Η αρχή της αναλογικότητας ως κριτήριο του ελέγχου συνταγματικότητας. Έλεγχος προσφορότητας/καταλληλότητας και αναγκαιότητας, καθώς και έλεγχος συνδρομής του σκοπού του νόμου.: Εγώ είμαι η Κόποτε η Βασιλική, είμαι διδάκτωρας του Συνταγματικού. Θα κάνουμε σήμερα μαζί, γιατί η κ. Παπαδοπούλη είναι στο εξωτερικό. Θα κολληθήσουμε κανονικά στο πρόγραμμα όπως έχει. Αρχή αναλογικότητας και θα παρουσιάσουμε και τα παιδιά τις σχετικές αποφάσεις. Ξέρω ότι την ξέρετε την αρχή, απλά θα κάνω εγώ ένα μικρό πρόλογο. Θα σας ρωτάω ότι δεν καταλαβαίνετε ότι όπου θέλετε να σταματάμε και να επαναλαμβάνουμε κάθε πράγματα, θα σηκώνετε το χέρι για να σας βλέπουμε. Τι είναι η αρχή της αναλογικότητας λοιπόν? Ποιος μπορεί να μας στείλει? Τα ξέρετε από τις ελευθερίες, τα ξέρετε... Όταν έχουμε σύγκρουση δύο συνταγματικών αγαθών, τότε μπορεί να εφαρμοστεί η αρχή της αναλογικότητας. Φασικά η αρχή της αναλογικότητας είναι ένας περιορισμός των περιορισμών των συνταγματικών δικαιομάτων. Ωραία, πολύ σωστά. Αποτελείται από τρεις εκφάσεις, τρία στάδιο. Μην φτάνεις ακόμα εκεί. Που θα μελειώνεται η αρχή της αναλογικότητας, ας τα πάρουμε όλα με τη σειρά. Θα πούμε μερικά πράγματα συνολικά για την αρχή και έπειτα θα δούμε πόσο αφαρμόζεται. Πριν μου πείτε για το σύνταγμα. Μάλλον όχι, πείτε μου πρώτα για το σύνταγμα. Θα μελειώνεται συνταγματικά η αρχή της αναλογικότητας. Ναι, συναδεύουμε. 25 παράγραφος 1. Λέει τι? Έχει σωστά. 25 παράγραφος 1 είναι η δάθλια τελευταίας. Ναι. Δέι τα μάνι. Λέει ότι κάθε είδους περιορισμούς που μπορούγαν το σύνταγμα να κυνηγηθούν στους δικαιώματα αυτά, προβλέπονται είτε απ' το σύνταγμα είτε από το νόμο. Ναι. Και πόσο υπάρχει τη φύλαξη υπέρα του για να σέχονται την αρχή της αναλογικότητας. Ωραία. Επομένως καταρχήν η αρχή της αναλογικότητας έχει μια συνταγματική, όπως λένε, θεμελιώση. Άλλη θεμελιώση έχει, δηλαδή να το πω διαφορετικά, εάν δεν υπήρχε κατοχυρωμένη στο σύνταγμα η αρχή της αναλογικότητας. Η κατοχύρωση της αρχής έγινε το 2001 με την αναθεώρηση του συντάγματος του 2001. Θα είχε κάποια θεμελιώση η αρχή, θα μπορούσαμε να πούμε ότι πάλι θεμελιώνεται κάπου. Θα θυμάστε αυτά από τις ελευθερίες. Ναι. Ας πούμε πρώτα στο εσωτερικό μας δίκαιο. Θα μπορούσαμε κάπου να τη θεμελιώσουμε. Όχι απαραίτητα σε γραπτό κείμενο, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ. Πες μας. Σωστό είναι αυτό. Μπορούμε να πούμε ότι θεμελιώνεται σε μια άλλη γενική αρχή που χαρακτηρίζει το δικό μας κράτος. Σας βοηθάω. Στην αρχή του κράτους δικαίου. Λέμε λοιπόν ότι η αρχή της αναλογικότητας έχει καταρχή μια δικαιοκρατική θεμελιώση. Δηλαδή θεμελιώνεται τη γενικότερη αρχή του κράτους δικαίου. Δεν είμαστε απλά ένα κράτος νομιμότητας, ένα κράτος δικαίου. Κάτι περισσότερο δηλαδή από το κράτος δικαίου. Έχει λοιπόν η αρχή της αναλογικότητας αφενός μια δικαιοκρατική θεμελιώση. Πράγμα που σημαίνει ότι και αν δεν την είχαμε εριτά στο συνταγματικό κείμενο, πάλι θα λέγαμε ότι κάπου θεμελιώνεται. Δεύτερον όμως έχει και μια ρητή συνταγματική θεμελιώση που είναι αυτή που μόλις είπατε, το άρθρο 25 του συντάγματος. Ωραία. Είναι συνταγματική αρχή λοιπόν η αρχή της αναλογικότητας? Είναι μια αρχή κατώτερης ισχύος. Έχει συνταγματική ισχύ. Κάποιος άλλος. Κάποιος άλλος. Φορμαλιστική απάντηση επειδή το λέει το σύνταγμα. Ωραία, έτσι είναι. Άρα είναι μια αρχή συνταγματικής ισχύος. Τι σημαίνει αυτό? Τι συνέπειες έχει αυτό? Όταν ο νόμος την παραβιάζει τότε βρίσκεται το συνταγματικό σου. Παραβιάζει το σύνταγμα. Σωστά. Μόνο αυτός. Μόνο ο νόμος. Διαφορετικά, ποιος έχει υποχρέωση να εφαρμόσει την αρχή της αναλογικότητας. Θα λέγατε. Καταρχήν ο νομοφέτης. Καταρχήν ο νομοφέτης είπε ο συνάδελφος. Άλλος. Η διοίκηση. Η διοίκηση. Άλλος. Ποιος άλλος. Ναι. Ο δικαστής. Έτσι ο δικαστής. Συνεπώς και οι τρεις κρατικές λειτουργίες εφαρμόσουν την αρχή της αναλογικότητας. Δηλαδή και ο νομοφέτης και ο δικαστής και η διοίκηση. Με διαφορετικό ενδεχομένος τρόπο κάθε φορά. Θα το δούμε. Επομένως, αν θέλετε, αποδέκτες της αρχής της αναλογικότητας, μπορούμε να πούμε ότι είναι η φορείς και των τριών κρατικών λειτουργιών. Τους ιδιότες. Βεσμένη η αρχή της αναλογικότητας. Αυτά είναι ερωτήματα που έχει και η κυρία Παπαδοκούλου στο πλάνο που έχει αναρτήσει. Βλέπετε κάθε φορά το σχεδιάγραμμα του μαθήματος, έτσι, γιατί το μαθήμα σας είναι A+, που σημαίνει ότι όλα αυτά μετά τα PowerPoint θα ανεβούν και με βιντεάγια και τα λοιπά. Βέβαια, σήμερα δεν έχουμε κάμερα, αλλά όλα τα υπόλοιπα. Επομένως, κάθε φορά πριν έρθετε εδώ να βλέπετε το σχεδιάγραμμα, για να ξέρετε περίπου τι συζήτηση θα ακολουθεί. Η αρχή της αναλογικότητας λοιπόν βεσμένη, τους ιδιότες. Η συνάδελφος πίσω. Ναι. Νομίζω ότι υπάρχει η θεωριέτηση της Δετραηγίας, που συνεβάγει ότι τα σταυματικά δικαιώματα, νομίζω, καταλαβαίνουν και οι αρχές από αυτή, επειδή επαρμόντει και τις σχέσεις των ιδιωτών, όπως θα μοιάζει. Βασικά, εφόσον κάποιες δικαιώματα πριν ενεργούν, έχουμε ένας αποδέκτες, όπως είναι και οι ιδιώτες, άρα οι ιδιώτες αυτοί, όταν θα προοδεύουν σε κάποιον περιορισμό τους, δεσμεύονται και από τις ασυνταγματικές αρχές, όπως η αρχή της αναλογικότητας, που αποτελεί έναν περιορισμό τον περιορισμό. Ωραία. Συμφωνούμε σε αυτό και θα το δούμε μετά και σε μία από τις αποφάσεις που έχουμε, που είναι πολιτικού δικαστηρίου, που θα παρουσιάσουμε σήμερα. Πάνω σε αυτό που μόλις τώρα είπε ο συνάδελφος. Πέσαμε για τη λειτουργία της αρχής της αναλογικότητας. Είπε ότι είναι ένας περιορισμός των περιορισμών των δικαιωμάτων. Πώς το αντιλαμβάνεστε αυτό? Αυτό είναι η ελευθερία. Το ξέρω ότι σας έχει απασχολήσει, απλώς να κάνουμε μια επανάληψη για να δούμε τι γνωρίζουμε. Γενικώς τα δικαιώματα επιδέχονται περιορισμών. Να σε διακόψω όλα τα δικαιώματα. Όχι, καταρχήν. Όταν βλέπετε στο σύνταγμα τη φύλαξη περί του νόμου με κάποια από τις μορφές που βλέπετε, μπορούν να υπάρξουν περιορισμοί. Βέβαια, αυτοί οι περιορισμοί ελέγχονται με βάση τους περιορισμούς των περιορισμών. Πολύ σωστά. Αυτό που λέει συνάδελφος είναι ότι τα δικαιώματα επιδέχονται κάποιους περιορισμούς. Η αρχή της αναλογικότητας έρχεται να θέσει ένα όριος σ' αυτούς τους περιορισμούς. Γι' αυτό και τη λέμε «ο περιορισμός των περιορισμών» σημαντικά μεταφράζουμε τον γερμανικό όρο, που κάπως φαίνεται αδόκιμος στα ελληνικά, αλλά το χρησιμοποιούμε «περιορισμός των περιορισμών». Εννοούμε όριο στη θέση της υπεριορισμών. Και τα πολιτικά δικαιώματα περιορίζονται και έχουν ως περιορισμό των περιορισμών την αρχή της αναλογικότητας, δηλαδή μεταφράζουμε τα ατομικά και οι κοινωνικά. Η συνάδελφος πίσω. Λέμε ότι είναι «περιορισμός των περιορισμών» για τα ατομικά και τα κοινωνικά, έτσι. Δεν την εφαρμόζουμε παντού την αναλογικότητα, γιατί καμιά φορά και εμείς το παρακάνουμε και τα δικαστήρια το παρακάνουν. Δεν μιλάμε για τα ατομικά και τα κοινωνικά δικαιώματα, δηλαδή τα δικαιώματα που βρίσκονται στο κεφάλαιο του συντάγματος, στα άρθρα από το 4 έως το 24. Ατομικά και κοινωνικά. Δεν μιλάμε για τα πολιτικά δικαιώματα που είναι στα επόμενα άρθρα του συντάγματος που κάνατε και στο συνταγματικό του πρώτου έτους, δηλαδή δεν μιλάμε για το πλασικό κοινοβουλευτικό συνταγματικό. Τώρα μιλάμε για τα δικαιώματα, ετσι, ατομικά και κοινωνικά. Ωραία. Εκτός από το περιορισμό στων περιορισμών, έχει μια άλλη χρήση, ας το πούμε έτσι, η αρχή της αναλογικότητας, στο πλαίσιο, να σας βοηθήσω, του δικαστικού ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων. Πώς τη συμβαίουμε με τον έλεγχο της συνταγματικότητας, την αρχή της αναλογικότητας, ναι? Στο βαθμό που ένας νόμος περιορίζει ένα δικαίωμα υπέρ μετρά, πράγμα το οποίο μπορεί από τον έλεγχος με βάση την αρχή της αναλογικότητας, χρειάζεται δυσταγματικός, ένα μέτρο περιορίζει υπέρ του την ελευθέρη, το μπορούσε να ελευθεί με βάση την... Ωραία. Αυτό που λέει συνάδελφος και το αναδιατυπώνω εγώ, που είναι πολύ σωστό, ουσιαστικά λέει ότι η αναλογικότητα χρησιμοποιείται στο πλαίσιο του ελέγχου της συνταγματικότητας ως ένα εργαλείο ελέγχου, ουσιαστικά. Αυτό θα το δούμε πρακτικά στις αποφάσεις που θα ακολουθήσουν. Δηλαδή, για να ελέγξω τη συνταγματικότητα ενός μέτρου, το οποίο περιορίζει κάτι άλλο, και θα δούμε