Δίαλεξη 3: Σήμερα θα συνεχίσουμε με την επαγγελματική ελευθερία, κυρίως με τους περιορισμούς. Θα ήθελα εδώ να δούμε την ομολογία του Συμβουλίου Επικρατίας. Δηλαδή, τους περιορισμούς τους έχει ερμηνεύσει η ομολογία του Συμβουλίου Επικρατίας. Το πρόβλημα με την ομολογία αυτή, η οποία είναι πολύ ενδιαφέροντα, είναι ότι η ελευθερία του Συμβουλίου Επικρατίας, η οποία είναι πολύ ενδιαφέροντα, χρειάζεται ομογενοποίηση. Δηλαδή, βλέπουμε διαφορετικές προσεγγίσεις, αν και στις τελευταίες της αποφάσεις η τάση είναι να ακολουθεί ενιαία γραμμή. Οι αποφάσεις αφορούν, εκείνες που θέλω να δούμε ιδιαίτερα, είναι οι σχετικές με περιορισμούς στην ελευθερία επιλογής του φαρμακευτικού επαγγέλματος. Έχουμε δηλαδή πολύ σημαντικές αποφάσεις. Έχουμε δύο βασικούς περιορισμούς τους συνδεόμενους με τα πληθυσμιακά κριτήρια και δεύτερον με την απόσταση μεταξύ των φαρμακείων. Ο μεν ένας έχει κρήθηκε αρχικά αντισυνταγματικός εν συνεχεία συνταγματικός, ενώ ο άλλος εξ αρχής κρήθηκε συνταγματικός. Να δούμε την προσέγγιση του Συμβουλίου Επικρατίας, να δούμε πώς τον εντοπισμό του σκοπού και εν συνεχεία τον έλεγχο υπό το πρίσμα της αθής της αναλογικότητας. Θα δούμε επίσης κάποιες αποφάσεις για τους δικηγόρους. Το ηλικιακό όριο εγγραφής στα μητρώα ασχουμένου. Είχαμε ενδιαφέρουσα νομολογία. Δεν τηρούσαν οι δικηγορικοί σύλλογοι, γι' αυτό είχαμε συνεχώς αιτήσεις ακυρώσους, αρνίσως εγγραφής στα μητρώα. Αυτό τώρα ειλήθηκε με το νέο κόδικα δικηγόρου που δεν περιέχει αυτό το ηλικιακό όριο. Δηλαδή το όριο αυτό που ήταν με τη συμπλήρωση του 303 του έτους ηλικίας δεν είχε το δικαίωμα εγγραφής ο ενδιαφερόμενος στα μητρώα ασχουμένου. Έτσι, ένας περιορισμός πολύ αυστηρός. Ξέρετε τι γινότανε. Προσέβαλε μ' έτσι ακυρώσους την άρνηση του δικηγορικού συλλόγου και το Συμβούλιο Επικρατίας έκρινε ότι ο περιορισμός αυτός είναι αντισυνταγματικός οπότε ακύρωνε την απόφαση. Αλλά καταλαβαίνετε τώρα το πρόβλημα, σημαίνει να είσαι υποχρεωμένος να ζητήσεις δικαστικά την άσκηση ενός δικαιώματος. Αλλά σας είπα με το νέο κόδικα δικηγόρου αυτός ο περιορισμός καταργήθηκε. Με τους δικηγόρους είχαμε αρκετές περιπτώσεις. Ήταν πολύ αυστηρό το όριο ηλικίας μέχρι το οποίο μπορούσε κανείς να προσβληθεί ως δικηγόρος με πάγια αντιμιστία σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Πάλι αυτή η περιορισμή κρίνονταν αντισυνταγματική. Αλλά ξέρετε κάθε φορά έπρεπε να προσβληθεί με έτσι ακυρώσως η σχετική προκήρυξη του νομικού προσώπου. Οπότε αυτή η νομολογία επίσης είναι σημαντική. Και τέλος δύο αποφάσεις που αφορούσαν την νομική μορφή εταιρείας που ασχούσε την επαγγελματική δραστηριότητα του οπτικού. Και εδώ έχουμε ωραίες αποφάσεις και κυρίως έχουμε ενδιαφέρουσα συλλογιστική του Συμβουλίου Επικρατείας. Και μία απόφαση που αφορά όλα αυτά που σας είπα αφορούν περιορισμούς της πρόσβασης στο επάγγελμα και θα δούμε μία απόφαση που αφορά περιορισμούς ως προς την άσκηση. Που εδώ είπαμε ότι οι περιορισμοί είναι οι ποιότεροι διότι άλλο περιορισμός στην επιλογή και άλλο περιορισμός στην άσκηση. Ας δούμε λοιπόν πώς διαμορφώθηκαν σύντομα, πώς διαμορφώθηκαν αυτοί οι περιορισμοί και στη συνέχεια θα εξετάσουμε χωριστά τις αποφάσεις. Αυτές τις αποφάσεις φυσικά θα τις αναφτήσω όλες και με έμβαση στις σκέψεις που πρέπει να δείτε. Δηλαδή εκεί θέλω να επικεντρώσετε τη μελέτη σας. Και σ' αυτές θα εξεταστούμε κυρίως, θα εξεταστείτε μάλλον κυρίως, στις προφορικές εξετάσεις. Δηλαδή θέλω να καταλάβετε αυτήν τη συλλογιστική. Φαντάζομαι ότι ως μέρα θα έπρεπε να σας είναι γνωστά και από τις συνταγματικές ελευθερίες, έτσι, ή από την εμβάθμιση. Ναι ή όχι. Προσωπικά τα έχουμε, τα μαθήματα αυτά τώρα παράλληλα. Άρα θα σας είναι γνωστά. Άρα αυτές τις αποφάσεις τις έχετε ήδη εξετάσει. Όχι, όχι. Είμαστε ακόμα σε γενικές ελευθερίες. Α, μάλλον, στο όνομα. Λοιπόν, για να θυμηθούμε, είπαμε, θα δούμε λοιπόν πρώτα τους περιορισμούς σύντομα πώς διαμορφώθηκαν στην ομολογία και στη συνέχεια θα αναλύσουμε συγκεκριμένες αποφάσεις. Λοιπόν, είπαμε ότι η βασική εκδήλωση της οικονομικής ελευθερίας είναι η επαγγελματική ελευθερία. Είπαμε ότι είναι επάγγελμα, έτσι, η άσκηση με συστηματικό τρόπο ορισμένων δραστηριοτήτων με σκοπό, τι, τον προσπορισμό ωφέλους. Δεν είναι βασικό αυτό. Είπαμε, τι περιλαμβάνει αυτή η ελευθερία πρωτίστως. Την ελευθερία του ατόμου να επιλέγει την δραστηριότητα εκείνη την οποία θα εξασφαλίσει τις υλικές προϋποθέσεις για τη βιολογική και πνευματική του ανάπηξη. Άρα, ελευθερία επιλογής και, εν συνεχεία, ελευθερία ως προς τον τρόπο άσκησης, τον τρόπο, τον χρόνο, τον τόπο άσκησης του επαγγέλματος. Δύο πτυχές, δηλαδή, περιλαμβάνει αυτή η επαγγελματική ελευθερία. Εν προκειμένου, επίσης, δεν κάνουμε διάκριση μεταξύ ελευθερών επαγγελμάτων, ελευθένων επαγγελματιών και μισθωτών. Στα πλαίσια της επαγγελματικής ελευθερίας που εξετάζουμε. Για να δούμε πώς ξεκίνησε η περίφημη νομολογία του Συμβουλίου Επικρατίας για τους περιορισμούς. Στην απόφαση πρώτου συντάγματος του 1975, στην απόφαση λοιπόν 598 του 1953, το Συμβούλιο Επικρατίας δέχθηκε δύο βασικούς κανόνες που διέκουν την επαγγελματική ελευθερία και συγκεκριμένα έκρινε πρώτον ότι η επαγγελματική ελευθερία δεν καθιερώνεται στο Σύνταγμα του 1952, κατά τρόπο απόλυτο και χωρίς περιορισμούς, αλλά παρέχει στο νομοθέτη την αρμοδιότητα για λόγους γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος, προσέξτε τη διατύπωση, γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος, να θεσπίζει γενικούς κανόνες με τους οποίους ρυθμίζεται εξαντικημένου, αντικειμενικά θέλει να πει εδώ, εξαντικημένου και κατά τρόπο εξυπηρετικό του κοινωνικού συνόλου, η άσκηση αυτής της ελευθερίας. Πρώτον αυτό λοιπόν, αρμοδιότητα του νομοθέτη να ρυθμίζει με γενικό τρόπο, να θέτει γενικούς κανόνες που ρυθμίζει εξαντικημένου και κατά τρόπο εξυπηρετικό για το κοινωνικό σύνολο την άσκηση αυτής της ελευθερίας. Και δεύτερον, ανήκει στη ρυθμιστική αρμοδιότητα του νομοθέτη η θέσπιση περιορισμών που συνίσταται τόσο στην επιβολή κάποιων απαγορεύσεων, όσο και στην επιβολή θετικών υποχρεώσεων προς ενέργεια. Δηλαδή, η ρυθμιστική αρμοδιότητα του νομοθέτη τι περιλαμβάνει? Θέσπιση αφενός απαγορεύσεων αφετέρου θετικών υποχρεώσεων προς ενέργεια, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι και οι απαγορεύσεις αυτές και οι υποχρεώσεις δικαιολογούνται από λόγους γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος και υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο. Παλαιά, λοιπόν, απόφαση αυτή πριν από το Σύνταγμα του 1975. Και μετά την κατοχύρωση της επαγγελματικής ελευθερίας στο 5, το Συμβούλιο Επικρατίας, είπαμε ότι το Συμβούλιο Επικρατίας δεν εξετάζει το άρθρο 22, θεωρεί ότι η βάση, το αίρισμα της επαγγελματικής ελευθερίας ποιο είναι. Το άρθρο 5 παράγραφος 1. Θεωρεί, λοιπόν, από τις πρώτες του αποφάσεις μετά το Σύνταγμα του 1975, θεωρεί ότι το άρθρο 5 παράγραφος 1 κατοχυρώνει την επαγγελματική ελευθερία, δηλαδή την ελευθερία επιλογής και άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας. Όσον αφορά τώρα τους περιορισμούς, στην απόφαση του, μια ωραία απόφαση, σας ανέφερα λίγο το περιεχόμενο από την προηγούμενη φορά, στην απόφαση 46-65 του 1988, εκλήθη να αποφαλθεί το Συμβούλιο Επικρατίας αν η πράξη του Υπουργού Υγείας, με την οποία απαγορεύθηκε η άσκηση του επαγγέλματος του ως θεοπαθολόγου χειροπράκτη, είναι σύμφωνη με τη συνταγματική διάταξη του άρθρου 5, παράγραφος 1. Εδώ έχουμε μια σημαντική απόφαση λοιπόν, που μας είπε ότι οι περιορισμοί του δικαιώματος είναι επιτρεπτοί, εφόσον τάσσονται κατά τρόπο γενικό και αντικειμενικό και δικαιολογούνται από αποχρώντες λόγους δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος. Δηλαδή είναι ίσως μια βασική απόφαση στην οποία εξηγεί, μάλλον διαμοφώνει όλη αυτή την κατασκευή περί περιορισμών. Τάσσονται λοιπόν κατά γενικό και αντικειμενικό τρόπο και δικαιολογούνται από αποχρώντες λόγους δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος. Αυτοί οι περιορισμοί θεσπίζονται με τι, πώς θεσπίζονται, ποιότητα θεσπίσης σε αυτόν τον περιορισμό. Τυπικός νόμος ή κανονιστική πράξη της διοίκησης που βρίσκει έρισμα σε σχετική νομοθετική, σε σχετική εξουσιοδοτική διάταξη. Προσέξτε τώρα, η αρχή της επαγγελματικής ελευθερίας αποτελεί τον κανόνα, ο οποίος κάνεταιται μόνο όταν προβλέπεται ρητά ή όταν προκύπτουν σαφώς από διάταξη νόμου ή κανονιστική πράξη συνταγματικώς θεμητή περιορισμοί και απαγορεύσεις. Είτε προβλέπονται ρητός είτε προκύπτουν σαφώς ή διάταξη ή κανονιστική πράξη που στηρίζεται σε νομοθετική εξουσιοδότηση. Επομένως, ερχόμαστε τώρα στο θέμα της απαγόρευσης του επαγγέλματος του οστεοπαθολόγου χειροπράκτη. Είναι, καταρχήν, επιτρεπτεί η άσκηση επαγγελμάτων που δεν ρυθμίζονταν από τη νομοθεσία, διότι αυτό το επάγγελμα δεν ρυθμίζονταν από τη νομοθεσία. Δεν ρυθμίζονταν από τη νομοθεσία διότι δεν μπορεί να συναχθεί, μας λέει το Συμβούλιο Επικρατίας, απαγόρευση άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας από το γεγονός και μόνο ότι αυτή δεν έχει θεσπιστεί με σχετική νομοθετική ρύθμιση. Άρα, το καταλάβαμε αυτό. Δηλαδή, μάλλον δεν υπήρχε πρόβλεψη αυτής της επαγγελματικής δραστηριότητας του οστεοπαθολόγου χειροπράκτη. Εκτου γεγονότος όμως αυτού, λέει το Συμβούλιο Επικρατίας, δεν έχουμε ρητή ρύθμιση της σχετικής επαγγελματικής δραστηριότητας, δεν προκύπτει απαγόρευση άσκησής της. Άρα, τι συνάβουμε από την ομολογία αυτή, από την απόφαση αυτή, ότι οι διατάξεις του συντάγματος που θεερώνουν ατομικά δικαιώματα προκειμένου της επαγγελματικής ελευθερίας είναι τι? Άμεσα εφαρμοστές. Δηλαδή, η άσκηση τους εξαρτάται από τη βούληση του Φορέα. Γιατί απαγορεύεται, γιατί στη συνέχεια έκρινε το Συμβούλιο Επικρατίας ότι η απόφαση του Υπουργού που απαγόρευσε την άσκηση αυτής της επαγγελματικής δραστηριότητας δεν προσκρούει στη συνταγματική διάταξη περί επαγγελματικής ελευθερίας. Δηλαδή, γιατί εξυπηρετείται σκοπός που έγκειται για την προστασία της υγείας του. Ναι, γιατί δημιουργείται στον ενδιαφερόμενο υπεποίθηση ότι πρόκειται για γιατρό ο οποίος έχει συγκεκριμένη επιστημονική κατάρτιση. Για το τρόπο αυτό απαγορεύθηκε, όχι για το γεγονός ότι δεν προβλέπεται νομοθετικά. Τώρα συνεχίζουμε το Συμβούλιο Επικρατίας στην μεταγενέστερη νομολογία του υπερητά ότι η συνταγματική προστασία της επαγγελματικής ελευθερίας περιλαμβάνει τόσο την ελεύθερη επιλογή, όσο και την ελεύθερη άσκηση των επαγγελμάτων. Και εδώ φαίνεται το Συμβούλιο να χρησιμοποιεί την περίφημη θεωρία των βαθμίδων την οποία ανέπτυξε ποιο συνταγματικό δικαστήριο? Το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο τη θεωρεί με την περίφημη θεωρία των βαθμίδων. Τι λέει αυτή η θεωρία, την έχετε δει, την Στούφεν θεωρεί? Την έχετε δει αυτή τη θεωρία των βαθμίδων. Ε, αυτή είναι πολύ σημαντική, στην ουσία τη βλέπουμε με παραλλαγές σε όλη την ομολογία του δικού μας Συμβούλου Επικρατίας. Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτή την ομολογία, πρόκειται για απόφαση του 58 ήδη, έτσι, του, μάλιστα, αποφορούσε τα φαρμακεία, η ελευθερία επιλογής και η ελευθερία άσκησης του επαγγέλματος αποτελούν ένα ενειοθεμελιώδες δικαίωμα, το οποίο τελεί υπό την επιφύλαξη της ρυθμιστικής εξουσίας των ομοθέλη. Τι καταλάβαμε από αυτό, μας είπε, λοιπόν, το γερμανικό όμως, το Bundesverfassungsgericht το 58, ότι η επαγγελματική ελευθερία περιλαμβάνει την ελευθερία επιλογής και την ελευθερία άσκησης του επαγγέλματος, ότι πρόκειται για ενειέο δικαίωμα, το οποίο τελεί, υπό την ρυθμιστική εξουσία του νομοθέτη. Δηλαδή, μπορεί να ρυθμίσει την άσκησή του, επιβάλλοντας και περιορισμούς ο νομοθέτης. Συνεχίζει, λοιπόν, ότι η έκταση της εξουσίας του νομοθέτη είναι ευρύτερη, της ρυθμιστικής εξουσίας του, είναι ευρύτερη όταν πρόκειται να ρυθμίσει τι, την άσκηση ή την επιλογή. Την άσκηση, φυσικά. Αυτό είναι η θεωρία των βαθμίδων. Έτσι, διαφορετική εξουσία έχει ο νομοθέτης όταν ρυθμίζει την επιλογή, διότι αυτό είναι το καθοριστικό, και διαφορετική, ευρύτερη, όταν ρυθμίζει την άσκηση, τον τρόπο άσκησης. Επομένως, τα όρια του περιορισμού της επαγγελματικής ελευθερίας είναι διαβαθμιστέα, αυτό σημαίνει η θεωρία των βαθμίδων, ανάλογα με το αν αφορούν την ελευθερία επιλογής ή την ελευθερία άσκησης, την επιλογή ή την άσκηση του επαγγέλματος. Άρα, συνεχίζει το δικαστήριο. Αλλά η θεωρία των βαθμίδων εφαρμόζεται μόνο σε αυτό το δικαίωμα της επαγγελματικής, ή γενικά. Σε αυτό, κυρίως. Σε αυτό, ναι. Δηλαδή, σε αυτό έχει δυνατότητα εφαρμογής. Εξαρτάται από τη φύση του δικαιώματος. Αλλά εγώ το έχω δει μόνο στην επαγγελματική ελευθερία. Επομένως, είπαμε λοιπόν, ελευθερία επιλογής ή ελευθερία άσκησης. Τώρα, η ελευθερία άσκησης, λέει το δικαστήριο, μπορεί να περιοριστεί μόνον, εφόσον ο περιορισμός αυτός θεμελιώνεται σε λογικές διαστάσεις του γενικού συμφέροντος. Σε λογικές διαστάσεις του γενικού συμφέροντος. Ενώ η ελευθερία επιλογής μπορεί να περιοριστεί μόνον, εφόσον επιβάλλεται για την προστασία ιδιαιτέρων σπουδαίων κοινωνικών αγαθών. Τώρα, αυτό είναι μετάχραση, καταλαβαίνετε, δεν είναι απολύτως επιτύχημένη. Είναι ακριβής πιστία, αλλά όχι ωραία. Είπαμε, λοιπόν, για την προστασία ιδιαιτέρων σπουδαίων κοινωνικών αγαθών ή υπέρτερων αγαθών του κοινωνικού συνόλου. Άρα, υπάρχει εντονότερο σκοπός δημοσίου συμφέροντος, προκειμένου να περιοριστεί τι? Η ελευθερία επιλογής. Να, οι βαθμίδες, λοιπόν. Και τώρα, συνεχίζουμε, αργούν λογικές διαστάσεις του γενικού συμφέροντος. Δηλαδή οι περιορισμοί στηρίζονται σε λογικές διαστάσεις του γενικού συμφέροντος. Οπωσδήποτε επίκληση γενικού συμφέροντος, αλλά στην περίπτωση της επιλογής ιδιαιτέρων σπουδαίων συμφέρον. Τώρα, πάμε, αυτά όσον αφορά αυτές τις δύο τυχές. Πάμε στην περίπτωση της επέμβασης του νομοθέτη στην ελευθερία επιλογής του επαγγέλματος. Εδώ το δικαστήριο, προσέξτε, και αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον, γιατί έχει παγιωθεί πλέον, να κρίνει μεταξύ υποκειμενικών και αντικειμενικών κριτηρίων πρόσβασης. Υποκειμενικές προϋποθέες επιλογής και αντικειμενικές. Ορίστε. Ποιες είναι οι υποκειμενικές προϋποθέσεις? Αυτές, των οποίων η πλήρωση εξαρτάται από ποιον, από τον ίδιο τον ενδιαφερόμενο. Πείτε μου παράδειγμα. Το πρόβλημα της ηλικίας, προσέξτε το, γιατί η νομολογία δεν είναι απόλυτο σαφής. Όμως, αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς, η ηλικία είναι υποκειμενικό κριτήριο, δηλαδή εξαρτάται η πλήρωση αυτής της προϋπόθεσης, δυστυχώς όχι. Επομένως, ενώ είναι ένα χαρακτηριστικό ιδιότητα του ατόμου, είναι κάτι που δεν εξαρτάται από τον ίδιο. Άρα, δεν μπορούμε να το κατατάξουμε στις υποκειμενικές προϋποθέσεις, σε αυτές, δηλαδή, η πλήρωση των οποίων εξαρτάται από τον ενδιαφερόμενο. Συμφωνείτε? Συμφωνούμε σε αυτό. Πότε μόνος. Τι άλλο. Ίθος, έτσι. Ίθος. Ίθος, ήθος. Ναι. Ναι, ναι, το ήθος. Ναι, το πώς εκδηλώνεται το ήθος, πώς πιστοποιείται το ήθος. Πώς σημαίνει. Συμπεριφορά. Και πώς είναι αυτό. Πώς είπατε. Πώς πρέπει να ειλικτεί, δηλαδή, για να υπάρχει. Πείτε μου, μια απόδειξη, ορθής συμπεριφοράς. Ναι, αυτό είναι. Ναι, βγαίνει φυσικά, αλλά πώς αποδεικνύεται νομικά αυτό. Λυφκό πυγικό μυθό. Ναι, ακριβώς, αυτό. Αυτό είναι μια υποκειμενική προϋπόθεση. Άρα, η εκπαίδευση, η γνώση, η ικανότητα, η διανοητική ικανότητα, η συμπεριφορά, το ήθος, όλα αυτά είναι υποκειμενικές προϋποθέσεις. Εξαρτώνται από τον ενδιαφερόμενο. Τώρα, οι αντικειμενικές προϋποθέσεις είναι εκείνες στον οποίο η πλήρωση δεν εξαρτάται από το άτομο, από τον ενδιαφερόμενο. Παράδειγμα, η ανάγκη για τη χορήγηση άδειας επαγγέλματος. Δηλαδή, στη συγκεκριμένη επαγγελματική δραστηριότητα, υπάρχουν ήδη πολύ λίγοι οι οποίοι δραστηριοποιούνται. Άρα, να, μια αντικειμενική προϋπόθεση που δεν εξαρτάται. Ή, έχουμε υπερπληθώρα του συγκεκριμένου επαγγέλματος. Άρα, δηλαδή, αν τεθεί ως προϋπόθεση, η καταπολέμηση, για παράδειγμα, του πληθωρισμού των δικηγόρων, αυτό τι είναι? Μια καθαρόσα αντικειμενική προϋπόθεση, η οποία δεν εξαρτάται από τον ενδιαφερόμενο. Ή, η μη διακυνδύνευση, η βιωσιμότητα, ας πούμε, των ήδη λειτουργούν των φαρμακείων. Η μη διακυνδύνευση, δηλαδή, της δραστηριότητας, των όσων ήδιασκουν το επάγγελμα. Αυτά όλα είναι αντικειμενικές προϋποθέσεις, των οποίων η πλήρωση δεν εξαρτάται από τον ενδιαφερόμενο. Άρα, εδώ, τι σημαίνει, πώς λειτουργεί η θεωρία των βαθμίδων. Καταρχάς, είναι επιτρεπτή η πρόβλεψη υποκειμενικών προϋποθέσεων, αντικειμενικών δε, υπό την έννοια που είπαμε, μόνον εφόσον εξυπηρετείται ιδιαιτέρως σπουδαίο κοινωνικό αγαθό. Είναι σαθές αυτό που λέω. Το καταλάβατε? Άρα, η θεωρία των βαθμίδων έχει περισσότερες πτυχές. Καταρχάς, συνδέεται με τους περιορισμούς που αφορούν την επιλογή και την άσκηση. Και, εν συνεχεία, πάμε στην επιλογή. Εδώ, είναι συνταγματικώς ανεκτείς υποκειμενικές προϋποθέσεις, δηλαδή προϋποθέσεις, των οποίων η πλήρωση εξαρτάται από τον ενδιαφερόμενο. Ενώ η επιβολή αντικειμενικών προϋποθέσεων, γίνεται δεκτή μόνον, όταν το απαιτεί την, ένας ιδιαιτέρως σπουδαίος δημόσιο σκοπός. Δηλαδή, έχουμε διαβάθμιση σε πολλά επίπεδα. Είναι σαθές γι' αυτό μιλάμε για θεωρία των βαθμίδων. Είναι λοιπόν αυτή η θεωρία που διαμόρφωσε η νομολογία του Δικαστηρίου. Το Συμβούλιο της Επικρατίας, επίσης στην ομολογία του, φαίνεται ότι και αυτό προσανατολίζεται στη θεωρία των βαθμίδων, χωρίς όμως να την ακολουθεί με απόλυτη πιστότητα. Βέβαια, εδώ θέλει λίγο προσοχή στην ομολογία, διότι χρησιμοποιεί τον όρο αντικειμενικά, αντικειμενικά κριτήρια για τον περιορισμό της επαγγελματικής ελευθερίας, όχι με την έννοια που είδαμε, δηλαδή η πλήρωση τους δεν εξαρτάται από τον ενδιαφερόμενο, αλλά όταν σε αυτά εντάσσονται ιδιότητες ή καταστάσεις, που τελούν σε συνάφια με το αντικείμενο και το χαρακτήρα του επαγγέλματος και όχι στοιχεία άσχετα προς αυτά. Δεν ξέρω, το καταλαβαίνετε, δηλαδή που έχουν συνάφια περιορισμοί επιλογής ενός επαγγέλματος, οι οποίοι όμως περιορισμοί τελούν σε συνάφια με το συγκεκριμένο επάγγελμα, δηλαδή απέτηση πτυχίου για την άσκηση μιας επιστημονικής δραστηριότητας, γιατρού, δικηγόρου και τα λοιπά, αλλά όχι απέτηση πτυχίου για την άσκηση της δραστηριότητας, του αγιογράφου. Το καταλάβαμε? Εδώ ο περιορισμός δεν είναι αντικειμενικός με την έννοια ότι δεν τελεί σε συνάφια με τι? Με τη φύση του επαγγέλματος. Το καταλάβατε? Λοιπόν, η ηλικία είναι ένας αντικειμενικός περιορισμός για την πρόσβαση σε ένα επάγγελμα, για την επιλογή ενός επαγγέλματος, δηλαδή η ηλικία καταπερίπτωση κρίνεται. Γιατί βάζουμε ένα όριο ηλικίας σε επάγγελμα, γιατί πρέπει να έχει αποκτήσει ο ενδιαφερόμενος τις αναγκαίες ικανότητες για την άσκηση αυτού του επαγγέλματος. Ο περιορισμός της ηλικίας είναι αντικειμενικός περιορισμός, όχι από την έννοια την προηγούμενη που σας είπα, αλλά βρίσκεται σε άμεση συνάφια με τις ικανότητες αυτές, που απαιτούνται για την άσκηση του συγκεκριμένου επαγγέλματος. Αν απαντήσουμε ναι, είναι αντικειμενική η προηγούμενη. Ναι. Πληρεί το κριτήριο της αντικειμενικότητας, δηλαδή τελεί σε συνάφια, δηλαδή είναι συνταγματικός ανεκτός ο περιορισμός. Γι' αυτό σας λέω ότι δεν εφαρμόζει με απόλυτη πιστότητα την ομολογία των δύο βαθμίδων, τη θεωρία των δύο βαθμίδων, δεν σημαίνει εδώ ότι η πλήρωσή του δεν εξαρτάται από τον ενδιαφερόμενο, αντικειμενικό εδώ έχει την έννοια, κατά το Συμβούλ Επικρατίας, έχει την έννοια πια, το ότι έχει συνάφια με τη συγκεκριμένη επαγγελματική δραστηριότητα. Το καταλαβαίνουμε ή... Δηλαδή είναι κάτι που είναι στη συγκεκριμένη περίπτωση γενικός αποδεκτό. Ναι, κυρίως τελεί σε άμεση εσωτερική συνάφια προς το χαρακτήρα του επαγγέλματος. Σημειώστε αυτή τη φράση για να το... νομίζω ότι αυτό είναι το πιο σαφές. Τελεί σε άμεση εσωτερική συνάφια με τη φύση του επαγγέλματος. Και έχετε υπόψη σας αυτό το παράδειγμα. Απέτηση πτυχίου για την άσκηση καλλιτεχνικής δραστηριότητας. Ένα παράδειγμα για να κατονοήσουμε και το πόσο μπορεί να είναι αντικειμενικό όσο παράδειγμα. Για παράδειγμα αν τεθεί η περιορισμός στην ηλικία ενός πουλώτου, κάποιο πάγελμα παιδευτικού ή παράδειγμα, δεν μπορούσε να είναι