Ο ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ (11/10/14) /

: Καλησπέρα. Καλώς ήρθατε. Συγγνώμη για την καθυστέρηση. Κύριε Βουλευτά, κύριε Δήμαρχε, κύριε Προεστάινος της Αθαρβάχης Εκπαίδευσης, κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι, η αποσυννή εκδήλωση και η έκθεση που θα δούμε μετά είναι στον κέντρο Νέσσετση Ευτυχούς. Θεωρώ ότι είναι ένας ευτυχούς συγκυρίας για...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Είδος:Ακαδημαϊκές/Επιστημονικές εκδηλώσεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΛΙΒΑΔΕΙΑΣ 2014
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=5lPgeZ2crBA&list=PL4ir5o_3uDPuX0OF4vvqHltMtBFPlhaRh
Απομαγνητοφώνηση
: Καλησπέρα. Καλώς ήρθατε. Συγγνώμη για την καθυστέρηση. Κύριε Βουλευτά, κύριε Δήμαρχε, κύριε Προεστάινος της Αθαρβάχης Εκπαίδευσης, κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι, η αποσυννή εκδήλωση και η έκθεση που θα δούμε μετά είναι στον κέντρο Νέσσετση Ευτυχούς. Θεωρώ ότι είναι ένας ευτυχούς συγκυρίας για την πόλη. Φιλοξενούμε και πραγματικά την σπουδαία έκθεση του μεγάλου μου σπιτιού, του Γιώργου Σοφέρη. Δεύτερον ξεκινάμε τη συνεργασία με το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης. Ακολουθήσουν και άλλες εκδέσεις και εκδηλώσεις. Αυτή η εκδήλωση είναι καρπός μιας συνεργασίας πολλών φορέων, του Μορφωτικού Ίδρύματος, της Πληροθήκης, του Δήμου, της Δευτεροβάθμας Εκπαίδευσης, του ΣΥΛΟΓΟ, φίλοι της Πληροθήκης Λιβαδιάς. Θα παρακαλήσω τώρα την κυρία δήμαρχου Γιώργου Σοφέρη για έναν θερετησμό. Απλά τα έχω γράψει για να πω λιγότερα. Καλησπέρα σε όλους και σε όλες. Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί συνδιοργανωτές, σας καλωσορίζουμε στη σημερινή μας εκδήλωση. Με ιδιαίτερα χαρά, κλωξεύουμε στην πόλη μας την έκθεση ο φωτογράφος Γιώργος Σοφέρης, η οποία μας δίνει την ευκαιρία να έρθουμε σε επαφή με μια κρυμμένη πλευρά του ποιητή. Να δούμε τον κόσμο ως εικόνα με τα δικά του μάτια, με τη διάβοια και την ακρίβεια που χαρακτηρίζει και την πίεση να στοχαστούμε πάνω στη σχέση της εικόνας με το λόγο, αλλά και να απολαύσουμε την φωτογραφική του τέχνη καθέαυτή. Οι εισηγήσεις θα αναπερτούν σε όλα αυτά και θα μας βοηθήσουν να καταλάβουμε από τη ρέστερα το έργο. Θεωρούμε πολύ σημαντική τη συνεργασία της βιβλιοθήτης μας με το μαθωτικό ιδούμα της Εθνικής Τράπεδας. Ένα πολιτιστικό θεσμό με μικρά ιστορίες, παραδειγματική ποιότητα και μεγάλη συμπολή στο πολιτιστικό τοπίο της χώρας μας. Όμως, και η δημόσια βιβλιοθήκη μας με την τράση της, τις πρωτοβουλίες που στεγάζει, όπως τα σεμινάρια φωτογραφίας, τις ομάδες ανάγνωσης και βιβλιοθεραπείας, τη κινητή βιβλιοθήκη, την οποία πρέπει να επαναλειτουργήσουμε, είναι ένα θεσμός με σημαντικότατη, θα έλεγα, συμπολή, στο τοπικό μας πράγμα. Είμαστε περήφτενοι γι' αυτή και τη λογαριάζουμε ως πρωταρχικό πυλώνα για την πολιτιστική πολιτική που σχεδιάζουμε. Ευχόμαστε να συνεχιστεί η συνεργασία εκεί στο μέλλον. Η λιβαδιά έχει πρωτοβουλική ζωή και κοινωνικές υποδοκές, αλλά και μεγάλες πολιτιστικές ανάγκες. Γνωρίζετε ότι ο στόχος του Δήμου είναι να κάνουμε το πολιτισμό καθημερινή πράξη, να τον αποκαταστήσουμε ως καθολικό θενόμενο που αγκαλιάζει όλες τις πτυχές της ζωής μας. Θέλουμε η τέχνη, η παιδεία, η πρόνοια και η υγεία, η προσφορά, η δημοκρατία και ο διάλογος, σε όλες τις μορφές να διατηθούν στην πόλη και τα χωριά μας. Στη λιβαδιά υπάρχει ο δός Γιώργος Σεφέρη. Μια ιδέα είναι, αν και το ΜΥΕΤ συμφωνεί, να μας κάνει μια μικρή δημιουργική δωρεά, να αναρτήσουμε σε όλες τις γωνιές της οδού αυτής, ορισμένες από τις φωτογραφίες του ποιητή, μαζί με επιλεγμένα ποιηματά του, ώστε οι συμπολίτες μας, που περνούν από εκεί, να βλέπουν και να διαβάζουν ψήγματα από τη μεγάλη του τέχνη. Σας ευχαριστώ και έχουμε να δούμε την έκθεση πολύ στους συμπολίτες μας. Σας ευχαριστώ πολύ. Ο κ. Τζαντζίς, που αισθάνεσθε το γραφείς υπέροχης της νομιωτίας, είναι θέτης μου. Καλώς σας, κυρίες και κύριοι, σας καλωσορίζω στη σημερινή εκδήλωση. Τα σεμινάρια φωτογραφίας ξεκίνησαν ως εγχείρημα της Δευτεροβάθμιας, με πρωτοβουλία του συνάδελφου του Μάκη του Μοραϊκή, με πορεία επιτυχή θαύματα και αποτέλεσμα αυτής της πορείας είναι και η σημερινή εκδήλωση. Εμείς ως Δευτεροβάθμια είμαστε αρρωγοί στις πολιτιστικές ανάγκες της πόλης. Θα βοηθάμε όλες τις εκδηλώσεις. Θέλω να συγχωράω, καταρχήν, τον φίλο, τον συνάδελφο, τον Μάκη του Μοραϊκή, για την προσπάθεια που κάνει ώστε να έχουμε αυτά τα αποτελέσματα και να ευχαριστήσω τους συγχειτές τον κ. Καψάλι και την κ. Αδαμάκη που συμμετέχουν στη σημερινή εκδήλωση. Ευχαριστώ. Καλή συνέχεια. Θα ξεκινήσουμε τώρα τη συζητητή μας από το πρόγραμμα. Οι ομιλητές είναι ο κ. Δονίκης Καψάλις, διευθυντής του Οφωτικού Υδρύμου της Αθηνικής Θεραπέζης. Η κ. Π. Αδαμάκη είναι φιλόλογος και ο κ. Ρελιανός Μοραϊκης καθηγητής φωτογραφίας και είναι και υπεύθυνος των σεμιναρίων φωτογραφίας που γίνονται στη πιοθήκη και πρώτος του συλλόγουφη της Βιβλιοθήκης. Ο κ. Καψάλις θα μιλήσει για τον κ. Δομπητή Σεφέρη, η κ. Αδαμάκη για τον διπλωμάτη Σεφέρη και τον φωτογράφος Σεφέρη ο κ. Μοραϊκης. Λοιπόν, θα ξεκινήσουμε με τον κ. Καψάλι. Καλησπέρα. Να ακούτε. Κύριε Δήμαρχε, κύριες και κύριοι, ευχαριστώ πάρα πολύ που είστε εδώ. Θέλω να ευχαριστήσω ιδιαίτερα τους οικοδεσπότες μας, γιατί πραγματικά για εμάς τον Αυτοτικό ίδιο είναι πάρα πολύ σπουδαίο ότι μας δίνει τη δυνατότητα να μπορούμε τα πράγματα που έχουμε να τα πιέσουμε στον κόσμο στον οποίο ανοίγουμε, εκ των πραγμάτων. Αν μου υπηρέπετε ένα μόνο σχόλιο για το φωτογραφικό ζώμηνο. Το φωτογραφικό ζώμηνο σχεδόν είναι