: [♪ Μουσική Καλημέρα, παιδιά! Ονομάζομαι Σοφία Κλαδά και σήμερα θα κάνουμε μάθημα για την καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο. Πριν ξεκινήσουμε το μάθημα της Ιστορίας, θα κάνουμε μία παρένθεση. Θέλω να μάθετε ότι αυτό το μάθημα που μιλάει για την καθημερινή ζωή στην πραγματικότητα δεν είναι μάθημα Ιστορίας, αλλά είναι μια άλλη επιστήμη που είναι ξαδέρφη της Ιστορίας. Αυτή η επιστήμη μιλάει μόνο για την καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Δεν μιλάει ούτε για πολέμους, ούτε για μάχες, ούτε για αποφάσεις πολιτικές των βασιλιάδων και των αυτοκρατόρων. Αυτά είναι η Ιστορία. Η Ιστορία που ασχολείται με την καθημερινότητα των ανθρώπων ονομάζεται λαογραφία. Είναι μια διαφορετική επιστήμη, αλλά είναι σαν να λέμε ξαδέρφη της Ιστορίας. Το μάθημα λοιπόν που θα κάνουμε σήμερα είναι καθαρά λαογραφικό. Θα μιλήσουμε για πάρα πολλά πράγματα που συνέβαιναν στην καθημερινή ζωή των Βυζαντινών. Θα δούμε και κάποιες εικόνες και μετά μπορείτε και στο σπίτι να κάνετε και εσείς την ρευνά σας. Λοιπόν, είχαμε μάθει ότι ο Κωνσταντίνος μετέφερε την πρωτεύουσα από τον Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη, στο Βυζάντιο. Αυτό το έκανε ο Κωνσταντίνος για πάρα πολλούς πολιτικούς, γεωγραφικούς και εμπορικούς λόγους. Είχε μια εξαιρετική θέση. Ήταν ένα λιμάνι το οποίο ήταν ανάμεσα στην Ανατολή και στη Δύση. Ήταν πλούσια περιοχή. Αλλά εκτός από όλους τους πολιτικούς λόγους που διάλεξε να γίνει αυτή η μεταφορά, ήταν και πάρα πολύ ωραία. Ήταν πάρα πολύ ωραίο σημείο εκεί στην Κωνσταντινούπολη. Για ποιο λόγο συνέβαινε αυτό, γιατί, για να διαβάσουμε τι λέει. Η Κωνσταντινούπολη ήταν χτισμένη στις πλαγιές επτά λόφων. Τι σημαίνει επτά λόφοι, όποιος μένει πάνω σε βουνό ξέρει τι σημαίνει αυτό. Όταν μένεις πάνω σε ένα λόφο, σε ένα βουνό, έχεις θέα. Τώρα φανταστείτε να είναι και επτά οι λόφοι, είχαν θέα παντού. Και ο Κωνσταντίνος είχε απαγορέψει ο γείτονας να χτίσει σπίτι και να κλείσει τη θέα. Οπότε σε οποιοδήποτε σπίτι και να μέναν, οι άνθρωποι της Κωνσταντινούπολης είχαν θέα. Γι' αυτό λοιπόν το λόγο την ονομάσαν επτά λόφοι. Το βλέπουμε εδώ με τα σκούρα μαύρα γράμματα, επτά λόφοι. Όλα λοιπόν τα σπίτια βλέπαν τις θάλασσες του Βοσπόρου, της Προποντίδας και του Κεράτιου Κόλπου. Να πούμε λοιπόν ότι εκείνη την εποχή, φυσικά, οι άνθρωποι δεν είχαν ούτε τηλεόραση, ούτε ίντερνετ, όπως έχουμε τώρα εμείς. Οπότε δεν είχαν και κάποιο τρόπο μέσα στο σπίτι να διασκεδάσουν. Ο μοναδικός χώρος που είχαν να πάνε οι άνθρωποι και να βγουν από το σπίτι, και να μιλήσουν με το γειτονά τους, να