516 days | Ilias Anastasiadis | TEDxAthens /

: Μια ευγενική, αλλά συγκρατημένη, κυρία με ρωτούσε αν με ενδιέφερε ακόμα να ενταχθώ στο πρόγραμμα επεξάρτησης από τα τυχερά παιχνίδια και θεαάλφα. Κοίταξα την οθόνη του λάπτοπου μπροστά μου, το είχα στα πόδια μου. Ξεκίνησα το πρόγραμμα, το είχα στα πόδια μου. Ξεκίνησα το πρόγραμμα, το είχα στα πόδι...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Φορέας:TEDx Patras
Μορφή:Video
Είδος:Μαρτυρίες/Συνεντεύξεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: TEDx Patras 2017
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=YCzIfwqM5Kg&list=PLndeeREyJnDTVpHAEo6wIM2j7wgWsj4RJ
Απομαγνητοφώνηση
: Μια ευγενική, αλλά συγκρατημένη, κυρία με ρωτούσε αν με ενδιέφερε ακόμα να ενταχθώ στο πρόγραμμα επεξάρτησης από τα τυχερά παιχνίδια και θεαάλφα. Κοίταξα την οθόνη του λάπτοπου μπροστά μου, το είχα στα πόδια μου. Ξεκίνησα το πρόγραμμα, το είχα στα πόδια μου. Ξεκίνησα το πρόγραμμα, το είχα στα πόδια μου. Ξεκίνησα το πρόγραμμα, το είχα στα πόδια μου. Ξεκίνησα το πρόγραμμα, το είχα στα πόδια μου. Ήταν ένα παιχνίδι πρώτη σε Εθνική Συγκαπούρη. Ήταν ένα παιχνίδι πρώτη σε Εθνική Συγκαπούρη. Κλείσαμε ραντεβού για την επόμενη εβδομάδα. Τέλεια, έχω άλλες 7 μέρες για να παίξω. Αυτό είναι το πρώτο πράγμα που είπα όταν κλείσαμε το τηλέφωνο. Είχα καλέσει το ΚΕΘΕΑ οχτώ μήνες νωρίτερα, το καλοκαίρι του 2011. Μία μέρα που έχασα και τα τελευταία χρήματα μίας αποζημίωσης ύψους περίπου 10.000 ευρώ από το περιοδικό στο οποίο δούλευα για έξι χρόνια και είχε μόλις κλείσει. Την αποζημίωση την είχα πάρει τρεις εβδομάδες νωρίτερα. Το καλοκαίρι του 2011 ήμουν 28 και μετρούσα ήδη 12 χρόνια αισθησμένος στο τζόγο. Έπαιζα συστηματικά από τα 17 μου. Όταν λέω συστηματικά εννοώ ότι το μόνο πράγμα που με ενδιέφερε από τα 17 και με τα σταδιακά ήταν που θα προχωρώνω και χρήματα για να παίζω. Χρήματα αρχικά έβρισκα από τις πιστωτικές κάρτες του παπά μου, που τις φόρτωνα στα κρυφά μέχρι να έρθει το τέλος του μήνα και να το καταλάβει και χρόνο είχα απλέτο καθότι φοιτητής στο πανεπιστήμιο. Στα 21 μου έπιασα την πρώτη μου δουλειά ως δημοσιογράφος οπότε είχα τα δικά μου χρήματα πια για να χάνω και χρόνο δεν είχα και τόσο πολύ δυστυχώς οπότε εξαιτίας αυτού άρχισα να γίνομαι πάρα πάρα πάρα πολύ καλός ψεύτης. Έλεγα ψέματα στους φίλους μου και στις σχέσεις μου για να ακυρώσουμε πράγματα που είχα με κανονίσει και να εξασφαλίσω ακόμα περισσότερο χρόνο για να ταΐσω την εξάρτησή μου. Έπαιζα κυρίως live στοιχήμα στο ίντερνετ έχω δοκιμάσει τα πάντα αν αναρωτιέστε κάποιοι και καζίνο και πόκερ και πράγματα στο πρακτορίο αλλά τίποτα δεν