αντικειμενικό. Ακριβώς, ακριβώς, ακριβώς. Δηλαδή, αυτό. Να μη ζητάμε δηλαδή κριτήρια άσχετα με τη συγκεκριμένη δραστηριότητα. Αυτό είναι βασικό. Οπότε, κάπως έτσι το εντόπισε το Συμβουλή Επικρατίας και μάλιστα ελέγχει τη συνταγματικότητα των περιορισμών υπό το πρίσμα της αρχής της αναλογικότητας. Και εδώ πρέπει να θυμηθούμε την γενέθλια, όπως λέμε, απόφαση του Συμβουλή Επικρατίας με την οποία καθιερώνει τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας ως κριτήριο ελέγχου συνταγματικότητας των περιορισμών. Η απόφαση 2.112 του 1984, δηλαδή, είπε στην απόφαση του Συμβουλή Επικρατίας που θα σας πω τι αφορά, ότι οι εκ μέρους του νομοθέτη και της διοίκησης επιβαλώμενοι περιορισμοί στην άσκηση των ατομικών δικαιωμάτων πρέπει να συνάπτονται προς το σκοπό που επιδιώκει ο νομοθέτης και να ανταποκρίνονται στην αρχή της αναλογικότητας που απορρέει από το κράτος δικαίου. Επομένως, να είναι οι αναγκαίοι και να συνάπτονται προς τον σκοπό που επιδιώκεται από τον νομοθέτη και επίσης να ανταποκρίνονται στην εκ της αρχής του κράτους δικαίου απορρέωσα αρχή της αναλογικότητας. Τότε, είναι τώρα ακριβώς. Τι αφορούσε αυτή η υπόθεση? Αφορούσε την εξής απαγόρευση του νόμου. Ο νόμος όριζε ότι για να εκτελούν παραγγελίες σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου δηλαδή σε εκκλησίες, οι αγιογράφοι έπρεπε να είναι τακτικά μέλη του επιμελητηρίου εικαστικών τεχνών. Μόνο μέλη του επιμελητηρίου εικαστικών τεχνών μπορούσαν να αναλαμβάνουν παραγγελίες σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου δηλαδή σε εκκλησίες. Για να γίνει, όμως, κάποιος μέλος του επιμελητηρίου έπρεπε να έχει πτυχίο. Ωραία, αυτό τι σημαίνει? Με τον τρόπο αυτό, με τον περιορισμό αυτό, απέκλειε τους μη πτυχιούχους αγιογράφους από την άσκηση του επαγγέλματος τους, δεδομένου ότι η άσκηση του επαγγέλματος συνίσταται σε τι? Στην αγιογράφηση ιερών ναών. Όταν αγιογράφηση ιερών ναών μπορούσαν να κάνουν μόνο τα μέλη του επιμελητηρίου εικαστικών τεχνών και μέλη του επιμελητηρίου εικαστικών τεχνών ήσαν μόνο μη πτυχιούχοι αγιογράφοι, καταλαβαίνετε ότι κατέληγε σε τι? Στην αδυναμία άσκησης του επαγγέλματος από τους μη πτυχιούχους. Είπε το Συμβούλιο Πικρατής εδώ πέρα ότι η απέτηση αυτού του τυπικού προσόντος δηλαδή του πτυχίου δεν τελεί σε εύλογη σχέση με τον επιδιοκόμενο από τον όμο σκοπό. Ποιος είναι ο επιδιοκόμενος από τον όμο σκοπό? Η καλή απόδοση της συγκεκριμένης εργασίας του επαγγέλματος. Το πτυχίο στην καλλιτεχνική δραστηριότητα δεν τελεί σε άμεση εσωτερική συνάφια με την καλλιτεχνική δραστηριότητα. Αντίθετα το πτυχίο με ποια δραστηριότητα τελεί σε άμεση εσωτερική συνάφια? Με ιστογονική δραστηριότητα έτσι, δικηγορία, γιατρική, μηχανικό κτλ. Άρα δηλαδή εδώ για να το συνδέσω και με το δικημενικό διτήριο, στην ουσία εισάγει έναν δικημενικό διτήριο, μετατρέψει έναν δικημενικό διτήριο το πέρα το πτυχίο και παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας. Η παραβίαση έγκειται στο ότι αυτή η απέτηση δεν έχει συνάφια με το σκοπό που επιδιώκει ο νομοθέτης. Που πρέπει να επιδιώκει με τον συνταγματικό σκοπό. Ο συνταγματικός σκοπός ποιος είναι, είπαμε. Καλή απόδοση της δραστηριότητας αυτής. Εδώ το μέσον, το περιορισμός, δεν τελεί σε συνάφια. Δεν είναι αντικειμενικός περιορισμός. Είναι αντικειμενικός υπό την έννοια ότι τελεί σε άμεση εσωτερική συνάφια με το σκοπό. Δηλαδή, απέτηση πτυχίου για την άσκηση καλλιτεχνικής, δημοσιογραφικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας είναι ένας περιορισμός που δεν τελεί σε συνάφια με τη συγκεκριμένη δραστηριότητα. Άρα, παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας. Αυτή λοιπόν είναι η σημαντική απόφαση. Απέτηση, σημειώστε το αυτό. Αυτό είναι το βασικό που πρέπει να συγκρατήσουμε από αυτή την απόφαση. Άμεσης εσωτερικής συνάφιας του περιορισμού προς το αντικείμενο και το χαρακτήρα του επαγγέλματος. Άρα... Αυτή η προϋπόθεση του πτυχίου ήταν υποκειμενική. Δεν είναι η πλήρωσή της εξατάται από τον ενδιαφερόμενο. Το αν θα πάρει πτυχίο ή όχι είναι κάτι που εξατάται από τον ενδιαφερόμενο. Άρα, είχαμε εδώ εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας σε υποκειμενικό περιορισμό. Το Συμβούλιο Επικρατείας τώρα, πάλι στα πλαίσια αυτής της γενικής θεωρίας περιβαθμίδων, δέχεται και τη συνταγματικότητα, τη δυνατότητα, μάλλον επί του παρόντως, λέμε, ύπαρξης αντικειμενικών περιορισμών με την έννοια της νομολογίας του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου στην επιλογή και άσκηση επαγγέλματος, προκειμένου να προστατευθεί εξαιρετικής σημασίας κοινωνικό αγαθό. Δέχεται, λοιπόν, τον αντικειμενικό περιορισμό με την έννοια ότι η πλήρωσή του δεν εξαρτάται από τον ενδιαφερόμενο, όταν είναι αναγκαίος για να εξυπηρετηθεί εξαιρετικής σημασίας κοινωνικό αγαθό. Προσέξτε τώρα εδώ το ενδιαφέρον. Παράδειγμα, ένας νόμος που αφορά τους φαρμακοποιούς, γιατί θα δούμε εδώ, έχουν εκδοθεί πάρα πολλοί νόμοι, η συνταγματικότητα των οποίων, ορισμένων τυχών των οποίων κρίθηκε με νομολογία του Συμβούλου Επικρατίας, ένας νόμος, λοιπόν, του 1985 επέτρεπε την ανάκληση άδειας φαρμακοποιού, μετά τη συμπλήρωση 35 ετους άσκησης και του 65 ετους της ηλικίας. Άρα είχαμε μία αντικειμενική προϋπόθεση. Ποιος ήταν το σπουδαίο κοινωνικό αγαθό? Η προστασία της δημόσιας υγείας. Γιατί, διότι με την συμπλήρωση αυτού του ορίου ηλικίας, τι γίνεται, μειώνονται οι φυσικές ικανότητες του προσώπου, επομένως, για την προστασία της δημόσιας υγείας πρέπει να λύγει η άδεια άσκησης αυτού του επαγγέλματος. Ενώ αυτό θερήσει για το ιατρικό επάγγελμα, αυτό είναι σαφώς πιο σημαντικό το να... Αυτό έλεγε ο νόμος. Δεν έχω δει, δεν υπάρχει νομολογία. Αυτό είναι το σημαντικότερο, πιο συνασφέρον. Συναφέρον με την φυσική κατάσταση του ασκούντος του διετραστηριότητα. Όχι, εδώ με το φαρμακείο έχουμε πολύ σημαντική νομολογία για το θέμα αυτό των ηλικιακών ορίων. Είπε, λοιπόν, το Συμβούλιο Επικρατίας, ότι αυτοί οι περιορισμοί δεν συνάπτονται... Δηλαδή ο περιορισμός της ηλικίας δεν συνάπτεται με τις προσωπικές ικανότητες των ασκούντων το επάγγελμα ούτε με λόγους που ανάγονται στη προστασία της δημόσιας υγείας. Αλλά στην ουσία, πού απέβλεπε το μέτρο αυτό. Ναι. Έχουν την ευκαιρία νεότεροι φαρμακοποιοί. Ακριβώς. Δηλαδή επιβλάβει άλλων φαρμακοποιών αυτών που ήδη ασκούν το επάγγελμα, εξυπηρετεί το επαγγελματικό συμφέρον των νέων φαρμακοποιών. Άρα αυτός ο αντικειμενικός περιορισμός σε την ηλικία ανάλυση δεν εξυπηρετούσε ιδιαίτερης σημασίας κοινωνικό αγαθό, τη δημόσια υγεία, αλλά τι εξυπηρετούσε, το επαγγελματικό συμφέρον των νέων φαρμακοποιών. Άρα ο περιορισμός δεν γίνεται ανεκτός. Άρα εδώ σωστά το Συμβούλιο Επικρατείας χαρακτηρίζει τον περιορισμό της ηλικίας σωστή, ως αντικειμενικό με την έννοια της θεωρίας των βαθμίδων, δηλαδή ότι η πλήρωσή του δεν εξαπτάται από τον ενδιαφερόμενο. Άρα μας λέει λοιπόν το Συμβούλιο Επικρατείας εδώ ότι η αντικειμενική προϋπόθεση της ηλικίας δεν δικαιολογείται, εν προκειμένου διότι δεν προστατεύει υπέρτερη σημασίας κοινωνικό αγαθό, όπως η δημόσια υγεία. Άρα αντιστρατεύεται την αρχή της αναλογικότητας, άρα είναι αντισυνταγματικό το μέλλον. Ναι, αλλά σε άλλες περιπτώσεις βλέπουμε άλλη προσέγγιση του Συμβουλίου Επικρατείας. Στην απόφαση 2.397 του 96, δέχεται ότι η διάταξη που προβλέπει ότι διαγράφονται από το μητρό κατασκευαστών όσοι μηχανικοί έχουν συμπληρώσει ορισμένη ηλικία, πράγμα που σημαίνει αδυναμία περαιτέρω άσκησης του επαγγέλματος του και αυτός ο περιορισμός λοιπόν είναι αντισυνταγματικός. Τι μας λέει ότι αυτή η αυτοδύκει η διαγραφή των μηχανικών από τα ΜΕΚ, Μητρό Εμπειρίας Κατασκευαστών, των τεχνικών εργολυπτών δημοσίων έργων. Ε, οι εργολύπτες δημοσίων έργων τι είναι? Κατά κανό με μηχανική. Λοιπόν, με συνέπεια τι, να μην μπορούν αυτοί να μετέχουν σε εργολυπτικές επιχειρήσεις, πράγμα που είναι αναγκαίο για να είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρό Εργολυπτικών Επιχειρήσεων και να μπορούν να αναλαμβάνουν την κατασκευή δημοσίων έργων. Όλη λοιπόν η αυτόματη διαγραφή με τη συμπλήρωση κάποιου ορίου ηλικίας, που οδηγεί είπαμε σε αδυναμία άσκησης του επαγγέλματος, δεν συνάπτεται άμεσα ούτε προς τις σχετικές με την οργάνωση και δραστηριότητα αυτών των επιχειρήσεων προσωπικές ικανότητες, ούτε με λόγους που ανάγονται στο γενικότερο δημόσιο συμφέρον. Άρα, και αποβλέπεις τι, είπαμε άμεσα διαγραφή από το Μητρό των εργολυπτών, εφόσον συμπληρωθεί ορισμένο όριο ηλικίας. Συνέπεια είναι ότι δεν μπορούν να σκήσουν πλέον το επάγγελμα αυτό, την επαγγελματική αυτή δραστηριότητα, αντικειμενικός περιορισμός η εκπλήρωσή του δεν εξαρτάται από τον ενδιαφερόμενο, δεν συνδέεται, δεν βρίσκεται σε άμεση εσωτερική συνάφεια με τις προσωπικές ικανότητες του ενδιαφερωμένου, ούτε με κάποιο άλλο γενικό κοινωνικό συμφέρο, επομένως ποιο σκοπό εξυπηρετεί το επαγγελματικό συμφέρον των νεοισερχόμενων στον κλάδο, με βλάβη των άλλων εργολυπτών, οι οποίοι εργάζονται πολλά έτη, έχουν αναπτύξει ιδιαίτερη χειρηματική δραστηριότητα, την οποία υποχρεωτούνται να διακόψουν. Άρα, αυτοί οι περιορισμοί είναι συνταγματικοί. Τώρα, η πρόβλεψη μέγης του ορίου ηλικίας για τον δικηγόρο, πέραν του οποίου δηλαδή δεν μπορεί να εγγραφεί στο μητρό, αρχικά θεωρήθηκε συνταγματική, εν συνεχεία όμως αντισυνταγματική. Την απόφαση αυτή θα τη δούμε αναλυτικά. Ωραία αυτά. Για τους δικαστικούς επιμελητές όμως, στην απόφαση 3827 του 97 της Ολομέλειας, και εδώ έχουμε τη διαφορά, το Δικαστήριο έκρινε, το Συμβούλ Επικρατείας έκρινε ότι εφόσον αυτοί οι δικαστικοί επιμελητές έχουν έναν επικουρικό ρόλο στη λειτουργία της δικαιοσύνης, ο νομοθέτης μπορεί να θεσπίσει όριο ηλικίας μετά τη συμπλήρωση του οποίου υποχρεούνται ο δικαστικός επιμελητής να σταματήσει να ασκεί το επάγγελμα αυτό, εφόσον αυτό το όριο ηλικίας φαίνεται έυλογο κατά την κοινή πείρα από την άποψη της βιολογικής κάμψης του ανθρώπου, την οποία προκαλεί ο χρόνος λαμβανομένον υπόψη και των συνθηκών άσκησης του επαγγέλματος. Ξέρετε τι σημαίνει