυτό, αναγκάζεται να φύγει άρων άρων, όπως είπε η Λήλα, και να έρθει σε έναν άλλο τόπο που του είναι ξένος, παρά το γεγονός ότι μπορεί να μιλάνε την ίδια γλώσσα, βέβαια τη μιλάνε με άλλη προφορά και αυτό είναι ένα πρόβλημα για αυτούς που έρχονται. Πρέπει να βρει κάποια θέση σε αυτό το καινούργιο τόπο. Αυτό είναι τραγμα. Είναι κάτι που δεν επουλώνεται ή δεν επουλώνεται εύκολα. Αυτό που κάνει το τραύμα σε ψυχολογικό επίπεδο είναι, ακριβώς όπως το λέει η λέξη, συνιστά μια επίθεση, θα έλεγα, στους κοινωνικούς δεσμούς. Πιστεύουμε μερικές φορές, θυμάμαι αυτή τη στιγμή τον Πρίμο Λέβι, ο οποίος είναι ένας Ιταλό Εβραίος συγγραφέας, σπουδαίος συγγραφέας, ο οποίος μεταφέρει στα γραμμτά του την εμπειρία του εκτοπισμού του αρχικά στις στρατόπεδο συγκέντρωσης και της διαβίωσης εκεί, όπου λέει ότι όταν μας τυβάξανε στα τρένα και αρχίσαμε να πηγαίνουμε προς τον προορισμό που μας είχαν ορίσει, πιστεύαμε ότι εκεί που πάμε, τουλάχιστον, θα είμαστε δεμένοι, θα είμαστε μαζί, θα έχουμε κι άλλους κοντινούς μας. Ανακάλυψε ότι μόνο αυτό δεν συνέβη τελικά. Βρεθήκαμε ανάμεσα σε εχθρούς, γράφει. Το βίωμα αυτό, το απελπιστικά τραυματικό, αντί να ενώνει διαχωρίζει, αποσυνδέει τους ανθρώπους. Είχαμε μια αντίστοιχη εμπειρία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών όταν κάναμε μια παρέμβαση σε έναν αυτοσχέδιο οικισμό ποντίων την περίοδο του 90-92, νομίζω, είχε έρθει εκείνη η φουρνιά, όπου τους είχε παραχωρηθεί μια περιοχή έξω από το Μενήβι και κάναμε μια επιτόπια έρευνα, όπου ερχόμασταν σε επαφή με τους ανθρώπους, μιλούσαμε για την εμπειρία αυτή. Ξέρετε, έχει ενδιαφέρον το Μενήβι, όπως και άλλα σημεία στα οποία έχουν εγκατασταθεί πόντι, γιατί υπάρχει μια διαστρομάτωση, θα έλεγα, ποντίων, δηλαδή υπάρχουν πόντι από προηγούμενες εγκαταστάσεις και υπήρχαν και οι πόντι του 90-92. Διαπιστώσαμε με έκπληξη ότι άνθρωποι της ίδιας οικογένειας, ξέρετε μένανε σε κάτι αυτοσχέδια, σπιτάκια, που βέβαια τώρα έχει αναπτυχθεί πολύ η περιοχή, την ανέπτυξαν δηλαδή οι πρόσφυγες, διαπιστώσαμε ότι ξαδέρφια ή συγγενείς που μένανε 100 μέτρα πιο πέρα δεν το γνώριζαν αυτό το πράγμα. Και ήταν ένα από τα πιο, θα έλεγα, ενδιαφέροντα εδρύματα, ήταν ένα έδρυμα που πραγματικά μας ξάφνιασε. Πιστεύαμε ότι μέσα στη δυσκολία οι άνθρωποι ενωνόμαστε, δεν απομακρύνεται ο ένας από τον άλλο. Λοιπόν, θέλω να σας πω δύο λόγια για τη μετάδοση του τράγματος. Γιατί, ας πούμε, οι άνθρωποι της δικής μου γενιάς δεν το υπέστημε το τράγμα, δεν το ζήσαμε εμείς το τράγμα. Δεν υπάρχει μέσα σε εμάς το τράγμα, αλλά κατά ένα παράξενο τρόπο έχει φωλιάσει μέσα μας το τράγμα. Και το ερώτημα είναι πώς έρχεται μέσα στο τράγμα όταν δεν είσαι εσύ τη στιγμή που συνέβη. Άκουσα