για έναν ποιητή για τον Σεφέρη, ο οποίος έδινε πάρα πολύ μεγάλη σημασία στην κατασκευή. Δηλαδή, σε αυτό το πράγμα το οποίο το ξέρουμε όλοι όταν είμαστε παιδιά και όλοι το ξεκλάμε να μεγαλώνουμε. Είναι η χαρά της κατασκευής. Είτε πρόκειται για πίγμα, είτε πρόκειται για φωτογραφία, είτε πρόκειται για οποιοδήποτε άλλο είδος τέχνης. Ένα πολύ σημαντικό αρθροπολογικό μέγεθος είναι η χαρά της κατασκευής. Εάν αυτό το πράγμα λείψει από έναν πολιτισμό, καλύτερα. Εκτομένως, το τι κάνει αυτή τη δουλειά ο αγαπητός πυρογορέτης, θα πρέπει να νομίζω να είμαστε όλοι ευγνώμονες. Που έρχονται να είμαστε μέσα και για τα νεότερα άνθρωποι, ακριβώς τη χαρά της κατασκευής, της φωτογραφίας. Καθώς σκεφτόμουν ότι θα μπορούσαμε να κολληγήσουμε απόψε και δεν μιλάμε για ποιητές, θυμήθηκα, είναι μια ιστορία, η οποία είναι ιστορία της οικείς μου της γενιάς, είμαστε άνωστε συνομίλιατοι, από τον αγαπητό μάκη, η ένδοξη γενιά του 1952. Όταν ήμασταν, λοιπόν, σε τριφερή ηλικία, τον Ιούλιο του 1970, δηλαδή μέσα σε εικατορία, οι πρεσβύτεροι θα το θυμάστε ασφαλώς, κυκλοφόρησε την αίθουσα που λεγόταν 18 κείμενα. Ήταν η πρώτη σημαντική παρουσία ελλήνων λογοτεχνών, μετά την άρση της προχειρικής οδοπληξίας, την οποία είχε επιβάλλει η Χούντα. Και εκεί στα 18 κείμενα, λοιπόν, διαβάσαμε, μετά από πολλά χρόνια, ένα καινούργιο πείημα του Σεφέιου, το οποίο θα μου εκπρέψει να σας το διαβάσω, διότι ποιητές χωρίς πείημα δεν γίνονται. Το μαθαίνουν τα παιδιά μου στο σχολείο, νομίζω εμείς, το διαβάζουμε σπανίως. Είναι το περίφημο «Η γάτες τάει μικώλα», στο οποίο προτάσσεται ένα μικρό απόσπαγμα από ένα χωρικό, πιο αγαμένο από το Μεσχύδιο. Θα σας το διαβάζω. «Τον πάνε φιλήρας, όμως, η μνωδή φαίνον ελληνίος, ας το δίδαχτος έζωφεν θυμός, ουν το πάνε έχον ελπίδος φίλον φράσος». Το πείημα περιγράφει μια συνομιλία του Σεφέιου με έναν καπετάνιο. Καπετάνιος είναι ο Αντωνίου, γνωστός καπετάνιος και γνωστός ποιητής. Και μιλάνε για ένα ακροτείου στην Κύπρο, που λέγεται Κάβο-Γάτα, το οποίο συνδέεται με μια ιστορία που αφηγείται το πείημα. «Φαίνονται ο Κάβο-Γάτα», μου είπε ο καπετάνιος, δείχνοντας ένα χαμηλό γυαλό μέσα στο πούσι, το άδεια κρογιάλι ανήναρα Χριστούγεννα. Και κατά τον που λένε αλάργα το κύμα γέννησε του Ναφροδίτη. «Είναι το τόπο Πέτρα του Ρωμιού», τρία καρτίνια έστερα. Είχε τα μάτια της Αλώνης, η γάτα που έφτασα τον άλλο χρόνο. Και ο Ραμαζάν πώς κοίταζε κατάματα το θάνατο, μέρες ολόκληρες μέσα στο χιόνι της Ανατολής, στο παγωμένο ήλιο. Κατάματα, μέρες ολόκληρες, ο μικρός εφέστηος θεός. Μη σταθείς ταξιδιώτη. Τρία καρτίνια έστερα, αντομούνισε ο δειμονιέρας. Ίσως ο φίλος μου να ποτοστέκονταν, ξέπαρκος τώρα, κλειστός σε ένα μικρό σπίτι με εικόνες, γερεύοντας αράφυρα πίσω απ' τα κάβρα. Χτύπησε καμπάνα του καραφιού, σαν δειμονέδα, πολιτείας που χάθηκε και ήρθε και ζωντάνε, ψεπεύθοντας, αλλοτεινές εδημοσύνης. «Παράξενο», σαν να είπαν κακετάνιας. Τούτη καμπάνα, μέρα που είμαι, μου θύμισε την Άγιε Κύνη και η Μοναστηρίσια. Ρηθήγονταν στην ιστορία ένας καλόγερος, ένας μεσότρελος, ένας ονειροπόλος. Το καιρό της μεγάλης στέγνιας, 40 χρόνια αναβροχιά, ρημάχτηκε όλο το νησί. Πέφερε ο κόσμος και γυρνούνταν θύρια, μιλούνια θύρια, τούτο τα κροτήρι, χοντρά, σε ντοποδάρια ανθρώπου και φαρμακερά. Το Μοναστήρι Τάνιγκόλα το είχαν τότε αγιοβασιλίτες καλοκαίρι. Ούτε μπορούσαν να δουλέψουν τα χωράφια, ούτε να βγάλουν τα κοπάλια στη βοσκή. Τους έσωσαν οι γάτας που αναφρέφαραν. Την κάθε αρχή χτυπούσαν μια καμπάνα και ξεκινούσαν τσούρμο για τη μάχη. Όλη μέρα χτυπήκονταν ως την ώρα που σήμεναν το βραδινό ταγίνι. Απόδειγνα πάλι η καμπάνα και βγαίναμε με το μπεμπόλεμο της νύχτας. Ήτανε φάρμα να τις βλέπεις, λένε. Αλληκουτσή κι αλληστραβή, την άλλη χωρίς μύτη, χωρίς αυτοί, τροβιά κουρέλαιο. Έτσι με τέσσερις καμπάνες την ημέρα πέρασαν μήνες, χρόνια, καιροί και αλυκαιροί. Άγρια, πισμακικές και πάντα λαβωμένες, ξολόθρεψαν τα φύγια. Μας ο τέλος χαθήκανε. Δεν άντεξαν τόσο χαρδάκι. Ο σαν καράβι καταποντισμένο τίποτε δεν αρχίσασταν να φρω. Μήτε νιαούρισμα, μήτε καμπάνα. Γραμμή, τί να σου κάνουν οι ταλέκωρες παλεύοντας και πίνοντας μέρα και νύχτα το αίμα των φαρμακερών των ελπαιτών. Εώνες φαρμάκι, γενιάς φαρμάκι. Γραμμή, αντιγράλησε ένα διάφορος οτιμονιαίες. Το πείγμα αυτό που ακούσατε φέρει μενομηνία, πέντε φοβάδια το 1969. Τότε τολοκλείωσε ο Σεφέρης μέσα στη δικτρατορία και προφανώς υποκτυπίεση των γεγονότων της δικτρατορίας και της καταπίεσης που ένιωθε και αυτό στο Πεξίδικο. Είναι όμως γραμμένο η αρχική του ιδέα. Δηλαδή ανάγια σε άλλη εποχή, στις δεκαετίας του 50, όταν ο Σεφέρης ήταν πρέσβης στη Βηρυτό και είχε υπό τη δικαιοδοσία του και τη Κύπρο, δηλαδή μιλάμε για τις αρχές της δεκαετίας του 50. Από την εμπειρία αυτή, είχε και υπερήφθει η συνεργή του Μερολόγου Καταστρώματος Σοπεγάμα που είναι τα πείμματα της κυπριακής εμπειρίας του Σεφέρη. Το λέω αυτό γιατί θα δείτε κάτω στην έκθεση πάρα πολλές φωτογραφίες από εκείνη την περίοδο. Ο ίδιος ο Σεφέρης θα πει αργότερα, μιλώντας για αυτό το πείμα, είχα στο μυαλό μου το κακό που απορροφάται υποσυνείδητα. Το φαρμάκι που πίνουν οι γάτες. Είναι το χειρότερο που μπορεί να πάθει καλής σε μια δύσκολη εποχή όταν ακριβώς απορροφάει το φαρμάκι της καθημερινών τασμόκια κι αν είναι αυτό. Αργότερα, πάλι να αρφέρομαι στη μία εποχή, θυμάστε το Σεφέρης μας ήρθε και το άλλο το ερωμοποιήμα, το Ρεπιασπαλάφα. Πάλι ο μάκης σου συκακανεύει και το θυμάται πάρα πολύ καλά. Ένα άλλο συγγραφητικό πείγμα, μικρότερο εκείνο, που αφορά την εμπειρία του ποιητή μέσα στη δικατορία. Όλα, και αυτά τα πείγματα και τα άλλα