Διάλεξη 8: Είναι μια πάθηση των οφθαλμών αρκετά διαδεδομένη στον γενικό πληθυσμό και μπορεί να οδηγήσει στην τύφλωση. Για να δούμε πώς είναι η τύφλωση, πρέπει να δούμε πώς είναι η τύφλωση. Είναι μια πάθηση των οφθαλμών αρκετά διαδεδομένη στον γενικό πληθυσμό και μπορεί να οδηγήσει στην τύφλωση. Για να καταλάβουμε το γλάφωμα πρέπει να αρχίσουμε από την φυσιολογία έκρισης και αποχέτευσης του ιδατοϊδούς υγρού. Είναι μια πάθηση των οφθαλμών αρκετά διαδεδομένη στον γενικό πληθυσμό και μπορεί να οδηγήσει στην τύφλωση. Είναι μια πάθηση των οφθαλμών αρκετά διαδεδομένη στον γενικό πληθυσμό και μπορεί να οδηγήσει στην τύφλωση. Και από εκεί αποχετεύεται από την γωνία του προστίου θαλάμου μέσω του γωνιακού δικτυοτού συστήματος στο σωλήνα του ΣΛΕΜ και από εκεί στο επισκλήριο φλεβικό δίκτυο. Εδώ βλέπουμε καλύτερα τον τόπο παραγωγής και την πορεία του ιδατοϊδούς υγρού μέσω της κόρης προς την γωνία του προστίου θαλάμου σε μία υπενθύμηση της ανατομίας του Βολβού. Όταν η κυκλοφορία του ιδατοϊδούς υγρού παρέμποδιζεται, όπως από συμφύσης ανάμεσα στην ήριδα και στο φακό ή από αίμα, τότε αυξάνεται η αδοθάλμια πίεση και αυτό μπορεί να γίνει πάρα πολύ γρήγορα σε οξυγλάφκωμα ή βραδύτερα και διαρκώς σε χρόνιο γλάφκωμα. Το αποτέλεσμα της αύξης της αδοθάλμιας πίεσης είναι η βλάβη των οπτικών υνών και των γαγγλιακών κυτάρων του αμφιλστροϊδού, κατάσταση η οποία χαρακτηρίζεται σαν γλάφκωμα. Το γλάφκωμα έχει σαν κυριότερο παράγοντα, κινδύνου την αυξημένη αδοθάλμια πίεση, η οποία δια της πίεσης προκαλεί ατροφία των οπτικών υνών, αλλά όχι μόνον δια της πίεσης, αλλά και δια της παρεμπόδισης της τριχοειδικής αιμάτωσης της κεφαλής του οπτικού νεύρου. Αρχικά το γλάφκωμα είναι ασυμπτωματική νόσος. Τα σκοτόμου που προκαλεί είναι αρνητικά και δεν γίνονται αντιληπτά ακόμα περισσότερο γιατί αφορούν καταρχήν την περιφέρεια του οφθαλμού. Έτσι ένας γλάφκωματικός σιγά σιγά χάνει την περιφέρεια του οπτικού του πεδίου, όπως βλέπετε σε διπλανές εικόνες και το οπτικό πεδίο περιορίζεται τελικά σε μία όραση μέσα από έναν σωλήνα. Δίκτης της ατροφίας των οπτικών υνών είναι η κύλαση της θυλής του οπτικού νεύρου. Σε χρόνιο γλάφκωμα οι βλάβες που προκαλούνται στο οπτικό πεδίο είναι σκοτώματα, αρνητικά πάντα, έχουν μορφή τόξου ή προσβάλλουν το ρηνικό οπτικό πεδίο δημιουργώντας ένα ρηνικό σκαλοπάτι ανάμεσα στο άνω και στο κάτω ή μη πεδίο και τελικά αφήνουν μία νησίδα κεντρικής όρασης σε τελικά στάδια, όπως βλέπετε και στις διπλανές απεικονήσεις οπτικών πεδίων που έχουν λυφθεί κατά την πρόοδο ενός γλαφκώματος. Το γλάφκωμα ελατώνει την ευαισθησία στην αντίθεση και την ικανότητα προσαρμογής σε ακραίες συνθήκες φωτισμού, πολύ έντονο και πολύ χαμηλό φωτισμό. Η αυξημή ενδοφάλου με πίεση δεν είναι η αιτία του γλαφκώματος αλλά είναι ο κύριος παράγοντας κινδύνου. Το γλάφκωμα είναι μία πολύ παραγοντική νευροπάθεια και αυτό το βλέπουμε σε περιπτώσεις γλαφκώματος χαμηλής πίεσης όπου ενώ η ενδοφάλου με πίεση είναι χαμηλή δημιουργούνται βλάβες στο οπτικό νεύρο και αυτές λόγω της κακής υκλοφορίας σε αυτό. Υπάρχει αντίθετα και ψηλή ενδοφάλου με πίεση σε νέα άτομα χωρίς γλάφκωμα κατάσταση η οποία χαρακτηρίζεται υπερτονία. Δηλαδή το γλάφκωμα χαρακτηρίζεται από ελάτωση του οπτικού πεδίου. Όταν το γλάφκωμα εγκατασταθεί ξαφνικά, κατάσταση που ονομάζουμε οξύγλαφκωμα, εκδηλώνεται με πόνο στο βολβό και στη σύστηχη κροταφική περιοχή, ναυτία, έμετο, μείωση της οποιής οξύτητας λόγω