τώρα τι εννοώ, χρησιμοποιούμε την αρχή της αναλογικότητας, για να κάνουμε έλεγχο συνταγματικότητας. Πώς φαντάζεστε αυτήν την περίφημη στάθμιση που γίνεται στο πλαίσιο της αρχής της αναλογικότητας, πόσα μεγέθη συγκρίνονται ή σταθμίζονται όταν έχουμε αναλογικότητα. Πες μας, ναι. Είναι τρία μεγέθη. Πολύ σωστά. Πόσο είναι κατάλληλο υπρόσφορο το... Όχι τα στάδια, πριν φτάσουμε στα στάδια ελέγχου, πώς φαντάζεστε ένα παράδειγμα, θα δούμε μετά στις υποθέσεις με τους δικηγόρους αν τις διαβάσατε, πόσα μεγέθη, έχουμε έναν περιορισμό, ένα περιοριστικό μέτρο, έχουμε και έναν σκοπό που εξυπηρετείται, δύο είναι τα μεγέθη ή έχουμε και έναν ακόμη σκοπό κάπου κρυμμένο. Ναι. Μήπως έχουμε δύο σκοπούς και ένα περιοριστικό μέτρο, θυμάστε από τις ελευθερίες που λέγαμε ότι η σχέση ουσιαστικά είναι τριγωνική, έχουμε τρία μεγέθη να σταθμίζονται, έχουμε έναν περιορισμό, έχουμε έναν σκοπό δημοσίου συμφέροντος που εξυπηρετεί το μέτρο και έχουμε και έναν άλλο σκοπό δημοσίου συμφέροντος, ας μη πούμε ακόμη δημοσίου συμφέροντος, ο οποίος φύγεται. Ουσιαστικά δηλαδή στην αναλογικότητα, η σχέση είναι τριμερής, δεν είναι διμερής και θα το δούμε αυτό στις αποφάσεις. Δηλαδή έχουμε έναν σκοπό, μάλλον έχουμε ένα μέτρο που θα αφήξει ένα δικαίωμα για να εξυπηρετήσει έναν σκοπό. Τρία τα μεγέθη λοιπόν, τα συγκρινόμενα, αν θέλετε, στην αρχή της αναλογικότητας. Η εύκολη ερώτηση, τα τρία σταύια ελέγχου της αρχής, για να συμφωνήσουμε πριν πάμε στις αποφάσεις ποια είναι αυτά. Ναι. Πρέπει να είναι πρόσφοροι, αναγκαία και έχετε μία μία νομολογία. Τι εννοούμε όταν λέμε, το πρόσφορο το καταλαβαίνουμε όλοι, εννοούμε κατάλληλο. Αν και τι εννοεί ο καθένας κατάλληλο ή πρόσφορο, θα το δούμε ότι υπάρχει μεγάλη διαφοροποίηση στη θεωρία για την ομολογία. Όταν λέμε όμως αναγκαίο, τι εννοούμε? Αναγκαίο, ναι, η ίδια. Για τη συγκεκριμένη περίπτωση, να πρέπει να μην μπορεί να μεχθεί... Με άλλα λόγια το αναγκαίο είναι το... Ναι. Αχ, εχόμασταν για μαζί με το λεωφορείο. Ναι. Είναι το λιγότερο επαχθές. Πολύ σωστά. Το αναγκαίο είναι το λιγότερο επαχθές. Ουσιαστικά, ως προς την ένταση του ελέγχου, την έκτασή του, αλλά και τη χρονική διάρκεια του μέτρου. Το λιγότερο επαχθές, λοιπόν, ως προς την ένταση, την έκταση και τη διάρκεια. Αυτό εννοούμε. Αναγκαίο. Το λιγότερο κακό, με άλλα λόγια, να το πω απλά. Και στο τρίτο στάδιο είναι η περίφημη ενστενή ενία αναλογικότητα, που και εκεί καθένας κάτι άλλο εννοεί και κάτι άλλο φαίνεται να είναι τελικά. Δεν συνηθίζουν τα δικαστήρια να κάνουν στιχτοσέσιο αναλογικότητα. Είναι, ουσιαστικά, αυτό που λέμε, στάθμιση κόπτων που θέλουν. Περιέργο, σε μία από τις αποφάσεις που θα δούμε σήμερα, φαίνεται το δικαστήριο Άριος Πάγος να κάνει έναν έλεγχο τέτοιου είδους. Μία δύσκολη ερώτηση, για να δω να τα θυμάστε αυτά από τις ελευθερίες. Γιατί ψάχνουμε να βρούμε έναν σκοπό δημοσίου συμφέροντος, πριν εφαρμόσουμε την αρχή της αναλογικότητας, τι λέτε, ναι? Διότι η διοίκηση, προκειμένου να προβεί σε μία ενέργεια, πάντα πρέπει να υπηρετεί κάποιο δημόσιο σκοπό. Ο νομοθέτης? Το ίδιο και ο νομοθέτης. Κυρίως ο νομοθέτης. Επομένως, ψάχνουμε κάθε φορά, αυτό το λέω και για τα πρακτικά. Βρίσκουμε τον περιορισμό, βρίσκουμε το περιοριστικό μέτρο και ψάχνουμε να βρούμε έναν σκοπό, ο οποίος σκοπός εξυπηρετείται από το περιοριστικό αυτό μέτρο. Γιατί συσχετίζουμε το μέσο με το σκοπό? Γιατί αυτό μας λέει να κάνουμε η αρχή της αναλογικότητας, μαθαίνει να συσχετίσουμε περιορισμούς και σκοπούς, ναι. Γιατί γενικότερα, όσον αφορά τους ιδιώτες, και προτιμέρα όταν μιλάμε για τον πρακτικομετριώματο κύριο του συγκεκρισμού, το κανό μας είναι ότι εκπιτρέπεται ότι δεν απαγορέεται ούτε για να καταλήψουμε να κρίνουμε έναν περιορισμό θεμητό, αλλά εκπιτρέπει στον πόσο περιορισμένος είναι υπέκτερος από τη διάρκεια του επέκτησης των ιδιώτεων που συστηρείται μέσα στην εκπανή της ελευθερίας. Γιατί αν επιτρέπονταν γενικός υπεριορίσμι, τελικά τα καταλήκαμε η ελευθερία να είναι η ξέρεση. Σωστή λογική. Απλώς μη βάζεις τους ιδιώτες από την αρχή, γιατί είπαμε ότι και το κράτος μπορεί, κατεξοχή το κράτος μπορεί να έρθει να περιορίσει ένα δικαίωμα. Όχι, όχι. Εννοώ ότι το κράτος περιορίζει κυρίως δικαιώματα των ιδιουτών, τα νομικά πρόσωπα με προκροθέσεις υπάγονται. Ωραία. Ωραία. Σωστά. Αυτό, αν δεν βρούμε ότι υπάρχει ένας θεμητός σκοπός, προχωράμε να εφαρμόσουμε αρχή της αναλογικότητας. Σας κάνω αυτές τις θεωρητικές ερωτήσεις για να τις ενδάξουμε μετά στα πρακτικά και να καταλάβετε τι ακριβώς εννοώ. Εγώ προηγείται παντοέλεγχος στις υπαραξίες του δημόσιο σκοπό. Αν δεν υπάρχει δεν θα προχωρήσει. Αυτό που λέει ο συνάδελφος είναι πάρα πολύ σωστό. Κάνετε καμιά φορά, όχι εσείς προσωπικά, το λάθος και στα πρακτικά και των ελευθεριών. Εάν δεν βρούμε το σκοπό που υποτίθεται ότι θα εξυπηρετήσει το μέτρο, αν δεν υπάρχει σκοπός, ή αν κρίνουμε ότι αυτός ο σκοπός δεν είναι άξιος συνταγματικής προστασίας, δεν θα προχωρήσουμε να εφαρμόσουμε αρχή της αναλογικότητας, γιατί είναι περητό αυτό το πράγμα. Δεν έχουμε σκοπό. Υπάρχουν περιπτώσεις στην ομολογία που κάποιοι σκοποί δίθεν δημοσίου συμφέροντος κρίθηκαν ότι δεν έπρεπε να προστατευθούν, ότι ήταν ανάξιοι προστασίας. Τα θυμάστε αυτά από τις ελευθερίες? Πολύ σωστά. Συντεχνιακά συμφέροντα δεν είναι δημόσιο. Δεν θεωρούνται δημόσια συμφέροντα. Συμφέροντα άξια συνταγματικής προστασίας. Το ταμιακό συμφέρον του δημοσίου παλιά επίσης δεν θεωρούνταν άξιο συνταγματικής προστασίας. Εδώ έχω μια επιφύλαξη γιατί τον τελευταίο καιρό λόγο της περιθμής οικονομικής κρίσης τείνουν τα δικαστήρια να θεωρήσουν ότι, να μην το πούμε ταμιακό, το λένε υπέρτερο δημοσιονομικό συμφέρον ακριβώς για να δικαιολογήσουν, παράδειγμα σας λέω, περικοπές σε μισθού, συντάξεις και ούτω καθεξής. Αν δεν διαπιστώσουμε πρώτα ότι ο σκοπός είναι άξιος να προστατευτεί, δεν έχουμε λόγο να εφαρμόσουμε αρχή της αναλογικότητας γιατί μας λείπει το ένα από τα δύο τουλάχιστον συγκρινόμενα μεγέθη, δηλαδή ο σκοπός δημοσίου συμφέροντος. Αυτά μπορεί να ακούγονται κάπως γενικά που λέω τώρα, αλλά τώρα που θα τα δούμε στις αποφάσεις θα τα καταλάβετε. Θα κάνουμε εδώ μια παρένθεση για να δούμε τις αποφάσεις που έχετε να παρουσιάσετε και θα επιστρέψουμε μετά για να δούμε τι καταλάβουμε από όλα αυτά. Να ξεκινήσουμε από την 413 γιατί είναι η πιο παλιά και υπάρχει μια αλληλουχία. Θέλεις να έρθεις εδώ, έλε. Αν θέλετε μπορείτε να έρθετε και οι υπόλοιποι με καρικλήτσες από τώρα. Τουλάχιστον δύο μπορούμε να δούμε, αυτοί που θέλουν να παρουσιάσουν. Την 413-193 την ξέρετε όλη την Ολομέλεια. Οι τρεις από τις πέντε αποφάσεις από τις τέσσερις θεϊκά που θα παρουσιαστούν σήμερα, γιατί η μία δεν ήταν έτοιμη να μας πεις το τέλος, αν μπορεί να θέλεις να παρέμβεις το τέλος. Εντάξει, αν έχουμε χρόνο και προλαβαίνουμε, θα μας πεις... Οι τρεις από τις τέσσερις λοιπόν αποφάσεις που έχουμε, έχουν να κάνουν με όρια, με περιοριστικά μέτρα, του παλιού κώδικα δικηγόρων. Η τέταρτη απόφαση είναι διαφορετική με του Αριού Πάγου και έχει μία άλλη λογική, έτσι. Ο παλιός κώδικας δικηγόρων έθεται κάποιους χρονικούς περιορισμούς. Μεταξύ αυτών των περιορισμών ήταν το όριο ηλικίας, έθεται όριο ηλικίας 33 ετών και έθεται και κάποιους χρονικούς περιορισμούς σε σχέση με τη λήψη του τυχείου. Εξάμινο και πενταετία, θα τα δούμε αναλυτικά. Είναι πολύ γνωστές οι αποφάσεις αυτές, τις ξέρετε όλοι και από τις ελευθερίες, απλώς είναι ωραία παραδείγματα για να δείτε πώς ακριβώς αφαρμόζεται η αρχή της αναλογικότητας. Ένα από τα καλύτερα πεδία για να δει κάποιος πώς αφαρμόζεται η αρχή της αναλογικότητας είναι η επαγγελματική αφαιρία. Γιατί και το δικαστήριο έχει πλούσια ονομολογία, εννοώ το Συμβούλιο της Επικρατίας και έχει μία λογική πολύ συγκεκριμένη για την αρχή της αναλογικότητας, που σας βοηθά ακριβώς να καταλάβετε πώς λειτουργεί η αρχή στο πλαίσιο του ελέγχου της συνταγματικότητας των όμων. Μολονότι η 413 που θα παρουσιάσει η συνάδελφος, δεν νομίζω ότι κάνει αναλογικότητα, έτσι πολύ. Ακριβώς. Οπότε θα μας πεις, προφανώς σας την έβαλε η κυρία Παπαποκούνου σαν πρόλογο. Γιατί και εγώ, τουλάχιστον έτσι πώς διαβάζω την απόφαση δεν υπάρχει αναλογικότητα. Ξέρετε όλοι τα πραγματικά