που σε φέρει, έχουν έναν κοινό τόπο. Και αυτό, άμα οπτρέπτω να το πω, είναι μια τραγική αντίληψη της ιστορίας του ανθρώπου. Δεν θα εκταφώ σε θέμα, είναι τεράστιο θέμα τι σημαίνει μια τραγική αντίληψη της ιστορίας. Σημαίνει πάντως ότι από τη μια πλευρά συνεχίζουν οι άνθρωποι να παλεύουν την υπόθεση της αξιοπρέπειάς τους, ενώ από την άλλη ξέρουν ότι μπορεί στο τέλος να μην δικαιωθούν απολύτως. Τι σχέση τώρα έχουμε να σφέρει με τη φωτογραφία. Και στο που μ' ακούσατε και στο όλο που μ' το ξεφέρει, υπάρχει η αγάπη για την ανθρώπινη δημιουργία. Στις φωτογραφίες που βλέπετε κάτω ονόμαζε ότι υπάρχουν και τοπία, φαλασινά τοπία, ορεινά τοπία, κεντριαρχεί ο άνθρωπος και τα έργα του. Άνθρωποι, σπίτια, ναή, ερημωμένοι ναή, πολιτεί που ξεχάστηκαν ο προφήτης άλλων τοπίμαν, γίναν τόπια για τις γκαμούζες στην έρημο της Μέση Ανατολής και ούτω καθεξής. Είναι ο άνθρωπος και τα έργα του. Αυτό είναι η εφέροντα σε θέμα. Είναι η καθαρότητα, η σαφήνια. Είναι ένας ποιητής φαθής και δύσκολος που ποτέ δεν εγκαταλείπει την προσπάθεια, όπως λέει σε ένα τοπίμα, ένας γέροντας στα κομποταμιά, να μιλήσει απλά. Η απλότητα δεν είναι βέβαια προϊκότητα. Η ίδια αρετή, όπως θα σας πει νομίζω και ο Νάκης, κυριαρχεί και στις φωτογραφίες του. Η σαφήνια και η απλότητα. Το τρίτο σχέδιο είναι πάρα πολύ σημαντικό. Είναι η μνήμη. Ο Σαφέριστα τελαμβάνεται και ένας σπουδαίος βοητεχνής. Είναι μάρτυρας της εποχής του. Φέρει μια μαρτυρία και έχει την υποχώρηση μια μαρτυρία μνήμης να διασώσει τη μνήμη και να την παραδώσει στους επόμενους. Τον ίδιο σκοπό υπηρετούν και οι φωτογραφίες του και τα κομματά του. Θα σας διακόψω ένα μόνο κομμάτι το οποίο έχει μόνο στα σχέση μία φωτογραφία, που θα τη δείτε κάτω. Η φωτογραφία είναι σε μεγάλο μελέθος κάτω στην έκθεση. Είναι μια φωτογραφία νέας μεγάλης άγγυρας στον νεώριο του Πόλου. Όταν υποβρίσκεται ο Σαφέριστος με τον πόλεμο στην Αφρική, έχει φύγει από το κάελλο και έχει κατεβεί κάτω στο πρετόριο, που είναι εντελώς απομονωμένος, γράφει, σκέφτεται και σημειώνει στο μερολόγιο του, όπως θα σας διαβάσω τώρα. Σήμερα κρέμασα πάνω από το φωτογραφείο μου, τη μοναδική φωτογραφία ενός ελληνικού τοπίου που βρέθηκε όλος ή όλου τυχαία μέσα σε κάτι χανθιά. Τη φωτογραφία της μεγάλης άγγυρας του Πόλου. Είχα κάνει ένα πρωί της άνοιξης του 1940. Καθώς τη κοιτάζω τώρα, αισθάνομαι την ψυχή μου πλημμυρισμένη. Αλλά δεν είναι αυτά που μου χρειάζονται. Πελεκώντας τον εαυτό μας. Έτσι γράφουμε. Πελεκώντας τον εαυτό μας. Αυτό κάνει ο Σαφέριστος. Ξέρετε, είναι ίσως από τους πιο συμπαγείς λογοτέρνες που έχουμε. Αν μπορώ να το πω έξω. Είναι σε όλα του, ένας. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ούτε απλός, ούτε ολοβιάστατος. Είναι πολυσύνθετος, πολυβιάστατος, αλλά συμπαγείς. Οι φωτογραφίες που θα δείτε κάτω, να σας πω δε λέω για το αμαρτρέφτημα. Ανήκουν στο μορφωτικό ίδρυμα. Έχουνε περιέλθει σε μας μετά από μια δικλή δωρεά. Πρώτα το 1884, ο προηγούμενος εφητής και ο ιδρυτής του ίδρυματος μας, ο Μαριέλ Κάζαλης, έκανε μια μεγάλη έκθεση στη Κύπρο, με φωτογραφίες του Σεφέρι και τότε η Μαρό Σεφέρι, η χείλη του Πριτή, είχε δώσει ένα μεγάλο τέρας από το αρχείο του. Αργότερα, το 1999, επισημοποιήθηκε αυτή η δωρεά, με εξεκόλπες φωτογραφίες, ο οποίες μας έδωσε η κόρη της Μαρός Σεφέρι, η Άννα Λόντου. Έτσι, αυτή τη στιγμή, έχουμε, στο αρχείο του ίδρυματος, περί της 2000, αρνητικά. Είναι φωτογραφίες που τραγούζε ο Σεφέρις από πολύ μικρή ηλικία, από την εποχή που είμαι στο Παρίσι και τη Τίστ, 1918-1921, μέχρι το τελευταίο χρόνο της ζωής του, το 1971. Οι φωτογραφίες ήταν πάντοτε πάρα πολύ τακτικώς. Οι φωτογραφίες που πήραμε ήταν τοποθετημένες μέσα σε λάιλανθήκες, καμιά φορά σκοντριαγμένες από πίσω, είτε με το δικό του χέρι, είτε μετά, με τα γενέστερα, με σημειώσεις της Μαρώς ή της γυναίκας μας. Και επισκάπτε αυτοποιημένες θεματικά. Η μεγαλύτερη ενότητα, και αυτό νομίζω αποκατατρίζει το βάρος που είχε αυτή η ενότητα στη συνείδηση του B.E.D., η μεγαλύτερη ενότητα είναι φωτογραφίες από την Κύπρα. Και θα δείτε κάτω ένα σημαντικό μέρος έκθεσης είναι αυτές οι φωτογραφίες. Γιατί, όπως σας είπα και προηγουμένως, η υπριακή εμπειρία για τον Σεφέρη, από το 1952 έως το 1955 είναι πάρα πολύ σημαντική. Εκείνη, λέει ο ίδιος, βρήκε έναν τόπο όπου το φάγμα λειτουργεί ακόμα. Προφανώς βγήκε έναν αυθεντικό τόπο, με ευθυντικούς αυρώπους, σαν αυτόν που θυμότανε ότι έχει αφήσει πίσω του, φεύγοντας από την πατρίδα του, της Μύρκλη. Να ευχαριστήσω πάλι θερμά εσάς. Θα είμαστε κάτομα όσο θα σας πει και ο Μάιντις. Και, εάν θέλετε, μπορώ με μεγάλη μου χαρά να σας δείξω στους φωτογραφίες και να μιλήσουμε για αυτές. Ευχαριστώ πάρα πολύ. Ευχαριστούμε τον κύριο Καψάλαια. Συράχη κυρία Ταμαϊκή. Φρίκι, πάντα δύο αφεντάδες. Από εδώ όλες μου είναι αντιφάσεις. Δε θέλω να γίνω, είτε δικηγόρος, είτε δημοσιογράφος, είτε πόεμος. Η μόνη κλήση που έχω είναι να θέλω να φτιάξω πήματα, ηθομονετικά, πισματάρικα, δουλεύοντας μήνες και χρόνους, σαν κινέζος ή μανιακός χειροτέχνης. Κύριε Δουλευδά, κύριε Δήμαρκος, κύριε Δημαρχέ, κύριοι επιθυντές της δευτεροβάθμιας της εκπαίδευσης, κυρίες και κύριοι. Όταν μας τέλειωσε η θερμά εσάς, έστειλε το γιό του στο Λονδίνο για σπουδές το καλοκαίρι του 1924, πίστευε ότι εκείνος μπορούσε να περάσει τις εισαγωγικές εξετάσεις για το διπλωματικό σώμα. Μάλιστα, το Νοέμβριο προτρέπει τον Γιώργο να παραμείνει στο Λονδίνο και μετά τις διακοπές μου χριστουγένων και εξάστηση. Τότε, ακριβώς, ο Γιώργος αντιγράφησε στο ιδερολόγιο του το απόσπασμα από το καταμακταίο Ευαγγέλιο προσαρμοσμένο στις δικές του