ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΛΑΠΑΤΑ 4-02-2019 /

: Είναι μια εξαιρετική συγγραφέας, εμένα προσωπικά είναι και η αγαπημένη μου. Η κυρία Λαπατά είναι συγγραφέας ιστορικών μυθιστορημάτων. Και είναι μια πάρα πολύ έντιμη συγγραφέας. Και το λέω αυτό, γιατί δεν βλέπουμε βιβλία της κάθε έξι μήνες, κάθε οχτώ. Της παίρνει πάρα πολύ χρόνο. Και λέω ότι είναι...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Είδος:Ακαδημαϊκές/Επιστημονικές εκδηλώσεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: ΑΝΟΙΧΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΗΜΟΥ ΑΛΙΜΟΥ 2019
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=aLAhoCN1FgM&list=UC5uRYl1cQd2FpE4m1sS-zvA
Απομαγνητοφώνηση
: Είναι μια εξαιρετική συγγραφέας, εμένα προσωπικά είναι και η αγαπημένη μου. Η κυρία Λαπατά είναι συγγραφέας ιστορικών μυθιστορημάτων. Και είναι μια πάρα πολύ έντιμη συγγραφέας. Και το λέω αυτό, γιατί δεν βλέπουμε βιβλία της κάθε έξι μήνες, κάθε οχτώ. Της παίρνει πάρα πολύ χρόνο. Και λέω ότι είναι μια έντιμη συγγραφέας, γιατί ένα ιστορικό μυθιστόρημα... ...χρειάζεται να είναι αληθινό, πραγματικό και να βασίζεται στην έρευνα. Προφανώς λοιπόν, της παίρνει αρκετό χρόνο η έρευνα... ...και γι' αυτό μας καθυστερεί κάθε φορά το ένα βιβλίο της από το άλλο. Από όσο γνωρίζω έχετε γράψει οκτώ βιβλία, κυρία Λαπατά. Οκτώ βιβλία. Οκτώ. Το ένα καλύτερο από το άλλο. Εγώ τα συστήνω ανεπιφύλακτα. Τα βιβλία της κυρίας Λαπατά υπάρχουν και στη βιβλιοθήκη του Δήμου... ...και εκτός από μία εκπληκτική συγγραφέας η οποία χειρίζεται το γράφι εξαιρετικά... ...ο λόγος της είναι εξαιρετικός, αλλά και ο προφορικός της λόγος σε συνεπέρνει... ...γιατί είχα την τιμή και τη χαρά να παρακολουθήσω μια ξενάγηση της... ...η οποία με αυσιάφωνει. Θα σας πει ότι θα επαναληφθεί μια τέτοια ξενάγηση, θα σας το πει η ίδια... ...για μας εδώ στον Άλλη μου είναι χαρά και τιμή... ...και πραγματικά σας ευχαριστούμε κυρία Λαπατά. Κι εγώ σας ευχαριστώ. Σας καλησπαιρίζω κι εγώ με τη σειρά μου, χαίρομαι τόσο πολύ που σας βλέπω... ...γιατί αυτούς τους δύσκολους καιρούς που ζούμε... ...το μόνο πράγμα το οποίο μας έχει μείνει τελικά είναι ο πολιτισμός μας. Γι' αυτό και το σύνθημά μου είναι ελληνισμός είναι πολιτισμός. Και πολιτισμός σημαίνει ήθος, σημαίνει ύφος και σημαίνει στάση ζωής. Σε όλα τα επίπεδα και στην οικογενειακή μας ζωή... ...και στην κοινωνική μας ζωή και προπαντός στην πολιτική μας ζωή. Αλλά η πολιτική μας ζωή καθρεφτίζει, ζέται πάντοτε... ...καθρεφτίζει πάντα αυτό που έχουμε μέσα μας... ...και νομίζουμε ότι τα πράγματα κάπως μας πέφτουν από τον ουρανό... ...αλλά ο καθρέφτης μας είναι η οικογένειά μας... ...το κοινωνικό μας σύνολο και η πολιτική μας ζωή. Εγώ λοιπόν, για όσους δεν με γνωρίζετε, είμαι η Φιλομίλα Λαπατά. Είμαι Ελληνίδα από γένα, Ελληνίδα από προγόνους... ...και Ελληνίδα από πεποίθηση. Συγγραφέας έγινα σε μεγάλη ηλικία, μπορώ να πω. Σας φέρνω και ένα πολύ ωραίο μήνυμα σήμερα... ...ότι δεν πρέπει ποτέ να παρετούμαστε από τα όνειρά μας... ...διότι κάποτε στη ζωή έρχεται η στιγμή να τα πραγματοποιήσουμε. Μπορεί να μην τα πιστεύουν όλοι αυτό... ...ή να μην το έχετε σκεφτεί. Αλλά είμαι το ζωντανό παράδειγμα. Όταν ήμουν μικρή, μου έλεγαν... Ξέρετε, έχω και κάποια ηλικία. Οπότε στις ηλικίες τις δικές μου ρωτούσαν τα μικρά παιδιά... ...τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις. Και τα μικρά παιδιά λέγανε, θα γίνω νοσοκόμα, λέγαμε εμείς... ...τα κορίτσια εκείνη την εποχή, καλλόγρια... ...άλλη γιατρός, δασκάλα για να δέρνω τα παιδιά. Άπογες χίλια δυο, τα αγόρια λέγανε αστυνομικός ή αστροαναύτης. Εγώ εκείνη την εποχή που με ρωτούσαν... ...έλεγα θέλω να γράφω βιβλία, θέλω να γράφω ιστορίες. Δεν έλεγα καν τη λέξη συγγραφές... ...γιατί μέσα στο μικρό μου μυαλό... ...δεν είχα το έδρος της λέξης συγγραφέας. Έλεγα λοιπόν, θέλω να γράφω ιστορίες. Δεν το κατόρθωσα όταν ήμουνα μικρή. Παρόλο που στην εφηβεία έγραφα κάποια δηγήματα αστυνομικά... ...και τότε ο μπαμπάς μου είχε πάρει την πρώτη ολιβέτι... ...που είχε κυκλοφορήσει στην Ελλάδα. Μη σας εκπλήσει, είμαι 66 ετών. Έχω λοιπόν κάποια πολύ μεγάλη ιστορία πίσω από μένα. Μου πήρε λοιπόν μία από τις πρώτες ολιβέτι... ...που κυκλοφόρησαν εκείνη την εποχή, μία πράσινη μικρή... ...και μέσα σε αυτή, πάνω σε αυτή τη μηχανή... ...εύγαζα εγώ όλο το πάθος μου για τη συγγραφή. Τα όνειρα όμως που κάναμε μικροί... ...κάπου χαθήκαν με το μεγάλομά μας... ...στο φινήρισμα, αν μπορώ να πω, του μεγαλώματός μας... ...έρχονται στη μέση ηλικία... ...και μας χτυπάνε την πόρτα... ...και μας λένε, είμαστε εδώ. Που είσαστε εσείς, πού είναι τα όνειρά σας. Μου τάφερε λοιπόν η ζωή. Πέρασα μία πολύ δύσκολη ζωή. Να σας δώσω μερικά στοιχεία για τον εαυτό μου. Χείρεψα όταν ήμουνα 32 ετών. Ο γιος μου ήταν 4 χρόνων. Οι γονείς μου, ο πατέρας μου δεν υπήρχε. Είχε πεθάνει. Πέρασα πολύ δύσκολα χρόνια. Και αυτό σας το λέω, για να σας πω ότι τίποτα... ...δεν είναι τόσο τραγικό... ...σε τελευταία ανάλυση. Όπως το βλέπουμε τη στιγμή... ...που μας συμβαίνει αυτό το πράγμα. Η ζωή μου τα έφερε... ...καλά στα επόμενα χρόνια. Και κάποτε μου έδωσε... ...αυτή τη μεγάλη... ...δυνατότητα... ...να πραγματοποιήσω το όνειρό μου. Και το όνειρό μου ήταν να γράφω βιβλία... ...και να γράφω ιστορίες. Το πρώτο μου βιβλίο κυκλοφόρησε το 2002. Ιστορικό βιβλίο. Οι κόρες του νερού. Είναι η δική μου οικογένεια. Είναι τέσσερις γενιές της ίδιας φαμίλιας. Γιατί οφείλω να σας πω ότι είχα και μία οικογένεια... ...ο οποία ήταν θεαματικότατη. Ήταν Έλληνες της Διασποράς. Πολίτες του κόσμου. Και είχανε λάβει μέρος... ...και στην επανάσταση του 1821... ...όχι όμως ενεργά... ...αλλά με τη φιλική αιτία. Έχω ένα πάρα πολύ μεγάλο αρχείο... ...το οποίο ήθελα κάποτε να βάλω σε λέξεις... ...και να το κάνω ένα βιβλίο... ...για να αφήσω για τις επόμενες γενιές... ...μια μαρτυρία... ...για το ποιοι είμαστε... ...και που θα θέλαμε να πάμε... ...και αν θα μπορούσαμε να φτάσουμε εκεί... ...χαμε ονειρευθεί. Αυτό το βιβλίο με συνεπείρε το θέμα της ιστορίας... ...και το θέμα της συγγραφής. Έκανα μια πάρα πολύ μεγάλη έρευνα... ...για τον ελληνισμό της Διασποράς... ...και βγήκανε τρία βιβλία. Ζούσα εκείνη την εποχή στο εξωτερικό... ...παντρεμένη με έναν δεύτερο άντρα... ...μετά από εννέα χρόνια που πέρασα χείρα. Βρισκόμουν στο εξωτερικό. Άρνηξα κοιτάπια... ...να κάνω μια πολύ μεγάλη έρευνα... ...και έγραψα... ...μια τριλογία της Διασποράς. Πρώτο βιβλίο, οι Έλληνες του Πόντου... ...Κωνσταντινούπολη, Βιέννη... ...Αμβέρσα Βελγίου. Ήταν ο πατέρας μου... ...ο οποίος ήρθε το 1913... ...στον Πειραιά, στην Ελλάδα. Βρισκόμουν το βιβλίο εκεί... ...αλλά ήτανε τόσο μεγάλη έρευνα... ...που είχα κάνει η ιστορική... ...που είπε ότι δεν είναι δυνατό να πάει χαμένη. Συνέχισα λοιπόν με τους Έλληνες... ...τη Σικελία και της Αρδηνίας... ...με τη Λάκρη Μακρίστη... ...και έκλεισα, ζούσα τότε στην Άπολη... ...πέρασα οκτώ χρόνια στην Άπολη... ...τις Νάπολες από το 1850... ...και μετά αλλά και πολύ νωρίτερα. Έγινε λοιπόν μία τριλογία... ...και γύρισα στην Ελλάδα. Έπαθα ένα πολιτισμικό σοκ... ...μετά από αυτά τα χρόνια στο εξωτερικό... ...και έγραψα το μόνο βιβλίο... ...το οποίο είναι σύγχρονο... ...και λέγεται επικίνδυνες λέξεις. Και μετά μας χτύπησε αυτή η κρίση. Είχε αρχίσει από το 2009. Έψαχνα να βρω μία χρυσή εποχή της Αθήνας... ...για να μπορέσω να έρθω στα ίσια μου ψυχολογικά. Και βγήκε η ξυπόλητη των Αθηνών... ...με την ΠΕΛΕΠΟΚ της Αθήνας... ...1890... ...με 1910. Και βέβαια μετά δεν μπορούσα παρά να γράψω... ...και τη χείρα του Πειραιά... ...και αυτή βασισμένη στο οικογενειακό μου αρχείο... ...και κλείσε εν... Κάποια στιγμή... ...