δικαστικός επιμελητής, έτσι, έχει μια κινητικότητα. Επομένως ο νομοθέτης μπορεί να εκτιμήσει τη σκοπιμότητα επιβολής τέτοιου ορίου και η επιβολή του ορίου των 65 ετών δεν είναι αντισυνταγματική εδώ, δεν αντίκεται στο σύνταγμα, διότι το όριο ηλικίας κατά την κοινή πείρα εδώ είναι έυλογο. Δηλαδή βλέπουμε ενώ σε όλες τις προηγούμενες περιπτώσεις είχε δεχθεί ότι είναι αντισυνταγματικό, το όριο μας λέει για τους δικαστικούς επιμελητές ότι είναι συνταγματικό. Άρα, χρειάζεται εδώ να βούμε να υπάρξει κάποια ομοκενοποίηση. Και αυτό αφορά τις ηλικίες, αφορά όμως και άλλους περιορισμούς. Για να δούμε λοιπόν, αυτό είναι σε γενικές γραμμές η θεωρία των βαθμίδων. Έτσι ελέγχει το Συμβούλιο Επικρατίας τους περιορισμούς στην επιλογή επαγγελματικής δραστηριότητας. Δεν ξέρω, εξετάζουμε το σκοπό και, εν συνεχεία, την συμβατότητα, ας το πούμε, των περιορισμών προς την αρχή της αναλογικότητας. Βασικό κριτήριο και πηγή έμπνευσης, αν θέλετε, είναι η θεωρία των βαθμίδων. Θυμόμαστε διάκριση μεταξύ επιλογής και άσκησης και, εν συνεχεία, μεταξύ υποκειμενικών και αντικειμενικών περιορισμών. Οι περιορισμοί όλοι πρέπει να τελούν σε άμεση συνάφεια με τη φύση της επαγγελματικής δραστηριότητας. Όλα αυτά, λοιπόν, τα στοιχεία, λαμβάνει υπόψη το Συμβούλιο Επικρατείας για να αποφασίσει γιατί, για το άνω περιορισμό, συνάνδηει ή όχι προς την επαγγελματική ελευθερία. Για να δούμε, λοιπόν, αυτές τις αποφάσεις, οι οποίες παρουσιάσουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και δείχνουν ακριβώς τη συλλογιστική του δικαστηρίου. Θα ξεκινήσω με αυτή που μας ενδιαφέρει, κυρίως, την περισσότερο, μάλλον, που είναι η αποφάση, η νομολογία, μάλλον, που αφορά το όριο ηλικίας πέραν του οποίου δεν είναι δυνατή η εγγραφή στο Μητρό Ασκουμένων. Όπως είπα, αυτό πλέον έχει ιστορικό ενδιαφέρον στο μέτρο που ο νέος κώδικας δικηγόρων δεν προβλέπει τέτοια, κατήρυγησε το όριο αυτό και μάλιστα επιτρέπει, υπήρχε και κάποιος άλλος περιορισμός, ότι αν είχαν παρέλθει πέντε χρόνια, μετά την πάραδο πέντε ετών απ' τη λήψη του πτυχίου, δεν είναι δυνατή η εγγραφή στο Μητρό Ασκουμένων. Ποιος ήταν ο λόγος και μάλιστα αυτός ο περιορισμός είχε κριθεί συνταγματικός, γιατί διότι γινόταν δεκτό ότι... Τι? Επιφανώς πέντε χρόνια μετά την απόφαση του πτυχίου έχουνε σεχαστεί νόσεις, οπότε για λόγους νοσίου συμβέλλοντος να συγκρατήσει τη δικασία της προστασίας του κοινού. Ναι. Και έβρισκαν διοικητικές της δικαιοσύνης. Ναι. Δεν θα ήταν πρόσφορο να υπάρχει κάποια διαγραμμή από τους ασκούμενους. Ωραία. Τώρα ο νέος κώδικας δικηγόρων προβλέπει ότι απαιτείται άδεια, δηλαδή μετά την πάραδο πενταετίας είναι δυνατή η εγγραφή με απόφαση του οικείου δικητικού συμβουλίου του δικηγορικού συλλόγου. Επιπλέον κρίνεται το θέμα κατά περίπτωση. Ωραία. Πάμε λοιπόν στην περίφημη απόφαση, την 413 του 93, που μας λέει τα έξις. Η θέσπιση ορίου ηλικίας για την εγγραφή στο βιβλίο ασκουμένων και περαιτέρω για το διορισμό δικηγόρου ως δικηγόρου προσώπου που έχει τα πετούμενα από τον όμορφα ουσιαστικά προσόντα, αποβλέπει σε τι? Δηλαδή πληρεί τις προϋποθέσεις τις υποκειμενικές, πλιν όμως έχει συμπληρώσει το όριο ηλικίας. Σε τι αποβλέπει αυτή η θέσπιση αυτού του ορίου στη μείωση του υπερβολικά μεγάλου, σε σχέση με τις υπάρχουσες κοινωνικές και οικονομικές ανάγκες, αριθμού δικηγόρου. Αυτός είναι ο σκοπός, να μειώσει την πληθόρα των δικηγόρων. Ο σκοπός όμως αυτός, μας λέει το Συμβούλιο Επικρατίας, δεν ανταποκρίνεται στα κριτήρια της ρυθμιστικής παρέμβασης του νομοθέτη που συνάγονται από το άρθρο 5 παράγραφος 1. Γιατί, διότι η ηλικία από μόνη της, προσέξτε εδώ τη συνάφεια, δεν έχει σχέση με τις ηθικές ιδιότητες, ούτε μειώνει κατ' ανάγκη τις πνευματικές ικανότητες για την άσκηση του επαγγέλματος, του συγκεκριμένου επαγγέλματος. Επίσης, ούτε η ανάγκη να μην αυξάνεται ο αριθμός όσων εισέρχονται στο δικηγορικό σώμα, αποτελεί συνταγματικά θεμητό λόγο αποκλεισμού προσώπων από την είσοδος του επάγγελμα αυτό. Γιατί, τελικά, ο περιορισμός που επιβάλλεται με αυτόν τον τρόπο σε τι αποσκοπή? Στην προστασία μιας κατηγορίας προσώπων εις βάρος άλλων. Δηλαδή, ο σκοπός αυτός, της προστασίας του επαγγελματικού συμφέροντος μιας κατηγορίας προσώπων, αυτής της επαγγελματικού κλάδου, εις βάρος άλλων, δεν είναι θεμητός σκοπός δημοσίου συμφέροντος. Άρα, η διάταξη αυτή, η παλιά διάταξη του Παλαιού Κόδικα Δικηγορών, είναι αντισυνταγματική. Παρ' όλα αυτά, η συνέπεια ποια ήταν? Ότι ακυρονόταν η απόφαση του δικηγορικού συλλόγου, που απαγόρευε στον ενδιαφερόμενο, που είχε συμπληρώσει το όριο αυτό ηλικίας, να εγγραφεί στα Μητρώα σκουμένου. Προσέξτε όμως ότι υπήρξε σημαντική μοιοψηφία, και μάλιστα 10 μελών του Δικαστηρίου, που είπε το εξής, ότι η θέσπιση ορίου ηλικίας για την είσοδο στον δικηγορικό σώμα αποσκοπεί στην καταπολέμηση του φαινομένου πληθορισμού των δικηγόρων και αποτροπή του κινδύνου οικονομικής εξαθλίωσης των δικηγόρων. Δηλαδή, σε τι έγινε το ενδιαφέρον αυτής της μοιοψηφίας. Ότι διαμορφώνει, ερμηνεύει το σκοπό και τον ανάγει σε σκοπό δημοσίου συμφέροντος. Αποτροπή της εξαθλίωσης, της οικονομικής εξαθλίωσης μεγάλου μέρους των δικηγόρων. Συνεχίζει, γιατί αυτός είναι σκοπός δημοσίου συμφέροντος. Διότι το δικηγορικό επάγγελμα δεν είναι απλώς ένα ελεύθερο επάγγελμα. Αλλά οι δικηγόροι τι κάνουν. Περασφίζουν τους πολίτες ενώπιον των δικαστηριών, άρα διακονούν τη δικαιοσύνη. Επομένως, ο κίνδυνος να εξοθλειωθούν οικονομικά οι δικηγόροι, είναι κίνδυνος υποβάθμισης της ίδιας της δικαιοσύνης ως κρατικής λειτουργίας, άρα και του δικαιώματος των πολιτών στην παροχή ένωμης προστασίας. Άρα ο καθορισμός οριου ηλικίας, αντιμετωπίζει τον πληθορισμό των δικηγόρων και κινείται μέσα στο πλαίσιο των λόγων δημοσίου συμφέροντος που προβλέπει το άρθρο 5 παράγγ. 1. Δηλαδή, βλέπετε πως υπάρχει δυνατότητα διαφορετικής θεώρησης κάποιων περιορισμών, με ποιο τρόπο, με την ερμηνεία του σκοπού, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να αναχθεί ο σκοπός σε τι? Σε λόγο δημοσίου συμφέροντος. Και προσέξτε, έχει ένα ενδιαφέρον θέμα για το χαρακτηρισμό των δικηγόρων. Αν διαβάσετε τον κώδικα, μας λέει ότι ο δικηγόρος είναι άμυστος δημόσιος λειτουργός. Οπότε λέει εδώ το Συμβούλιο Πεκρατίας, οι δικηγόροι ασκούν μένος προς τις σχέσεις με τον πελάτη ελεύθερο επάγγελμα, αλλά ως προς τη σχέση με τους υπαλλήλους, αποτελούν δημόσιο, εδώ τους χαρακτηρίζει δημόσιους υπαλλήλους, όχι λειτουργούς, όπως ορίζει το άρθρο του δικηγορικού κώδικα, δίνουν κι αυτοί όρκο, άρα η κατάσταση και τα προσώδα τους μπορεί να ρυθμιστούν κατά το άρθρο 103 παράγραφος 1 του Συντάγματος, φανταστείτε, τους εντάσσει στους δημοσίους υπαλλήλους σύμφωνα με το άρθρο 103 του Συντάγματος, που ούτε κάνει καθηγητές πανεπιστήμων, δεν εντάσσονται, σε θεωρούν ότι δημόσιο λειτουργεί. Λοιπόν, άρα η κατάσταση τους μπορεί να ρυθμιστεί κατά το Σύνταγμα με νόμο σύμφωνα με το 103, δηλαδή παράγραφος 1, άρα μπορεί να προβλεπθεί ανώτατο τόριο ισό ηλικίας για την είσοδος στο δικαιωρικό επάγγελμα. Βλέπετε, λοιπόν, πώς μπορεί να ερμηνευθεί κάποιος νομοθετικά προβλεπτόμενος σκοπός με τρόπο που να αποτελεί σκοπό δημοσίου συμφέροντος. Καταλάβατε τη συλλογιστική. Δηλαδή, η μεν πλειοψηφία μας λέει και ορθά ότι ο σκοπός είναι, τελικά, η προστασία του συμφέροντος κάποιον, του επαγγελματικού συμφέροντος κάποιου ασμερίδας, ας πούμε, δικηγόρου, η άλλη μας λέει ότι είναι η εύρυθμη λειτουργία της δικαιοσύνης, αλλά η προστασία του δικαιώματος ένωμης προστασίας των πολιτών. Τελείως διαφορετική θεώρηση. Τελικά, όπως είπαμε, το θέμα έχει λυθεί. Και για να δείτε πάλι τη συλλογιστική, ενδιαφέρουσα είναι, λοιπόν, και μία άλλη απόφαση που αφορούσε το όριο ηλικίας πρόσληψης δικηγόρων. Δηλαδή, εδώ είναι ο δικηγόρος κάποιος, αλλά μπορεί να προσληφθεί ως νομικός σύμβουλος στη νομική υπηρεσία του ενός νομικού προσώπου δημοσιού δικαίου μέχρι την ηλικία των 45 ετών. Οπότε, προκήρυξη. Έχουμε προκήρυξης νομικών προσώπου δημοσιού δικαίου εδώ, του Πανεπιστήμιου Ιωαννίνων, με την οποία ορίζει ότι όριο για την προηλικίας, για να προσληφθεί κάποιος δικηγόρος, είναι το 45ο έτος. Κοιτάξτε, ορισμένα πανεπιστήμιας με νομικά πρόσωπα δημοσιού δικαίου έχουν αυτό που λέμε δικαστικό γραφείο. Δηλαδή, για την εκπροσώπιση του Πανεπιστήμιου, για την επίλυση νομικών ζητημάτων και τα λοιπά, έχει ένα δικαστικό γραφείο το οποίο στελεχώνεται από δικηγόρους, οι οποίοι, προσέξτε, προσλαμβάνονται με ιδιαίτερη διαδικασία από αποτελήμα έως τα σύνθετη διοικητική ενέργεια. Δηλαδή, είναι σχέση πάγιας εντολής, μπορεί να πει κανείς. Έχουν συγκεκριμένες υποχρεώσεις αυτοί οι δικηγόροι, τις οποίες, τέτοιου, καθορίζει το Πανεπιστήμιο. Γιατί το Πανεπιστήμιο, όπως σας λέω, έχει πολλές νομικές υποθέσεις και δικαστικές διενέξεις, έτσι, με το προσωπικό, με τα μέλη, βεπ και τα λοιπά, νομικά και με τα φανάκια του, πρέπει να επιλυθούν. Επομένως, προσλαμβάνονται αυτοί οι δικηγόροι με συγκεκριμένη σχέση και βάση διακήρυξης βέβαια, αλλά βάση διαδικασίας, οποία αποτελεί σύνθετη διοικητική ενέργεια. Ωραίο ηλικία 45. Έχουμε μια ωραία απόφαση στη 1431 του 2005 του Συμβουλίου Επικρατίας, και φόσον αποτελεί απόφαση του τρίτου τμήματος, το οποίο μας είπε ότι ακυρώνει αυτή την προκήρυξη λόγω αντισυνταγματικότητας, αλλά επαναλαμβάνει, ξέρετε τι γνωστή νομολογία, ότι ο νομοθέτης επιβάλλει περιορισμούς είτε με τη μορφή αρνητικών νόρων και απαγορεύσεων, είτε με τη μορφή θετικών υποχρεώσεων, αυτά που είπαμε. Συνεχίζει, οι όροι και οι προϋποθέσεις που τάσσονται από τον νομοθέτη για την επιλογή και την άσκηση του επαγγέλματος είναι συνταγματικά επιτρεπτοί, πρώτο, όταν ορίζονται κατά γενικό και αντικειμενικό τρόπο. Γενικό τρόπο, γενικά δηλαδή δεν αφορούν συγκεκριμένους, και αντικειμενικό, δηλαδή αντικειμενικό και εδώ με την έννοια του γενικού, δικαιολογούνται από αποχρώντες λόγους δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος και είναι συναφής με το χαρακτήρα και το αντικείμενο του επαγγέλματος. Για το δικηγορικό επάγγελμα μας λέει