μου έδινε την αδρεαλήνη του live στοιχήματος τις συνεχείς εναλλαγές επίσης ήμουνα μόνος απομονωμένος στο δωμάτιό μου ή στον καναπέ εγώ και το λάπτοπ και η οθόνη που έβλεπα το παιχνίδι δεν έπρεπε να μιλάω με κανέναν καθόλου και αρκετά αντικοινωνικός και θεωρούσα ότι ξέρω τι ποντάρω ξέρω ότι μπορώ να προβλέψω λίγο καλύτερα την εξέλιξη αυτού του πράγματος στο οποίο ποντάρω. Όταν έφτιαξα τη δουλειά μου και είχα να πω σας είπα πάρα πολύ νωρίς τα χρήματά μου και δεν υπήρχαν και οι επιστοτικές κάρδες του μπαμπά πια φρόντιζα να κλέβω χρήματα από το ταμείο της επιγείρησης του αδερφού μου την φορά που με κατάλαβα ένιωσα τη μεγαλύτερη τροπή της ζωής μου. Θα ακολουθούσαν πολλές και ακόμα μεγαλύτερες τροπές. Υπάρχουν δύο εικόνες από την εξάρτηση που είναι ότι πιο κοντά στον πάτο έχω φτάσει ποτέ. Η πρώτη εικόνα είναι να φεύγω ξημερώματα από το πατρικό μου σαν τον κλέφτη για να μην ξυπνήσουν οι γονείς μου, να μην καταλάβουν και να περπατάω μέχρι το περίπτερο, το μοναδικό τότε στην Λιούπολη που πουλούσε τις κάρτες paysafe, αρκετή από σας ίσως γνωρίζετε. Είναι οι κάρτες με τις οποίες χρηματοδοτούσα τους λογαριασμούς μου στο ίντερνετ για να παίξω. Όπως σας είπα υπήρχε μόνο ένα περίπτερο στην άλλη άκρη της Λιούπολης οπότε σαν τον κλέφτη 4-5 ταξιμερώματα περπατώσα 4 χιλιόμετρα μπροσπίσω για να αγοράσω μια κάρτα των 10 ευρώ τα οποία θα χανα 2 ή 3 ή 5 λεπτά αφού γύριζα σπίτι. Η άλλη εικόνα είναι της αυτοκτονίας. Όταν τα περίπτερα που πουλούσαν τις συγκεκριμένες κάρτες είχαν πληθύνη τώρα είναι όλα τα περίπτερα φροντίζα να τις προμηθεύομαι από ένα περίπτερο απέναντι από το σπίτι μου, το πατρικό μου στην άλλη μεριά της λεωφόρου βουλιαγμένης. Στο γύρνα, στα χρόνια της βαθιάς εξάρτησης παύλα απελπισίας σκεφτόμαι πάρα πολλές φορές να κάνω ένα βήμα μπροστά και να πέσω πάνω σε κάποιο διερχόμενο αυτοκίνητο για να τελειώσει λίγο γρήγορα και ρυζικά όλο αυτό που περνάω. Στη σκέψη ότι δεν θα τελειώνει, ότι δεν θα ήταν ακαριέως ο φάνατός μου δίλιαζα και καθόμουν στη θέση μου μέχρι να ανάψει το πράσινο. Το πρώτο πράγμα που μου είπε η Θεανό στο πρώτο μας ραντεβού ήταν η Λεία πρέπει να σταματήσει να παίζει τελείως να καθαρίσει το κεφάλι σου και να αρχίσουμε να δουλεύουμε τους λόγους που σε φέραν εδώ. Το δεύτερο πράγμα που μου είπε ήταν ότι είναι απαραίτητο σχεδόν να φύγω άμεσα από το πατρικό μου μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα χαρακτηριστικά για να αλλάξω ζωή, να αλλάξω παραστάσεις, να πάρω περισσότερες ευθύνες. Και τα έκανε και τα δύο. Και ένα μήνα μετά θα καθόμουν σε έναν κύκλος, σαν αυτό που βλέπουμε στινείες, με άλλους 50 εξαρτημένους