άρχισαν τα πράγματα να αλλάζουν στην Ελλάδα. Και άρχισα να αλλάζω κι εγώ. Όπως όλοι μας. Όταν μας χτυπάνε κρίσεις στη ζωή... ...αρχίζουμε να κάνουμε... ...μια επανεξέταση της ζωής μας. Ποιοι είμαστε, που βρισκόμαστε... ...που πάμε. Γιατί η ιστορία. Πολλές φορές αναρωτήθηκα. Να σκεφτείτε ότι όταν ήμουν μικρή... ...ήμουν πάρα πολύ καλή μαθήτρια... ...αλλά ένα από τα χειρότερα μαθήματά μου... ...ήταν η ιστορία, γιατί μας τιμαθένανε... ...τη ιστορία παπαγαλία. Εκείνη την εποχή που πήγαινα εγώ σχολείο... ...η ιστορία ήταν... ...ημερομηνίες, τις οποίες δεν μπορούσα... ...να αποστηθήσω και τις ξεχνούσα. Και εκείνη την εποχή έπεσα... ...και σε μία πάρα πολύ άσκημη μεταρρύθμιση. Ήτανε οράλις, μαθητική μεταρρύθμιση, εκπαιδευτική... ...και επί τρία χρόνια μάθαινα συνέχεια... ...τα αίτια και του Πελοποννησιακού Πολέμου. Με βρήκε αυτή η μεταρρύθμιση... ...τρία χρόνια, τα γυμνασιακά μου χρόνια... ...αίτια και αφορμές του Πελοποννησιακού Πολέμου. Δεν ήθελα να ακούσω για ιστορία... ...ούτε να τη δω ζωγραφιστεί την ιστορία. Αλλά με τα χρόνια κατάλαβα ότι η ιστορία είμαστε όλοι εμείς. Η ιστορία, η ζωή μας, μας πρόχνει προς την ιστορία. Η ιστορία είναι... είμαστε εμείς οι ίδιοι. Είναι ο κωδικάς μας, είναι το στίγμα μας σε αυτόν τον κόσμο. Και ό,τι έχει συμβεί στις προηγούμενες γενιές... ...μάς ακολουθεί και στις γενιές τις δικές μας. Και ό,τι συμβαίνει στη δική μας γενιά... ...ακολουθεί τους απογόνους μας στις δικές τους γενιές. Ό,τι έχει συμβεί στους δικούς μου τους συγγενείς... ...στους δικούς μου τους προγόνους... ...είναι αυτό που βασανίζει εμένα σήμερα. Γιατί δυστυχώς συμβαίνουν φορές που δεν είναι υγιείς... ...τύνουν να επαναλαμβάνονται από γενιά σε γενιά. Τις περισσότερες φορές χωρίς καν να το έχουμε πάρει χαμπάρι. Τύνουμε να επαναλαμβάνουμε πρότυπα τα οποία δεν είναι υγιεί για μας. Και όμως τα επαναλαμβάνουμε. Όταν το συνειδητοποίησα αυτό... ...άρχισα να έχω μερικές αμφιβουλίες για όλα αυτά που έζησα... ...για τα όνειρά μου για το μέλλον, για τα προγράμματά μου. Είπα λοιπόν ότι πρέπει να υπάρχει σε αυτή τη ζωή... ...ένα πρωτογενές δράμα. Ένα πρωτογενές... ...μια πληγή πρωτογενής. Ποια θα ήταν αυτή? Δεν μπορεί αυτά που συνέβησαν και συμβαίνουν στη χώρα μου τώρα τελευταία... ...τα τελευταία χρόνια, να μου πέσανε και να μας πέσανε απ' τον ουρανό. Θα πρέπει να έχουνε ξεκινήσει από κάπου. Πρέπει να υπάρχει ένα πρωτογενές τραύμα. Αυτό το τραύμα θέλησα εγώ να το ψάξω. Και είπα θα γυρίσω 200 χρόνια πίσω... ...στα 200 τελευταία χρόνια της ιστορίας μας... ...και από εκεί θα δω πώς, με τι συνείδηση... ...φτάσαμε στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα. Στο σημείο που βρίσκεται η χώρα μου, το εσχρό σημείο. Να μου επιτρέψετε τη λέξη σε όλα τα επίπεδα. Έτσι λοιπόν επέστρεψα πίσω στις ρίζες μου. 200 χρόνια. Τα τελευταία 200 χρόνια της ιστορίας μας. Άνοιξα αρχεία, άνοιξα βιβλία καταρχήν... ...γιατί υπάρχει πάρα πολύ μεγάλη βιβλιογραφία... ...για αυτά τα χρόνια. Αλλά εμένα δεν με ένιαζε η βιβλιογραφία μόνο. Εγώ ήθελα το λαογραφικό στίγμα της χώρας μας. Ποιοι είμαστε λαογραφικά. Και για να μπορέσω να το βρω αυτό... ...πρέπει να μπω σε κρατικά αρχεία... ...στα οποία μπήκα. Τα κρατικά αρχεία είναι ένας θησαυρός που έχουμε. Υπάρχουν κάποιες δυσκολίες για να μπει κάποιος εκεί. Είναι όλος ο Ελεώνας... ...γιατί η Αθήνα μας ήταν ο Ελεώνας 200 χρόνια πριν. Και θα τον δούμε σε διάφορες φωτογραφίες που σας έχω φέρει σήμερα. Μπήκα λοιπόν και άρχισα να ψάχνω συμβολογραφικά αρχεία. Από εκεί μπορεί κανένας να αντλήσει... ...όλες τις πληροφορίες που μπορείτε να φανταστείτε. Διότι οι συμβολογράφοι εκείνη την εποχή... ...επειδή δεν υπήρχαν δικηγόροι... ...δεν ήτανε το δικηγορικό επάγγελμα στην Ελλάδα... ...ουτε κάμπια δεδομένο, δεν ξέρανε περί τι νος πρόκειται... ...ήχανε τους συμβολογράφους. Οι συμβολογράφοι κρατήσανε τα αρχεία της Ελλάδας. Αγοροπολησίες, πρικοδοτήσεις, δωρεές εκείνη την εποχή. Συγκλονιστικά τα κρατικά μας αρχεία. Πήρα λοιπόν ιστορίες, είδα το στίγμα της Αθήνας και της Ελλάδας... ...εκείνη την εποχή, ονόματα, τις δύο γλώσσες που μιλούσανε... ...που ήτανε τα ελληνικά, οι δύο επίσημες γλώσσες της πατρίδας μας... ...τα ελληνικά και τα αρβανίτικα. Και γιατί θα μου πείτε, μας λες, κυρία μου, αρβανίτικα, γιατί? Διότι το 1450, λίγο πριν την άλωση της Κωνσταντινούπολης... ...ο Θεόδωρος, ο Παλαιολόγος από το Μυστρά... ...είχε καλέσει από την Αρβανιτιά, όχι την Αλβανία. Αλβανία έγινε τα τελευταία χρόνια... ...αλλά μιλάμε για εκείνο το κομμάτι, 10.000 οικογένειες Αλβανών. Οι οποίες οικογένειες εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα... ...και καταρχήν στην Πελοπόννησο, για να βοηθήσουν... ...τον Παλαιολόγο να πολεμήσει τους Τούρκους. Μείνανε, δεν γίνανε ποτέ 100% Έλληνες... ...αλλά με τις οικογένειές τους σκορπίστηκαν στην Ελλάδα. Αυτό που ξέρουμε σήμερα, στο Ναύπλιο, Άργος, όλη εκείνη την περιοχή... ...τις Πέτσες, Ύδρα, Καλύβια, Ανάβησο... ...όλη εκείνη την περιοχή, σιγά-σιγά. Η γλώσσα ήταν η αρβανίτικη. Και οι διάφοροι οπλαρχηγοί είχανε το ασκέρι τους... ...τα παλικάρια τους, οι οποίοι ήταν αρβανίτες. Έπρεπε λοιπόν να μάθουν την αρβανίτικη γλώσσα... ...για να μπορούνε να συνομιλούνε και να μπορούνε να καταλαβαίνονται. Ο Κολοκοτρώνης έχει ρίζες αρβανίτικες. Και ο Μιαούλης και ο Αδρούτσος... Οι μεγάλοι οπλαρχηγοί, δηλαδή, είχανε αρβανίτικες ρίζες. Έτσι, λοιπόν, έπρεπε... Τα αρχεία στα οποία μπήκα ήταν δίγλωσα. Υπήρχε ένα ιδίωμα ελληνικό, το οποίο ήταν και αρβανίτικο μαζί. Έπρεπε λοιπόν να γίνει και κάποια μετάφραση για μένα. Τα πέτυχα όλα, γιατί με την επιμονή τα πετυχαίνεις στη ζωή. Πετυχαίνεις πολλά πράγματα, αν όχι όλα. Και μπήκα σε εφημερίδες, πολλές αρχεία εφημερίδων... ...καταπληκτικές πληροφορίες. Και αποφάσισα μετά από όλες αυτές τις γνώσεις... ...να τις βάλω σε μία σειρά. Κι είπα θα γράψω μία σειρά που θα λέγεται «Η κόρες της Ελλάδας». Και θα γράψω για τα τελευταία 200 χρόνια της ιστορίας μας. Έτσι γεννήθηκε το βιβλίο μου «Το έβδομο ή επιστροφή»... ...και το βιβλίο μου «Το όγδο ο διχασμός». Σε αυτές λοιπόν τις συναντήσεις που θα κάνουμε σε τρεις δευτέρες της σειράς... ...υμπεριλαμβανομένες και της ημερινής. Θα σας παρουσιάσω την Αθήνα του 1.1. σήμερα... ...με την επιστροφή, το πρώτο βιβλίο της σειράς. 1790-1838 με το γάμο του βασιλιά Όθωνα. Πώς ήταν η Αθήνα εκείνη την εποχή. Την άλλη Δευτέρα θα σας παρουσιάσω την Αθήνα... ...του 1840 με 1875. Είναι 35 χρόνια από την ιστορία της Αθήνας και της Ελλάδας γενικότερα... ...που θεωρώ πολύ πολύ σημαντικά. Γιατί? Γιατί αυτά τα 35 χρόνια... ...είναι η Ελλάδα όπως την ξέρουμε σήμερα. Θα εκπλαγείτε με το πόσα πράγματα... ...ξέρετε και πόσα πράγματα... ...κουμπώνουν το ένα με το άλλο. Και λες ρε παιδί μου αυτά που γίνανε πριν από τόσα χρόνια... ...είναι σαν να τα βλέπω τώρα. Σ' αυτό που ζούμε τώρα ο καθένας στο δικό του το κομμάτι. Και τη τρίτη συνάντησή μας... ...θα είναι οι Έλληνες της διασποράς. Θα είναι το πρώτο μου βιβλίο, οι κόρες του νερού. Το δεύτερο, η Λάκρη μακρίστη, που είναι η Σικελία. Οι Έλληνες της Σικελίας και της Αρδεινίας. Πολύ μεγάλη ιστορία, δεν έχετε ιδέα... ...τι κάνανε οι Έλληνες της Αρδεινίας. Δεν το μάθαμε ποτέ σε εκείνα τα ωραία ιστορικά μαθήματα... ...που μας κάνανε στο σχολείο. Και το τρίτο κομμάτι, οι Έλληνες της Νάπολης. Αυτά θα γίνουν με μια παρουσίαση... ...τη συνάντησή μας της 18τρινός. Τώρα όμως, σήμερα, έχουμε να αρχίσουμε από την αρχή. Η επιστροφή είναι ένα μυθιστόρημα... ...το οποίο καταρχάς είναι αυτοτελές. Και όλα τα μυθιστορήματα της σειράς είναι αυτοτελή... ...για έναν πολύ σημαντικό λόγο. Τα έκανα έτσι γιατί στους δύσκολους καιρούς που βρισκόμαστε... ...δεν ήθελα να υποχρόσω τον αναγνώστη... ...