σύντομη περιγραφή: Λοιπόν, καλημέρα σας. Συνεχίζουμε αυτήν την σειρά μαθημάτων πάνω στη Γραμματική. Είπαμε ότι στα μαθήματα αυτά που θα κάνουμε μαζί, θα κάνουμε κυρίως Γραμματική. Ορισμένα από τα φαινόμενα είναι επανάληψη. Πρέπει όμως να τα δούμε, γιατί είναι πάρα πολύ βασικά. Μιλήσαμε στο προηγούμενο μάθημα για τον μέλλοντα, τον απλό μέλλοντα που δηλώνει μια πράξη που γίνεται στο μέλλον και τον φουτούρο κομπόστο, όπως ονομάζεται στα Ιταλικά, το τετελεσμένο μέλλοντα, το συντελεσμένο μέλλοντα, ο οποίος εκφράζει μία ενέργεια ή μία κατάσταση που μπορεί να πραγματοποιηθεί στο μέλλον και που τοποθετείται πριν από μία άλλη πράξη, το ίδιο μελλοντική. Παράδειγμα, να δώσουμε ένα παράδειγμα στα ελληνικά και να δούμε δύο-τρία παραδείγματα στα ιταλικά. Όταν τελειώσω το διάβασμά μου, αφού τελειώσω το διάβασμά μου, θα πάω στην Άννα. Πρώτα θα τελειώσω το διάβασμά μου και μετά θα πάω στην Άννα. Ακριβώς το ίδιο μπορούμε να κάνουμε και στα ιταλικά με το φουτούρο κομπόστο. Είναι πάρα πολύ εύκολο. Πάρα πολύ εύκολος ο σχηματισμός του, είχαμε πει. Κλείνουμε τα δύο βοηθητικά ρήματα, το αβέρε και το εσαιρεστόν μέλλοντα. Ο φουτούρο αντεριόρ. Κλείνουμε το αβέρε, πώς κάνει το αβέρε, πώς κάνει το αβέρε, πώς κάνει το αβέρε, πώς κάνει το αβέρε, πώς κάνει το αβέρε, πώς κάνει το αβέρε, πώς κάνει το αβέρε, αυρώ, αυράι, αυρά. Αφρέμω, αυρέται, αυράνω, πάντα με δόπια ν. Δεν ξεχνάμε ποτέ αυτή τη δόπια ν. Διπλό ν στο τέλος, αυράνω, σαράνω. Λοιπόν, για να κλείνουμε λίγο και το εσαιρε. Σαρρώ, σαράι, σαρά, σαρρέμω, σαρέται, σαράνω. Κοντόπια 1. Διαλέγουμε ένα από τα δύο βοηθητικά ρήματα. Υσχύουν πάντα οι γνωστοί κανόνες που ξέρουμε για το πασάτο πρόσημο, όσον αφορά το ποιο από τα δύο βοηθητικά θα επιλέξουμε. Έχουμε πει ότι στα μεταβατικά ρήματα βάζουμε αβέρε και στα μετάβατα αέσαιρε είναι ο πιο βασικός κανόνας. Και μεταβατικά είναι τα ρήματα που παίρνουν αντικείμενο. Έτσι, επομένως, ας πούμε αυρό λαβωράτο, αυρό παρλάτο, αυρό φινίτο. Έτσι, με το αέσαιρε πώς τα κάνουμε. Σαρρό παρτίτο. Σαρρό πρόντ. Μπέντε. Για να δούμε μερικά παραδείγματα, νομίζω είχαμε δει και την προηγούμενη φορά, του φουτούρο αντεριόρε, το πώς χρησιμοποιούμε. Για να χρησιμοποιήσουμε το πασάτο κομπόστο πρέπει να έχουμε ήδη μια μελλοντική πράξη. Το φουτούρο αντεριόρε δηλώνει μια πράξη συντελεσμένη που θα έχει γίνει ή θα γίνει μάλλον στο μέλλον πριν από μια άλλη μελλοντική πράξη. Για να δούμε παράδειγμα συγκεκριμένο. Τι σημαίνει όταν. Όταν. Όταν. Όταν. Φουτούρο αντεριόρε του φινείρε. Βάζουμε το αβέρε είπαμε επειδή το φινείρε παίρνει αντικείμενο. Ποιο είναι το αντικείμενο εδώ το studiare. Τι. Απαντάμε στην ερώτηση τι πάντα για το αντικείμενο. Αφού τελειώσω το διάβασμά μου. Όταν τελειώσω με το διαβασμά μου. Θα πάω στον κινηματογράφο. Μπαίνει. Όταν η Αννά έχει τελειώσει. Λα λέτερα. Λα. Σπεδίρα. Σύμπητο. Το ρήμα κάνει σπεδίρες. Και κλείνεται όπως το φινείρε σπεδίσκω. Σπεδίσκω ούνα λέτερα. Στέλνω ένα γράμμα, αποστέλνω ένα γράμμα. Ταχυδρομώ ένα γράμμα. Κουάντο Άννα αβρά φινείτο. Όταν αφού η Άννα τελειώσει το γράμμα. Μόλις δηλαδή η Άννα γράψει το γράμμα. Λα σπεδίρα σουμπιτό. Θα το ταχυδρομήσει αμέσως, θα το στείλει αμέσως. Ένα άλλο παράδειγμα, λίγο διαφορετικό. Ορίς το κουάντο. Βερό. Μέλλοντας του ρήματος. Βενείρε. Είναι ανώμαλλο το βενείρε, κάνει βερό ποιος, ή ο. Βερό δα τέ. Θα έρθω σε σένα, θα έρθω σπίτι σου. Βερό δα τέ. Δόπο και αβρέμω μαντζάτο. Προσέξτε λίγο. Δόπο και. Αφού. Μετά από. Δόπο και. Αβρέμω. Μαντζάτο. Αβρέμω. Μαντζάτο. Θα έρθω σε σένα, θα έρθω σπίτι σου. Αφού έχουμε φάει. Αφού τελειώσουμε το φαγητό μας. Το δόπο και επίσης σαν έκφραση, πρέπει να το έχουμε στο νου μας. Προσφέρεται για τέτοιου είδους εκφράσεις. Ένα άλλο παράδειγμα με το απένα. Επίσης προσφέρεται. Απένα. Τι θα πει απένα. Μόλις. Απένα. Απένα. Απένα λαβρώ. Απένα λαβρώ. Απένα λαβρώ κονοσού το μέλιο, λαβρώ κονοσού το. Απένα λαβρώ κονοσού το μέλιο, μόλις το γνωρίζω καλύτερα, το ρήμα πως κάνει. Απένα λαβρώ κονοσού το μέλιο, μόλις το γνωρίζω καλύτερα, το ρήμα πως κάνει. Απένα λαβρώ κονοσού το μέλιο, μόλις το γνωρίζω καλύτερα, το ρήμα πως κάνει. Απένα λαβρώ κονοσού το μέλιο, μόλις το γνωρίζω καλύτερα, το ρήμα πως κάνει. Απένα λαβρώ κονοσού το μέλιο, τί δυρώ λα μία οπινιόναι σου δι λούι. Οπινιόναι είναι οι άποψοι, έτσι. Απένα λαβρώ κονοσού το μέλιο, τί δυρώ λα μία οπινιόναι σου δι λούι. Απένα. Κόντο, δόπο και, έτσι είναι