Διάλεξη 12 / Διάλεξη 12 / Διάλεξη 12

Διάλεξη 12: Στα προηγούμενα μας μαθήματα είχαμε την ευκαιρία να ανατρέψουμε σε όλη την χριστιανική φιλολογία της Καινής Διαθήκης και κυρίως να επιμένουμε στο Βιβλίο της Αποκάλυψης, διότι το Βιβλίο της Αποκάλυψης, όπου υπάρχουν τέτοιες επανειλημμένα, είναι ίσως το χαρακτηριστικό παράδειγμα αποκαλυπτι...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος δημιουργός: Τσαλαμπούνη Αικατερίνη (Επίκουρη Καθηγήτρια)
Γλώσσα:el
Φορέας:Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Είδος:Ανοικτά μαθήματα
Συλλογή:Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας / Ερμηνεία Αποκαλυπτικών κειμένων της Καινής Διαθήκης
Ημερομηνία έκδοσης: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2014
Θέματα:
Άδεια Χρήσης:Αναφορά-Παρόμοια Διανομή
Διαθέσιμο Online:https://delos.it.auth.gr/opendelos/videolecture/show?rid=2d805d22
Απομαγνητοφώνηση
Διάλεξη 12: Στα προηγούμενα μας μαθήματα είχαμε την ευκαιρία να ανατρέψουμε σε όλη την χριστιανική φιλολογία της Καινής Διαθήκης και κυρίως να επιμένουμε στο Βιβλίο της Αποκάλυψης, διότι το Βιβλίο της Αποκάλυψης, όπου υπάρχουν τέτοιες επανειλημμένα, είναι ίσως το χαρακτηριστικό παράδειγμα αποκαλυπτικού κειμένου μέσα στη Καινή Διαθήκη. Πάνω τελικά θα επαναλάβω, αποκαλυπτικά κείμενα όταν λέμε στην Καινή Διαθήκη πρέπει να είμαστε αρκετά προσεκτικοί στον πόσο συνοποιούμε τον όρο, με την έννοια ότι δεν μπορούμε να μιλήσουμε για έναν καθαυτό αμυγές θα λέγαμε αποκαλυπτικό κείμενο, θέλουμε να κάνουμε ένα κείμενο το οποίο έχει στοιχεία αποκαλυπτικά, ταυτόχρονα όμως, διατηρεί και έναν χριστιανικό χαρακτήρα, πολλές φορές και το είδαμε αυτό πολύ ξεκάθαρα στον πανείο της Αποκάλυψης, συνδυάζει και στοιχεία της Προφητείας, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να μιλάμε για έναν καθαρό αποκαλυπτικό κείμενο. Τουλάχιστον με την έννοια που το σημαντήσαμε στις τα πρώτα μας μαθήματα όταν περιγράφαμε το φιλολογικό είδους του αποκαλυπτικού κείμενου. Στο πρώτο και τελευταίο μας μάθημα και έχοντας κλείσει πλέον και το κύκλο των μαθημάτων για την Αποκάλυψη θα κοιτάξουμε πολυμπιαστικά δύο άλλα κείμενα από το Καινή Διαθήκη, δύο κείμενα τα οποία προέρχονται από τις λευόμενες καθαρικές επιστολές. Ο λόγος που επιλέκτηκαν είναι ακριβώς γιατί αποτελούν πολύ χαρακτηριστικά παραδείγματα πρόσληψης της Αποκαλυπτικής Γραμματείας. Καταρχάς το ένα και το δεύτερο πρόσληψης ενός καινοδιακτικού αποκαλυπτικού κειμένου και επαναανάγνωσή του και επανδεμονίας του μέσα σε ένα καινούργιο ελληνευτικό και ισολογικό πλαίσιο. Το πρώτο μας παράδειγμα είναι από την επιστολή του ΥΚΑ και το δεύτερο είναι από την ΒΠ και τα δύο κείμενα προέρχονται από την πακαιολόγωση, από τα βιβλία τις λεγόμενες καθενικές επιστολές της Καινής Διαθήκης. Ξεκινώντας με την επιστολή του ΥΚΑ είναι ένα από τα μικρότερα κείμενα της Καινής Διαθήκης, εξαιρετικά δύσκολο στοιχεία του και πολύ ιδιαίτερο, όμως σημαντικό γιατί μας δίνει πληροφορίες ή θα λέγα καλύτερα μας επιτρέπει για λίγο να μπούμε μέσα στον κόσμο του αρχαίου ομιχριστιανισμού, πέρα από την Πάδια και η Ιωάννια παράδοση, οι οποίες ξέρουμε ότι είναι σημαντικές του αρχαίου ομιχριστιανισμού. Και εδώ το ενδιαφέρον στην επιστολή η Μούδα είναι ότι παρά τη συντομία του αυτό το κείμενο έχει πάρα πολύ χαρακτηστικά παρατήματα πρόσληψης, όχι μόνο της Παλαιάς Διαθήκης αλλά και εξοκανονικών κειμένων και συγκεκριμένα δύο κειμένων τα οποία έχουν αποκαλυπτικό περιεχόμενο. Το ένα είναι το 2ο λεμό και το δεύτερο είναι η ανάγκησης Μωυσέως. Το πρώτο παρατήθεται κατά λέξη θα δούμε στη συνέχεια στους στίχους 14 έως 15 και η ανάγκηση Μωυσέως υπάρχει στο στίχο ένα κομμάτι, μάλλον μια αναφορά από την ανάγκηση Μωυσέως υπάρχει στο στίχο 9. Είναι ένα ενδιαφέρον παράδειγμα διότι μας δίνει μυροφορίες για το πώς κείμενα, τα οποία ανήκουν στην εμπρύτη λουδαϊκή παράδοση και μάλιστα σε τέτοιμένη περίπτωση στην Αποκρατική παράδοση του λουδαϊσμού προσλαμβάνονται, εντάσσονται από έναν χριστιανό συγγραφέα, εντάσσονται μέσα σε ένα νέο ελληνικο απαραίσιο, ένα το πλαίσιο νέας χριστιανικής επιστολής και αποκτούν επομένως ένα άλλο εμπορίς περιεχόν. Η επιστολή του Ιούδα, είπαμε, είναι μια νεκρή επιστολή η οποία όμως χαρακτηρίζεται από έναν ιδιαίτερα χρονικό τόνο. Είναι ιδιαίτερα επιστολή, ιδιαίτερα κλητική και εμπικωτική, με πολλά στοιχεία αποκαλυπτικής προφητείας για τα έσκατρου και παραπέμπει κατά μήνα από ψυχολόν, αν και αυτό σήμερα φυσικά συζητιέται στην έρευνα, για πολλούς και διάφορους