να διαβάσει ένα βιβλίο και μετά να περιμένει... ...ένα γωνείο στη συνέχεια. Δεν θα ήταν ηθικό εκ μέρους μου γι' αυτό το λόγο. Κλείνει το πρώτο βιβλίο και ξεκινάει το καινούριο... ...με τους απογόνους της οικογένειας του πρώτου βιβλίου. Τελείως ξεχωριστές ιστορίες. Κάποιοι από τα πρόσωπα επαναλαμβάνονται... ...και πήραν πάρα πολλά χρόνια. Δεν μπορούσα ούτε να τα σκοτώσω. Σας λέω ότι είναι όλα αληθινά. Είναι πρόσωπα τα οποία υπήρξανε εκείνη την εποχή. Έχω προσπαθήσει να είμαι όσο αντικειμενική γίνεται. Ένας συγγραφέας δεν μπορεί να είναι ποτέ 100% αντικειμενικός... ...γιατί γράφει συνήθως για προσωπικά θέματα. Το προσωπικό του βγάζει. Εγώ ενθουσιάζομαι... ...να έχω όρια στη ζωή μου γενικότερα. Αλλά ενθουσιάζομαι και να μου δίνουν τις ιστορίες... ...μέσα σε ένα πλαίσιο, ένα ιστορικό πλαίσιο. Γιατί από αυτό το ιστορικό πλαίσιο δεν μπορώ να ξεφύγω με τίποτα. Δηλαδή δεν μπορώ να γράφω φαντασίες και ότι θέλω. Ένα ιστορικό πλαίσιο περιλαμβάνει ενδύματα. Πώς ήταν τα ενδύματα του 1790. Δεν ήταν τα ίδια με το 1840. Άρα μου δίνει ένα πλαίσιο. Και οι ιστορίες έρχονται και κουμπώνουν πάνω στην ιστορία της Ελλάδας. Όχι διδακτικά. Ατμοσφαιρικά και βγαίνουν μέσα, όλη η ιστορία της Ελλάδας... ...μέσα από τις ιστορίες των πρωταγωνιστών μου. Και βέβαια η επιστροφή είναι το αποτέλεσμα μιας πάρα πολύ μεγάλης έρευνας. Μιλάμε διετής έρευνα ιστορική εξαντλητική. Και βγήκε το αποτέλεσμα η επιστροφή με όλη την ιστορία της Ελλάδας... ...και όλη την ιστορία της Αθήνας. Γιατί τότε τι ήταν η Ελλάδα. Τον Άφπλαιο και η Αθήνα. Δεν ήταν τίποτα, τα άλλα ήταν χωριά. Να δούμε λοιπόν απόψε πώς ήταν η Αθήνα της περίοδου 1790 με 1838. Όπως σας είπα ότι το μυθιστόριμα είναι ατμοσφαιρικό. Θα παρακολουθήσετε τις ιστορίες των ηρώων όπως εξελίσσονται. Σαν να βλέπετε μια κινηματογραφική ταινία. Πάνω σε έναν ιστορικό καμβά με εξαιρετικές λεπτομέρειες... ...καθημερινής διαβίωσης των αρχών του 1800 στην Αθήνα. Και σιγά σιγά θα καταλάβουμε πώς φτάσαμε στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα. Αρκεί να σας πω ότι το 1824... ...που η Αθήνα και η Ελλάδα δεν ήτανε απελευθερωμένες καν... ...πολεμούσανε για την απελευθέρωσή τους. Είχαμε πάρει το πρώτο δάνειο, το 1826 πήραμε το δεύτερο δάνειο... ...και το 1834 με 1835 πήραμε 60 εκατομμύρια χρυσές λίρες δάνειο. Μας τα δώσαν οι μεγάλες δυνάμεις. Εκείνη την εποχή μεγάλες δυνάμεις, η Ρωσία, η Γαλλία ή η Αγγλία, τέρμα. Αν δεν υπήρχαν οι μεγάλες δυνάμεις, θα ήμασταν αυτοί που είμαστε σήμερα? Δεν το νομίζω. Τουλάχιστον από τις έρευνές μου, δεν πιστεύω ότι θα είμαστε αυτοί που είμαστε. Θα είμαστε μια επαρχία τουρκική, προφανώς. Οι μεγάλες δυνάμεις, λοιπόν, βοήθησαν πολύ. Οι μεγάλες δυνάμεις, καταρχήν, έδωσαν χρήματα για τα όπλα... ...για να νικηθούνε οι Τούρκοι και να συνεχιστεί ο πόλεμος για την απελευθέρωση. Και έδωσαν κατόπιν χρήματα και συνέχισα να δίνουνε... ...σε σταθερόρει βάση μέχρι και σήμερα. Γιατί? Για να γίνει η Ελλάδα κράτος, αυτόνομο. Τα χρήματα φαγόθηκαν. Οι κοντζαμπάσιδες, τουρκική λέξη, κοντζαμπάσ, σημαίνει τον προύχοντα, σημαίνει αυτόν που πήει ένα κομμάτι της περιοχής του, μοιράστηκαν λοιπόν με πολύ μεγάλη απίεση μεταξύ τους... ...και πολλά μαλλώματα και μαχαιρόματα εκείνη την εποχή. Όλα αυτά θα τα βρείτε στη βιβλιογραφία μου και στο τέλος του βιβλίου. Να δούμε λοιπόν, υπάρχουν ορισμένα πρόσωπα... ...τοι οποία υπήρξαν εκείνη την εποχή στην Αθήνα. Παραδείγματος χάρη, υπήρξε μία μηχαλίδα, υπήρξαν πολλές μηχαλίδες, αλλά εμείς παρακολουθούμε μία μηχαλίδα για να δούμε το καθεστώς των μηχαλίδων στην Αθήνα. Υπήρχε μία τρελή στην Αθήνα, η οποία λεγότανε Γερακίνα. Και το όνομα Γερακίνα ήταν ένα όνομα πολύ συγκεκριμένο του Ελεώνα. Δηλαδή εγώ πήρα και τα ονόματα τα οποία ήταν εκείνης της εποχής. Αργότερα αλλάκτωνε παντελώς τα ονόματα. Για αυτή την εποχή που μιλάμε, όμως, θα διαβάσετε και τα κανονικά ονόματα του Ελεώνα. Θα δούμε, λοιπόν, πώς ήταν η Αθήνα και τα περίχωρα εκείνης της εποχής. Οφείλω να σας πω ότι η φωτογραφία, όπως ξέρουμε, ξεκίνησε από τη Γαλλία, από το Παρίσι, 1837, η πρώτη φωτογραφία. Θεωρήθηκε επιστήμη η φωτογραφία. Αργότερα, art, τέχνη. Εκείνη, λοιπόν, την εποχή για την οποία μιλάμε, δεν υπάρχουν φωτογραφίες και δεν υπάρχουν μαρτυρίες φωτογραφικές. Εγώ, θέλοντας να βρω την Αθήνα εκείνης της εποχής, για να μπορέσω να την περιγράψω μέσα στα μυθιστορίματά μου, πήγα στη Βουλή των Ελλήνων και μπόρεσαν και μου έδωσαν φωτογραφίες από κάποια κάδα τα οποία εκείνη την εποχή, γιατί μιλάμε 1790 με 1838, η φωτογραφία ήταν κάτι άγνωστο στην Αθήνα, μου έδωσαν λοιπόν κάποια κάδρα τα οποία μπόρεσα και σας έφερα απόψε για να δούμε την Αθήνα εκείνης της εποχής. Η φωτογραφία ήρθε στην Ελλάδα 1865. Ο πρώτος μικρός φωτογράφος σε πρωτόγονες συνθήκες, λεγόταν Εβάθης και είχε ένα μικρό φωτογραφείο στην Ερμού. Ότου θαύματος, 1876. Έρχονται δύο αδέλφια Έλληνες που σπούδαζαν στο Παρίσι εκείνη την εποχή. Η αδελφή Ρωμαϊδη. Η αδελφή Ρωμαϊδη ήταν φωτογράφη, ανοίξαν το πρώτο φωτογραφείο στην Ερμού μεγάλο, 1876. Στην Χάνη, όπως συμβαίνουν τα πράγματα στη ζωή μου, τα μαγικά όταν γράφω βιβλίο, να είναι η απρόγονη της φίλης μου, της Τέννης, της Βαλεριανού, της Μεγάλης Κεραμίστριας που έχουμε στην Αθήνα, στην Ελλάδα, και να μου δώσει το αρχείο αυτών των φωτογράφων, οι οποίοι ήταν και οι εθνικοί φωτογράφοι της Ελλάδας εκείνη την εποχή, και ήταν οι επίσημοι φωτογράφοι του Σλίμαν και τον ακολούθησαν σε όλες τις ανασκαφές του. Εγώ, λοιπόν, έχω ένα αρχείο με φωτογραφίες του 1876, τις οποίες θα δούμε στο διχασμό την επόμενη Δευτέρα. Θα δούμε όλη την Αθήνα και τις πρώτες φωτογραφίες της Αθήνας του 1876. Σήμερα, όμως, θα δούμε πώς ήτανε η Ελλάδα και η Αθήνα και ο Πειραιάς εκείνα τα χρόνια. Λέμε, λοιπόν, ότι ξεκινάει το βιβλίο 1835... και ένας ξένος έρχεται με ένα ιστιοφόρο των αδελφών Παμμούκου. Οι Παμμούκοι ήτανε από τους μεγαλύτερους ναυτιλιακούς πράκτορες, που είχαμε στην Ελλάδα, όχι μόνο, αλλά είχαμε στη Βραήλα και στο Γαλάτσι. Οι Παμμούκοι με τα πλοία τους μετέφεραν σιτυρά και κάρβουνο. Από Ζουμγκουλτάκ της Τουρκίας, αλλά τα σιτυρά από τη Βραήλα, την Οδυσσό και το Γαλάτσι. Ένας ξένος, λοιπόν, έρχεται με αυτό το πλοίο. Μέσα στο βιβλίο δίνω όλο το καθεστώς, το πώς ταξίδευαν τα ιστιοφόρα εκείνη την εποχή. Δεν ταξίδευαν βράδυ ποτέ, μόνο αν είχε φεγγάρι. Λιμενίζονταν όπου έβρισκαν και όπου μπορούσαν. Πειρατές λιμένονταν τις θάλασσές μας και το Αιγαίο και τη Μεσόγειο. Και η ζωή ήταν πάρα πολύ δύσκολη. Ένας ξένος, λοιπόν, έρχεται το 1835 στην Ελλάδα. Έχει πολύ σπουδαία δουλειά να κάνει. Αλλά αναρωτηθήκατε ποτέ πώς ήταν ο Πειραάς εκείνη την εποχή. Βγήκε στον Πειρά και όλες οι σκούνες και τα ιστιοφόρα της εποχής... έφταναν στον Πειρά και στο Ναύπλιο. Αλλά όλη η ανατολική μεριά του κόσμου, μιλάμε από Τουρκία, μιλάμε από Μαύρη θάλασσα, έφτανε στον Πειρά. Τι θα έβλεπε, λοιπόν, ένας ξένος, το 1835, το λιμάνι του Πειρά. Αυτό ήταν το λιμάνι του Πειρά. Βλέπετε εδώ τα ιστιοφόρα. Μόλις διακρίνονται. Δεν υπάρχει, βέβαια, λιμάνι, όπως το ξέρουμε σήμερα. Δεν υπάρχουν προβλήτες. Δεν υπάρχει τίποτε απολύτως. Ο ξένος μου φτάνει με τον Μπρυγαντίνη Αγία Σοφία. Η Ελλάδα εκείνη την εποχή έχει γίνει κράτος. Ο βασιλιάς Όθωνας έχει ήδη εγκατασταθεί στην Αθήνα. Με τρεις χιλιάδες βαβαρούς στρατιώτες μαζί του. Και ο ξένος, ο δικός μου, έρχεται από την Κωνσταντινούπολη. Τι βλέπει λοιπόν? Βλέπει να δούμε την επόμενη? Αυτό ήταν το λιμάνι του Πειραιά. Αριστερά δεν φαίνεται, βέβαια, πολύ καλά. Μιλάμε για το Τσερατσίνι. Είναι το σημερινό Κερατσίνι. Ήταν ένας Ιταλός ο οποίος είχε όλη την περιοχή δική του... και τον λέγανε Τσερατσίνι. Και από το Τσερατσίνι βγήκε και το Κερατσίνι αργότερα. Έτσι λοιπόν εκείνη την