σύντομη περιγραφή: Υπόσχεσθαι, λοιπόν, σιγά σιγά στον χώρο της ιστορίας της χημείας, η οποία, βεβαίως, δεν είναι ανεξάρτητη από την ιστορική εξέλιξη των υπολοίπων επιστημών, οι οποίες, όπως είπαμε, στα αρχικά τους στάδια, τουλάχιστον, δεν είναι ανεξάρτητες από την εξέλιξη της φιλοσοφίας, από την οποία προέκυψαν. Βεβαίως, όσον αφορά την χημεία, δεν είναι ανεξάρτητη από την ιστορική εξέλιξη των υπολοίπων επιστημών, οι οποίες, όπως είπαμε, στα αρχικά τους στάδια, τουλάχιστον, δεν είναι ανεξάρτητες από την εξέλιξη της φιλοσοφίας, από την οποία προέκυψαν. Βεβαίως, όσον αφορά την χημεία, υπάρχει η χημεία-χημεία και η χημική τεχνολογία. Η χημική τεχνολογία προϋπήρξε της χημείας, με την έννοια όχι της τεχνολογίας, όπως την έχουμε γνωστή στην καθημερινότητά μας στην τωλή, αλλά με την έννοια της τεχνικής πάνω σε χημικές διαδικασίες. Είναι λοιπόν κατανοητό ότι η τεχνική για κάποιες διαδικασίες πρακτικές, από τις οποίες μέσω χημικών αντιδράσεων προέκυπται κάποιο αποτέλεσμα, είναι πάρα πολύ παλιότερη από την θεμελίωση της χημείας ως επιστήμης. Αυτή η θεμελίωση έγινε κάπου και στον 17ο αιώνα. Η διαφορά τώρα μεταξύ της τεχνικής, δηλαδή έτσι, του προδρόμου της χημικής τεχνολογίας και της χημίας, είναι η εξής. Και θα σας κάνω μια μικρή αφήγηση εδώ πέρα. Αυτή την αφήγηση μου την κάνε και εμένα όταν ήμουν μικρός και σίγουρα ανταποκρίνεται σε κάποιο πραγματικό γεγονός. Βεβαίως έτσι περιγράφεται με μορφή ανεκροτολογική, οπότε είναι σαν μια ιστορία. Λοιπόν, σίγουρα είναι πραγματικότητα. Η ιστορία ενός εξής, είναι κάποιος πατέρας που ζει σε ένα σχετικά ορεινό χωριό και έχει ένα παιδί. Δεν έχει χωράφια και κτήματα και ζώα για να το αφήσει. Σκέφτεται λοιπόν τι θα κάνει. Κάνει λοιπόν μια έρευνα αγοράς, ας το πούμε, με τη σύγχρονη ορολογία και βλέπει ότι δεν υπάρχει κανένας στο χωριό και στην περιοχή γύρω που να κάνει πύληνα κατασκευάσματα. Λοιπόν, είναι καλή ευκαιρία να μάθω το παιδί μου αυτή την τέχνη. Εκείνο λοιπόν τον καιρό, στα τέλη του 19ου και σ' αρχής του 20ου αιώνα, για να μάθεις μια τέχνη πήγαινες ως βοηθός σε κάποιον μάστορα. Έμενας μαζί του κάποιο διάστημα. Ο μάστορας σε σίτιζε και σε στέδαζε και φυσικά πληρονόταν γι' αυτό. Και στο τέλος είχες μάθει την τέχνη και μπορούσες να πας στο μέλλον σου και να την εξασκήσεις και εσύ. Βεβαίως μπορούσες να την μάθεις όσο αυτός σε άφηνα να την μάθεις και όσο εσύ ήσουν διατεθειμένος να σκεφτείς και να το λέψεις πάνω σε αυτό. Τίποτα δεν γίνεται αφόρμητα, έτσι δεν είναι. Λοιπόν, πηγαίνει ο μάστορας, βρίσκει κάποιον που είναι σε μια σχετικά κοντινή πόλη, κανονίζουν πόσο θέλεις τόσο, δυο γελάδες αφήνει το παιδί εκεί πέρα και μετά από ένα εξάμενο έρχεται να το πάρει. Έρχεται λοιπόν και πρέπει ο πατέρας να πιστωποιήσει ότι έχει πάθει τη δουλειά. Συνεπώς του λέει ο μάστορας έλα εδώ και θα δεις, έχουμε εδώ πέρα μια παραγγελία να την εκτελέσουμε σήμερα, θα την κάνει ο γιος. Εγώ δεν κάνω τίποτα απλώς θα υποπτεύω, έτσι. Οπότε αρχίζουν διαδικασίες, για πες τι έχουμε εδώ πέρα, έχουμε να κάνουμε τέτοια από εκείνα από τα άλλα, μάλιστα. Πώς θα γίνει, για αυτά θα κάνουμε ένα τέτοιου είδους χώμα, θα ανακατώσουμε αυτό και εκείνο, θα το βάλουμε εδώ πέρα, για το άλλο έτσι, για το άλλο αλλιώς. Ετοιμάζει, κάνει τις διάφορες διαδικασίες, αυτά τα κάνουμε έτσι, αυτά αλλιώς καλλιώτικα, έχει δώσει τα σχήματα στα σκεύη, τον φούρνο τον έχουμε βάλει από το πρωί να καίει, είναι συνέπεια τώρα, ανοίγουμε, βάζουμε μέσα τα διάφορα δικείμενα, πίσω μπαίνουν αυτά, στο πλάι μπαίνουν αυτά, μπροστά μπαίνουν αυτά, κλείνουμε το καπάκι και το αφήνουμε δύο ώρες ξεχωρών. Τελειώντας δύο ώρες, πηγαίνει ο νέος, ξεσφραγίζει τον φούρνο, λέει λοιπόν ο μάστορας, ωραία, πολύ καλά τα κατάφερας μέχρι εδώ πέρα, τώρα έχουμε κουραστεί, θα καθίσουμε πέντε λεπτά να κάνουμε ένα τσιγάρο και θα συνεχίσουμε μετά. Όντως κάθονται εκεί πέρα, κάνει ένα τσιγάρο ο μάστορας, ο μικρός δεν καπνίζει. Του λέει λοιπόν το πατέρα, όριστε τέσσερα λεπτά τώρα θα ανοίξουμε, ανοίξτε το φούρνο, βγάζετε τα έξω τα βγάζουν, ποτήρια, πιάτα, τούτο, εκείνο το άλλο, στάμνες, από όλα. Είχε και στάμνες λεπτόφλου δυστυχική παραγγελία για τον μακρύν για να μην σκοτώσει και κανέναν, εν πάση περιπτώσει. Εντάξει, εντάξει, χαρούμενος ο πατέρας, τα λεφτά του πιάσαν τόπο, το παιδί έμαθε την δουλειά, τον ανέβαλε στο χωριό, τον διαδίδει και στην περιοχή. Ξέρετε έχουμε τώρα έναν που θα κάνει εδώ πέρα κανάτια, πράγματα κυλοδρασκητικά, βεβαίως. Έρχεται μια παραγγελία, ετοιμάζει την παραγγελία, χάλια. Δεύτερη παραγγελία, τα πράγματα καταστραμμένα, ο πατέρας συγχύζεται, λέει τι γίνεται, ο μάστορας μας έχει κοροϊδέψει, δεν μπορώ να καταλάβω, μια και δυο κατεβαίνει κάτω. Κατεβαίνει κάτω, τον βρίσκε, του βάζει τις φωνές, τι θα γίνει με σένα, τι θα γίνει, δεν είδες εδώ πέρα ότι τον παιδί δεν κατάφερα μια χαρά, ναι, πάνω όμως δεν τα καταφέρει καθόλου. Φυσικά δεν είναι ζήτημα γεωγραφικού πλάτους, να μπορεί κάποιος να ψήσει, να μην ψήσει σωστά ένα κανάτι, κατά συνέπεια ο μάστορας πιθανόταν να ανέβει για να παρακολουθήσει ο ίδιος, να δει τι γίνεται, όμως αν είναι μια μέρα στο χωριό, πηγαίνω στο μέλλον που έχει στήσει ο νέος τον φούρνο, για να δω τι γίνεται, τι παραγγελία έχει σήμερα, αυτά και αυτά, μάλιστα. Και πώς θα γίνει, έτσι, τυχόμα θα φτιάξουμε για αυτά τέτοιο, για εκείνο τέτοιο, τα πλάθη τα φτιάχνει, τα ετοιμάζει, το φούρνο τον βάζουμε το πλούκι, έκαψε ο βεβαίος, για να τα βάλουμε μέσα, αυτά πίσω, αυτά στο πλάι, αυτά εμπρός, αυτά στη μέση, πολύ ωραία, τον σφραγίζουμε το φούρνο, τον αφήνουμε δυο ώρες να κάψει, έρχεται η ώρα λοιπόν να τα βγάλουν, πηγαίνει ο νέος, βγάζει το κάλυμα το φούρνο και ξεκινάει να τα βγάλει έξω, παιπ, φ Λοιπόν, αυτό είναι επίδειξη του πράγματος που θα λέγαμε τεχνολογία, δηλαδή ας το πούμε τεχνική περί του πως ψήνεις κάποια πράγματα, αυτός ο μάστορας λοιπόν προφανώς για να γίνει μάστορας και ο ίδιος κατέστρεψε κάποιες παρτίδες από λοικά και ο ίδιος έπαιξε και κάποιοι προηγούμενοι από αυτόν, διότι αυτός από κάποιον άλλον το έμαθε και εκείνος από κάποιον άλλον και όλα τα σχετικά, οι πρώτοι λοιπόν που αρχίσανε να κάνουν και να παίζουν με τέτοιου είδους τεχνικές, καταστρέψαν αγγλικά, χάσαν αγγλικά και μάθανε με αυτή τη διαδικασία που λέμε δοκιμή και σφάλμα, έτσι, δουλεύω, κάνω κάτι, δεν πετυχαίνει, το παρατάω, σκέφτομαι κάτι άλλο, κάτι άλλο και τελικά βρίσκω το σωστό πράγμα, έτσι, με βάση λοιπόν αυτή την λογική μέσα από μια διαδικασία κάποιων εκατοντάδων ετών, ας το πούμε, βρέθηκαν οι πρακτικές διαδικασίες για το πως ανακατώνεις ετούτο με εκείνο το αλλ πια πίσω κλπ κλπ κλπ συνδικά και κυρίως κυριότατα πως όταν ανοίξεις το φούρνο βγάζεις απλώς το καπάκι, το αφήνεις εκεί πέρα για 5-6 λεπτά, ούτως ώστε η μεταβολή της θερμοκρασίας να έρθει σταδιακά και σε συνέχεια βγάζεις τα πράγματα έξω. Αν επρόκειτο εμείς σήμερα εδώ στο Πανεπιστήμιο να πιάσουμε και να φτιάξουμε κάποια κεραμικά υγεία, έστω τέτοια σαν και αυτά που χρειάζεται, έτσι, θα έπρεπε να κάνουμε κατ' αρχήν μια μελέτη, μια επιστημονική μελέτη, κατά συνέπεια εγώ θα έβασα τους μαθητές μου και τον εαυτό μου βεβαίως, εντάξει, αλλά ας πούμε ότι θέλω να δείξω τους μαθητές μου, ξέρω, ας πούμε εγώ έτσι, τους φυσικούς νόμους και τις εξισώσεις και τα πράγματα και τις σχέσεις και τις διαδικασίες που έχουν διάφορα είδη πυλού σε τετράγωνα ή στρόγγυλα, κυβικά ή κυλιεντρικά δοκίνια, μικρότερα, μεγαλύτερα, μεγαλύτερα, θα τους έβαζα να τα βάλω σε ένα φούρνο στους 800, στους 900, στους 1000 βαθμούς, θα τους έβαζα στη συνέχεια να ρίξουν τη θερμοκρασία του φούρνου με ένα ρυθμό 5 ή 10 ή 20 βαθμών το λεπτό και στη συνέχεια θα τους έλεγα να κάνουν τις παρατηρήσεις, θα τους έβαζα δηλαδή να πάνε το υλικό τους σε κάποιο συστηματάκι που θα μετρούσε την αντοχή δύναμη και να δούμε ποιο από αυτά θα αντέξει περισσότερο κοντά σχετικά. Κάτω συνέπειας, στο τέλος, θα είχαμε ένα σύνολο από αρκετές πειραματικές μετρήσεις και από αυτές θα βγάζουμε το συμπέρασμα τι είδους μίγμα θα έπρεπε να έχουμε, σε τι θερμοκρασία να το ψήσουμε, για πόση ώρα και με τι ρυθμό να μειώσουμε τη θερμοκρασία έτσι ώστε το υλικό να είναι σταθερό να κάνει για τη δουλειά την οποία θα το θέλουμε Αυτό λοιπόν λέγεται επιστημονική προσέγγιση του πράγματος. Προφαν 10.000 χρόνια πριν. Θα μπορούσε να έχει συμβεί από το 1600 και μετά. Λοιπόν 10.000 χρόνια πριν ο άνθρωπος όμως υπήρχε και έκανε διάφορες διαδικασίες, το λιγότερο έκανε κάποιες ζυμώσεις, διότι και ψωμί έκανε κάποτε και κρασιά έκανε και άλλα τέτοιού της ποτά έκανε και καλλιέργιες. Έφτιαγαν και φυσικά και κεραμικά σκεύη και όλα τα σχετικά. Επίσης ο άνθρωπος, ειδικά στις περιοχές που αναπτύχθηκαν οι μεγάλοι πολιτισμοί, στην κοιλάτα του Ινδού, στη Μεσοποταμία, στο Νύλο, δημιούργησε πολιτισμούς, δηλαδή άρχισε να αφήνει τη ζωή του κυνηγού, του συλλέκτη ρυζών και φρούτων και έγινε καταρχήν ομάδας και στη συνέχεια καλλιεργητής και στη συνέχεια οι καλλιεργοί τα συγκεντρώθηκαν σε πόλεις και άρχισαν να σχηματίζονται οι πολιτισμοί. Όταν εις λοιπόν συγκεντρωθείς σε πόλεις σε μεγάλους αριθμούς, αναγκαιστικά πρέπει να μοιράσεις και τη δουλειά και εκεί πέρα στις μεγάλες πόλεις άρχισαν να αναπτύσσονται και να δημιουργούνται τάξεις διαφόρων τεχνητών, διαφόρων μαστόρων θα λέγαμε, οι οποίοι είχαν ο καθένας και κάποια ειδικότητα, επειδή επιτύχει καταρχήν αφιερώσει κάποιο χρόνο για να παίξει, να κάνει λάθη, να χαλάσει, να καταστρέψει και να μάθει τις πρακτικές κάποιων τεχ τεχνοτά, με τα πορυπαντικά, με τα κεραμικά, με τις ξύλινες κατασκευές, με τις μεταλλικές κατασκευές, ακόμα και με γυάλινες κατασκευές όσο περίεργο και να φαίνεται. Συνεπώς από κάποια χρονική στιγμή γύρω στο 6-7.000 π.