τα επιρρήματα με τα οποία μπορούμε να συντάξουμε τέτοιου είδους προτάσεις. Απένα λαβρώ κονοσού το μέλιο, τί δυρώ λα μία οπινιόναι σου δι λούι. Παρόμοιο με το απένα, το οποίο θα πει μόλις, είναι και το νον απένα. Το οποίο επίσης θα πει μόλις, με μεγαλύτερη όμως έμφαση. Να δούμε ένα παράδειγμα με το νον απένα. Νον απένα, μόλις αλλά με μεγαλύτερη έμφαση από το απένα. Νον απένα σαρό αρρυβάτο, σαρό αρρυβάτο, αρρυβά. Ωμαλό έτσι, φτάνω. Φτάνω κάπου, νον απένα σαρό αρρυβάτο, τί τελεφωνερό σούμπιτο. Μόλις φτάσω, θα σου τηλεφωνήσω αμέσως. Θα μπορούσαμε απλά να πούμε απένα, έτσι. Απένα σαρό αρρυβάτο, τί τελεφωνερό σούμπιτο. Δεν αλλάζει κάτι, απλά με το νον απένα δίνουμε μεγαλύτερη έμφαση στην εγκύτητα των δύο μελλοντικών πράξεων. Μόλις, αμέσως, τη στιγμή, μόλις φτάσω θα σου τηλεφωνήσω αμέσως. Το σούμπιτο είναι ουσιαστικά εδώ και λίγο πλεονασμός, γιατί το νον απένα καλύπτει το σούμπιτο. Έτσι, αυτό θα πει εξάλλου. Μόλις φτάσω, θα σου τηλεφωνήσω. Τη στιγμή αμέσως που θα φτάσω, θα σου τηλεφωνήσω. Νον απένα σαρώ παρτίτο, μόλις φτάσω θα σου τηλεφωνήσω. Μόλις, μόλις, φύγω, μόλις φύγω, διμεντικέρω τούτο, θα τα ξεχάσω όλα. Έτσι, μόλις φύγω, θα τα ξεχάσω όλα. Δηλαδή, θα είναι όλα παρελθόν για μένα. Να δούμε άλλο ένα παράδειγμα με το ντοποκέ. Όλα αυτά βέβαια θα τα δείτε και από το βιβλίο σας, από τα αντίστοιχα παραδείγματα που έχουμε πει και τις αντίστοιχες σελίδες. Είναι πολύ σημαντικό να μάθουμε να χρησιμοποιούμε το φούτουρο κοπόστο, να μην περιοριζόμαστε σε έναν, δύο, τρεις χρόνους το λόγο. Συνήθως λέμε ότι δεν χρειάζεται ο μέλλοντας, ο μέλλοντας μπορεί να αντικατασταθεί στα ιταλικά από τον ενεστώτα. Φυσικά και μπορεί, αλλά πρέπει να γνωρίζουμε την ποικιλία της γλώσσας, πρέπει για να μιλήσουμε ολοκληρωμένα να χρησιμοποιήσουμε όλους τους χρόνους. Έτσι, είναι πολύ σημαντικό. Η Άννα θα πηγαίνει από τον Παύλο, μετά που θα έχει τελειώσει να γράψει, να γράψει, να γράψει, να γράψει, να γράψει. Αυραφηνίτο, πρώτα συμβαίνει το αυραφηνίτο, πρώτα θα συμβεί το αυραφηνίτο, πρώτα θα τελειώσει το γράψιμο, έτσι. Και μετά θα πάει στην Παόλα, πρώτη χρονική στιγμή, δεύτερη χρονική στιγμή. Άννα, δόπο και αυραφηνίτο, αυραφηνίτο, πρώτη χρονική στιγμή, άντρα, δά Παόλα, έτσι. Δόπο και αφού αυραφηνίτο, έτσι, η πρώτη πράξη, δόπο και άντρα, η δεύτερη χρονική στιγμή, άντρα, δά Παόλα. Και οι δύο πράξεις όμως τοποθετούνται πού, στο μέλλον, πρώτα θα γράψει και μετά θα πάει, έτσι. Και στη μία και στην άλλη περίπτωση, είτε βάλουμε πρώτα το ένα είτε βάλουμε πρώτα το άλλο. Χαρακτηριστικό και καθοριστικό είναι το δόπο και, έτσι. Νομίζω είναι ακριβώς όπως και στα ελληνικά, δεν χρειάζεται ιδιαίτερη, δεν παρουσιάζει ιδιαίτερη δυσκολία. Το ζήτημα είναι να μάθουμε λίγο πρακτικά να χρησιμοποιούμε αυτά τα πράγματα. Ο συντελεσμένος μέλλοντας μπορεί να αναφερθεί και σε γεγονότα του παρελθόντος, όσο και αν αυτό φαίνεται παράξενο για ένα μέλλοντα. Αυτό συμβαίνει όταν ο μιλητής επιθυμεί να εκφράσει αμφιβολία ή αβεβαιότητα μιλώντας για το παρελθόν. Είναι το λεγόμενο future dubitativo όπως ονομάζεται, φράζουμε δηλαδή αμφιβολία. Δεν είναι ένας άλλος χρόνος. Ο όρος future dubitativo είναι ένα συντακτικός όρος βασικά. Μορφολογικά δεν μαθαίνουμε κάτι καινούριο, είναι ένα συντελεσμένος μέλλοντας. Είναι μια χρήση του συντελεσμένου μέλλοντα για να εκφράσουμε αμφιβολία. Παράδειγμα, σε μια φράση την οποία λέμε αυτή τη στιγμή. Ακούες τώρα, αυτή τη στιγμή που μιλάμε, τέτοια ώρα καταλέξει, τέτοια ώρα σαράνω. Αυτή την ώρα θα έχουν ήδη φύγει, τώρα που μιλάνε, θα έχουν ήδη φύγει. Ακούες τώρα σαράνω τζαπαρτίτι. Προσέξτε, ουσιαστικά δεν αναφέρεται στο μέλλον, αναφέρεται στο παρελθόν, έχουν ήδη φύγει. Αυτός που μιλάει πιστεύει ότι έχουν ήδη φύγει. Λέμε, πάμε στο σπίτι της Άννας και του Πάολο και λέει ο άλλος, ακούες τώρα σαράνω τζαπαρτίτι, τέτοια ώρα θα έχουν ήδη φύγει, θα είναι ήδη στο κινηματογράφο, δεν τους προλαβαίνουμε. Αυτό είναι η έννοια της φράσης. Ακούες τώρα σαράνω τζαπαρτίτι. Άλλη, αμφιβολία. Κάρλο, ιέρη, χθες, για να το τονίσουμε ότι είμαστε στο παρελθόν, ιέρη, σέρα, χθες το απόγευμα, νόν μία τελεφωνάτο. Δεν μου τηλεφώνησε, νόν μία τελεφωνάτο, έτσι, νόν μία τελεφωνάτο. Άλλη, αμφιβολία. Κάρλο, ιέρη, χθες, για να το τονίσουμε ότι είμαστε στο παρελθόν, νόν μία τελεφωνάτο. Ε, χθες, ο Κάρλο δεν μου τηλεφώνησε, νόν μία τελεφωνάτο, αυρά, ριζόλτο. Πότε, χθες, εδώ είμαστε πάντα. Αυρά, ριζόλτο, η