μιλήσουν με φίλους τους, ήταν οι αγορές και οι πλατείες. Αυτό μπορεί να το έχετε δει στα χωριά. Όταν πάτε το καλοκαίρι το πάσα στο χωριό, αν μένετε σε κάποια πόλη, βλέπετε ότι ο κόσμος, κατά κύριο λόγο και σήμερα, συναντιέται στην πλατεία του χωριού. Η πλατεία και η αγορά ήταν μια ευκαιρία και για τις γυναίκες κυρίως, να βγουν έξω, να κάνουν ταψόνια τους, να μιλήσουν με άλλες γυναίκες. Και γιατί ήταν σημαντικό για τις γυναίκες περισσότερο? Γιατί οι γυναίκες τα παλαιότερα χρόνια και όχι τόσο παλιά, μέχρι πρόσφατα, δηλαδή μέχρι την εποχή των γιαγιάδων μας, οι γυναίκες θεωρούσαν ότι ήταν λίγο κατώτερες από τους άντρες. Θεωρούσαν ότι οι γυναίκες έπρεπε να είναι μέσα στο σπίτι. Η γυναίκα άνοιγε στον πατέρα της και άνοιγε μετά στον σύζυγό της, οπότε έπρεπε να είναι κλεισμένη στο σπίτι και να κάνει τις δουλειές του σπιτιού. Πάρα πολύ σπάνια γυναίκα επιτρεπόταν να κυκλοφορήσει έξω, οπότε για αυτές ήταν μεγάλη ευκαιρία να πάνε στην αγορά, να μιλήσουν με έναν άνθρωπο, να βγουν απ' το σπίτι, έτσι, δεν μπορούσαν όλη μέρα κλεισμένες μέσα. Πήγαιναν λοιπόν οι Βυζαντινοί, που είναι λοιπόν χώρος συνάντησης και καθημερινής επικοινωνίας των Βυζαντινών. Ήταν οι πλατείες και οι αγορές της πόλης. Οι μεγαλύτεροι από αυτές έφερε το όνομα του ιδρυτή της και ήταν στο μέσο της Μέσης Λεωφόρος. Τώρα, τι ήταν η Μέση Λεωφόρος. Φανταστείτε, η Μέση Λεωφόρος είναι σαν να λέμε μια τεράστια λεωφόρο. Πώς έχουμε εμείς στην Αθήνα την Ερμού, που ξεκινάει από την πλατεία του Συντάγματος και κατεβαίνουμε όλη την Ερμού και φτάνουμε στο μοναστηράκι. Εκεί λοιπόν τι έχει. Έχει δεξιά και αριστερά, έχει μαγαζιά. Έτσι ακριβώς ήταν εκεί η Μέση Λεωφόρος, είχε δεξιά και αριστερά, είχε μαγαζιά. Εκεί βέβαια, ήταν και τα πιο ακριβά μαγαζιά, ζούσαν εκεί, είχαν τα σπίτια τους, οι πιο πλούσιες οικογένειες. Εννοείται ήταν στο κέντρο, άρα και σήμερα για να μην είναι ακριβώς στο κέντρο, είναι ακριβό το σπίτι. Εκεί λοιπόν είχαν οι πλούσιες οικογένειες, τα σπίτια τους. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς ήταν η Μέση Λεωφόρος είναι στην Κέρκυρα, των ληστών. Δεξιά και αριστερά της Μέσης Λεωφόρου υπήρχαν τοξοτές τοές και εκατοντάδες καταστήματα, από τα οποία οι Βυζαντινοί αγόραζαν ό,τι επιθυμούσαν. Εδώ είχαν και τα σπίτια τους, οι πιο έφορες οικογένειες. Τα σπίτια των Βυζαντινών ήταν φτιαγμένα από τι? Ήταν φτιαγμένα όπως σήμερα, με τσιμμέντα και τούβλα? Όχι βέβαια, τα σπίτια των Βυζαντινών και γενικά των παλαιότερων ανθρώπων ήταν φτιαγμένα από πέτρα και ξύλο. Γιατί? Γιατί φτιάχναν τα σπίτια από πέτρα και από ξύλο. Τα φτιάχναν έτσι, γιατί ήταν το μοναδικό φυσικό υλικό που υπήρχε γύρω γύρω στο περιβάλλον. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα βυζαντινής πόλης είναι η καστροπολετία του Μυστρά. Αν κάποιος έχει την τύχη να πάει να επισκεφτεί την καστροπολετία του Μυστρά, πραγματικά θα νιώσει σαν να κάνει ταξίδι πίσω στον χρόνο. Μένουμε μέσα και βλέπουμε δρόμους πλακώστροντους και σπίτια με πέτρα. Και εκεί καταλαβαίνουμε πώς ταξιδεύουμε πίσω στον χρόνο. Πώς ήταν η ζωή των Βυζαντινών τότε. Για να δούμε μερικές εικόνες με τα σπίτια της εποχής. Εδώ βλέπουμε ένα ψηφιδωτό. Και τι είναι το ψηφιδωτό? Να θυμίσω, το ψηφιδωτό είναι η μορφή τέχνης που είχαν εκείνη την εποχή στο Βυζάντιο. Ήταν μικρές-μικρές πετούλες, τις οποίες ήταν χρωματιστές και τις ενώνανε μία-μία-μία-μία-μία-μία. Και φτιάχνανε μια εικόνα. Αυτή ήταν η τέχνη της εποχής, τα ψηφιδωτά. Βλέπουμε λοιπόν εδώ στα ψηφιδωτά της εποχής πώς ήταν τα σπίτια. Βλέπουμε είναι κάστρο φτιαγμένο από πέτρα. Να δούμε και μια άλλη εικόνα. Και εδώ ένα μεγάλο τέμενος. Και αυτό φτιαγμένο από πέτρα, μέσα στα δέντρα. Πέτρα και ξύλο. Βλέπουμε διάφορα. Και εδώ βλέπουμε μία ορθογώνια βασιλική εκκλησία. Έχουμε πει για τα είδη βασιλική με τρούλο και ορθογώνια. Και αυτή φτιαγμένη από πέτρα και ξύλο. Και εδώ βέβαια μπορώ να κάνω και μια παρένθηση. Και θα μου πείτε, μα κυρία, ναι, όλα πέτρινα είναι. Δεν είναι όλα πέτρινα. Όλα πέτρινα είναι στην Ελλάδα, που έχει πάρα πολλά βουνά. Εάν σκεφτείτε λίγο τα παραμύθια τα λαϊκά που ξέρετε, τι λένε. Λένε ότι χάθηκε ο Κοκκινοσκουφίτσα, χάθηκαν ο Χάνσιλ και η Γκρέταλ και πού πήγαν σε ένα ξύλινο σπιτάκι. Γιατί τα παραμύθια τα λαϊκά, τα οποία είναι όλα από τη Βόρεια Ευρώπη αυτά που λέμε, γιατί τα σπίτια είναι όλα ξύλινα. Γιατί δεν είναι πέτρινα όπως έχουμε εμείς εδώ πέρα. Γιατί τα παραμύθια αυτά που είναι από τη Βόρεια Ευρώπη, αυτά τα παραμύθια στον Βορρά έχει τεράστια δάση. Έχει ατελείωτα δέντρα. Όπως στην Ελλάδα που είμαστε στο Λοβουνά και λίγα δέντρα, μιλάμε για ατελείωτα δέντρα, οπότε και οι άνθρωποι, να το πάλι το φυσικό περιβάλλον, παίρναν τα δέντρα και φτιάχνανε ξύλινα σπίτια, ακόμα και σήμερα τα σπίτια τους είναι ξύλινα. Συνεχίζουμε λοιπόν, είπαμε στο Βυζάντιο τα σπίτια ήταν πέτρινα με ξύλο. Να το λοιπόν, εδώ είναι Μυστράς, το παλατάκι του Μυστρά, είναι ένα αρχοντικό σπίτι της εποχής. Βλέπουμε, είναι φτιαγμένο όλο με πέτρα, τοξοτά εδώ. Και γιατί ήταν έτσι τοξοτά, θα με ρωτήσετε. Γιατί είναι ένας αρχιτεκτονικός τρόπος, το τόξο στηρίζει το βάρος του κτιρίου. Γι' αυτό και οι γέφυρες, οι πέτρινες που υπάρχουν στην Ήπειρο πάνω, και αυτές