Χ. υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν κάποιες τέτοιου δούς ενέργειες συγκεκριτά και πρακτικά με κάποιους συγκεκριμένους τρόπους και έχουμε κάποια υλικά που φαίνονται ότι έχουν υποστεί μία μίνιμου με επεξεργασία. Το βασικότερο σε όλα αυτά είναι η χρήση της φωτιάς. Μην ξεχνάμε ότι και στη μυθολογία μας αλλά και σε αρκετές άλλες μυθολογίες κατέχει κεντρική θέση κάποιος ο οποίος βρήκε και έφερε τη φωτιά. Εδώ πέρα σε εμάς ο Προμηθέας πήρε τη φωτιά από τους θεούς και την χάρισε στους ανθρώπους και επειδή αυτό θεωρήθηκε πάρα πολύ μεγάλο πλεονέκτημα που δόθηκε στους ανθρώπους ενώ οι θεοί κατ' αρχήν δεν το ήθελαν έχουμε την ιδέα και την αίσθηση των κακών θεών που θέλουν να βασανίσουν την ανθρωπότητα γι' αυτό λόγω και ο Προμηθέας υπέστει όλα αυτά τα οποία πέστει μια διαρκή τιμωρία στο όρος του Καφκάσου. Λοιπόν, η χρήση της φωτιάς μας βοηθά σε πολλά πράγματα. Πρώτα απ' όλα στην μαγειρική. Έτσι, μην το ξεχνάμε, η μαγειρική είναι μια κατεξοχήν διαδικασία που πραγματοποιούνται χημικές αντιδράσεις. Το κρέας και το λαχανικό και το φυτό και το οτιδήποτε πάση περιπτώσει ρίχνω μέσα στο κεραμικό ή μεταλλικό ή άλλο σκεύος δεν είναι το ίδιο με το τελικό προϊόν. Έχουν γίνει κάποιες μεταβολήσεις, το λιγότερο κάποιες υδρολήσεις έχουν δημιουργηθεί. Στην κεραμική βεβαίως χρειάζεται η φωτιά, δεν μπορείς να ψήσεις όπως είδαμε το οποιοδήποτε κεραμικό άμα δεν έχεις μια φωτιά. Και βεβαίως στη μεταλλουργία. Η μεταλλουργία είναι ένα ξεχωριστό κομμάτι των δραστηριοτήτων του ανθρώπου και του έδωσε τη δυνατότητα να κάνει ακριβώς αυτό που λέει, δηλαδή να κατεργάζεται διάφορα υλικά και να βγάζει μέσα από αυτά τα υλικά τα χρήσιμα για αυτών μεταλλα. Στα μεταλλα αυτά είναι βασισμένη η ζωή και η εξέλιξη του ανθρώπου και όπως θα το δούμε και παρακάτω τα μεταλλα έχουν δώσει το όνομά τους σε μεγάλες περιόδους της ανθρώπινης ιστορίας. Φυσικά η μεταλλουργία ξεκίνησε και προχώρησε προοδευτικά από το χαλκό προς το σίδελο και προς τα άλλα μεταλλα και αυτό είναι κάτι ας το πούμε πλακτικό και λογικό γιατί από άποψη φυσικών ιδιωτήτων ο χαλκός σαν στοιχείο έχει ένα σημείο τίξος αρκετά χαμηλότερο, είναι κάτι λιγότερο από 1000 βαθμούς. Το σημείο τίξος του σιδείλου είναι αρκετά μεγαλύτερο και θα μου πείτε και ποια είναι η διαφορά. Η διαφορά είναι η εξής ότι όταν έχεις φωτιά έχει η ικανότητά σου να την χρησιμοποιήσεις και να την χειριστείς διαβαθμίσεις. Ένα πράγμα είναι βάζω φωτιά σε ένα ξύλο και κρατάω αυτό το ξύλο έτσι σε ένα κάπως προστατευμένο περιβάλλον βάζοντας πετρούλες γύρω γύρω. Ένα πράγμα είναι σκάβω ένα λάκκο και βάζω μέσα ξύλα και κάνω έτσι κάτι σαν ένα υποτυπώδες καμίνι. Ένα άλλο υλικό είναι παίρνω και χρησιμοποιώ κάρβουνο. Και ένα άλλο υλικό είναι χρησιμοποιώ μια εγκατάσταση με πυρίμαχο υλικό γύρω γύρω και με διαβίβαση αέρα ούτως ώστε να δημιουργήσω τις κατάλληλες συνθήκες για να έχω μια μεγάλη θερμοκρασία. Είναι ζήτημα δυνατότητας δημιουργίας και συντήρησης φωτιάς με ορισμένη θερμοκρασία. Για να είμαστε ακριβείς η περιεκτικότητα του στερόφου και της γης σε σίδερο είναι πολλαπλάσια από κίνηση σε χαλκό. Πολύ πιο εύκολα κάνεις έτσι όπως λέμε και βρίσκεις σε ένα ορυχτό που έχει σίδερο παρά χαλκό. Είναι πολύ λιγότερες οι περιοχές που έχουν αυτονία σε χαλκό. Ωστόσο η μεταλλοργία του χαλκού αναπτύχθηκε πρώτη επειδή ακριβώς είναι σχετικά εύκολο να πετύχουμε το σημείο τήξης του χαλκού και από τις πετρούλες τις οποίες έχουμε συγκεντρώσει και που περιέχουν χαλκό, θερμανώντας σε εκεί γύρω στους 960 βαθμούς να έχουμε την εκκροή ενός υλικού σε ρευστή κατάσταση που είναι ο χαλκός ο οποίος βέβαια δεν αναμένεται να είναι και ιδιαίτερα καθαρός σε αυτή την περίπτωση. Βλέπουμε εδώ πέρα ορισμένες παραστάσεις από αιγυπτιακούς τάφους, από πυραμίδες και όλα τα σχετικά. Τι μπορούμε να δούμε εδώ πέρα. Μπορούμε να δούμε κάποιες πιο γενικές παραστάσεις δεξιά εδώ και κάποιες πιο ειδικές εδώ αριστερά. Εδώ για παράδειγμα τι βλέπουμε. Βλέπουμε δυο τεχνίτες, δυο εργάτες, οι οποίοι έχουν κάποια φυσερά εδώ πέρα και βρίσκονται γύρω από μια κατασκευή η οποία πρέπει να είναι ένα υποτυπώδες μικρό καμίνι. Εδώ λοιπόν έχουν κάποιο είδους φωτιά και προφανώς εδώ πέρα έχουν είτε ένα κομμάτι γυαλί και προσπαθούν να το κατεργαστούν να του δώσουν ένα σχήμα, είτε κάποιο κομματάκι μέταλλο μάλλον χαλκό και προσπαθούν να το λιώσουν για να πάνε σε συνέχεια να το κατεργαστούν. Τι γίνεται εδώ πέρα. Εδώ έχουμε παροχή οξυγόνου για να γίνει καύση, με το ρυθμό που εκπλέγει εδώ πέρα ή αν πρόφηται για γυαλί παροχέρεση τους ώστε να φουσκώσει το σκεύος και να πάρει το σχήμα ενός δοχείου να σβάζω και τέτοιο. Εδώ πέρα είναι ένα τυπικό κατασκεύασμα που δεν είναι ένα μικρό ανοιχτό καμίνι, είναι ένα κυστοκαμίνι, κάτι σαν τις σημερινές ψυχαμίνους. Και τι κάνουν το τυ εδώ. Το τυ εδώ πέρα από τη φαίνεται φυσούν αέρα στη βάση του καμινιού. Βλέπετε μια εξαιρετική πορεία από κάτι πιο απλό σε κάτι πιο δύσκολο. Εδώ έχουμε μια διαδικασία που αναφέρεται σε κάποιο υλικό με σχετικά χαμηλό σημείο τύξους. Βλέπετε ανοιχτό δοχείο και φωτιά. Έχουμε όμως παροχή οξυγών από εδώ πέρα για να προχωρήσει η διαδικασία μας. Και εδώ πέρα έχουμε πάλι παροχή οξυγών σε μια κλειστή κατασκευή που προφανώς έχει στόχο να συντηρήσει μια μεγαλύτερη θεμοκρασία. Υπάρχει λοιπόν μια διαβάθμιση στις τεχνικές αυτές. Προφανώς επίσης υπάρχει και μια διαβάθμιση στην ικανότητα να γίνει χρήση αυτών των υλικών. Προφανέστατα οι πρώτοι άνθρωποι μπορούσαν να έχουν μικρή ποσότητα από το υλικό τους. Μπορούσαν σε μικροποσότητες επίσης να ελέγξουν τον τι γινόταν. Δηλαδή οι παρτίδες ας το πούμε έτσι που χρησιμοποιούσαν ήταν μικρές και πράγματι έχουν βρεθεί κάποια υπογήματα από κεραμικά που είναι όπως τα σημερινά σταμιά, τόσα δά μικρά. Και αυτά εμφανίστηκαν να έχουν κάποια ιαλώματα στο μέσα μέρο τους τα οποία δεν μπορούσαν να εξηγηθούν με κανέναν τρόπο. Όταν αναλύθηκαν αυτά τα ιαλώματα αποδείχθηκαν ότι ήταν οξύδια από κάποια μέταλα και είχαν επικάθει σε οξύδιο του καλχού. Πώς μπορούσαν να έχει προκύψει αυτό? Προφανώς σε τούτα τα κατασκευάσματα, τα κεραμικά, δεν ήταν τίποτα άλλο παρά κάποια μικρά χωνευτήρια, κάποια μικρή υποτυπώδης χούρνι, κάποια μικρά υποτυπώδη καμίνια τέτοιου μικρού μεγέθους, το οποίο καταλαβαίνετε ότι θα μπορούσαν να μας δώσει από εκεί πέρα μερικές δεκάδες αντί το πολύ μερικές εκατοντάδες γραμμάρια χαλκού, που σημαίνει ότι θα μπορούσαμε να κάνουμε μερικά μικρά εργαλεία, μερικά μικρά όπλα, μερικά μικρά κομμουσότιχνηματα. Δεν μπορούσαμε να έχουμε, δηλαδή, μία κατασκευή που να χρησιμοποιήσει μεγάλες ποσότητες απορριχτό και να μου δώσει μεγάλες ποσότητες αποτελικό προϊόν. Πάντως, οι εξελιχτικές αυτές διαδικασίες υπήρχαν από καιρό, βλέπετε έτσι, αυτές οι ζωγραφικές, αυτές οι επικονίσεις δεν είναι νεότερες από 2000 χρόνια π.Χ., κατά συνέπεια είναι από αρκετά παλιά γνωστές τέτοιούντους πρακτικές διαδικασίες. Βλέπετε εκεί πέρα δεξιά και το πώς πλένονται και καθαρίζονται τα προϊόντα και πώς στηβάζονται, προφανώς, για να πουληθούν στη συνέχεια. Βεβαίως, τα μέταλα και η κατεργασία τους είναι πάρα πολύ σημαντικά για τη ζωή του ανθρώπου, όπως είπαμε τα μέταλα αποτέλεσαν ουσιαστικό βήμα στην εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού, κυρίως με τη μορφή των όπλων και δευτερευόντως των εργαλείων και βεβαίως όλοι έχουμε υπόψη μας χρονικά ότι έχει προηγηθεί η εποχή του Ριχάλκου, συγγνώμη, το Μπρουντζο, συγγνώμη, στα γενικά επιμένουμε να το λέμε η εποχή του Χαλκού, παρόλου που δεν είναι σωστό, ο τρόπος με τον οποίο περιγράφεται διεθνώς είναι Bronze Age, δηλαδή η εποχή του Μπρουντζο, έχουμε δηλαδή ορικτά του Χαλκού, κυρίως με κασύτερο και δευτερευόντως με μόλιδο και με άλλα στοιχεία. Προφανώς και πρακτικά δεν ήταν δυνατό εκείνο τον καιρό να έχουν 100% καθαρό χαλκό και δεν είχε έννοια, έτσι χρειαζόταν, υπάρχει και κάποιο άλλο υλικό μέσα, κυρίως κασύτερος, δευτερευόντως μόλιδος ή άλλο μέταλλο, ούτως ώστε να του δίνει κάποιες διαφορετικές ιδότητες, να το κάνει ίσως λίγο πιο σκυρό, λίγο πιο μαλακό, αν λόγω στις χρήσεις την οποία προτείναν και αυτό το κομμάτι του μετάλλου. Έχουμε λοιπόν καταρχήν την εποχή του Μπρουντζου, όχι του Χαλκού όπως τη λέμε εμείς στα ελληνικά, στη συνέχεια η εποχή του Σιδείρου, στη συνέχεια όταν φτάσαμε στους μέσους χρόνους μπορούμε να αναφερθούμε στην εποχή του Χάλιβα και κυρίως βέβαια στην εποχή της Μηχανικής Επανάστασης και βέβαια αν το σκεφτεί κάποιος ακόμα και ο 20ος αιώνας και η σύγχρονη περίοδος στην οποία βρισκόμαστε μπορεί να περιγραφεί με όρους της εποχής κάποιου μετά άλλου, δηλαδή δεν θα μπορούσε να έχει αναπτυχθεί η ναυπηγική και η αεροναυπηγική αν δεν μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε κράματα του αργυλίου και του διτανίου για να κάνουμε αυτά τα ογγόδι σκάθη. Μπορεί να συνηθίζουμε να λέμε έτσι μεταξύ μας στην καθημερινή γλώσσα και χωρίς να το σκεφτείμε πολύ αυτά τα σιδερένια πλοία, ποιο όμως αυτό το πλοίο ήταν κατασκευασμένο από σίδερο, θα ήταν σχετικά δύσκολο να κινηθεί, φυσικά είναι αεροπλάνο κατασκευασμένο από σίδερο, δεν υπήρχε περίπτωση με τους διαθέσιμους αυτή τη στιγμή κινητήρες να σηκωθεί ποτέ από το έδαφος. Αν δεν υπήρχαν λοιπόν αυτά τα ελαφρά μέταλλα και τα κράματά τους, στις αρχές του 20ου αιώνα δεν θα μπορούσαν να έχει αναπτυχθεί η ναυπηγική και η αεροναυπηγική. Και βεβαίως όλοι σήμερα κυκλοφορούμε με κάποιο κινητό ή με κάποιο τέτοιο της κατασκευασμός στην τσέπη μας, έχουμε υπολογιστές, έχουμε καθημερινή δραστηριότητα με συσκευές που στηρίζονται πάνω στις υπολογιστές και αυτές οι συσκευές δεν θα ήταν δυνατό να υπάρξουν αν δεν υπήρχε το περίφυμο τσιπ. Και το περίφυμο τσιπ δεν θα μπορούσε να υπάρχει αν δεν υπήρχε η δυνατότητα να κατεργαστούμε και να καθαρίσουμε και να έχουμε έτσι σε αρκετά μεγάλες ποσότητες και σε εξαιρετικά καθαρή μορφή το πυρίτιο που είναι η βάση του να δημιουργηθεί αυτό το τσιπ. Έτσι λοιπόν ακόμα και σήμερα τα μέταλα εξακολουθούν και καθορίζουν τη ζωή μας, τη δραστηριότητά μας και αν και δεν το σκεφτόμαστε και δεν το επιδιώκουμε καθορίζουν και την ζωή και την εξέλιξη του πολιτισμού μας. Θυμηθείτε ότι στα ελληνικά ακόμα και τώρα στην καθημερινή μας γλώσσα χρησιμοποιούμε την έκφραση εκμετάλλευση. Λοιπόν εγώ όταν εκμεταλλεύω με κάποιον κερδίζω κάτι από αυτόν ουσιαστικά βγάζω το μέταλο που έχει από μέσα. Μια βασική λοιπόν διαδικασία στην ανθρώπινη ζωή ήταν η εκμετάλλευση κατά βάση η εκμετάλλευση της γης και του φυσικού πλούτο. Έτσι βγάζω λοιπόν το μέταλο από εκεί και το χρησιμοποιώ για τη ζωή μου. Το θέμα είναι ότι η περίοδος του Μπρουντζου και η περίοδος του Σιδείρου περιγράφονται σε εμάς στα ελληνικά σχολεία σαν να είναι αυστηρά καθορισμένες όσον αφορά τη χρονική τους υπάρξη. Η περίοδος του Μπρουντζου είναι από το 2000, 2000 και κάτι π.