: Ονομάζομαι Χατζικός Ασαντώνιος, το 1944, 6 Απριλίου, ήρθαν τα τάγματα το Πούλιο και εγκαταλάβα το Σχολείο, το 6ο Δημοτικό Σχολείο. Και εμείς οργανώσαμε, ήμασταν στο Εφεδρικό Ελλάς στην Επών και οργανώσαμε να τους χτυπήσουμε. Ήμασταν δέκα άτομα οπλισμένοι με αυτόματα, με δυό δεσμίδες και με από δυό χεροβίδες μίληση. Περιμέναμε τον Καπιτάνιο να δώσει το σύνθημα να έχει πιστούλια και να αρχίσουμε με τα αυτόματα και μετά θα τους ρίχνουμε από μια χεροβίδα μίληση. Και είχαμε από μια δεσμίδα και από μια χεροβίδα είχαμε. Και το πρόγραμμα μας ήταν από πού θα φύγουμε ο καθένας. Και εκείνη την ημέρα που οργανώσαμε να τους χτυπήσουμε, κάποιος φυσοκρότησε το όπλο και βγήκαν όξω αυτοί και άρχισαν να σκοτώναν αθώ ο κόλλιμος. Όποιον βρίσκαν σκοτώναν, δεν το ρωτούσαν τίποτα. Εκείνο με έμεινε και δεν μπορώ να το ξεχάσω ποτέ. Εγώ και κάτι άλλο φύγαμε από σπίτι σε σπίτι και βγήκαμε στην Αγιανάρια την εκκλησία. Εκεί κάτω ήταν η Λευθέρα Ελλάδα, δεν υπήρχε. Ή απέναντι στην Αγία Βαρβάρα που ήμασταν, εγώ ήμασταν σε μια Κακαβιά. Απέναντι στην Κακαβιά δεν υπήρχαν σπίτια, μόνο το σχολείο ήταν. Εκεί η Κακαβιά είναι ένας μαγαλάς, είχαμε πέντε έξι σπίτια. Αυτή ήταν η επιχείρηση. Μετά από εκεί βγήκαμε σε ένα σπίτι και από απάντηση απάντηση βγήκαμε στην Αγιανάρια. Εκεί η Αγιανάρια ήταν η Λευθέρα Ελλάδα, δεν μπορούσε να μας πιάσει κανένας. Και έτσι σώθηκες δηλαδή. Ναι έτσι σώθηκα. Αλλά όχι θα μας καθαρίζανε οι πολίτες. |