δίπλα μου, στην πρώτη ομαδική συναιδρία της ζωής μου. Η ομάδα, έτσι όπως τη λέγαμε. Οι ομάδες γίνονταν κάθε Δευτέρα, 6 με 8 το απόγευμα. Το πρώτο καιρό εκεί, ήμουν ως ή παρόν. Πήγαινα στο ξεκίνημα, έτσι πήγαινε ο κύκλος, ο καθένας σήκωνε το χέρι, έλεγε «Γεια σας, είμαι ο Ηλίας, είμαι εξαρτημένος από τυχερά παιχνίδια και απέχω τόσες μέρες». Είναι η μόνη στιγμή κάθε Δευτέρα που άνοιγα το στόμα μου. Όλο το υπόλοιπο δύο ώρες, λούφαζα στην καρέκλα, ντερπόμουν, δεν μιλάγα σε θέμα τ' άλλο, δεν τοποθετούμουν. Το μόνο που με ένιανζε, ήταν να φύγω 8 η ώρα ακριβώς και να εξαφανιστώ στα στενάκια γύρω από το μετς, πριν έρθει κάποιος άλλος εξαρτημένος και μου κραις την κουβέντα ή μου πει να πάμε να φάμε κάτι, ή να πιούμε όπως συνήθως να κάνουν οι άλλοι εξαρτημένοι, μετά το τέλος ομάδας, για να γνωριστούν λίγο καλύτερα. Μετά από 83 μέρες αποχείς, που ήταν το καλύτερό μου σκόρο αποχείς, μετά από 15-12 χρόνια πόσα έπαιζα, ξανάπαιξα. Ξανάπαιξα, συνέχισα να πηγαίνω στην ομάδα, να μην το λέω, σας είπα πόσο καλώς ήμουν στα ψέματα. Πήγα στην ομάδα, καθόμουν στη θέση μου και λέγα ψεύτικες μέρες αποχείς. Πάρα πολύ γρήγορα, έπαιζα όπως πριν. Τα διέξοδε ήταν ίδια, οι μαύρες σκέψεις, η απομόνωση, η ζημιά στα οικονομικά. Το μόνο που είχε αλλάξει, που έδειχνε να αλλάζει, ήταν η ευχαρίστηση. Πλέον δεν έπαιρνα ευχαρίστηση από τον Τσόγο. Το έκανα με ενοχές, δεν μπορούσα να το ελέγξω. Τουλάχιστον έπαιρνα ευχαρίστηση και αυτό ενδεχομένως, ήταν η πρώτη νίκη της θεραπείας, μόνο στην εξάρτηση. Παρ' όλα αυτά, τα διέξοδα συνέχιζαν να έρχονται και ήταν φανερό πια σε μένα ότι δεν είχε τόσο σημασία αν το ψέμα μου πέρνα και στην άλλη άκρη, αν το έτρωγαν ή δεν το έτρωγαν. Αυτός που έβλαπτα, ήμουν αποκλειστικά εγώ κάνοντας το πράγμα. Έρθε μια δευτέρα, λίγο πριν της έξις το απόγευμα, καθόμουν σ' ένα από αυτά τα στενάκια γύρω από το πράγμα που σας είπα και είχα στη δεξιά μου τσέπη μια pay-safe, η οποία είχα αγοράσει για να παίξω μετά. Έβγαλα την κάρτα απ' τη τσέπη και σχέθηκα το εξής. Ή τη σκίζεις αυτή τη στιγμή και πας μέσα στην ομάδα να ξεκινήσεις μια πρώτη καθαρή και νούρια προσπάθεια, ή την κρατάς, γυρνάς στο σπίτι, τελειώνεις με το πρόγραμμα, αφήνεις τα στεία και τα ψέματα, ξαναπέζεις και ο Θεός βοηθός. Εγκαλή μου τύχη έσκησα την κάρτα και λίγα λεπτά μετά καθόμουν στο κύκλο της ομάδας, είπα τις μέρες μου συστήθηκαν όλοι και έβαλα θέμα. Σήκωσα το χέρι για πρώτη φορά και μου δώθηκε ο λόγος και είπα καλησπέρα, εδώ και ένα μήνα θα σας λέω ψέματα κάθε Δευτέρα. Το βρήκα πάρα πολύ ροϊκό αυτό που έκανα, αλλά περίμενα ακραίες αντιδράσεις. Αντί να με μαλώσουν, τα μέλη της