Χ. η περίοδος του Σιδείρου ξεκινάει γύρω στο 1000 π.Χ. και λοιπά και λοιπά και όλα τα σχετικά. Αυτά που μαθαίνουμε στα δικά μας τοιχεία και φυσικά αναφέρονται στην ιστορική πορεία των πολιτισμών γύρω στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου και ιδιαίτερα στην περιοχή του Αιγαίου. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ανάλογα με την περιοχή του κόσμου στην οποία αναφερόμαστε η εποχή του Μπρουντζου και η εποχή του Σιδείρου έχουν διαφορετικά σημεία κίνησης κάθε μία ανάλογως του πότε έφτασε η σχετική τεχνολογία σε κάθε σημεία. Υπάρχουν δεκάποιες περιοχές τις οποίες δεν υπήρξε ποτέ εποχή του Μπρουντζου. Δηλαδή πήγαμε κατευθείαν στην διάδοση των σιδερένιων αντικειμένων και εργαλείων και όπλων και δεν περάσαμε από την εποχή του Μπρουντζου ποτέ. Βεβαίως, ένα πράγμα το οποίο πρέπει να σκεφτούμε είναι ότι όλα αυτά τα υλικά χρησιμοποιήθηκαν από τον άνθρωπο για κάποιο στόχο. Ο πρώτος και παλιότερος και αρχαιότερος στόχος είναι, παρ' όπου θα μας φανεί έτσι χαζό, λατρευτικά αντικείμενα. Δηλαδή τα πρώτα πράγματα που είναι φτιαγμένα από κάποιο μέταλο, αναγκαστικά καράματι όπως δεν ήταν καθαρά, ή από κάποιο άλλο υλικό, είτε κοκάλινο είτε γιάλινο, έχουν καθαρά λατρευτική χρήση. Δηλαδή είναι μικρά ομοιώματα που σήμερα θα λέγαμε είναι αναθήματα στους θεούς, ή σε κάποιες οντότητες που λατρευόταν εκείνον τον καιρό. Η δεύτερη χρήση τους ήταν κοσμήματα. Υπάρχουν δηλαδή κομματάκια από μέταλο, τα οποία επειδή είναι αρκετά μικρά, καταλαβαίνει κανένας ότι έχουν υποστηθεί μικρή εξεργασία, δεν είχαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν τον δεφόνος ή δεν ξέραν να τους χρησιμοποιούσουν, αλλά με κάποιο ολύθινο εργαλείο μπορούσαν κάποια κομματάκια μετά όλο να κατεργαστούν με κάποιο τρόπο, να τους βόλουν σε μικρά κατασκευάσματα που να αποτελέσουν κάτι που μοιάζει με ανάφιμα σε κάποιες θεότητες ή ακόμα και στη λατρεία κάποιων προγόρων όπως εκείνες τις παλιές κοινωνίες. Έτσι λοιπόν, καταρχήν έχουμε τέτοιου είδους χρήση αυτών των αντικειμένων, είτε από γυαλί, είτε από μέταλο, και δευτερευόντος έρχεται η χρήση τους ως εργαλείον και ως όπλον. Λοιπόν, μαθαίνουμε κυρίως την χρήση των όπλων, τα μπρούτζινα όπλα τα οποία ήταν ανθεκτικότερα από τα αλήθινα, τα σιδερένια τα οποία ήταν ανθεκτικότερα από τα μπρούτζινα, ουδέν ψευδέστερον τούτου, που θέλεγε και ο Τσιφόρος και άλλοι, όταν έχεις ένα κράμα συντήρου το οποίο δεν είναι αρκετά σταθερό, δεν είναι αρκετά καθαρό, δεν είναι αρκετά σφύριλατημένο και περισσότερο τρίβεται και περισσότερο σπάζει και περισσότερο στραβώνει στην πορεία μιας σμάχης από ένα αντίστοιχο μπρούτζινο όπλο. Το ζήτημα είναι, όπως είπαμε και προηγουμένως, ότι η αυτονία του συντήρου τον κάνει τόσο πολύ πιο απλό να βρεθεί, ούτως ώστε θα μπορούσα να πάω στη μάχη κουβαλώντας μαζί μου δύο σπαθιά, κουβαλώντας μαζί μου τέσσερα δόρατα με σιδερένια εχμοί, τη στιγμή που όλα στον Μπρούτζιν έχει ένα χάρκινο σπαθί ή δύο μπρούτζινα δόρατα ή κάτι τέτοιο. Συνεπώς, φτάνουμε στο σημείο όπου πλέον έχει προχωρήσει η ανθρώπινη κοινωνία, έχει προχωρήσει η εξέλιξη, ξεπερνάμε και την εποχή της αρχαίας και της κλασικής Ελλάδας και φτάνουμε στη λινιστική περίοδο. Πριν φτάσουμε όμως εδώ πέρα να κάνω μια υπενθύμηση και να δείξω κάτι το οποίο και εγώ έτσι το κατάλαβα σε αρκετά μεγάλη ηλικία. Όταν λοιπόν σε κάποια ηλικία πήρα στα χέρια μου τις ιστορίες του Θοκυδίδη, μεταφρασμένες από τον Λευθέριο Βενιζέλο είναι η αλήθεια, πρώτα απ' όλα αντιλήφθηκα ότι οι πολιτικοί και όλο τον καιρό ξέραν και γράμματα, δεύτερον αντιλήφθηκα ότι ένας όλο πράγματα, οι φιλολογοί μας είτε δεν τα ξέρουν, είτε δεν τα βλέπουν, είτε δεν τους ενδιαφέρει, είτε δεν τα καταλαβαίνουν. Υπάρχει λοιπόν μια εξαιρετική περιγραφή μέσα εκεί, σε ιστορίες του Θοκυδίδη, ενός χημικού πολέμου. Ένας χημικός πολέμος με τον οποίον έχουμε ακούσει έτσι, τώρα τελευταία, έχουν χημικά όπλα, τούτοι, εκεί είναι άλλοι, συνήθως οι κακοί, τους οποίους πρέπει να πάμε και να πολεμήσουμε. Υπάρχουν, λοιπόν, χημικοί πολέμοι που γινόταν οπωσδήποτε από πολύ παλιά, υπάρχει ένας ο οποίος περιγράφεται σαφώς και ξεκάθαρα και στον οποίο δεν έχει γίνει καμία αναφορά από κανένα ελληνικό φιλόλογο, τουλάχιστον από αυτούς που ξέρω. Είναι η περίφημη πολιορκία στο Δήλιο, όπου κάποιοι έχουν τρέξει και έχουν κρυφθεί σε ένα μικρό οχυρό στην περιοχή του Δήλιο, εκεί ανάμεσα στην βιοτεία και την αττική, οι άλλοι που είναι απ' έξω τώρα θέλουν να τους διώξουν. Και πόσα διώξεις κάποιους που είναι μέσα σε ένα μικρό οχυρό. Η τακτική που είχαν οι αρχαίοι ΑΕΛΙΑΣ ήταν περιτυχισμός, έχουν αυτήν ένα τείχος από μέσα, θα χτίσουμε και εμείς ένα τείχος απ' έξω και θα τους αποκλείσουμε και τελείωσε. Είχαν από πίσω τους θάλασσες και μπορούσαν να έχουν εφοδιασμό με καράβια, τα πράγματα ήταν δύσκολα, πρέπει να έχεις και έναν στόλο. Αν λοιπόν δεν ήταν αυτή η κατάσταση, έκανες περιτυχισμός, περιτυχισμός, κοστίζει πολύ. Αλλά κοστίζει πολύ σε υλικά, λίγο σε ανθρώπινες ζωές. Δεν χρειάζεται να έρθεις σε φυσική επαφή με τον άλλο, απλώς περιμένεις να πεθάνει από την πείνα, έτσι κάπως. Οι πολιορκείες κρατούσαν πολλούς μήνες και πολλά χρόνια. Οι πολιορκείες των πλατεών κράτησαν δύο χρόνια περίπου στον Πολοπονησιακό Πόλεμο, κάπως έτσι. Λοιπόν, πώς να τους γιώξουμε σύντομα και γρήγορα αυτούς που είναι μέσα στο δήλειο. Εκείνο που κάνεις είναι, σκάβεις ένα λάκκο, βρύσεις από κάπου θείο, το θιάφι ήταν γνωστό από παλιά έτσι και χρησιμοποιούνταν κατακόρων σε εξαγγνισμούς. Για ποιο λόγο εξαγγνισμούς, γιατί είναι γνωστό σε μας τώρα ότι αν κάψεις το θείο θα δημιουργήσεις μια ατμόσφαιρα από διοξείδου του θείου. Δεν είναι το πιο υγιεινό πράγμα το διοξείδου του θείου, όταν απέτει σε οποιοσδήποτε οργανισμός. Κατά συνέπεια, σε όποιο μέρος πάω και ρίξω θείο και του βάλω και φωτιά, θα γεμίσει ατμούς και οτιδήποτε ζωντανό υπάρχει εκεί πέρα θα πάψει είναι υπάρχει, τελείωσε. Κατά συνέπεια έχω σε συνέχεια έναν χώρο καθαρό, αφού ανοίξω και αερίσω για αρκετό διάστημα σε συνέχεια, κατά συνέπεια έχω κάνει αυτό που λέει η λέξη εξαγγνισμό. Ωραία λοιπόν, παίρνεις σκάβεις ένα λάκκο, ανοίξεις μέσα θείο, ετοιμάζεις να βάλεις φωτιά και κάπως πρέπει να στείλεις τώρα τους ατμούς του διοξειδίου του θείου προς αυτούς που βρίσκονται μέσα στο χειρό. Τι κάνεις λοιπόν στη συνέχεια, πηγαίνεις, κόβεις κάποιους κορμούς δέντρο, τους κάβεις, τους κάνεις σαν ένα μεγάλο καλάμι και σε συνέχεια εκείνο που έχεις να κάνεις είναι να φτιάξεις με κάποια δέρματα από ζώα κάποια φυσαρά για να φυσάνε τον αέρα από το σημείο του λάκκου που καίγεται το θείο μέσα από τους κορμούς και να φροντίζεις να στείλεις αυτούς τους κορμούς ώστε να βγαίνουν λίγο παραπάνω από το ύψος στο χειρό. Άρα παράγεις διοξύδιο του θείου, φυσάς τους ατμούς του διοξυδίου του θείου μέσα από τους κορμούς που τους έχεις τρεπήσει και τους έχεις κάνει κύλους, στρένεις το διοξύδιο του θείου λίγο πάνω από τα όρια του τείχους μέσα στο τείχος, πνίγονται από τους ατμούς του διοξυδίου του θείου και από μέσα και τρία ημέρα έχουν φύγει και έχεις κερδίσει τον πόλεμο. Είναι ένας ωραίος, μια ωραία περιγραφή λεπτομερής και ακριβής ενός χημικού πολέμου, φυσικά δεν χρησιμοποιήσαν το διοξύδιο του θείου οι Αθηνίοι εκεί πέρα, δεν ξέραν να το περιγράψουν ως διοξύδιο του θείου, ξέραν όμως να κάνουν τη διαδικασία. Η τεχνολογία, η τεχνική που τους επέτρεψε να κερδίσουν αυτή τη μάχη και σχετικά εύκολα και να διώξουν τους εχθρούς από εκεί πέρα που δεν τους θέλανε χωρίς να μπορούν να γράψουν τις εξισώσεις τις οποίες μπορούμε να γράψουμε σήμερα, χωρίς να μπορούν να εξηγήσουν όπως μπορούμε να εξηγήσουμε εμείς σήμερα με βάση τη φυσιολογία και τη βιολογία της λαβερές εκτώσης του διοξυδίου του θείου στον οργανισμό κλπ. Ερχόμαστε λοιπόν τώρα στην ελληνιστική περίοδο όπου στην ελληνιστική περίοδο φαίνεται να καταγράφεται μια άνθεση της τεχνολογίας τέτοια που δεν μπορεί να την παραβλέψει κανένας. Δηλαδή αν αυτό το κομμάτι του αρχαίου κειμένου το οποίο σας ανέφερα μόλις τώρα δεν το έχω δει να περιγράφεται πουθενά από κάποιος φιλολόγος τουλάχιστον. Στην ελληνιστική περίοδο δεν υπάρχει περίπτωση να μην γίνει αναφορά σε τέτοιου δους εξελίξεις της τεχνικής καθώς είναι τόσο πολλά και τόσο διαδεδομένα αυτά τα κείμενα που δεν μπορεί κανένας να τα παραγνωρίσει. Τι γίνεται λοιπόν στην ελληνιστική περίοδο? Η ελληνιστική περίοδο έτσι εννοούμε από τη στιγμή που ο Αλέξανδρος έχει φτιάξει την Μεγάλη Αυτοκρατορία. Περιλαμβάνονται μέσα σε αυτήν εκτός από τους Έλληνες που είναι μια μικρή πιοψηφία όλη η λαή της Περσικής Αυτοκρατορίας. Υπάρχουν και οι Αιγύπτιοι όσοι από αυτούς μπορούν να ισχυριστούν έτσι ότι είναι απόγονιοι των αρχαίων Αιγυπτίων. Υπάρχουν ένα σωρό άνθρωποι με διάφορους πολιτισμούς, με διάφορες κληρονομιές. Είναι θα λέγαμε μια πρώτη προσέγγιση στο φαινόμενο που λέμε τώρα παγκοσμιοποίηση. Έχουμε λοιπόν διάφορες κουλτούρες, διάφορες θρησκείες, διάφορους λαούς, έναν μεγάλο πληθυσμό. Έχουμε ξεφύγει έτσι πια από τα όρια της Ελλάδας, είναι μια πολύ πολύ μικρή πιοψηφία σε αυτόν τον πληθυσμό. Και φυσικά όλες αυτές οι ανάγκες αυτού του πληθυσμού που βρίσκεται κάτω από μια σχεδόν ενιαία διοίκηση είναι ότι το βιωτικό τους επίπεδο θέλουν να αυξηθεί. Άλλο λοιπόν είναι να ανεβάσεις το βιωτικό επίπεδο ενός χωριού κάπου στην Ακαλανία και άλλο το σύνολο του πληθυσμού της Ασίας. Έτσι λοιπόν εκείνο το οποίο χρειάστηκε να πραγματοποιηθεί έτσι σε σχετικά μεγάλη κλίμακα ήταν η παρασκευή κάποιων υλικών τα οποία να μπορούν να χρησιμοποιηθούν από όλους και τι πράγματα θέλουν να χρησιμοποιήσουν όλοι. Όλα αυτά τα πράγματα τα οποία θα τους δώσουν την αίσθηση ότι έχουν μια καλύτερη ζωή. Συνεπώς εκείνο που ζητούν κάποιοι να κάνουν είναι όχι να φτιάξουν τέτοιου είδους υλικά, αλλά να φτιάξουν προσωμιώσεις των υλικών αυτών. Σε πολλές περιπτώσεις για τους αρχαίους Έλληνες δεν είχε ακριβή έννοια το αν αυτό το πράγμα είναι ή δεν είναι τούτο, αρκεί να έμοιαζε με τούτο. Συνεπώς το να είναι κάτι επιχρυσομένο ήταν πάρα πολύ ωραίο για μένα. Χρησιμοποιούσα ένα χρυσό σκεύος. Δεν έπαιρνα στον κόπου να ψάξω να δω, ας το πω με τη σημερινή ολογία, πόσα μικρά είναι η επικάθυση του χρυσού πάνω στο κατασκευασμά μου. Και πώς μπορώ να πει χρυσός ένα σκεύος. Η πιο χοντρική και η πιο απλή διαδικασία