περιστάσεις. Έτσι φαίνεται ότι ξεκίνησε η μεγάλη περιπέτεια του Σεφέρη να υπηρετεί σχεδόν μέχρι τέλους τους δύο αφεντάδες του, την πίεση και τη διπλωματική του καριέρα. Ο επόμενος διαγωνισμός προκειρήσεται τον Ιανουάριο 1926, όμως η συμμετοχή στη δοκιμασία αναβάλλεται, γιατί ο πατέρας του, που τον εξέτασε προκαταρκτικά, έκρινε ότι δεν ήταν ικανός για τις εξετάσεις. Βέβαια, αυτή η αναπολή ήταν αναμενόμενη, διότι όλο αυτό το διάστημα ο Γιώργος μελετούσε σκληρά και ακούραστα, όχι όμως για τις εξετάσεις στο διπλωματικό σώμα. Είναι μια περίοδος έντονης πνευματικής αναζήτησης, που επιπλέον σημαδεύεται και από την απώλεια της μητέρας του. Τέλος, οι εξετάσεις διεξάγονται στις 19 και 20 Δεκεμβρίου, Κυριακή και Δευτέρα του 26. Στις 4 εβδομάδες που προηγούνται ο Σεφέρης, σημειώνει στην ατζέτα του καθημερινά, το χρόνο που του απομένει. Εξετάζεται σε πάρα πολλά αντικείμενα. Υπάρχει ένας μακροσκελής κατάλογος υποψηφίων και ο ίδιος έρχεται δεύτερος. Είναι 26 χρονών και αρχίζει τη σταδιοδρομία του. Μία εβδομάδα αργότερα παρουσιάζεται στο Υπουργείο Εξωτερικών κοντά στην Πλατεία Συντάγματος και αναλαμβάνει υπηρεσία. Για τα επόμενα δύο χρόνια θα εργαστεί στη διεύθυνση κρυφτογραφίας. Το Σάββατο, 8 Μαρτίου του 1928, ο Σεφέρης γράψει τα ημερολόγια του. «Πρώτο μου ταξίδι με αεροπλάνο. Έπρεπε κάποιος να πάει στην πόλη. Εκεί ακριβώς νιώθει πίκρα και σκοτεινή διάθεση. Στην επιστροφή του στην Αθήνα γράφω. Η παιδική μου ζωή που ανάβλησε τόσο ξαφνικά στην πόλη μου». Το 1931 κυκλοφορεί η στροφή και το Μάγος συγκτονικά έρχεται μια δεύτερη καμπή στη ζωή του. Ταθώς έχει συμπληρώσει την προκατακτική περίοδο υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών, που αφορείται τον πρώτο του διορισμό στο Εξωτερικό. Στις 8 Αυγούστου του 31 παίρνει από τον Πειραιά το καράβι για την Αγγλία. Έτσι η πρώτη υπηρεσία στους δύο φεδάδες ολοκληρώνεται και ξεκινάει ταυτόχρονα μια νέα περίοδος. «Έφύγα χθες το απόγευμα από τον Πειραιά για τον Λονδίνο. Στο έμβα του καναλιού του Στορίρθου μια περιστεριώνα. Γρίζα και γαλάζια. Περιστεριά στα παραθυράκια της. Άλλο στο πλαϊνό κλονάρι. Περιστεριά που δεν συνοχίζονται να ταξιδεύσουν». Στο Λονδίνο παραμένει για πιο μισή χρόνια ως γραμματέας στο ελληνικό προξενείο. Η πόλη ολόκληρη, η Μεγάλη Βρετανία, θεκυμάζονται από την οικονομική κρίση. Η Δραχνοί χάνει την αξία της και η οικονομική στενότητα αγγίζει βαθιά το σεφέρι. Τώρα πλέον αρχίζει και διαφορείς την επαγγελματική του από την προσωπική και την πνευματική του ζωή. Το 1932 αποτελεί μια χρονιά καινούργιας καμπής. Εκδίδεται η στέρνα σε 50 ερμηθειμένα αντίτυπα. Και τον Ιούλιο ο έλληνας πρόξενος του Λονδίνου μετατήθεται ξαφνικά. Τότε ο σεφέρις βρίσκεται επί κεφαλής του προξενείου. Πουβαλήθηκα εντός τα διαμερίσματα του προξενείου που πρόκειται να ζήσω μόνος. Από τα παράθυρά μου ακαδημαϊκά αετόμακα. Από τις αρχές του 1934, όταν λίγη η παραμονή του στο Λονδίνο, έως το 1936, ο σεφέρι ζήτα τη δικημισμένα γεγονότα της ελληνικής ιστορίας. Και καταφέμπτει στην πίεση για να καλύψει την αντίθεσή του με τη βασιλεία. Ψηφύριζα ακόμη βαρκές υπέτρες και ασύκωτες ημιλόπετρες που άκουσαν μια βραδιά να σταματούν στο σύνορο του καιρού και τραγικά τα νέα κορμιά που δουλιάξαν, την ανεξάνδλητη πορφύρα το βράδυ εκείνο του κυρισμού που άρχισαν να σφυρίζουν οι σεμνές στο λιγοστό χορτάρι, είδα τα φύρια σταυροτά με τις σοχές, πλεγμένα πάνω την κακή γενιά τη μοίρα μας. Στο σπίτι της αδερφής του Ιωάννα, στην οδόκυνα της Δαθηναίων, συναναστρέφεται με την πνευματική αιλήθεια της εποχής και σχεδόν ταυτόχρονα με το τραξικότμα του Αυγούστου του 1936, στην Αίγινα, όπου βρίσκεται για διακοπές, ερωτεύεται τη Μαρή Καλώνα. Η επιστροφή μετά τις διακοπές στην Αθήνα σημαδεύεται από την ήδηση της μετάθεσης του στην Γοριτσά. Οι προσπάθειες που καταβάλλονται για να παραμείνει ως εθέρι στην Αθήνα αποβαίνουν άκαρπες. Η οικογένειά του δεν παρεμβαίνει. Στις 21 Οκτωβρίου του 1936, δημοσιεύεται η εντολή διορισμού του στη θέση του προξένου στην Γοριτσά. Παίρνει το τρένο από την Αθήνα με ανταπόκριση στο έρημο και λασχωμένο πλατεί. Σαφνικά, ένα διαφορετικό τοπίο βαλκανικό ανοίγεται μπροστά του. Ακίνηθες λύνες, σιωπηλάβουνα, το φως λιμποστεύει, ανάμεσα από της οξιάς μεταφληγισμένα φύλλα. Κράτησα τη ζωή μου, κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγεσμα της βροχής, σε σιωπηρές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους. Γραβιάζει. Στην Κοριτσά, καθώς οι αλπανικές αρχές ελέγχουν και παρακολουθούν την αλληλογραφία του, η προξενική του δραστηριότητα ακουσιάζει την αλληλογραφία του και τα ημερολόγια του. Από την πόλη με τα ορθομανικά χτίσματα τραβάει εξαιρετικές φωτογραφίες των υπέτριων αγορών. Ανακαλεί την μέρη που τον ελκύουν ιδιαίτερα. Γνωρίζει πολύ καλά τα ζητήματα της ελληνικής κοινότητας, αλλά προσπαθεί να κρατηθεί ακόμα μπρος. Αξιοσημείωτο γεγονός της παραμονής του στην Κοριτσά αποτελεί και η έναρξη συγγραφής των χειμίων. Αρχίζει και μελετάει συστηματικά μακεντιάν και καβάθα. Η θητήρ στην Κοριτσά λείπει το 1937 και στην Αθήνα όπου μετατήθεται διορίζεται ως διευθύνων το παράτο ιδιωτικοί και τουρισμού τμήμα εξωτερικού τύπου. Για τη θέση του αυτοί ο ίδιος θα πει αργότερα ότι διετάχται. Στα καθηκονγάπους αυτό το καυτό τμήμα της μεταξικής δικτατορίας παραμένει αμετακίνητος στις θέσεις και πεθυπητήσεις του και πάντα αδειμένη ότι δεν είχε οδεμία σχέση με την επιβολή της λογοκρισίας. Είναι το προηγούμενο που παρουσιάζεται την τραζή, η γνώμη του, για το καθεστό του μεταξά και οι πεθυπητήσεις του βρίσκουν καλύτερη διέξοδος στην πίνηση. Πιάτα