είναι γεμάτες τόξα, για να στηρίζουν το βάρος. Αυτό δεν πέφτουν, είναι τόσα χρόνια που έχουν φτιαχτεί. Βλέπουμε εδώ το μπαλκονάκι που είναι μικρό και ξύλινο. Και γιατί είναι μικρό, θα με ρωτήσετε. Γιατί δεν φτιάχνουν ένα ωραίο μεγάλο μπαλκόνι όπως φτιάχνουμε εμείς σήμερα να κάθονται, να λιάζονται. Γιατί πρώτον το ξύλο δεν μπορεί να είναι ατελείωτο, θα σπάσει, θα ραγίσει και θα πέσει το μπαλκόνι. Άρα αναγκαστικά τα μπαλκόνια της ήταν λίγο μικρά, δεν μπορούσαν να έχουν τεράστια μπαλκόνια. Δεύτερον, θυμίζω ότι η θέση της γυναίκας εκείνη την εποχή, δεν ήταν η θέση της γυναίκας έξω, να τη βλέπουν οι άντρες της περιοχής, έπρεπε να είναι κλεισμένη μέσα στο σπίτι. Άρα το μπαλκόνι στην ουσία ήταν και άχρηστο. Έβγαινε από την άξη ένα ρούχο, ξαναμπήνε μέσα. Απαγορευότανε. Ήταν εντροπή η γυναίκα να υπάρχει έξω. Είπαμε λίγα πράγματα για τα σπίτια στο Βυζάντιο. Να πούμε και λίγο για τους δρόμους, πέντε πράγματα. Θα έχετε παρατηρήσει ότι σε κάποια παραδοσιακά χωριά, οι δρόμοι δεν είναι φτιαγμένοι με άσφαλτο. Αλλά με τι είναι φτιαγμένοι? Με πέτρες. Είναι φτιαγμένοι με μεγάλες πέτρες, μεγάλα πλακόστρωτα. Και γιατί το κάνανε αυτό, γιατί κουβαλάγανε ολόκληρες πέτρες και φτιάχνανε δρόμους. Γιατί δεν τα αφήνανε με χώμα. Γιατί το χώμα, όταν βρέχει, τι γίνεται? Γίνεται λάσπη. Και όταν γίνεται λάσπη, δυσκολεύονται να περπατήσουν και οι άνθρωποι, αλλά κυρίως δεν μπορούσαν να προχωρήσουν τα κάρα και οι άμαξες. Είχαν τα κάρα τους τότε οι άνθρωποι με τις ρόδες ξύλινες και είχαν μέσα τα προϊόντα τους και μεταφέρανε πράγματα. Άμα λοιπόν βούλιαζε μέσα στη λάσπη δεν μπορούσε να προχωρήσει. Ήταν απαραίτητο λοιπόν, υπάρχουν και δρόμοι και τότε, όχι μόνο σήμερα που έχουμε αυτοκίνητα. Άρα λοιπόν υπάρχουν οι πλακόστρωτοι δρόμοι, οι δρόμοι με τις πλάκες, για να διευκολύνουν τα κάρα. Σήμερα βέβαια δεν διευκολύνουν και τόσο πολύ οι πλακόστρωτοι, γιατί εμείς οι γυναίκες με τα τακούνια περπατάμε στις πλάκες και δεν μπορούμε να σερροπίσουμε. Όλα καλά και όλα ωραία και ούτες πλούσιος. Θα διαβάσουμε και τους τοχούς ανθρώπους τώρα, γιατί η πλειοψηφία των ανθρώπων δεν ήταν πλούσια. Οι πιο πολλοί άνθρωποι ήταν φτωχοί. Και όταν λέμε φτωχοί, μιλάμε δεν είχαν δεύτερο ρούχο να φορέσουν. Εκτός λοιπόν από τις σταθερές αγορές, υπήρχαν και οι υπέθριες. Τι είναι η υπέθριη αγορά? Η αγορά που δεν έχει κατάστημα, δεν έχει μαγαζί, είναι δηλαδή κάτι σαν τη δική μας λαϊκή αγορά. Ακριβώς το ίδιο βασικά είναι. Ήταν λαϊκές αγορές της εποχής, όπου οι άνθρωποι πηγαίνανε και πουλούσανε τα πράγματά τους. Φρούτα, λαχανικά, φαγητά, ζώα. Γιατί τα ζώα τα