προβλέμμα τα σώλει. Θα έλυσε το πρόβλημα μόνος του. Πιθανότατα δύο φίλοι είχαν συνενοηθεί ο Κάρλος να του τηλεφωνήσει για να λύσουν κάποιο πρόβλημα που τους απασχολούσε μαζί, αλλά δεν του τηλεφώνησε. Άρα, αυρά, ριζόλτο, η προβλέμμα τα σώλει. Μάλλον θα έλυσε το πρόβλημα μόνος του, πιθανότατα θα έλυσε το πρόβλημα μόνος του. Δεν είμαστε σίγουροι, έτσι, όπως και εδώ. Ακούες τώρα σαράνο τζαπαρτίτι, σαράνο τζαπαρτίτι. Θα έχουν φύγει, μάλλον, πιθανότατα θα έχουν φύγει. Αυρά, ριζόλτο, πιθανότατα, υπολογίζει ότι για να μην του τηλεφώνησε, θα έλυσε μόνος του το πρόβλημα. Έτσι. Είπα όλα, δεν πήγε εχθές στο σχολείο, σαρά μαλάτα. Είναι άρρωστη, θα μπορούσε να είναι και ερώτηση εδώ, σαρά μαλάτα. Λες να είναι άρρωστη, με την ερώτηση ακόμα περισσότερο φυσικά, έτσι δίνουμε αυτή την έννοια. Το σαρά μαλάτα αναφέρεται βέβαια εδώ και στο ιερί, αλλά πιθανότατα μπορεί να προεκταθεί βέβαια αν θέλουμε και στο σήμερα, έτσι παρόλο που είπαμε ότι αναφέρεται κυρίως σε πράξεις του παρελθόνου. Και μια τελευταία χρήση του futuro anteriore, για να κλείσουμε με αυτό το κεφάλαιο του μέλλοντα και να δούμε σήμερα παρακάτω, να πάμε να δούμε το conditionale, μια έγκληση ιδιόμορφη όπως θα δούμε λιγάκι. Λοιπόν, για να δούμε λιγάκι, ο futuro anteriore, ο συντελεσμένος μέλλοντας χρησιμοποιείται και χωρίς να συνοδεύεται από μέλλοντα, από απλό μέλλοντα, από futuro semplice, στις περιπτώσεις που θέλουμε να δηλώσουμε βιασύνη ή ανυπομονησία. Παράδειγμα, στην καθομιλουμένη κυρίως, στον ευθύ λόγο κυρίως, κησά. Τι θα πει η έκφραση κησά, κη-σα, ποιος ξέρει, ποιος ξέρει. Κη-σα, κουάντο, σαρά, φινήτο, κουέστο, λαβόρο. Ας βάλουμε και ένα θαυμαστικό για να επιτείνουμε έτσι, κη-σα, κουάντο, σαρά, φινήτο, κουέστο, λαβόρο. Ποιος ξέρει πότε θα τελειώσει σαρά, φινήτο. Δεν έχουμε μέλλοντα, κανονικά, εδώ τι έπρεπε να πούμε, φινήρα. Αυτή θα ήταν η ομαλή φράση, εισαγουάντο, φινήρα, κουέστο, λαβόρο. Εάν βάλουμε το σαρά, φινήτο, παρόλο που δεν συνοδεύεται από μέλλοντα για να μπορούμε να βάλουμε δύο μελλοντικές φράσεις, μία πρώτη και μία δεύτερη στο μέλλον, επιτείνει αυτή την ανυπομονησία του κη-σα. Ποιος ξέρει πότε θα τελειώσει σαρά, φινήτο. Δεν έχουμε μέλλοντα, κανονικά, εδώ τι έπρεπε να πούμε, φινήτο. Λο σκρυβεράει, κανονικά, έπρεπε να πει έτσι, λο σκρυβεράει κουέστο αρτύκολο φύνο αντωμάνι. Αλλά για να δηλώσει την ανυπομονησία του, την αγωνία του, αν θα τα καταφέρεις να το γράψεις αυτό το άρθρο μέχρι το βράδυ, μέχρι αύριο, έτσι, το ρωτάει, λο σκρυβεράει κουέστο αρτύκολο φύνο αντωμάνι. Θα τα καταφέρεις να γράψεις αυτό το άρθρο μέχρι αύριο. Θα το έχεις γράψεις, θα το έχεις, στα ελληνικά ποια είναι η έκφραση, θα το έχεις έτοιμο μέχρι αύριο αυτό το άρθρο, έτσι ρωτάει, ας πούμε, ένας διευθυντής εφημερίδας, το δημοσιογράφο ή ένας, θεωρώ εγώ, αθηγητής στον μαθητή του, λαβράει σκρύτο κουέστο αρτύκολο φύνο αντωμάνι. Αυράει, φυνεί το λαβόρο, φυνώ άλλε δισεσέντε, θα έχεις τελειώσει τη δουλειά μέχρι τις πέντε, θα έχεις τελειώσει τη δουλειά μέχρι τις πέντε, θα έχεις τελειώσει τη δουλειά μέχρι τις πέντε το απόγευμα, φυνειράει και εδώ, έτσι. Ωραία, ήθελα να σταματήσουμε εδώ με το φουτούρο κομπόστο, είδαμε αυτές τις διόριθμες φράσεις, είδαμε το φουτούρο του πιτατίβου, έτσι, είδαμε το φουτούρο με την έννοια εδώ της ανυπομονησίας μόνο του, νομίζω είναι πολύ απλός, σα έλεγα και στη χρήση προσωπικά, έτσι, γιατί είναι φράσεις που και τρόποι σύνταξης που χρησιμοποιούμε και στα ελληνικά, δεν νομίζω να είναι κάτι το ιδιαίτερα δύσκολο. Νομίζω δώσαμε μερικά βασικά παραδείγματα τα οποία μπορείτε να έχετε σαν μοντέλο στο νου σας και από εκεί και πέρα να σύντάσετε, να χτίζετε και εσείς παρόμοιες φράσεις, παρόμοιες εκφράσεις. Δείτε φυσικά και την ενότητα εκεί του βιβλίου την αντίστοιχη. Θέλω να τονίσω ότι η σκοπός μας εδώ δεν είναι απλά να το χρησιμοποιήσουμε την ώρα των εξετάσεων, έτσι, η σκοπός μας εδώ είναι να μάθουμε ιταλικά, να μάθουμε όλα αυτά, να τα χρησιμοποιούμε. Για αυτό είναι πολύ σημαντικό να πηγαίνουμε και στο άλλο κομμάτι του μαθήματος που γίνεται η συζήτηση, δηλαδή όταν χρησιμοποιούμε στο λόγο όλα αυτά τα πράγματα. Το επόμενο θα ήθελα να μπούμε τώρα σε ένα σημαντικό κομμάτι της γραμματικής. Θα ήθελα να φιερώσουμε το υπόλοιπο μάθημα, είχα σκοπό να δούμε και άλλα πράγματα αλλά νομίζω δεν θα μας πάρει ο χρόνος, εξάλλου αυτά που θα πούμε είναι πάρα πολύ σημαντικά. Θα ήθελα να