να ακούω εξημουδιά, βούλιαξε κι ο στερνός μου φίλος παράξενο πως καμηλώνει όλα τον κύρο κάθε τόσο. Εδώ διαβαίνουν και θερίζουν χιλιάδες άρματα, ρε πανηφόρα. Έτω μεταξύ τα σύννεφα του πολέμου λυσιάζουν απειλιτικά. Το καλοκαίρι του 39 γράφω αισθήματα που βρίσκω στον εσκήλιο, που με αναπαύουν η ασφάλεια και η ισορροπία της δικαιοσύνης χωρίς αισθηματολογία, χωρίς θυκολογία, χωρίς ψυχολογία. Η Κυριακή της 27 Ακτ. του 40, βρίσκει το διπλωμάν της Φερειάδης στο Υπουργείο. Τον ξυπνάει στις τρεις και μισή ένα τηλεφόνο. Ο ίδιος είναι η κήρυξη του πολέμου. Ο ίδιος μαζί με τον υπουργό του Νικολούδη αντέλαβαν να συνδάξουν το κείμενο της επίσημης κήρυξης του πολέμου που έπρεπε να υπογραφεί από τον βασιλιά. Την Τετάρτη, 16 Απ. 1941, η ελληνική κυβέρνηση αποφασίζει να εγκαταλείψει την Αθήνα. Ακουμπθεί την ελληνική κυβέρνηση στην Κρήτη και στην Αίγυπτο. Τον Αύγουστο, ο Σεφέρε συνοδεύει την πριγκίψη από τον διαδόχο Φευερίκη και τα παιδιά της στον Ιωχάννησβουρο και από εκεί στην Πρετόρια. Εκεί υπηρεθεί στην Ελληνική Πρεσβεία μέχρι το 42 και επιστρέφει στον Πάερο τον Απρίλιο του 1942. Καθώς η πορεία του Ιωχάννησβουρος αλλάζει από το 43, οι ελληνικές πολιτικές εντάσεις αρχίζουν να αναπτύσσονται. Ήδη, στα τέλη του Αυγούστου, ο Σεφέρης θα διαγνώσει τα συμπτώματα του επικείμενου, εμφυλίου πολέμου. Και τον Απρίλιο του 44 γράφει… «Για την ώρα το μόνο που τραβάει εμπρός είναι το χάος που φουσκώνει. Φουσκώνει με καταπληκτική ταχύτητα, χωρίς κανένας από τους παράγοντες αυτής της τρίπης. Χωρίς κανένας από τους παράγοντες αυτής της τρικινίας να μπορεί να το σταματήσει. Το αντίθετο, ο καθένας ξεβουνώνει ένα φλασική κακόν ανέμανο». Στην ελευθερωμένη Ελλάδα, ο Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός ορκίζεται προσωρινός αρχηγός κράτους και τον δίτυνο του αντιβασιαία. Στις 24 Μαΐου 1945, ο Σεφέρης χαείται στα Γραφεία της Αντιβασίας και ο Δαμασκηνός του ζητάει να γίνει διευθυντής του πολιτικού του γραφείου. Για άλλη μια φορά βρίσκεται μέσα στα γεγονότα. Τώρα πλέον στο πλευρό αρχηγού κράτους. Η στάση του απέναντι στους Βρεθανούς έχει αλλάξει από τον καιρό του Καΐρου, αλλά δεν περνάει πολύς καιρός που νιώθει απογοήτευση και για τον αντιβασιαία. Επόμενος ταθμός της διπλωματικής του σταδιοδρομίας ήταν η Άγκια, το Φεβρουάριο του 1948. Στα χρόνια αυτά ο Αϊνθίλιους έχει περάσει στην πιο βίαιη φάση του και η μόνη ειρητή του αναφορά για όλα αυτά τα γεγονότα είναι ένα γράμμα του 1948 στον Χένρινι Χένρι Μίλλερ. Μετά από ένα σύγκομο πέρασμα από την Πρεσβεία του Λοδίνου έρχεται στη Βιριντό, για την οποία αναχωρούν την παναζή με τη γυναίκα του, την παρεμονή των φωστουγένων του 1952, ως επικεφαλής διπλωματικής αποστολής. Το φθινόκορο του 1953, μαζί με την ΑΡΟ, επειδή ακριβώς είναι υπεύθυνος και για την Κύπρο, επισκέπτεται από την Βιριντό την Κύπρο για ένα μήνα περίπου. Η ατμόσφαιρα είναι καραγμένη και ήδη από το προηγούμενο χρόνο η κοινή γνώμη έχει ταχθεί ανοιχτά υπάρχει της ενώσεως. Στο νησί ο Σεφέρης αθουσιώνεται με πάθος τον ενακάνηψή του. Αρχαιολογικοί τόποι, φιλογραφίες, κάστρα, ναΐ, τσαμιά, η Μονή των Δερβίστηδων. Πάνω απ' όλα προσεγγίζει τους ανθρώπους και τους ανακαλύπτει. Και μας τους αποκαλύπτει με 145 φωτογραφίες. Αναρωτιέται, είμαστε άξιοι να διηγήσουμε την Κύπρο χωρίς να βλάψουν αυτόν τον κόσμο, κάνοντας τον καλύτερο, χωρίς να τον κάνουμε μια ελλαδική επαρχία, σαν τη Γέρκυρα, σαν τη Θεσσαλονίκη. Γράφει στην αδερφή του. Τον έχω αγαπήσει αυτόν τον τόπο. Ίσως γιατί βρίσκω εκεί πράγματα παλιά, που ζουν ακόμα, ενώ έχουν χαθεί στην Άγια Ελλάδα. Στις 28 Ιουλίου του 1954 συζητείται το μέλλον της Κύπρου στην πόλη των κοινοτήτων του Ψολοδίνο και λίγες μέρες μετά τελειώνει το πλήμα σαλαμίνα της Κύπρου. Τις συζητήσεις, το παρασκήνιο, η προπαγάνδα κάνουν τον ποιητή να επικαλείται στους φίλους του του άλλου που λένε και κάνει να καταλείδει με τόνο προφητικό και αποκαλυπτικό. Και τούτα τα κορμιά πλασμένα από ένα χώμα που δεν ξέρουν έχουν ψυχές. Μαζεύουν σήμερα για να τις αλλάξουν, δεν θα μπορέσουν. Μόνο θα τις ξεκάνουν αν ξεκινούνται οι ψυχές. Δεν αρχίζει να καρδίσει τα στάχη, δεν χρειάζεται μακρύ καιρό για να φουσκώσει της πίκρας το προζύμι. Δεν χρειάζεται μακρύ καιρό το κακό για να σηκώσει το κεφάλι. Και ο άρρωστος μουνούς που απιάζει δεν χρειάζεται μακρύ καιρό για να γεννήσει με την τρέλα, μίσος της έσθη. Το Σεπτέμβριο του 1954 τίδεται επίσημα από την ελληνική κυβέρνηση στον ΟΥΕ το θέμα της Ένωσης. Με σολαβεί η δεύτερη της σκεψή του του Πίπρου, πάλι το 1954. Έφτασε με τη Μαρώ με αεροβάνα των κυπριακών αερογραμμών. Το προζύμι της πίκρας, δηλαδή της Αλαμίνας, φουσκώνει την επόμενη χρονιά. Το 1955 ξεσπάει ο κυπριακός αγώνας. Θα βάζει απεριόδηστα το μακάριο. Είναι μεγάλη ανακμήθηση να βλέπεις έναν άντρα, μέσα σε αυτή την παμπάλη μητροπολίτου, χωρίς κανένα θύλακα. Μόσμα με τον χρωτοσύγγελό του και ένα γραμματικό. Ο Θεός να τον βοηθάει. Πέρισι στην Ιερουσαλία γνώρισα τον πατέρα μου, ένας βρακάς, σαν αυτούς που γνώρισα στη σκάλα. Αυτήν την περίοδο ολοκληρώνεται και η συνογή του που είναι αφιερωμένη στην Πίπρο. Επιστρέφοντας στη Βηρυτό παρακολουθεί με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και αποκοντά τα γεγονότα. Η σύλληψη του μακάριου στις 9 Μαρτίου του 56 και η απέλασή του στις Σευχαίλες προκάλεσε την οργή του Σεφέρι. Θεώρησε την εξωρία του άσκοδου και ανήκτηκε ενέργεια. Περίμενε να αντιγράσουν οι άγγλοι φίλοι του. Υπερβάλλοντας τους όκτους δικλωματικούς περιορισμούς και πολιτικούς δισταγμούς του αποφάσισε να γράψει στο μακάριο και να του εκφράσει τη συμπαράστασή