λοιπόν, η ρυθμιστική επέμβαση του νομοθέτη πρέπει να υπαγορεύεται από κριτήλαι και να καθιερώνει προϋποθέσεις που ανάγονται σε τι? Ιθηική συγκρότηση, επιστημονικές και νοητικές ικανότητες του υποψηφίου, ώστε η λειτουργία της δικαιοσύνης, δηλαδή το ωραίες διατυπώσεις, εξυπηρετείται από πρόσωπα διαπιστωμένης επιστημονικής ικανότητας και ηθικής υπόστασης. Δηλαδή μας ενδιαφέρουν οι νοητικές ικανότητες, η ηθική υπόσταση, η επιστημονική κατάτηση και τα λοιπά. Η ηλικία από μόνη της δεν έχει σχέση ούτε με τις ηθικές ιδιότητες αλλά ούτε και μειώνει τις πνευματικές ικανότητες για την άσκηση μιας δραστηριότητας. Άρα ο περιορισμός αυτός επιβάλλεται για να ευνοήσει τι να προστατεύσει μια κατηγορία προσώπων σε βάρος άλλο. Άρα η θέσπιση στη διακήρυξη αυτού του ορίου ηλικίας είναι αντισυνταγματική. Ο περιορισμός αυτός δηλαδή δεν ανάγκηται ούτε στην ηθική συγκρότηση ούτε στις επιστημονικές και διανοητικές ικανότητες. Συμφωνείτε? Όχι. Σας φαίνεται ορθή η προσέγγιση? Πιστική. Ναι ή όχι. Εσείς δεν συμφωνείτε. Φυσικά. Απολύτως. Οπότε όσον αφορά τους δικηγόρους έχουμε αυτή την ομολογία, είδαμε ότι το θέμα έχει λυθεί. Έχουμε τώρα σε μία άλλη απόφαση που αφορά... Είναι λίγο ακριά, αλλά δεν θα μπορούσαμε να πούμε ότι προκατέβεται το δικαίωμα εργασίας των νεότερων. Ή δεν θεωρείται δημόσιο συμφέρον οπότε δεν είναι στη βαθμίδα... Δεν θεωρείται δημόσιο συμφέρον, όχι φυσικά. Αλλά όχι τέτοιο δημόσιο συμφέρον που να δικαιολογεί περιορισμούς σε θεμελιώδες ατομικών δικαίωμα. Αυτό ακριβώς λέει, ρητά και επιμένει η νομολογία του Συμβουλίου Επικρατίας, η προστασία του επαγγελματικού συμφέροντος μίας κατηγορίας εργαζομένων αυτού του κλάδου, δεν δικαιολογεί περιορισμό της επαγγελματικής ελευθερίας. Άλλο, αν ήταν η δημόσια υγεία, αν ήταν όντως η εύρυθμη απονομή της δικαιοσύνης, εκεί βεβαίως. Αλλά αυτού του είδους οι περιορισμοί συνδέονται με τις ικανότητες των λειτουργών, ας πούμε, των δικηγόρων. Όχι, ο σκοπός δεν μπορεί να είναι η προστασία του επαγγελματικού συμφέρον μιας κατηγορίας, έστω των νέων δικηγόρων. Εις βάρος άλλων που ασκουνεί την επαγγελματική αυτή δραστηριότητα και ουσιαστικά υποχρεώνονται τι να κάνουν. Να αποχωρήσουν. Χωρίς να συντρέχει λόγος που αφορά την προσωπική τους κατάσταση. Ας δούμε τώρα πώς αντιμετωπίζονται οι περιορισμοί στην άσκηση του επαγγελματος, έτσι, της επαγγελματικής δραστηριότητας. Εδώ έχουμε μια πολύ ωραία απόφαση. Είναι του τέταρτου τμήματος, αλλά και η απόφαση της Ολομέλειας είναι ακριβώς το ίδιο πνεύμα. Η 1357 είναι του 2006. Τι αφορούσε εδώ? Ο νόμος προέβλεψε ότι με κοινή υπουργική απόφαση καθορίζονται των υπουργών ανάπτυξης και οικονομικών, εργασίας και τα λοιπά, ρυθμίζεται το ωράριο, προσέξτε, ημερίσιας και νυχτερινής λειτουργίας των καταστημάτων διανομής πετρελαίου, των πρατειριών υγρών καυσίμων. Δηλαδή, ο νόμος, η κοινή υπουργική απόφαση, που είναι κανονιστική πράξη, ρυθμίζει το ωράριο νυχτερινής και ημερίσιας λειτουργίας. Δηλαδή, πόσες ώρες την ημέρα λειτουργούν, πόσες ώρες τη νύχτα και τα λοιπά. Βάσει τώρα αυτής της κοινής υπουργικής απόφασης, που είναι κανονιστική πράξη, εκδίδονται αποφάσεις νομαρχών, που ορίζουν ποια πρατήρια κάθε νομού θα λειτουργούν υποχρεωτικά, εκ περιτροπής, πέρα του ωραρίου ημερισίας λειτουργίας. Ποια θα διανοικτερεύουν, δηλαδή. Και μόνο αυτά που ορίζει η νομαρχιακή απόφαση, μπορούν να διανοικτερεύσουν. Τώρα, αν είναι ένα μεγάλο πρατήριο, που έχετε δυνατότητα να διανοικτερεύει σε μόνιμη βάση, δεν μπορεί. Υφίσταται απαγόρευση. Και, όπως καταλαβαίνετε, αυτή η απόφαση του νομαρχιού προσεβλήθη από μια τέτοια μεγάλη πρατήρια, που έχει περισσότερα πρατήρια ειγόνων καυσέμων, η οποία θεώρησα ότι είναι αντισυνταγματική, ως περιορίζουν την επαγγελματική της ελευθερίας. Περιορίζει ποια πτυχή της επαγγελματικής ελευθερίας? Ναι, δηλαδή που αφορά τη επιλογή του επαγγέλματος ή άσκηση. Άσκηση, τρόπο, χρόνο, κτλ. άσκηση. Αλλά πάμε, αν δούμε τη θεωρία των βαθμίδων, ο περιορισμός είναι πιο ύπιος εδώ, οπότε έχει μεγαλύτερη δυνατότητα παρέμβασης ο νομοθέτης. Είπε λοιπόν, οι αποφάσεις αυτές του νομαρχιού είναι τι? Η απόφαση μάλλον του νομαρχιού που ορίζει ποια πρατήρια μπορούν να λειτουργούν τη νύχτα, είναι μια σορευτική ατομική πράξη, γιατί αναφέρει το τάδε, την τάδε κυριακή του μήνα, το άλλο, την τάδε κυριακή του καθεξής, δηλαδή αναφέρει σε μία απόφαση, η μία απόφαση έχει περισσότερους αποδέκτες, ρυθμίζει δηλαδή, έχει περισσότερες ατομικές ρυθμίσεις, που αφορούν τους συγκεκριμένους, μάλλον τα πρατήρια καυσίμα που λειτουργούν στον κάθε νομό. Η αιτούσα λοιπόν επιχείρηση, ανφισβήτησε τη συνταγματικότητα αυτού του συστήματος, που επιβάλλει υποχρεωτική αργία των πρατηρίων, τα οποία βάσει της απόφασης δεν μπορούν να διανοικτερεύσουν και προβάλλει ότι αυτός ο περιορισμός της άσκησης δεν δικαιολογείται από λόγους δημοσίου συμφέροντος. Η ισηγητική έκθεση του νόμου ποιους σκοπούς επέβαλε, προσέξτε, την εξασφάλιση ασφαλούς συνθηκών ασφαλούς λειτουργίας των διανοικτερευόντων πρατήριων. Δηλαδή, όταν ρυθμίζει απόφαση του νομάχη ακριβώς ποια πρατήρια μπορούν να λειτουργούν τη νύχτα, για ποιους σκοπούς. Πρώτον, για την εξασφάλιση ασφαλούς λειτουργίας των διανοικτερευόντων πρατηρίων. Να είναι γνωστό δηλαδή ποια λειτουργούν συγκεκριμένη νύχτα, διότι είχαν διαπιστωθεί πολλά κρούσματα λιστείων, ενόπλων λιστείων. Ο δεύτερος λόγος είναι η διασφάλιση της διαρκούς και ανεμπόδισης της προμήθειας των καταναλωτών με κάψιμα καθόλου τη διάρκεια της νύχτας, που γνωρίζουν δηλαδή καταναλωτές ποια διανοικτερεύουν άρα μπορούν να προποθεύονται κάψεις. Και ο τρίτος σκοπός είναι η αποτροπή φαινομένων λαθρεμπορίας. Αυτούς τους τρεις σκοπούς αναγράφει ο νόμος. Αυτούς εξυπηρετεί το μέτρο αυτό. Πώς κρίθηκε τώρα από το Συμβούλιο Επικρατείας αυτό το μέτρο. Είπαν μια κατηγορία συμβούλων, ορισμένης σύμβουλοι που αποτελούν και την πλειοψεφία, ότι οι σκοποί αυτοί δεν αποτελούν συνταγματικώς ανεκτό λόγο περιορισμού της οικονομικής και επαγγελματικής ελευθερίας των πρατριούχων υγρών καυσίμων. Και συνεχίζει. Γιατί η σκοπή είναι θεμητή. Δηλαδή η ασφάλεια των πρατριούχων κατά τις νυκτερινές ώρες είναι θεμητός σκοπός προφανώς. Όπως είπαμε καταγραφεί πολλές λεστίες. Επίσης το ίδιο και η αποτροπή της λαθρεμπορίας στα καύσιμα. Είναι προφανώς θεμητή σκοπή. Όμως δεν αρκούν για να καταστήσουν συνταγματικώς ανεκτό τον περιορισμό της επαγγελματικής ελευθερίας, δηλαδή τον περιορισμό της δυνατότητας διανοικτέρευσης. Διότι τον παράγοντα ασφάλειας τον καθορίζει κατά τη νυχτερινή λειτουργία του πρακτηρίου. Τον εκτιμά ποιος? Ο ίδιος ο ενδιαφερόμενος. Είναι ένα μέρος επιχειρηματικού κινδύνου τον οποίο καθορίζει ο ίδιος. Ενώ η τήρηση της τάξης, ο σκοπός της λαθρεμπορίας είναι απόστολή του κράτους που μπορεί να επιτευχθεί με την εφαρμογή των κατάλληλων μέτρων ασθενόμευσης χωρίς να χρειάζεται να θυγείται η επαγγελματική ελευθερία. Δεν αποφέρει στη λαθρεμπορία με το να περιορίσεις δυνατότητα διανοικτέρευσης, αλλά με την ορθή ασθενόμευση. Έτσι. Επίσης, ένας άλλος σκοπός που αναφέρεται είναι η προστασία των μισθωτών. Μα η προστασία των μισθωτών, όταν διανοικτερεύει το πρατήρ, φυσικά εργάζονται τη νύχτα. Μα η προστασία των μισθωτών διασφαλίζεται με την αυστηρή τήρηση της εργατικής νομοθεσίας. Επίσης, ο άλλος σκοπός είναι η διασφάλιση ομαλού εφοδιασμού με καύσιμα των καταναλωτών. Διασφαλίζεται ότι ξέρεις επακριβώς ποιοι υποχρεούνται να λειτουργήσουν τη νύχτα. Μα όσο περισσότεροι λειτουργούν, τόσο καλύτερα εκπληρώνεται ο σκοπός αυτός. Αντίθετα παραβλάχτεται με το υποχρεωτικό πλήσιμο τη νύχτα. Έτσι. Τέλος, ένας άλλος λόγος για τον οποίο γίνεται συνταγματικός ανεκτός ο περιορισμός, είχε αναφερθεί ως λόγος, μάλλον, ότι αυτά τα πρατήρια ορίστηκαν με νομαρχειακή απόφαση, αλλά κατόπιν γνώμης της Ένωσης Βενζινοπολών κάθε νομού. Και φυσικά απαντάει το Συμβούλιο Επικρατείας, τους περιορισμούς στην οικονομική ελευθερία, τους στάσει ποιος. Ο νομοθέτης με απόφαση, δηλαδή, έχουν δημόσιο χαρακτήρα, τελούν και τελούν, είπαμε, σε συνάφια με το αντικείμενο και τα λοιπά, αλλά είναι απόφαση δημόσιας εξουσίας. Αυτή η σκοπή του νόμου που αναφέρουμε, πού είναι γράφονται στενή για τον νόμο. Στο νόμο, βάσει του οποίου εκδόθηκε η Κοινή Υπουργική Απόφαση, και στην Κοινή Υπουργική Απόφαση, στηρίζονται γνωμαριακές αποφάσεις, που είναι ατομικές πράξεις. Επομένως, δέχθηκε η υποψηφία, είπε ότι οι περιορισμοί αυτής της οικονομικής ελευθερίας, επιτρέπονται μόνο για λόγους δημοσίου συμφέροντος, που τελούν σε συνάφια με το αντικείμενο και το χαρακτήρα της επαγγελματικής δραστηριότητας. Και δεν αποσκοπούν στην προστασία των συμφερόντων ποιών ορισμένων πρατηριούχων, που δεν επιθυμούσαν νυκτερινή λειτουργία. Γιατί δεν επιθυμούσαν νυκτερινή λειτουργία, προφανώς γιατί δεν έχουν τη δυνατότητα να λειτουργήσουν τη νύχτα. Αυτό συμφέρει ποιους, τις μεγάλες επιχειρήσεις. Αυτή η προστασία θα επιτευχθεί με άλλα μέσα και όχι με το περιορισμό της οικονομικής ελευθερίας. Και εδώ υπήρξε και η μειοψηφία, που είπε το εξής, ότι αυτός ο περιορισμός αποτελεί συνταγματικό στεμητό περιορισμό της οικονομίας και της επαγγελματικής ελευθερίας, διότι δικαιολογείται αυτονοήτος κιόλας από την ανάγκη οργάνωσης της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, με τρόπο που να συνδυάζει εξισορροπητικά για τους εργαζόμενους και το κοινό, εργασία, προσωπική, οικογενειακή και πνευματική ζωή, εργασιακή ειρήνη, ισότητα όρων ανταγωνισμού. Ισότητα όρων ανταγωνισμού, είναι αυτό που είπε οι συνάδελφους. Δηλαδή ουσιαστικά τη διευκόλυνση μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που και αυτές είναι αξίες που προβάλλει το σύνταγμα, άρα είναι συνεκτιμητές για τη διαμόρφωση των ορίων της οικονομικής ελευθερίας. Δηλαδή βλέπετε αμέσως ότι υπάρχει και η μοιοψηφία. Η μοιοψηφία μας λέει ότι η σκοπή φυσικά είναι συνταγματικώς ανεκτή, αλλά τα μέσα, ο περιορισμός, δεν είναι το κατάλληλο μέτρο για την επίτευξη αυτών των σκουπών. Δηλαδή η νομοθεσία παρέχει άλλες δυνατότητες για