ομάδας με αγκάλιασαν και αυτά είναι η πρώτη φορά που ένιωσα τη δύναμη της ομάδας. Με αγκάλιασαν λέγοντας ότι αυτό το έχουμε κάνει και εμείς. Πολύ γρήγορα, πολύ σύντομα θα έμπαινα σε μια παρέα επιτέλους με άλλους τρεις εξαρτημένους πιο τεριαστούς στο δικό μου προφίλ. Αν αναλογιστείτε ότι η ομάδα ήταν γεμάτη με προποντζίδες ή συνταξιούχους τζοβαδόρους του καφενίου, έγιναν παρέα λοιπόν με έναν μοντέρ, τον Χρήστο, έναν δημοσιογράφο, συνάδελφο τον Εκτάριο και έναν σκηνοθέτης, επίσης Χρήστο. Και εκεί όμως στην αρχή ήμουνα πάρα πολύ μαγκωμένος και επιφυλακτικός. Θυμάμαι χαρακτηριστικά πήγαμε στο σπίτι του πρώτου Χρήστου να φάμε τις πρώτες φορές που πήγαινα και εγώ μαζί τους γιατί αυτή ήταν ήδη μια παρέα. Παραγγέλαμε, τρώγαμε, κερνούσε ο Χρήστος και εγώ έλεγα τουλάχιστον 10 φορές ευχαριστώ πολύ, ευχαριστώ πολύ. Εκνευρίστηκε λοιπόν μια μέρα ο Χρήστος και μου λέει σταμάτα να λες ευχαριστώ πολύ, δεν είμαστε το οίκα, είμαστε φίλοι σου, είσαι εδώ, μας βοηθάς, σε βοηθάμε, με την επικοινωνία πας παρακάτω. Και όντως αφέθηκα και άρχισα να επικοινωνώ και άρχισα να βγαίνω. Ήταν σαν να έχω τρεις σχέσεις ταυτόχρονα, μιλούσα και με τους τρεις κάθε μέρα στο τηλέφωνο. Και σχεδόν κάθε βράδυ της εβδομάδας βγαίναμε ή αράζαμε σε κάποιο σπίτι ή πηγαίναμε να φάμε κάτι, δεν έλεγα ευχαριστώ πολύ πια. Για πρώτη φορά, έχτιζα έναν τείχο ανάμεσα σε εμένα και τον τζόγο, ο οποίος είναι η επικοινωνία, το αντίθετο της απομόνωσης που είναι ο τζόγος και η εξαρτήση γενικότερα. Οι φίλοι μου, οι συγκεκριμένοι τρεις, με πήραν το χέρι και με περάσαν απέναντι, στην άλλη άκρη. Και αυτό είναι κάτι που θα τους ρωτάω για πάντα. Στις 14 Ιουλίου του 2014, κάθεσα στο κύκλο της ομάδας και είπα σε όλους ότι γίνεται. Δεν περίμενα ποτέ ότι θα φτάσει η μέρα της αποφήτησης για μένα. Πηγαίνοντας στο πρόγραμμα, καταλάβατε πόσο ανέτοιμος ήμουν. Είναι ένα γιάννελα τόσο, αυτό είχα πει στο κεφάλι μου. Ούτε αυτό είναι κάτι που πίστευα πολύ. Σίγουρα δεν περίμενα να τελειώσω καθαρός και να αποφητήσω το πρόγραμμα. Παρ' όλα αυτά εκεί, είδα ανθρώπους και τους συνταξιούς και τους προποντζίδες και τους ταξιτζίδες να φωτίζονται, να γίνονται άλλοι άνθρωποι να ακολουθούν τις επιταγές του προγράμματος και της θεραπείας. Να ακούνε πέντε βασικά βήματα, δεν είναι κάτι φοβερό. Είναι κάτι το οποίο είναι να μιλήσεις ψέματα και να γίνονται άλλοι άνθρωποι. Αποφητούσαν και έβλεπα το φως γύρω από το κεφάλι τους. Ήταν συγκλονιστικό. Ήμουν πάρα πολύ χαρούμενος, λοιπόν, στις 14 εσιλίδου του 2014, που ήμουν ανάμεσά τους, πιο καθαρός από ποτέ, μπορούσα να τους κοιτάω στα μάτια και να λέω ότι αποφητώ. Δεξιά μου, οι