του. Είναι άγνωστο αν έφτασε ή αν παρέμεινε ανεπίδοτη η επιστολή στα χέρια των αγγλικών αρχών του νησιού Μαχέ. Σας διαβάζω το σημείο που κλείνει την επιστολή του. Μακαριώτατα, ο εκτοπισμός σας είναι ένα υπέροχο σφάλμα που έκαμε δυτικός κόσμος σε αυτά τα τόσο δύσκολα χρόνια. Εκτός από την προσωπική οδύνη για το άδικο που έκανε σε ένα μεγάλο φύλλο συλλογίζονται και του τοτουβαρί. Αυτής της ολικής τα σφάλματα τα πληρώνουν συνήθως. Πθέστε και αθώοι. Συλλογίζουμε τους αθώους. Ο Θεός μαζί σας. Γεώργιος Στυλιανού Σεφεριάδης. Τον Ιούμιο του 1956 μεταδίχατε στην Αθήνα. Επικεφαλής της Δευτέρας Πολιτικής Διευθύνσεως με αρμονιώτα πάλου του Κύπρου. Ο διορισμός του έγινε με εισήγηση του Ευαγγέλου Αβέρωφ, υπουργού εξωτερικών. Ανέβαμε αποφασισμένος πως η κρυφή στήριξη του ανώπνου αγώνα του Κυπρίου είναι απαραίτητη. Η κατάσταση στην Αθήνα αρχίζει με πειρετόδης προετοιμασίες για την παρουσία της Ελλάδας στη γενική συνέλευση του Βουλιαίου, καθώς και τη συνεδροχή του, την προσωπική του, με την ελληνική αντιπροσωπία του Φεβρουάριου 1957. Ως διπλωμάτης, ο ίδιος βρίσκεται πλέον στο απόγευμα της σταδιοδρομίας του. Εντάξει, όμως, η κατάσταση στην Αθήνα. Ως διπλωμάτης, ο ίδιος βρίσκεται πλέον στο απόγευμα της σταδιοδρομίας του. Εργάζεται για την προετοιμασία του ελληνικού υπογνώματος, συνεργάζεται με τον Αφέροθ και προτείνει ένα στιρό σχέδιο απέναντι στη Μεγάλη Πρετανία. Οι δυσκολίες, ακόμα και από το περιβάλλον του, ήταν τεράστιες. Όμως, ο ίδιος είναι ικανοποιημένος στο τέλος, γιατί πέπτει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα κάτω από τις ισχύους συνθήκες. Η απελευθέρωσή του Μακαρίου θεωρήθηκε διπλωματική νίκη της ελληνικής κυβέρνησης. Λίγες μέρες πριν από την άθληξη του Μακαρίου από την Εξωρία στην Αθήνα, αποφασίθηκε η τοποθέτηση που σε φέρει ως Πρεσβευτού της Ελλάδος στην Πρετανία. Τότε ο Άνθος Πρέσβης στην Αθήνα ενημέρωνε τον Θεό Ρινόφης. «Ο Σεφέρης είναι λίγο βαρικός και πολύ ενωτικός». Έφυγε το Λονδίνο στις 15 Ιουνίου του 1957. Στους δύο προηγούμενους μήνες πριν την αναχώρησή του είχε άμεση στενή και ειλικρινή συνεργασία με τον Μακαρίο. Ήταν ο μόνος που τον αντιμετώπιζε χωρίς μητροπολιτικές αμφιάξεις και χωρίς φοβίες. Έντεκα μέρες αργότερα γράφει στην αδερφή του, πους είχε επιδόσει τα διαπιστευτήρια προς την βασίλισσα Ιησάβετ στα ανάκτωρα του Μπάιθενχαν. Και βέβαια όλα αυτά τα χρόνια η κατάσταση στην Κύπρο έχει επιδιωθεί τραγικά, καθώς οι αφηλοί για τα ελληνικά και ελλημοκυπριακά συμφέροντα δεν προέρχονται πλέον από την Απικιακή Αρχή, αλλά και από την τουρκοκυπριακή μειονότητα και από τους υποστηριχτές της στην Άντια. Διπλωματικά αντιέξοδα, παρασκημιακές ενέργειες, μυστικά σχέδια. Προσπαθώ απεγνουσμένα. Και πίσω από όλα αυτά μια ανέναισης που έχει κιόλας ξεκινήσει. Μια ανέναισης που όπως συμβαίνει χτυπάει δικαίους και αδίκους. Γράψε την Ιωάννα. Παίρνει μέρος την Ετήσια Σύσκεψη των Υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ στο Παρίσι. Με απόλυτη διάβοια διατυπώνει τις αντιρίσεις του για τους κυρισμούς της ελληνικής κυπερνήσεως. Σε υπηρεσιακό σημείωμα προς τον Ευαγγέλο Αβέρωθ. Η απάντηση είναι ο παραμερισμός του. Απεκλείστη ο πρέσβης της Ελλάδος στην Βρετανία από τις συνομιλίες της Ιρήχη. Ως φίλος του Μακαρίου και της Κύπρου. Μετά από καταγιστικά γεγονότα και διασκέψεις, στις 19 Φεβρουαρίου του 1959 γεννιέται η ανεξάρτητη κυπριακή δημοκρατία. Ενώ όλοι όσοι συμμετείχαν στη Σύνοδο του Λονδίνου θριαμφολογούσαν ως νικητές. Σε διπλωματική γλώσσα ο Σεφέρης δηλώνει στον μόνιμο υπουργό εξωτερικών τη δική του άποψη. Η Ελλάς ίσως είχε εκχωρήσει περισσότερα από όσα θα μπορούσε να εκχωρήσει. Παράλληλα την άνοιξη του 1960 ο Σεφέρης πέτυχε ένα δύσκολο διπλωματικό κατώρθωμα. Τον επαναπατρισμό στην Ελλάδα των λειψάνων του Ανδρέα Κάλβονα. Ήταν ολόκληρη η διαδικασία πρωτοβουλία και εκτέλεση δικιά του. Ταυτόχρονα έγινε και μια υπερθύμηση ότι ένας μεγάλος Έλληνας ποιητής έζησε στη Μεγάλη Βρετανία. Διακαντέχεται ο ίδιος μετά από όλα αυτά από ένα αίσθημα προσωπικής και κυσιολογικής αποτυχίας. Παίρνει την τελευταία του προαγωγή στο βαθμό του Πρέστι το Δεκέμβριο του 1960. Μέχρι την αποχώρησή του ο Υπουργός Εξωτερικών Αβέρωφ τον κράτησε στη θέση του για ένανισι πρόνο ακόμα. Εργάστηκε σκήρα για επισκέψη ψηλών προσώπων από την Ελλάδα. Όταν ήρθε η ώρα να φύγει η εφημερίδα Manchester Guardian γράφει «Ο Σεφέρης ανήκει στον παλιά σχολή των εξαιρετικά μορφωμένων διπλωματών. Ανθρώπων στους οποίους έχει επιζήσει κάτι από την ευρύτητα πνεύματος και τους ανοιχτούς ορίζοντες μάθησης της αναγέννησης σε συνδυασμό με πλήρη επαγγελματική ολοκλήρωση». Μετά από μια σοβαρή περιπέτεια με την υγεία του μαζί με τη Μαρώ αφήνει για τελευταία φορά τον Λονδίνο στις 20 Ακούστου 1962. Εγκαταλείπει την πρεσβεία του Λονδίνου οδηγώντας ο ίδιος του μικρότους καραβαίου. Αν και τυπικά θα βρίσκεται στη διάθεση του Υπουργείου για πρώτη φορά είναι ελεύθερος από τον δυνάστη αφέντη του. Με τη συνταξιοδότησή του του απονεμήθηκε ο τίτλος του πρέσβεως Επιτιμή. Επιτέλους είναι ελεύθερος να ξαναπιάσει τα κοντήλια του. Ο επίλογος της διπλωματικής σταδιοτρομίας του Γεωργίου Σεφεριάδη γράφτηκε μερικά χρόνια αργότερα στην Αθήνα. Τον Απρίλιο του 1970 έκανε την ετήσια έκθυσή του στο Υπουργείο Εξωτερικών για την ανανέωση των διπλωματικών διαβατηρίων του δικού του και της Μαρώς. Η Χούντα απέριψε την έκθυσή του. Αργότερα το καλοκαίρι ο Παναγιώτης Πιπινέλης, Υπουργός Εξωτερικών, του ανακοίνωσε ότι είχε χάσει το δικαίωμα να φέρει τον επίτιμο τίτλο του, γιατί η γνωστή βίαιωσή του είχε μεταδοθεί από τη σοβιετική