μιλήσουμε σήμερα για το conditional. Στην Ιταλική θα πει προϋπόθεση, λα, condition. Το conditional λοιπόν δεν είναι ένας χρόνος που θα πει το προϋπόθεση, είναι ένας χρόνος που θα πει το προϋπόθεση, είναι μία έγκληση και έχει δύο χρόνους, το conditional semplice και το conditional compost. Θα μιλήσουμε και για τα δύο σήμερα. Είναι λοιπόν μία έγκληση του ρήματος που εκφράζει μία ενέργεια, που εκφράζει μία ενέργεια φυσικά το ρήμα, στην οποία όμως υποδηλώνεται μία γενικά ενδεχόμενο να συμβεί η ενέργεια που δηλώνει το ρήμα και όχι το αντικειμενικά βέβαιο. Προσέξτε, αυτό συμβαίνει και με το υποτακτική στα ελληνικά και με το conjunctivo στα ιταλικά. Μία άλλη έγκληση. Να προσέξουμε λοιπόν να δούμε λίγο τη διαφορά. Αργότερα θα μιλήσουμε για το conjunctivo, όχι σε αυτό το μάθημα. Εδώ θα δούμε μόνο το conditionale. Το conditionale δηλώνει το ενδεχόμενο, το πιθανό να γίνει κάτι. Δηλώνει ενέργεια που εκφράζει δυνατότητα, πιθανότητα, επιθυμία, άγνοια, αμφιβολία, προσωπική γνώμη, ευγένεια, χρησιμοποιείται πάρα πολύ. Σα έλεγα κατεξοχήν στην φόρμα αντικορτεζία, στην μορφή ευγενίας όταν μιλάμε. Και επίσης πολλές φορές με το conditionale εκφράζεται ηρωνία. Είναι η κατεξοχήν έκφραση, κατεξοχήν τρόπος. Στα ιταλικά με τον οποίο μπορούμε να εκφράσουμε ηρωνία το conditionale. Και το simple και το compost. Έτσι λοιπόν όλα αυτά εκφράζονται με το conditionale. Για να δούμε λιγάκι πρώτα πώς σχηματίζεται και μετά πώς χρησιμοποιείται. Να δούμε τα δύο βοηθητικά μας ρήματα πρώτα. Το αβέρε και το έσελε. Αβρέοι, αβρέστι, αβρέμπε, αβρέμο. Θα το γράψουμε πιο καθαρά εδώ. Δόπια έμαι, αβρέστι, αβρέμπερο. Προσέξτε. Έμπε, δόπια έμπε, έμπερο. Τρίτο ενικό, τρίτο πλησυνδικό. Αβρέμω, δόπια έμαι. Για να θυμηθούμε λίγο πώς κάνει στον μέλλοντα, πώς κάνει το αβέρε στον μέλλοντα. Αβρώ, αβράι, αβρά. Αβρέμω με ένα έμαι, ενώ εδώ είναι με δύο έμαι. Αβρέμω, αβρέτε. Ενώ εδώ είναι αβρέστε, έχει ένα ες. Αβράνω με δόπια έμαι. Αβρώ, αβράι, αβρά, αβρέμω, αβρέτε, αβράνω. Προσέξτε, δείτε εδώ. Αβρέμω στον κοντιτσιονάλε με δόπια έμαι, αβρέμω στον μέλλοντα με ένα ένε. Αβρέστε, αβρέτε στον μέλλοντα. Μοιάζει πάρα πολύ γενικά οι καταλήξεις του κοντιτσιονάλε. Μοιάζουν με τον μέλλοντα, γιατί μορφολογικά το κοντιτσιονάλε προέρχεται από τον μέλλοντα. Θυμάστε, λίγο πριν είπαμε ότι ο μέλλοντας στα ιταλικά, ιδίως ο futuro composto, αλλά και ο απλός μέλλοντας, εκφράζει αμφιβολία. Μιλήσαμε για το futuro dubitativo. Με την εξέλιξη της ιταλικής γλώσσας, ιστορικά, από αυτό το futuro dubitativo ουσιαστικά προέκυψε το κοντιτσιονάλε. Και για παρόμοιες εκφράσεις αμφιβολίας, άγνοιας, προσωπικής γνώμης. Είναι δηλαδή στους αντίποδες της οριστικής. Ενώ η οριστική μας δηλώνει ότι η πράξη που εκφράζεται μέσα από το ρήμα είναι αντικειμενικά έτσι, σύμφωνα με τον ομιλητή τουλάχιστον. Το κοντιτσιονάλε δηλώνει ακριβώς αυτή την προϋπόθεση για να δημιουργηθεί, για να πραγματοποιηθεί αυτό που δηλώνει το ρήμα. Επομένως, ποια είναι η προϋπόθεση, υπάρχουν προϋποθέσεις για να γίνει. Επομένως, είναι μια προσωπική άποψη, μια προσωπική γνώμη, μια επιθυμία, μια ευχή ενδεχομένως. Λοιπόν, για να δούμε λίγο τώρα πώς σχηματίζεται το ρήμα 4 στο κοντιτσιονάλε. Σαρέστε, σαρέμπερο. Προσέξτε και εδώ λίγο, σαρέμπε, κατά τη στοιχεία με το αβρέμπε, σαρέμω, οντόπια έμαι, κατά τη στοιχεία με το αβρέμω, σαρέστε, σαρέμπερο. Για να θυμηθούμε πώς κάνει το 4 στον μέλλοντα, πώς κάνει στον μέλλοντα, σαρώ, σαράι, σαρά. Σαρέμω, σαρέμω, σαρέτε, σαράνω, οντόπια έμαι. Έτσι, σαρέμω, σαρέτε, σαρέστε, έτσι. Ξέρετε, ένας μέλλοντας απλός, τώρα που ήρθε έτσι στον δουμπιτατίβο, σαρά, σαναπρόσωπη έκφραση, σαρά, θα είναι, σαρά. Μανόντσι κρέντο. Θα είναι έτσι τα πράγματα, αλλά εγώ δεν το πιστεύω. Μπορεί να έχεις δίκιο, δηλαδή, αλλά εγώ δεν στο πιστεύω. Μπορεί να είναι έτσι τα πράγματα, αλλά εγώ δεν το πιστεύω. Βλέπετε, είναι φουτούρο δουμπιτατίβο αυτό το σαρά, σαναπρόσωπη έκφραση. Μανόντσι κρέντο. Θα είναι έτσι τα πράγματα, αλλά εγώ δεν το πιστεύω. Έτσι, κλείωσα αυτή την παρέντεση, έτσι, σαραί, σαρέστε, σαρέμπε, σαρέμμο, σαρέστε, σαρέμπερο, σαρέμμο, κοντόπια έ με, κοντι澤οιονάλε, σαρέμπο, κονούνα έν�, φουτούρο. Προσέξτε τα διπλά μοι, στο τρίτο ενικό και στο τρίτο πλησιντικό. Και τα διπλά ε με, στο πρώτο πλησιντικό, που μ parts reaching διαφοροποιούν το κοντιrzε transl. από το φουτούρο simple. Είναι και θέμα προφοράς, σαρρέμμο μέλλοντας. Λοιπόν, για