εποχή δεν το λέγανε Κερατσίνι, το λέγανε Τσερατσίνι. Βλέπετε λοιπόν το Τσερατσίνι. Όλο δεξιά φτάνουμε στην Καστέλα. Υπάρχει στο βάθος ένας λόφος της Δραπετσόνας. Και μπροστά εδώ, που βλέπετε εδώ, είναι το Αγκυροβόλιο του Αλιπεδίου. Πώς έφταναν με βάρκες, τους έβγαζαν έξω και βέβαια... τους έπαιρναν οι ναύτες στο νοομό, τους ξένους, τους ταξιδιώτες, για να τους βάλουν, γιατί δεν υπήρχανε προβλήτες. Δεν υπήρχαν τίποτα, υπήρχε άμμος. Αυτό λοιπόν ήταν από πίνακα του Βολανάκη... ή ο Πειραιάς εκείνης της εποχής, ακριβώς τις χρονολογίες τις δικές μου. Τι βλέπει λοιπόν, δεν υπάρχουν προβλήτες. Δεξιά η θέα, δεν μπορούμε να τη δούμε από εδώ. Μήπως μπορούμε να δούμε την επόμενη. Βλέπουμε ένα άνοιγμα προς την Έγινα. Μπορείτε να δείτε τα αισθιοφόρα εκείνης της εποχής. Δεν υπάρχουν λοιπόν προβλήτες. Δεξιά η θέα, όπως τη βλέπει ο ξένος, είναι ελεύθερη. Υπάρχει ένας μικροσκοπικός οικισμός του Τούρκου Τατάραχμετ. Με μικρά σπίτια, κάποια αλώνια, μια μελισσόμαντρα. Δεξιά είναι ο ναός του Αγίου Σπυρίδωνα, που υπήρχε ο Αγιος Σπυρίδωνας εκείνη την εποχή, γιατί είχε αρχίσει να κτίζεται πάνω στα ερήπια... και στα χαλάσματα μιας παλιάς μονής του Αγίου Σπυρίδωνα. Ερήπια παντού και ερήπια του σπιτιού... ενός Γάλλου που τον λέγανε Καϊράκ. Υπήρχε μια δογάνα... όπου έβγαιναν οι ξένοι... και έπρεπε να ψάξουν τα πράγματά τους... και να δηλώσουν για ποιο λόγο έρχονται εδώ. Η δογάνα αποτελείται από Έλληνες αλλά και από Βαβαρούς εκείνη την εποχή. Γιατί μιλάμε το 1835. Και το κυριότερο, έπρεπε να περάσουνε και μία ολόκληρη εβδομάδα στη Σαλαμίνα. Διότι φοβότανε οι Έλληνες... από ένα λιμό καθαρτήριο κατά κάποιον τρόπο, γιατί όλος ο φόβος ήτανε μην κολλήσουν, μη φέρνουν καμιά πανούκλα... ή μην κολλήσουνε κάποια αρρώστια. Μία εβδομάδα έμεναν λοιπόν στη Σαλαμίνα. Όποιος είχε τους παράδες μπορούσε να λαδώσει τους αξιωματικούς. Έκαναν τα στραβά μάτια, όπως πάντα, και μπορούσε να περάσει και να φτάσει στην Αθήνα. Υπήρχανε λοιπόν αγωγιάτες, υπήρχανε άλογα και μουλάρια, αλλά ότου θαύματος δεν υπήρχανε καρότσες. Εκείνη την εποχή, το 1835, στην Αθήνα υπήρχε μόνο ένα κάρο. Είναι ιδιωτικό να το σκέφτεται κανένας. Γιατί νομίζω, και νόμιζα πάντοτε, ότι ένα κάρο ήταν από τα πρώτα τα οποία ανακάλυψε ο ανθρωπός. Πώς είναι δυνατόν. Υπήρχε λοιπόν ένας ξένος πρόξενος, που τον έλεγαν Μαλόι, ο οποίος στην περιοχή που είναι τώρα το πολιτεχνείο, έκτισε μία βίλα. Ήταν η περιοχή που ξεκινούσαν οι πατήσια, από το πατισσάχ του Σουλτάνου. Έκτισε μία βίλα και έφερε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, μιλάμε το 1834 με 1835, το πρώτο κάρο. Έψαξα να το βρω παντού. Να βρω κάτι περισσότερο. Και επειδή είχα έναν πάρα πολύ αυστηρό επιμελητή, μου είπε ότι όντως καλώς σε γράφει έτσι, διότι εκείνη την εποχή δεν υπήρχε κανένα με κανένα κάρο στην Ελλάδα. Χρησιμοποιούσαν καμήλες, χρησιμοποιούσανε μουλάρια και χρησιμοποιούσανε και άλογα. Υπήρχανε λοιπόν κάπου εκεί στο λιμάνι αγογιάτες, έτοιμοι να μεταφέρουν τους ξένους στην Αθήνα. Από πού? Από το δρόμο της στράτα του Δράκου. Δράκος ήταν το λιμάνι του Πειραιά, ήταν ο λιμένας του Δράκου εκείνη την εποχή. Πολύ παλιά, επί Βενετών, ήταν το λιμάνι του Λέοντος. Και πήραν αυτό το λιοντάρι και το πήγανε στη Βενετία, το ξέρουμε πάρα πολύ καλά. Έγινε λοιπόν δράκος το λιμάνι. Και η στράτα ήταν η στράτα του Δράκου, που υπήρχανε στην Αθήνα δύο στράτες. Η μία ήταν του Δράκου που ο κόσμος ερχότανε από τον Πειραιά στην Αθήνα, και η άλλη ήταν η στράτα του Μωριά, που ήταν για όλους αυτούς που ερχότανε από την Πελοπόννησο. Ήταν η πύλη του Μωριά στην Αγία Τριάδα, κοντά στην Κωνσταντινού Πόλεο σήμερα. Και ήταν και η πύλη του Δράκου στο θυσίο. Και εκείνη την εποχή με το δικό μου το ξένο, οι Βαβαροί ανοίγουν την οδό Πειραιός. Μιλάμε για το 1835. Σε ένα χρόνο την αποπεράτωσαν. Και από στράτα του Δράκου ονομάστηκε οδός Πειραιός. Να δούμε λοιπόν τι άλλο θα δει ο δικός μου ο ξένος. Αυτά τι είναι? Είναι τα φάλληρα. Είναι από έναν πίνακα που είναι η απόβαση του Καραϊσκάκη... το 1827 στα φάλληρα. Να δούμε και τον επόμενο πίνακα, γιατί και ο επόμενος είναι πάλι ο ίδιος πίνακας, αλλά με άλλο χρωματολόγιο. Η ίδια ακριβώς είναι ο ίδιος πίνακας. Ο ίδιος ζωγράφος ζωγραφίζει τα φάλληρα με την απόβαση του Καραϊσκάκη, ο οποίος και σκοτώθηκε, το έχασε τη ζωή του, 1827, στην μάχη που είχε με τον Κιουταχή στον Άγιο Σώστη. Εκεί λοιπόν ξεκινάει ο ξένος ο δικός μου. Βλέπει τα μακρά τείχη στον Πειραιά. Δεν υπάρχει χαραγμένος καμία. Μόνο μονοπάτια και στεναπεράσματα, άγωνες ξέρες δεξιά και αριστερά, στα τέλματα των φαλλήρων. Υπάρχει ο Κυφισός, κατόπινο Ελαιόνας, ο οποίος ονομάζεται Λόγγος εκείνη την εποχή, και ήταν όλη η παραγωγική περιοχή της Ελλάδας και της Αθήνας. Γιατί ο Ελαιόνας ήταν το μόνο το λάδι, οι ελιές και τα σαπούνια που έβγαζε η Ελλάδα εκείνη την εποχή, και τα εξήγαγε πάρα καλό εκείνη την εποχή στη Μασαλία. Τα ανακάτευαν με άλλα λάδια και τα έστελναν στις αντίλες. Το περισσότερο κομμάτι της παραγωγής, της ελαιοπαραγωγής, μαζί με τις απίθανες και ωραιότατες ελιές κολυμπάδες, τις οποίες έβαζαν μέσα σε ξίδι και σε λάδι, με κομμάτια από ξύλο τριανταφυλλιάς. Και έπαιρνε μια ιδιαίτερη γεύση, και ο Σουλτάνος έπαιρνε κυλά, όχι κυλά βέβαια, μεζούρες εκείνης της εποχής, σχεδόν όλη την παραγωγή πήγαινε στο Σουλτάνο. Και κάποιοι κύριοι Έλληνες, γιατί πάντοτε υπάρχουν και αυτά τα κρούσματα, νόθευαν το λάδι με αγγουρόζουμο. Και το στέλναν στο εξωτερικό, νομίζοντας ότι οι ξένοι είναι χαζοί. Αλλά οι ξένοι δεν ήταν χαζοί, το δοκιμάζανε, και το στέλνανε πίσω, το επιστρέφανε πίσω. Αυτό θα το βρείτε μέσα στην οικογένεια του βιβλίου μου, η οποία η οικογένεια είναι αληθινή. Και κάποια στιγμή θα σας πω πώς έγινε. Και μου έδωσε αυτή η οικογένεια την ιστορία της, η οποία είναι συγκλονιστική. Έτσι, λοιπόν, ξεκινάει ο ξένος. Βλέπει τον Ελεώνα, τον Μπλούτο της Αθήνας. Όλη η γύρω περιοχή πρόχειρες παράγγες, παραπήγματα, και σκηνές βαβαρών στρατιωτών και αξιωματικών, και εντόπιων εργατών που ανοίγουν την οδό Πειραιώς. Βλέπει μια παιδιάδα. Να δούμε και την επόμενη φωτογραφία. Εδώ είναι ο Ελεώνας. Σας την έφερα για να δείτε ακριβώς ποιο κομμάτι της Αθήνας ήταν ο Ελεώνας. Βλέπετε το Ρέντι. Ήταν μεταξύ Ρέντι, Λαχαναγοράς, της οδού Πειραιώς, που τον έγλυφε γύρω-γύρω, ταύρος, ηλιοφόρος Αθηνών, ιερά οδός, εγάλαιο, περιστέρι. Αυτός ήταν ο Ελεώνας. Έτσι, λοιπόν, να δούμε και την επόμενη. Βλέπουμε από έναν Μπίνα Καπάλη και από μαρτυρίες περιγητών, οι οποίοι έγραφαν και κρατούσανε ημερολόγια εκείνη την εποχή, μπόρεσα κι εγώ να πάρω κάποια στοιχεία, για να μπορέσω να περιγράψω την Αθήνα εκείνης της εποχής. Δείτε, λοιπόν, εδώ, η Ακρόπολη στο βάθος. Εδώ είναι η εκκλησία η Αγία Τριάδα, αν μπορείτε να το φανταστείτε. Και αργότερα θα γίνει η οδός Κωνσταντινουπόλεως. Βλέπουμε, λοιπόν, το θυσίο. Και τι βλέπουμε? Βλέπουμε μια γειτονιά σε αυτό εδώ το κομμάτι. Αυτή η γειτονιά είναι η παλαιότερη γειτονιά της Αθήνας, λέγεται Βλασσαρού. 66 σπίτια, 380 ψυχές. Αυτή η γειτονιά σε μερικά χρόνια θα κατεδαφιστεί παντελώς, και θα θυσιαστεί στην αρχαιολογική σκαπάνη, για να βγουν στη φόρα, σε κοινή θέα, η αρχαία αγορά. Είναι η παλαιότερη συνοικία της Πάκας. Όταν λέμε δηλαδή πλάκα, εννοούμε Βλασσαρού. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε τίποτα άλλο. Μετά άρχισαν να κτίζονται σιγά σιγά σπίτια. Βλέπουμε, λοιπόν, το μεγαλείο της ελληνικής γης. Η φύση της Ελλάδας με όλα τις ταχρώματα. Ένα πλέγμα από ρέματα, χαντάκια, χαράδρες, πρόβατα και γελάδια. Οι πρώτες αγρυκίες του Ελεώνα, οκτώ. Οκτώ αγρυκίες είχε ο Ελεώνας. Μεγάλα σπίτια, μεγάλες οικογένειες. Ήταν οι οκτώ κρατές οικογένειας της Αθήνας εκείνη την εποχή. Και μία από αυτές τις οικογένειες είναι και η πρωταγωνιστική οικογένεια στο βιβλίο. Υπήρχαν εκκλησάκια σε κάθε αγρόκτιμα. Γιατί οι Έλληνες δεν θέλανε να αφήνουν τις γυναίκες τους να εκκλησιάζονται, να βγαίνουν στον δρόμο, να περπατάνε εκείνη την εποχή. Η γυναίκα δεν έβγαινε καθόλου στον δρόμο. Ούτε είχε καμία σχέση με τα κοινωνικά. Ήταν εκλεισμένη στο σπίτι. Οι Τούρκυσες φορούσανε το φερετζέ, οι Ελληνίδες φορούσανε τον ελληνικό φερετζέ, που ήταν η μπόλια. Η μπόλια έπρεπε να έχουνε σκεπάσει τα μαλλιά τους κανονικά. Έπρεπε ένα κομμάτι της μπόλιας να το βάλουνε κάτω μέχρι τα μάτια... και να κλείσουνε το πρόσωπο. Δεν μπορούσε να βγει γυναίκα χωρίς μπόλια εκείνη την εποχή έξω. Βλέπουμε λοιπόν ότι ακολουθούμε πολλά έθιμα... και πραγματικότητες των Τούρκων, των Οθωμανών εκείνη την εποχή. Και πολύ φυσικό, μιλάμε για 400 χρόνια υποδούλωσης. Ήταν πάρα πολύ φυσικό οι Έλληνες να έχουνε πάρει και κάποια κομμάτια Οθωμανικά. Εκείνη την εποχή λοιπόν, επειδή οι Έλληνες δεν ήθελαν να αφήσουν τις γυναίκες έξω, έκτιζαν κάποια κλεισάκια μέσα σε αυτά τα οκτώ κτήματα. Και υπήρχε ένας παπάς, τον οποίον εγώ ονομάζω Καψοκόλη. Δεν είναι αυτό το όνομά του. Εγώ τον ονομάζω, έχω πάρει τα ονόματα από τα συμβολογραφικά αρχεία. Και αυτός ο παπάς επισκέπτεται τα εκκλησάκια... και λειτουργεί για αυτές τις γυναίκες και το προσωπικό, που ήτανε αδύνατο να βγούνε εκείνη την εποχή... και να κάνουνε τις βόλτες τους στην Αθήνα. Προχωρούμε λοιπόν, βλέπουμε νερόμυλους. Νερόμυλοι ποτίζουνε τα κτήματα των λιωτριβαρέων, γιατί όλη εκείνη η περιοχή και η κάτοική της λεγότανε λιωτριβαρέοι. Υπάρχει ένας σπιτικός νατουραλισμός. Δεξιά αργότερα, λίγο αργότερα, εκείνη την εποχή, αλλά ένα χρόνο αργότερα, θα γίνει ο βοτανικός κήπος. Και ο ξένος με τον Αγωγιάτη, όλο πλησιάζουνε στην Αθήνα. Στο βάθος, όπως βλέπετε, το θυσείο, τα ερήπια της αγοράς και οι ακρόπολοι. Και βέβαια, η συγγραφέας γράφει, για να δώσει μία ιδέα, η κίνηση είχε αυξηθεί. Καμήλες, μουλάρια, άλογα, γυναίκες στις βρύσσες, που ισορροπούσανε στάμνες στο κεφάλι, άντρες με σαλβάρια και φέσια, άλλοι με φουστανέλες και κουμπούρια περασμένα στις ζώνες τους, αραπάδες, φίνικες, χουρμαδιές και κυπαρίσια, τζαμιά και μηναρέδες έδιναν ύφος ανατολίτικο στην πόλη. Οι εικόνες που έβλεπε ο ξένος στο δρόμο, όμοιες με αυτές της πατρίδας του, μη ξεχράμε ότι έρχεται από την Κωνσταντινούπολη, συνέδεαν το οικείο με το παράδοξο, το παραμύθι με την πραγματικότητα. Ήταν ένας μαγικός και συνάμα αντιφατικός μικρόκοσμος. Κοιτάζοντας από κοντά, η Αθήνα έμοιαζε με πολύχνη και όχι με πρωτεύουσα νεοσύστα του κράτους. Παρ' όλα αυτά φαινόταν πως η πόλη είχε αρχίσει να κάνει δειλά τα πρώτα ειρηνικά της βήματα, προσπαθώντας να ανταποκριθεί στην καινούργια πραγματικότητα. Εκείνη την εποχή, για να σας δώσω μία ιδέα, το τι χαράτσια πλήρωναν οι Έλληνες, μιλάμε ακριβώς για εκείνα τα χρόνια, 1835 μέχρι αυτή την εποχή, συγκέντρωναν τον χρόνο 15.700 γρόσια χαράτσι. Οι Τούρκοι, οι Οθωμανοί. 2.050 γρόσια ζυγιστικά. Οτιδήποτε ζυγιζόταν, έπρεπε να πληρώσουν ένα χαράτσι αυτοί που είχαν την παραγωγή στο Σουλτάνο. 500 γρόσια δικαίωμα βοσκής στον Ελεώνα. Σκεφτείτε, για να βοσκήσουν τα προβατά τους έπρεπε να πληρώσουν κάποιο τίμημα, κάποιο φόρο, κάποιο χαράτσι στο Σουλτάνο. Και αυτοί που είχαν αμπέλια μετά τον τρίγο έπρεπε να τα πληρώσουν. 150 έπρεπε να πληρώσουν γρόσια οι δραγάτες το χρόνο. 40 η μεταξοπαραγωγή, γιατί στην Αθήνα υπήρξε πολύ καθαρή και ωραία μέταξα. Και υπήρξαν πάρα πολύ ωραία υφάσματα εκείνη την εποχή, τα οποία είδα εγώ στο Άργος, σε έναν εξαιρετικό κύριο, ο οποίος είναι ράφτης, στολών, να μην πω τη λέξη, ενδύματων εκείνης της εποχής. Έχει ένα μικρό μουσείο και κάνει και τα ενδύματα... της σχολής του Λυκείου Ελληνίδων αυτή την εποχή. Αυτός, λοιπόν, ο κύριος, μου δάνει σε μία στολή... για να παρουσιάσω το βιβλίο μου, την επιστροφή. Μιας Αθηναίας του 1840, αυθεντική στολή, αμαλίας, με την οποία παρουσίασα το 2015 την επιστροφή στον Ιανώ. Αυτός, λοιπόν, κρατάει όλα αυτά τα ωραία της πληροφορίες... για το πώς ντύνονταν οι Αθηναίες και οι Αθηναίοι εκείνη την εποχή. Και από εκεί άντλησα πολλές πληροφορίες... και τον ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου για τη βοήθειά του. Επίσης, σε 110 γρόσια, σβετάδες ή κεραμάδες, είμαι λησοπαραγωγή. Και, βέβαια, σε όλα αυτά υπήρχε και η δεκάτη. Άρα, οι φοροί που πληρώνουμε σήμερα... έχουν να θυμίσουν οι παλιοί φοροί, κάτι από αυτούς που πληρώνουμε σήμερα. Εκείνη την εποχή υπήρχε ένα καθεστώς... Ποιο ήταν, λέμε, το καθεστώς των ταχυδρομείων. Υπήρχε ένας ταχυδρόμος ο οποίος ερχόταν από τον Άθπλιο. Όλα συγκεντρώνονταν στον Άθπλιο, η αλληλογραφία και τα γράμματα. Παρόλο που, πρωτεύουσα του κράτους, είχε ήδη γίνει η Αθήνα. Ερχόταν λοιπόν ο ταχυδρόμος στην Αθήνα, που, εόλου, η εολική οδός με την ερμαϊκή οδό εόλου και ερμού, στη γωνία, υπήρχε ένας βράχος, ανέβαινε πάνω στο βράχο, άνοιγε το σακούλι του και άρχισε να φωνάζει κάθε πέμπτη... τα ονόματα των παραλιπτών. Το ξέρανε όλοι και επειδή δεν υπήρχε και κάποια άλλη διασκέδαση, συγκεντρώνονταν όλοι οι Αθηναίοι για να δουν αν έχουν αλληλογραφία. Όσοι οι Αθηναίοι δεν υπήρχαν εκεί και φώναζε ο ταχυδρόμος τα ονόματα, δεν υπήρχανε, αυτά τα γράμματα που περισσεύανε, τα έσκιζε και τα πετούσε εκείνη την ώρα. Όσοι είχαν χρήματα, οι πρώτες οικογένειες που είχαν τον Μπαρά, είχαν τους σημερινούς κούριερ, παρακαλώ, ήταν οι δύο ταχυδρόμοι, οι οποίοι γνώριζαν και γλώσσες γιατί συνήθως είχαν και αλληλογραφία με το εξωτερικό. Μην ξεχνάμε ότι είχε έρθει ο Όθωνος, είχαν ήδη αρχίσει να έρχονται οι πρόξεμοι, είχαν αρχίσει να γίνονται υπουργία, είχε αρχίσει να δημιουργείται ένα είδος αστυνομίας. Υπήρχε λοιπόν πολύ μεγάλη αλληλογραφία. Όσοι είχαν τα λεφτά, χρησιμοποιούσαν τους ιδιωτικούς ταχυδρόμους εκείνη την εποχή. Πολλά τα πρόσωπα μέσα στο βιβλίο μου και όλα αληθινά. Ο δικός μου ξένος του βιβλίου έρχεται για να προετοιμάσει την άφιξη μιας γυναίκας, η οποία λείπει από την πατρίδα της, από την Αθήνα, 20 ολόκληρα χρόνια. Έχει έρθει και άλλες φορές στην Αθήνα να συλλέξει κάποιες πληροφορίες. Η γυναίκα αυτή για την οποία εργάζεται είναι μια γυναίκα όμορφη, είναι μία κόρη οικογένειας επιφανών αγωνιστών της Επανάστασης του 1821, η οποία επιστρέφει στην Αθήνα το 1836, έπειτα από μία αναγκαστική απομάκρυνση από την Ελλάδα. Είναι μια Ελληνίδα με προφύλια με τα γιον, η οποία δεν αγαπήθηκε όπως της άξιζε στην πατρίδα της. Και γι' αυτό στα μάτια της κρύβει τον πόνο της γυναίκας που της έκλεψαν την εφηβεία. Είναι η κύρια πρωταγωνίστρια του μυθιστορυματός μου. Να δούμε μερικές ακόμα φωτογραφίες πώς ήταν η Αθήνα. Εδώ είναι μία από τις πύλες. Μην ξεχνάμε ότι το 1873 είχε έρθει ως Μαλικιανέ σαϊπί, που σημαίνει ο ελεγκτής της περιοχής από την Κωνσταντινούπολη, ο ένας πολύ κακός Οθωμανός που λεγόταν Χασεκή. Αλλη Χασεκή. Αυτός λοιπόν το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να βάλει ένα τείχος να χτίσει γύρω γύρω από την Αθήνα. Με 7 πόρτες. Μία ήταν αυτά που ξέρουμε, η πόρτα του Μουριά. Η άλλη ήταν η πόρτα του Δράκου. Και αυτό είναι για να ελέγχει ανετώτατα την Αθήνα και τους κατοίκους της. Μία από τις πόρτες λοιπόν είναι αυτή. Βλέπουμε την Ακρόπολη στο βάθος. Βλέπουμε ένα καθεστώς που πρωτόγονο εντελώς. Να δούμε και την επόμενη. Εδώ είναι μία άλλη πύλη. Και σε αυτήν ακριβώς την πύλη φίτρωνε ένα χόρτο, το οποίο μύρεζε πάρα πολύ άσκημα. Αυτό το χόρτο λεγόταν φλόμος. Και όταν οι Έλληνες πάθαιναν οι Αθηναίοι δισεντερίες, το έριχναν στο ότι η δισεντερία προέρχονταν από αυτό το βρωμερό χόρτο, το φλόμο. Και γι' αυτό έχει μείνει η έκφραση μέχρι σήμερα. Μας φλόμωσες λέμε σ' αυτούς που καπνίζουν ή σ' αυτούς που ακόμα φοράνε και αρώματα, αλλά εν πάση περιπτώσει χρησιμοποιούμε