λόγους, τους οποίους θα μεγείσουμε στη συνέχεια, παραπέμπει στον παλαιστινιακό ιδρυδαρισμό. Επαναλαμβάνω όμως, είναι λίγα τα στοιχεία που μπορούμε να αποκονίσουμε μέσα από την ίδια επιστολή, ώστε με ασφάλεια να ορίσουμε το λεγόμενο zicin leben της επιστολής, να ορίσουμε δηλαδή το απογραφή λιώδης και τις ιστορικές συνθήκες μέσα από τις οποίες αναδίθηκε αυτό το κείμενο. Και αυτό που μπορούμε να πούμε, με αρκετή βεβαιότητα, είναι ότι αυτό το κείμενο θα πρέπει να δοηθεί κάπου στους δεύτερους αρχές του αιώνα. Είναι ενδιαφέρον αυτό το στοιχείο, διότι θα πρέπει να παραπέμψω και στην Αποκάλυψη, που επίσης είναι ένα κείμενο της ίδιος περίπου εποχής. Πούμε λοιπόν να δούμε, σε αυτή την εποχή, στον αρχαίο γονακοστιανισμό, μια τάση επαναγνώσης και πρόσληψης των αποκαλυπτικών κειμένων. Άρα θα θυμίσω βέβαια ότι αυτό δεν είναι κάτι το κεραυφανές μέσα στον αρχαίο γονακοστιανισμό, εφόσον βέβαια γνωρίζουμε και θυμόμαστε ότι και στον Πάγκο βρίσκουμε ανάλογα στοιχεία, αλλά και στα Αραγγέλλη, τα οποία φυσικά είναι παλαιότερα δυσκολυμένης επιστολής. Πολύ σύντομα, έτσι για να έχουμε μια εικόνα της επιστολής, θα μιλήσω για τη δομή και το περιεχόμενο όμως. Δεν είναι πάρα πολύ απλή, ουσιαστικά ακολουθεί τα πρότυπα μιας επιστολής του λεγοντελιστικού Ιουδαϊσμού, εάν θέλετε τα γενικότερα δομή της αρχαίας ελληνικής ουσιαστικά επιστολογραφίας. Οι πρώτοι δύο στίχοι είναι ο χαιρετισμός της επιστολής όπου ο συγγραφέας συστήλαται και στη συνέχεια απευθύνει το λόγο στους παραλήπτες της επιστολής. Και στη συνέχεια η στίχη 3-23 αποτελούν το κύριο μέρος της επιστολής. Στο στίχο 3-4 ο συγγραφέας μιλά για το θέμα της επιστολής. Επίσης και εδώ θα πω ότι ο συγγραφέος ουσιαστικά ακολουθεί τα δεδομένα της εποχής του και τις νόρδες της εποχής του όσον αφορά την επιστολογραφία. Και επομένως χωρίζει πολύ σύντομα, πολύ γρήγορα και στην αρχή και ώρα της επιστολής ποιος είναι ο λόγος για τον οποίο γράφει την επιστολή, τους λέει λοιπόν ότι είχε μεγάλη επιθυμία να τους γράψει για τη σωτηρία την οποία προσφέρει ο Θεός, πόσο τα γεγονότα τα οποία σχετίζονται με τους παραλήπτες του τον αγγάζουν να περάσει ένα άλλο θέμα και να μιλήσει για τον αγώνα και τη σταθερότητα στην πίστη ακριβώς γιατί έχει υπόψη του ότι η κοινότητα στην οποία απευθύνεται ή οι κοινότητες στις οποίες απευθύνεται ουσιαστικά τα λαγίζονται και τα λεπονούνται από τους λεγόμενους ψυχοδρασκάνους του χειροκροφήτης. Και αυτό λοιπόν ορίζει το θέμα του. Στη συνέχεια στους κείκους 5-19 και αυτό είναι ένα πάρα πολύ ενδιαφέρον κομμάτι της επιστολής ο συγγραφέας παραθέτει μία σειρά από προφητείες οι οποίες αφορούν στην καταστροφή των εχθρών του Χριστού. Έτσι μίλησε στην αρχή ότι το θέμα του είναι οι ψυχοδρασκάνοι και τους λέει μάλιστα ότι εγώ ήθελα να σας μιλήσω για τη σοβερία αλλά με ανακάζουν τα γεγονότα να συναντώ για πολύ διαφορετικά πράγματα και μάλιστα χρησιμοποιεί παραδείγματα από την Βαλιά Διεθνική όπως για παράδειγμα την έξοδο ή για παράδειγμα ότι έγινε λασσόνομα και τα γνωρά τέτοια παραδείγματα για να τους πει ότι το ίδιο τέλος θα έχουν και οι ψυχοδρασκάνοι αυτοί δηλαδή οι οποίοι τώρα στρέφονται εναντίον του κυρίου. Και αφού κλείσει αυτό το κομμάτι της περιγραφής της κατασταθής, στο τελευταίο μέρος στους στήμους ίδιου σε ψυχοδρασκία, ουσιαστικά είναι ένα πραγματικό μέρος της εξοπλής όπου ο συγγραφέας κάνει διάφορες θετικές προς τα μέλη της κοινότητας, τους καλεί λοιπόν εφόσον τους έχει δείξει και τους έχει περιγράψει ποια είναι η τύχη των ψυχοδρασκών και πόσο σημαντική είναι η πίστη του Ιησού Χριστού, σκάλλει λοιπόν να μην πιστεί και σταθερήσει αυτή την πίστη και ακριβώς θα ανακοσμένουν το έλεος του κυρίου Ιησού Χριστού, το οποίο θα χαρίσει την αιώνια ζωή. Και την πιστωλή κλείνει με τη δευτερόμενη οξολογία, όπου ο συγγραφέας αναπέμπει μία ευχαριστία και μία δοξολογία στον Θεό για τα μέλη της κοινότητας και μία ευχαριστία για τη σωτηρία που παρέχει ο Θεός στους ανθρώπους του Θεού. Είναι μια πάρα πολύ λοιπόν απλή επίσκεψη στην ολοκλή της, δεν είναι σύνθετη σαν αυτές που έχουμε συνηθίσει, να διαβάζω τα περίπτωση του Ακοστόλου Βάβου για παράδειγμα ή σε άλλες εκτελείς επίσκεψες όπως είναι η Αγία Πόρκο, είναι ένα πάρα πολύ απλό σχήμα. Όπως και η πιχειρμανιολογία του συγγραφέων είναι εξαιρετικά θα λέγαμε σαφής και απλή. Αυτό που για μας παρουσιάζει ενδιαφέρον, είναι δύο κομμάτια της Επιστολής, ουσιαστικά τρεις στίχοι στο σύνολό τους. Ένα παράδειγμα είναι η στίχη 14 έως 15 στο κύλω μέρος της Επιστολής, όπου