που θα έλεγε κάποιος σήμερα ήταν, θα πάρω ένα κομμάτι χρυσό. Είναι γνωστό ότι ο χρυσός είναι μαλακό μέταλλο, την μπορεί να σφυριλατιθεί πολύ εύκολα. Θα πάρω λοιπόν ένα κομμάτι χρυσό, θα το αρχίσω στη σφυριλάτιση και αφού το κάνω λεπτό λεπτό φύλλο στη συνέχεια θα πάω να το επικαθήσω πάνω στο αντικείμενο που θέλω να πει χρυσό. Με μικρές μικρές σφυριές θα το προσαρμώσω και θα το κολλήσω πάνω εκεί πέρα. Αυτό είναι μια μέθοδος αρκετά χοντρική, μπορεί να πραγματοποιηθεί σε κατασκευές μεγάλο μεγέα τους. Δηλαδή σε έναν ναό, ας πούμε, μπορείς να πας και να επυχρυσώσεις τη σκεπή ή τον τρούλο. Έτσι πάνω σε εκείνο το κεραμικό που έχει ή στο πλακάκι, στο τσιμέντο, στο μάρμαρο, στο τίνε, μπορείς να σφυριλατίσεις τον χρυσό και να κάνεις κάτι. Μπορείς να το κάνεις σε ένα μικρό κατασκεύασμα. Σε ένα μικρό κατασκεύασμα, έτσι, δεν μπορείς να αποδώσεις ούτε τη τελετομέρεια, ούτε μπορείς να χτυπάς το φύλλο του χρυσού πάνω σε αυτό, με κίνδυνο να σπάσεις το κάπου κάτω κατασκεύασμα. Πώς το κάνεις, λοιπόν. Πώς κάνεις την επικάθηση του χρυσού εκεί. Κάνεις αμάλγαμα. Αμάλγαμα, ελληνική λέξη, από το μαλάσο, έτσι, γίνομαι μαλακός. Μπορείς, λοιπόν, να ανακατώσεις χρυσό με, η κλασική περίπτωση, έτσι, είναι ο υδράργυρος, που έχει χαμηλό σημειοτήξος. Έτσι, ο υδράργυρος είναι το μέτρολο που βρίσκεται σε ρευστή μορφή. Ή ακόμα και με μόλιβδο, που είναι και αυτός αρκετά μαλακός και έχει χαμηλό σημειοτήξος. Φτιάχνεις ένα τέτοιο είδους αμάλγαμα και, αφού το λιώσεις, περιχύνεις με αυτό το δικημένό σου. Θα μου πείτε αυτό εδώ πέρα έχει μια μικρή περιεκτικότητα σε χρυσό. Ναι, βεβαίως. Αν, όμως, αυτό το δικημένο στη συνέχεια το θερμάνεις καλά-καλά, τι γίνεται? Ο υδράργυρος ή ο μόλιβδος φεύγουν από το αμάλγαμα. Και τι γίνεται? Επικάθεται ο χρυσός, ο οποίος έχει μείνει εκεί. Εντάξει. Λοιπόν, τι κάνεις? Ξανά αμάλγαμα. Και ξανά επικάθηση. Το κάνεις, λοιπόν, 5-6 φορές. 10, όσο σας απαιτηθεί. Και σε συνέχεια έχεις ένα περίπου ομοιόμορφο στρώμα από μικρά-μικρά-μικρά κομματάκια χρυσού τα οποία έχουν επικαθεί σε πάνω στην επιφάνεια του υλικού σου. Αυτό, λοιπόν, με όρους τεχνικής έχει περιγραφεί. Είναι γνωστό ότι πραγματοποιούταν, τουλάχιστον από την ελληνιστική εποχή, και είχε χρησιμοποιηθεί για να γίνει απομήμηση χρυσών αντικειμένων, που στην ουσία ήταν επίχρησα ως ένα μικρό βαθμό. Την ίδια περίοδο της ελληνιστικής εποχής έχουμε και την άνθηση των επιστημών. Έχουμε, καταρχήν, τη συγκέντρωση γνώσης στη Βιβλιοθήκη, κυρίως Αλεξάνδρια και Δευτερευόντος Υπέργαμος. Λέγεται ότι οι πτωλεμέοι δεν αφήναν κανέναν να μπει μέσα στο βασιλειό τους, που να κουβαλούσε ένα οποιοδήποτε κείμενο, που να μην τον κρατήσουν μέχρι σώτου κάποιοι ειδικοί τους, αντιγράψουν αυτό το κείμενο και να το αποθήτησαν και αυτό μέσα στη Βιβλιοθήκη της Αλεξανδρίας. Αυτή η Βιβλιοθήκη της Αλεξανδρίας έφτασε να έχει ένα πολύ μεγάλο αριθμό από βιβλία, το οποίο ήταν, ας πούμε, το σύνολο της παρακαταθήκης της τότε γνώσης. Αυτό λοιπόν ήταν στη διάθεση όλων αυτών που δουλεύανε στη Βιβλιοθήκη της Αλεξανδρίας και με την έννοια αυτή μπορούμε να πούμε ότι ήταν ένα μορφωτικό ίδρυμα και ένας ερευνητικός οργανισμός, το πρώτο μορφωτικό ίδρυμα και ο πρώτος ερευνητικός οργανισμός που έχουμε στοιχεία για την υπαρξή του. Και αρχίζει να σημειώσουμε εδώ πέρα μερικά ονόματα ανθρώπων που ζήσαν και δράσαν στην Αλεξάνδρια εκείνη την περίοδο και είναι ο Ευκλίδης, ο Αρίσταρχος, ο Πτολεμαίος, ο Ήπαρχος, ο Πάππος και ο Στράβων. Μερικοί είναι γεωμέτρες, μερικοί είναι γεωδέτες, μερικοί είναι αστρονόμοι, μερικοί είναι γιατροί και μερικοί είναι μαθηματικοί. Υπάρχει βεβαίως και αυτός εδώ, ο Αρχιμήδης. Ο Αρχιμήδης ίσως είναι ο μεγαλύτερος από όλους τους άλλους μαζί. Ίσως είναι και ο πιο εντυπωσιακός από όλους τους άλλους μαζί. Εντυπωσιακός βέβαιος για διαφορετικούς λόγους. Ένας από τους λόγους που ήταν εντυπωσιακός ο Αρχιμήδης ήταν αυτό το ανέκδοτο που κυκλοφορούσε τρέχοντας γυμνός στους δρόμους όταν ανακάλυψε αυτό που θα λέγαμε σήμερα εμείς, το νόμο της άνωσης. Ίσως βέβαια και το κεφάλι του και το κεφάλι του κατασκευασού της κορώνες, διότι βρήκε το τρόπο να αποδείξει ότι εκείνο το κατασκεύασμα ήταν όντως από χωρισάφι και δεν ήταν από κάτι που έμιαζε με χρυσό. Αλλά ήταν εντυπωσιακός ο Αρχιμήδης για άλλους λόγους κυρίως. Για μας σήμερα επειδή σε αυτά τα κείμενα που άφησε όσα έχουν σωθεί είναι πάρα πολύ αναλυτικός. Δηλαδή ο Αρχιμήδης περιγράφει τι συνέβη μέσα στο μυαλό του όταν κάθισε να σκεφτεί κάποιο αντικείμενο. Ο Αρχιμήδης εκείνο που έκανε σκεφτόταν να λύσει κάποιο είδους ζήτημα, κάποιο είδους πρόβλημα. Κάποιοι με κάποιο είδους πρόβλημα και ο Αρχιμήδης αναλάβανε να το ερευνήσει και να βρει τη λύση του. Καθόλου λοιπόν και σημείωνε τι ακριβώς νοητικές διαδικασίες πραγματοποιούσε. Δεν ερχόταν να δημιουργήσει ένα σύστημα φιλοσοφίας, ένα σύστημα θεωρίας, δεν ερχόταν να δημιουργήσει κάτι τέτοιο με τρόπο αξιωματικό. Αξιώνω ένα, δύο, τρία και πάνω σε αυτά εργάζομαι από τελετές και δικά. Όχι, ο Αρχιμήδης ξεκινούσε και κρατούσε σημειώσεις για το πώς ακριβώς σκέφτηκε να κάνω τούτο, να φτιάξω τούτο, να κάνω το άλλο. Ο Αρχιμήδης, λοιπόν, έκανε εξαιρετικά πράγματα για την εποχή του και μάλιστα, όπως θα πούμε και κάποια στιγμή αργότερα, πρέπει να είναι αυτός ο οποίος εφίβρεται ο λογισμός. Δεν είναι ούτω ο Λάιμπινις ούτω ο Νιούτον. Μόνο που ο Αρχιμήδης εφίβρεται ο λογισμός με την έννοια της εξοδοτικής ανάγκης, του να ψάξει να βρει δηλαδή και να υπολογίσει και να καταγράψει γραφικά μικρά διαφορικά, όμως δεν προσπάθησε ποτέ να δώσει μια γεννή κεύση σε αυτό το οποίο έκανε. Δηλαδή κάθε φορά αντιμετώπιζε ένα πρόβλημα και προσπαθούσε να λύσει αυτό το πρόβλημα. Δεν έψαξε ποτέ να δώσει μια θεωρητική και πρακτική βάση σε αυτό το οποίο έκανε και έτσι ο λογισμός του έφυγε και έμεινε να αφιερώνεται στο Λάιμπινις και στο Νιούτον. Ο Αρχιμήδης, λοιπόν, έκανε καταρχήν προσέγγιση σε κάποιους άριτους αριθμούς. Η άριτη αριθμή ήταν κάτι τρελό για τους αρχαιοσέλληνες, δηλαδή δεν μπορούσαν να φανταστούν κάτι, ιδιαίτερα για τους Πιθαγόριους, δεν μπορούσαν λοιπόν να φανταστούν κάτι, το οποίο να μην μπορεί να περιγραφεί ως ο λόγος δύο πραγματικών αριθμών. Εδώ, λοιπόν, έχουμε εμείς ενδείξεις, με βάση τα κείμενά του, ότι προσδιόρισε τη ρίζα 3 ανάμεσα σε αυτά τα δύο όρια, το 265 προς 153 και το 1351 προς 780. Και προσδιόρισε επίσης και το πί ως κάτι ανάμεσα στο 3.170 πρώτα και 3.170. Είναι εντυπωσιακή η ακρίβεια με την οποία είναι καταδίκτυν τους πράξεις. Επίσης και προσεγγίσεις, ο Αρχιμίδης χρησιμοποιούσε μεγάλους αριθμούς. Πρότεινε, λοιπόν, την ύπαρξη ενός μεγάλου αριθμού του τύπου 10 στην 80' θα λέγαμε σήμερα. Και μάλιστα φανταζόταν ότι θα χρειαζόταν κάποια στιγμή να γίνουν πράξεις όπου το 10 στην 80' θα ήταν οι βάσεις, αν ακούμε. Δηλαδή να έχουμε 10 στην 80' ή στην 80' ή κάτι τέτοιο. Ίσως είχε, τι να πούμε, μέσα στο μυαλό του σαν σπέρμα την αίσθηση του απειρου και την αίσθηση ότι υπάρχουν πολύ μεγάλα νούμερα τα οποία πρέπει να χειριστείς για να προσυγγίσεις κάποιους πολύ μεγάλους αριθμούς. Βεβαίως. Ήταν, λοιπόν, ένας πανεπιστήμων. Ασχολήθηκε με πάρα πολλά πράγματα, κυρίως με εφαρμογές της γεωμετρίας και της φυσικής, αλλά, επαναλαμβάνω, σε πρακτικά ζητήματα. Και ποτέ δεν ασχολήθηκε με το να κάνει μια υγενήκευση της θεωρίας που μπορούσε να προκύψει από αυτά. Έλληνε κάθε φορά το συγκεκριμένο πρόβλημα. Και επίσης έχει δώσει αναλυτική περιγραφή του τι είναι αυτό το οποίο σκέφτεται και τι είναι αυτό το οποίο κάνει. Ο επόμενος, ο οποίος θα το κάνει αυτό και θα έχουμε τα γραπτά του στα χέρια μας, είναι ο Γαλιλαίος. Λοιπόν, αυτή την ελληνιστική περίοδο αρχίζει να αναπτύσσεται, κάτι που αφορά εμάς περισσότερο, αυτό που είναι γνωστό ως αλχημία. Υπάρχει εδώ πέρα μια σκέψη, μάλλον υπάρχουν πολλές σκέψεις, για το ποια είναι η αρχή της δημιουργίας της λέξης αυτής. Αυτό, λοιπόν, το χημία, που εμείς το ξέρουμε σήμερα και το γράφουμε με η, ει, γι, τον πρώτο καιρό πρέπει να ήταν με υψιλό. Το χημός, λοιπόν, μπορεί να έρχεται από τα ελληνικά και να σημαίνει το χημό, για τους Ελληνες χημός θα ήταν οποιονδήποτε σώμα σε ερευστή κατάσταση, ακόμα δηλαδή και ο χαλκός που βγαίνει από ένα καμίνι και μόλις βγει είναι σε ερευστή κατάσταση, μπορεί να περιγραφεί από τους αρχαίους Ελληνες ως χημός. Συνεπώς μπορεί να είναι η χημία, δηλαδή η τεχνική που έχει να κάνει με τους χημούς, και οι χημοί μπορούν να είναι τα ρευστά, τα διαλήματα και οποιοδήποτε σώμα είναι ερευστό κατά οποιοσδήποτε συνθήκες, δηλαδή ακόμα και ο λιωμένος χαλκός στο λιωμένο μέταλλο. Και το άλλο, φυσικά, είναι το αραβικό άρθρο. Α' χημία, λοιπόν, αυτή η διαδικασία που έχει να κάνει με τους χημούς. Υπάρχουν και κάποιοι που νομίζουν ότι το χημία αναφέρεται στο χέμ, και το χέμ είναι ο τρόπος με τον οποίο αναφερόταν οι Αιγύπτιοι στη χώρα τους. Το χέμ, λοιπόν, η χημία, η επιστήμη, ας πούμε, της Αιγύπτο, της περιοχής αυτής. Κατάλλως, αυτό το χέμ είναι η έκφραση που αναφέρεται στο μαύρο χρώμα που είχε το χώμα, το γόνιμο γύρο από τον ήλιο. Αλλά, πάση περιπτώσει, πιστεύω, όπως και πολλοί από τους πρώτους που γράψανε βιβλία είτε στα Ανατινικά είτε σε κάποια γλώσσα της Δυτικής Ευρώπης, δεν αναφέρονται στο κέμισθρι, όπως τα λέγαμε σήμερα, αλλά στο κίνισθρι, με y, με y, που είναι η απόδοση του ελληνικού y. Συνεπώς, το χημός μου φαίνεται, εμένα, πιο λογικό σαν πηγή του ονόματος αλχημία. Η αλχημία ξεκινάει και αναπτύσσεται στην λεκάνη της Μεσογειού, στην Ανατολική της περιοχή, κυρίως εκεί κάτω στην Αίγυπτο, αλλά εκεί πέρα υπήρχε και η Βιβλιοθήκη της Αλεξανδρίας και ζήσαν και έδρασε όλοι αυτοί παραπάνω, οι μαθηματικοί, οι αστρολόγοι, οι γεωδέτες, προφανώς, λοιπόν, και άλλοι που ασχολούνταν με άλλα πράγματα, περισσότερο πρακτικά, εκεί θα μπορούσαν να βρουν πρόσφορο έδαφος για να ζήσουν επιπλέον. Και υπήρχαν άνθρωποι περίπου, πώς θα το λέγαμε σήμερα, από όλες τις φιλές του Ισραήλ, όλων των πολιτισμικών τάσεων, όπου είναι γνωστό ότι οι Μακεδόνες φτάσανε μέχρι την Ινδία, οπωσδήποτε οι Ινδοί είχαν επαφές με τους Κινέζους, και προφανώς πράγματα που πήρχαν γνωστά στους Κύθες και στους άλλους βορειότερους λαούς εδώ πέρα στην Ευρώπη, μπορεί να φτάσουν μέχρι εκεί. Άρα ήταν ένα σημείο, αυτή η λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου, όπου