με μεγάλο ενδιαφέρον αυτό που είπε ο Νίκος Παντελάκης, έχω σημειώσει τη φράση, απέφευγαν συζητήσεις για το παρελθόν και μας μίλησε για μια φωτογραφία του Λεωνίδα Παρασκευόπουλου. Τη φωτογραφία, λένε συνήθως οι δημοσιογράφοι μία εικόνα χίλιες λέξεις, αλλά εδώ συμβαίνει και ουραιτικά, δηλαδή αυτή η φωτογραφία μοιάζει να συμπυκνώνει πάρα πολλά πράγματα τα οποία δεν λέγονται με λόγια. Και στη συνέχεια βέβαια ο Άγιος Λεωνίδας, σε μένα έφτασαν πάρα πολλά μέσα από τραγούδια. Σκεφτόμουν, Αλίλα, σήμερα ότι δεν είναι καθόλου τυχαία αυτή η εμμονή που έχω με τα ρεβέτικα, που σπάει τα νεύρα, ας πούμε, γιατί μπορώ να ακούω 24 ώρ, βάσεως. Τα ρεβέτικα τα παλιά, τα καλά, έτσι όχι τα... Συνέβαινε το εξής. Είχαμε συχνά οικογενειακές γιορτές. Σε κάθε ευκαιρία βρίσκανε αφορμοί να μαζευτούν συγγενείς, κυρίως συγγενείς, σε ένα μεγάλο τραπέζι και δεν αργούσε βέβαια να αρχίσει το τραγούδι, ο χορός και κάποια στιγμές, χωρίς να καταλαβαίνω γιατί, με κάποια τραγούδια τους πιάνουν τα κλάματα. Εγώ ήταν ένα χάζι σαν παιδάκι, δεν καταλάβα να τι γίνεται. Αλλά κάτι μετέφεραν αυτά τα τραγούδια. Ήταν οχήματα κάποιων νοημάτων τα οποία δεν μπορούσαν να εκφραστούν με διαφορετικό τρόπο. Επίσης, υπήρχαν διάφορες ιστορίες, γιατί γλάς είναι η ιστορία και είναι και οι ιστορίες. Οι ιστορίες, ιστορίες που επαναλαμβάνονται, οι ίδιες ιστορίες. Πολλές φορές και γελούσαμε με αυτές τις ιστορίες και σε αρκετά μεγαλύτερη ηλικία άρχισα να σκέφτομαι το πόσο αυτές οι ιστορίες κατά βάθος δεν είναι καθόλου αστείες. Αλλά προκαλούσαν γέλιο την παρέα. Ή να τις ξέρει όλες, γιατί ή τις έχει ακούσει από πρώτο χέρι, ή τις έχω πει εγώ. Ιστορίες πίνας, λογουχάει, όπου ο ένας λέει «πολύ ωραίες οι ελιές, έχουν βρει κάτι ελιές και τρώνε» και λέει «πολύ ωραίες οι ελιές» και ο άλλος λέει «Ναι, οι ωραίες είναι, αλλά έχουνε μεγάλα κουκούτσια». Και λέω πρώτον «γιατί λέγουν και κουκούτσια» Αυτό φαίνεται πάρα πολύ αστείο βέβαια, αλλά ίσως δεν είναι καθόλου αστείο. Ή ιστορίες για τους θείους στο Κυλκής. Από την καλαμαριά που έστασαν, τους προώθησαν στο Κυλκής. Ο παππούς μου στην πλευρά της μητέρας ήταν παπά. Στο Κυλκής λοιπόν οι ιστορίες που αφηγούνταν, τώρα είναι πεθαμένοι όλοι, οι ιστορίες που αφηγούνταν για τα χρόνια του Κυλκής, περιέγραφαν τους θείους μου κάτι σαν τους αδελφούς Ντάλτον. Με την έννοια ότι... Νομίζω με ακούνε από πάνω και... Οι ιστορίες είχανε περίπου το εξής μοτίβο. Ένας από τα αδέρφια της σε μία ταβέρνα ή σε κάποιο καφέ μπλεκόταν σε έναν καβγά και κάποιος ειδοποιούσε και τα υπόλοιπα αδέρφια, οι οποίοι κατέφθαναν στην ταβέρνα ή στο καφέ μία οδηγιότητα και πλακονόντουσαν στον ξύλο και τους δέρνανε. Και σιγά σιγά, δεν καταλαβαίνω, όταν συμμετείχα