η οίδα στους συγγραφέες της Επιστολής παραπέμπει στο βιβλίο του ενός, το ΑΦΕΝΟ. Διαβάζω πρώτο κείμενο στα αρχαία και μετά στα ελληνικά και στη συνέχεια θα συζητούσουμε πάντως αυτό το κείμενο. Λέει πως στο στίχο 14 «Προεφήτευσε δε και τού της έβδομου σαφάδαν ενώ» λέγον «ειδού ειδηθή κύριος εναρχίες μυριάς ειν' αυτού» και στη στίχη 15 στίχο «λύσε κρίσιν καταπάντων και ελέγξε μυριάς ειν' αυτού, ασεβείς αυτών περυπάντων των εύρων ασεβείας αυτών όν εισέβησαν και περυπάντων των σκουρών όν ελάησαν κατ' αυτού αμαρτωνοί ασεβείσαν». Και μετάφρασε στα Νέα Ελληνικά «Για αυτούς προφήτευσε ο ενώ, έβδομη γενιά από τον Αδάμ, κλεύοντας ήρθε ο Κύριος με τις λιγιάδες των Αγίων Αγγέλων του, για να κρίνει όλη του λεγμένη και να ελέξει όλους τους ασεβείς ανάμεσά τους για τις αμαρτωλές τους πράξεις και για όσα σκληρά λόγια ξεστόμησαν εναντίον του οι ασεβείς και οι αμαρτωροί». Εδώ λοιπόν είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον, γιατί έχουμε μία καταλέξη παράθεση από ένα κείμενο το οποίο είναι παραιοδιοθητικό. Θα ανοίξουμε κανόνα της παλαιάς τεχνικής αλλά και στον ευρύτερο χώρο της Ουγραϊκής Συγγραμματίας και για μας έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον διότι ανήκει στα λεγόμενα αποκαλυπτικά κείμενα. Και μάλιστα το ενδιαφέρον εδώ δείστε το εξής, ότι στην προκειμένη περίπτωση πρόκειται για το μόνο κείμενο μέσα στην ιστορία του Ουγρα που είναι η καταλέξη παρά κάθεμα. Δηλαδή μπορεί να αναφέρει το πως είμαστε παραδείγοντας το βαλάδια φύκο, να φέρει το ασόδο, να φέρει το μωυσί, την έξοδο, το βαλάμ, περιστατικά που είναι γνωστά προφανώς τους αναγνώσεους του, αλλά δεν τα παραθέτει καταλέξη απέναντίας απλά ή τα υπενίσεται, ή ακούσκονται αναφορά στα πρόσωπα ή προϋποθέτουν οι αναγνώστες του νεορίζου του κείμενου της Παλαιάς Διαδίκης και της Ιστορίας αυτές, να μπορούν να κατανοήσουν την επιχειρηματολογία του και κυρίως τις αναλογίες, τις οποίες βρίσκονται ως συγγραφές μεταξύ του κειμένου, της δικής του μάλλον κατάστασης συνελλής με κείμενες μαθρώπους της Παλαιάς Διαδίκης. Ωστόσο, στην περίπτωση του ΑΕΝΟ είναι το μόνο παράθυμο που έχουμε, το οποίο είναι κατά λέξη και είναι ακριβώς ενδιαφέρον και θα έχουμε μια ευκαιρία να συζητήσουμε λίγο έτσι και να σκεφτούμε λίγο βαθύτερα το λόγο γιατί συμβαίνει κατά τέτοιο. Παραθέτει βέβαια το κείμενο από το ΑΕΝΟ και το παραθέτει κατά λέξη, όμως ο συγγραφέας κάνει μια μικρή αλλαγή στο κείμενο. Γιατί προσθέτει, αντί για τη λέξη Θεός που υπάρχει στον ΑΕΝΟ, που βοηθεί τελος πάντων ο Θεός του Ισραή, εδώ ο συγγραφέας προσθέτει τη λέξη Κύριος. Λέει στο στίχο 15, στο ελληνικό ποσομό 14 «Ιδού ήρθε Κύριος, εν αγίες μυριάς ειν αυτού, ή εισε κρίση καταπάνω». Λοιπόν, δηλαδή, εδώ και αυτό είναι το πολύ ενδιαφέρον που γίνεται στην προκειμένη περίπτωση, ο συγγραφέας ερμηνεύει χρησιμοτικά ένα κείμενο αποκαλυπτικό από ευρύτερη μέγευση παράδοση και το αποδίδει στον Ιησού Χριστό. Βλέπουμε, λοιπόν, μία χαστολογική ερμηνεία ενός κομματιού άριος αποκαλυπτικού κειμένου και πλέγουν, και αυτό γίνεται με έναν πολύ έξυπνο και λεπτό τρόπο, όπου ο συγγραφέας αλλάζει μία λέξη, χαλάζοντας αυτή τη λέξη ουσιαστικά δημιουργούς απαραίτητους ηλεμούς στον αγνώστη του, ώστε να καταλήξουν συμβράσματα τα οποία ουσιαστικά επιτείνουν και ενισχύουν τα επιχείρηματά του για την καταστροφή των προοδοχητών. Άρα, αυτός ο οποίος θα κρίνει στα έσκατα τον κόσμο είναι ο αναστημένος κλείος του Ιησού. Και αυτή η ιδέα φυσικά δεν είναι πρωτόγνωρη στον Ιούδα. Υπάρχει παντού σε πολλά σημεία μάλλον, για να το πω καλύτερα, στην Καινή Διαθήκη όταν αφέραμε τόσα χαρακτηριστικά παράδειγματα. Για παράδειγμα, το κήρυμα των Αποστών εις τις πράξεις των Αποστών, όπου εκεί θεωρούμε ότι αυτά τα κηρύματα, το κήρυμα του Πέτου κυρίως, τα πρώτα κηρύματα αλλά και του Πάγου, όπου εκεί, εφαρνώς, ειδικά στην περίπτωση των κηρυμάτων του Πέτου, θεωρούμε ότι αποτυπώνεται το προοδοξιανικό κήρυμα. Άρα, λοιπόν, μπορούμε να υποθέσουμε ότι αυτό που λέει εδώ η εμπεισμένη του Ιούδου είναι κάτι τοξένα, το παράδειξο, αλλά είναι μια, θα λέγαμε, φυσική απώρεια του γενικότερου προτοξιανικού κηρύματος για τον ασθημένο Ιησού και επιπλέον βρίσκεται στην ίδια γραμμή και ουσιαστικά μέσα στο ίδιο πλαίσιο παράδειξης. Το δεύτερο στιφίο που είναι ενδιαφέρον είναι ότι ο συγγραφέας εδώ ουσιαστικά κάνει και με τα κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης και ότι κάνουν και υπόλοιπη συγγραφή της Κερδίας Διαθήκης με τα κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης τώρα. Τα ενδιαφέρον στον ουσιαστικά. Έτσι κάνουν και αυτός, και μάλιστα με τις ίδιες τεχνικές συχνά, αλλάύστος κάποια λέξη, φροντίζοντας να συνδέσουν λέξη με το πρόσωπο του Ιούδου. Ακριβώς το ίδιο κάνει και εδώ ο συγγραφέας της Εποσχολής του Ιούδου και με αυτόν τον τρόπο ένα θαράβο κανεδικό κείμενο, όπως είναι το κείμενο αυτό από το Άλφα εδώ και συγκεκριμένα είναι από το πρώτο κεφάλαιο του 19. Θα λέγαμε, αποκόπτεται από το γενικότερο δικό του αρχικό πλαίσιο και με μία μικρή αλλαγή μπαίνει σε ένα και εμπινεύεται κριστολογικά και εντάστηται μέσα σε μια καινούργια συνάφεια. Αυτό είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον, εντάστηται μέσα στη γενικότερη, θα λέγαμε, συζήτηση για τη μία καινουργότητα στα κοινότητα της Καινής Διαθήκης και αξίζει μερικά κανείς να το λαμβάνει από όψω που τα μελελάν τα κοινότητα της Καινής Διαθήκης. Θα πω επίσης ότι εδώ ουσιαστικά το θέμα του συγγραφέα είναι γενικότερα ένα από τα θέματα είναι και το θέμα των Αγγέλων. Ένα δεύτερο παράδειγμα που έχουμε μέσα από την επιστολή είναι στο στίχο έξι όπου στο στίχο έξι ο συγγραφέας κάνει ένα λόγο για την πτώση των Αγγέλων. Πρόκειται για μία ιδέα με την οποία τελειώσουμε κυρίως τα κουκαλιτικά κοινήματα του Ιαριστού με χαρακτηριστικό παράδειγμα το Άνθενο. Στα πρωί του κεφάλαιο του έξι έως δεκαέξι από εδώ υπάρχει μεγάλη συζήτηση για την πτώση των Αγγέλων. Λέει λοιπόν ο συγγραφέας στην Λούδα και θα διαβάσω πάρα πολύ γιατί στη συνέχεια και το κείμενο του Καινή και στη Νέα Λιοκή, μιλάει λοιπόν για τους Αγγέλους και λέει «Αγγέλους δε τους μη τυλίσανα στις νεατών αρχήν, αλλά απολυπώντας το ίδιο το κητήριο της κρίσης μεγάλης ημέρας, δεσμείς αηδείης υποζόφων τε τύλκιν». Θυμηθείτε τους λέει τους Αγγέλους, που δεν έμειναν πιστείς στο αξιωμά τους, αλλά εγκατέληψαν την ουράνια κατοικία τους. Ο κύριος τους είχε φυλακίσει στο σκοτάδι με αιώνια δισμά για να δικαστούν τη μεγάλη ημέρα της κρίσης. Αυτό είναι ένα από τα αποκαλυπτικά θέματα που παραπέμπει εδώ και στην αποκάλυψη, όπου έχουμε ακριβώς πάλι μιλάμε για τη νίκη των σκοτεινών πνευμάτων, όπου εκεί πάλι υπονοείται ότι αυτοί είναι Άγγελοι που έχουν επέσει από το θάρυγο του Θεού. Εδώ ο συγγραφέας της επιστολής η Λούδα αδικατολίζει μια γενικότερη Λουδαϊκή παράδοση με την τόση των Αγγέλων, το άλλο τα ενόχου έχουν και ονόματα, είναι οι φύλακες τόση των φυλάκων Αγγέλων Σενιαζά και Αζαζέν και μάλιστα αυτοί παρουσιάζονται στο Λούδιο του ενόχου ως παραδείγματα της κρίσης που υποφυλάσσεται για όσους δεν δημιουργούν τον λόγο του Θεού ακριβώς με τον ίδιο τρόπο. Οι Άγγελοι εδώ χρησιμοποιούνται ως παράδειγμα των ψευροπραγματών και όσων δεν δέχονται την πίστη και την ασφαλία του Θεού, του διδάσκαλου δηλαδή, με τον ίδιο τρόπο επιχειρηματολογή, το Α ενόχου σημαχωρά κλειπτός στην Αγγέρο Πηγή, μόλις ένα παράδειγμα προς αποφυγή, εντός τρόπος λοιπόν επιχειρηματολογή εδώ και η επιστολή μας χρησιμοποιώνται στους Αγγέλους πάλι ως ένα παράδειγμα προς αποφυγή, ως ένα παράδειγμα του τέλους που θα έχουν όλοι οι ψευροπραγματές και όλοι αυτοί που είναι άνθρωποι. Επομένως, θα μπορούσαμε να πούμε με μεγάλη προσωφή φυσικά, και έχω δώσει πάρα πολλά δυστυχώς με το μένα στα παιδιά μας, όσον αφορά την επιστολή του Λιμούδα, ότι ο συγγραφέας μας στην τελείωση, ο Λαν Φένο, το γνωρίζει, γνωρίζει την παράδοση που κρύβεται πιο σε από αυτό, την αξιοποιεί, την εντάσσει μέσα στη διάρκεια του δυνασικαλία με έναν τρόπο νοημοκό και αυτό φυσικά μπορεί να μας προκαλέσει αρκετές σκέψεις για το πόσο στεγανά ήταν τα όρια μεταξύ χριστιανισμού και ιδρυαλισμούς που εποχή για την Ακύη Λαμή και ποια κείμενα οι χριστιανοί συγγραφείς θεωρούσαν ότι μπορούσαν να τα ικοποιηθούν. Οπότε φαίνεται, όχι μόνο τα κείμενα που τα λεγόνουν οικανομικά της Παλαιάς Βερβήξ, αυτά που ανοίγουν στο κανόνι της Καινής Διαρτήκης, αλλά και κείμενα που βρίσκονται εκτός κανόνων, κείμενα τα οποία κενούνται στα όρια, στον χώρο της Αφρικαλλητικής και αυτά φαίνεται από ένα κομμάτι του αρχαίου μοναχιστημισμού, να είναι αποδεκτά και να εντάσσονται μέσα στον γενικό του, στην γενικότητα, για την ασχαλία αυτού του τοξιλοκομικού μέρους. Το τρίτο παράδειγμα, πολύ χαρακτηριστικό, είναι στο στίχο εννιά της Επιστολής του Ιούνουρα, όπου πάλι γίνεται μια συζήτηση για τους αγγέλους και εκεί αναφέρει το εξής ο συγγραφέας. Ο δε Μιχαήλ ο αρχάγελος, όταν το διαβόλον διακλεινόμενος διελέγει το περιτουγουσαίο σώματος, ούκ εν τόλμης εν κρίσιν εμπαινικήν βλασφημίας, αλλά είπεν επιτιμήσεις