διάφοροι πολιτισμοί φέρναν την συμμετοχή τους για να την ενσωματώσουν σε αυτόν τον ενίο μεγάλο πολιτισμό, ο οποίος αναπτύχθηκε εκείνη την περίοδο. Την βλέπουμε εδώ πέρα. Εδώ πέρα βλέπουμε ένα κομμάτι από έναν Πάπυρο. Για να είμαστε ακριβείς, ένα από τα κομμάτια του Παπύρου, ο Πάπυρος αυτός όταν ανακαλύφθηκε, χωρίστηκε σε δύο κομμάτια. Το ένα πήγε στο Πανεπιστήμιο του Λάινταν και το άλλο στο Πανεπιστήμιο της Στοχόλμις. Προφανώς, επειδή η αποστολή η οποία τον βρήκε ήταν μια αποστολή που αποτελούταν από δύο υποομάδες, η μία πρέπει να ήταν λοιπόν Ολλανδική και η άλλη Σουηδική. Έτσι, λοιπόν, τώρα αυτό το πράγμα που ήταν καταρχήν ένας ενιαίος Πάπυρος, τώρα είναι γνωστός με δύο ονόματα, ο Πάπυρος του Λάινταν και ο Πάπυρος της Στοχόλμις. Είναι γραμμένος στα ελληνικά με τον τρόπο που ήταν γραμμένα τα ελληνικά τότε, δηλαδή με κεφαλαία γράμματα συνεχόμενα. Και εδώ πέρα αυτό που περιγράφεται, πρώτα απ' όλα αυτό χρονολογείται στον 3ο αιώνα μετά Χριστό, αυτό που περιγράφεται είναι κάποιες συνταγές για το πώς κάνεις κάποια πράγματα να μοιάζουν με κάτι. Δηλαδή αυτό που λέγαμε προηγουμένως, πώς κάνεις μια επίχρύσωση χωρίς να είναι το αντικείμενο όλο από Χρυσό. Επίχρυσωση. Πώς κάνεις, εδώ υπάρχει στο μέσον του Παπύρου, μια περιγραφή για το πώς φτιάχνεις κάτι που μοιάζει με τεχνητό σμαράγδι, σμαραγδοποίησης λοιπόν. Υπάρχουν κάποιοι τεχνικοί όροι, οι οποίοι είναι δύσκολο να γίνουν κατονοητοί διαβάζοντας το άμεσα, όμως αν το διαβάσει κάποιος και κοιτάξει το τελικό αποτέλεσμα και μπορείς να φανταστεί σχεδόν με τους σημερινούς όρους ποιο είναι το τελικό προϊόν, μπορεί σχετικά εύκολα να κατάλαβει και ποια είναι τα διάμεσα προϊόντα τα οποία ονομάζονται με κάποιους τρόπους. Δεν ονομάζονται, βέβαια, ως θηκοασβέστιο αυτό το πράγμα που χρησιμοποιούσαν εδώ πέρα, διότι δεν είχε προταθεί και χρησιμοποιηθεί τότε η ορολογία που μας έλεγε ότι όταν αναφέρομαι κάτι ως θηκό είχε τούτοι δότη σύσταση κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπBeat και το ξαναβάζεις. Το αφήνεις μερικές μέρες, πηγαίνεις, ξανακάνεις τη διαπαρατήρηση, το ξαναξύνεις και το ξαναβάζεις. Και συνεχίσεις αυτή τη διαδικασία. Και συνεχίσεις αυτή τη διαδικασία μέχρι να τελειώσει είτε το ξίδι, είτε η πλάκα του ομολύβδου, είτε και τα δυο. Όταν λοιπόν τελειώσει, έχεις μαζέψει στην άκρη μια ποσότητα από ένα λευκό υλικό, το οποίο δεν είναι τόσο πυκνό όσο ομολύβδος και το οποίο πρέπει να το ξεπλύνεις μερικές φορές, να το διαλύσεις σε νερό και να το αφήσεις να κατακαθήσει, να το περάσεις από λεπτά πανιά, να το κάνεις δίήθυση δηλαδή, σύμφωνα με τη σημερινή ορολογία, και στη συνέχεια να το αφήσεις να στεγνώσει και αυτό το πράγμα είναι μια πολύ ωραία σκόνη που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για ψημίθιον. Τι καταλαβαίνουμε εμείς? Εμείς καταλαβαίνουμε ότι αυτό το πράγμα είναι οξικός μολύβδος. Σε χρόνια προγενέστερα από τον Θεόφραστο, δηλαδή στον Αριστοτέλη, υπάρχουν αναφορές για το πώς μπορεί κάποιος να αποστάξει θαλασσινό νερό και πώς επίσης μπορεί κάποιος να φτιάξει χιτό άργυρο. Δηλαδή, πώς μπορούμε να απομονώσουμε υδράργυρο. Ο υδράργυρος απομονώνεται κυρίως από το κυνάβαρι, από το θυούχο ρικτό του, αυτό ήταν γνωστό από πολύ παλιά. Όταν ο Αριστοτέλης αναφέρεται στον χιτό άργυρο και στο πώς μπορώ να τον παρασκευάσω, προφανώς γνωρίζει τη διαδικασία πώς από τον θυούχο υδράργυρο μπορώ να καταλήξω στο να πάρω τον υδράργυρο. Έτσι, ας έχουμε στο μυαλό όμως ότι ο υδράργυρος είναι κάτι εντυπωσιακό. Δεν είναι ένα στοιχείο αρκετά πυκνό. Είναι κάτι που έχει μεταλλική λάμψη, το οποίο όμως είναι ρευστό. Είδατε μικρά μικρά μικρά μυλάκια, τα οποία είναι κατ' αρχήν εντυπωσιακά. Ο Αριστοτέλης και οι άλλοι δεν μπορούσαν να το ξέρουν αυτό τότε, μπορούσαν να έχουν παρατηρήσει ότι κάποιοι πεθάνανε, αλλά δεν μπορούσαν να το συντέσουν ότι πεθάνανε επειδή χρησιμοποιούσαν συχνά υδράργυρο ή ερχόταν σε επαφή με αυτό το υλικό. Υπάρχουν λοιπόν τέτοιου της γνώσης, οι οποίες είναι, όπως καταλαβαίνουμε, εμπειρικές. Δεν εμφασίζονται πάνω σε χημικές θεωρίες, σε χημικές αντιδράσεις και σε κατανοήση της χημικής συμπεριφοράς των ενώσεων στις οποίες αναφερόμαστε. Τώρα, στην Αίγυπτο υπήρχαν εκατοντάδες θεοί. Ένας από αυτούς ήταν ο Θώθ, ο οποίος ήταν προστάτης της σοφίας, της δικαιοσύνης και όταν οι Έλληνες κατέβηκαν στην Αίγυπτο, έκαναν αυτό που έκαναν και αλλού. Δηλαδή, και ο Ηρόδοτος το αναφέρει και ο Θουκυδίδης το αναφέρει και όλοι οι υπόλοιποι. Μιλάνε για κάποιον άλλο λαό, λένε, ξέρετε, αυτοί έχουν έναν Δία τον οποίον δεν τον λένε Δία, τον λένε έτσι. Τι κάνανε οι δικοί μας οι πρόγονοι. Βρίσκαν τις αντιστοιχίες και λέγαν, ναι, μάλιστα, υπάρχει λοιπόν Δίας και αυτοί εκεί πέρα τον λένε έτσι. Υπάρχει ο Αιτούτος και τον λένε έτσι. Εδώ, λοιπόν, ταυτοποίησαν αυτόν τον Θώθ με τον Ερμή. Και σιγά σιγά με την ανάμιξη των πολιτισμών στην Αίγυπτο, που ήταν και η περιοχή του Θώθ έγινε για κάποιον λόγο αναφορά στον Θεό τον Ερμή τον Τρισμέγιστο. Ο Θεός λοιπόν αυτός ο Ερμής ο Τρισμέγιστος ήταν από εδώ και πέρα ο φανερός και αργότερα ο μυστικός προστάτης αυτών των αλχημιστών. Αυτών δηλαδή που ασχολούταν με το να χρησιμοποιήσουν τη σοφία που αποκτούσαν μέσα από διάφορες διαδικασίες. Αυτοί οι αλχημιστές λοιπόν προφανώς προσπαθούσαν να κρατήσουν για τον εαυτό τους τη γνώση την οποία είχαν αποκτήσει. Και πώς την είχαν αποκτήσει, όπως είπαμε και προηγουμένως με τη διαδικασία που έκανε και ο Μάστορας με τη δοκιμή και με το σφάλμα. Όταν λοιπόν έχω αφιερώσει αρκετό χρόνο για να κάνω δοκιμές αποτυχημένες κατά το πίστον, στη συνέχεια αυτό που κατόλουφα να κερδίσω με κόπο και με βάσανο, προφανώς δεν είναι πρόκριτο να το δώσω έτσι στον καθένα χωρίς κάποιο αντάλλαγμα και χωρίς να κερδίσω κάτι και χωρίς να έχω υπόψιμο το τι θα προκύψει από αυτό το δόκι. Κατά συνέπεια θα ήμουν ένας τύπος μυστηριακός, περίεργος, κλεισμένος στον εαυτό μου και έτσι ήταν συνήθως οι περισσότεροι αλχημιστές. Αυτοί λοιπόν κρατούσαν τα στοιχεία τα ερμητικά για τον εαυτό τους. Τα στοιχεία τα οποία σχετίζονται με το ερμητικό τριμμέγιστο. Τι έννοια δίνουμε εμείς σήμερα στην λέξη ερμητικός, είναι ερμητικά κλειστό αυτό το πράγμα, δηλαδή τι θα πει ερμητικά κλειστό δεν αφήνει να βγει τίποτα έξω. Βλέπετε λοιπόν πώς έτσι το επίθετο από εκεί που παρίστανε τον Θεό κατέληξε ως τέλος να παριστάνει κάποιες πρακτικές και κάποιες συμπεριφόρεις που χρησιμοποιούσαν ορισμένοι οι οποίοι ας το πούμε ήταν προστατευόμενοι αυτού του Θεού. Άρα τα τέσσερα στοιχεία που κατ' αρχήν δέχτηκε ο Εμπεδουπλής και στη συνέχεια καθιέλωσε ως τέλος. Έχουμε λοιπόν τον ρόβο των στοιχείων στη μέση και το τραγόνο των ιδιωτήτων που τα περιβάλλει. Συνεπώς αυτό εδώ πέρα μπορούμε να πούμε ότι κατά κάποιο τρόπο είναι η βάση της αλχημίας. Αν λοιπόν έχουμε τον μόλιβδο ο οποίος είναι ως μέταλλο ψυχρό και ξηρό θα μπορούσαμε να παίξουμε λίγο με την ψυχρότητα και την ξηρότητά του γιατί προφανώς και ο χρυσός που είναι μέταλλο έχει και αυτό τη συνδότηση του ψυχρού και του ξηρού. Το ότι γιατί ο μόλιβδος δεν είναι ίδιος με το χρυσό γιατί έχουν διαφορετικό βαθμό ψυχρότητας και ξηρότητας ας το πούμε έτσι. Αν μπορούσα εγώ να βρω έναν τρόπο να μεταβάλλω την ποιότητα του ξηρού, του θερμού, του υγρού και όλα τα σχετικά τι θα μπορούσα να κάνω. Θα μπορούσα πολύ εύκολα με βάση αυτό εδώ πέρα το νοητικό κατασκεύασμα να μετακινηθώ από τον μόλιβδο προς το χρυσό. Δεν είναι αυτό κάτι πολύ ωραίο. Είναι κάτι πολύ ωραίο σαν στόχος, σαν σκοπός, σαν κάτι το οποίο μπορώ να θέσω και να προσπαθήσω να το πετύχω. Και αν μπορέσω και το πετύχω, με την έννοια ότι ο μόλιβδος βρίσκεται σε μεγάλη περιεκτικότητα παντού στον κόσμο, μπορώ να βρω μεγάλες ποσότητες μολύβδου και κάνοντας αυτήν την τεχνική διαδικασία που θα έχω μάθει μέσα από την πορεία πορών λαθών και πολλών δοκιμών, θα μπορέσω αυτήν την μεγάλη ποσότητα μολύβδου να την κάνω χρυσό. Φυσικά ο χρυσός από πολύ παλιά είχε αξία ως μέσο ανταλλαγής και ως μέσο πλουτισμού. Κατά συνέπεια μια τέτοιού του στάση και σκέψη δική μου, που είμαι αλχημεστής, έχει αποδέκτες όχι μόνο εμένα αλλά και πολλούς άλλους. Τώρα, κατά τη στοιχεία μου, αυτά τα τέσσερα στοιχεία που υπάρχουν στον κόσμο, έρχομαι πάλι έτσι σε μια αρχαία σκέψη, ότι υπάρχει στον κόσμο έξω έχει αντανάκραση και σε μένα μέσα. Τέσσερα λοιπόν στοιχεία βασικά υπάρχουν στον κόσμο, τέσσερα στοιχεία βασικά πρέπει να υπάρχουν στον άνθρωπο. Ήταν κατανοητό από παλιά ότι τα διάφορα ρευστά μέσα στον άνθρωπο παίζουν σημαντικό ρόλο. Το κύριο κυρότερο ρευστό είναι το αίμα. Δεν μπορεί να υπάρξει ένας άνθρωπος χωρίς αίμα. Επίσης δεν μπορεί να ζήσει ένας άνθρωπος χωρίς να πιει νερό. Βεβαίως υπάρχει μια αντιστοιχία όπως έχουμε τα τέσσερα στον κόσμο, έχουμε και τα τέσσερα ρευστά μέσα στον άνθρωπο, είναι το κόκκινο αίμα, η κίτρινη χωλή, η μαύρη χωλή και το λευκό φλέγμα. Υπάρχει μια αντιστοιχία. Πιστεύουμε ότι όπως περίπου είναι κατασκευασμένος ο κόσμος έξω είναι κατασκευασμένος και ο άνθρωπος μέσα. Τώρα οι σύγχρονοι μελετητές βλέπουν διάφορα πράγματα, διάφορα μηνύματα κρυμμένα μέσα σε κάποια κείμενα που έχουν διασωθεί ή έχουν καταγραφεί ή έχουν υποκλαπεί από αλχημιστές. Δίνουμε λοιπόν τώρα εμείς μια ερμηνεία σε πράγματα που οι αλχημιστές γράψαν και υποστήριξαν κάποτε και νομίζουμε, τονίζω αυτό γιατί όταν δεν έχεις πληροφόρηση από πρώτο χέρι δεν μπορείς ποτέ να είσαι σίγουρος. Όταν προσπαθείς μάλιστα να κάνεις αποκρυπτογράφηση κάποιων κειμένων που κάποιος τα έγραψε ακριβώς για να τα διατηρήσει ερμητικά κρυστά, τότε μπορείς να πέσεις σε περίεργες ατραπούς. Εδώ λοιπόν πιστεύουμε, τον ξανατονίζω αυτό, πως πολλοί από τους αλχημιστές λέγαν κάποια πράγματα για να πουλήσουν την τέχνη τους, να πουλήσουν τον εαυτό τους και να εξασφαλίσουν κάποιους πάτρονες. Δηλαδή κάποιους που θα τους χορηγούσαν χρήματα για να κάνουν τις μελέτες τους και θα τους παρήχαν τροφή και στέγη. Και παλαιολογιπτόντως αυτοί οι αλχημιστές ενδιαφέρονταν και για κάτι άλλο. Συνεπώς οι σύγχρονοι ερευνητές και αμελετητές δέχονται ότι υπάρχει μία αλχημία η λεγόμενη εσωτερική και μία η αλχημία η λεγόμενη εξωτερική. Και πιστεύουν ότι ο κάθε αλχημιστής υπηρετούσε και τις δύο αυτές αλχημίες. Η εσωτερική αλχημία ήταν αυτό ακριβώς που