περιστατικά, θα μας τα πει η συνάδελφος ο εντάστης. Έχετε λίγο χρόνο να μας πείτε… Ωραία. Η απόφαση 413 του 1993 της αλλομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατίας ασχολήθηκε με το θέμα του αριού ηλικιές για την εγγραφή στα βιβλία ασκουμένων δικηγόρων των δικηγορικών συλλόγων. Το Δικαστήριο έκρυνε την έτηση εκειρώσεως της προσφέβουσας, η οποία είχε υποβάλει μια έτηση για να εγγραφεί στο βιβλίο ασκουμένων του δικηγορικού συλλόγου Σερών, η οποία μετά από τρεις μήνες απορρίχθηκε από το δικητικό Συμβούλιο του ίδιου δικηγορικού συλλόγου για τον λόγο ότι είχε υπερδεί το 33ο έτος ηλικίας της, η οποία θεσπιζόταν στο τότε κώδικα δικηγόρων ως απαραίτητος όρος για να εγγραφεί κάποιος ως ασκούμενος. Η προσφέβουσα υπέβαλε έτηση εκειρώσεως στο ΣΤΕ, η οποία πήγε στην Ολομέλη κατευθείαν λόγω σπουδαιότητας. Υπέβαλε έτηση εκειρώσεως στο ΣΤΕ, η οποία πήγε στην Ολομέλη κατευθείαν λόγω σπουδαιότητας. Αυτός ο οποίος θα στραφεί κατά της δικητικής πράξης, όπως σωστά γνωρίζετε και καλώς γνωρίζετε αφού βρίσκεστε την ευάθνηση, θα κάνει έτηση εκείρωσης. Στρέφεται κατά μιας δικητικής πράξης. Ποια είναι αυτή η πράξη του δικηγορικού συλλόγου, το εκάστοτε δικηγορικού συλλόγου. Με αφορμή την προσβολή της δικητικής αυτής πράξης, που είναι κανονικά σε σχέδιο του συμβουλίου του δικηγορικού συλλόγου, η συνταγματικότητα του νόμου, δηλαδή του κώδικα δικηγόρων. Έτσι, έχουμε μια δίκη ακυρωτική στο κλαίσιο μιας ακυρωτικής δίκης. Ανθισβητούμε, παρεπιπτόντος όπως γνωρίζετε, γιατί ο έλαχος της συνταγματικότητας είναι παρεπίπτον, δεν πάει σαφνικά κάποιος να ανθισβητήσει τη συνταγματικότητα των διατάξεων του κώδικα δικηγόρων, με αφορμή υπόθεση που τον αφορά, απορρίθεται η έτησή του. Ασκή έτηση ακύρωσης. Για να κεδήσει, ας πούμε, τη δίκη, πρέπει να την καλεστεί, επειδή δεν έχει προβλήματα η πράξη ηδικητική καθαυτή, έχει όμως ο νόμος τον οποίο επικαλέται ο δικηγορικός σύλλογος για να απορρίψει το έτημα της ενδιαφερομένης. Συνεπώς, με αφορμή την ακυρωτική δίκη που ανοίγει, ανθισβητεί εδώ η προσφεύγουσα, τη συνταγματικότητα του ορίου ηλικίας για την εγγραφή στα μητρών ασκουμένων, το οποίο ορίου ηλικίας, σας λέω, βρίσκεται στο νόμο. Και επειδή δεν μπορεί κάποιος να στραφεί με βάση στο δικό μας σύστημα ελέγχου συνταγματικότητας, απευθείας κατά του νόμου, στρεφόμαστε με αφορμή την ακυρωτική δίκη που ανοίγει, παρεπιπτόντος κατά των διατάξεων του νόμου. Να αναφέρω πρώτα το άρθρο στο οποίο βρίσκεται η κρίσιμη διάταξη. Ήταν το άρθρο 4 του νομοθετικού διατάγματος 3026 του 1954, ο οποίος είναι ο παλαιοσκοδικός δικηγότης, δεν ισχύει πλέον. Το οποίο ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι ο πτυχιούχος οφείλει μέσα σε έξι μήνες από τη λήψη του πτυχίου του, να ζητήσει την εγγραφή του σε ειδικό βιβλίο του δικηγορικού συλλόγου του τόπου ασκήσιος, προσκομίζοντας το πτυχίο του, καθώς και βεβαίωση του δικηγόρου, στον οποίο άρχισε να ασκείται. Από την εγγραφή αυτή, λογίζεται ότι άρχισε η άσκηση. Δεν δίνεται να εγγραφεί στο ειδικό βιβλίο ασκουμένων του οικείου δικηγορικού συλλόγου αυτός που συμπλήρωσε το 33ο έτος της ηλικίας του, εκτός αν πρόκειται για τυφλό που έχει αναπηρία 100%, οπότε η εγγραφή επιτρέπεται να συμπληρωθεί μέχρι το 45ο έτος. Φυσικά αυτή η εξέρεση δεν υπάρχει, δεν τηρείται εδώ πέρα. Και το άρθρο αυτό στην ουσία προσδιόριζε τη γενικότερη ρύθμιση του ακριβώς προηγούμενου άρθρου, του άρθρου 3, που όριζε την εγγραφή στον δικηγορικό σύλλογο, δηλαδή τις προϋποθέσεις για να γίνει κάποιος δικηγόρος. Και όριζε ότι διορίζεται δικηγόρος όποιος έχει επιτύχει στην εξέταση του ανάλογου εφετιού, της έδρος του τεφετίου, ο οποίος είναι πτυχιούχος νομικού τμήματος νομικής σχολής, έχει ολοκληρώσει πρακτικές άσκησης δεκαοχτώ μηνών και έχει και όχι ανώτευτο 35 ετών. Οπότε και σε αυτή τη διάθεση έμπαινε θέμα ηλικιακού ορίου. Τώρα το Δικαστήριο, στο πλαίσιο της αποφασής του, για την έτηση αικηρώσεως της προσβαλόμενης πράξης, εξέτασε το αν αυτές οι διατάξεις του δικηγορικού κώδικα ήταν σύμφωνος προς το Σύνταγμα και συγκεκριμένα σε σχέση με το άρθρο 5 παράγραφος 1 του Συντάγματο. Θα σας διακόψω πάλι εδώ. Αντιλαμβάνεστε γιατί βάζουμε το άρθρο 5 παράγραφος 1. Γιατί η επαγγελματική ελευθερία εδώ της υποψήφιας να γίνει δικηγόρος είναι μια ιδικότερη τύχη της οικονομικής ελευθερίας, η οποία η οικονομική ελευθερία με τη σειρά της αποτελεί μια ιδικότερη μορφή της εκδήλωσης της ανάπτυξης της προσωπικότητας. Άρα 5-1. Στο 5-1, που είναι ένα γενικό δικαίωμα, θεμελιώνονται διάφορα άλλα δικαιώματα ειδικότερα, οπωσδήποτε δεν η επαγγελματική ελευθερία. Αυτό. Ευχαριστούμε. Ότι το Δικαστήριο δέχτηκε ότι στην αρχή της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, που καταχειρώνεται στο άρθρο 5-1, περιλαμβάνεται και η επαγγελματική ελευθερία του ατόμου, δηλαδή στην ουσία η ικανότητά του να επιλέγει ελεύθερα το επαγγελμα που επιθυμεί να ασκήσει. Οπότε το Δικαστήριο εξέτασε τους περιορισμούς σε σχέση με το δικαίωμα αυτό και κατά πόσο είναι επιτρεπτή. Στην προηγούμενη περίπτωση έκλεινε ότι οτιθέμενος ηλικιακός περιορισμός του άρθρου 4 του κώδικα δικηγόρων αντίκηται στο άρθρο 5-1 του συντάγματος, γιατί ο σκοπός τον οποίο επιβιώκει, δηλαδή η μείωση του υπερβολικά μεγάλο αριθμού των δικηγόρων, γι' αυτό τέθηκε και η ρύθμιση στην ουσία του Ρυδιακού Ρίου για να μειώσει τον πληθορισμό των δικηγόρων που τότε υπήρχε, σύμφωνα με τις τότε συνθήκες. Οπότε ο σκοπός που επιβίωκε δεν επιτρέπεται από το εν λόγω άρθρου του συντάγματος. Συγκεκριμένα, ανέπτυξε το σκεπτικό του λέγοντας ότι οι προϋποθέσεις που κοτάσσονται από τον κοινό νομοθέτη για την άσκηση ενός επαγγέλματος είναι συνταγματικά επιτρεπτές μόνο όταν είναι γενικές, αντικειμενικές, όταν δικαιολογούνται από λόγους δημοσίου συμφέροντος και τέλος όταν είναι συναφείς προς το αντικείμενο και τον χαρακτήριο του επαγγέλματος. Διαφορετικά δεν μπορεί να τεθεί κάποιος περιορισμός στην επαγγελματική ελευθερία. Οπότε με αυτή τη λογική το δικηγορικό επάγγελμα ως δημόσιο λειτούργημα που σχετίζεται και με την οπονομή της δικαιοσύνης απαιτεί κατά το Συμβούλιο της Επικρατείας ηθική συγκρότηση, επιστημονικές και ιδιωτικές κανότες. Αυτά είναι τα βασικά κριτήρια που πρέπει να πληρήσει κάποιος για να ασκήσει το δικηγορικό επάγγελμα. Θεωρήσατε δηλαδή ότι η ηλικία δεν είναι ένα από τα απαραίτητα αυτά κριτήρια για να μπορούμε να θεωρίσουμε κάποιον ικανό να ασκήσει το δικηγορικό επάγγελμα. Κατέληξε λοιπόν ότι το όριο υλικές για την εγγραφή στο βιβλίο σκουμένων και στο δικηγορικό σύλλογο δεν συνιστά επιτρεπτό περιορισμό στο δικαίωμα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, κατά το άρθρο 5 παράγραφος νόητου συντάγματος. Είπω ότι τόσο η ηλικία, όσο και η ανάγκη μίωσης αριθμού των δικηγόρων, που είναι ο σκοπός στο νοπιεπιδιακή τόρο ηλικίας, δεν αποτελούν συνταγματικά θεμητούς λόγους αποκλεισμού συγκεκριμένων κατηγοριών προσώπων από το δικηγορικό επάγγελμα, και παραβίαζε τα θεμελιώδη δικαιώματά τους, ενώ προστάτευε άλλες ομάδες σε βάρος τους, δηλαδή στην ουσία τους ασκούμενους που ήταν κάτω των 33 ονειτών. Οπότε κούλησε σε αυτό το συλλογισμό και κατέληξε στην ουσία να ακυρώσει την προσβαλόμενη κητική πράξη, και να κηρύξει το άρθρο 4 του τότε κώδικα δικηγόρων ως αντικείμενο ότι δίκηται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του συντάγματος. Δεν ξέρω αν μου χρειάζεται να πω κάτι άλλο. Είναι πάρα πολύ ωραίο, Μαρία. Να πω για τη μοιοψηφία η οποία έχει ενδιαφέρον. Ήταν πολύ ενδιαφέρουσα η γνώμη της μοιοψηφίας, η οποία ήταν 11 μέλη, και η οποία διετυπώθηκε ως εξής. Η θέσπιση του ορίου ηλικίας για την εγγραφή στους δικηγορικούς συλλόγους αποβλέπει, όπως δέχτηκαν όλοι, στην αντιμετώπιση του πληθορισμού των δικηγόρων. Συνεπώς, είπε η μοιοψηφία, αποβλέπει στην αποτροπή του κινδύνου της οικονομικής τους εξαθλίωσης. Αν υπήρχαν πολλοί δικηγόροι, θα υπήρχε και οικονομική δυσκέρα του περισσότερων. Ένας τέτοιος κίνδυνος, να υπάρχουν πολλοί δικηγόροι σε δυσκαιρή οικονομική κατάσταση, θα μπορούσε να υποβαθμίσει την ίδια διαδικασία απονομής της δικαιοσύνης. Δηλαδή, στην ουσία θα προσέφερε ένα πρόσφορα έδαφος στο να καταστροφηθεί το άρθρο 20 παράγραφος ανήτου