στην επιτόπια έρευνα... Πώς να το πω... Ήταν έρευνα παρέμβαση σε κοινότητες άρτη αφηθέντων προσφύγων στην Κατερίνη και στην Ξάνχη, όπου μας έλεγαν πόσο τους αντιμετωπίζει εχθρικά ο πληθυσμός. Οι άνθρωποι εκείνοι, όταν ήρθαν από τη Μικρά Ασία, αντιμετώπισαν σε γενικές γραμμές. Λέω έτσι γιατί, ασφαλώς, υπήρχαν εξαιρέσεις και υπάρχουν πάντα. Αυτό που αντιμετώπισαν ήταν ένα ξενοφοβικό κλίμα και μία αντιμετώπιση εδώ είναι εχθρική. Τους κορόιδευαν. Τους κορόιδευαν για την προφορά τους. Έτσι, πόνοι, έρχομαι και μία ιδιαίτερη προφορά, Λάση. Εσύ, που κάπως... Ναι, ναι. Θα πάω μια φορά στη Θεσσαλονίσλη, πριν από μερικά χρόνια για να συμμετάσχω σε μία επιτροπή στο Πανεπιστήμιο για την εκλογή ενός συναδέλφου και πήραν ταξί από το αεροδρόμιο. Ο ταξιζής ήταν πιο πόντιος πεθαίνως, του λένε, και η προφορά του και όλα. Του λέω πόντιος είσαστε, ελπίζοντας ότι θα ανοίξω μία τριφερή συζήτηση με τον οδηγό ανοιχτάστητός, πάντα εξυπηρετεί αυτό το πράγμα και γυρίζει αυτό το τεράστιο κεφάλι της διάσημος πατυλόδευμα και μου λέει, εγώ σε ρώτησα από πού είσαι. Δεν με ρώτησε, του λέω, αλλά αν με ρώταγεν, θα σου έλεγα ότι είμαι πόντιος. Σος, μου λέει, πόντιος. Εμέτερο, λέει, και εσύ. Καλασσέψατα. Άρας να μου λέει κονδιακά. Λοιπόν, θέλω να σας πω ότι η αντίδρασή του στο είσαι πόντιος είναι γιατί κυκλοφορούν ανέκδοτα για τους πόντιους, λίγο πολλοί μας έχουν για βλάκες, για χαζούς. Είναι μία αντίληψη, μία αναπαράσταση, ας πούμε, του πόντιου. Στη Γαλλία είναι μία αντίστοιχη για τους βέλουπερς. Αλλά δεν ξέρω πόσο χαζή είμαστε, δηλαδή, σε ενδοεθνικό ρατσισμό, νομίζω, είμαστε μοναδικοί ως Έλληνες. Ως χαζοί. Όχι, πότι είναι Έλληνες. Α, ναι. Εδώ η Βέλγη είναι άλλοεθνής. Λοιπόν, αυτά είχα να σας πω ενώ λίγες. Τώρα, ά, ήθελα να σας πω δύο λόγια για το πώς μεταδίδεται αυτό το πράγμα. Σας είπα ότι μεταδίδεται συνήθως εξολυκτικά. Ή με πολύ έμμεσους τρόπους. Αυτές οι ιστορίες που σας είπα πιο πριν. Αλλά, είναι σαν να υπάρχει, ξέρετε, η πρώτη γενιά που δέχεται το τραύμα, τον αντιμετωπίζει ο καθένας με τον καλύτερο τρόπο που μπορεί. Δηλαδή, επιστρατεύει αυτό που λέμε στην ορωλογία της δημιουργίας. Με τους μηχανισμούς άμυνας, που ταιριάζουν στην ψυχοπαθολογία του και στο προφίλ του, το ψυχολογικό. Ο τρόπος που το αντιμετώπισε το τραύμα, περνάει μέσα στη σχέση του ζευγαριού. Και κατά κάποιο τρόπο, υπάρχει μέσα στην ατμόσφαιρα της οικογένειας. Έτσι, ζώντας μέσα στην οικογένεια αυτή, σιγά σιγά είναι σαν να μειήσεις το τραύμα, σαν να φυτεύεις το τραύμα, να το πληροφορείς, να το μαθαίνεις μέσα από αυτές τις υπόγειες διαδρομένες. Και αναπτύσεις εσύ τους δικούς σου μηχανισμούς άμυνας, για να το αντιμετωπίσεις. Μερικές φορές είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον, αυτό έχει μελετηθεί, είναι δυνατό να εκδηλώνονται πολύ ακραία συμπτώματα, που έχουν να κάνουν με τραγματικές εμπειρίες σε επόμενη γενιά. Όχι στην πρώτη γενιά. Δηλαδή η πρώτη γενιά να έχει δείξει πολύ μεγάλη ψυχική ανθεκτικότητα, αλλά κάποιος από την επόμενη γενιά να εκδηλώνει ένα σύντωμα. Ακραίωμερικές φορές. Λοιπόν, δεν θέλω να σας κουράσω περισσότερο. Νομίζω ήταν μια ενδιαφέρουσα κατάθεση μαρτυριών. Και πάλι ευχαριστώ και θα σας ευχαριστώ και για την υπομονή σας. Ευχαριστούμε τον Κλίν τον Αβρίδη. Νομίζω ήταν πολύ τιμό το σχόλιο του για το τραύμα. Θα έχεις κάποτε στιγμή να το συζητήσουμε μόνο για το τραύμα και το πώς μεταδείτεται και κληρονομείτε το τραύμα. Αυτό είναι το εντυπωσιακό. Και σήμερα το βλέπουμε πολύ έντονα. Και βλέπουμε ότι το τραύμα της μικρασιετικής καταστροφής, των σφαγών και λοιπά δεν έχει καθόλου εξαλληφθεί σε πολλές γενιές. Στο αντίθετο. Ίσως παίρνει μορφές σε αυτό που είπες. Ακόμα πιο έντονες. Γιατί η πρώτη γενιά το είδε ως ένα φυσιολογικό γεγονός μάλλον για το αντιμετώπιση για την επιβίωση. Στις επόμενες γενιές και ιδεολογικοποιείται κιόλας. Ο Τρέβης Βλάσιν προσπάθησε να το αποσβέσει ή να το αντιμετωπίσει μέσα από τη δημιουργικότητα. Δηλαδή δεν είναι καθόλου τυχαίο που οι πρόσφυγες όταν κατάφεραν να βρουν κάποια θέση και να αρχίσουν σιγά σιγά να προσαρμόζονται στον καινούριο περιβάλλον ανέπτυξαν μια χαρακτηριστική δημιουργικότητα. Έχουμε επιχειρήσεις μεγάλες που δημιουργήθηκαν. Έχουμε καλλιτέχνες. Έχουμε περιουσίες που έγιναν από πρόσφυγες. Σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής έδειξαν μια πολύ έντονη δημιουργική δράση. Αυτή η δημιουργική δράση μπορούμε να κάνουμε την υπόθεση ότι είναι μία αντίδραση στην κατάθλιψη. Δηλαδή έχει ένα, θα τολμούσα να πω, ένα υπομανιακό στοιχείο τα άνθρωποι οι οποίοι δούλευαν από τις έξι ώρα το πρωί μέχρι τη νύχτα. Εγώ θυμάμαι τον πατέρα μου ας πούμε. Έξι ώρα ήταν ξύπνιον. Μας έβαζε την εκκλησία. 7 η ώρα το πρωί άρχισε η εκκλησία να βροντάρει το ραδιόφωνο. Μας ξύπναγε και του λέω κλείστο και λέει όχι να σηκωθείτε. Όλοι έχουν σηκωθεί και τα λοιπά. Ήταν πολύ δραστήριοι. Αυτό ήταν μια αντίδραση, αυτή η πολύ έντονη δημιουργική δράση. Τώρα μας επιτρέπετε έτσι που κάνουμε όλη αυτή τη συζήτηση. Είναι πολύ ενδιαφέρον γιατί το τραύμα των προσφύγων είναι πολύ ζητή τη διαδικασία. Θα πούμε ότι όσοι επιβίωσαν. Γιατί ήταν πολύ σκληρές οι συνθήκες. Τώρα μου ήρθε ένα έγγραφο του NIA Rest In Relief, δηλαδή μιας ανθρωπιστικής οργάνωσης Αμερικανικής, η οποία διαχειρίστηκε τους πρόσφυγες, όπου λέει το εξυγκλονιστικό ότι τα πρώτα δύο χρόνια των προσφύγων στην Ελλάδα πέθαν 225.000 άτομα από την εξαδλίωση. Είναι