λέει το όνομά της, δηλαδή ήταν μια ανάγκη του αλχημιστή να τελειοποιήσει τον εαυτό του και να τον τελειοποιήσει πραγματοποιώντας διάφορες πρακτικές διαδικασίες και πίστευε ο αλχημιστής ότι πραγματοποιώντας κάθε τέτοιου είδους διαδικασία ερχόταν όλο και πιο κοντά στην τελείωση. Λίγο πολύ όπως και οι Πιθαγόροι πιστεύαν πως ζούμε και ξαναζούμε και ξαναζούμε, η ψυχή μας δηλαδή η οποία είναι αθάνατη και κάθε φορά καθώς επιστρέφει στη γη με μια άλλη μορφή τελειοποιείται και τελειοποιείται τόσο περισσότερο όσο περισσότερο έχετε σε επαφή με την φιλοσοφία. Εδώ λοιπόν ο αλχημιστής έρχεται σε καλύτερη κατάσταση κάθε φορά που τελειοποιεί κάποια διαδικασία, κάποια φορά που πραγματοποιεί κάποια αλχημιστική διαδικασία. Αυτό λοιπόν ήταν η εσωτερική αλχημία. Η εσωτερική αλχημία ήταν αυτό το οποίο έπρεπε ο αλχημιστής να πουλήσει. Εκείνο λοιπόν το οποίο μπορούσε να πουλήσει ο αλχημιστής ήταν ακριβώς αυτό που είπαμε προηγουμένως, ότι μπορούσε με κάποιες τεχνικές, με κάποιες διαδικασίες, στις οποίες περιλαμβανόταν το να είναι κάπου απομονωμένος και να κάνει τελετές μυστικιστικές και πράξεις μυστικές επίσης, μπορούσε λοιπόν να πάρει το μόλιβδο ή ένα άλλο τέτοιο φθινό μέταλο και να το μετατρέπει σε χρυσό. Αυτό ήταν κάτι το οποίο μπορούσε να πουλήσει ιδιαίτερα σε κάποιες εποχές και σε κάποιους κύκλους. Και βεβαίως εξαιτίας αυτού μπορούσε να δημιουργήσει και εχθρούς, δεν δημιουργούσες μονοφύλους με τέτοιες διαδικασίες. Κάτι άλλο, λίγο γενικότερο, ήταν το ότι κάποιοι αλχημιστές ισχυρίζονταν πως μπορούσαν να ψάξουν μέσα από κάποιες πρακτικές διαδικασίες που εκτελούσαν, να βρούνε την πανάκια, δηλαδή αυτό το υλικό το οποίο θα μπορούσε να χωριχθεί σαν φάρμακο σε κάθε περίπτωση και να θεραπεύσει πάσα νόσων και πάσα τέλος πάντων, όπως λέει και ο Τσιφόρος. Έχουμε λοιπόν τώρα τη φιλοσοφική γήθο, ψάχνω να βρω δηλαδή κάποιο υλικό, κάποια πέτρα, την οποία θα την κάνω έτσι, θα την τρίψω πάνω στο μολύβι και θα το μετατρέψω σε χρυσό. Και προσπαθώ να βρω και την πανάκια, δηλαδή ένα φάρμακο το οποίο θα είναι φάρμακο ολοκληρωτικό και συνολικό, θα θεραπεύει όλα τα πάντα. Αυτά είναι κάτι το οποία μπορώ να βγάλω προς τα έξω σαν αλχημιστής και αν τα βγάλω αυτά προς τα έξω σαν αλχημιστής, θα κερδίσω κάτι τύφι, φυσικά θα κερδίσω συμμαχίες και φίλους και όλα τα σχετικά. Προς τα μέσα, εγώ, πραγματοποιώντας αυτές τις διαδικασίες, θα μπορέσω να τελειοποιηθώ σαν άτομο, θα μπορέσω να τελειοποιήσω την ψυχή μου, το σώμα μου, το οτιδήποτε πάση περιπτώση είχα σκοπό να τελειοποιήσω. Αυτά είναι που φανταζόμαστε εμείς αυτή τη στιγμή, αυτά είναι που πιστεύουμε εμείς αυτή τη στιγμή και κάποιες παρακαταθήκες από αυτή την αλχημιστική περίοδο μας έχουν μείνει και μερικές από αυτές τις περιγράφους εδώ πέρα. Καταρχήν υπάρχει μυστικισμός στην αλχημία, ο κάθε αλχημιστής παραμοτοποιεί τις διαδικασίες μόνος του, το πολύ πολύ στα γεράματά του να έχει κάποιον μαθητή ο οποίος είτε θα υποκλέψει, είτε θα καταλάβει, είτε θα προσπαθήσει να εντεθεί σε αυτά που κάνει ο αλχημιστής και να αποτελέσει κατά κάποιο τρόπο τη συνέχεια του. Επίσης χρησιμοποιούν σύμβολα. Χρησιμοποιούν σύμβολα για να περιγράψουν πράγματα τα οποία σύμβολα βεβαίως δυστυχώς από τη στιγμή που δεν υπάρχονταν αλλητικά σε ένα γλωσσάρι, διότι αν υπήρχε γλωσσάρι ο οποίοςδήποτε θα μπορούσε να διαβάσει τα κείμενα του αλχημιστή. Απ' τη στιγμή λοιπόν που τα σύμβολα αυτά δεν καταγράφονται σε ένα γλωσσάρι και καθώς η ηλικία του αλχημιστή προχωρούσε και καθώς προχωρώντας η ηλικία ερχότανε το Ατσχάιμερ, προφανώς μετά από 2 χρόνια ήταν ακατάλληπτα τα σύμβολα ακόμα και στον ίδιο τον αλχημιστή που τα πρότεινε στην αρχή. Επίσης, στην περίοδο αυτή του μυστικισμού, επεκτείνονται κάποιες παλιές δοξασίες και κάποιες αντιλήψεις. Όπως είπαμε προηγουμένως, είδαμε μία, η αντιστοίχηση των 4 βασικών σωμάτων του σύμβολτος με τα 4 βασικά υγρά του ανθρώπινου σώματος. Αντιστοίχηση τώρα λοιπόν και σε άλλα πράγματα. 7 ουράνια σώματα, 7 μέταλα, 7 μέρες της εβδομάδας. Οι 7 μέρες της εβδομάδας βαβαίως έχουν άμεση εξάρτηση με τα ουράνια σώματα. Έτσι παριστάνουν ακριβώς τις 7 μέρες της κάθε φάσης της Ελλήνης. Από τη Νέα Συρήνη μέχρι και ακριβώς που είναι ο Αρατός Ομισιός Δίσκος, μετά η Δεύτερη Εφτάδο στη Πανσίλεινου κλπ. Τα 7 μέταλα τώρα είναι κάτι εντελώς τυχαίο. Ήταν γνωστά κάποια μέταλα, προφανώς ο Χρυσός, προφανώς ο Άργυρος, έτσι ο Χαρκός, ο Σίδηρος, ο Κασίτερος, ο Μόηδος κλπ. Οι 7 μέρες της εβδομάδας μας προέκυψαν κάπως αργότερα, αλλά τα 7 ουράνια σώματα ήταν αυτά που αντιμετωπίζαμε μίσως ουράνια σώματα. Αφού η Γη είναι εδώ πέρα κάτω, είναι η βάση του σύμπαντος, είναι ο κόσμος στον οποίο βρισκόμαστε, τα ουράνια σώματα είναι πηγαίνοντας από εκεί και προς τα πάνω. Προφανώς πρώτο και καλύτερο η Σελήνη, προφανώς στη συνέχεια ο Ήλιος και βεβαίως στη συνέχεια οι υπόλοιποι πλανήτες που είναι ορατές συγκινήσεις τους στον ουρανό. Εδώ λοιπόν, σε αυτό το σημείο, να πω ότι ένα σημείο τρομακτικής καμπής στην ιστορία και των υπιστημών και στην ιστορία γενικότερα ήτανε εκεί γύρω στα 1780. Εκεί γύρω στα 1780 συνέβη κάτι τρελό. Ένας αστρονόμος ονόματι Χέρσελ ανακάλυψε και ένα όγδο ουράνιο σώμα που ήτανε πλανήτης του ιδιαίκου συστήματος με τη σημερινή ουρολογία. Ήταν ένα ουράνιο σώμα που βρισκόταν εδώ πέρα κάτω χαμηλά κοντά σε εμάς και μπορούσαμε να παρακτηρίσουμε την κινησί του. Συνεπώς, ήταν ο πλανήτης που σήμερα έχει το όνομα ουρανός, τότε λοιπόν ο Χέρσελ έκανε κάποιες παρατήρησες και έδειξε ότι αυτό το σώμα εκτελεί μια κίνηση όπως και οι άλλοι πλανήτες που ήταν γνωστή. Κατεσέπια πρέπει να περιεχθεί σε αυτούς και αμέσως, αμέσως τι έγινε, κατερρύφθηκε αυτή εδώ πέρα η αναλογία, αυτός ο παραλληλισμός. Σε αυτόν τον παραλληλισμό εδώ πέρα μην ξεχνάτε ότι εγώ δεν έχω σημειώσει και τις επτά πύλες των μεγάλων πόλεων και επίσης ότι πολλές μεγάλες πόλεις ήταν επτάλωφες. Επτάλωφη ήταν και η Ρώμη, επτάλωφη ήταν και η Κωνσταντινούπολη και όλα τα σχετικά. Βεβαίως το επτά εκτός των άλλων πραγμάτων είναι και ένας πολύ ωραίος χαρακτηριστικός αριθμός, είναι ένας από τους πρώτους αριθμούς. Δεν είναι το 1, δεν είναι το 2, δεν είναι το 3, είναι το 7. Είναι ένας ωραίος πρώτος αριθμός, χαρακτηριστικός και εντυπωσιακός. Από την περίοδο της Αλχημείας μας έχουν μείνει και μερικές άλλες παλακαταθήκες εκτός από το ερμητικός και εκτός από τέτοιους παραλληλισμούς. Λέξεις και εκφράσεις όπως καταλύτης, ξυρίων με τη μορφή του ελιξύριων, ηθραυλικός και μηχανικός μας έχουν προκύψει από δεδικασίες και αποκατασκευές που χρησιμοποιήθηκαν τότε, στην περίοδο της Αλχημείας, για να πραγματοποιηθούν κάποιες δεδικασίες. Παριπουκτόντος, επειδή οι Αλχημιστές ψάχναν με διάφορους τρόπους να πετύχουν τις ιδανικές μορφές κάποιων σωμάτων, προφανώς ενδιαφέληκαν και για τις ιδανικές μορφές κάποιων αέριων. Είναι εντυπωσιακό να κάνεις μια δεδικασία και από αυτή τη δεδικασία να πάρετε κάποιο αέριο. Νομίζεις λοιπόν ότι αυτό το αέριο είναι η βασική ουσία αυτού του συστατικού, έχεις λοιπόν ένα υλικό, το βράζεις κάπου, φεύγει ένα αέριο, είναι εμφανές ότι φεύγει αυτό το αέριο και λες βέβαιος αυτό πρέπει να ήταν κρυμμένο μέσα σε εκείνο το σώμα, είναι η απόλυτη ιδανική μορφή του, ο δημοκρατής και ο υπόλοιπη, τα μικρά μικρά στρογγυλά σωματίδια ή πνοή που βρίσκεται γύρω από το σύμπαν, έφυγε λοιπόν αυτή η πνοή και πάει γύρω από το σύμπαν. Άρα τι ήτανε, ήτανε το κύριο, το βασικό συστατικό αυτού του υλικού, το πνεύμα αυτού του υλικού, το ενόπλευμα, το ξυλόπλευμα και όλα τα άλλα, για τους πνεύματα. Το πνεύμα λοιπόν ήταν αυτό που βρισκόταν μέσα εκεί και, θερμένοντας και βράζοντας, αυτό το πνεύμα απομακρύνθηκε. Τι θα πρέπει να κάνουμε στη συνέχεια, να προσπαθήσουμε αυτό το πνεύμα να το συγμαζέψουμε, να το συγκρατήσουμε, να το κρατήσουμε εδώ κοντά μας. Πώς το κάνεις αυτό, δεν αφήνεις αυτό το πνεύμα να εξατμιστεί και να φύγει και προσπαθείς να το συγκεντρώσεις κάπως. Με διάφορες διαδικασίες, κυρίως δοκιμής και λάθους, έγινε κατανοητό ότι θα μπορούσες αυτό να το κάνεις μόνο, ψήχοντας τον σωλήνα μέσα από τον οποίο είναι αυτό που μακρύνεται. Είναι λοιπόν η υγροποίηση των ατμών κάποιων σωμάτων. Και έτσι, σε αυτήν την περίοδο την αλχημιστική, έχουμε φτάσει στο σημείο, η κύρια διαδικασία που πραγματοποιείται από τους αλχημιστές, να είναι όχι προσπάθεια εξάτμισης σε ήπιες συνθήκες για να μαζεύσουν ένα στερεό πράγμα, αλλά προσπάθειες σε αυτό το πράγματος που σήμερα το λέμε απόσταξη. Βεβαίως, για να μπορείς να κάνεις απόσταξη με κάποιους έτσι πρακτικούς όρους, θα πρέπει να έχεις τη δυνατότητα να φτιάξεις σκεύη τέτοια που να μπορούν να αντέξουν στην θέρμανση την οποία θα τα υποβάλλεις. Συνεπώς, τα απλά γυάλινα σκεύη που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν δεν ήταν αρκετά για τέτοιους διαδικασίες, θα έπρεπε να έχουν φτιαχτεί κάποια σκεύη γυάλινα, αρκετά χοντρά, αρκετά ανθεκτικά. Είναι αυτή λοιπόν η περίοδος, η ελληνιστική και μάλιστα από την εποχή του Χριστού και μετά γενέστρα, που τέτοιου δους γυάλινα κατασκευάσματα γίνονται αρκετά σταθερά, μπορούν να σχηματοποιηθούν σε σχήματα αρκετά μεγάλο μεγέθους και αρκετού πάθους, έτσι ώστε να μπορέσουν να πραγματοποιηθούν διαδικασίες όπως τις απόσταξες. Επαναλαμβάν, λοιπόν, τα πορυγούμα χρόνια η κύρια διαδικασία ήταν η ήπια εξάτμηση, ούτως ώστε να μείνει κάτω κάτι στερεό, αυτό το στερεό ήταν το υλικό το οποίο μας ενδιέφερε, τώρα πια βλέποντας τα αέρια, βλέποντας τα πνεύματα αυτά και εντοπίζοντας εκεί πέρα το ενδιαφέρον μας μετακινούμαστε στις διαδικασίες της απόσταξης. Αυτό σημαίνει ότι και η τεχνική κατασκευή τέτοιων γυάλινων, κυρίως αντικειμένων, έγινε καλύτερη προσπαθώντας να πετύχει καλύτερη σπιότητα σγυαλί για να μπορεί να τα αποκρίνεται σε αυτές εδώ τις συνθήκες. Τώρα, με την έλευση του χριστιανισμού, δημιουργείται ένα κύμα βίας σε βάρος όλων αυτών των αρχιμιστών, γιατί ακριβώς αυτοί οι αρχιμιστές ήταν παγανιστές. Φυσικά δεν μπορούσαν τίποτα άλλο, παγανιστές θα ήταν. Όταν λοιπόν έρχεται ο χριστιανισμός, όπως και κάθε τύ νέο, έχει μία ορμητικότητα. Την ίδια ορμητικότητα είχε το Ισλάμ αργότερα, την ίδια ορμητικότητα είχαν οι Μογγόλοι αργότερα και όλοι όσοι ήρθαν αργότερα είχαν μία ορμητικότητα. Ο νέος χριστιανισμός επιτίθεται σε οτιδήποτε παλιό βρή, επιτίθεται δηλαδή κυρουργητικός, έτσι όχι με την ευρετική μέθοδο που λέγαμε προηγουμένως, με τα πειράματα τανοιδικά και λόγια σχετικά. Και κυρίως εκείνοι οι οποίοι θεωρήθηκαν σχισματικοί και αιρετικοί διώχτηκαν και κυνηγήθηκαν, που βρισκόταν αυτοί, βρισκόταν κυρίως στην Ανατολική Λακάνη της Μεσογείο. Άρα λοιπόν από αυτούς που ονομάστηκαν Νεστοριανοί, επειδή ακολούθησαν την αίρεση του Νεστόριου, αναγκάστηκαν να φύγουν από τις περιοχές της Συρίας, της Παλαιστίνης, της Αιγύπτου και όλα τα σκηντικά και εκείνος ο οποίος ήταν ο κύριος ξένιστής τους ήταν αυτός που βρισκόταν απ' την πλευρά των συνόρων, ήταν η Περσία των Σασανιδών. Υπήρχαν κάποιες γνώσεις που έχουν εκεί, κάποιες αλχημιστικές εμπειρίες, κάποιες τεχνικές, κάποιες συνταγές ας το πούμε έτσι. Τέλος, όταν ο Ιουστινιανός καταλεί εντελώς τις φιλοσοφικές σχολές στην Κύριος Ελλάδα και όταν έρχονται και οι Άραδες το τελευταίο βήμα για την καταστροφή της Βιβλιοθήκης της Αλεξανδρίας, κάθε κατά πολύ προηγούμενης γνώσης, φυσικά η Βιβλιοθήκη της Αλεξανδρίας είχε ξανακαεί και από τους χριστιανούς πάντως το 645 μ.