συντάγματος. Το δικαίωμα στην παροχή ανοίμισης προστασίας θα έθεται σε κίνδυνο το δικαίωμα αυτών των πολιτών, γιατί θα ήταν ένα σύστημα σαθρό, ένα σύστημα δικαιοσύνης σαθρό που δεν θα απέλευε τη δικαιοσύνη σωστά. Οπότε ο σκοπός αυτός, κατά τη μοιοψηφία, εμπίπτει στους λόγους δημοσιού συμφέροντος και επιτρέπει τον περιουσμό του δικαιώματος που βρίσκεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1. Και τέλος, ενδιαφέρουσε μια άποψη ενός μέλους της μοιοψηφίας, το οποίο διατύπωσε ξεχωριστή γνώμη, υποστηρίστησε ότι εφόσον οι δικηγόροι θεωρούνται δημόσιοι πάλλοι ως προς την πολιτεία, ως προς τη σχέση τους με την πολιτεία, το οποίο ριζότανε και από το άρθρο έναν τότε πόδι των δικηγόρων, πρέπει να μπορούν να τεθούν περιουρισμί, σύμφωνο με το άρθρο 103 παράγραφος 1 του συντάγματος, δηλαδή με νόμο να μπορεί να τεθεί ηλικιακός περιουρισμός όπως γίνεται σε νόμους για δημοσίους ή παλαιείους. Τελικά, ενώ το Δικαστήριο στην ουσία δεν αναφέρει την αρχή της αναλογικότητας, δηλαδή πουθενά στην οπόψη του Δικαστηρίου δεν γίνεται να φορά ούτε στο άρθρο 25 παράγραφος 1 του συντάγματος ούτε στην αρχή της αναλογικότητας, εγώ θεωρώ ότι έχει εξετάσει στην ουσία την προσφορότητα και αναγιότητα του σκοπού και αυτό αποτυγνήθηκε από τις μεταγενέστερες αποφάσεις και από την νομολογία, που σε παρόμοιος περιπτώσος, όπως θα δούμε φαντάζουμε και αργότερα, ανέφερε ρητά την αρχή της αναλογικότητας. Οπότε κάτι ήθελε να πει το Δικαστήριο, το οποίο μετά στο τέλος αποκρυσταλώθηκε και στην νομολογία. Αυτό. Συμφωνώ πολύ, είναι πολύ ωραία παρουσίαση Μαρία. Να τονίσουμε κάποια πράγματα εδώ. Μιλάμε για το 1993. Το Συμβουλό της Επικρατίας δεν εφάρμοζε με την ίδια αυστηρότητα που εφαρμόζει το 2014 την αρχή της αναλογικότητας. Μόλις είχε αρχίσει να γίνεται της μόδας, ας το πούμε έτσι, η αρχή. Άρχισε να εμφανίζεται στην ομολογία στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Κυρίως όμως αφαρμόστηκε τα τελευταία 10 χρόνια έτσι με μια αυστηρότητα θεωρητική. Γι' αυτό και βλέπουμε ότι το Δικαστήριο ενώ οσιαστικά εφαρμόζει την αρχή της αναλογικότητας, και θα δούμε με ποιον τρόπο, δεν την κατανομάζει πουθενά. Η μόνη μου διαθωνία είναι ότι εγώ θεωρώ ότι κάνει έναν έλαγχο προσφορότητας και δεν πάει στην αναγκαιότητα. Δηλαδή δεν περνά εδώ το Δικαστήριο στο δεύτερο στάδιο ελέγχου της αρχής, μένει στο πρώτο στάδιο. Το λέω αυτό γιατί, μάλλον να πούμε πρώτα για το σκοπό υπάρχει εδώ σκοπός. Ας δούμε τα μεγέθη, τι συγκρούεται για να καταλάβουμε τι είναι η αρχή της αναλογικότητας. Σε αυτό το απλό παράδειγμα, ποιος είναι ο περιορισμός, Μαρία? Ο περιορισμός δεν είναι το όριο ηλικίας. Ωραία, σωστά. Ποιος τον θέτει τον περιορισμό? Ο νόμοθέτης. Ο νομοθέτης στον κώδικα δικηγόρων θέτει το όριο ηλικίας. Ο περιοριστικός μέτρος είναι αυτή η διάταξη, η ρύθμιση, αν θέλετε, του κώδικα δικηγόρων. Ποιος είναι ο σκοπός, ο οποίος εξυπηρετείται, τουλάχιστον κατά τη δίδαση του νομοθέτη, από αυτό τον περιορισμό, Μαρία. Είναι η αντιμετώπιση του μεγάλου ρυθμού των δικηγόρων σύμφωνα με τέτοια συνθήκη. Ο νομοθέτης λοιπόν λέει ότι εγώ για να αντιμετωπίσω την πληθώρα των δικηγόρων για να έχουν οι δικηγόροι περισσότεροι δικηγορικοί ηλικοί, άρα να είναι σε θέση να έχουν, ας το πούμε έτσι, καλύτερες απολαβές, πρέπει να περιορίσω τον αριθμό τους. Αυτό έχει στο μου το νομοθέτης. Πώς θα το καταφέρω αυτό, θα βάλω όριο ηλικίας. Βάζοντας όριο ηλικίας, για να εξυπηρετήσω αυτόν τον σκοπό του νομοθέτη, που είναι η πληθώρα των δικηγόρων. Τι περιορίζω, περιορίζω ένα δικαίωμα, Μαρία. Ναι, το δικαίωμα στην πρόβληση, την επαγγελματική ελευθερία. Έχει την επαγγελματική ελευθερία. Αυτό είναι όμως απριν τρία μεγέθη. Ένα μέγεθος είναι η επαγγελματική ελευθερία. Ένα δεύτερο μέγεθος είναι το περιοριστικό μέτρο που έρχεται να περιορίσει την επαγγελματική ελευθερία. Ένα τρίτο μέγεθος είναι ο σκοπός ο οποίος εξυπηρετείται από τον περιορισμό της επαγγελματικής ελευθερίας με αυτό το μέτρο. Άρα τρία μεγέθη έχουμε στην αρχή της αναλογικότητας. Και συμφωνώ απόλυτα με τη Μαρία ότι εδώ το δικαστήριο θέλει να κάνει, κάνει αναλογικότητα, αλλά δεν καταγράφει και δεν λέει εφαρμόζω την αρχή της αναλογικότητας. Ναι, να ρωτήσεις. Αφού το δικαστήριο λέει ότι δεν είναι καν σκοπός δημοσίου συμφέροντος. Δεν λέει αυτό. Δεν μπορεί να το συστηθεί. Ποια δασέ μας το ποιο εννοεί στο σμίλ? Αυτό που άκουσα, έχω καταγράψει ότι λέει δεν είναι συνταγματικά θεμητός σκοπός. Αυτό που ήθελα να πει το δικαστήριο είναι ότι δεν είναι σύμφωνο με τους περιορισμούς που προβλέπονται στο άστρο 5 παράγραφος 1. Εγώ καταλαβαίνω, η απόφαση αυτή, εγώ δεν τη θεωρώ καλή για να ανοιχνεύσουμε την αρχή της αναλογικότητας. Παρ' όλα αυτά, επειδή το δικαστήριο σε όλες τις υπόλοιπες, ενώ το Συμβούλιο της Επικρατίας την επικαλείται για να πει ότι με βάση αυτή, κρύθηκε αντισταγματικό το όριο ηλικίας, επειδή παραβίαζε την αρχή της αναλογικότητας, ενώ στην ουσία δεν την αναφέρει πουθενά. Εδώ, δεν φαίνεται να ανθισβητεί ακριβώς τον σκοπό. Κάνει μια χαλαρή και αυτή είναι η ερώτηση που ήθελα να κάνω μετά. Συσχέτηση περιορισμού με σκοπό δημοσίου συμφέροντος και βρίσκει ότι δεν συνέχονται αυτά τα δύο μεγέθη μεταξύ τους. Και άρα κάνει μια ενευρία ενία εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας. Και αυτό που σας ρώτησα πριν και είναι ένα πάρα πολύ δύσκολο ερώτημα, που εγώ δεν κατάφερα να τα απαντήσω ούτε στη διατριβή μου, που ασχολήθηκα με αυτά τα θέματα. Είναι ένα έλεγχος του σκοπού, είναι εύκολο να διακριθεί από το πρώτο στάδιο της αρχής της αναλογικότητας. Μπορούμε να διακρίνουμε εύκολα τον έλεγχο του ίδιου του σκοπού από τον έλεγχο της προσφορότητας μέσου προσκοπό. Όποιος δεν καταλαβαίνει τη λέω να μου λέτε να σταματάω ή να τα επαναλαμβάνω, γιατί αυτά πρέπει να τα καταλάβουμε όλοι σε όλα τα πρακτικά να μπορούμε να τα εφαρμόσουμε. Πρωτού μιλήσω για αναλογικότητα, πρέπει να βρω τι εξυπηρετεί το περιοριστικό μέτρο, ποιος είναι ο σκοπός δημοσίου συμφέροντος. Αν αυτός ο σκοπός δεν υπάρχει, δεν έχω λόγο να κάνω αναλογικότητα, να κάνω έλεγχο με βάση στην αρχή της αναλογικότητας. Το πρόβλημα όμως είναι ότι το δικαστήριο στην πράξη δεν διακρίνει αυτά τα δύο στάδια. Δηλαδή ουσιαστικά, ψάχνει να βρει τον σκοπό και την ώρα που ψάχνει να βρει τον σκοπό τον συσχετίζει κατά κάποιο τρόπο με τον περιορισμό. Οπότε κάνει πολλές φορές έλεγχο σκοπού και έλεγχο προσφορότητας του περιοριστικού μέτρου ταυτόχρονα. Και άρα, ενώ εμείς λέμε στο πλαίσιο της θεωρίας ότι τα δύο αυτά στάδια είναι διακριτά, αν είχα πίνακα που δεν μπορώ να γράψω θα σας έλεγα, πριν τα τρία στάδια, προσφορότητα, αναγκαιότητα και στρίχτος έλεγχο αναλογικότητα, προηγείται ένας άλλος έλεγχος πάνω από τα τρία αυτά στάδια, ο οποίος είναι ο έλεγχος του σκοπού. Ψάχνω να δω αν έχω σκοπό και αν αυτός ο σκοπός είναι αληθινός και πρέπει να τον προστατεύσω, γιατί μπορεί να είναι προσχηματικός. Ωστόσο, αυτός ο έλεγχος που γίνεται προκειμένου να ανοιχνεύσω τον σκοπό, αν δεν τον βρίσκω ρητά, δεν δεύεται, να το πω απλά, πολλές φορές με το πρώτο στάδιο της αρχής της αναλογικότητας. Εδώ είναι μια τέτοια απόφαση. Δεν είναι εύκολο να καταλάβεις αν το δικαστήριο αν θυσβητεί τον ίδιο το σκοπό. Εγώ λέω ότι μάλλον δεν το κάνει αυτό. Και εδώ μπαίνει ένα άλλο ερώτημα που επίσης θα σας το έθετα. Πού μπαίνει το όριο του επιτρεπτού έλεγχου του σκοπού, ψάχνω να βρω σκοπό. Και πού μπαίνει, πού περνάω το όριο και πάω σε έναν ανεπίτρεπτο έλεγχο σκοπιμότητας που όπως έχετε μάθει από το πρώτο έτος του συνταγματικού, δεν μπορεί να τον κάνει ο δικαστής. Γιατί υπάρχει, τι υπάρχει μετά, τι παραβιάζει, ποια αρχή της διάκρισης των λειτουργιών. Πρέπει να μπορώ να διακρίνω, όχι εσείς, είναι πολύ δυσχερής αυτός ο έλεγχος παιδιά στην πράξη και δεν τον κάνει το δικαστήριο. Απλώς εσείς καλείστε, ως φοιτητές της Ευάθησης, αν πάτε να γράψετε πρακτικό, δεν θα είναι τόσο δύσκολο, αλλά αν φτάσετε σε ένα επίπεδο να ξεχωρίζετε αυτά, μετά θα σας είναι πάρα πολύ εύκολο να γράψετε ένα πρακτικό. Δηλαδή, δεν μπορεί να το κάνει το δικαστήριο, δεν το ζητάμε από σας, αλλά θέλω να μπορείτε να διακρίνετε ότι είναι άλλο πράγμα. Να ψάξω να βρω το σκοπό και να τον