αγοράζανε εκεί τότε. Αν δεν είχες δικό σου ζώο, δεν είχες κρέας να φας. Το γουρούνι, την γελάδα. Για να δούμε λίγο τις εικόνες, την εικόνα εδώ. Βλέπουμε λοιπόν εδώ στην εικόνα. Βλέπουμε, αν παρατηρήσουμε τον τείχο που είναι όλα λίγο γκρεμισμένα, είπαμε φτωχοί άνθρωποι. Βλέπουμε εδώ το κάρο που έχει μέσα φρούτα και λαχανικά. Αυτό είναι και είδος πρώτης ανάγκης. Θα σας εξηγήσω μετά γιατί το λέω. Πρώτη ανάγκη. Πρέπει να φας για να επιβιώσεις. Για να δούμε. Και βλέπουμε και εδώ που πουλάνε τι. Τι είναι αυτά? Χαλιά? Μπορεί να είναι χαλιά. Μπορεί όμως να είναι και υφάσματα. Γιατί πουλάνε υφάσματα? Γιατί πουλάγανε υφάσματα στις αγορές, στις υπαίθριες. Σήμερα δεν πουλάνε σλαϊκές. Πουλάνε υφάσματα, ναι. Πουλάνε υφάσματα για να φτιάξεις κουρτίνες. Όμως τότε πουλάγανε υφάσματα για να φτιάξεις ρούχα. Ρούχα έτοιμα δεν υπήρχανε. Και δεν υπήρχανε μέχρι πάρα πολύ πρόσφατα. Άμα δείτε, δηλαδή, ελληνικές ταινίες, το Βουτσά που είναι, έχει ένα μαγαζί, πουλάει υφάσματα. Τότε η γυναίκα, πάλι γυναίκα, που ήταν στο σπίτι κλεισμένη, έπρεπε να ξέρει να ράβει και να πλέκει, είχαν και τον αργαλιό τους και φτιάχναν τα ρούχα που φοράγανε οι άνθρωποι του σπιτιού. Δεν υπήρχε, πάω να αγοράσω ένα παντελόνι, να αγοράσω μια μπλούζα. Επίσης οι άνθρωποι τότε δεν είχαν πολλά ρούχα όπως έχουμε εμείς. Είχαν ένα ρούχο που φορούσανε καθημερινά και ένα ρούχο για μια καλή περίσταση. Δηλαδή, μια Κυριακή στην εκκλησία, γιατί η εκκλησία τότε ήταν και το γεγονός της εβδομάδας. Αυτό ήταν και ο μοναδικός λόγος να βγουν από το σπίτι. Ήταν μια γιορτή, ήταν ένα πανηγύρι, αυτοί ήταν οι λόγοι που βγαίναν από το σπίτι. Φοράγαν λοιπόν το καλό ρούχο, το έκανε στον παούλο και το φοράγανε μόνο τότε, αλλιώς καθημερινό. Τα ρούχα επίσης, να ξέρετε, δεν τα πλένανε πλεντήριο, τα πλένανε πάρα πολύ σπάνια. Λέω, όταν το ρούχο πλένανε νεράκι μόνο στο λεκέα πάνω. Γιατί? Γιατί τα ρούχα καταστρεφόντουσαν. Δεν ήταν όπως τα υλικά τώρα, που το βάζω στο πλεντήριο κάθε εβδομάδα και το έχω χρόνια. Οι υπέθρησες αγορές λοιπόν λειτουργούσαν στο κέντρο και τις λαϊκές συνοικίες της πόλης, ονεισμένες ημέρες της εβδομάδας, όπως και οι λαϊκές ακριβώς. Εκεί πολλούσαν τα προϊόντα τους, πολύ παραγωγή και βιοτέχνη σε καλύτερες τιμές. Γι' αυτό και πήγαινε πολλείς κόσμος. Σε αυτές λέει, σύγχναζαν και πλανόδοι διασκεδαστές. Τι είναι οι πλανόδοι διασκεδαστές? Ήταν ειδοπλοί, ήταν μύμοι, ήταν ακροβάτες, τραγουδιστές και οργανοπέκτες. Ξαναλέω, εκείνη την εποχή δεν υπήρχε τηλεόραση, δεν υπήρχε ίντερνετ. Εμείς τώρα που είμαστε στο σπίτι τι κάνουμε? Συνέχεια βλέπουμε τηλεόραση, συνέχεια