να δούμε τώρα μερικά ρήματα αραι, έραι, ήραι. Έτσι, πιο ένα παράδειγμα το «παρλάρει» όσοι μίσους. «Παρλάρει». Μπορώ στακάτω να μιλήσω. «Παρλαίραι». «Παρλαίρε «Παρλαίρε, παρλαίρεσθαι, παρλαίρε, παρλαίρεσθαι, παρλαίρεσθαι, παρλαίρεσθαι, παρλαίρεσθαι, παρλαίρεσθαι». Λοιπόν, για να δούμε τώρα, πώς έκανε στον μέλλοντα το «παρλάρε». «Παρλερώ», «παρλεράει», «παρλερά», «παρλερέμω», «παρλερέστε», «παρλεράω», «παρλερανω». «Παρλερώ», «παρλεράει», «παρλερά», «παρλερέμε», «παρλερέσθαι», «παρλεράνω» «παρλερέ, «παρλερέ», «παρλερέ», «παρλερέ», «παρλέραε», «παρλέραε», «παρλέρε print», «παρλέρεб channels, «παρλέρεindas另 expressed». παρλερέστε, παρλερέμερο, πάντα ο τόνος είναι σε αυτό το ρε, παρλερέει, παρλερέστη, παρλερέμπε, παρλερέμω, παρλερέστε, παρλερέμερο. Ενώ στο μέλλον τα διαφορετείτε, έτσι αυρώ, παρλερώ, παρλεράει, παρλερά, παρλερέμο, παρλερέτε, παρλεράνω. Στο κοντιστιονάλε τονίζουμε πάντα αυτό το χαρακτηριστικό ρε, παρλερέει, παρλερέστη, παρλερέμπε, παρλερέμω, παρλερέστε, παρλερέμερο. Βαμβαίνει, ας δούμε το πρέντε ρε, πρέντε ρε, ας δούμε το πρέντε ρε. Το πείο βέβαια μπορεί να έχει ανώμαλη με το χειπρέζο, αλλά κλείνεται ομαλά εδώ, επομένως δεν έχουμε πρόβλημα. Για να δούμε πως τα κάνει. Πρέντε ρε, πρέντε ρέστη, πρέντε ρέμπε, πρέντε ρέμω. Πρέντε ρέστη, πρέντε ρέμπερο, οι καταλήξεις είναι ίδιες με την πρώτη συζηγία, ακριβώς ίδιες. Έτσι προσέξτε, πρέντε ρε, πρέντε ρέστη, πρέντε ρέμπε, πρέντε ρέμω, πρέντε ρέστη, πρέντε ρέμπερο. Δεν διαφοροποιούνται καθόλου από την πρώτη συζηγία, καθόλου. Προσέξτε από τον τόνο, πρέντε ρέι, πρέντε ρέστη, πρέντε ρέμπε, πρέντε ρέμω, πρέντε ρέστη, πρέντε ρέμπερο. Είναι ίσως, σας φανεί ίσως λίγο παιδική η συμβουλή μου, αλλά είναι ο χρυσός κανόνας να τα επαναλαμβάνουμε φωναχτά στο σπίτι μας. Δεν είναι μάθημα φωνητικής, θα έπρεπε να είναι και φωνητικής, αλλά είναι η παλιά αλάνθαστη μέθοδος πιστέψτε με, γιατί τα ιταλικά είναι μία γλώσσα που την ακούμε σπάνια. Δεν ανοίγουμε την τηλεόρασή μας ή οτιδήποτε στο κινηματογράφο ακόμα και λοιπά. Σπάνια θα δούμε ένα ιταλικό φιλμ, σπάνια θα ακούσουμε ιταλικά. Επομένως, δεν είναι όπως τα αγγλικά που μόνο που θα ανοίξουμε τη τηλεόρασή μας συνήθως θα κάνουμε μία εξάσκηση στα αγγλικά, έτσι δεν είναι βλέποντας μία ξένη ταινία ή οτιδήποτε. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τα ιταλικά, επομένως είναι σημαντικό να τα ακούμε, να τα ακούμε. Εγώ, όπως είδατε, επέλεξα να εξηγήσω όλη τη γραμματική στα ελληνικά, ακριβώς για να τα καταλάβουμε, έτσι να καταλάβουμε πώς θα τα χρησιμοποιήσουμε. Από εκεί και πέρα όμως πρέπει να τα επαναλάβουμε για να δούμε πώς ηχούν, πώς ακούγονται. Βάλτε και το CD στο σπίτι σας που έχει το βιβλίο, ακούστε τους διαλόγους, ακούστε και επαναλαμβάνετε, έτσι. «Ριπετέτε το ποντιμέ» λέγανε οι παλιοί μας δάσκαλοι την εποχή που υπήρχαν τα κασετόφωνα, έτσι. Βάλτε το CD και επαναλάβετε μαζί του. Σταματήστε το και επαναλάβετε ή ταυτόχρονα αν μπορείτε, είναι πάρα πολύ σημαντικό, έτσι να τα ακούμε για να τυπωθούν στο νου μας και τα γράφουμε, τα γράφουμε για να τα εντοπίζουμε και οπτικά, ορθογραφικά, έτσι. Βλέπετε πόσο σημαντικό είναι να αντιμετωπίσουμε ορθογραφικά ας πούμε το σαρέμο, για να ξέρουμε αν είναι με 2Ε ή με 1Ε. Με 2Ε θα είναι κοντιτσιονάλ, με 1Ε θα είναι φουτούρο, έτσι. Για να δούμε πώς θα κάνει τώρα εδώ το φουτούρο του πρέντερε, πώς θα κάνει. Πρέντερω, πρέντεράει, έτσι όλα αυτά τα έχουμε δει έτσι, πρέντερα, πρέντερέμο, με 1Ε πρέντερετε, πρέντεράνω, σημαστεί, έτσι το σημηθήκατε πρέντερω, πρέντεράει, πρέντερά, πρέντερέμο, πρέντερέτε, πρέντεράνω, με το οποία είναι, έτσι. Δεν ξεχνάμε τους τόνους, έτσι, πρέντερω, πρέντεράει, πρέντερά, πρέντερέμο, πρέντερέτε, πρέντεράνω. Βλέπουμε πόσο μοιάζουν, έτσι, το χαρακτηριστικό γράμμα και των δύο Εγκλήσεων στην κατάληξη είναι αυτό το περιβό, ή το Ε στο Condizionale πάντα το Ε αυτό τονίζεται. Λοιπόν, για να δούμε και ένα ρήμα σε ίραι, όπως το παρτίραι, έτσι, κλασικό, το παίρνουμε συνέχεια, έχουμε τις δύο ομάδες παρτίραι και φινήραι. Οι δύο ομάδες που κλείνονται όμως διαφορετικά στον Ενεστώτα, έτσι, πάρτο, πάρτι, πάρτε, παρτιάμο, παρτίτε, πάρτονο, αλλά φινίσκο, φινίσι, φινίσε, φινιάμο, φινίτε, φινίσκονο, έτσι, τα περισσότερα ρήματα κλείνονται όπως το φινήραι έτσι στον Ενεστώτα. Στο Condizionale τα ρήματα όπως το παρτίραι και όπως το φινήραι δεν διαφοροποιούνται, κλείνονται όμοια για καλή