ρατιαφωνία και συνεπώς συνειστούσε αντεθνική προπαγάντα. Κυρίες και κύριοι, σε μια εποχή όπως η δική μας, σε έναν κόσμο τυρανισμένο από το φόβο και την ανησυχία, σε μια χώρα όπως η δική μας, έναν πέτρινο ακροτήρι στη Μεσόγειο, σε τι μπορεί να χρησιμεύσει η φωνή ενός του ίδιου. Χρησιμοποιώ λόγια του Σεφέριου. Η πίεση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα και πάντα μας δείχνει τον δρόμο να αναζητούμε τον άνθρωπο. Σας ευχαριστώ. Ευχαριστούμε πολύ κύριε Ραμπάνη και τον δρόμο του Φιλίου Σμοραήτης. Εγώ θα είμαι πολύ σύντομος. Εκείνο που θέλω να πετύχουμε σε αυτά τα λίγα λεπτάκια που θα κάνουμε, είναι όταν θα κατεύουμε κάτω να δούμε με ένα καινούργιο μάτι τις φωτογραφίες του Σεφέριου. Από ό,τι θα καταλάβατε δεν πρόκειται για φωτογραφίες που παρακολουθούν το ίδιο Σεφέριο, που είναι της πρώτης. Την εισέχονται λόγω της εμπίλωσης που ανήκει. Θα ξεκινήσω με δύο-τρία πραγματάκια, με απλά λόγια. Είναι θεωρητικά όμως. Ο Τουρστόι, ο οποίος έχει γράψει ένα βιβλίο για την τέχνη, αναφέρει δύο πράγματα που μας ενδιαφέρουν. Το κίντρο λέει για την παραγωγή πραγματικής τέχνης είναι η εσωτερική ανάγκη του καλλιτέχνη να εκφράσει ένα αίσθημα που συσορεύεται μέσα του όπως ακριβώς για μια μάνα το κίντρο σύλληψης ενός παιδιού είναι η αγάπη. Το δεύτερο, που για μένα αποτελεί ένα από τους καλύτερους ορισμούς του τι είναι τέχνη, στο δεύτερο κομματάκι λέει λοιπόν ακριβώς τα εξής. Η τέχνη είναι μια ανθρώπινη δραστηριότητα που συνίσταται στο εξής. Ένας άνθρωπος χρησιμοποιώντας ορισμένα εξωτερικά σημάτια και σύμβολα θα έλεγα εγώ, μεταδιβάζει τα αλληλίδητα αισθήματα που είχε βιώσει και οι άλλοι άνθρωποι, συνεχίζει ο Τουρστόι, επηρεάζονται ψυχικά από τα αισθήματα αυτά, τα νιώθουν του γημού. Αυτό για μένα είναι χαρακτηριστικό, ειδικά για το Σεφέρι αλλά και για μερικούς ακόμα καλλιτέχνες. Τώρα να σας πω το εξής, υπάρχει μια Αμερικανή δοκιμιογράφος που έχει γράψει μερικά δοκιμία για τη φωτογραφία και λέει εκεί που έχει σχέση με τη σημερινή μας εγκλήρωση. Όπως και η γλώσσα είναι ένα μέσο με το οποίο δημιουργούνται μεταξύ άλλων έργα τέχνης. Με τη γλώσσα μπορεί να φτιάξει κανείς επιστημονικό διάλογο, γραφειοκρατικά υπομνήματα, ερωτικά γράμματα, καταλόγους με τα ψώνια του Μπακάλια αλλά και το παρίσι του Μπαλζάκ. Με τη φωτογραφία μπορεί να δημιουργήσει κανείς φωτογραφίες διαβατηρίων, φωτογραφίες πυρικών φαινομένων, πορνογραφικές εικόνας, ακτίνα σκη, φωτογραφίες γάνιου που συνηθίζεται, λέω εγώ τελευταία, αλλά και το παρίσι του Ατζέ. Ο Ατζέ για τους μη μυμμένους ήταν ο πρώτος φωτογράφος, φωτογράφιζε το 1880 μέχρι το 1920 περίπου το παρίσι και έτσι είναι και ο τύπος του έποτου, είναι εκείνος που καθέρωσε τη φωτογραφία ως τέτοιος, πέρα από τις φωτογραφίες διαβατηρίων. Ο Σεφέρης λοιπόν ανοίγει στη γενιά του 30, είναι η φωτογραφία που βλέπετε πίσω μου και αυτή είναι μια άλλη έμποδο σύτης. Δεν την άμεν, νομίζω είναι στο σπίτι του Θεοτοκάλη, στο σπίτι του Εμπειρίκου, δεν την άμεν, του Θεοτοκάλη. Διακρίνουμε, η γενιά του 30 ήταν μια γενιά που άλλαξε τα πράγματα στη λογοτεχνία. Εδώ διακρίνουμε μεταξύ άλλων το Σεφέρη, εδώ κοιτάει κάτω, εδώ κοιτάει δίπλα, αυτός είναι ο Εντρύκος, αυτός είναι ο Ελλήτης, Κατσίμπανης και μια σειρά Βενέζες, είναι τα Κουρουράκια. Ο Σεφέρης, λοιπόν, ανοίγει στη γενιά του 30. Ο τίτλος γενιά του 30 σηματοδοτεί μια αλλαγή που γίνεται μη συνείδηση ότι υπάρχει αυτή η αλλαγή, από το 1935 εκεί στερά, με την εμφάνιση δύο έργων, την υψικάμένη του Εμπειρίκου και το μυθιστόριμα του Σεφέρη, που εφ' εξής σηματοδοτούν τις δύο και δικές κατευθύνσεις του ελληνικού πολιτικού μοντερνισμού. Το 1935, όμως, είναι η χρονιά κατά την οποία αναγνωρίζεται από πολλούς κριτικούς η σημαντική συμμισφορά της γενιάς και στο χώρο της παισογραφίας. Εδώ να σας πω δυο λόγια πέρυσι, κάποια στιγμή πριν από χρόνια ασχολούμαι με τη φωτογραφία και προσπαθώντας να ακουμπήσω και λίγο την πίεση, διαπίσωσα ότι υπάρχουν αρκετοί λογοτέχνες, οι οποίοι έχουν αφήσει σημαντικό φωτογραφικό έργο. Οι πιο γνωστοί από αυτούς που εγώ μπορούσα να έχω πρόσβαση σε φωτογραφίες τους, γιατί είχαν εκδοθεί είτε λευκόματα ή κάπου είχαν δημοσιεύτη, ήταν ο Εμπυρίκος, ο Σεφέρης και ο Κλήτος Πύρου, ένα επίσης σημαντικός ποιητής. Πέρυσι, λοιπόν, σε συνεργασία με τη φωτογραφική Λέση Κυλιβαντιάς, είχαμε κάνει μια αντίστοιχη εκδήλωση για τον Εμπυρίκο. Υπήρχε συζήτηση, ήταν ο Λεωνίδας ο Εμπυρίκος ο γιος του και ο Πετσόκουλος, ο δότης της Άγρας και ο Δημήντης ο Καλοκύρης. Και είχαμε εκθέσει φωτογραφίες σε ένα σύνολο που δεν είχανε ξανά παρουσιαστεί στην Ελλάδα. Φέτος, σε συνεργασία με το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζας, το οποίο έχει στην κατοχή του, όπως ακούσατε, το αρχείο του Σεφέρη, κάνουν αυτήν εδώ την εκθέση. Η ιδέα είναι ότι δεν μπορεί ένας άνθρωπος, παρά να είναι συμπαγής, όπως είπε ο φίλος μου ο Διονύσης, να είναι συμπαγής. Δεν μπορεί δηλαδή να είναι διχασμένος ή, επιτρέψου με τον νεολογισμό, τριχασμένος. Δηλαδή, αλλιώς να συμπεριφέρεται στην προσωπική του ζωή, αλλιώς να συμπεριφέρεται όταν γράφεται, αλλιώς να γράφει ποιήματα, αλλιώς να συμπεριφέρεται ως διπλωμάτης και αλλιώς να συμπεριφέρεται ως φωτογράφος. Κάπου αυτά δεν μπορεί να είναι έτσι, διότι σε όλα κολλάει ο ορισμός περιτέχνης. Δηλαδή ο Σεφέρης ικανοποιεί και στην ποιήση και στην φωτογραφία τις προϋποθέσεις που βάζουν τον Στόι. Προσπαθεί να μεταδώσει αισθήματα με έναν τρόπο που οι άλλοι, όχι απλώς να τα νιώθουν, να τα καταλαβαίνουν, αλλά να τα βιώνουν κιόλας του. Ο Σεφέρης ικανοποιεί να αντιπροσωπεύει μια γενικότερη τάση στην ποιήση που