Χ. είναι το σημείο όπου η Βιβλιοθήκη της Αλεξανδρίας πάβει πλέον να υπάρχει. Είναι παρημειώδης η έκφραση με την οποία ο Ημήρης που μπήκε μέσα εκεί διέταξε να καταστρεφεί η Βιβλιοθήκη της Αλεξανδρίας. Το που το είπα είναι ότι εδώ πέρα έχει χιλιάδες βιβλία με γνώση, λέει μη συγχωρείτε αυτά που λένε εδώ πέρα μέσα τα λέει και το Κοράνι? Ε, βεβαίως αυτοί για να σώσουν την κατάσταση λένε ναι βεβαίως, εντάξει αφού έχουμε το Κοράνι δεν μου χρειάζονται όλα αυτά κάψαντα. Αν δεν τα λέει το Κοράνι τότε πολλοί περισσότερο λακαούνε και καήκαν ούτως ή άλλως. Συναπώς το 645 τελείωσε και η Βιβλιοθήκη της Αλεξανδρίας ό,τι είχαν μαζέψει οι πτωλεμαίοι και οι υπόλοιποι σαν παρακαταθήκη γνώσης ως έναν βαθμό είχε πάψει αν υπάρχει με την έλευση του χριστιανισμού. Στη συνέχεια με την έλευση των Αράβων τελείωσε φυσικά ήταν οι ίδιοι οι Άραβες που στη συνέχεια χωνέψαν κάποιον από το υλικό που υπήρχε είτε στη Βιβλιοθήκη της Αλεξανδρίας είτε διάσπαρτη εδώ και εκεί πέρα όταν η ορμή του Ισλάμ τελείωσε και έβαλε το σπαθί στην άκρη για να αρχίσει να κάνει τον δικό του πολιτισμό βρέθηκαν Άραβες φιλόσοφοι καταρχήν επιστήμονες στη συνέχεια που ανέπτυξαν τις δικές τους τεχνικές, ανέπτυξαν τις δικές τους συνταγές γύρω από την φύση και από την επιστήμη και να μερικοί από αυτούς ένας λοιπόν ήταν ο Τζαμπύρι Μχαλιάν συντομογραφικά προφανώς έτσι για εμάς τους ευρωπαίους το όνομα αυτό ακούγεται λίγο περίεργο συντομογραφικά αναφερόμαστε σε αυτόν ως Τζαμπύρι και ως εκλατινισμένο Γκέμπερ για αυτό το μόνο που έχουμε ως στοιχείο είναι ότι έζησε τον 8ο αιώνα πρέπει να λοιπόν από τους πρώτους βλέπετε όπως ακριβώς και με τον Θαλί και με τους πρώτους ελληνικούς φιλόσοφους έχουμε τις περίπου Ολυμπιάδες στις οποίες περίπου ανθίσανε εδώ πέρα έχουμε περίπου ότι βρίσκεται στον 8ο αιώνα περίπου στον 1ο αιώνα είναι η χρονική περίοδος που αναφέρεται η ζωή του Μοχαμέντ Βουμποσά Καρίσμι ο Καρίσμι λοιπόν έγραψε εκτός των άλλων που μπορεί να έγραψε και ένα βιβλίο Al-Kitab το βιβλίο, Al-Muhassar fi-Hishab, Al-Yabr, βάλ' μου καλά σε μια ελεύθερη μετάπραση, συνοπτικό βιβλίο υπολογισμών με συμπλήρωση και εξίσουση Al-Yabr αυτό είναι το σημείο που δεν μας μείνει, άλιαυρα κάνουμε και εμείς στα σχολεία μας σήμερα και Al-Khimia είναι αυτό το οποίο παρέλαβαν προφανώς ως χημία, ως χημισμό ως κάτι τέτοιο οι Άραβες και το μετέφεραν ως Al-Khimia θα ομιλήσεις χρειαζόταν το αραβικό Al όταν στην Ελληνική Ευρώπη ο πολιτισμός έφτασε μέσω των Αράβων από την Ισπανία, βεβαίως μετά λοιπόν τον χαρίσμη που μας ξεκίνησε την διαδικασία του περιδιαβάζεματος μέσα στην άλιαυρα έχουμε τον Αλ-Ραζί αυτό ήταν Πέρσις και φυσικά η Περσία έτσι των Σασανιδών έκανε ένα μεγάλο πόρο με τους Άραβες και καταστράθηκε και αποδέχθηκε την μουσουλμανική θρησκεία και στη συνέχεια μεγάλοι πέρασιες διανοητές ένας από αυτούς είναι ο Αλ-Ραζί εκλατινισμένο ο προφανός Αλ-Ραζής βλέπετε εδώ πέρα υπάρχει και η σαφαίστερη ένδειξη 866 με 925 αυτός λοιπόν ήτανε ιατροχημικός να λοιπόν και ένας σχετικά σύγχρονος όρος και ένας σύνθετος όρος αυτός εκτελούσε χημικές διαδικασίες προσπαθώντας από αυτές να πετύχει την απομόνωση κάποιου πράγματος είτε στερεού είτε υγρού δεν ξέρω αν και με πνεύματα ασχολήθηκε το οποίο να το χρησιμοποιεί στη συνέχεια σαν φάρμακο που βασίζεται αυτή εδώ πέρα η σκέψη σε παρατηρήσεις παρατηρήσεις που υπήρχαν από τα πολύ πολύ παλιά χρόνια τι γινόταν λοιπόν τα πολύ παλιά χρόνια στα σκληπίια πήγαινε κάποιος ο οποίος είχε κάποια αρρώστια τον εξέταζαν οι τοπικοί εκεί πέρα οι ιερείς του ασκληπίου επειδή είχαν κρατήσει προφανώς κάποια στοιχεία δοκιμή και λάθος γινόταν και εδώ πέρα από το παρελθόν βλέπουν ότι αυτός που είχε αυτού του είδους την ασθένεια προφανώς έμοιαζε με εκείνον τον άλλο που είχε έρθει μέσα στο ασκληπίου λοιπόν το οποίο ήταν μια δασσώδης περιοχή του λέγανε πήγαινε και ξάπλωσε κάτω από τη νητιά εκεί πέρα κάνε μια νηστεία για 2-3 μέρες κοιμήσου όσο μπορείς περισσότερο και θα προσευχηθούμε στον Θεό για να σε κάνει καλά άμα κάνεις μια νηστεία και ξεφορτώσεις τον οργανισμό από την ανάγκη να ασχολείται με την πέψη και άμα προσπαθείς να κοιμάσαι όσο περισσότερο γίνεται δηλαδή να ξεκουράσεις τον οργανισμό όσο είναι ήδη ένα βήμα προς την ίαση. Στη συνέχεια αν ήσουν κάτω από τη νητιά στον φλοιό της οποίας εκκρινόταν κάποια ουσία που έκανε καλό ξέρω εγώ στον πονόματο ο πονόματος είχε ιαθεί. Τα συνέπεια ήταν μετά μια παρατήρηση βάλτε τον κάτω από την οξιά βάλτε τον να κάνει τριζύμπερα ζηλιστία και να δείτε καλά που θα το περάσει. Οραζοί σκέφτηκαν και γιατί κάτω από την οξιά και όχι από τη βαλανιδιά. Διότι ας ψάξουμε την οξιά, ας ψάξουμε μήπως κάτι συμβαίνει εκεί πέρα, μήπως δεν είναι το πνεύμα του Θεού που έρχεται ειδικά κάτω από τις οξιές και τις ητιές και τις βαλανιδίας αλλά είναι κάτι πιο χειροπιαστό. Σε πως παίρνεις τους καρπούς, τους αλέθις, βγάζεις κάποιο υλικό προσπαθείς να δεις τι γίνεται, παίρνεις τα φύλλα, παίρνεις κομμάτι από το φλοιό και τι ωραίται καλά μέσα από το κομμάτι του φλοιού βρίσκεις ένα πράγμα, έτσι μια άσπρη σκόνη που απομονώνεται την οποία έτσι και την αλείψει απάνω σου. Πάει η εκτορά, πάει το έξεμα, πάει ο πονόματος, πάει η φαλάκρα και οι ιστορίες κ.κ. Σε πως τέτοιου είδους παρατηρήσεις χρησιμοποιήθηκαν από το ραζί για να κάνει εκείνη τη δουλειά του και επίσης ξεκίνησε να κάνει μια καταγραφή. Ξέρετε, από αυτό το πράγμα μπορώ με αυτή τη διαδικασία να πάρω εκείνο εκεί, εκείνο να ζουμί ένα στερεό ένα τέτοιο που θα το βάλω εκεί στο σακούλι, στο διχείο, στο τέτοιο, στο άλλο και θα το χρησιμοποιήσω σε αυτή την περίπτωση, σε εκείνη την περίπτωση, στράτη την περίπτωση. Αυτό λοιπόν λέγεται γιατροχημεία. Χρησιμοποιείται με ένα τελικό σκοπό. Δεν χρησιμοποιείται μόνο και μόνο για να παίξω, για να κάνω, για να ψάξω να βρω το ελιξύριο. Δεν ψάχνουν να βρω την μπαλάκια, ψάχνουν να βρω κάτι το οποίο θα θεραπεύσει την ψωρίαση, για παράδειγμα. Αυτός λοιπόν κατέτασε τα χημικά σώματα. Βλέπετε, η ανθρώπινη προδιάθεση δεν μου αρκεί να έχω πεντακόσια πράγματα μπροστά, μου θέλω να τα βάλω σε ομάδες. Αυτός λοιπόν τα κατέταξε ανάλογα με την προέλευσή τους. Είχε λοιπόν πράγματα ζωικής προέλευσης, φυτικής προέλευσης, τεχνητής προέλευσης και ορικτής. Το τεχνητής προέλευσης για το να ζει πιθανότατα σήμενε κάτι το οποίο το παρήγαγε αυτό στο εργαστήριο μέσα από μια χινική, θα λέγαμε σήμερα, διαδικασία. Άσα τα λοιπόν αν αυτό έμοιαζε με ένα υλικό που υπήρχε στη φύση, δεν θα το ονόμαζε ζωικό ή φυτικό ή ορικτό, αλλά θα το ονόμαζε τεχνητό. Έτσι λοιπόν ο Ραζή είναι ο πρώτος ο οποίος αναφέρεται πρακτικά να κάνει κάτι για τη χημία το οποίο έχει έναν στόχο, στη συγκεκριμένη περίπτωση να φτιάξει φάρμακα, γιατροχημεία. Και ο Ιμπσίνα, από τους τελευταίους, αλλά πάντως ίσως ο πιο μεγάλος από τους άραβες επιστήμονας. Εκλατινισμένα, το ονομά του είναι Αβικένα. Αν λοιπόν βρούμε κάπου αναφοράς σ' έναν Αβικένα, είναι ο Άραβας Ιμπσίνα, εδώ πέρα βλέπετε και την περίοδο που έζησε, 980-1037, κοιτάματε γενέστερος από όλους τους προηγούμενους. Είναι οπωσδήποτε ο πιο γνωστός φιλόσοφος. Προχώρησε την διαδικασία από τον Ραζί και έγραψε ολόκληρους οδηγούς σχετικά με το πώς μπορείς να φτιάξεις διάφορες ουσίες και πώς μπορείς να χρησιμοποιήσεις τη φαρμακευτική τους δράση. Και τα βιβλία του αυτά μείναν σαν παρακαταθήκη σοφίας και γνώσης μέχρι και την εποχή του παράκλησου για τον οποίον θα αναφερθούμε αργότερα. Αυτός ασχολήθηκε και με ορυχτά και με ιατρική και έχει καταγράψει ένα σωρό συνταγές στις οποίες φαίνεται ότι γνώριζε του πώς να συνθέσει κάποιες ενώσεις, που θα τις χρησιμοποιούσαμε σήμερα, σαν φάρμακα επίσης, αλλά βεβαίως χωρίς να ξέρει και να τους δώσει τα όνοματα που τους δίνουμε εμείς σήμερα. Τώρα, η αλχημεία διακρίνεται σε περιόδους ιστορικές. Μία είναι η ελληνική περίοδος τότε που ξεκινάει να υπάρχει, όπως είπαμε έτσι, με την ανάμιξη του ΘΟΘ και του ΕΡΜΙ και όλα τα σχετικά, και την προσπάθεια να πετύχουμε καταρχήν υλικά έτσι που να προσουμιάζουν σε κάτι χρήσιμο και ωραίο. Έρχόμαστε συνέχεια στην περίοδο της αραβικής αλχημείας και έρχόμαστε τώρα στην περίοδο της ευρωπαϊκής αλχημείας. Η περίοδος της ευρωπαϊκής αλχημείας άρχισε λίγο αργότερα, γιατί λίγο αργότερα έπρεπε να αρχίσει. Η Ευρώπη ζούσε εκείνη την περίοδο τους δικούς της μέσους χρόνους, τους σκοτεινούς χρόνους, εκεί που η ιστορία έχει λίγα πράγματα μας πεί, διότι ακριβώς η χρόνη ήταν σκοτεινή. Δεν υπάρχουν πληροφορίες για το τι συνέβαινε, έτσι. Λοιπόν, προφανώς η προσέγγιση του πολιτισμού στην Ευρώπη γινόταν από δύο σημεία. Ένα ήταν από την Ιβηρική Χερσόνησο μέσω των Αράβων και ένα ήταν από την Βαλκανική Χερσόνησο μέσω της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Έτσι παρένθεσαι σε αυτό το σημείο μια ιστορική παρένθεση, η οποία έχει να κάνει και με άλλα πράγματα, όχι μόνο με ιστορικά καθαρά. Έτσι μαθαίνουμε ακόμα και εμείς για την ιστορία μας, την Βυζαντινή Αυτοκρατορία και την περίοδο του Βυζαντίου. Ένας πολύ ωραίος τρόπος για να ξεφορτωθεί σε κάποια πράγματα. Ο όρος Βυζαντινή Αυτοκρατορία είναι γερμανικός. Προτάθηκε από Γερμανούς ιστορικούς τον 18ο και 19ο αιώνα. Για ποιο λόγο? Διότι έτσι έπρεπε. Διότι στο μυαλό των Γερμανών το Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία σήμερα κάτοικη, στο μυαλό βέβαιος όλων των υποείπων δυτικών Ευρωπαίων. Φυσικά η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κάποια στιγμή στον 3ο αιώνα Μ.