το πιο μεταμιγέτη, τα φοβερά εκείνη της εποχής. Άρα όσοι επέζησαν δεν είχαν περιθώριο να κλάψουν και να χρυνήσουν. Κοίτα τι συμβαίνει, γιατί είναι στο Κυλικής. Χθες ήμουνα στο Κυλικής σε μια εκδήλωση για την κατοχή και την τελευταία μάχη της κατοχής. Στο Κυλικής, λοιπόν. Στο Κυλικής έγινε η τελευταία μάχη της κατοχής μεταξύ συνεργατών των Γερμανών ενόπλων. Ούτε εσύ ξέρεις καλά παντιακά ούτε εγώ. Παριστάνει ότι ξέρει, δεν ξέρει. Ακούτε, ακούτε, τι συμβαίνει, τι συμβαίνει. Μόλις φύγανε οι Γερμανοί έγινε μια φοβερή μάχη μεταξύ των παλιών ενόπλων συνεργατών τους και του Ελλάς. Φωνική μάχη άγνωστη με χιλιάδες εμβλεκόμενους και χιλιάδες νεκρούς. Λοιπόν, πρόσφυγες ήταν όλοι. Έχουμε ένα παράξενο εμφύλιο πόλεμο προσφύγων. Είναι τόσο δυνατοί το τραύμα που έρχεται 25 χρόνια μετά από το τραύμα της μικρασιατικής καταστροφής που εκείνο σχεδόν εξαφανίζεται. Και αυτή τη στιγμή σε όλη εκείνη την περιοχή αυτό που υπάρχει ως τραύμα που καθορίζει τις ταυτότητες, τις συμπεριφορές είναι το τραύμα του εμφυλίου και όχι το τραύμα της μικρασιατικής καταστροφής. Είναι ένας πληθυσμός που στην ίδια γενιά έχει δύο τρομακτικά οδυνηρά τραύματα το ένα και το άλλο. Αυτό είναι το πολύ εντυπωσιακό με το εκπλητής και να το μελετήσεις. Γιατί είσαι ίσως ο καταυλότερος για να δεις τα ψυχό... Τώρα περάσαν τα χρόνια, δεν μελετάω πια. Καλά, εσύ... Είναι ο ίδιος αντικείμενο μελέτη. Τώρα μη μας απογοητεύεις, μη μας απογοητεύεις. Λοιπόν, θέλει κάποιος κάτι να ρωτήσει έτσι με τα από όλα αυτά τα πολύ ενδιαφέροντα. Πείτε μου. Ε, είπατε για τις εκλογές του Νέβου του 1920. Από ό,τι κατάλαβα, ψηφίσανε οι στρατιωτές που ήταν στη Μικρασία. Να υποθέσω ότι επειδή πολεμούσανε για πάρα πολλά χρόνια, ψηφίσανε ενάντια του Μεριζέλου. Είναι η κούραση ένα συστατικό της, αυτής της υπόθεσης. Δηλαδή, κατά, νομίζω πως το Παρασκευόκουλο αυτό υπονοεί ότι ως φόβο. Ως φόβο, ναι, ή και ως αίσθηση που έχουμε από το... Τι γίνεται. Τι γίνεται. Γιατί πράγματι η Ελλάδα βρίσκεται σε διαρκή πόλεμο σχεδόν μια δεκαετία. Αν πάρουμε από το 12 μέχρι το 22. Άλλοτε σε μάχες, άλλοτε όχι, αλλά επιστρατευμένοι και τελικά. Και είναι μια διαδικασία πολύ επώδυνη αυτή, το να είσαι απομακρυσμένο από το σπίτι σου, να διακυμνεύεις και τη ζωή σου και να περνάνε τα χρόνια και να μην βλέπεις τίποτα άλλο. Νομίζω ότι ήταν καθολιστικό αυτό. Αλλά δεν νομίζω ότι επικράτησαν οι αντιβενιζελικοί παράταξοι στο μέτωπο. Τώρα, δεν τα θυμάμαι καλά, αλλά είναι ένα θέμα από μόνο του. Νομίζω και οι Βενιζελικοί πήραν υποψηφία στο μέτωπο, αν θυμάμαι καλά. Δεν ξέρω. Κάποιος άλλος? Νομίζω ήταν τόσο πλούσιες όλες αυτές οι συνδύσεις, που δεν χρειάζεται να συζητήσουμε τίποτα. Λοιπόν, σας ευχαριστούμε πολύ. |