τρεις φίλοι μου, άκουαν την ομιλία μου πάρα πολύ δακρυσμένη, τους κοιτάγαμε την άκρη του ματιού μου και άλλασα το βλέμμα για να μην πάρουν τα κλάματα. Ένιωθα πάντα το φως γύρω και από το δικό μου κεφάλι. Ένα μήνα μετά την αποφήτηση, ξανάπαιξα. Και όχι απλώς ξανάπαιξα, έκανα τη χειρότερη υποτροπή του ζωής μου. Από τη μία, εφίρμωσα αυτό που ήταν πάντα τζόγος για μένα, ο καλύτερος τρόπος να κλειδώνεις έξω τα προβλήματα και να μην ασχολείσαι. Από την άλλη, όμως, με κυρίευσε ο τρόμος ότι, τι κάνεις. Μετά από δυο μήνες χρόνια στο πρόγραμμα, αφού ξαναπέζεις, τελείωσε. Δεν προέρχεται να σταματήσεις ποτέ. Για τέσσερι συνεχόμενους μήνες, έχανα, έχανα και έχανα και για πρώτη φορά δημιουργήσα ένα πάρα πολύ μεγάλο χρέος από τον τζόγο. Φανταστείτε πόσο απογοητευτικό είναι, μετά από δυο μήνες χρόνια στο πρόγραμμα, να δημιουργώ μετά το μεγαλύτερο χρέος. Χρωστούσα σε 13 διαφορετικούς ανθρώπους, οι οποίοι μου έχουν δώσει χρήματα, προφανώς, για κάποια άλλη δικαιολογία είχα πει, δεν έλεγα ότι θα παίξω. Και υπήρχαν τουλάχιστον άλλοι 13, οι οποίοι είχαν αρνηθεί γιατί δεν μπορούσαν, ή γιατί το κατάλαβαν, ή δεν ξέρω και εγώ γιατί. Όταν στέρευαν οι επιλογές μου και δεν είχα πλέον πολλούς υποψήφιους τα νηστές, έμπαινα στη λίστα των φίλων μου στο Facebook, η οποία είναι κάπως μεγάλη και αποτελείται ως επιτοπλίστανο από ανθρώπους που δεν τους γνωρίζω προσωπικά, είναι αναγνώστες, μπορεί να έχουν διαβάσει κάτι στο One Man, ή στο άλλα site, τις 24 Μίντια και ψαχνά ανθρώπους που θα μπορούσαν να ζητήσουν χρήματα χωρίς πρώτον να με παρεξηγήσουν και χωρίς διαφέρον να με κάνουν ρεζίλι, γιατί δεν ήταν άνθρωποι που ήξερα. Μετά το πρόγραμμα, οι θεραπευτειές μου στο πρόγραμμα μου είχαν συστήσει να συνεχίσω τη θεραπεία εκτός, το ΣΥΚΟΝ έλεγε ο οργανισμός μου, με μια ψυχολόγο εκτός προγραμμάτος. Και έτσι και είχα κάνει, έβλεπα πλέον την ψυχολόγο μου, την Μαρία, που για δύο μήνες πλέον μέσα στην υποτροπή δεν την έβλεπα, γιατί δεν είχα χρήματα να την πληρώσω, είχα εξαφανιστεί. Με τους φίλους μου από το πρόγραμμα δεν μιλούσαμε πια με δική μου ευθύνη, όπως φαντάζεστε, και στο πρόγραμμα ντρεπόμουν να ξαναγυρίσω ένα μήνα μετά την αποφίδιση μου. Η σκέψη για αυτοκτονία, προφανώς, είχαν ευστρέψει πολύ πιο δυνατά από πριν. Λίγο πριν τα Χριτούγεννα το 2014, πήγα να ρίξω ένα στίχημα σε ένα πρακτορίο πίσω από τη δουλειά μου, δεν είχα ιδέα ότι θα παίξω, δεν μ' ένιανζε πλέον ότι παίζω, έπαιζα για να μπορώ να σηκωθώ από το κρεβάτι, έπαιζα για να μπορώ να δουλέψω. Χτύπησα το τηλέφωνο. Και ήταν η Μαρία, η ψυχολόγος μου, και το σήκωσα ασυνέστητα καρία. Μου λέει, που έχεις κάθε δυο