αξιολογήσω, επειδή πρέπει να εφαρμόσω την αρχή της αναλογικότητας. Είναι άλλο πράγμα, όταν τον βρω το σκοπό και είναι συνταγματικός αυτός ο σκοπός, να τον αφισβητήσω. Δεν μπορεί να αφισβητήσει ο δικαστής έναν συνταγματικό σκοπό που έχει επικάλυψει ο νομοθέτης, γιατί μπαίνει σε άλλα χωράφια. Παραβιάζει την αρχή της διάκρισης των λειτουργιών. Αυτό το όριο είναι λεπτό όριο και δεν μπορεί, σας ευχαριστώ, να το κάνει ο δικαστής της Ολομέλιας. Καλείστε εσείς, λοιπόν, κάθε φορά να μπορείτε να πείτε με βεβαιότητα τι κάνει ο δικαστής στην προκειμένη περίπτωση. Καλείστε όμως απλώς να προβληματιστείτε και να μπορείτε να διακρίνετε, δηλαδή να μπορείτε να βρείτε σκοπό, περιοριστικό μέτρο και δικαίωμα το οποίο περιορίζεται για να εξυπηρετηθεί ο σκοπός. Εδώ, κλασικό παράδειγμα, δικαίωμα που θύγεται η επαγγελματική ελευθερία, περιορισμός, το όριο ηλικίας, σκοπός δημοσίου συμφέροντος, υποτίθεται η προστασία του δικηγορικού επαγγελματος από τον υπεριστορισμό, ας το πούμε έτσι, να το πω πολύ σχηματικά. Ναι, κάτι ήθελες να ρωτήσεις. Ε, ήθελα απλά να πω ότι παρόλο που λέμε ότι εφαρμόζει ουσιαστικά την αρχή της αναλογικότητας χωρίς να τείνει κατεβαίνει, κατεβαίνει να είναι σε ένα πολύ άχρη κροστά. Έτσι ακριβώς είναι. Δηλαδή αυτό που είπαμε λόγω μόνο προσφορότητας δεν ελέγχει ούτε αναγκαιότητα. Όχι, δεν ελέγχει. Προσέξτε όμως, προσέξτε. Αν δει ότι είναι απρόσφορος, έχει λόγο να προχωρήσει στο δεύτερο στάδιο ο δικαστής. Όχι. Άρα ουσιαστικά τα στάδια είναι εκεί εναρχημένα. Έτσι ακριβώς. Αυτό είναι αυτονόητο. Τα τρία στάδια της αρχής της αναλογικότητας έχουν μια λογική και χρονική αλληλουχία. Εάν το μέτρο είναι απρόσφορο, προφανώς θα σταματήσω στον έλεγχο του πρώτου στάδιου. Δεν έχω λόγο να κάνω και αναγκαιότητα. Πολλοδε μάλλον δεν έχω λόγο να κάνω και στεκτοσέσου αναλογικότητα. Αφού το μέτρο είναι εφανώς οπρόσφορο να εξυπηρετήσει το σκοπό. Γιατί να φτάσω μέχρι το τρίτο στάδιο? Αν φτάσω μέχρι το τρίτο στάδιο, σημαίνει ότι ο νομοθέτης, καταρχήν, διάλεξε ένα μέτρο που ήταν κατάλληλο και που ήταν και αναγκαίο. Απλά το παράκανε σε ό,τι αφορά τη στάθμιση κόστους-οφέλους. Και θέλω να σας πω ότι η στάθμιση κόστους-οφέλους δεν είναι καθόλου συνηθισμένη στην ομολογία του Συμβείου της Επικρατίας. Μα καθόλου συνηθισμένη. Την έχει κάνει ο δικαστής ελάχιστες φορές, κυρίως σε υποθέσεις περιβαλλοντικές. Δεν είναι συνηθισμένο. Κάτι ήθελες να πω. Προς το τρίτο στάδιο αυτή τη στάθμιση, όταν ο δικαστής προβαίνει στον έλεγχο της ύπαρξης ενός δημόσιο σκοπού, ουσιαστικά μπαίνει και στα χώρα αυτή τη τρίτη στάθμιση. Αυτό λένε... Το τρίτο. Να σας πω πιο σκεπτικό. Όταν βασικά στο τρίτο στάδιο βλέπουμε αν οι ευμενείς συνέπειες υπερβαίνουν τη δυσμενής. Αν υπερβαίνουν τη δυσμενής, υπάρχει τότε δημόσιο σκοπός. Αν οι δυσμενείς συνέπειες υπερβαχθείς είναι περισσότερες, δεν υπάρχει. Όχι, γιατί ο σκοπός υπάρχει από την αρχή ή δεν υπάρχει. Ο δημόσιος σκοπός δεν είναι ο σκοπός εκείνος υπέρ του γενικότερου συμφέροντος. Ναι, συνήθως ο σκοπός είναι μια ειδικότερη πτυχή του δημοσίου συμφέροντος. Σωστά. Εάν δεν υπάρχει από την αρχή, γιατί η διοίκηση μας λέει ψέματα ή ο νομοφέτης. Μας έχει πει ψεύτικο σκοπό. Άλλον μας λέει ή άλλον υπηρετείται και άλλος υπηρετείται. Δεν έχω λόγο εγώ να πάω να κάνω αναλογικότητα. Αν όμως μας λέει, το λέω πολύ απλά και σχηματικά, ένα σκοπό αληθινό, ο οποίος είναι άξιο συνταγματικής προστασίας. Δεν αποκλείται ο νομοφέτης, υιοθετώντας έναν περιορισμό, να το έχει παρακάνει, να είναι υπερβολικά δυσανάλογο το μέτρο και άρα μιλάω για τρίτο στάδιο της αρχής της αναλογικότητας. Δηλαδή ουσιαστικά, παιδιά, αυτό που λέει ο συναντητός είναι πολύ σωστό. Ο σκοπός αξιολογείται σε δύο χρονικά σημεία. Μία στην αρχή, πριν κάνω έλεγχο αναλογικότητας και μία στο τέλος, στο τρίτο στάδιο. Δύο φορές. Τη μία, γιατί ψάχνουμε να τον βρω στην αρχή. Την άλλη, γιατί κάθομαι και ελέγχω αν υπάρχει στάθμιση κόστις οφέλους και αν έχει υπερβεί κυρολακτικά τον πυρήνα, την στείχτο σέσου αναλογικότητα. Αυτά που σας λέω τώρα είναι πάρα πολύ δύσκολα. Δηλαδή, ούτε στο μετατυχιακό δεν τα έχουνε ξεκαθαρίσει. Όσο πιο καλά τα καταλάβετε τώρα, τόσο εύκολα θα σας φανούν και οι επόμενες αποφάσεις που θα παρουσιάσουμε. Δηλαδή, η αναλογικότητα ουσιαστικά δείτε ότι είναι μαθηματικά σαν μια αίξηση συμμετρία μεγέθη. Πρέπει κάθε φορά να ψάχνετε να βρίσκετε ποιος έρχεται να περιορίσει τι και για ποιο όφελος. Αν ξεκαθαρίσετε από την αρχή αυτή τη σχέση την τριμερή, δεν θα μπερδευτείτε ποτέ με την αναλογικότητα. Γιατί, καμιά φορά βλέπετε ποιος σας βάζει και το θέμα στην επάθυση και γράφετε για αναλογικότητα, ενώ μπορεί να μην υπάρχει αναλογικότητα στο πρακτικό. Κατά κανόνα βέβαια υπάρχει, γιατί είναι τη χρησιμοποίητο συμβούλιο της Επικρατίας παντού την αναλογικότητα. Αλλά έχει τύχει σε πρακτικό στο παρελθόν να μην υπάρχει αναλογικότητα και, τέλος πάντων, θεωρήσατε ότι, όχι εσείς προσωπικά, ότι υπάρχει και γράφεται για αναλογικότητα, χωρίς όμως να ψάξετε να βρείτε αν υπάρχουν τα μεγέθη, τα σταθμιζόμενα που λέμε. Ναι. Να ρωτήσω κάτι. Δεν είχε να παίρνει με την ανοιχτότητα και με τα δικαιώματα. Σε ποιο περίπτωση, σχολείται ένας περιορισμός όλων των ηλικίας των 25 ετών. Μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει διάκριση με βάση την ηλικία αυτήν? Εδώ δεν υπάρχει διάκριση. Ανάμεσα δηλαδή σε αυτούς που είναι μικρότεροι, αυτός που ασκεί την έτηση ακείρωσης, η προσφέβουσα θα πει και αυτό το επιχείρημα για την παραβίαση της αρχής της ισότητας. Δηλαδή, αν είχαμε περίπτωση ατόμου, στα 40 γράφτηκε στον δικηγορικό σύλλογο σερών, θα έλεγε η προσφέβουσα στο πλαίσιο της έτησης ακείρωσης που ασκεί, ότι εδώ παραβιάζεται και η αρχή της ισότητας, γιατί η ΤΑΒΕ, την οποία γνωρίζω, γράφτηκε στο σύλλογο ενώ ήταν 40 ετών. Ο νόμος όμως, δεν μπορούμε να πούμε ότι και βάσει... Η αρχή της ισότητας για το έγνοιο ψηφία είναι γενικό και καταλαμβάνει τους πάντες. Και εδώ δείχεται μια γενικότερη ερώτηση, σε αυτό που λέει συνάγροφος πάνω. Εσείς θεωρείτε ότι τα όρια ηλικίας, γενικά γιατί όρια ηλικίας, στο επόμενο μάθημα που έχετε και οικονομική ελευθερία και θα κάνετε λογικά και επαγγελματική ελευθερία, τίθενται σε πολλά επαγγέλματα, και κατώτερα όρια και ανώτερα όρια. Θεωρείτε ότι αυτά συνάπτονται με την άσκηση μιας οικονομικής δραστηριότητας ή ότι κακώς μπαίνουν όρια ηλικίας, αυτό είναι μια άλλη συζήτηση μεγάλη. Για να ξέρετε τι έχει πει το Συμβούλιο της Επικρατίας, γενικά θεωρεί τα όρια ηλικίας αντισταγματικά. Αυτή είναι η τάση του τα τελευταία χρόνια. Ειδικά σε ό,τι αφορά τα όρια ηλικίας πρόσβαση στο επάγγελμα. Όταν σου βάζουν όρια ηλικίας για να μπεις σε ένα επάγγελμα, το Συμβούλιο της Επικρατίας τα κλείνει κατά κανόν αντισταγματικά. Όταν είναι όρια συνταξιοδότησης, εκεί άλλες φορές τα κλείνει συνταγματικά και άλλες αντισταγματικά. Δηλαδή στους φαρμακοποιούς που βγαίνουν ας πούμε στη σύνταξη στα 70 χρόνια, στα 65 δεν θυμάμαι, δεν είμαι σίγουρη, έχει πει ότι είναι συνταγματικό το όριο. Αλλά το να μπει κάποιος στο επάγγελμα τα τελευταία χρόνια λέει ότι είναι αντισταγματικός όλα τα επαγγελματά. Αν κάνατε και την απόφαση με τους δικαστικούς επιμελητές θα το θυμάστε. Κάτι πάνω σε αυτό πριν πάμε στην επόμενη... οι δύο επόμενες αποφάσεις είναι συνέχεια αυτής. Ναι. Θα θέλα να ρωτήσω για ποιον λόγο το Δικαστήριο έλεγχε τους ελέγχους και του τρίτου στάτη και του τρίτου μέλητος και του τρίτου οδηγότητα. Γενικά γιατί δεν το κάνει, όχι στη συγκεκριμένη περίπτωση, γενικά. Είναι αυτό που είπε ο συνάδελφος πριν, γιατί φοβάται ο δικαστής μήπως διωλιστεί σε έναν έλεγχο σκοπιμότητας. Μια λάμπα, αυτό ποιον λόγο λέει ότι η αντικείμενη συνταγματικότητας περιλαμβάνει και αυτούς τους λάμπους, δηλαδή από σύνταγμα ή τελικά από κάποια θόρηση που περιλαμβάνει αυτή η αντικείμενη συνταγματικότητα. Σωστά. Όσες φορές ο δικαστής έχει υιοθετήσει την αρχή της στρίκτος έσω αναλογικότητας και έχει κρίνει το μέτρο αντισυνταγματικότητας σας λέω κατεξοχήν στο περιβάλλον και αν θυμάστε ή αν διδαχτήκατε τις αποφάσεις για την εκτροφή του αχελώου. Εκεί ο δικαστής έκανε στρίκτος έσω αναλογικότητα και κατηγορήθηκε γενικά μετά το Συμβούλιο της Επικρατείας ότι κινείται στα