μας τύχη. Έτσι, επομένως ας δούμε το παρτίραι και κατά τον ίδιο τρόπο θα πάει και το φινήραι. Εδώ όμως αλλάζουν οι καταλήξεις. Αντί για το χαρακτηριστικό ε, παρλερέι, πρέντερει, εδώ έχουμε η, παρτιρέι. Δεν είναι ερέι αλλά είναι ηρέι, παρτιρέι, παρτιρέστη, παρτιρέμπε, παρτιρέμμο, παρτιρέστη, παρτιρέμπερο, παρτιρέι, παρτιρέστη, παρτιρέμπε, παρτιρέμω, παρτιρέστη, παρτιρέμπερο, κοντόπια μη. Πάλι ο τόνος το χαρακτηριστικό ε, παρτιρέι, παρτιρέστη, παρτιρέμπε, παρτιρέμω, παρτιρέστη, παρτιρέμπερο. Όμως, εδώ έχουμε η αντί για ε που είχαμε εδώ. Μόνο στην τρίτη συζυγεία, η πρώτη και η δεύτερη είναι όμοιες. Δεν τονίζεται το η, τονίζεται το ε, ο τόνος δεν αλλάζει, παρτιρέι, παρτιρέστη, παρτιρέμπε, παρτιρέμω, παρτιρέστη, παρτιρέμπερο. Το ίδιο θα κλειθεί και το ρήμα φινείρε, δηλαδή φινειρέι, φινειρέστη, φινειρέμπε. Καταλαβαίνονται αυτά τα γράμματά μου, έτσι δεν είναι, είναι λίγο περίεργα αλλά δεν είναι τρομερά δυσανάγνωστα. Καταλαβαίνω το καλύτερο μου όμως, έτσι, καν ό,τι καλύτερο μπορώ. Φινειρέστη, φινειρέμπε, φινειρέμπε, φινειρέμω, φινειρέστη, φινειρέμπερο. Εσείς στο σπίτι, έτσι σαν κόμπιτο, σαν homework που λένε και οι αγγλωσάξονες, θα μου κλίνετε. 10 ρήματα όπως το παρτίρε και 20 ρήματα όπως το φινείρε, έτσι δεν λέγανε παλιά οι δάσκαλοι. Λοιπόν, έτσι βλέπουμε λοιπόν ότι δεν διαφοροποιούνται, έτσι, είναι ακριβώς ίδια στις καταλήξεις και στον τονισμό κλπ. Για να θυμηθούμε λίγο πάλι και τον μέλλοντα εδώ ενός ρήματος σε ίραι, πώς κάνει παρτιρό, παρτιράι, παρτιράι, έτσι φινειρό, φινειράι, φινειράι, δεν διαφοροποιούνται επίσης τον μέλλοντα. Παρτιρό, παρτιράι, παρτιρά. Παρτιρέμω, παρτιρέται, παρτιράνω, έτσι δεν αλλάζει σε τίποτε. Παρτιρό, παρτιράι, παρτιρά, παρτιρέμω, παρτιρέται, παρτιράνω. Πάλι και εδώ έχουμε το χαρακτηριστικό ί, έτσι η τρίτη συζυγεία, πώς είπαμε εκεί παρλερό αλλά παρτιρό, πρέντερό αλλά φινειρό, έτσι έχουμε το χαρακτηριστικό ί. Προσέξτε εδώ, ένα Μ, δύο Μ και τα διπλά B, θα σας παρακαλούσα ιδιαίτερα αυτά τα B, να το τονίζετε ιδιαίτερα το διπλό. Παρτιρέμπε, πώς τονίζουμε το διπλό, παρτιρέμπε, τονίζουμε λίγο παραπάνω το προηγούμενο φωνήεν. Παρτιρέμπε, παρτιρέμω, παρτιρέμω, παρτιρέμω, παρτιρέμω, παρτιρέμω. Είμαστε ποιο τσεκουράτι, παρτιρέμω, όπως θα το λέγαμε στα ελληνικά, το δικό μας ένστικτο, το γλωσσικό της προφοράς, παρτιρέμω, παρτιρέμω, τονίζουμε λίγο παραπάνω και προσπαθούμε να σύρουμε λίγο στο M να το πούμε δύο φορές, μια μισή φορά. Παρτιρέμω, παρτιρέμω, παρτιρέμπερο, παρτιρέμπερο. Είναι πολύ σημαντικό λιγάκι να μάθουμε να τα προφέρουμε σωστά. Νομίζω ότι δεν έχουμε να πούμε τίποτα άλλο για τον σχηματισμό των ομαλών ρημάτων. Έχουμε από εκεί και πέρα όλα τα ονόμαλα ρήματα βέβαια, τα οποία είναι αρκετά, εάν θυμάστε στον μέλλοντα. Όποιο ανώμαλο ρήμα, όποιο ρήμα είναι ανώμαλο στον μέλλοντα, κατά τον ίδιο τρόπο σχηματίζει και το conditionale. Για να σβήσουμε λιγάκι και να δούμε τα βασικά ανώμαλα ρήματα όπως τα είχαμε δει και στον μέλλοντα. Για να δούμε μερικά ανώμαλα. Το DARE. Για να θυμηθούμε το DARE. DARE, STARE, FARE, τα σούπερα ανώμαλα έτσι. Το DARE. Πώς κάνεις στον μέλλοντα? DARE. Πώς θα κάνεις το conditionale? DARE. Πώς κάνεις στον μέλλοντα? DARE, DARE, DARE, DARE, DARE, DARE, DARE, DARE, DARE, DARE, DARE, DARE, DARE, DARE, DARE, DARE, DARE, DARE. DAREMO. DARETE. Πώς θα κάνεις το conditionale? DAREI. DARESTI. DARETE. DAREMO. DARESTE. DAREBBERO. Ήταν ομαλόγηλα. Έτσι καταλήξεις είναι οι... DAREI, DARESTI, DAREBBERO, DAREMO, DARESTE, DAREBBERO. DAREI, DARESTI, DAREBBERO, DAREBBERO, DARESTE, DAREBBERO. Έτσι. Το ίδιο και το FARE. Πάμε να δούμε το FARE. Πώς κάνεις το μέλλοντα? FARO. Πώς θα κάνεις το conditionale? FAREI. Λοιπόν, FARO, FARAI, FARA, FAREMO, FARETE, FARA. FAREI, FARESTI, FAREBE, FAREMMO, FARESTE, FAREBBERO, FARESTARE, STARO, STAREI. Κατά τον ίδιο τρόπο. Έτσι. Ας το δώσουμε και το STARE. STARE, STARO, STARAI, STARAI, STARA, STAREMO, STARETE, STARRANNO. STAREI, STARESTI, STAREBE, STARREMO, STARRESTE, STAREBERO. Τα τρία, συγγνώμη, σούπερα νόμαλα ρήματα της Ιταλικής, τα οποία τα χρησιμοποιούμε πάρα πολύ συχνά. Είναι εύκολα, νομίζω, όμως, έτσι δεν είναι. Δεν ξέρω, ίσως είναι η δική μου, έτσι, impressione. Αλλά νομίζω ότι αν μάθουμε το πρώτο πρόσωπο, θα μπορούμε να μιλήσουμε. Στον μέλλον, τα υποτίθεται ότι τα ξέρουμε, τα έχουμε δει έτσι, πρόσφατα κιόλας, έτσι, DARO, DAREI. Επομένως, πώς τα κάνει, DAREI, από