κατεφημισμών την έκφραση αυτή. Αυτή λοιπόν ήταν η πύλη όπου είχε το περισσότερο φλόμο. Και είναι σε αυτή τη γειτονιά που σας είπα, τη Βλασαρού. Προχωρούμε λίγο παρακάτω. Εδώ σας την έβαλα αυτή τη φωτογραφία, γιατί είναι η πρώτη φωτογραφία. Τον αδελφόν Ρωμαίδη, δεν κρατήθηκα και σας την έβαλα, είναι η πρώτη φωτογραφία της πύλης του Αδριανού. Οι στήλοι του Ολυμπίου διός διακρίνονται στο βάθος. Δεν υπάρχει, βλέπετε, τίποτα γύρω γύρω η Αθήνα. Δεν ήταν έτσι όπως την έχουμε στο νου μας σήμερα. Εδώ είναι το μνημείο του Λησικράτους, το οποίο έχει παραμείνει ως έχει. Και συνεχίζουμε λίγο πιο κάτω. Εδώ είναι η παζαρόπορτα, υπήρχαν τέσσερα παζάρια. Παζάρια είναι στην οδό Πανδρόσου, που ξέρουμε σήμερα. Αυτή είναι λοιπόν η παζαρόπορτα στην αρχή του Σταροπάζαρου. Υπήρχε ένα αλογοπάζαρο και σταροπάζαρο. Πουλούσανε και αντάλλασαν το στάρι. Τα άλογα, ζώα, αγελάδες, πρόβατα, κατσίκες, πουλούσανε και λοιπά. Συνεχίζουμε με τη φωτογραφία. Εδώ είναι η οδός Πανδρόσου, εκείνη την εποχή, σε πίνακα ζωγραφικής. Είναι τα καμουχάδικα και είναι και τα μπαντζίδικα. Καμουχάδικα, τα καλά υφάσματα, τα βελούδα. Και τα μπαντζίδικα, εκείνα που είναι δεύτερης ποιότητας. Και συνήθως τα χρησιμοποιούσανε για να κάνουν κουρτίνες εκείνη την εποχή. Να κάνουν σεντώνια αμπαντζίδικα. Συνεχίζουμε και με την επόμενη. Εδώ σας το έβαλα, είναι η Μονή των Καπουτσίνων. Υπήρχε μια μονή πολύ παλιά στην Αθήνα. Εκεί που είναι το μνημείο του Λησικράτους. Βλέπετε ότι μέσα στη Μονή των Καπουτσίνων... είναι εδώ και το μνημείο του Λησικράτους. Δεν υπάρχει τίποτα. Αν πάτε τώρα στην πλάκα και δείτε, υπάρχει το μνημείο. Και γύρω-γύρω κάποια καφενεία και κάποιες καφετέρειες. Ήταν το πρώτο, καθώς πρέπει, εντός εισαγωγικών... χάνη της Αθήνας εκείνη την εποχή. Δηλαδή οι πρόξενοι που έφταναν στην Αθήνα... κατέλιαν στους Καπουτσίνους. Και βέβαια, μην νομίσετε ότι είναι Χίλτον ή Μεριντιένι... κι εγώ δεν ξέρω τι εκείνη την εποχή. Δεν υπήρχαν κρεβάτια, πρέπει να φέρεις την κουβέρτα σου. Οι ψίλοι παντού. Αλλά ήταν πολύ καλύτερο από κάποια χάνια... τα οποία ήταν ευρωμερά και τρισάφυλλια. Σας το άφησα εδώ, γιατί εδώ φυτέφτηκε το 1818... η πρώτη ντομάτα στην Αθήνα. Μάλιστα. Και γι' αυτό το λόγο σας το έβαλα αυτή την κραβούρα. Σας την έφερα, γιατί πραγματικά νομίζω ότι είναι ένα ιστορικό κομμάτι. Ήταν οι πρώτες ντομάτες που φυτέφτηκαν. Τις έφερε ο ηγούμενος από το εξωτερικό... και τις φύτεψε Σολανός ο Λίκοπερσικός. Οι ντομάτες με εκείνη την ονομασία. Δεν τη λέγανε ντομάτα εκείνη την εποχή. Την ονόμαζαν Σολανός ο Λίκοπερσικός. Ντομάτα τη δώσανε πολύ αργότερα, το 1850 και μετά. Εμείς μιλάμε όμως για τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια. Να δούμε και την επόμενη. Εδώ είναι το θυσίο, την ημέρα που περιμένουν τον Όθωνα... για πρώτη φορά να έρθει από το ναύπλιο. Βλέπετε, έχουν έρθει, βγει όλοι οι Έλληνες. Επετράπηκε στις γυναίκες να κάνουν την εμφάνιση τους. Γιορτάζει η φύση ολόκληρη και γιορτάζει ο ελληνισμός... για τον βασιλιά Όθωνα. Συνεχίζουμε με την επόμενη. Εδώ είναι η αυλή της οικίας Λογοθέτη. Σας το έχω βάλει αυτό γιατί. Γιατί στο μυθιστό ρημά μου... η κυρία η οποία έρχεται από την Κωνσταντινούπολη... καταλεί σε μία οικία των κατακουζινών... στην Αθήνα, στην Πλάκα, μέχρι να χτίσει το δικό της το σπίτι. Αυτή λοιπόν η οικία, βασίστηκα σε αυτή την οικία για να την περιγράψω. Δεν είναι η μοναδική φωτογραφία που βρήκα, βρήκα και άλλες. Και δεν μιλάμε για φωτογραφία, μιλάμε για γραβούρα με πενάκι. Αυτό λοιπόν πήρα το στυλ για να μπορέσω να περιγράψω... στο δικό μου το μυθιστό ρημά το σπίτι αυτής της κυρίας. Συνεχίζουμε. Σας έχω τρεις στολές από εκείνη την εποχή. Αλλάξανε μετά οι ενδυμασίες. Αυτή η ενδυμασία είναι η νηθική. Η αριστερή είναι η μεγαρύτικη. Και η δεξιά είναι η γυναίκα της Αττικής. Αυτά ήταν τα ενδύματα εκείνης της εποχής. Μέσες άκρες. Η μεσαία φοράει την νηφική στολή. Την νηφική ενδυμασία της. Να δούμε και τα επόμενα. Είναι ένας πολύ παλιός πίνακας εδώ. Απλώς σας τον έβαλα ή τον έχουν στη βουλή των Ελλήνων. Δείτε πώς ήταν εκείνη την εποχή, πολύ νωρίτερα, μιλάμε για 1750 τώρα, πώς φαινόταν στα μάτια του ζωγράφου η πλάκα εκείνη την εποχή. Στο βάθος η θάλασσα βέβαια, όλα ανοιχτά, δεν υπάρχει τίποτα. Υπάρχει ο Ηλισσός, που δεν μπορούμε να τον δούμε από εδώ. Κάπου εκεί ο Ηλισσός. Όπου οι γυναίκες, οι πλακιώτισσες έπλεναν, κατέβαιναν και έπλεναν... τα λεγόμενα παλαγία, που ήταν τα εσωρουχά τους. Συνεχίζουμε λοιπόν, βλέπουμε και την τελευταία μας φωτογραφία. Είναι μια καθαρά Δευτέρα. Έχουν βγει όλοι να γιορτάσουν τα κούλουμα. Και είναι στο λόφο του Φιλοπάπου. Και βλέπουμε το εξής πολύ σημαντικό. Εδώ δεν υπάρχουν σπίτια καθόλου. Και βλέπετε ότι η πλάκα ξεκινάει από αυτό ακριβώς το σημείο. Εδώ είναι το λόφος του Φιλοπάπου. Και στο βάθος βλέπουμε το θέατρο του Ηρώδου του Αιτικού. Το βιβλίο μου είναι αλληλουδικό. Έχει τα πρόσωπα της Αθήνας. Το ένα πρόσωπο της Αθήνας σε μία καταπληκτική γυναίκα, η οποία υπήρξε η πρώτη Λοκαντιέρα της Αθήνας. Αληθινό πρόσωπο. Οι περιηγητές συνήθιζαν να έρχονται στην Αθήνα, τους φιλοξενούσαν στα διάφορα Αθηναϊκά σπίτια. Πλήρωναν κάτι, κάποιο ποσόν. Τους έδιναν ένα κράτι και κάποιο υποτυπώδες φαγητό. Αργότερα, όταν ήδη άρχισε ο κόσμος να έρχεται σωριδόν στην Ελλάδα, περίπου στην εποχή του Όθωνα, να σας πω από το 1830 και μετά, κάποιες γυναίκες σκέφτηκαν ότι θα ήταν πάρα πολύ καλό, να βγάζουν και κάποια χρήματα στην οικογένειά τους, προσφέροντας ένα δωμάτιο με ένα κρεβάτι και μία υποτυπώδη υπηρεσία. Υπήρχε λοιπόν στην Αθήνα μία γυναίκα, το όνομά της για λόγους προσωπικών δεδομένων δεν ήθελα να το βάλω, την ονόμασα Κοραλία Τζάβαλου, παίρνοντας τα ονόματα από τα συμβολιογραφικά αρχεία. Αυτή λοιπόν η γυναίκα ήταν η πρώτη Λοκαντιέρα. Προσέξτε, Λοκαντιέρα, έτσι, τις ονόμαζαν αυτές τις γυναίκες εκείνη την εποχή. Αυτή λοιπόν η γυναίκα έφτιαξε την πρώτη Λοκάντα που έχουμε στην Αθήνα. Αληθινό γέρος, αληθινή κυρία. Λέγανε ότι ήταν μια πολύ ωραία γυναίκα και πολύ καταφερτζού. Λέγανε λοιπόν ότι ήταν η Παναγία, η διάβολος, μεταμορφωμένος. Και πολλά της έσουρναν εκείνη την εποχή, γιατί ήταν η πρώτη φαινιστρια που έχει καταγραφεί στα αρχεία τα κρατικά. Ήτανε μια γυναίκα η οποία έβγαινε μόνη της στο δρόμο, σπάνιο για εκείνη την εποχή. Ήτανε μια γυναίκα η οποία φορούσε φεσάκι και παπάζι, και όχι την πόλια, φεσάκι και παπάζι, φούντα, παπάζι. Υπήρχανε δύο-τρεις ράφτες εκείνη την εποχή που έκαναν τα παπάζια... και ράβανε τις στολές. Ο Όθωνας έραβε τις δικές του τις στολές στο σπύρο κρεμμύδα, που τον έφερνε το πλοίο, έστελνε τη φρεγάτα τη βασιλική στο ναύπλιο. Και από το άργος έφερνε τον ράφτι. Δείτε δηλαδή τι ιστορία έχει το άργος σε ράφτες, στολών και ενδυμασιών ελληνικών. Έφερνε, λοιπόν, τον κρεμμύδα και του έραβε τις στολές. Και όταν ορκίστηκε βασιλεύς, και μάλιστα ορκίστηκε όταν ενηλικιώθηκε, φόρεσε τη στολή την ελληνική, την ενδυμασία, και δεν την έβγαλε ποτέ από πάνω του. Παρουσιαζόταν πάντοτε με την ενδυμασία αυτή. Σε αυτό, λοιπόν, το μυθιστόριμά μου είναι αλληγορικό. Έχω δύο γυναίκες. Η μία γυναίκα συμβολίζουν, καταρχήν, τα δύο πρόσωπα της Ελλάδας. Πάντα η Ελλάδα είχε δύο πρόσωπα. Το ένα το πρόσωπο είχε δύο πρόσωπα, δύο πλευρές η Ελλάδα. Η Μέν Λοκαντιέρα είναι η γυναίκα, η άλλη Ελλάδα, που έχει περάσει ταμπύρια όσα, αλλά δεν το βάζει ποτέ κάτω. Είναι η γυναίκα που ερωτεύτηκε τον αγωνιστή Τζόρτζ Τζάβαλο. Αληθινός αγωνιστής αυτός, αληθινό το όνομα. Τον επωνομαζόμενο Τουρκοφάγο με το χαμερπί χαρακτήρα. Σαν να έπαθα ένα είδος κακοήθους τύφλωσης. Δεν πέρασε πολύ χρόνος μετά το γάμο τους, για να συνειδητοποίηση Μέν Λοκαντιέρα, ότι έκανε ένα πολύ σφάλμα, γιατί μόλις η αναισθησία του έρωτα περάσει, επιστρέφει