όρια του δικαστικού ακτιβισμού, δηλαδή μπαίνει στα χωράφια του νομοθέτη. Είναι πολύ λεπτά τα όρια και γι' αυτό ο δικαστής συνειδητά αποφεύγει να κάνει παρά το γεγονός ότι εμείς λέμε εδώ μέσα ότι η αναλογικότητα έχει και ένα τρίτο στάδιο. Στην πράξη όμως σας λέω δεν είναι συνηθισμένο. Εγώ νομίζω ότι στις μεγαλύτερες πόρτες δεν είναι ελεύθερη να πεις τα πόσο το μέτρο είναι το καλύτερο. Όχι δεν μπορεί να το βγάλει ούτε αυτό. Αφήρημένα όχι. Συμφωνώ. Συμφωνώ. Το δεύτερο με το τρίτο ή το πρώτο με το δεύτερο? Όχι. Προσέξτε λίγο το δεύτερο στάδιο. Στο δεύτερο στάδιο σημαίνει ότι ο νομοθέτης είχε εναλλακτικές επιλογές. Όταν μιλάμε για το δεύτερο στάδιο της αρχής της αναλογικότητας μιλάμε για δυνατότητα περισσότερων επιλογών. Αυτό να θυμάστε. Όταν λέμε ότι το λιγότερο επαχθές σημαίνει ότι υπάρχουν τουλάχιστον δυο τρία άλλα τα οποία θα μπορούσε να υιοθετήσει ο νομοθέτης αλλά δεν το έχει κάνει. Γι' αυτό και εγώ τον κατηγορώ ότι υιοθέτησε το λιγότερο επαχθές μέτρο και άρα αυτό που έχω το μέτρο είναι μη αναγκαίο. Μιλάμε λοιπόν για δυνατότητες περισσότερες της μιάς. Συνέχεια της νομολογίας που μας παρουσίασε η Μαρία αλλά πολύ πιο πρόσφατη απόφαση, ουσιαστικά 20 χρόνια αργότερα, είναι αυτή που θα μας πει ο Στέλιος τώρα. Λοιπόν, το ιστορικό είναι πάνω κάτω το ίδιο μόνο που δεν αφορά το όριο ηλικίας. Οριστέ, η 1384-2012. Δεν αφορά το όριο ηλικίας εδώ, αφορά το εξάμινο και την πενταετία για την πρόσβαση στο Σύλλογο. Υπάρχει μια αίτηση ακύρωση ως κατά της απόφασης του Γεγονικού Συλλόγου Λάρισσας, η οποία πέριψε την εγγραφή στα βιβλία ενός του αιτούντος, γιατί είχε περάσει εφ' ενός το εξάμινο που προβλέπει το άρθρο 4 και εφ' ενώ και η πενταετία που προβλέπει το άρθρο 5. Θέλω να σε διακόψω, μήπως η απόρριξη της... Εδώ πάλι έχουμε κάποιον ονοσφεύγοντα, ο οποίος ζητάει πάλι από το Σύλλογο να εγγραφεί. Εδώ έχουμε τριπλή αιτιολογική βάση της απόρριξης, γιατί κάνουμε παραλία και διοικητικό, έτσι. Τριπλή αιτιολογία έχει πράξει η απορριπτική. Και το όριο του αναφέρει, Στέλιο, του αναφέρει και το όριο ηλικίας, του αναφέρει την πενταετία, του αναφέρει και το εξάμινο. Δηλαδή, το απορρίπτει το αίτημα να τον εγγράψει και του λέει, δεν σε εγγράφω, γιατί υπάρχουν τρεις περιορισμούς στη δική σου περίπτωση. Πες μας, Στέλιο, τώρα. Συγνώμη. Λοιπόν, για το όριο ηλικίας δεν αναφέρει κάτι στις σκέψεις, πάντως. Δεν αναφέρει την 413? Όχι. Οι σκέψεις αφορούν μονάχα τους δύο περιορισμούς... Εντάξει, πες μας, νομίζω ότι λέει και για το όριο ηλικίας, αλλά δεν πειράζει. Λοιπόν, έχει μία πλειοψηφία και μία μεοψηφία, με δύο παραλλαγές, ας πούμε, η απόφαση. Τι περιορισμοί είναι αυτοίς, Στέλιο, πες μας για το εξάμινο και για την πενταετία. Μάλλον, ας αφήσω να τα πεις πρώτα εσύ, όπως θα έχεις και μετά θα παρέχω εγώ. Συγνώμη. Οι δύο περιορισμοί είναι του παλαιού άρθρου 4, όπου προέβλεπε ότι ο πτυχιούχος οφείλει εντός εξαμίνου από τις λήψεις του πτυχίου, να ζητήσει την εγγραφή του στο ειδικό βιβλίο του Διοικητουργικού Συλλόγου και είναι και η παράγραφος 5, η οποία προβλέπει ότι κατεξέρηση, ακόμα και αν δεν ζητήσει μέσα σε ένα εξάμινο την εγγραφή του, μπορεί για κάποιους εξαιρετικούς λόγους, αν αποδείξει, όπως ας πούμε, λόγο νόσου, στρατιωτικής θυτείας ή σπουδών, να ζητήσει την εγγραφή του και μετά το εξάμινο, πάντως χωρίς να υπερβαίνει τα πέντε έτη. Η πλειοψηφία ξεκινάει αποδεχόμενος σκοπός των συγκεκριμένων δύο περιορισμών, τη μη αποξένωση των αιτούντων από τις νομικές τους γνώσεις, τις οποίες απέκτησαν κατά τη διάρκεια των σπουδών τους, σε σύνδεση με την πρακτική τους άσκηση. Παίρνοντας ως δεδομένο αυτόν τον σκοπό, συνεχίζει και πηγαίνει στην εξέταση των δύο περιορισμών. Η επιχειρηματολογία είναι η ίδια και για τους δύο περιορισμούς, και για το εξάμινο και για την πέντε αιτία, και συγκεκριμένα η πλειοψηφία κρίνει ότι οι δύο περιορισμοί αυτοί δεν πληρούν το πρώτο στάδιο, δηλαδή ότι δεν πληρούν το κριτήριο της καταλληλότητας. Αυτό το βασίζεται, αφού ο νόμος ήδη προβλέπει δεκαοχτάμινη άσκηση σε δικηγόρο και προφορικές και γραπτές εξετάσεις, νομικά μαθήματα για την ύψη της άδειας του επαγγέρματος, η πρόβληψη για χρονικά όρια καθίσταται απρόσφωρη και δεν μπορεί να εξυπηρετήσει πλέον το σκοπό του νόμου. Τώρα, αυτό φαίνεται λίγο, κατά τη γνώμη μου, να συγχέει πάλι τα δύο στάδια του σκοπού και της καταλληλότητας, διότι αν δεχτούμε αυτόν τον σκοπό, καταρχήν μπορούμε να πούμε ότι είναι πρόσφοροι αυτοί οι δύο περιορισμοί, διότι από μόνοι τους αυτοί καθεαυτοί φυσικά και μπορούν να έχουν μια δικλήδα ασφαλείας σχετικά με την μία αποξένωση. Προφανώς κάποιος που έχει αποφυτήσει μετά από έξι μήνες δεν θα υπρολάβει να αποξένωθει από τις γνώσεις του. Και η επιταειτία λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο. Θέλω μόνο μια διευκρίνηση. Πολύ καλά τα λες, δεν ξέρω αν ακούνε μέχρι το τέλος. Ο παλιός δικηγόρος που δεν ισχύει, πέρα από το όριο ηλικίας των 33 ετών, είχε και δύο χρονικούς περιορισμούς σε σχέση με τη λήψη φτυχίου. Έλεγε «Ο ασκούμενος πρέπει να εγγραφείς ως ασκούμενος εντός έξι μήνων από τη λήψη, εκτός εάν συντρέχουν κάποιες δεδικαιολογημένες περιστάσεις. Σε κάθε περίπτωση, εγγραφή μετά την πενταετία απαγορεύεται πλήρως». Ο παλιός μιλάει τώρα για αυτούς τους δύο περιορισμούς. Ο ένας περιορισμός, δηλαδή, είναι το εξάμινο, ο οποίος καθιερώνεται ως κανόνας, που επιδέχεται όμως εξαιρέσεων, και ο δεύτερος περιορισμός είναι η πενταετία, η οποία καθιερώνεται άνεφε εξαιρέσεων. Για αυτούς τους δύο περιορισμούς, λοιπόν, μιλάει αυτή η απόφαση. Επομένως, φαίνεται λίγο παράδοξο το δικαστήριο να μη δέχεται ότι δεν πληρώνει την καταλληλότητα. Δηλαδή, φαίνονται κατάλληλοι. Το κριτήριο το οποίο δεν πληρούν είναι αυτό της αναγκαιότητας, διότι και μπορούμε να δεχτούμε ότι θα υπάρχουν οι ποιότερα μέτρα, και υπάρχουν και ήδη οι ποιότερα μέτρα στο νόμο, όπως είναι η δεκαοχτάμινη άσκηση, ας πούμε, και οι εξετάσεις, οι οποίες εξυπηρετούν αυτόν τον σκοπό. Άρα, θα έπρεπε να σωστά καταλήγει ότι αντίκεται στο σύνταγμα οι δύο περιορισμοί, αλλά θα έπρεπε ίσως να προχωρήσει τη σκέψη του στο επίπεδο της αναγκαιότητας. Τώρα, βέβαια, έχω να κάνω και μια παρατήση σχέση με το σκοπό. Το Δικαστήριο κρίνει ως σκοπό την μία αποξένωση των δικηγόρων από τις νομικές τους γνώσεις, αυτές δηλαδή που έλαβαν κατά διάθεση των σπουδών τους. Πιστεύω ότι ο σκοπός είναι περισσότερο η αντιμετώπιση του πληροφορισμού. Απλά δεν το λέει το Δικαστήριο. Αν και, κατά τη γνώμη μου, και αυτός ο σκοπός γίνεται δεκτό, θα μπορούσε να περιορίσει με κάποιο τρόπο το δικαίωμα του 5-1. Τώρα, να πούμε και δύο λόγια για τη μοιοψηφία. Η μοιοψηφία δέχεται άλλον σκοπό, μάλλον δεν δέχεται ακριβώς τον ίδιο σκοπό. Λέει ότι ο σκοπός των 8 περιορισμών είναι η άμεση σύνδεση των επιστημονικών γνώσεων που έλαβαν κατά διάρκεια των σπουδών τους με την πρακτική άσκηση. Όχι, δηλαδή, απλά η μία αποξένωση, αλλά ότι πρέπει να βρίσκονται σε μία χρονική σχέση πολύ κοντινή. Αν δεχτούμε αυτόν τον σκοπό και κάνοντάς τον δεχτώ η μοιοψηφία, θεωρεί ότι οι περιορισμοί των παραγράφων 4 και 5 πληρούν την αναλογικότητα, αν και δεν το αναφέρει ούτως, και τους κρίνει ως σύμφωνος με το σύνταγμα. Εδώ βέβαια υπάρχει και μία ειδικότερη μοιοψηφία. Αυτό που λέει, προφανώς, επί τις ίδιες απόψεις, κρίνει απλά ως αντισυνταγματική την πρόβλεψη του άρθρου 5 ότι στις εξαιρετικές περικτώσεις για τις οποίες μπορεί κάποιος να εγγραφεί μετά την πάροδο του εξαμίνου, δεν μπορεί να είναι η παράλληλη επασχόληση σε κάποιο άλλο επάγγελμα. Λέει αυτό το ένα μέλος ότι εάν αυτό το επάγγελμα είχε σχέση με τη νομική επιστήμη, τότε αυτή η πρόβλεψη θα ήταν αντισυνταγματική και θα έπρεπε, παρ' όλα αυτά, να γίνει δεκτή η εγγραφή του, ακόμα και μετά την 5η αιτία. Ωραία. Στέλιο, πες μας και εδώ τα τρία μεγέθη. Εδώ τα τρία μεγέθη είναι υπερφανώς ο σκοπός δημοσίου συμφέροντος, όπως τον δέχεται η πλειοψηφία που είναι η μη αποξένωση ή αλλιώς μπορούμε να πούμε ότι είναι η αντιμετώπιση του πληθορισμού των ελληγόρων. Είναι οι δύο περιορισμοί που λειτουργούν πέρα από αυτό το σκοπό, που είναι το εξάμινο αφενός και η πενταετία αφεντέρω από τη λήψη του πτυχίου. Και είναι φυσικά και η προσβολή του 5.1 του