εκεί και πέρα πάει ομαλά. Η καταλήξη είναι ομαλές, DAREI, DARESTI, DAREBE, DAREMO, DARESTE, DAREBERO. FARO, FAREI, FAREI, FARESTI, FAREBE, FAREMO, FARESTE, FAREBERO. STARE, STARO, STAREI, STARESTI, STAREBE, STAREMO, STARESTE, STAREBERO. Κάπως έτσι, λοιπόν. Έτσι, από τον μέλλον, θα μπορούμε σχετικά εύκολα να προχωρήσουμε. Έτσι, από τον μέλλον, θα μπορούμε σχετικά εύκολα να προχωρήσουμε. Δάρε, φάρε, στάρε. Λοιπόν, POTERE, POTERE, για να δούμε το POTERE. Πώς κάνεις τον μέλλον, είναι ανώμαλο, κάνει POTRO, POTRO, POTRAI, POTRA, POTREMO, POTRETE, POTRANO. Από το POTRO, από το θέμα δηλαδή του ρήματος, θα βγει POTREI. POTRO, POTREI, επομένως από εκεί και πέρα θα κλειστεί κανονικά POTREI, POTRESTI, POTREBE, POTREMO, POTRESTE. POTREBERO, POTREI, POTRESTI, POTREBE, POTREMO, POTRESTE, POTREBERO. Ενώ στον μέλλοντα πώς κάνει είπαμε, POTRO, POTRAI, POTRA, POTREMO, POTRESTE, POTRANO. DOVERE, DOVERE, πώς κάνει το DOVERE στον μέλλοντα, πώς κάνει στον μέλλοντα, DOVRO. Επομένως πώς θα κάνεις το CONDIZIONALE, DOVREI, DOVREI, DOVREI, από εκεί και πέρα θα πάει κανονικά, δηλαδή DOVREI, DOVRESTI, DOVREBE. Συγγνώμη, αλλά είχαμε παλαιότερα τη συνήθεια το R να το κάνουμε σαν το ελληνικό TAF, πράγμα το οποίο δεν ισχύει πλέον από συγνήθεια. Το κάνετε εσείς, το γράφετε ας πούμε έτσι. Λένε οι μοντέρνοι δάσκαλοι ότι δεν πρέπει λέει να το κάνουμε, αλλά εμείς το έχουμε συνηθίσει έτσι. DOVREMO, DOVRESTE, DOVREI, DOVRESTI, DOVREBE, DOVREMO, DOVRESTE, DOVREBERO. Από εκεί και πέρα ουσιαστικά παίρνουν ομαλές καταλήξεις όπως λέγεται, αρκεί να μάθουμε το πρώτο πρόσωπο. Και για να βγάλουμε το πρώτο πρόσωπο, πρέπει να ξέρουμε τον μέλλοντα. Επομένως όσοι δεν έχετε διαβάσει καλά τον μέλλοντα, ξεσκονίστε τον μέλλοντα και μετά να περάσετε στο CONDITIONALE για να μην ματαιοπονείτε άδικα. Στη γλώσσα όπως και στα μαθηματικά, όλα είναι μία λιλουχία. Εάν χάσουμε έναν κρίκο, είναι δύσκολο να πάμε παρακάτω. Λοιπόν, ANDARE. Αυτό σημαίνει ΠΑΡΑΠΟΛΙΖΑ. Και τι σημαίνει ANDARE? ΠΙΑΝΟ. Λοιπόν, πώς θα κάνεις το CONDITIONALE ANDREI? Λοιπόν, πώς θα κάνεις το CONDITIONALE ANDREI? Λοιπόν, πώς θα κάνεις το CONDITIONALE ANDREI? Λοιπόν, πώς θα κάνεις το CONDITIONALE ANDREI? Κάπου εκεί και πέρα. Λοιπόν, πώς θα κάνεις το CONDITIONALE ANDREI? Λοιπόν, πώς θα κάνεις το CONDITIONALE ANDREI? Λοιπόν, πώς θα κάνεις το CONDITIONALE ANDREI? Λοιπόν, πώς θα κάνεις το CONDITIONALE ANDREI? Κάπου εκεί και πέρα. Λοιπόν, πώς θα κάνεις το CONDITIONALE ANDREI? Κάπου εκεί και πέρα. Κατρέστη. Κατρέβαι. Κατρέμω. Κατρέστε. Κατρέβαιρο. Κατρέη, κατρέστη, κατρέβαι. Κατρέμω, κατρέστε, κατρέβαιρο. Κατά τον ίδιο τρόπο είναι ακριβώς το GODERE. Κατά το CADERE, GODERE, από λανβάνο, έτσι. Λοιπόν, πώς θα κάνεις το FUTURO? Κατρέστη. Κατρέβαι. Κατρέμω. Κατρέστε. Κατρέβαιρο. Κατρέη, Κατρέστη, Κατρέβαι. Κατρέμω, Κατρέστη, Κατρέβαιρο. Κατρέοι, Κατρέοι, Κατρέοι. ΣΑΠΕΡΕ, επίσης. Το είπαμε, νομίζω, το ΣΑΠΕΡΕ, έτσι. Να δούμε τώρα μερικά που διπλασιάζουν το ERE, επίσης ανώμαλα, όπως το VOLERE. Για να δούμε λίγα και αυτή είναι μια άλλη ομάδα. Έτσι, είδαμε το GODERE, CADERE, ANDARE, έτσι. Ήρθαν οι από πάνω και κάνουν θόρυβο. Έχει καρέκλες φαίνεται. Τι είναι βιβλιοθήκη, τι είναι από πάνω στον πρωτόρουφο εκεί, αίθουσα κανονική με καρέκλες. Λοιπόν, για να δούμε το VOLERE. Το VOLERE γενικά είναι πολύ ανώμαλο έτσι και στον ενεστώτα VOLIO, VUOI, VUOLE, VOLIAMO, VOLETE, VOLIONO. Πώς κάνει στον μέλλοντα το VOLERE είναι ανώμαλο και κάνει VORO. Δόπια R, VORO, VORO. Και στο κondizionale, σακάνι VOREI, VOREI. Δόπια R, VOREI, VORRESTI, VORREBBE, VORREMO, VORRESTE, VORREBBERO. Κοντόπια R, να μπαίνει. Το ίδιο κάνει και το TENERE, TERO, TEREI, το BERE. Να δούμε λίγο το TENERE, το κάνει TERO, TEREI. Επίσης το TENERE και το BERE, το BERE που το πίνω έτσι, BERE. Προσέξτε τα λίγο αυτά τα τρία που διπλασιάζουν το R, όπως ακριβώς και στον μέλλοντα. Ας δούμε. VOLERE, TENERE, BERE. Το ίδιο συμβαίνει και στο RIMA NERE. Τι σημαίνει RIMA NERE? MENNO PARA MENNO. Όπως κάνει στον μέλλοντα RIMARO, κοντόπια R. Κοντόπια R, RIMAREI. Το ίδιο σημαίνει DURE, TRADURE, PRODURE, DE DURE. DURE, DURE. Ας το δούμε στην απλή μορφή του. DURE, DURE. Μπορούμε να κάνουμε TRA, DU, RO. Είναι από την αρχή με δύο R το DURE έτσι. TRA, DU, RO. TRA, DU, RE. Έτσι βλέπετε κοντόπια R. PORE, PORO, TRARE, TRARO, MORIRE, MORO. Είναι επίσης πολύ συνηθισμένα