πάντοτε ο πόνος των συγκεπιών, λέει η συγγραφέας στο βιβλίο. Αυτή, λοιπόν, αφήνει αυτή η γυναίκα, είναι η Ελλάδα, το φωτεινό πρόσωπο της Ελλάδας. Αφήνει μία αισθητική παρακαταθήκη για τις επόμενες της γενιές. Δίνει ταυτότητα σε αυτά που φορά. Και όχι δεν τη χαρακτηρίζουν αυτά που φοράει, αλλά αυτή χαρακτηρίζει τα ενδύματα τα δικά της. Είναι η Ελλάδα που αντιδρά όπως αντιδρούν οι άντρες, δίχως υπερβολές και δίχως κλάματα. Είναι αυτή που παιδιά δίχως γονιούς γίνονται δικά της. Και η πόρτα του σπιτιού της είναι ποτέ ανοιχτή. Έχει την ικανότητα να μεταμορφώνει ό,τι αγγίξει. Είναι η άλλη Ελλάδα. Και έχω και μία άλλη πρωταγωνίστρια του βιβλίου μου, τη Λέγκο, τη Βαρβαρέσου, από μία πολύ σπουδαία οικογένεια εκείνης της εποχής, η οποία είναι το σκοτεινό πρόσωπο της Ελλάδας. Είναι το πρόσωπο που έχει ρέπη προς τη θλίψη, ρέπη προς την καταστροφή. Είναι το πρόσωπο που έχει στο νου του πάντοτε μυστήρια. Και πάντοτε φταίνε οι άλλοι και δεν φταίμε εμείς. Και λέχει λατρεία στα σενάρια συνομοσίας. Να σας το πω έτσι. Είναι το άλλο πρόσωπο της Ελλάδας. Το ένα το φωτεινό, το άλλο το σκοτεινό. Και τώρα βέβαια κάθε μου μυθιστόριμα έχει τρία επίπεδα. Το πρώτο είναι το καθαρά ιστορικό. Το δεύτερο επίπεδο είναι η ιστορία των ιρών μου. Στο μέν ιστορικό δεν ξεφεύγει τίποτα. Η ιστορία των ιρών μου είναι συνήθως παρμένη... από διάφορες ιστορίες αληθινές των ερευνών μου. Και έχω βέβαια και το ψυχολογικό κομμάτι του βιβλίου μου. Το ρέει κάτω από κάθε σκηνή στο μυθιστόριμα μου. Ο άξονας του μυθιστόριματος, πάντοτε ένα μυθιστόριμα, το λέγει ο τους επίδοξους συγγραφείς. Πάντοτε ένα μυθιστόριμα πρέπει να στηρίζεται σε έναν άξονα. Δεν μπορεί να γίνει μυθιστόριμα χωρίς να έχει έναν άξονα. Και όταν λέμε άξονα τι? Ο γάμος, ο θυμός, η αγάπη, ο έρωτας. Αυτός είναι ο άξονας του μυθιστορίματος, πάνω στον οποίο άξονα χτίζεται ένα ολόκληρο μυθιστόριμα. Είναι αυτό που μας λέγανε οι δασκαλικοί καθηγητές μας στο σχολείο. Πες μας, φίλο Μήλα, γιατί μιλάει το μάθημα σήμερα. Κι η φίλο Μήλα έλεγε, μιλάει για τα αίτια και τις αφορμές του Πελοποννησιακού πολέμου. Κάπως έτσι. Έτσι λοιπόν, το μυθιστόριμά μου μιλάει για το θυμό και την εκδίκηση, ως ανάγκη για δικαιοσύνη, για τη συγχώρεση και τη λύτρωση. Δεν είναι δηλαδή ένα μυθιστόριμα που μιλάει μόνο για την Ελλάδα. Η Ελλάδα και η Αθήνα είναι οι πρωταγωνίστρες. Τα πρόσωπα της Αθήνας είναι και αυτά πρωταγωνιστές. Το βιβλίο μου όμως είναι πολλά περισσότερο. Είναι ένα σύμνος στις γυναίκες, είναι ένα σύμνος στη συγχώρεση, είναι ένα σύμνος στη λύτρωση και μιλάμε ότι είναι και ένα σύμνος στο θυμό. Πέντε τα κύρια συναισθήματα, τα κύρια. Η χαρά, η λύπη, ο φόβος, ο θυμός και η ζηλιά. Όλα τα υπόλοιπα συναισθήματα είναι παράγωγα αυτών. Και όταν λέμε κύρια συναισθήματα εννοούμε τα συναισθήματα τα οποία μας έρχονται αυτόματα. Δεν αγαπάμε όλο τον κόσμο. Έχουμε διαδικασίες για να αγαπήσουμε. Όταν όμως ακούσουμε ένα μπαμ, δεν σκεφτόμαστε τι ήταν αυτό το μπαμ. Από πού προήλθε. Ταραζόμαστε και αρχίζει να χτυπάει η καρδιά μας. Όταν η ζήλια μας έρχεται αυτόματα. Δεν την επεξεργαζόμαστε μέσα στο μυαλό μας. Ο θυμός είναι σαν να πατάμε ένα κουμπί και βουουουουου. Τρελαινόμαστε την ώρα. Μας έρχονται αυτόματα. Αυτά λοιπόν είναι τα πέντε κύρια συναισθήματα. Και μόνο λοιπόν που μιλάμε για θυμό, που είναι πάρα πολύ έντονο συνέστημα, και είναι και ένα συνέστημα το οποίο είναι και ενοχοποιημένο 100% Θα σας δώσω παραστατικά τι ακριβώς είναι ο θυμός. Θα σας δώσω μία εικόνα του θυμού. Δεν θέλω να σας κουράσω, δεν θέλω να πλατιάσω παραπάνω, αλλά είναι πολύ σημαντικό στοιχείο του βιβλίου μου. Ο θυμός. Σκεφτείτε. Είναι ένα ποτήρι από ένα δηλητήριο παχύρευστο, βρωμερό και πικρό, το οποίον πίνω εγώ ενώ συγχρόνως... περιμένω να πεθάνει ο διπλανός μου. Δεν ξέρω αν το αντιληφθήκατε. Μια χαρά. Το πίνω εγώ το δηλητήριο, εγώ είμαι θυμωμένη. Και περιμένω όμως να πεθάνει ο διπλανός μου. Γιατί για το διπλανό μου είμαι θυμωμένη. Αλλά το δηλητήριο του θυμού το πίνω εγώ. Και δεν ξέρω αν εσάς σας λέγανε στο σπίτι σας... ότι τα καλά κορίτσια και τα καλά αγόρια δεν θυμώνουν. Στο δικό μου το σπίτι το λέγανε. Και μεγάλωσα καταπιέζοντας ένα θυμό, ο οποίος έβγαινε κατά καιρούς... σε άλλα εκεί που δεν έπρεπε να βγαίνει. Όταν δεν εκτονώνουμε τα συναισθήματα τα αρνητικά, παθαίνουμε πολλά. Να μη μιλάς για τα ψυχολογικά, να μιλήσω και για τα σωματικά. Έχουμε τα αυτοάνωσα, έχουμε τους καρκίνους. Είναι η θυμή μας, η καταπιεσμένη θυμή μας. Ο θυμός λοιπόν είναι ένα είδος έντονης εξάρτησης. Αρνητικής, όπως ο έρωτας. Ο έρωτας είναι θετικής εξάρτησης. Ο θυμός αρνητικής εξάρτησης όμως. Και τα δύο αυτή στη συναισθηματική σένταση... μας κρατούν δεμένους με το άλλο πρόσωπο. Και γι' αυτό βλέπετε ότι πολλά ζευγάρια έχουν πάρει διαζύγιο, αλλά συναισθηματικά δεν έχουν χωρίσει ποτέ. Και η απεξάρτηση λοιπόν από αυτό το συνέστημα, από αυτή τη σχέση που μας κατατρώει, μπορεί να προκαλέσει μεγάλο στρες. Και χρειάζεται και πάρα πολύ μεγάλο κουράγιο να το κάνουμε. Γιατί όταν αφήσουμε μετά μέρος το θυμό μας, παρετούμαστε και από το όνειρο ότι το άλλο πρόσωπο... κάποια στιγμή θα φύγω να τηστώ και θα μας ζητήσει συγνώμη. Το περιμένουμε, το θέλουμε, το προσδοκούμε. Έτσι λοιπόν, όταν παρετηθούμε από το θυμό και πούμε δεν βαριέσαι, ότι έγινε, μπορούμε να το πούμε. Μπορούμε. Είναι θέμα πολεμικών τεχνών. Πόσες φορές θέλει να το πούμε την ημέρα, το λέμε. Προσπαθούμε πάντα να πάρουμε το μυαλό μας μακριά από αυτό. Προσπαθούμε με επίγνωση να καταλάβουμε... γιατί ο άλλος έφτασε σε αυτό το σημείο να μας πληγώσει. Είναι πάρα πολύ δύσκολο, προσέξτε με. Εγώ παλεύω με αυτό το θέμα χρόνια. Εγώ μπορώ να γράψω βιβλία και βιβλία για το θυμό. Και βλέπετε ότι έχετε και μερικά στα χέρια σας. Έτσι λοιπόν, παρετούμαστε από το όνειρο... ότι το πρόσωπο που μας έβλαψε θα νιώσει τύψης... ή θα ζητήσει συγγνώμη ή θα επιστρέψει γονατιστό. Ή πως το πρόσωπο που μας έβλαψε θα καταλάβει πόσο πολύ μας πόνεσε... και τι κακό μας έκανε, πράγμα βέβαια που δεν θα συμβεί ποτέ. Σας το υπογράφω. Και ενώ εμείς θα καθόμαστε μέσα στο σπίτι και θα κλαίμε τη μοίρα μας... και θα λέμε πότε θα γίνει η Ανάσταση... το πρόσωπο θα πίνει φραπέ... στις παραλίες του Αλήμου, του Καλαμακείου. Κάπως έτσι συμβαίνει με το θυμό. Το γεγονός λοιπόν ότι είμαστε μόνο εμείς οι ίδιοι που είμαστε θυμωμένοι... είναι ένας καλός λόγος για να ξεκολλήσουμε από παλιά πρότυπα. Και γιατί το λέω. Γιατί όλο αυτό το καλείεται μέσα στο βιβλίο μου... και μέσα από τους πρωταγωνίστρες μου. Έχω μια πρωταγωνίστρα η οποία γυρίζει να πάρει εκδίκηση. Είναι θυμωμένη, 20 χρόνια ζει με ένα θυμό. Πώς μου το κάνανε εμένα αυτό. Και επιστρέφει στην Ελλάδα... για να πάρει εκδίκηση από αυτούς τους δύο που την έβλαψαν. Χρόνιος όμως θυμός και μαζί πίκρα κατατρώει την ενέργειά της. Και να σκεφτείτε αν το 1975 της ερχόμαστε καταρχήν... με έναν ορισμένο ποσό ενέργειας ο καθένας από εμάς. Και αποτελεί και την καύσιμο ύλη του πνευματάς μας. Εάν το 75% αυτής της ενέργειας το καταναλώνω εγώ... λέγοντας κάθε μέρα πώς μου το έκανε αυτό το πράγμα... έχω διαθέσιμο μόνο το 25%... να το βάλω σε άλλες επιδιώξεις μου κατά τη διάρκεια της ημέρας. Λοιπόν, εδώ θέλω να τονίσω... ότι είναι πολύ μεγάλη ανάγκη η επίγνωση του θυμού μας. Πολλές φορές δεν ξέρουμε ότι είμαστε θυμωμένοι. Δεν το καταλαβαίνουμε ότι είμαστε θυμωμένοι. Νομίζουμε, κλαίμε, γιατί νομίζουμε ότι είμαστε λυπημένοι. Αλλά κατά βάθος είμαστε θυμωμένοι. Επίγνωση, λοιπόν. Τα πάντα σε αυτή τη ζωή, τουλάχιστον από την πείρα μου... και δεν μιλώ ποτέ για συναισθήματα... τα οποία δεν έχω νιώσει στο πετσί μου επάνω. Δεν μπορώ να μιλώ για συναισθήματα που δεν έχω νιώσει στο πετσί μου επάνω. Σας λέω, λοιπόν, ότι... και