Συντάγματος στην έκφαση της επαγγελματικής ελευθερίας. Εδώ το δικαστήριο προβληματίστηκε. Είχε δύο χρονικούς περιορισμούς. Τον έναν, ο οποίος ήταν απόλυτος πενταετία, έλεγε ότι μετά την πενταετία από τη λήψη του πτυχίου, ό,τι και να μου θέλεις να μου πεις να επικάλυσεις, εγώ δεν σε γράφω. Στα Δημητρώα σκουμένων των δικηγορικών συλλόγων. Είχε όμως και ένα άλλο όριο. Αυτό του εξαμίνου. Το εξάμινο βέβαια αναγνωριζόταν ως κανόνας που μπορούσε να υποχωρήσει. Αν κάποιος μπορούσε να επικάλυστη ότι είχε κάποιο κόλλημα και δεν πρόλαβε να εγγραφεί εντός εξαμίνου. Πάρχει και μια τελευταία διάταξη. Είναι δύσκολο λίγο να καταλάβετε τι λέει ο σύμβουλος, ο οποίος κάνει μια ιδικότερη μιοψηφία. Λέει ο κώδικας, έλεγε μάλλον ο κώδικας δικηγόρων, εάν μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα εσύ ασκούσες ένα επάγγελμα, το οποίο δεν είναι συναφές με τη νομική, πάλι εγώ δεν μπορώ να σε εγγράψω. Αυτό ειλώσε. Αυτά τα όρια θέλω να ξέρετε ότι στον καινούργιο κώδικα δικηγόρων που ισχύει από πέρυσι, δεν έχει περιληφθεί κανένας τέτοιος περιορισμός. Ούτε όριο ηλικίας έχει, ούτε πενταετία, ούτε μάλλον εξάμινο έχει. Γράφει πενταετία γενικά, αλλά την έχει ως ένα όριο εντελώς ενδεικτικό που μπορεί να ανατραπεί, δηλαδή το τεκμήριο είναι μαχητό. Άρα ουσιαστικά θα ξέρετε ότι στον καινούργιο κώδικα δικηγόρων δεν ισχύουν αυτήν την περιορισμή. Βλέπουμε λοιπόν ότι ο νομοθέτης ουσιαστικά εκ των ιστέρων κατά κάποιο τρόπο δικαίωσε το Συμβούλιο της Επικρατίας. Εδώ η διαφορά μεταξύ εξαμίνου και πενταετίας είναι ότι το εξάμινο ήταν ένα σχετικό, σχετικός περιορισμός, υπό την έννοια ότι αναγνώριζε εξαιρέσεις, ενώ η πενταετία ήταν ένας απόλυτος περιορισμός. Το Συμβούλιο της Επικρατίας είπε ότι ήταν απρόσφορο το μέτρο. Ο Στέδιος μας λέει ότι μάλλον είναι μη αναγκαίο. Δεν είχε σκεπολή άδικο, γιατί το Συμβούλιο της Επικρατίας στην παραφεμπτική είχε πει ότι είναι μη αναγκαίο. Βλέπετε λοιπόν ότι ούτε κι αυτό καμιά φορά είναι εύκολο να το ξεχωρίσουμε, αν τελικά το μέτρο είναι απρόσφορο ή αν είναι μη αναγκαίο. Δεν διαφώνω εγώ με τη δική σου θεμελή αιώση. Λέει, είπε ο Στέδιος, μπορείς να ξαναπείς τη σκέψη σου αυτή, γιατί ήταν σωστή. Κρίνει ουσιαστικά την προσφορότητα του μέτρου με σύγκριση με το άλλο μέτρο, το οποίο ήδη υπάρχει στον κώδικα, προβλέπεται για τις εξετάσεις και την πρακτική άσκηση. Θέλει να πει με άλλα λόγια ο Στέδιος ότι εδώ υπάρχει εναλλακτική. Σου λέει ο νομοθέτης, γιατί βάζεις χρονικό όριο και λες ότι εγώ θέλω ο δικηγόρος, εκεί κοντά που τελειώνει τη νομική, όχι ο δικηγόρος, ο υποψήφιος να γίνει δικηγόρος, εκεί που θα τελειώσει τη νομική εξιστά κοντά, να πάει να γραφτεί για να κάνει την άσκηση. Και του λέει, γιατί το κάνεις αυτό, αφού μετά είχες το στάδιο της πρακτικής άσκησης. Του λέει ουσιαστικά, γιατί δεν ισχυροποιείς το στάδιο της πρακτικής άσκησης και τις εξετάσεις, πράγμα που έκανε ο καινούργιος κώδικας. Δηλαδή εσείς θα δώσετε και δημόσιο δίκιο και κώδικα δεοντολογίας. Οι παλιές ασκούμενοι δεν δίνανε. Μπήκαν δηλαδή επιπλέον μαθήματα πώς τους εγγράφονται μετά την πρώτη-πρώτη του 2014. Μήπως το εξάμινο θα εμπόδισε την αίσθηση των δικηγορικούς συλλόγους όπως είχαν σπουδάσει η νομική σε ξένα περιεμιστήμια. Και για αυτούς έχει μια ρίχνιση θέλετε να μας πείτε. Γιατί για αυτούς λέει. Και μετά την αναγνώριση. Έχει μια ιδικότερη ρίχνιση για αυτούς. Νομίζω στο άρθρο 4 ότι δεν μπορεί να γραφτεί λες το ιδικό βιβλίο ασκούμενων του οικείου δικηγορικού συλλόγου εκτός που συμπλήρωσε το 43ο έτος. Εκτός αν πρόκειται για τυφλούς που έχουν αναπηρία 100% ή για ομοεθνείς φυγάδες προερχόμενους από την Αλβανία για τους οποίους η εγγραφή επιτρέπεται μέχρι τη συμπλήρωση του 45ο έτος. Εκ πρόθεσμα η εγγραφή επιτρέπεται κατ' εξέρεση δια αποφάσεως του Υπουργού Δικαιοσύνης μετά σύμφωνο όμως του Πυθαρχικού Συμβουλίου του Οικείου Δικηγορικού Συλλόγου και ιδίως ενεκανώσουν στρατιωτικής υπηρεσίας συνεχίσεως σπουδών εν διαλωδαπή και τέρων διδικαιολογημένων περιστάσεων. Δεν είναι ουσιαστικά αποκλειστική η απαρρίδμηση. Ναι, είναι ενδεικτική. Η ιδιαιτερότητα της αρχής του ελέγχου της αναλογικότητας είναι ότι κάθε φορά μπορεί να μας οδηγεί σε διαφορετικά αποτελέσματα. Αν δεν είχαμε την άσκηση, μπορεί να μη μιλούσαμε καν για αναγκώτα. Μπορεί να δοκιμαστείς να το έρθει και συνταγματικό. Δεν το ξέρουμε. Εδώ σου λέει, έχεις κάτι άλλο. Πρέπει να δεις όλα τα μεγέθη. Θα το καταλάβετε στην απόφαση της συναδελφή τώρα. Ιωάννα, Κωνσταντίνα, συγγνώμη. Δεν πειράζει και το Ιωάννα μου αρέσει. Η απόφαση της Κωνσταντίνας είναι μια συνέχεια λογική των προηγούμενων δύο. Στην προηγούμενη, για να ξέρετε, που μας είπε ότι τελείωσε το 13-84 του 2012, στη συνέχεια βγήκε η Ολομέλεια που είχε ακριβώς τα ίδια. Ήταν ακριβώς τα ίδια που είχε την παραπεντική. Αν θέλετε, σημειώθητε ότι η Ολομέλεια είναι η 33-40 του 2013. Ομοίως και στην απόφαση που θα μας παρουσιάσει η Κωνσταντίνα τώρα, η οποία είναι η 37-62 του 2012. Και πάλι στη συνέχεια βγήκε η Ολομέλεια, που είπε τα ίδια πράγματα περίπου που είπε και η παραπεντική. Και είναι η 35-16 του 2013. Έτσι για να είναι πλήρυσες οι σημειώσεις σας. Πες μας λοιπόν, Κωνσταντίνα, τώρα. Έχουμε την 37-62 του 2012, λιστέ, του Γ' κμήματος. Ο ετών ασκεί η έτηση ακύρωσης κατά του Δικηγορικού Συλλόγου Πυραιά, που εξέδωσε την απορριπτική πράξη για την έτηση του ν είναι τούτος, για εγγραφή στα βιβλία ασκουμένων του Ελόγου Δικηγορικού Συλλόγου. Η αιτιολογία της απόρριψης, της έτησης, ήταν ότι ο ετών απόφυτος της νομικής χωρίς, του ΑΠΙΘΤΑ, στις 25-7 του 1984, από τότε και μέχρι σήμερα που αποστρατεύτηκε, υπηρέτησε ως αξιωματικός στρατολογικούς της Ένοπλες Δυνάμεις. Σήμερα είναι 50 ετών, είναι συνταξιούχος ως αξιωματικός, σε αποστρατεία, και για τα συνέπεια έχει υπερβίτα θεσπιζόμενα όρια ηλικίας, που τίθονται με το άρθρο 3 του Κώδικα Περιδικηγόρων και άρθρο 4, δηλαδή το όριο ηλικίας, δεν αποδεικνύει τιμή αποξένωσή του από τη νομική επιστήμη, με την επιμακρό άσκηση άλλου επαγγέλματος, σύμφωνο με το άρθρο 5, και άρθρο 21 παράγραφος 2 του Κώδικα Περιδικηγόρων. Παράλληλα, έχει ολοκληρώσει την επαγγελματική σταδιοδρομία του, στο επάγγελμα του αξιωματικού, που έχει επιλέξει, το οποίο επέλεξε ευθύς εξ αρχής και λαμβάνει πλήρη σύνταξη απόστρα του αξιωματικού. Τώρα, οι λόγοι ακύρωσης της προσβαλόμενης απόφασης από την πλευρά του αιτούντος, είναι ότι πρώτον, όπως έχουν προαναφερθεί και οι συνάδελφοι, ότι στο άρθρο 4 του Κώδικα Περιδικηγόρων, το οποίο κρίτηκε με την 413 του 1993, θεωρήθηκε ότι αυτό το όριο είναι αντισταγματικό, δηλαδή το όριο των 33 ετών. Μόνο να σε διακόψω πολύ λίγο. Ναι. Τετραπλεί εδώ η αιτιολογική βάση της απόρρηψης. Πάει ο πρώην αξιωματικός των Ενόπλων Τυνάμεων, Απόστρατος, όπως λέει, δεν θυμάμαι τι βαθμό έχει, και πάει στα 50 του… Δεν έλεγε βαθμό. Α, δεν έλεγε βαθμό. Και λέει, παιδιά, εγώ βγήκα στη σύνταξη, αυτοί βγαίνουν και νωρίς στη σύνταξη ως γνωστό, θέλω να γίνω δικηγόρος. Υποβάλλει, πλέον γίνονται παιδιά κι αυτοί δε κτιμή, γελάτε καθόλου, με αυτούς τους κάνει δεκτούς ο καινούργιος κώδικας δικηγόρου, πάει, απορρίπτεται η αίτησή του από τον Δικηγορικό Σύλλογο Πειραιά, και του λέει ο Συλλός, δεν σε εγγράφω, γιατί έχεις υπερβεί το όριο των 33 ετών, έχεις υπερβεί το εξάνινο πανηγυρικά, έχεις υπερβεί και την πενταετία και τέτατων, υπάρχει και ένας άλλος περιορισμός του κώδικα δικηγόρου του παλιού, που έλεγε ότι δεν μπορούν καθόλου αυτοί, οι αξιομαντικοί, οι συμβολογράφοι και κάποιοι άλλοι δημόσιοι πάλι, να εγγραφούν ως ασκούμενοι. Δηλαδή, η απόρριξη της αίτησής του, ενώ της αίτησης προς το Σύλλογο, είχε τετραπλή αιτιολογική βάση και έρχεται τώρα αυτός με την αίτηση ακύρωσης και προσβάλλει και τις τέσσερις αυτές αιτιολογίες της διοικητικής πράξης με την οποία το απορρίχθηκε η εγγραφή. Πρώτη αιτιολογική βάση είναι το όριο ηλικίας. Το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν θα ξανακρίνει το όριο ηλικίας, αν είναι συνταγματικό ή όχι, γιατί το έκρινε με την απόφαση της Μαρίας. Σωστά. Υπάρχει ολομέλεια 413 του 93. Δεν θα το ξανακρίνει. Λέει, το Συμβούλιο έχει αποφανθεί επί του όριου ηλικίας, επί της αντισυνταγματικότητας του όριου ηλικίας, με την απόφαση 