βλέπουμε ίντερνετ, να δούμε βιντεάκια που μας αρέσουν, ακούμε μουσική, ακούμε ραδιόφωνο. Τίποτα από αυτά δεν υπήρχε, τίποτα. Το σπίτι δεν ήταν καθόλου ένα ωραίο μέρος να μένεις. Οπότε πήγαιναν στην αγορά όπου ερχόντουσαν όλοι αυτοί και κάνουν παραστάσεις. Ήταν ακροβάτες και έκαναν ακροβατικά, ήταν μύμοι, έκαναν μυμίσεις, ήταν άνθρωποι που είχαν το σκύλο τους μαζί ή μια μαϊμού ή οτιδήποτε και τους έκαναν κόλπα και διασκέδαζε ο κόσμος, δεν τα είχαν δει πουθενά αυτά. Περιμένανε κάποιους να έρθει στο χωριό, δεν ταξιδεύανε οι άνθρωποι τότε ότι είναι Χριστούγεννα και πάει ταξίδι. Δεν υπήρχε ταξίδι. Σπίτι. Οπότε η αγορά ήταν το μοναδικό μέρος που οι άνθρωποι περιμένανε να διασκεδάσουν. Υπήρχαν δύο είδη μουσικής. Κατά κύριο λόγο η βυζαντινή μουσική, αυτή που έχουμε και σήμερα και ξέρουμε και μπορούμε να βρούμε βίντεο και να ακούσουμε, είναι η εκκλησιαστική μουσική. Αυτή έχει σοφή. Όμως αυτή ήταν η επίσημη μουσική, αυτή που η εκκλησία έλεγε ότι πρέπει να τραγουδάμε και να ακούμε. Στην πραγματικότητα όμως δεν υπήρχε μόνο αυτή η μουσική. Υπήρχε και η κοσμική μουσική, δηλαδή η μουσική του κόσμου. Ο κόσμος στο πανηγύρι και στις γιορτές δεν άκουγε η εκκλησιαστική μουσική. Άκουγε άλλα τραγούδια. Μπορείτε να το βρείτε στο σπίτι, αν ψάξετε κοσμική βυζαντινή μουσική. Ήτανε πολύ χαρούμενη η μουσική, έτσι. Παίζανε παραδοσιακά όργανα και τραγουδάγανε. Οι γλώσσες που έχουν σωθεί, δυστυχώς δεν έχουν σωθεί, έχουν σωθεί ελάχιστα και ξέρουμε σήμερα. Είναι μόνο ιταλικά και ισπανικά, τίποτε άλλο. Δεν έχουμε άλλες καταγραφές σήμερα. Και να πούμε επίσης, πάλι για τη γυναίκα, ότι οι γιορτές που ήταν η μουσική και χορεύανε αντικριστά άντρες και γυναίκα, ήταν και η μοναδική ευκαιρία που είχαν οι γυναίκες να βγουν από το σπίτι και να δουν ξένους άντρες. Δεν είχαν άλλη ευκαιρία. Ήταν και μάλιστα ένας τρόπος να γνωρίσουν και τον σύζυγο που θα παντρευτούν. Έπρεπε να τον συνοδεύει ο πατέρας να πάνε στη γιορτή, στο πανηγύρι, και χορεύοντας, να κουμπήσουν ένα στο χέρι του άλλου, γιατί μόνο αυτό επιτρεπότανε, και έτσι να κάνουν μια γνωριμία, αυτός είναι ο γιος μου, αυτή είναι η κόρη μου, να γνωριστούμε, να παντρευτούμε. Τέλος, αυτό ήταν η μοναδική ευκαιρία για τις γυναίκες, λοιπόν, να κάνουν και ένα προξενειό. Την επίβλεψη της αγοράς, δηλαδή έλεγχε ότι όλα πηγαίνουν σωστά, την είχε ο έπαρχος της πόλης, έπαρχος, δηλαδή επαρχία, ένα μεγάλο γεωγραφικό κομμάτι, σαν να λέμε τώρα υπουργός εμπορίου. Υπήρχε λοιπόν ένας έπαρχος, ο οποίος έλεγχε, ενημερωνόταν για τις τιμές, και αν υπήρχαν όλα τα προϊόντα, μην είχε κάποια επαρχία