το παραδέχομαι ότι είναι κάτι πάρα πολύ δύσκολο. Και εγώ έχω μία προειστορία πάνω σε αυτά. Και γι' αυτό μιλώ για αυτά τα θέματα. Και όπως μου δώσανε την ιστορία, την κύρια ιστορία του μυθιστορίματός μου... μου τη δώσανε ακριβώς έτσι. Είναι αληθινή ιστορία μιας πολύ σημαντικής οικογένειας... που θέλει το όνομά της να μείνει κρυφό... γιατί είναι χαμηλού προφίλ. Δεν είναι από αυτές τις οικογένειες που ακούγονται στα περιοδικά... ούτε στο Hello, ούτε στο OK, ούτε στα διάφορα τα εβδομαδία περιοδικά. Είναι μια οικογένεια που έχει πολύ μεγάλη ιστορία. Βρήκα την απόγονό της μέσα στις Αρσακιάδες... η οποία μου είπε η κυρία, αλλά πρώτα γράφε τις ιστορίες... και ακούω ότι δέχεσαι τις ιστορίες αναγνωστών... τις οποίες παίρνετε και βάζετε μέσα στα μυθιστοριματά σας. Είπα ναι, μου είπε έχω κι εγώ μια πάρα πολύ σπουδαία οικογένεια... προέρχομαι από μια σπουδαία οικογένεια... και έχω μια πολύ σπουδαία ιστορία να σας δώσω. Το αποτέλεσμα είναι η επιστροφή και ο διχασμός... γιατί είναι η συνέχεια της ιστορίας αυτής... που καταγράφω μέσα στην επιστροφή. Θέλω να τονίσω πως δεν ξεπερνούμε ποτέ τα τραύματα μας εντελώς... ώστε να μην επηρεάζουν τη ζωή μας. Τίποτα δεν μπορεί να μας φέρει πίσω στο παρελθόν. Ότι έγινε έγινε, δεν μπορούμε να το αλλάξουμε. Είναι ο τρόπος με τον οποίο θα το αντιμετωπίσουμε από εδώ και πέρα. Αυτοί που είμαστε, είμαστε έτσι και έχουμε γίνει... γιατί ζήσαμε αυτά που ζήσαμε. Γιατί πονέσαμε για αυτά που πονέσαμε. Γιατί η ψυχή μας βγήκε. Για να μπορέσουμε να είμαστε αυτοί που είμαστε. Και είμαστε καμωμένοι από τις πίκρες μας, τις χαρές μας, τις χαρές των προγόνων μας, τις ιστορίες των προγόνων μας, τα λάθη των προγόνων μας. Το DNA μας δηλαδή. Πιστεύω όμως ότι και κατά βάθος δεν θα θέλαμε να είμαστε διαφορετικοί. Θα θέλαμε ακριβώς να είμαστε αυτοί που είμαστε τώρα. Και έτσι όπως έχουμε γίνει με όλα αυτά τα δύσκολα που έχουμε ζήσει. Έτσι λοιπόν η Ροίδα μου πρέπει να συμφιλειωθεί με τον εαυτό της. Και αρχίζει ένα αργό και επίπονο ταξίδι... στον ανεξυχνίαστο κόσμο της Ενδοχώρας της. Όλοι μας έχουμε μια Ενδοχώρα μέσα μας. Ο κάθε ένας φτιανει το χάρτη του, τον εσωτερικό, βήμα το βήμα. Ανήφορο στον ανήφορο, στροφή στη στροφή. Πέτρα στην πέτρα. Και δεν υπάρχει χάρτης να μας καθοδηγήσει ποτέ. Το φτιάχνουμε εμείς αυτόν τον χάρτη μόνη μας στη ζωή μας. Αυτό κάνει και η δική μου η αγωνίστρια. Όχι και η μία. Και κόλλο μου τα μυστορήματα έρχονται... με ένα διέποντα από μία κεντρική ιδέα πάντα. Η οποία είναι το άλφα και το ομέγα του μυθιστορήματος. Στην προκειμένη περίπτωση δεν θα μπορούσε να είναι άλλη... από το πιο ιερό μάθημα από όλα. Είναι η ίδια η ζωή. Δεν πάω να έχω Harvard πτυχία. Και Μαϊτή πτυχία. Και Σορβώνης πτυχία. Τα μαθήματα που έχω πάρει από τη ζωή... δεν πληρώνονται με τίποτα. Ζούμε δύσκολους καιρούς. Πολλοί. Ό,τι μας έχει μείνει είναι το διάβασμα, είναι οι φιλίες, είναι η οικογένειά μας... που μας στηρίζει. Είναι ο κοινωνικός μας περίγυρος για όσους έχουν. Θέλω να σας αφήσω απόψε... με όχι συμβουλή. Δεν δίνω συμβουλές. Δηλώνω μόνιμη μαθήτρια της ζωής. Δασκάλα δεν υπήρξα ποτέ. Είμαι όμως μόνιμη μαθήτρια της ζωής. Και μαθητεύω ακόμα. Τι λοιπόν μπορούμε να κάνουμε αυτές τις μέρες... και αυτούς τους καιρούς. Καταρχήν μας χρειάζεται καλοσύνη. Για να μπορούμε να αντέχουμε τον εαυτό μας. Ένας κακός άνθρωπος δεν αντέχει τον εαυτό του με τίποτα. Βάθος εσωτερικό. Για να τον αντέχουμε τον εαυτό μας. Να μην βαριόμαστε, να μην τον βαριόμαστε τον εαυτό μας. Ένας άνθρωπος ρυχός... τι μπορεί να προσφέρει στον εαυτό του. Βάθος εσωτερικό σημαίνει διάβασμα. Σημαίνει ένα ωραίο θέατρο. Σημαίνει σκέψεις. Σημαίνει κάθομαι και σκέφτομαι κάποιες στιγμές στη ζωή μου. Μπαίνω στο μετρό που το χρησιμοποιώ πάρα πολύ. Και δεν μπορούν να σταθούν ένα δευτερόλεπτο μέσα στο μετρό. Μα να σκεφτούν λιγάκι, λιγάκι. Τόσο δά τη μέρα τους να την οργανώσουν. Βγάζουν το κινητό και αρχίζουν να παίζουν παιχνίδια. Λίγο γηγοστόπ, λοιπόν, στην ημέρα μας. Ένας ωραίος καφές με φίλους. Ένα ωραίο φαγητό για να εφράνει την ψυχή μας. Και βέβαια, απόσταση, το τρίτο και το κυριότερο, απόσταση από τα πράγματα. Τηλεόραση, ναι. Όσοι ακούτε από τις ιδήσεις, κρατήστε τα μισά. Οι δημοσιογράφοι θέλουν πάντοτε το τόσο να το κάνουν τόσο. Να κερδίζουν τις εντυπώσεις. Τα μισά, κρατήστε τα μισά από αυτά που ακούτε στην τηλεόραση. Βαθιές αναπνοές. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ που με ακούσατε απόψε. Ευχαριστώ ο Δήμοαλίμου για την πρόσκληση... και την κυρία Σκράβου για την καταπληκτική οργάνωση. Ευχαριστώ. Είναι οκτώ και μισή. Έχω πάρει λίγο παραπάνω την ώρα που ήθελα. Πέντε λεπτά. Είχα κανονίσει να είναι σχεδόν μια μισή ώρα. Δεν θέλω να σας καθυστερήσω. Ερωτήσεις όποιος έχει. Δεν μας έχετε καθυστερήσει. Μας έχετε ηρεμήσει. Έχετε ερωτήσεις. Έχουμε? Ερωτήσεις ή αν θέλετε βιβλία υπογράφω. Θα περιμένω. Είμαι εδώ για σας. Έλεγα πριν ότι μέχρι να αποφασίσετε... αν θα έχετε κάτι να ρωτήσετε, έλεγα πριν ότι επειδή υπάρχουν ακόμα κάποιοι άνθρωποι που φροντίζουν τόσο τον πολιτισμό μας και τα πολιτισμικά, κάθε φορά που πέφτω και γονατίζω, μα κυριολεκτικά γονατίζω από τα διάφορα, θυμάμαι αυτούς τους ανθρώπους που οργανώνουν αυτές τις βραδιές, που οργανώνουν και βγάζουν χρόνο από τη ζωή τους και από την οικογένειά τους και τότε έρχομαι στα ίσα μου και λέω αξίζει και η Ελλάδα μας ποτέ δεν πεθαίνει. Είμαι σίγουρη γι' αυτό. Νομίζω μας έχετε αφήσει άφωνος. Δεν το ξέρω αυτό. Ελπίζω να μη σας κούρασα. Ελπίζω την επόμενη φορά θα δούμε το διχασμό και θα δούμε ένα... Θέλουμε να σας ευχαριστήσουμε εγώ προσωπικά για την ενέργειά σας, για τη δυναμικότητά σας, για τον άψογο λόγο σας πραγματικά. Έχω μείνει άλαβδη. Ευχαριστούμε πάρα πάρα πολύ. Σας ευχαριστώ πολύ. Για τα ιστορικά ντοκουμέντα, για όλο αυτό που μεταδίδετε. Γιατί δεν είναι αυτό που λέτε, είναι το πώς το λέτε και εμένα με έχει εντυπωσιάσει. Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ. Εγώ σας ευχαριστώ πολύ. Σας ευχαριστώ για το λόγια σας και την αγάπη σας. Θέλω να σας πω ότι την επόμενη Δευτέρα με φωτογραφίες πλέον τις πρώτες της Αθήνας, το διχασμό 1840 με 1875, θα πούμε πολλά ωραία πράγματα, άλλα πράγματα εκεί, τελείως διαφορετικά από τα σημερινά, αλλά πάλι για την Αθήνα και το υπόλοιπο της ιστορίας της. Δεν θέλω να σας αφήσω έτσι. Εκείνο που κατάλαβα στη ζωή μου, δύο λεπτά να σας πω και να κλείσω με αυτό, είναι ότι η μόνη σχέση την οποία δεν μπορώ να αποφύγω ποτέ, είναι η σχέση που έχω με τον εαυτό μου. Δενίζομαι λοιπόν τα λόγια ενώ έχω έναν πολύ αγαπημένο ποιητή που συμβαίνει και τι χάνει ο ποιητής αυτός, να είναι ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας και Νέας Ζηλανδίας. Είναι ένας καταπληκτικός ποιητής, δεν γράφει τίποτα παπαδίστικο από αυτά που νομίζετε, γράφει καταπληκτικά πράγματα για τη ζωή. Διάβασα λοιπόν ένα πολύ ωραίο πείημα του, σχεδόν πεζό, το οποίο έλεγε ότι πρέπει να αγαπάμε τον εαυτό μας, αλλά όχι να τον αγαπάμε εγωιστικά. Δηλαδή να αγαπάμε τον εαυτό μας και να τον φροντίζουμε και να μην τον μαστυγώνουμε. Δηλαδή δεν είμαι καλός πατέρας, δεν είμαι καλή μητέρα, δεν δίνω χρόνο στα παιδιά μου, δουλεύω πολύ, δεν είμαι καλή στη δουλειά μου, δεν διαθέτω χρόνο για τους γονείς μου. Αυτό είναι ψυχοφθόρο πάρα πολύ. Ζούμε σε περίεργους καιρούς, τα πράγματα αλλάζουν. Έλεγε λοιπόν ότι αγαπώντας τον εαυτό μας, αλλάζει ο τρόπος που βλέπουμε τη ζωή και βλέπουμε τα πράγματα. Και δείτε τι συμβαίνει με τα λόγια του Στυλιανού, του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας και Νέας Ιλλανδίας. Αγαπώντας τον εαυτό μας, τα ορατά μεγεθύνονται, τα νοητά μελοποιούνται, τα φθαρτά μνημονεύονται και τα αόρατα προσκυνούνται. Σας ευχαριστώ.