413. Πάει μετά στην δεύτερη αιτιολογική βάση που ήταν η πενταετία. Για την πενταετία υπήρχε ήδη η απόφαση, την οποία την έχετε και στο site, την έχει ανεβάσει η κυρία Παχατοπούλου, η 3177 του 2007 της Ολομέλειας, που έλεγε την πενταετία επειδή ήταν ένας απόλυτος περιορισμός χωρίς εξαιρέσεις, ότι ήταν αντισυνταγματικός ως απρόσφορος. Δεν μπαίνει πάλι εδώ στην ουσία της υπόθεσης, γιατί λέει και γι' αυτό έχω αποφαθεί με την 3177 του 2007. Και του μέλη να αποφαθεί τώρα για το εξάμινο, που για το εξάμινο είναι η απόφαση του Στέλου, η οποία ήταν παραπερτική στην Ολομέλεια, αλλά όταν βγήκε, όταν κρινότανε δεν είχε βγει ακόμα η Ολομέλεια, σωστά, και έχει να κρίνει και τον 4ο περιορισμό, που απαγορεύεται λέει αξιωματικοί στην αξιοίχη των ενόπλων δυνάμεων, να εγγράφονται ως δικηγόριοι. Ουσιαστικά δηλαδή από τις 4 αιτιολογικές βάσεις, στην απόφαση αυτή που θα μας παρουσιάσει, μας λέει τώρα η Κωνσταντίνα, με τις δύο θα ασχοληθεί, με το εξάμινο και με το γεγονός της, το ότι δεν μπορεί να εγγραφεί πρόληνα αξιωματικός. Πες μας για αυτά τα δύο λοιπόν, Κωνσταντίνα. Α, τώρα μπαίνουμε κατευθείαν στην τρίτη αιτιολογική βάση, η οποία βασίζεται στα άρθρα 4 και 5 παράγραφος 1 την κώδικα περί δικηγόρων, όσον αφορά το εξάμινο, δηλαδή το ότι δεν μπορεί να γίνει η εγγραφή του, εάν περάσει το εξάμινο. Βέβαια αυτός είναι ένα σχετικός περιορισμός, διότι θέτηκε κάποιες εξαιρέσεις, όπως είπαμε, με τους τυφλούς, με ομοεθνείς φυγάδες κτλ. Θεωρήθηκε λοιπόν ότι αυτός ο περιορισμός της ελευθερίας, που αφορά όχι απλώς στην άσκηση αλλά και την πρόσβαση στο επάγγελμα, δεν θεωρήθηκε πρόσφορος, διότι ο σκοπός που είναι η μία αποξένωσή του από τις γνώσεις και από την ειδική επιστημονική κοιτάδιση που έχει λάβει από το Πανεπιστήμιο, ουσιαστικά αυτός ο περιορισμός που θέτει το εξάμινο δεν είναι πρόσφορος και ότι καλύτερα εξυπηρετείται αυτός ο σκοπός με το στάδιο 18 μηνες πρακτικής άσκησης και με τη διοδικασία γραπτών και υπερφορικών εξετάσεων σε νομικά μαθήματα. Άρα μας λέει μέχρι τη στιγμή για το εξάμινο αυτό που μας είπε και η απόφαση το στέλνει, υπάρχουν άλλα, ουσιαστικά για αυτό υπάρχουν άλλα μέτρα θα λέει παρά όλα αυτά ότι είναι απρόσφορο το μέτρο. Εδώ αναφέρει ότι είναι απρόσφορο, δεν λέγει αναγκαιότητα. Και εκεί, απρόσφορο, το ίδιο πράγμα, την ίδια αιτιολογία έχει είναι η απόφαση του Σουβλίου. Και έτσι αναφέρει πάλι αρχή της αναλογικότητας σε συνδυασμό με τη βιάταξη 5 παράγραφος 1 του συντάγματος και έρχεται τώρα η μιοψηφία να απαντήσει σε αυτό ότι υπάρχει άμεση σύνδεση των σπουδών με την πρακτική άσκηση και ουσιαστικά αυτό που θέλει να κάνει εδώ ο νομοθέτης είναι ακριβώς να συνδέσει αυτές τις ειδικές γνώσεις που έχει πάρει από το Πανεπιστήμιο με την πρακτική άσκηση και ουσιαστικά ότι αυτά θα αφελίσουν τελικά στο σύνολο την ιδιότητά του ως δικηγόρ και το δικηγορικό λειτούργημα γιατί θεωρεί ότι το δικηγορικό λειτούργημα είναι αυτό ακριβώς ένα λειτούργημα. Δηλαδή θέτει εδώ έναν σκοπό δημοσίου συμφέροντος ουσιαστικά. Και έτσι λοιπόν θεωρεί ότι το σύστημα ταχύες έναρξης του δικηγορικού επαγγέλβατος μαζί και με τον σχετικό περιορισμό που θέτει, δεν έχουμε απόλυτο περιορισμό, ότι τελικά δεν αντίκηται στο σύνταγμα στην αρχή της αναλογικότητας και στην αρχή της επαγγελματικής ελευθερίας. Και πάμε τώρα στην 4η αιτιολογική βάση που είναι το άρθρο 21 παράγραφος 2 του κώδικα περί δικηγόρων που μας λέει δεν επιτρέπεται να διοριστούν ή να επάνω να διοριστούν δικηγόροι, οι δημόσιοι διοικητικοί υπάλληλοι, οι στρατιωτικοί υπάλληλοι, οι υπάλληλοι των Σωμάτων Ασφαλείας, των ΟΤΑ, των ΕΠΙΔΔ και οι συμβολεωγράφοι μετά την αποχώρηση από την υπηρεσία τους για οποιοδήποτε λόγο. Εδώ έρχεται λοιπόν η πλειοψηφία να αθέσει τα επιχειρήματα και ξεκινάει λοιπόν από την ελευθερία επιλογής και άσκησης του επαγγέρματος. Διότι είναι μια έκφραση της ελευθερίας του ατόμου και της ανάπτυξης της προσωπικότητας και ουσιαστικά λέει ότι για να τεφούν περιορισμοί σε αυτό το δικαίωμα θα πρέπει αυτή η περιορισμή να ορίζονται γενικά κατά τρόπο αντικειμενικό, να δικαιολογούνται από αποχρόντες λόγους δημοσίου και κοινωνικού συμφέροντος, οι οποίοι σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση πρέπει να είναι συναφείς προς τα αντικείμενα και το χαρακτήριο του επαγγέρματος. Εδώ λοιπόν επειδή αυτό το επάγγελμα όπως είπαμε είναι επάγγελμα το οποίο είναι δημόσιο λειτούργημα και έχει να κάνει με την άμεση απονομή της δικαιοσύνης θεωρείται ότι καλώς θέτει αυτούς τους περιορισμούς, ωστόσο θεωρεί ότι ο σκοπός που ανάγεται στην ηθική συγκρότηση, τις επιστημονικές και τις ενγένει διανοητικές ικανότητες που θα πρέπει να έχει ένας δικηγόρος, ουσιαστικά πάλι αυτοί οι περιορισμοί δεν έχουν να κάνουν αυτά τα κριτήρια. Απαντάει όμως. Ουσιαστικά μίστη για τα υπόλοιπα τα τρία τα ξέραμε και από πριν από το Συμβούλιο της Επικρατίας. Για αυτό που καλείται τώρα ουσιαστικά για το τέτατο, μας απαντάει αναλυτικά. Εμείς θέλαμε να δούμε αν αυτοί οι οποίοι απαγορεύεται εκ του κώδικα να εγγραφούν ως ασκούμεροι, δηλαδή πρόεδροι δικητικοί πάλι, στρατιωτικοί, των ενόπλων δυνάμεων και συμβολογράφοι. Ουσιαστικά αυτό καλείται να κρίνει εδώ, γιατί τα υπόλοιπα τρία, στις υπόλοιπους τρεις περιορισμούς, τους έχει κρίνει κατεπανάληξη το Συμβούλιο. Για αυτόν το τελευταίο απαντάει με αυτά τα επιχειρήματα και μας λέει ότι τελικά οι περιορισμοί που θέτει εδώ πέρα, ο κοινός νομοθέτης, δεν εξυπηρετούν τον σκοπό που είναι τελικά... Τι μας λέει ότι δεν τον εξυπηρετούν τον σκοπό, όταν λέει το Δικαστήριο ότι το μέτρο δεν εξυπηρετεί τον σκοπό που έχει τάξει ο νομοθέτης, που έχει δηλώσει ο νομοθέτης, σημαίνει ότι το μέτρο είναι απρόσφορο. Δεν το λέει πάντα αριτά, το λέει εδώ βέβαια δεν πήγε ιδιαίτερα αυτή η απόφαση, δεν έχει ιδιαίτερη έκταση στο κομμάτι, για αυτό εδώ το τελευταίο μιλάω περιορισμό, την απαγόρευση του περιορισμού. Εδώ κάνει εφαρμογή της αρχής αναλογικότητας, απλά δεν το αναφέρει. Το λέει από την αρχή, μιλάει για αναλογικότητα σε όλη τη σκέψη 8. Ναι, απλά πίσω στο σκεπτικό δεν αναφέρει συγκεκριμένα σε πιάση. Ξανά στο τέλος? Ναι. Όχι, δεν λέει το 25 ξανά, αλλά το εννοεί. Και τώρα έρχεται η νιοψηφία να απαντήσει εδώ πέρα ότι ο σκοπός εδώ του νομοθέτη είναι κατά βάση να μην επιτρέπει την είσοδο από υποψηφίων, οι οποίοι προέρχονται από επαγγέλματα των κλάδων του δημοσίου, όπως είπαμε δημοσίου συμπαλίου και τα λοιπά. Θεωρεί ότι αυτοί ήδη έχουν καλύψει, έχουν κάνει έναν ευλίκυκλο στα διαδρομίας, είναι συνταξιούχοι, οπότε ούτε και βιοποριστικά υπάρχει κάποιος σκοπός. Απλά έχονται να γίνουν και δικηγόρητες. Ναι, και ότι πέρα από αυτό θέλουμε να προστατέψουμε και το δικηγορικό γακλάδι που είναι μαστιζόμενος από πληθορισμό. Οπότε ουσιαστικά αναφέρει ότι δεν αντίκηται στην οικονομική και επαγγελματική ελευθερία των συγκεκριμένων υποψηφίων και ίσα ίσα προσπαθούν. Ουσιαστικά παιδιά με την απόφαση αυτή που μας παρουσίασε η Κωνσταντίνα, το Συμβούλιο της Επικρατίας, ακόμη και αυτόν τον περιορισμό, που εγώ τον θεωρώ για δυστυχών πολύ μεγάλη κουβέντα, αν είχαμε χρόνο θα κάνουμε την κουβέντα, αν πρέπει και πρέπει, και όλοι όσοι είναι στην ταξίουχη να μπορούν να γίνονται άσκομενοι δικηγόροι, παρόλα αυτά και αυτόν τον περιορισμό τον κρίνει όπως όλους τους υπόλοιπους απρόσχωρο. Αυτά για τις τρεις αυτές αποφάσεις. Έχουμε δέκα λεπτά, προλαβαίνουμε, παιδιά να το κάνουμε γιατί είναι έτοιμη η συνάδελφος. Ό,τι μου πείτε, εγώ ακριβώς πρέπει να δώσω τα κλειδιά στην αστυνά, πρέπει να κλειδώσω την αίθουσα. Θέλεις να πάρεις για την επόμενη φορά, ναι. Αλληλεγείται η συνάδελφος. Αυτό είναι αλήθεια. Εντάξει, τότε δώστε μου πέντε λεπτά. Θα πάρεις την επόμενη φορά, γιατί έχεις κάνει και πάγω επόμενη και είναι πολύ κρίμα. Δεν σε πειράζει. Η απόφαση που έχει η συνάδελφος είναι ουσιαστικά, είναι αφορά τον Άριο Πάγο και θα δείτε εκεί εφαρμογή της αργής της αναλογικότητας στο πλαίσιο πλέον των ιδιωτικών σχέσεων. Και όχι εδώ τις σχέσεις ιδιώτη με το δημόσιο. Κάτι πάνω σ' αυτά που είπαμε. Είδατε ότι οι τρεις αυτές αποφάσεις είναι συναφείς. Τα ίδια μεγέθη έχουμε και στις τρεις αυτές. Απορίες πάνω σ' αυτά που είπαμε. Καλητήκατε. Καταλάβατε την αρχή της αναλογικότητας. |