την επίτευξη των σκουπών, αλλά έρχεται και μοιοψηφία που λέει ότι υπάρχουν και οι σκοποί αυτοί της κοινωνικής ειρήνης, προστασίας των ανταγωνισμού, της οικογενειακής, κοινωνικής ζωής και λοιπά των εργαζομένων και αυτοί θα μας συνεκτιμηθούν για την επιβολή ορίων στην οικονομική ελευθερία. Όπως καταλαβαίνετε αυτό δεν την κράτησε και κρήθηκε ότι η διάταξη είναι αντισυνταγματική. Μέχρι εδώ είμαστε εντάξει. Αυτό αφορούσε πάλι την άσκηση. Επανερχόμαστε στους περιορισμούς ως προς την επιλογή του επαγγέλματος, την πρόσβαση του επαγγέλματος και θα δούμε εδώ μερικές βασικές αποφάσεις για τους φαρμακοποιούς, σημειωτέων ότι είχαμε μια πρόσφατη απόφαση τη 229 του 2014, που έκραινε και πάλι τη συνταγματικότητα των πληθυσμιακών ορίων για την πρόσβαση στο επάγγελμα του φαρμακοποιού. Άρα βλέπετε ότι η νομολογία εξελίσσεται και μάλιστα εξελίσσεται γιατί, διότι ο νόμος για τους περιορισμούς αυτούς τροποποιήθηκε λόγω μιας απόφασης του Συμβουλίου Επικρατίας που είχε κρίνει αντισυνταγματικούς κάποιους περιορισμούς. Αυτός έκραινε συνταγματικούς γιατί τροποποιήθηκε ο νόμος και εδώ έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς αλλάζει και η συλλογιστική του δικαστηρίου. Δηλαδή, πώς εντοπίζει πρώτα το σκοπό, εξετάζει αν αυτός ο σκοπός είναι συνταγματικά ανεκτός, δηλαδή είναι σκοπός δημοσιού συμφέροντος και στη συνέχεια εξετάζει τον περιορισμό, κατά πόσον ο περιορισμός συνάδει προς την αρχή της αναλογικότητας. Άρα πρώτα εντοπισμός και έλεγχος του σκοπου και εν συνεχεία εξέταση του περιορισμού υπό το πρίσμα της αρχής της αναλογικότητας. Για να δούμε λοιπόν τι αφορούσαν αυτές οι αποφάσεις για τους φαρμακοποιούς. Ξεκινάμε με την απόφαση, μια παραπεντική απόφαση του τέταρτου κμήματος, 210 του 2003, παραπεντική στην Ολομέλεια. Οι νόμοι, έχουμε μια σειρά νόμων για τους φαρμακοποιούς, για την πρόσβαση δηλαδή στο επάγγεστο. Αυτή είναι η επαγγελματική δραστηριότητα. Δύο είναι οι βασικοί περιορισμοί. Ο ένας αφορά τα πληθυσμιακά κριτήρια, δηλαδή για τη χορίγηση άδειας ιδρύσεως φαρμακίου. Πρέπει να πληρούνται κάποια πληθυσμιακά κριτήρια, δηλαδή τόσα φαρμακία επιτρέπονται σε τόσους κατοίκους. Και ο δεύτερος περιορισμός είναι η απόσταση μεταξύ φαρμακίων. Και βέβαια και πώς υπολογίζεται αυτή η απόσταση. Και η απόσταση φυσικά επικείρια ανάλογα με το αν είμαστε σε πόλε, σε χωριό κτλ. Δηλαδή δύο λοιπόν περιορισμοί. Την σημαντικότερη νομολογία την έχει προκαλέσει ποιος περιορισμός, τα πληθυσμιακά κριτήρια. Ο άλλος, οι αποστάσεις, έχει κριθεί συνταγματικός. Και βέβαια όπως καταλαβαίνετε αυτοί συνδέονται και μεταξύ τους, διότι μπορεί να θεωρήσουμε ότι εφόσον υπάρχει ο περιορισμός της απόστασης, δεν χρειάζεται και ένας πρόσθετος με πληθυσμιακά κριτήρια. Τι θέλετε? Η απόσταση, για ποιον λόγο είναι η περιορισμός, δεν το καταλάβατε. Για ποιον λόγο πρέπει να υπάρχει κάποια απόσταση μεταξύ των φαρμακίων. Για ποιον λόγο, για να μη σωρεύονται όλα, ξεχωρώ, στο κέντρο της πόλης, για παράδειγμα. Ξέρετε όμως, εξυπηρετεί το κέντρο. Οπότε η τάση είναι αυτή, να σωρεύονται όλα στο κέντρο. Δεν έχω καταλάβει το πληθυσμιακό κριτήριο. Έχει να κάνει με το τυποχρεωτικά, με βάση και κοινών στον πληθυσμό, πρέπει να υπάρχουν συγκεκριμένα φαρμακία. Αυτή η απόσταση σημαίνει και τη γράμμα της. Γιατί αν πρέπει, ούτως ή άλλως, όταν υπάρχουν συγκεκριμένοι άνθρωποι, να ζουν σε μια συγκεκριμένη περιοχή και πρέπει να υπάρχουν τόσα φαρμακία για αυτούς, τώρα θα σωρευτούμε όλα στο κέντρο. Όχι τόσα φαρμακία, δηλαδή δεν πρέπει να υπερβαίνει, ξέρετε, το πώς υπολογίζει το πληθυσμιακό κριτήριο. Δεν λέω σε τόσους κατοίκους τόσα. Αλλιώς είναι η απόσταση όταν έχουμε πολυκατοικίες και αλλιώς είναι η απόσταση όταν είναι μονοκατοικίες. Καταλάβατε ότι όταν υπάρχουν μονοκατοικίες υπάρχουν λιγότεροι κάτοικοι. Οι κάτοικοι μετρούνται σε τι σε πόλυ. Και σε πόλυ και σε χωριό. Αν δείτε το νόμο δεν είναι τόσο απλό, ανάλογα με το είδος του οικισμού υπολογίζοντας όλα αυτά. Και η απόσταση, επίσης μετράτε, έχει διάφορους τρόπους υπολογισμού της απόστασης. Καταλάβατε ότι αν είναι στοά, αν είναι γέφυρα, δεν είναι τόσο απλό. Πάντως όλα δηλαδή είναι συνάρτηση του συγκεκριμένου οικισμού. Το πώς είναι διαμορφωμένος. Διαμορφωμένη μια περιοχή. Δεν είναι δηλαδή απλά. Αλλιώς κρίνεται, είπαμε, στο χωριό, αλλιώς κρίνεται στην πόλη, αλλιώς κρίνεται στο δήμο, στην κοινότητα, στο μεγάλο δήμο και ούτω καθεξής. Για αυτό και ο νόμος, αλλά οι νόμοι έχουν τροποποιούνται συχνά. Παραβιάση με την απόσταση, γιατί έχει παρατηρηθεί το κάτω. Δεν χωριγεί άδεια, δεν χωριγείται άδεια. Καταλάβατε γιατί για να χωριγεί. Υποθέτω πως ναι. Μήπως είναι από τις εξαιρέσεις, όμως, σε κάποιες περιπτώσεις. Κοιτάξτε, μπορεί να είναι από τις εξαιρέσεις. Σας λέω, ο νόμος περιέχει πολλές εξαιρέσεις. Ο τρόπος υπολογισμού της απόστασης, ποικίλη, αλλάζει. Ή αλλάζει ανάλογα με το είδος επαναλαμβάνου τεκισμού. Οπότε δεν είναι απόλυτα τα κριτήρια. Τώρα πήγαινε για τα πληθυσμιακά τετήρια. Αυτό δεν μπορεί να οδηγήσει, όμως, κάποιες φορές στον αντικειμενότητα. Ας πούμε, αν είναι ένα κορδιόρισμα που είναι μπρο-οριθμό. Ναι. Και τότε, να χωριστούμε, δικαιολογικά, ένα πληθυσμό. Ναι. Αυτό δεν... Είναι, αλλά ξέρετε, υπάρχουν από την άλλη άλλοι λόγοι που δικαιολογούν αυτό το περιορισμό, είναι η οικονομική βιωσιμότητα του φαρμακίου και η δυνατότητα του να ανταποκριθεί στις ανάγκες σε φάρμακα. Έτσι, λαμβανομένο υπόψη του γεγονότος ότι το φαρμακείο δεν λειτουργεί υπό συνθήκες ανταγωνισμού, δηλαδή είναι υποχρεωμένο να έχει όλα τα φάρμακα, ανεξαρτήτως ζήτησης. Έτσι, έχει και ένα συγκεκριμένο σκοπό. Ναι. Θα δούμε πώς το αντιμετώπισε η νομολογία του Συμβουλίου Επικρατίας. Οι σκέψεις μπορεί να διατυπώσει ο καθένας. Το θέμα είναι αν η επιλογή που έκανε ο νομοθέτης συνάνδη προς την συνταγματική… Ακριβώς, οι περιορισμοί που επέλεξε ο νομοθέτης συνάνδη προς την προστασία της επαγγελματικής ελευθερίας. Αν υπάρχει τόση περιορισμή, είναι συνταγματικώς ανεκτή. Ναι. Η πρώτη απόφαση είναι η 2.110 του 2003. Αν θέλουμε να κάνουμε αυστηρή κριτική και της απόφαση, πρέπει να δούμε ακριβώς τον νόμο, γιατί οι νόμοι σας λέω έχουν τροποποιηθεί και δεύτερον οι υπολογισμοί είναι αρκετά περίπλοκοι. Δεν είναι απόλυτα κριτήρια, έχουν πολλούς συνδυασμούς. Λοιπόν, τι μας λέει αυτή η απόφαση. Ότι είπαμε ότι ο νόμος μπορεί να επιβάλλει περιορισμού στην άσκηση, στην επιλογή ορισμένου επαγγέλματος. Συνεχίζει εδώ ότι οι τασόμενοι περιορισμοί και οι προϋποθέσεις επιλογής και άσκησης του επαγγέλματος είναι συνταγματικώς επιτρεπτοί, εφόσον ορίζονται γενικώς και κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογούνται από χρόντες λόγους δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος και πρέπει να βρίσκονται σε συνάφεια με το αντικείμενο και το χαρακτήρα της ρυθμιζόμενης επαγγελματικής δραστηριότητας. Άρα, συνεχίζει, η ρυθμιστική επέμβαση του νομοθέτη που επεριορίζει την επαγγελματική ελευθερία δεν μπορεί να στηρίζεται μόνο στο σκοπό της προστασίας μεν του στενού επαγγελματικού και οικονομικού συμφέροντος εκείνων που ιδιασκούν το επάγγελμα προς βλάβη των ενδιαφερωμένων να το επιλέξουν. Δηλαδή, εδώ στην ουσία καταλήγουμε με τα κριτήρια ταπλυθισμιακά, καταλήγουμε σε τι? Σε προστασία αυτού που ιδιασκούν το επάγγελμα σε βλάβη αυτών που θέλουν να το ασκήσουν. Ωραία, αυτό είναι ο ένας αρνητική λοιπόν προϋπόθεση και συνεχίζει. Άρα αυτό είναι το θέμα του σκοπού, ο σκοπός δεν μπορεί να αποσκοπεί να έγκειται στην προστασία αυτών που ιδιασκούν, δηλαδή στην ουσία στη προστασία οικονομικού συμφέροντος και δεύτερα και συνεχεία πρέπει τα μέτρα, οι περιορισμοί να πληρούν την αρχή της αναλογικότητας δηλαδή να είναι πρόσφοροι, κατάλληλοι, να είναι αναγκαίοι για την επίτευξη του επιδιοκομμένου σκοπού δημοσιού ή κοινωνικού συμφέροντος και να μην είναι δυσανάλογοι προς αυτό. Δηλαδή η αναλογικότητα υποστηνή έννοια. Βέβαια η νομοθετική λοιπόν ρύθμιση, προσέξτε, συνεχίζει το Συμβούλ Επιτρατείας και τονίζει αυτό που δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ουσιαστική εκτίμηση του νομοθέτη φυσικά δεν υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο παρά μόνο ως προς τη σκοπιμότητά της αλλά μόνο τι έλεγχο κάνει ο δικαστής ακριών ορίων. Δεν κάνει έλεγχο σκοπιμότητας των επιλογών του νομοθέτη, των ουσιαστικών εκτιμήσεων του νομοθέτη. Αλλά, επομένως, κατόπιν αυτού του ελέγχου που είναι έλεγχος ορίων δέχεται το δικαστήριο ότι η ρύθμιση προσκρούει, μάλλον ο περιοσμός προσκρούει στη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας όταν κατά κοινή αντίληψη είναι προφανές ότι ο περιοσμός είναι απρόσφορος για την επίτευξη του σκοπού που επιδιώκεται με τον νόμο ή δεν είναι αναγκαία, τι σημαίνει ότι δεν είναι αναγκαία, υπερακοντίζει το σκοπό, δηλαδή υπάρχουν και άλλα μέτρα για την επίδιωξη του σκοπού αυτού πιο ήπια και βέβαια δεν υπάρχει σχέση της αναλογίας μέτρου και σκοπού. Συνεχίζει το δικαστήριο. Όσο πιο έντονος είναι ο εισαγόμενος με τη νομοθετική ρύθμιση περιορισμός στη σφαίρα του προστατευωμένου δικαιώματος και ειδικότερα προκειμένου περί επαγγελματικής ελευθερίας όταν αφορά όχι την άσκηση αλλά την ίδια την επιλογή του επαγγέλματος και την πρόσβαση σε αυτό όπως γίνεται στην περίπτωση επιβολής αντικειμενικών περιορισμών στην πρόσβαση σε επάγγελμα σε πρόσωπα που έχουν τα νόμιμα προσόντα τότε πρέπει, επιβάλλεται δηλαδή να είναι εμφανής και σαφώς, σημειώστε τις λέξεις εμφανής και σαφώς διαγνώσιμη η αναγκαιότητα του περιορισμού για την επίτευξη του επιδιοκομμένου σκοπού. Δηλαδή τότε γίνεται πιο αυστηρός έλεγχος αναλογικότητας κυρίως του στοιχείου της αντικειμενικότητας. Πρέπει να είναι εμφανής και σαφώς διαγνώσιμη η αναγκαιότητα του περιορισμού για την επίτευξη του επιδιοκομμένου σκοπού. Πότε γίνεται αυτό όταν έχω περιορισμό που αφορά την επιλογή πρώτον και δεύτερον όταν ο περιορισμός είναι αναγκαίως υπό την έννοια της γερμανικής νομολογίας των δύο βαθμίδων όταν δηλαδή ο ενδιαφερόμενος πληρεί τις νόμιμες προϋποθέσεις για να σκίσει