μήνες, έχω ανισχύσει, ξεφύσηξα και τσίπα τα πάντα. Η φωνή μου, μόλις που έβγαινε, αλλά ήτανε λες και ούρλιαζα για πωλήθεια. Της είπα τα πάντα και μου λέει, το έχω καταλάβει. Και είναι πάρα πάρα πολύ πικίνδυνο αυτό που κάνεις, γι' αυτό και σε πήρα τηλέφωνο, δεν συνηθίζω να παίρνω ασθενείς που δεν ξανάρχονται. Έλα αύριο να με δεις. Μου λέει, Μαρία, θα ήθελα πάρα πολύ, αλλά δεν έχω καθόλου χρήματα να στώσω. Και μου λέει, έλα αύριο και θα σου κάνω δώρο τη συναιδρία. Και από την επόμενη μέρα άρχισα πάλι να μετράω μέρες καθαρός και να έχω πλέον ένα πλάνο σαφές για την αποπληρωμή των χρεών μου, το οποίο με βοήθησε η Μαρία να στήσουμε. Για να φτάσω από την πρώτη μέρα αποχής στη δέκατη, ήταν πλέον σαν να σκαρφαλώνω ένα βουνό κάθε μέρα. Στη μέρα δεκατέσσερα, πήρα μια απόφαση. Κάθε φορά που θα ήθελα να παίξω πλέον, θα καθόμουν και θα έγραφα 500 λέξεις για την εξάρτησή μου, για την ιστορία σώλια στην εξάρτηση. Και το κόλπ αρχίσα να πιάνει. Μετά από κάθε 500 λέξεις, αισθανόμουν όλο και πιο δημιουργικός. Στη μέρα 24, βάφτησα όλο αυτό το πρότζεκτ με τις σημειώσεις και το γράψιμο Δευτέρα, στο μυαλό μου, προς τιμήν των ομάδων, που μου άλλαξαν την ζωή. Και στη μέρα 33, μου πέρασε από το μυαλό ότι μια μέρα όλο αυτό θα μπορούσε να γίνει βιβλίο, να κυκλοφορεί εκεί έξω. Στη μέρα 48, τηλεφώνησα σε ένα από τους τρεις φίλους μου από το πρόγραμμα, που είχαμε χαθεί, του είπα τα πάντα. Και τη μέρα 49, βρέθηκα με έναν άλλον. Στη μέρα 67, έβαλα έναν σαφές πλάνο για το βιβλίο μου. Λέω, στο μυαλό μου έγραφα βιβλίο. Έγραφα πέντε μέρες στη δωμάδα από 500 λέξεις, δεν του ήξερε κανείς. Το ξέραν μόνο οι φίλοι μου και δεν είχα ιδέα ποιος, πότε και αν θα εκδόσει αυτό το πράγμα. Στη μέρα 125, η Μαρία μου είπε πόσο περήφανη ήταν για την προσπάθειά μου και εγώ της είπα ότι αν δεν ήταν το τηλέφωνο της, δεν ξέρω που θα βρισκόμουν. Το ίδιο βράδυ, έγραψα το κεφάλαιο με τη χειρότερη υποτροπή της ζωής μου και το τηλέφωνο της Μαρίας που με τράβηξε από τα μαλλιά. Στη μέρα 171, έμαθα ότι η εκδοσία ski books ενδιαφέρονται να κάνουμε ένα ραντεβού. Και στη μέρα 176, έφευγα από τα γραφεία τους στην Ακαδημίας χωρίς να πατάω κάτω. Μου είχαν ανακοινώσει ότι θέλουν να βγάλουν το βιβλίο μου. Στην πόρτα, φεύγοντας, με πρόλαβαν και με ρώτησαν, έχεις σκεφτεί κάποιο τίτλο και τελείωσα αυτό ρε μου, θα τους είπα Δευτέρα. Και ο τίτλος φανεί και να τους αρέσει. Στη μέρα 516, η Δευτέρα οδεύει προς τη τρίτης έκδοση και εγώ είμαι εδώ μπροστά σας για να σας πω ότι όσες φορές κι αν πέσουμε, αφενός πρέπει, αλλά σίγουρα μπορούμε να ξανασυγκωθούμε. Αυτός είναι και ο μόνος δρόμος. Σε ευχαριστώ. Ευχαριστώ.