της θόλωσης του κερατοϊδούς και οι ασθενείς αναφέρουν ότι βλέπουν χρωματιστή άλλο γύρω από φωτεινές πηγές όπως βλέπετε στην κάτω δεξιά διαφάνεια. Τα σημεία που θα βρει ο γιατρός σε ένα οξυγλάφκωμα είναι η υπερεμία, η έναισης του επιφυγκότος, ένα κόκκινο μάτι, η κόρη βρίσκεται σταθερή σε μέση μηδρίαση και δεν αντιδράσσει το φως, ο πρόστιος θάλαμος είναι ριχός, ο κερατοϊδής εξηδένεται και χάνει τη διαφάνειά του και ο βολβός εμφανίζοντας αυξημένη να φτάνει με πίεση γίνεται σκληρός και άκαμπτος σαν από πέτρα. Πώς αντιμετωπίζεται το οξύγλαφκωμα με μια κατάσταση που πρέπει να αντιμετωπίσει στο νοσοκομείο. Πρέπει πρώτα να αντιμετωπιστεί η φλεγμονή με τοπική δεξαμεθαζόνη και να δοθεί μια τοπική και συστηματική αγωγή για τη μείωση της παραγωγής του ιδατοειδούς υγρού. Κολύρια που βασίζονται στην ακεταζολαμίδη ή ακεταζολαμίδη από του στόματος ελατώνει την ποσότητα του παραγωμένου ιδατοειδούς υγρού ενώ υπέρ των αδιαλείμματα μανιτόλης ενδοφλεβίως ελατώνουν την ενιδάτωση, αφιδατώνουν δηλαδή το βολβό και έτσι αφαιρούν νερό από αυτό και συμβάλουν στην ελάτωση της πίεσης. Στη συνέχεια για την κινητοποίηση της ύριδας, του σφυγχθείρα της ύριδας ο οποίος έχει παραλύσει και εφόσον η πίεση έχει ελατωθεί δίνονται μοιωτικά κολύρια με κύριο εκπρόσωπο την πυλοκαρπίνη ανά 5 ή 10 λεπτά. Μετά την διάβγαση του κερατοειδούς επιχειρείται μία τομή στην ύριδα, μία μικρή οπί δηλαδή που θα φέρει σε επικοινωνία τον οπίστιο θάλαμο με τον πρόστιο θάλαμο και αυτή γίνεται με τη βοήθεια laser στη σεισμοϊδή λιχνία ανέμακτα. Σημασία λοιπόν για την πρόληψη, εξέλιξη του γλαυκόματος είναι η πρόημη διάγνωσή του. Αυτή γίνεται με μία τακτική τονομέτρηση σε άτομα που για πρώτη φορά πηγαίνουν στο νοφθαλμίατρο για τα προσβλειοπικά τους γυαλιά. Αρχίζει δηλαδή τις περισσότερες φορές σε ηλικία 40-45 ετών και εφόσον υπάρχει υπόνοια γλαυκόματος, διενεργείται εξέταση του οπτικού πεδίου, περιμετρία δηλαδή, όπου αποκαλύπτονται σχετικά ριχά ή βαθύτερα σκοτώματα στον οπτικό πεδίο. Η οφθαλμοσκόπηση δείχνει, όπως βλέπετε στην μεσαία διαφάνεια, δεξιά κύλανση του οπτικού νεύρου και η εξέταση συμπληρώνεται με ιδικότερες εξετάσεις που διαπιστώνουν λέπτιση της τυβάδας των οπτικών ενών. Μια κατάσταση που προσβάλλει τα παιδάκια στη γέννησή τους είναι το συγγενές γλαύκομα, που είναι μια οπτική νευροπάθεια με αυξημένη ενδοφθαλμία πίεση λόγω διαφόρων ανομαλιών διάπλασης του Βολβού. Στο νεογνώ και στο βρέβος οφθαλμός είναι ελαστικός, έτσι η αυξημένη ενδοφθαλμία πίεση δημιουργεί παθολογική και δυσανάλογα γρήγορη αύξηση του μεγέδους του Βολβού που φτάνει να μοιάζει σαν μάτι βοδιού. Κατάσταση την οποία ονομάζουμε βουφθαλμό. Γλαυκόματα μπορεί να προκληθούν από διάφορες αιτίες, τα ονομάζουμε δευτεροπαθή και αυτά μπορεί να είναι μετά από φλεγμονή της ήρηδας, μετά από ρήξη του φακού και έξοδο πρωτεϊνών του υπερόριμου φακού στον πρόστιο θάλαμο. Καταστάσεις όπου αποφωλιδοντικό υλικό εναποτίθεται στο γωνιακό δικτυωτό, το ίδιο και χρωστική. Γλάφομε μπορεί να προκληθεί από κατάχρηση κορτιζόνης σε μορφή κολυρίων κυρίως αλλά και περός και μπορεί να οφείλεται σε υπερπαραγωγή υγρού, εξαγγείωση δηλαδή υγρού σε αγγεϊκές παθήσεις των φλυστροειδούς όπως είναι η διαβιδική φλυστροδοπάθεια και η φλεβική θρόμβωση των φλυστροειδούς. Για περισσότερες λεπτομέρειες του πολύ ενδιαφέρον αυτό κεφάλαιο σας παραπέμπω στις ηλεκτρονικές παραπομπές του κεφαλαίου αυτού και σας ευχαριστώ για την προσοχή σας. |