το επάγγελο, δηλαδή έχει τα υποκειμενικά προσόντα αλλά έχει αυτός ο αντικειμενικός περιορισμός και τον εμποδίζει την πρόσβασή του. Τότε γίνεται πιο αυστηρός έλεγχος, δηλαδή είναι πιο έντονος έλεγχος της αναλογικότητας, δηλαδή πρέπει να είναι εμφανής και σαφώς διαγνώσιμη η αναγκαιότητα του περιορισμού. Καταλάβαμε λοιπόν, είδατε πώς διαρθρώνεται η συλλογιστική του δικαστηρίου. Ο σκοπός δεν πρέπει να είναι η προστασία του οικονομικού συμφέροντος κάποιον που ασκούν ήδη το επάγγελμα και εν συνεχεία ο περιορισμός ελέγχεται υπό το πρίσμα της αναλογικότητας, πρέπει να είναι πρόσφορος, ανάγκαιος, όχι δυσανάλογος, σαφώς έχουμε ελεγχωρίων, αλλά όταν ο περιορισμός είναι ιδιαίτερα έντονος και όταν είναι αδικημενικός, τότε πρέπει να ελέγχεται ιδιαίτερα έντονα το στοιχείο της αναγκαιότητας, δηλαδή πρέπει να είναι εμφανής και σαφώς διαγνώσιμη η αναγκαιότητα του περιορισμού. Η υπόθεση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια, το αν είναι συνταγματικός αυτός ο περιορισμός και η Ολομέλεια εξέδωσε την περίφημη απόφαση του 3665 του 2005, η οποία αφορούσε ακριβώς το νόμο 1963 του 91. Να σας πω για να δείτε λίγο πώς ορίζονται. Για τον αριθμό των χορηγούμενων για κάθε δήμο ή κοινότητα της χώρας άδειας, ιδρύσεων, φαρμακείων, τίθεται τα εξής πληθυσμιακά όρια. Για δήμους ή κοινότητες με πληθυσμό μέχρι 3000 κατοίκους, εφόσον δεν λειτουργεί φαρμακείο, επιτρέπεται μία μόνο άδεια ιδρύσεως. Για δήμους ή κοινότητες με πληθυσμό από 3.001 μέχρι 10.000 κατοίκους, απαιτείται αναλογία 3.000 για κάθε φαρμακείο. Για δήμους απετείται μειώνεται μετά. Απετείται για κάθε φαρμακείο 2.500 κάτοικοι. Δηλαδή βλέπετε ότι κάνει διάφορες σταθμήσεις και κριτήρια ο νόμος. Όταν έχουμε πληθυσμό άνω των 100.000, απαιτείται αναλογία 2.000 για κάθε φαρμακείο. Όχι για δήμους, δεν ξέρω, δεν βλέπω να κάνει ειδική. Ο πληθυσμός υπολογίστη με βάζει στην τελευταία επίσημη απογραφή. Επομένως, βλέπετε ότι υπάρχουν κάποιες διαβαθμίσεις. Πρέπει να δει κανείς προσευχτικά το νόμο. Α, και προσέξτε, το ενδιαφέρον είναι ότι στο σκοπό του νόμου στην ισυγητική έκθεση αναφέρεται ακριβώς η ανάγκη να αθεσπιστούν πληθυσμιακά κριτήρια για την εξασφάλιση λειτουργικής και οικονομικής βιωσιμότητας του φαρμακείου. Και λέει ηριτά ότι ο σκοπός είναι η οικονομική βιωσιμότητα του φαρμακείου και κατεπέκταση να αποτραπών κίνδυνη της δημόσιας υγείας. Ο συνδυασμός είναι λίγο περίεργος. Επισημένει δηλαδή την ιδιοτυπία του φαρμακείου που συνδυάζεται εμπορική δραστηριότητα προφανώς αλλά και τι άλλο, και επιστημονική και κοινωνική. Δηλαδή το φαρμακείο είναι μια ιδιότυπη εντός εισαγωγικών επιχείρηση. Έχει άσκηση και αμυγός συνδυαστικά οικονομικής, επιχειρηματικής αλλά και κοινωνικής και επιστημονικής δραστηριότητας. Κατεξοχή είναι επιστημονική. Ο φαρμακοποιός πρέπει να ξέρει τη χρήση του κάθε φαρμάκου, τις ιδιότητες κάθε φαρμάκου. Γιατί να ρωτήστε το φαρμακοποιό, το γιατρό ή το φαρμακοποιό. Για τις παρενέργειες ρωτήστε το γιατρό ή το φαρμακοποιό. Εδώ γιατί η οικονομική δραστηριότητα προστατέθηκε συνταγματικά ενώ όλες οι υπόλοιπες περιπτώσεις σώθηκαν. Και εδώ ουσιαστικά μια κατηγορία φαρμακοποιών προστατέθηκε περισσότερα από κάποιες άλλες κατηγορίες. Κοιτάξτε γιατί χρησιμοποιεί τον όρο οικονομική βιωσιμότητα. Θα δείτε ότι σε αυτή την απόβάση έκρινε ότι είναι συνταγματικός ο περιορισμός. Όταν στη μεταγενέστηση του 2014 ο νόμος δεν άλλαξε το περιεχόμενό του αλλά άλλαξε το σκοπό. Δηλαδή αντί να αναφέρεται σε οικονομική βιωσιμότητα αναφέρθηκε στην προστασία της δημόσιας υγείας, στην αποφυγή της υπερσυνταγωγράφησης κτλ. Δηλαδή βλέπετε πόσο σημασία έχει για τον έλεγχο της συνταγματικότητας ο σκοπός που αναφέρει ο νόμος, ο οποίος σκοπός συνάγεται είτε από την ερμηνεία των διατάξεων είτε από την ισυγητική έκθεση. Υπάρχουν επισφαλές κριτήρια η ισυγητική έκθεση. Αυτό ήθελα να σας πω όταν φτάσουμε στη νέα απόφαση, τη 229. Η αιτιολογία του δικαστήριου ήταν... Θα θέλαμε να την πούμε τώρα. Εδώ είναι ωραία αιτιολογία. Σημειώστε αυτό ότι στην ισυγητική έκθεση αναφέρονται οι ιδιοτυπίες του φαρμακιού, της επιχείρησης αυτής. Και αναφέρεται ρητά ο σκοπός η οικονομική βιωσιμότητα του φαρμακιού και κατεπέκταση η προστασία της η αποτροπή κινδύνων για τη δημόσια υγεία. Συνεχίζει. Έχουμε τη βασική σκέψη πλέον που μας λέει τα κριτήρια που πρέπει να πληρούν οι περιορισμοί και επίσης τη συμβατότητά τους προς την αρχή της αναλογικότητας. Συνεχίζει τώρα. Όταν ο περιορισμός αφορά την πρόσβαση στο επάγγελμα και όχι την άσκηση και μάλιστα την πρόσβαση προσώπων που συγκεντρώνουν τα νόμιμα προσώδα δηλαδή τις υποκειμενικές προϋποθέσεις η αρχή της αναλογικότητας επιβάλλει όπως είπαμε να είναι εμφανής και σαφώς διαγνώσιμη η αναγκαιότητα της επιβολής αυτού του εξαιρετικού περιορισμού για να επιτευχθεί ο επιδιοκόμενος από το νόμο σκοπός. Συνεχίζει το Συμβούλιο Επικρατίας. Ποιος είναι ο σκοπός που επιδιώκει ο νόμος και θεσπίζει αυτό το περιορισμό? Η εξασφάλιση οικονομικής βιωσιμότητας των ήδη λειτουργούντων φαρμακίων και κατεφέκταση προστασίας της δημόσιας υγείας. Είναι διαγυρνός και εξαρχής το Συμβούλιο Επικρατίας ότι αυτός ο σκοπός δεν είναι σύμφωνος με το Σύνταγμα. Η οικονομική βιωσιμότητα των ήδη λειτουργούντων φαρμακίων δεν είναι σύμφωνος με το Σύνταγμα. Άρα αφού ο σκοπός δεν είναι σύμφωνος με το Σύνταγμα και ο περιορισμός προφανώς είναι αντισταγματικό. Εδώ τώρα το ενδιαφέρον είναι ότι είχαμε διάφορες ειδικότερες γνώμεις οι οποίες πηγαίνουν προς την ίδια κατεύθυνση, δηλαδή αντισταγματικότητα του σκοπού. Αλλά με κάποια διαφορετική ας το πούμε αιτιολογία λέει μια ομάδα συμβούλων ότι η ίδρυση και η λειτουργία των φαρμακίων είναι δραστηριότητα διφυούς χαρακτήρα. Γιατί αφενός συνιστά η δική εκδήλωση του δικαιώματος επαγγελματικής ελευθερίας και αφετέρου συνδέεται άμεσα με την προστασία Τίνος της δημόσιας υγείας. Άρα οι περιορισμοί που θέτει ο νομοθέτης για την άσκηση της δραστηριότητας αυτής πρέπει να διακρίνονται σε δύο κατηγορίες ανάλογα με τον σκοπό που εξυπηρετούν. Και πρέπει να είναι σε λογική συνάφεια με το σκοπό αυτό, δηλαδή αν αφορούν την λειτουργία φαρμακίου ως οικονομική δραστηριότητα ή την λειτουργία φαρμακίου ως δραστηριότητα που εξυπηρετεί την προστατεύει τη δημόσια υγεία. Άρα ο επίμαχος περιορισμός του πληθυσμιακού κριτηρίου σε τι αποβλέπει είπαμε στη διασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητας των λειτουργούνων φαρμακίων. Άρα περιορίζει ανεπίτρεπτα την επαγγελματική ελευθερία, διότι τελικά επιβάλλεται για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας, διότι αυτός είναι ο μόνος συνταγματικός σκοπός, αλλά δεν σχετίζεται με τον σκοπό αυτό, δηλαδή συνταγματικά θέλει το σκοπό που είναι η προστασία της δημόσιας υγείας. Ο περιορισμός όμως που θέτει δεν σχετίζεται με το σκοπό αυτό, δεν τελεί σε συνάφια γιατί, διότι η δημόσια υγεία πώς προστατεύεται, με τη θέσπιση μέτρων που καιγγύσουν ας πούμε για την ορθή άσκηση των συναφών με την υγεία επαγγελματικών δραστηριοτήτων. Δηλαδή ποιο θα ήταν αυτό το μέσο, να έχει συγκεκριμένα προσώδα ο φαρμακοποιός και αυτά τα προσώδα να ελέγχονται. Τότε προστατεύεται η δημόσια υγεία. Η οικονομική βιωσιμότητα είναι κάτι διαφορετικό συνδέεται, έχει οικονομικό χαρακτήρα. Άρα προστατεύεται η υγεία όχι με περιορισμούς που αφορούν την πρόσβαση στη συγκεκριμένη επαγγελματική δραστηριότητα, αλλά προστατεύεται με εγγυήσεις που διασφαλίζουν την ορθή άσκηση αυτής της δραστηριότητας. Το καταλάβαμε. Εδώ κάνει μια ερμηνεία του σκοπός, λέει ο σκοπός προφανώς είναι η προστασία της δημόσιας υγείας, αλλά ο περιορισμός που έχει τεθεί δεν τελεί σε συνάθεια προς αυτό το σκοπό. Είχαμε και άλλες ειδικότερες γνώμεις. Μια άλλη επίσης ειδική γνώμη δέχεται ότι, μάλιστα η γνώμη αυτή ήταν του προέδρου, ότι το κριτήριο της πληθυσμιακής αναλογίας φαρμακίων προς εξυπηρετούμενους κατοίκους της χώρας δεν είναι απρόσφορο για την προστασία της δημόσιας υγείας. Καταρχήν δεν είναι απρόσφορο αυτό το κριτήριο, αλλά η ρύθμιση αυτή είναι αντισυνταγματική διότι η αύξηση των φαρμακίων δεν επιφέρει κατά ανάγκη, δεν έχει ως αναγκαίο επακόλουθο τη διακυνδύνευση της βιοσημότητάς τους. Το πληθυσμιακό κριτήριο δεν είναι απρόσφορο καταρχήν για την προστασία της δημόσιας υγείας, όμως μόνη η αύξηση του αριθμού των φαρμακίων, έστω κι αν επιφέρει μίωση των προσώδων, δεν καταλήγει οπωσδήποτε στη διακυνδύνευση της βιοσημότητάς τους. Δηλαδή τι καταλαβαίνουμε από αυτό, ότι όπως είναι τα πράγματα τα φαρμακία έχουν μεγάλο περιθώριο κέρδους, άρα και να αυξηθεί ο αριθμός τους, δεν περιορίζεται η βιοσημότητά τους. Έτσι, εφόσον υπάρχει ήδη ο περιορισμός να τηρείται κάποια απόσταση, το επιπλέον μεταξύ των φαρμακίων, το επιπλέον περιορισμός του πληθυσμιακού κριτηρίου, δεν είναι εμφανώς αναγκαίος. Άρα, ο περιορισμός τελικά καταλήγει, μας λέει αυτή η ειδικότερη γνώμη, ισοδυναμή με την καθιέρωση κλειστού αριθμού φαρμακίων, το οποίο είναι συνταγματικώς ανεπίτρεπτο και καταλήγει σε αποκλεισμό της δυνατότητας ιδρύσεως φαρμακίων τους νεοισερχόμενους στο επάγγελμα. Δηλαδή, όλες οι ειδικές αυτές απόψεις καταλήγουν στο ίδιο πράγμα, στην αντισυνταγματικότητα, με κάποια διαφορετική τεκμηρίωση. Δηλαδή, η πρώτη η άποψη της πληροψηφίας είναι ότι ο σκοπός είναι σαφώς αντισυνταγματικός, οπότε δεν εξετάζουμε τίποτε άλλο. Έτσι, αντισυνταγματικός σκοπός, εκτός από το πραγμάτο, ο περιορισμός αντισυνταγματικός. Οι άλλοι λένε ότι θα μπορούσε εντεχομένως ο σκοπός να θεωρηθεί συνταγματικός, όμως το μέτρο αυτό δεν είναι πρόσφορο ή δεν είναι αναγκαίο, μας λέει τελευταία γνώμη, για την επιτρέψη αυτού του σκοπου. Τη στιγμή, μάλιστα, που υπάρχει ήδη περιορισμός της απόστασης. Αυτά μας είπε η πληροψηφία, άρα το 2005 καταλήγουμε στο ότι ο νόμος ο 1963 του 91 είναι αντισυνταγματικός, όσως το πληθυσμιακό κριτήριο. Τώρα υπάρχει και εδώ άποψη μειοψηφίας, η οποία δέχεται κάτι διαφορετικό. Ότι λόγω της ζωτικής σημασίας των αγαθών που διαθέτουν τα φαγμακεία, η βιωσιμότητά τους συνιστά εξαιρετική σημασίας