εσύ κύριος. Και στα νευλικά και ο μούσχου του αρχάγελους Μιχαήλ εν τόλμης να ξεσκονήσει η μπριστική κατηγορία εν αντίο του διαβόλου, όταν σε μια φιλονικία μαζί του διεκδικούσε το σώμα του Μοησίου. Το μόνο που είπε ήταν «ο κύριος είναι σε καταπέπτω». Εδώ τώρα είναι προφανές ότι ο συγγραφέας μας κάνει λόγο για κάποια παράδοση που σχετίζεται με το θάνατο του μούσχου του Μοησίου, η οποία φυσικά δεν υπάρχει μέχρι στα κανονικά βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. Ήδη από την Πατερική Γραμματεία αυτή η αναφορά στην εμπιστολή του Ηλίδα συνδέθηκε με ένα κείμενο στους οπτικούς πατέρες ονομάζεται «Ανάληψης Μοησέως». Και είναι ένα κείμενο το οποίο κάνει λόγο για το θάνατο του Μοησίου, για τη διεκδίκηση του σώματος από τους δαίμονες και τους αγγέλους, και για τη μάχη που δίνεται γύρω από το σώμα του Μοησίου. Ξύπανα με τον Ρίτσαρτ Μπόκαν που είναι ένας μεγάλος κοινωνιοθυκολόγος του 20ου και του 21ου αιώνα. Πρεφανώς στον αρχαίο κόσμο πρέπει να υπήρχαν δύο εγκλογές αυτής της ιστορίας. Πρέπει να υπήρχε, κατά τη γνώμη του, μια διαθήκη Μοησέως. Και στο οποίο υπάρχει μια διαμάχη των αγγέλων με τον διάβολο για το ποιος θα πάρει το σώμα του Μοησίου. Η ιστορία ουσιαστικά στρέφεται γύρω από αυτή τη διαμάχη στην περίπτωση της διαθήκης του Μοησέως. Και ταυτόχρονα ο Μπόκαν υποστηρίζει ότι πρέπει να υπάρχει ένα δεύτερο κείμενο στο οποίο ο διάβολος διεκδικεί το σώμα του Μοησίου. Ο ίδιος το ΡΕΕΠΙΠΙ θεωρεί ότι προφανώς το ένα από τα δύο είναι να συνδέεται περισσότερο με τον παλιστυνιακό Ιουδαϊσμό. Θεωρεί ότι η ιστορία ουσιαστικά στηρίζεται σε μια τέτοια παράδοση από τον παλιστυνιακό Ιουδαϊσμό. Είναι λίγο δύσκολο αυτό να το απαντήσουμε γιατί ακριβώς δεν διασώσεται το κείμενο. Ούτε της Ανάληψης, ούτε της Διαθήκης Μοησέως. Δομίζουμε γι' αυτό από διάφορες πληγές, αλλά δεν το έχουμε στη διευθυνότητά του. Επομένως δεν μπορούμε με ασφάλεια να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι προέρχεται ένα κείμενο, το οποίο παρουσιάζει ακριβώς τη διαμάχη. Έχει, βέβαια, αποκαλυπτικά στοιχεία. Αυτό δομίζουμε από τις περιγραφές και ένα βασικό στοιχείο που το βλέπουμε και εδώ είναι αυτό της διαμάχης δύο γενικών δυνάμεων, καλών και κακών, φυσικά εδώ στην περίπτωση γύρω από το σώμα ενός δικαίου, που είναι ο Μοησής. Αυτό που μπορούμε να έχουμε με βιώτα είναι ότι φυσικά δεν μπορούμε να εντοπίσουμε και με βιώτα το κείμενο, το οποίο έχει υπόξυπνο ο συγγραφές της επιστολής του Λούδα. Είναι προμένως ασφαλέστερος στην προκειμένη περίπτωση να είναι ότι ο συγγραφές της επιστολής, αλλά και οι αναγνώστες, το οποίο πρέπει να ξεχνάμε ότι ένα κείμενο προϋποφέρει και από τους αναγνώστες κάποιους νόσους, και οι αναγνώστες λοιπόν της επιστολής γνωρίζουν την ευρύτερη Ιουδαϊκή παράδοση φυσικά με το σώμα του Μοησή και τη μάχη μεταξύ των αγγέλων, των υπομονιών, των μάτων γύρω από το σώμα του Μοησή και αυτή προϋποφέρει εδώ το κείμενο και πάνω σε αυτήν την επιχειρηματολογία και αυτή χρησιμοποιεί ως παράδειγμα. Κλείως λοιπόν το κομμάτι της Ιούδα μπορούμε να πούμε ότι στην επιστολή του Ιουδίου είναι ένα λογικό, όπως είπαμε, επιστολή, αρκετά δύσκολη, είναι ενδιαφέρον ο τρόπος του λογικού λογικού προσλαμπάτου, εξοπλούνται διάφορα αποκαλυπτικά στοιχεία και είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον το πώς κείμενα, το οποίο είναι στην ευρύτερη ή παραδόσειο να είμαι λίγο πιο αρρυβής, βρίσκονται στην ευρύτερη, θα λέγαμε, περιοχή της Ιουδαϊκής παράδοσης και είναι να βρουν και αποκαλυπτικό περίπτωμα, γιατί αυτό ουσιαστικά μας ενδιαφέρον εδώ, υιοθετούνται από έναν χριστιανό συγγραφέα, γίνονται κομμάτι, θα λέγαμε, του κανόνα της κοινωνίας διαφορικής στη συνέχεια γνωρίζουμε φυσικά ότι οι χρήσιδους και οι ανάγκους όμως δεν περιορίζεται μόνο στη συνάφεια της Κοινής Διαθήκης, αλλά πέρα μία και συγνωστό, ότι αυτά τα κείμενα, τα αποκαλυπτικά, αξιοπούνται και σε άλλους χριστιανούς συγγραφείς, πρώτον και μόνο, γιατί προφανώς υπάρχει και στις χριστιανικές ομάδες ένα ανάλογο ενδιαφέρον, στις κοινωνικές, για τέτοις αποβαλυτικές συζητήσεις. Το δεύτερο μας παράδειγμα θα είναι από τη ΒΠΠ. Η ΒΠΠ είναι επίσης μια μικρή επιστολή, αποδίδεται βέβαια στον Πέτρο, αλλά σύγγραφε όμως την επιστολή γραφή ότι δεν πρέπει να φέρνουμε τον Πέτρο όπως συγγραφέα, αλλά κάποιοι που ίσως κινήθησαν στον ευρύτερο πόρο της παράδοσης ή από τον Πέτρο και είναι μια επιστολή ιδιαίτερα αυστηρή, με πολλά του καλλιπτικά επίσης στοιχεία και με περιγραφή του τένους του κόσμου, και στην οποία