Χ. διαιρέθηκε σε Ανατολική και Δυτική. Μετά η Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία σχετικά εύκολα έπεσε κάτω από τις πιέσεις των γερμανικών φίλων. Οι Βάδαλιοι, οι Ουνιοι, οι Γότθοι και όλα τα σχετικά. Ο Στρώ και βύση Γότθοι και Βάδαλιοι και όλοι αυτοί. Τα καλά παιδιά λοιπόν αυτά που ήταν Γερμανοί κατέλησαν την Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία σε βαθμό που ο Ιουστινιανός έτσι στον 5ο και 6ο αιώνα Μ.Χ. κάνει εκστρατίες στην Ελληνική Χερσόνησο και ανσωματώνει κομμάτια της Ιταλικής Χερσονήσου, έτσι η πατρίδα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Αργότερα λοιπόν, όταν δημιουργείται μια Γερμανική κατά βάση Αυτοκρατορία, τι όνομα έχει? Η Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού Έθνους. Αν το πεις αυτό σε κάποιον που κοιτάει την ιστορία έτσι από μια απόσταση, ένας Σαριανός που έρχεται από τον Διαστημό Πλειοδό, και το πεις τι ήταν οι Ρώμοι, τι ήταν οι Γερμανοί και ότι στη συνέχεια υπήρξε κάτι που ονομάστηκε Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού Έθνους, θα βγει αφρούς. Έτσι, είναι ένας ορισμός αντιπαραποκλειόμενος. Τα συστατικά του είναι το ένα δεύτερο με το άλλο. Έτσι. Έπρεπε όμως κάτι να υπάρξει. Έπρεπε αυτή η αυτοκρατορία των Γερμανών να επικαλείται κάποια βάση σε κάτι παλιότερο. Το κάτι παλιότερο που θυμόταν ήταν οι Ρώμοι. Η συνέχεια λοιπόν της Ρώμης ήταν η Γερμανική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, αν είναι δυνατόν. Κατά συνέπεια το Ρωμαϊκή έπρεπε από κάπου αλλού να εκλείψει. Από πού να εκλείψει? Από την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Δεν μπορούσε να έχεις μια Αγία Γερμανική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και μια άλλη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ανατολικά, ειδικά που ήταν και αιρετική αυτή η Ανατολική Βυζαντινιέζ, δεν είναι? Κατά συνέπεια τι κάνεις? Τους ονομάζεις Βυζαντινούς. Που πάνω χτίστηκε αυτή η Κωνσταντινούπολη? Ποτέ δεν χτίστηκε η Κωνσταντινούπολη έτσι, ακόμα και τώρα ο τίτλος του Πατριάρχη είναι Πατριάρχης Νέας Ρώμης. Η Νέα Ρώμη λοιπόν. Δεν έπρεπε να υπάρχει Νέα Ρώμη. Που πάνω χτίστηκε εκεί όταν το πόλεο Βυζάντιο. Εδώ είμαστε. Έλληνες είσαστε, Βυζ Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία είναι αυτή που κάνει ενέσεις πνεύματος και επιστήμης και φιλοσοφίας στους δυτικοευρωπαίους. Οι άλλοι που το κάνανε ήταν οι Άραβες από την Ευρική Κερσόνησο. Και έτσι το δυτικό ευρωπαϊκό πνεύμα αρχίζει να ξαναζωντανεύει εκεί γύρω στον εντέκατο αιώνα. Και αρχίζει και βεβαίως η Ευρωπαϊκή Αλχημία. Φυσικά το δυτικό ευρωπαϊκό πνεύμα, αν μπορούμε να το ονομάσουμε κάπως έτσι, συντηρούταν κυρίως από κανένας αυτοκράτορας, ούτε κανένας βασιλιάς, ούτε κανένας κέσαρας, ήταν μόνο ένας Πάπας. Τώρα πώς και καταλάθως έτυχε ο Πάπας να επιζήσει από τις επιτρομές των Βαλβάρων, των Βυσηγότθων και όλα τα σχετικά, κανένας δεν μπορεί να εξηγήσει. Το λέξι τον εγώ δεν μπορώ να εξηγήσω, δεν με ενδιαφέρε ποτέ. Παρέμεινε όμως. Και με την επίκληση του ότι ήταν η συνέχεια της Ρώμης, η οποία φάνταζε σαν κάτι εντυπωσιακό στα μάτια αυτ του, στη συνέχεια εγκαταστάθηκε μέσα στο μυαλό τους και στη συνέχεια τους υποδούλωσε πνευματικά, θα λέγαμε. Αναγκάζονται λοιπόν να αντεχτούν την πνευματική επικυριαρχία του Πάπα, αναγκάζονται να γίνουν χριστιανοί περισσότεροι θέλοντας ή μη θέλοντας, ακόμα και τώρα είναι παραδοσιακό το όνομα Christian, που σημαίνει χριστιανός. Ένα σωρό βασιλιάδες της Δανίας, της Νορβηγίας, της Σουηδίας, ονομάζονται χριστιανοί. Δεν υπήρχε λόγος σε εμένα να ονομά μια Δυτική Εκκλησία, ενσωματώνει στα πιστεύωτης, στις λογικές της και στην κοσμολογία της, ό,τι πράγμα βρίσκει βολικό από τις θεωρίες του Αριστοτέλη, του Πτολεμαίου και του Γαλλινώ, του Πτολεμαίου όσον αφορά την φύση και την φιλοσοφία, του Πτολεμαίου όσον αφορά την αστρονομία και του Γαλλινώ όσον αφορά την ιατρική. Οι κύριοι εκφραστές αυτής της άποψης είναι ο Άλμπερτ από τον Μπόλστατ και ο Θωμάς Οκκινάτης. Βεβαίως, αν κάποιος από αυτούς έκανε το λάθος να εισάγει μέσα σε όλα αυτά και κάποια κομμάτια από τον Αριστοτέλη που δεν ήταν συμβατά με αυτό που θέρανε, αν θυμηθούμε έτσι από το όνομα του Ρότου ή το βιβλίο την ταινία ότι έχει διαβάσει η ίδια ο καθένας, εκείνο το περίφημο βιβλίο για την κωμοδία δεν θα πρέπει να υπάρχει, έτσι, και δεν υπήρχε βεβαίως. Αυτή την περίοδο φαίνεται να προωθείται και η αντίληψη πως και τα μέταλα είναι ζωντανή οργανισμή και δημιουργούνται σιγά-σιγά και επίσης δημιουργούνται από την ανάμιξη σε κατάλληλες αναλογίες υδραργείου και θείου. Αυτό φαίνεται παλαβό? Φαίνεται παλαβό. Ο υδράργελος όμως, έτσι, δεν πάει να είναι ένα μέταλο, έχει λάμψη και επίσης γίνεται πολύ ωραία μικρά μπυλάκια τα οποία σκορπίζουν και κύμνονται από εδώ και από εκεί πέρα. Μας θυμίζει αυτό τα μικρά-μικρά σφαιρικά σωματίδια της ψυχής ή τα ιδανικά μικρά άτομα της ατομικής θεωρίας του Δημοκρίτου. Κατά συνέπεια, είναι ο φορέας ενός εξειδανικευμένου, θα λέγαμε, μεταλλικού χαρακτήρα. Το θιάφι, το θιάφι είναι ένα στερεό σώμα, δεν υπάρχει αντίδυση ότι αυτό είναι η γη, έτσι, με την έννοια την αριστοτελική, και πλέον έχει αυτό το κίτρινο χρώμα που ανταποκρίνεται στο χρυσάφι. Συνεπώς έχω έναν ιδανικό φορέα των μεταλλικών ιδιωτήτων, έτσι, μικρά-μικρά μπυλάκια, γελυστερά, αστραφτερά κλπ. και κάποια σάση μακροσκοπικής ιδιότητας του κίτρινου χρώματος. Επειδή βέβαια και το κοινάβαρι, έτσι, ο θύουγος Ράριγιρος είναι ένα στερεό σώμα, μπορούσε κάποιος να σκεφτεί ότι πιθανόν ο χρυσός να είναι μια ιδανική μίξη από θείο και Ράριγιρο και όλα τα άλλα μέταλλα να είναι διάφορα μείγματα, θείο και Ραριγίρο. Σε αυτό το σημείο επέδρασε καταλλητικά και η μεταλλοργία. Όταν ψάχνεις και σκάβεις κάπου για να βρεις, ας πούμε, χρυσό, σίγουρα δίπλα στο χρυσό θα βρεις και λίγο Άριγιρο. Σίγουρα και λίγο παρακάτω θα βρεις λίγο Μόλιβδο. Είναι στοιχεία σχετικά βαριά, με περίπου ίδιες πυκνότητες, με περίπου ίδιες ιωλικές ακτήνες κλπ. Τι αίσθηση σου έρχεται μέσα στο μυαλό? Ότι υπήρχε καταρχήν μια ποσότητα από Μόλιβδο που σιγά σιγά ορίμασε μέσα στη γη και έγινε Άριγιρος και σιγά σιγά ορίμασε και γύγου ακόμα και έγινε χρυσός. Συνεπώς, αν το άφηνας να ορίμασε και γύγου ακόμα, θα γινόταν περισσότερος χρυσός. Συνεπώς, μια διαδικασία που θα έπρεπε να κάνει κάποιος ως αρχιμηστής ήταν αυτό που σήμερα θα το λέγαμε τεχνητή γύρανση. Να προσπαθήσω το υλικό μου να το κάνω να νομίζω ότι πέρασαν πολλά χρόνια για να οριμάσει πιο γρήγορα και να μου δώσει περισσότερο χρυσάφι. Βεβαίως, πρακτικά, αν πάρει κανένας μια ποσότητα Μολίβδο με την έννοια αυτή, έτσι από ένα ορυχείο, σίγουρα θα έχει μέσα και μια μικρή περιεκτικότητα σε χρυσό. Σίγουρα, λοιπόν, κάποιοι αρχιμηστές γλιτώσαν το κεφάλι τους κάποιες φορές, επειδή μπορέσανε μετά από κάποιες διαδικασίες, από 40 κύματα και από 50 κόσκαινα και από δεν ξέρω οτι, να πάρουν 5 τόνους από υλικό και από αυτούς τους 5 τόνους να φτιάξουν ένα κιλό χρυσάφι. Ήταν το χρυσάφι που υπήρχε από προηγουμένους μες το Μολίβδο, έτσι. Απλώς με κάποιες διαδικασίες κάνανε εξευγενισμό, διώξανε τα υπόλοιπα μέταλα και κρατήσανε το χρυσό και μερικές μέρες νηστεία, κλειστώ περισσότερες φορές στο υπόγειο κάτω μόνος μου, θα βγάλω την άλλη φορά 10 κιλά και την άλλη 100 κιλά. Αυτό, λοιπόν, έχει πολύ θετικούς αποδέκτες, την περίοδο αυτή της αφύπνισης του ευρωπαϊκού πνεύματος, σε ποιους? Ακριβώς στους τοπικούς φεουδάρχες. Ένας τοπικός φεουδάρχης δεν μπορεί να σταθεί αν δεν έχει το τοπικό στρατό του. Δεν μπορεί να έχει το τοπικό του στρατό αν δεν μπορεί να τον πληρώσει. Δεν μπορεί να τον πληρώσει αν δεν έχει χρυσάφι. Λοιπόν, ένας αλχημιστής που του λέει «Μπορώ εγώ να σου φτιάξω χρυσάφι από εκεί που δεν υπάρχει» είναι καλοδεχόμενος. Σε ποιον είναι κακοδεχόμενος αυτός εδώ ο αλχημιστής? Ακριβώς στον βασιλιά. Όταν αυτός ο φεουδάρχης έχει αναγκαστεί ή από την παράδοση χρειάστηκε να υποσχεθεί πίστη στον βασιλιά, προφανώς αυτός ο βασιλιάς έπρεπε να τον έχει με το μέρος του και να τον έχει από χείριό του. Αν, λοιπόν, ο φεουδάρχης μπορούσε εύκολα να αποπτήσει πολλά κιλά χρυσάφιου, να τυπώσει, συγγνώμη, να κόψει τα δικά του νομίσματα ή να πληρώσει το στρατό του, μπορούσε να έχει ένα στρατό μεγαλύτερο από τον βασιλιά και να αποτελεί σε πρόβλημα γι' αυτόν. Συνεπώς η κεντρική εξουσία κυνηγάει τον αλχημιστή διότι δεν θέλει, ακόμα κι αν μπορεί ο αλχημιστής να φτιάξει χρυσάφι, η τοπική εξουσία τον καλύπτει και τον χρησιμοποιεί. Μέχρι στον το βιβλίο σου αποδειχτεί ότι δεν μπορεί να φτιάξει χρυσάφι, οπότε κινδυνεύει και πρέπει να τρέξει να το σκάσει η νύχτα για να φύγει να πάει να ζητήσει κάλυμα σε άλλον φεουδάρχη. Επίσης, ο τοπικός παπάς ή ο τοπικός μητροπολίτης μπορεί να σκέφτεται ότι θα ήταν χρήσιμο να βρει το ελιξύριο ή την πανάκια αυτός ο αλχημιστής και να πηγαίνει αυτός και με τη μορφή ευλογίας να τη δίνει στους τοπικούς πιστούς και να κερδίζει την εμπνιά τους κροτασιστικά. Δεν μπορεί όμως ο αρχιεπίσκοπος ή ο πάπας πολύ περισσότερο να αντεχθεί ότι θα έρθει ένας τύπος ο οποίος με διάφορες παγανιστικές τεχνικές και επικλήσεις πνευμάτων που είναι και αντίθετες προς την χριστιανική θρησκεία θα φτιάξει κάτι το οποίο θα κάνει τους ανθρώπους να μην γυρνάνε. Έτσι, τότε σε ποια ψυχή του ανθρώπου να επηρευθείς και με τι πράγματα να τον πιέσεις ούτως ώστε να έρθει και να κονατήσει μπροστά στον πάπα και όλα τα σχετικά. Κατά συνέπεια, οι αλχημιστές μπήκαν σε έναν κυκαιώνα από σχέσεις, ένα πλέγμα περίεργο από σχέσεις με τους τοπικούς άρχοντες και την κεντρική εξουσία, με το τοπικό ιερατείο και την παππική εξουσία. Και περάσανε μεγάλο μέρος της ζωής τους, κρυβόμενοι στο σπίτι του ενός, δεχόμενοι την προστασία του άλλου και να ταξιδεύουν από μέλος σε μέλος κρυφά για να μην τους πιάσουνε κάποιοι, ενώ παράλληλα έπρεπε να πουλάνε και προς τα έξω την εξωτερική αλχημία, όπως είπαμε, προκειμένου να βρουν τον επόμενο καλό και χρήσιμο πάτονα που θα τους ξεσφάζιζε τη ζωή τους, το λέξινο, για ένα χρονικό διάστημα. |