σκοπό δημοσίου συμφέροντος. Άρα, η αύξηση του αριθμού των φαρμακείων κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας συνεπάγεται διακυνδύνευση της βιωσιμότητας των ήδη λειτουργούντων φαρμακείων, άρα η απειλή της οικονομικής βιωσιμότητας έχει δυσμενή συνέπεια στη δημόσια υγεία, άρα η ρύθμιση δεν είναι προφανώς αδικαιολόγητη. Και μάλιστα εκφεύγει, ως προς την οικονομική, η εκτίμηση που έχει κάνει ο νομοθέτης, εκφεύγει του ελέγχου του δικαστή. Εξυπηρετή, λοιπόν, συνεχίζει αυτή η άποψη, την ορθολογικότερη διασπορά των φαρμακείων σε ολόκληρη τη χώρα με σκοπό την φαρμακευτική κάλυψη του συνόλου του πληθυσμού της χώρα. Τα πληθυσμιακά κριτήρια, δηλαδή, εξυπηρετούν την ορθολογικότερη διασπορά των φαρμακείων, άρα ο σκοπός, λοιπόν, της οικονομικής βιωσιμότητας λόγω του ρόλου των φαρμακείων είναι σκοπός δημοσιού συμφέροντος. Μιοψηφία αυτό. Ωραία, είχαμε, λοιπόν, αυτή την απόφαση, οπότε ο νομοθέτης συμμορφώθηκε και άλλαξε τον νόμο, τροποποίησε τον νόμο, μάλλον κατήριζε τον νόμο. Έχουμε νέο νομοθετικό καθεστώς για την ίδρυση και λειτουργία φαρμακείων. Είναι ο νόμος 3457 του 2006, ο οποίος, προσέξτε, το ενδιαφέρον είναι ότι διατηρεί τις διατάξεις που είπαμε, αλλά τι κάνει, επειδή η απόφαση κατέληξε σε τι, στην αντισυνταγματικότητα του σκοπού, αλλάζει στην ουσία μόνο η σηγητική έκθεση, δηλαδή η διακήρυξη του νόμου, και ενώ ο περιορισμός στην ουσία διατηρείται, με κάποιες διαφορές, βέβαια, μειώνεται, δηλαδή, το πληθυσμιακό κριτήριο. Εδώ λέει σε δήμους και κοινότητες ή κοινωτικά διαμερίσματα με πληθυσμό μέχρι 1500 κατοίκους, εδώ έχουμε 1500 κατοίκους, ένα φαρμακείο. Άρα τι σημαίνει αυτό, ότι διευκολύνεται η πρόσβαση νέων φαρμακοποιών, είναι με περιοριστική όρη, αλλά σαφώς πιο ευνοϊκή από τους προηγούμενους. Άρα το πνεύμα του νόμου διατηρείται με κάποιες τροποποίησεις, αλλά αλλάζει η σηγητική έκθεση. Και έχουμε, λοιπόν, τη νέα απόφαση, την 229 του 2014, της Ολομέλειας. Εδώ θα σας περιλάβω και ένα σχόλιο σε αυτή την απόφαση, γιατί κάνει μια επισκόπηση της όλης κατάστασης, της νομοθεσίας και τα λοιπά. Θυμηθείτε ότι, αυτό να θυμάμαι, ότι υπάρχουν δύο περιορισμοί. Ποιοι είπαμε είναι αυτοί? Αναλογία των φαρμακείων προς τον πληθυσμό και περιορισμός τήρησης συγκεκριμένης απόστασης μεταξύ υπάρχοντος φαρμακείου και νέου φαρμακείου. Εν τω μεταξύ αυτό που λέτε, ότι σε κάποιες περιοχές είναι πολύ κοντά τα φαρμακία, αυτό όμως τι συμβαίνει. Μπορεί να προϋπήρχαν του νόμου, καταλάβατε, γιατί ο νόμος, οι περιορισμοί, αφορούν τα νέα φαρμακία. Μπορεί πριν από τη θέσπιση των περιορισμών, να είχαν ιδρυθεί δύο φαρμακία πολύ κοντά. Δεν αφαιρείται η άδεια των εφισταμένων, αλλά τι, δε χορηγείται νέα. Επομένως, ένας λόγος δικαιολογίας. Θέλω να πω ότι μπορεί να συμβαίνει και αυτό. Τι είπατε, είναι. Ήταν παλιά και τα δύο. Άρα, no problem. Ήταν πριν από τον νόμο. Εν τω μεταξύ κάποιος νόμος κάποια εποχή ελευθέρωσε τελείως την πρόσβαση. Καταλάβατε, άρα πολλά φαρμακία είναι πριν από το 91 που είχαμε αυτό το νόμο. Άρα, δικαιολογείται. Δεν αφαιρείται η άδεια, απλώς δε χορηγείται νέα. Αυτό πληροφορικά, υπήρξε περίοδος που είχε αναδεικνύει τελείως… Δεν υπήρξε περιορισμός, ναι. Αρχικά… Προσέξτε, για ένα διάστημα ελευθερώθηκε. Και τι έγινε τότε? Δεν κράτησε, δεν ήταν πολιτική. Ειδρύθηκαν πάρα πολλά φαρμακία. Γι' αυτό βλέπετε πολλές φορές πολύ κοντά το ένα με το άλλο. Α, γι' αυτό, μάλλον, υπάρχουν ακόμα. Ναι, ακριβώς. Για ένα διάστημα, πραγματικά, υπήρξε ελευθέρωση. Πολύ περιορισμένο, βέβαια, διάστημα. Και μετά, πάλι. Και άνοιξαν όλα αυτά. Και άνοιξαν πολλά, ναι. Μα δεν αφαιρείται η άδεια, δεν χορηγείται νέα. Ο περιορισμός αφορά τι τους νέους, τους νεοισερχόμενους. Θέλω να το εστιάσω στον τελευταίο στιγμή που υπάρχει πρόβλημα οικονομικής βιωσιμότητας. Και υπήρξε μια περίοδος όπου βγήκανε, δεν ξέρω κι εγώ πόσο φαρμακία και ιδρύθηκαν, τότε θα έπρεπε να έχει παρουσιαστεί το πρόβλημα της οικονομικής βιωσιμότητας, που τόσο, νομίζω, θα προβάλλουν. Α, τι να χάνουμε. Περιμένε, πώς δεν υπήρξε. Αυτό εντόπισε ο νομοθέτης, ότι έχει πρόβλημα οικονομικής βιωσιμότητας, άρα μην επιτρέψουμε κι άλλους να αφαιρέσει αυτούς που ήδη λειτουργούσαν, έστω κατά παραβίαση των νεοισαχθέντων κριτήριων. Αυτό όμως ο νομοθέτης δεν το κρίνει. Είναι θέμα επιχειρηματικού ρίσκου. Η οικονομική βιωσιμότητα. Ναι, αλλά εγώ ως νομοθέτης οφείλω να προστατεύσω την οικονομική βιωσιμότητα. Βλέπουμε ότι δεν είχε τεθεί η ζήτημα βιωσιμότητας, ανεξάρτητα από την υπερπληθόρα των φαρμακειών, άρα ο σκοπός του νόμου είναι ανερρήτα. Ανερρήτα απλώς για μία εθνική. Περιμένετε, για να δούμε. Αυτό σημαίνει προηγουτικά υπό τη συνασπιχή σε αυτή η οικονομία. Μπορεί. Αλλά κάποιες τιμιστομένα θα προκύφτουν. Ναι, θα δούμε. Επιθανότητα να απελευθερώθηκε το επάγγελμα, προέκυψε το πρόβλημα, γι' αυτό και επανήλθει ο νόμος. Απιθανότητα. Προέκυψε, είχε ενταχθεί κι άλλο το πρόβλημα. Ναι. Δεν έχω συμβεί αυτός ο νόμος. Πες. Τουλάχιστον. Αυτό, κοιτάξτε, αυτό πρέπει να δει, καν είναι στατιστικά το θέμα, έτσι, πως ανέκυψε, από πότε άρχισε να υπάρχει πρόβλημα, κτλ. Γιατί ξέρετε, μπορεί να υπήρχε υπερσυγκέντρωση φαρμακείων σε κάποια περιοχή, οπότε να μην είχαμε οικονομικό πρόβλημα, γιατί οι κάτοικοι άλλων περιοχών, όπου δεν είχαν φαρμακία, έρχονταν εκεί και προμηθέβονταν φάρμακα, υποθέτω δηλαδή. Ναι. Οι συγμαγάλες πόλεις τους δεν το τελαμβάνονται κάτι και αλλιώς, και όπου είναι κοινές περιοχές, βολθάει αυτό το μέτρο, γιατί αναγκάζονται και ανοίγονται και σε κάποια μικρά χωριά. Ακριβώς αυτό είναι το νόημα. Ναι, που δεν έχουν πρόσβαση. Αυτό είναι το νόημα. Έχουν πολύ καλή φαρμακία. Ναι, δηλαδή πρέπει να το δει κανείς συλλογικά, ολιστικά. Να έχει δύο σκέλη όμως αυτός. Ο πρώτος είναι το κοινωνικό, το οποίο σου λέει θα ιδρύσεις και εκεί που υπάρχουν λίγοι κάτοικοι για να τους εξυπηρετήσεις. Και το άλλο που λέει εσύ δεν θα ιδρύσεις. Δεν θα ιδρύσεις εκεί. Μπορεί να ιδρύσεις αλλού, αλλά όχι εκεί. Προφανώς έχει να κάνει με τη κοινωνική πολιτική του κράτους. Το άλλο στάδιο είναι που λέει και λίγο την οικονομική ελευθερία. Προφανώς σε ένα μικρό χωριό να υπάρχει υποχρεωτικά ελευθερία. Ούτε το υποχρεωτικό δεν υπάρχει υποχρεωτικά. Δεν μπορεί να σε υποχρεώσει να ανοίξεις φαρμακείο αν δεν θέλεις. Εγώ συμφωνώ. Δηλαδή δεν προβλέπει καν τέτοιο νόμο. Δηλαδή να μάθουμε το λόγο της κοινωνικής πολιτικής. Ναι, φυσικά ο ενδιαφερόμενος αυτός που θέλει να ανοίξει φαρμακείο, αφού βλέπει ότι δεν μπορεί να ανοίξει στην πόλη που τον ενδιέφερε, ενδεχομένως μπορεί να επιλέξει το χωριό, αλλά δεν μπορεί να τον υποχρεώσει να ανοίξει φαρμακείο στο χωριό. Καταλάβατε. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Είναι μια επιχειρηματική δραστηριότητα σε τελική ανάλυση, έστω και αν έχει και κοινωνικό χαρακτήρα, προφανώς, γιατί συνδέεται με τη δημόσια υγεία. Θα σας δώσω αυτό το σχόλιο για να δείτε λίγο πώς εξηλίχθηκε η νομοθεσία, το νομοθετικό καθεστώς. Έτσι, αυτό έχει ενδιαφέρον, να το δούμε. Μάλιστα, η χορήγηση άδειας θεσπίστηκε πριν από 100 χρόνια με το νόμο 615 του 15. Αξιοποιήθηκε, μάλιστα, τότε το πληθυσμιακό κριτήριο. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα υπήρχε ο περιορισμός, μετά καταργήθηκε για λίγο, είπαμε απελευθέρωση, και επανήλθε πολύ γρήγορα. Προφανώς, για να επανέλθει θα διαπιστώθηκαν προβλήματα. Καταργήθηκε, μάλιστα, με τον αναγκαστικό νόμο 517 του 61. Το 61 καταργήθηκε, λειτούργησε για μισό περίπου αιώνα, καταργήθηκε και μετά από 30 χρόνια επανήλθε το πληθυσμιακό κριτήριο. Λοιπόν, είπαμε ότι καταλήξαμε με την 3.665 του 2005 στην αντισυνταγματική. Το βασικό είναι, εντοπίζεται πρώτα ο σκοπός και στη συνέχεια κρίνεται το περιορισμός, το περιοριστικό μέτρο, υπό το πρίσμα της αρχής της αναλογικότητας. Εδώ διαπίστωσε το Συμβούλ Επικρατίας ότι ο σκοπός είναι αντισυνταγματικός, άρα και το μέτρο αντισυνταγματικό. Τι κάνει λοιπόν ο νομοθέτης αφού το Συμβούλ Επικρατίας κήρυξε το νόμο αντισυνταγματικό, αναθεώρησε σε επίπεδο διακήρυξης όμως τον επιδιοκόμενο σκοπό της θέσπισης του πληθυσμιακού κριτήριου και εγκατέλειψε την οικονομική βιωσιμότητα των φαρμακίων ως λόγο δημοσίου συμφέροντος. Και αν διαβάσουμε λοιπόν το νόμο, ο οποίος μας παραπέμπει στην αποφάση του Συμβουλίου Επικρατίας, μας λέει ότι ο περιορισμός που έγινε στον πληθυσμιακό κριτήριο στοχεύει στην καταπολέμηση του πληθορισμού των φαρμακίων προκειμένου να διαφυσφαλιστεί η οικονομική βιωσιμότητα όχι των φαρμακίων αλλά του δημοσίου και των ασφαλιστικών οργανισμών να προστατευθεί η δημόσια υγεία χάρη στην ορθολογικότερη κατανομή των φαρμακίων στις διάφορες περιοχές της χώρας και η αποφυγή της υπερσυνταγωγράφησης φαρμάκων, τώρα αυτό όπως καταλαβαίνετε εδώ είναι λίγο περίεργος ο σκοπός όπως διατυπώνεται και το Συμβούλιο Επικρατίας δεν προχώρησε σε ιδιαίτερα βαθύ έλεγχο και να δοθεί τέλος έμφαση στον κοινωνικό προσανατολισμό των φαρμακίων και όχι στον εμπορικό που τα οδηγεί σε έναν οξημένο ανταγωνισμό ο οποίος δεν προσιδιάζει στην αποστολή τους. Άρα παραδέχεται λοιπόν ο νομοθέτης ότι παραδέχεται την ιδική αποστολή των φαρμακίων, εγκαταλείπει τον προηγούμενο σκοπό της οικονομικής βιωσιμότητας, διακυρίσει άλλους σκοπούς οπότε το Συμβούλιο μεταστρέφει την προηγούμενη νομολογία του και μας λέει ότι ο περιορισμός είναι συμβατός με το Σύνταγμα και είναι μάλιστα αναγκαίος πρόσφορος και κατάλληλος, δηλαδή δεν παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας. Είναι ενδιαφέρουσα η απόφαση, θα την πω στο ερχόμενο μάθημα γιατί είναι ωραία, θα προσπαθήσω να την αναρτήσω και διαβάστε την και εσείς για να τη συζητήσουμε. 229 του 2014. Την είχατε ακούσει ή όχι? Όχι ακόμη έτσι, ωραία. Θα τη δούμε λοιπόν γιατί πρέπει να το δούμε. Τι είπατε? Αυτή θα δούμε τώρα έτσι, απλώς θέλω να δούμε λίγο αυτόν τον εντοπισμό του σκοπού, είναι πιστικός ο τρόπος αυτός εντοπισμού του σκοπού, μήπως θα έπρεπε… Εντοπίζει τον σκοπό… Στην θρησυγητική έκθεση. Είπε είναι το σκοπό της θρησυγητικής έκθεσης. Θα λαμβάνει κατά λέξη τη θρησυγητική έκθεση. |