πρόβλημα και δεν πήγαινε φαγητό, ή μην ήταν κάποιος ο οποίος έκανε εσχροκέρδια. Εσχροκέρδια τι είναι? Προσπαθώ να κερδίσω λεφτά με εσχρό τρόπο, δηλαδή πουλάω κάτι πανάκριβα, γιατί ξέρω ότι δεν έχουν έναν το αγοράσανε από κάποιον άλλον, οπότε σου λέει μόνο εγώ έχω γουρούνι που θες να πάρεις σπίτι σου. Και τι λέει γουρούνι συνέχεια για το γουρούνι, ήταν το κρέας που θα τρώγανε τα Χριστούγεννα. Αυτό είχαν, δεν είχαν όλο κρέας, όσπρια και λαχανικά τρώγανε οι άνθρωποι. Λοιπόν, δεν μπορούσε λοιπόν το γουρούνι να το πουλήσει δεκαπλάσια τιμή, έπρεπε λοιπόν ο έπαρχος να ελέγχει ότι όλα τα πουλούσανε την τιμή που πρέπει. Να διαβάσουμε και για τις γιορτές το παράθεμα. Αν και είπαμε πολλά πράγματα για τις γιορτές, οι Βυζαντινοί είχαν πολλές γιορτές δημόσιας, οικογενειακές και θρησκευτικές. Τυμούσαν ιδιαίτερα τους τοπικούς αγίους και μετήχανε ευχάριστα στις εκδηλώσεις λατρείας της. Και εξηγώ. Στις παραδεισιακές κοινωνίες η ζωή ήταν κυκλική. Δηλαδή, οι άνθρωποι περιμένανε συγκεκριμένες περιόδους για να γιορτάσουν Πάσχα, Χριστούγεννα, Απόκριες και τοπικός Άγιος. Και εσείς όταν έχετε τον Άγιο της περιοχής, τι κάνουν τα σχόλια, δεν κλείνουνε, δεν έχει πανηγύρι που πάτε και ψωνίζετε ένα παιχνιδάκι και παίζετε. Ο Πολίουχος Άγιος. Αυτό ακριβώς κάνανε και οι Βυζαντινοί. Περιμένανε τη γιορτή του Πολίουχου Αγίου για να πάνε, όχι για να κλείσουν τα σχολεία, γιατί σχολεία πηγαίνανε μόνο οι πάρα πολύ πλούσιοι, δεν υπήρχε πάο σχολείο. Περιμέναν λοιπόν τις γιορτές αυτές για να πάνε να διασκεδάσουν. Να βάλουν το καλό το ρούχο που λέγαμε. Δεν υπήρχαν άλλες ευκαιρίες. Πήγαιναν λοιπόν εκεί και υπήρχαν οι μουσικοί. Βλέπουμε εδώ στην εικόνα τους μουσικούς που κρατάνε τα παραδοσιακά όργανα. Στα πανηγύρια που γίνονταν τη μέρα της γιορτής τους, μετά πεθεία λειτουργία, έτρωγαν, έπιναν, χόρευαν και τραγουδούσαν. Τους άρεσε ιδιαίτερα η μουσική και πολλοί έψελναν, τραγουδούσαν και έπαιζαν μουσικά όργανα. Να δούμε και μερικές εικόνες από την Ιμπωροπανήγηρη. Βλέπουμε εδώ πνευστά, έγχορδα, κρουστά και άλλη ζωγραφιά με παράσταση μουσικών. Χορού. Και εδώ παράσταση χορού. Μουσική και χορευτές. Αυτό ήταν το μάθημα για την καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο. Βλέπουμε λοιπόν τελικά η καθημερινή ζωή των ανθρώπων, παρότι είναι πόσα χρόνια πίσω, πόσες ομοιότυπες έχει με τη σημερινή μας ζωή. Παρότι λοιπόν δεν είχαν τα τεχνικά μέσα που εμείς έχουμε σήμερα, η επιθυμία τους για διασκέδαση και για να βγουν έξω και να περάσουν καλά είναι ακριβώς η ίδια που έχουμε σήμερα. Σας ευχαριστώ πολύ και τα λέμε στο επόμενο μάθημα. |