ανόμαλα. PORE. Θέτω, βάζω, τοποθετώ PORE, PORO, POREI. Το άλλο είπαμε PORE, TRARE, MORIRE και SEIRE. Αλλά είναι η ίδια περίπτωση κάνει MORO στον μέλλοντα. Δεν ξέρω αν το θυμάστε. MORO. Κάνει βέβαια και ομαλά έτσι. Υπάρχει ο τύπος MORIRE ή ομαλός έτσι. Λοιπόν, νομίζω είπαμε πολλά ανόμαλα, σας κούρασα. Τα πιο δύσκολα είναι αυτά με τα δύο R. Δεν έχουμε άλλη λύση παρά να τα μάθουμε απ' έξω. Δεν θα ήθελα να σας κουράσω με άλλα ανόμαλα. Αυτά είναι τα πλέον βασικά. Νομίζω ότι γι' αυτό το επίπεδο είμαστε μια χαρά αν τα ξέρουμε αυτά. Μιλήσαμε για το CONDITIONALE SEMPLICE. Τώρα θα μιλήσουμε για το CONDITIONALE COMPOSTO, το οποίο σχηματίζεται κλείνοντας ένα από τα βοηθητικά ρήματα, το AVERE ή το ESERE, και βάζοντας δίπλα το παρτιτσίπιο πασάτο του ρήματος, έτσι όπως πάντα. Είπαμε διαλέγουμε το AVERE ή το ESERE ανάλογα αν το ρήμα είναι μεταβατικό ή αμετάβατο. Λοιπόν, παράδειγμα. Averei lavorato. Averei parlato. Sarei partito. Η χρήση του είναι ίδια, δηλαδή ως έγκληση δηλώνει πάλι προσωπική γνώμη, αμβεβαιότητα, αμφιβολία, δυνατότητα, προϋπόθεση. Όμως, όλα αυτά στο παρελθόν, έτσι, για αυτό είναι και conditionale passato ουσιαστικά, έτσι, αν το passato πρόσημο, έτσι. Conditionale presente, conditionale passato θα μπορούσαμε να πούμε, για να συνεννοούμε τουλάχιστον, αλλά και νοηματικά έχει, έτσι. Το conditionale compost, λοιπόν, αναφέρεται, εδώ πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, αναφέρεται πάντα στο παρελθόν. Προσέξτε λίγο το παράδειγμα, μια προστακτική. Πρόβα, τι θα πει πρόβα, προβάρε, δοκίμασε, προσπάθησε, προβά. Ενεστώτας φυσικά η προστακτική, έτσι, τώρα, παρόν, προσπάθησε, potresti vincere, potrei, έτσι, θα μπορούσες να νικήσεις, δεν μπορεί και να νικήσεις, μπορείς να νικήσεις, θα μπορούσες να νικήσεις. Πρόβα, potresti vincere, προσπάθησε, θα μπορούσες να νικήσεις, τώρα, για να προσπαθήσεις πότε, τώρα, στο μέλλον, εδώ, από εδώ και πέρα. Προσέξτε λίγο, τώρα, στο παρελθόν. Γιατί δεν έχεις προσπαθήσει? Άι προβάτο, πασάτο πρόσιμο, ή έι, μεζε σκόρ σου, λάνο σκόρ σου, μάς περίπτωση στο παρελθόν. Γιατί δεν προσπάθησες, γιατί δεν δοκίμασες, αβρέστι ποτούτο, θα μπορούσες να είχες νικήσει, δηλαδή είχες πολλές πιθανότητες να νικήσεις, βλέποντας και τους άλλους, όπως είδαμε την κατάσταση, σίγουρα θα μπορούσες να νικήσεις, αλλά πού αναφέρεται, έχει τελειώσει η υπόθεση, εχθές, πέρυσι, αι προβάτο, περκένων αι προβάτο, έχει τελειώσει αυτή η υπόθεση, γιατί δεν δοκίμασες, θα μπορούσες να είχες νικήσει. Έτσι, αναφέρεται στο παρελθόν. Για να χρησιμοποιήσουμε, λοιπόν, το conditionale compost, πρέπει να έχουμε ένα ρήμα που θα μας μεταφέρει στο παρελθόν, αβρέστι ποτούτο. Ένα άλλο παράδειγμα. Του κεφαρέστι αλμιοπόστο, εσύ τι θα έκανες στη θέση μου, τώρα ε, τώρα που μιλάμε, ή στο μέλλον. Όχι τι θα έκανες κάποτε, εδώ είναι η δυσκολία, η απόδοση του conditionale στα ελληνικά, γιατί το μεταδίδουμε αυτό με το θα συμπαρατατικό, αλλά αναφέρεται στο μέλλον, το semplice. Δεν αναφέρεται στο παρελθόν, εσύ τι θα έκανες στη θέση μου, η φράση είναι αμπίγγουα, αμφίβολης νοηματικής δύναμης στα ελληνικά. Εσύ τι θα έκανες στη θέση μου, μπορεί να είναι μια ευγενική και ήπια ερώτηση για το τώρα, θα πάω να συναντήσω τώρα την Άννα, τι θα έκανες στη θέση μου, πώς θα τις μιλούσες, κάνω πιο ήπια την ερώτησή μου, το αίτημά μου σε σένα, σου ζητώ μια συμβουλή, μια προσωπική άποψη. Δεν αναφέρω με στο παρελθόν, όταν είναι semplice, αναφέρω με στο παρόν και στο μέλλον. Για προσέξτε, τώρα όμως την ίδια έκφραση. Μιλήστε. Μη δείξει και ο σπαλιάτο. Σπαλιάρε. Κάνω λάθος, έτσι. Μου λες ότι έχω κάνει λάθος, ότι έκανα λάθος. Του και αυρέστι φάτο, αυρέστι του φάτο, φάρε, έτσι. Του και αυρέστι φάτο, αλμίο πόστο, εσύ τι θα έκανες στη θέση μου, πότε, τότε, έχουν τελειώσει όλα. Μη δείξει και ο σπαλιάτο, μου είπες ότι έκανα λάθος, ότι έκανα λάθος. Έγινε, εχθές, τελείωσε η πράξη, το έκανα το λάθος. Ο σπαλιάτο, του και αυρέστι φάτο, αλμίο πόστο, εσύ τι θα έκανες αν ήσουν στη θέση μου, πότε, τότε, χθες, πέρυσι, προχθές, εν πάση περιπτώση παρελθόν, έτσι λοιπόν, όταν είναι σέμπλη και είναι στο παρόν, όταν είναι κομπόστο, αναφέρεται στο παρελθόν. Σήμερα θα σταματήσουμε εδώ και στο επόμενο μάθημα θα μιλήσουμε και για τον μέλλοντα στο παρελθόν, θα τα επαναλάβουμε λιγάκι για να μη σας μπερδέψω. Σας ευχαριστώ πολύ, ci vediamo la settimana prossima, stessa ora, stessa aula. Grazie tanto. |