το κύριο θέμα είναι θα λέγαμε κατά κάποιο πρόγραμμο καλλιπτικό, με την έννοια ότι ο συγγραφέας μέσα στην επιστολή ασκείται εκεί σε όσους δεν περιμένουν πλέον την παρουσία. Δεν περιμένουν, δηλαδή, την δεύτερη έρευση του Ιησού στον κόσμο και την κυριακή κρίση. Και για να μπορέσει να επιχειρηματολογήσει ο συγγραφέας στην προκειμένη περίπτωση και για να στηρίξει τη θέση του, κάθε άλλο παράδοση, δεν πρέπει να διαφορούν οι χριστιανοί, αλλά δηλαδή να παραμένουν πιστοί και στην προσδοκία τους και να εγμένουν στην προσδοκία τους για τη δευτέρα παρουσία, επιχειρηματολογή χρησιμοποιώντας κυρίως στοιχεία από την Ουδαϊκή και από την Χριστιανική αποκαλυπτική παράδοση. Έτσι, κάνει το εξής. Στο πρώτο κεφάλαιο, στους τήμους 16-18, κάνει προσπαθούμενη αποκαλυπτική ερμηνεία της μεταμόρφωσης. Ρεγονός, δηλαδή, της μεταμόρφωσης, ο συγγραφέας θα τον εμπνεύσει μέσα σε ένα αποκαλυπτικό πλέξιο, προκειμένου να επιχειρηματολογήσει για την έλευση των εσχάρων και για την παρουσία, για την βεβαιότητα της παρουσίας του. Το δεύτερο που κάνει είναι ότι προζυαχθάνει τα όσα λέει η Πιστονή του Η Ουδά και τα εντάξει μέσα στη δικιά του Πιστονή. Με μία εξέρεση αφαιρεί το κομμάτι εκείνο που αναφέρεται στην ΑΦΑΕΝΟΧΤΟΡΑ, γιατί είναι με μεγάλη συζήτηση στην αρχημαστασία. Και τέλος, στον τρίτο κεφάλαιο, στους 4-13, είναι προφανές ότι η Χριστουρή στοιχεία κατευθείαν έναν δημολογική αποκαλυπτική παράδοση. Έτσι, βλέπουμε ότι ταυτόχρονα ερμηνεύει αποκαλυπτικά γεγονότα της ιστορίας του χριστιανισμού, της ελληνικής εκκλησίας. Δεύτερον, παραθέτει την χριστιανικά αποκαλυπτικά κείμενα, όπως είναι το κομμάτι από την ΑΦΑΕΝΟΧΤΟΡΑ και τέλος, χρησιμοποίητη στοιχεία από την καθαρτώ αποκαλυπτική παράδοση. Ας ξεκινήσουμε πρώτα να δούμε την αποκαλυπτική ερμηνεία της μεταμόρφωσης. Μεταμόρφωση, φυσικά, είναι σημαντικό γεγονός μέσα στα Ευαγγέλια, λίγο πολύ, τουλάχιστον στο Μάρκο, που παρατήθηκε για πρώτη φορά. Ουσιαστικά, θέλει να αποδείξει ακριβώς ότι έχουμε την βεβαιότητα της Ανάστασης λίγο πριν από το Πάθος και, επομένως, εντάστηται μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της ιστορίας του Πάθους. Ενώ, λοιπόν, μέσα στα Ευαγγέλια βλέπουμε ότι η μεταμόρφωση αξιοποιείται κυρίως μέσα στη γενικότερη ιστορία για το Πάθος και την Ανάσταση του Ιησού, που, ουσιαστικά, αποτελεί έναν προάγγελο της Ανάστασης εν όψη του γεγονότος του Πάθους και μια αποκάλυψη της γεωγραφίας του Ιησού. Στην ΒΠΟ, βλέπουμε ότι θα αποκτήσει αυτό το γεγονός της ζωής του Ιησού και μια αποκαλυπτική διάσταση. Βάζουμε, λοιπόν, το κείμενό μας στο αρχαίο κείμενο και στη συνέχεια θα δούμε και τη μετάπραση. Είναι στο πρώτο κεφάλαιο, στοίχη 16 έως 18, «Ούγαρσες οφισμένης μύθις εξακολουθήσαμε σε γνωρίσαν εν ημή την του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού δύναμη και παρουσία, αλλά επόπτες λευθέντες της εκείνου γεγονότητος, λαβόγκαρ παραλθερού Πατρός τινί και δόξαμ φωνείς ενεχθήσεις αυτοπιασδε τύπου της μελαμπερικούς δόξης, ούτως εις την δουλειός μου αγαπητός εις όν εγώ ευδότησα, και τάχνη την φωνήν μη συχούσαμε νίξου καλού, ενεχθήσαν σε γαυτό όντες εν το όρο του Αγίου». Λέει λοιπόν στη μετάφραση «Δεν βασιστήκαμε λοιπόν σε περίτερους μύθους για να σας μοστοκρατήσουμε την ουναμική έλευση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού». Γιατί το θέμα εδώ είναι η δόξα, είναι η σύνδομη παρουσία. Και ο συγγραφέας λέει ότι εμείς δεν σας μιλήσαμε για πανταγράμματα, μυμητικές εικόντες, μηθεύματα, αλλά έχουμε δει με τα ίδια μας τα μάτια τα μεγαλύδα του, τότε που ο Θεός Πατέρας πρέπει να σου μιλήσει και δόξα και η έντοξη μεγαλοπρέπειά του αναφώνησε γι' αυτό μια τέτοια φωνή. «Αυτός είναι ανακουτός μου λιός, αυτός είναι εκκληκτός μου». Και αυτή τη φωνή την ακούσαμε που ερχόταν από τον ουρανό εμείς οι ίδιοι που ήμασταν μασί τους στα Άγιους, στο Άγιο εκείνο δειμό. Εδώ είναι πολύ ενδιαφέρον ότι ο Θεός αποκαλείται έντοξη μεγαλοπρέπεια. Και αυτή η έντοξη μεγαλοπρέπεια του Θεού είναι εκκληκτική και αυτό είναι αποκαλυπτικό στοιχείο. Σε πάρα πολλά αποκαλυπτικά κείμενα δεν ταυτίζεται σαφώς, μάλλον δεν αναφέρονται σαφώς ο Θεός, αλλά η φωνή του Θεού είναι αυτή η οποία χρησιμοποιείται ως ταυτόσυνη με τον ίδιο ίδιο Θεό. Και είναι ενδιαφέρον γιατί είναι εμπεριστατικό της Λεκάνο Φόσου, ζητάστη μέσα στην επιχειρηματολογία του συγγραφέα για την παρουσία, διότι εμείς σας είπαμε για τη Δευτέρα παρουσία, σας είπαμε για την έλευση του Κυρίου Κυμακλήση, όχι θα λέγαμε αφθέρετα, αλλά στηριζόμενοι ακριβώς σε ένα γεωγονό μεταξύ άλλου και αυτό το γεωγονός είναι το γεωγονός της Φερταμόρκου. Αυτό λοιπόν το κείμενο είναι το πρώτο μας παράδειγμα. Το δεύτερο μας παράδειγμα είναι οι 13 στίχοι από το τρίτο κεφάλαιο της Β' πέτου, όπου εδώ πάλι γίνεται λόγος και για τη Δευτέρα παρουσία, πάλι για την δεύτερη επάνωδο του Κυρίου και εδώ ο συγγραφέας χρησιμοποιεί πάρα πολλά αποκαλυπτικά μουτήματα για την καταστροφή, γνωστά μάλλον από ανάλογες περιγραφές από αποκαλυπτικά κείμενα, όσον αφορά την καταστροφή του κόσμου και μάλιστα χρησιμοποιεί και παραδείγματα από την Παλαιά Διαθήκη, λέει ας πούμε χαρακτηριστικά στο στίχο 7 έτσι και ο συντιμός κόσμος διατηρείται με το λόγο του Θεού ώσπου να καταστροφεί με τη χωριά του ημέρα εκείνη, κατά την οποία θα προηθούν και θα καταδικαστούν οι ασεβείς. Και λέει μετά στη συνέχεια ότι φυσικά για τον Θεό ο χρόνος είναι μια πάρα πολύ συγκεκριμένη έννοια, δεν καθυστερεί ο Θεός να διατηρώσει την πρόσφυση και εδώ είναι ένα πάλι στην αγωνία του Χριστιανού αν και στην αφιβολία που έρχεται από αυτή την καθυστέρηση όπως νομίζουν μερικοί λέει, κάνει πομώνει ο Κύριος γιατί δεν θέλει να καταστραφούν μερικοί από εσάς αλλά να μετανοήσουν όλοι, εδώ έχουμε και ένα στοιχείο προφητικό του στοιχεία της μαρτάνειας και στη συνέχεια μιλάει για την ημέρα του Κυρίου που θα είναι όπως ο κλέφτης στη νύχτα, στοιχείο το οποίο είναι γνωστό ήδη και από την Καινή Διαθήκη, ως στοιχείο της ημέρας του Κυρίου και της χρήσης και θα έρθει εκείνη την ημέρα και τότε στο στίχο 10 η ουρανή θα εξαφανιστούν με το νερό πάνταγο, τα στοιχεία της φύσιως θα διαλυθούν στη φωτιά και η γη όπως και όλα όσα έγιναν πάνω σε αυτή θα κατακαώ. Αν λοιπόν τα πάντα θα διαλυθούν με αυτόν τον τρόπο σκεφτείτε ποια πρέπει να είναι οι συντεληφοράσεις. Και μετά φυσικά σε όλους αυτού του αποκαλυπτικού όραμου σημακρά θα είναι μια ηθική προτροπή. Το κείμενό μας αυτό παρουσιάζει συγγενεία και οριότητες με άλλα αντίστοιχα αφιέρα χριστιανικά κείμενα και κυρίως με την Α κλίμενος και την Β κλίμενος όπου έχουμε ανάλογες περιγραφές. Αφιέρα χριστιανικά κείμενα, αφιέρα χριστιανικά κείμενα, αφιέρα χριστιανικά κείμενα. Και το κεφάλαιο 16 όσο να έχουμε σπάσματα. Δεν κοινωνίζουμε εδώ αν είναι ο συγγραφέας αμλία πεφτείας απένα συγκεκριμένο ημουριαϊκό αποκαλυπτικό κείμενο. Αυτό είναι μια όψη που έχει υποστηριχθεί από αρκετούς συγγραφείς με καρδιωτικό κεφαλό ανάμεσα στο μικροστό ήδη από το προβλήμα παράδειγμα της Λίτσα Μπόκαν. Ο οποίος υποστηρίζει ότι εδώ έχει υπόψη που ο συγγραφέας μία γραπτή πηγή, μία γραπτή ιδιαϊκή αποκάλυψη, την οποία μάλιστα την κατανομάζει ίσως είναι η λεγόμενη αποκάλυψη του κείμενου μας «Ελδάδ Κιμοβράδ». Ένα κείμενο το οποίο σήμερα θα διασώσει. Αυτό που είναι ενδιαφέρον στην ορκυμένη περίπτωση είναι ότι εδώ στην περίπτωσή μας έχουμε ένα συνδυασμό διαφόρων στοιχείων. Παρακαλώς έχουμε χρήση, μοτίβου και θεμάτων που υπάρχουν ήδη στην Παλαιά Διαθήκη. Για παράδειγμα από το Μαλαχείες 13.19, από το Ιησαϊα 14.4. Αυτά τα στοιχεία συνδυάζονται με την παράδοση του Ιησού. Βέβαια ήδη μέσα στην Αθειά και τον Ψαϊκό Κύρινο τέτοια κείμενα προφητικά, ή λοιπόν ό,τι έχουν ενταχθεί μέσα στο γενικότερο Σαγωγελικό Κύρινο της Αθειάς Εκκλησίας. Δεν υποδέχει με συνδυασμό παράδειγμα διεθνικών θεών και θεμάτων. Με την ημέρα που κυρίως τον κλέφτει μέσα στη νύχτα και με μοστό λόγιο από την παράδοση του Ιησού. Και επιπλέον αυτά τα δύο συνδυάζονται και με διάφορα αποκαλυπτικά στοιχεία, στοιχεία που τα βρίσκουμε σε διάφορες αποκαλυπτικές εικόνες, οι οποίες δαϊκόν αποκαλύψουν, παράδειγμα, σαρή φωτιά, η απόλυτη καταστροφή με τη φωτιά και η καταδίκη των ασηχών και η κρίση, η οποία συνδέεται με τέτοιες ολικές καταστροφές. Άρα, εδώ έχουμε συνδυασμό τριών στοιχείων σε ένα αρχαίο όπως ήταν το πρόκειμμα. Είμαστε επιβλακτικοί απέναντι στη διαθέση να έχουμε το πρόγραμμα ότι πρόκειται για ένα συγκεκριμένο ιδιαϊκό αποκαλυπτικό κείμενο. Θα είναι ίσως ασφαλέστερο να υποστηρίξουμε στην προκειμένη περίπτωση ότι εδώ πρόκειται για ένα κείμενο σκιανικό, το οποίο ουσιαστικά αγγλεί από μια ευρύτερη δεξαμενή, μια μεγαλύτερη δεξαμενή από καλλιπτικών και σκατολογικών εικόνων και από μια μπεριδαίουσα, θα λέγαμε, ιδεολογία ή, αν θέλετε, από μια προϊπάρουσα γενικότερη παράδοση του αλληλουδαϊκού κόσμου, η οποία ωστόσο ενισχύεται και από ελληνική θρησκεία και κοσμοθεωρία και της εποχής και από αυτό το πράγμα λοιπόν, από αυτήν την περιβαίνωση γενικότερη αλληλουδαϊκή κατάσταση και η δεξαμενή ιδεών, ουσιαστικά ως συγγραφέας Μεσαδί, αυτό βέβαια μας οδηγεί σε ενδιαφέροντα και πάρει σημειωράσματα για το πόσο κοντά μπορεί να βρίσκονταν όλες αυτές οι παραδόσεις με ταξίδι. Πόσο πολλά δηλαδή μπορεί να βρίσκεται ο προστρελισμός της εποχής, η αρχαία εκκλησία με το εμφανισμό, εμείς συνήθως θεωρούμε ότι εκείνη την εποχή η απόσταση των επιστημονίων θρησκευτικών πραγματικοτήτων ήταν μεγάλη και το χάσμα μεταξύ τους τεράστιο και απόσπέναστο. Στην πνευματικότητα δεν μπορούμε να βρούμε κάτι τέτοιο από τα κείμενά μας, αλλά όπως είδαμε σήμερα πολύ χαρακτηριστικά παραδείγματα, το παράδειγμα της ΑΛΙΟΒΑ και το παράδειγμα της ΒΙΤΑΤΑΙΚΟ, κάτι τέτοιο δεν μπορούμε να δούμε ότι ισχύει με την έννοια ότι η στοιχεία από τη μία παράδοση πανά να στην άλλη όπως ότι στιγμικές αποκαλύψεις που επηρέασαν τα γενέστικα στιγμικές αποκαλύψεις με τις ιδάτους πραγματικούς, υπάρχει μία αεροπεριχώρηση, υπάρχει μία ελληλεξάρτηση, μία ελληλεκτήραση, η οποία ακριβώς μαρτυρεί και ακυναγκλά ένα ζωντανό θρησκευτικό διάλογο μεταξύ του ιδρύου επενδύου. Σε κάθε περίπτωση αυτό είναι εμφανές δηλαδή που συμπεριφερθούν ή στα αποκαλυπτικά κείμενα ή στην αποκαλυπτική παράδοση, αυτό το ρέμα, ρεύμα παράδοσης που έχουν μέσα στην Καινή Διαδρύκη. Κλείνοντας από το πρώτο το μάθημα που είχαμε κάνει με δύο κείμενα από τις καθολικές αποσπολές γραμμένα στο δεύτερο εγώ μετά Χριστόν, δηλαδή από τα ύστερα, θα λέγαμε, κείμενα της Καινής Διαδρύκης, το πρώτο στοιχείο το οποίο μπορούμε έτσι συνεργασματικά να διαπιστώσουμε είναι ότι οι δύο επιστολές και κυρίως η επιστολή του ΗΥΓΑ μαρτυρεί ακριβώς τη σχέση της αρχαίας επισσίας με την Λουδαϊκή Αποκαλυπτική Παράδοση. Στην περίπτωση του ΗΥΓΑ, μάλιστα, είναι ενδιαφέρον ότι αυτή η σχέση δεν είναι απλώς μία γενικότερη περιβαίωσα ιδεολογία ή μία γενικότερη παράδοση, αλλά είναι πάρα πολύ συγκεκριμένη δηλαδή ο συγγραφέας επιστολής του ΗΥΓΑ, όπως είδαμε, παραθέτει από συγκεκριμένα κείμενα. Στη μία περίπτωση είναι ξεκάθερο από όλοι τα, είναι το ΆΡΦΑΡΙΝΟΚ, το δεύτερο μπορεί να έχουμε αφιβολίες για το πιο ακριβώς κείμενο που μπορεί να κρύβεται πίσω από αυτό, από αυτήν την αφορά στο Λουσίδος Αγέρος, ωστόσο, με βάση την αρχαία πατρική παράδοση, μπορούμε να πούμε ότι και εδώ έχουμε από πίσω ένα αγαπητικό κείμενο. Στην περίπτωση της ΔΤΠ βλέπουμε ότι είναι πιο σύμφετη η σχέση, το πιο πολύπλοκη, με την έννοια, δηλαδή, ότι ο συγγραφέας συμβιάζει στοιχεία αποκαλυπτικά, στοιχεία από την απολόγια του Ιησού, πάλι με αποκαλυπτικό ή αισχαπολογικό περιεμόνι, και με προφητικές ρήσεις, και ουσιαστικά μετασκευάζει έναν αποκαλυπτικό λόγο. Αυτό λοιπόν είναι ένα πάρα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο, αυτός ο νέος αποκαλυπτικός λόγος που προκύπτει μέσα από τα κείμενά μας, είναι ένας λόγος που μοιάζει βέβαια τα προγενέστερα προκείμενά του, αλλά σε κάθε περίπτωση είναι ένας νέος λόγος, ο οποίος χρησιμοποιεί ουσιαστικά οι προηγούμενες παραδόσεις, οι μυχιστρικές, όπου έχουμε τις παραδιαθυμικές αλλά και τα εξωκαλυνικά κείμενα όπως είναι το άλλο λόγο, ερμηνεύονται πλέον χρηστολογικά από αυτού δηλαδή μια διαφορετική προοπτική και εντάσσονται πλέον μέσα σε νέες συνάφευσες. Δηλαδή αποτελούν πλέον κομμάτια της λεγόμενης χριστιανκής αποκαλυπτικής παράγωσης και εδώ πάλι κλείνοντας μπορώ να πω πόσο ενδιαφέρον έχει για έναν ερευνητή αυτό το πάντραμα των παραπόσων, αυτή συνάντηση από διαφορετικών παραδόσων και διαφορετικών ιδεολογικών, η οποία συνάντηση αυτό το πάντραμα μας δίνει κάτι καινούργιο, το οποίο βέβαια έχει ολιότητες με τα προηγούμενα στοιχεία τα οποία αφομιώνει δημιουργικά αλλά είναι και κάτι καινούργιο. Βλέπω βέβαια, ως τρίτο και τελευταίο στοιχείο να αναφέρω εδώ πόσο σημαντικό είναι το λογονός, ότι εδώ έχουμε στην περίπτωση των δύο επιστονότων, βλέπουμε αυτή τη συνέχεια και αυτούς τους λογικούς όπως άλλους που αναφερθήκαν εκτενώς από δυο παραγωγήματα, έχουν τη συνέχεια της αποκαλυπτικής παράγωσης και αυτής της γραμμής της σκέψης, της αποκαλυπτικής σκέψης μέσα στη μονακαινή δημιουργία, την οποία την είδαμε μέσα από τα λόγια του Ιησού, στη συνέχεια μέσα στο έργο του Παύλου, το τρονταχό παράδειγμα της αποκάλυψης και εδώ έχουμε μια επιπλέον γραμμή, μια ευκαινό συνέχεια αν θέλετε να πλαβεί αυτής της παράδοσης μέσα από δύο κείμενα τα οποία θα επαναλάβω, ανήκουν όπως συχνά λέμε σχετίζονται μάλλον πάρα πολύ στενά με τον εγώ με τον ελληνιστικό ιουδαϊσμό αλλά έχουν και πάρα πολλά στοχεία από την τελειδεύουσα ελληνερωμαγική κουτούρα και από την ελληνική κοσμοθεωρία και αντίληψη.