θέλει την ποιητική γλώσσα να μην διαφέρει από την καθημερινή. Πιστεύει ο ίδιος, όπως αναφέρεται στο Λεύκο, ότι ο ποιητής δεν έχει άλλον τρόπο να πράξει, παρά με τη γλώσσα που δηλώνει οι άνθρωποι που βρίσκονται γύρω του. Και είτε μας αρέσει είτε όχι, δεν μπορούμε να φανταστούμε πως ο ποιητής γεννιέται μέσα σε ένα κενό και δημιουργεί τη γλώσσα όπως τους θέλει. Δεν μπορούμε να φανταστούμε πως έχει την άδεια να κατασκευάζει φραστικές μηχανές ασύνδετες με τη ζωή, με τον ίδιο τρόπο ακριβώς φωτογραφής. Εκείνο που διακρίνει και την ποιήση και τις φωτογραφίες του είναι το τρίπτυχο. Φραστική απλότητα, σαφήνια και ακρίβια. Βέβαια το διευκρίνησε ο Διονύσης όταν μιλάμε για απλότητα δεν μιλούμε απλοϊχότητα. Στο επίκοιτο των φωτογραφιών του έχει τον άνθρωπο και κυρίως τον απλό άνθρωπο της καθημερινότητας. Τα παιδιά ειδικά είναι αυτό που φαίνεται να τον ενδιαφέρει στις φωτογραφίες του περισσότερο. Δεν είναι τυχαία ότι άρχισε να φωτογραφίζει περίπου το 1920 στο Παρίσι. Μια από τις φωτογραφίες είναι το 1924 αυτή που θα σας δείξω. Ότι έχει ήδη από το 1930 και μετά 1927 περίπου και μετά έχουν κυκλοφορήσει κι άλλοι μηχανές σαν αυτοίς που έχουν διαστάσεις 3x2, η αναλογία 3x2. Κι εκείνος επιλέγει οπωσδήποτε το τετράγωνο κάτρα. Στις φωτογραφίες που θα δείτε και εδώ κάτι λίγες αλλά και στην έκθεση θα πρέπει να ξέρετε ότι δεν είναι κορπαρισμένες. Σε λίγες περιπτώσεις ο ίδιος στα κοντάκτ και σε μικρού μεγάλους οκτυπώσεις σημείωνε αν ήθελε κάτι να κόψει να μεγελθεί μια λεπτομέρεια. Σε λίγες όμως περιπτώσεις. Προφανώς το μία της Ευάστηκης αυτή που σε φέρνει και δεν επέλεξε να κάνει κορπαρίσματα δηλαδή περικοπές για να μεγελθεί και τα λοιπά. Εκκληκτικούν το τετράγωνο κάτρα. Το τετράγωνο κάτρα φαίνεται να απλοποιεί τα πράγματα διότι είναι ένα πράγμα τετράγωνο δεν έχεις που δεν το βάλεις αυτό που σε ενδιαφέρει. Φωτογραφικά θα το βάζεις στο κέντρο. Δεν είναι πάντοτε έτσι όμως διότι εμπλέμεις εσύ να βάλεις το αντικείμενο του ενδιαφέροντος στο κέντρο και θα το δείτε ότι το κάνει να σε φέρει. Αλλά ταυτόχρονα είναι με εγκασοκίνδυνος να σου ξεφύγει η ισορροπία. Δηλαδή να βάλεις κάτι δεξιά που παρουσιάζει επίσης ενδιαφέρον και όπως λέμε στη φωτογραφία η ισορροπία είναι η φωτογραφική ισορροπία να μπατάρει προς μια μεργά. Στο σεφέρον δεν θα το δείτε αυτό. Τα πάντα έχουν όλες οι φωτογραφίες και δεν το διαπιστώσετε. Έχουν μια απόλυτη βιομετρική ισορροπία και ταυτόχρονα ό,τι είναι στο κέντρο θέλει να το τονίσει, θέλει να πει ότι αυτό είναι που με ενδιαφέρει, αυτό είναι που θέλω να προβάλλω, αυτό είναι που με ανησυχεί το μέλλον. Θα το δείτε τι σημαίνει αυτό. Ας δούμε λοιπόν μερικές φωτογραφίες που σε φέρνει, που έχει καραβήξει δηλαδή ο ίδιος. Εδώ έχει μια από τις πρώτες και μάλιστα στο Λευκόμα είναι η πρώτη φωτογραφία. Δεν έχει ακριβώς έξι επί έξι μερικές χωρές και χρησιμοποιούσε λίγο διαφορετικές διεστάσεις στο τράγωμα. Δεν μπορεί να είναι έξι επί τεσσερά μισή το φύλλο. Δεν το ξέρω ακριβώς, δεν έχω άμεση πρόβληψη στο αρχείο. Δείτε λοιπόν και σε αυτικές συγκόλυπες ποιο είναι το αντικείμενο τους. Είναι γιατί οι άνθρωποι, είναι τα αισθήματα που νιώθουν και μέσα από αυτά που αυτός νιώθει ότι υπάρχουν, προσπαθεί να μας μεταδώσει και τα δικά του αισθήμα. Εδώ αξίζει τον κόκο, το έλεγα με τον Μεσημέριο, με τον Διονύση, ακόμα το εξής. Ο Σιφέρες κράταγε ένα συστηματικό αρχείο στους φωτογραφίες του. Είτε σε κοντάκτου δηλαδή μικρές εκτυπώσεις, είτε ακόμα και πάνω στα φύλλη. Σημείωνε, υποσημείωνε τις φωτογραφίες του. Εκείνο όμως που έχει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι ότι κράταγε τετράδια με σημειώσεις από αυτά που ήθελε να γράψει. Από ό,τι ένιωσε και κάποιες που ήθελε να μεταφέρει στο καρτί. Και σε πολλά σημεία από αυτά λοιπόν, από αυτές τις σημειώσεις βάζει τί θα είναι αυτή. Που σημαίνει ότι εδώ υπάρχει φωτογραφία. Αυτό σε συνδυασμό με τις φωτογραφίες που βλέπουμε, μας κάνει να σκεφτόμαστε ότι Ιωσεφέ, στην ώρα που τράμε για την φωτογραφία, δεν προσπαθούσε να κάνει απλώς μια ανωμιστική φωτογραφία. Δηλαδή αποτικώνω κάπου στο Παρίσι ή κάπου στην Κορυτσά ή κάπου στην Κύπρο έγινε αυτό. Ήταν αυτό το πράγμα ας πούμε και ήμουνα εκεί, το κατέγραψα και απλώς θα θυμάμαι ότι ήμουνα εκεί και να προσπαθήσει. Οι φωτογραφίες του είναι ποιήματα ολόκληρα. Διότι αν το αντιστοιχήσεις με την αντίστοιχη εφοχή και τα ποιήματα που έγραφε, θα δεις ότι οι φωτογραφίες, εγώ υθανολογώ ότι τον βοηθήσανε να αντιμετωπιένει. Φωτογραφίες με έναν τρόπο ο οποίος είναι απλός, δεν χρησιμοποιεί ακραίες αισθητικές, ξέρω εγώ, υξηλές γωνίες ή ακραία πράγματα, σε αντιδιαστροφή με τον εμπειρίκο, ο εμπειρίκος φωτογράφιζε εντελώς ψυχαναλιτικά, σουρραλιστικά δηλαδή, ήταν ο ίδιος ψυχαναλιτής. Οι φωτογραφίες του είναι μια ακόμηρα, πολύ σημαντική, 25.000 εισαγωγικά, να παράγει καλλιτεκτικό έργο, θενονιδικά όσο φέρει σε πρώτη φάση δεν ενδιαφέρεται να παράγει έργο, δεν θέλει όμως να εγκλωβίσει, δεν θέλει να φυλακίσει τα συναισθήματα που έμεινε, για να μπορέσει πρώτα και κύρα να μεταδόσουν αυτόν τον σε χρόνο εύθετο. Εδώ είναι μια φωτογραφία από το Παρίσι, δείτε πώς φωτογραφίζει και δείτε πώς βάζει τα παιδιά και πώς στείχνει το κάτω, πώς συνδένει το κάτω. Εδώ είναι μια ακόμα φωτογραφία, δεν είναι ακριβώς τετάγωνη, είναι πρόκειται για ένα φίλο του, δεν έχει σημασία πού είναι τραπημένη, δεν θέλω να αναφέρω τίποτα, είναι πάντως πρόκειται για έναν τον οποίον αναφέρει ότι είναι πολύ καλός του φίλους, δείτε πώς τον φωτογραφίζει, υπάρχει στο Λέφτωμα δίπλα η φωτογραφία μόνη, επέλεξα να σας δείξω αυτή. Δείτε λοιπόν ότι αυτός είναι ο μεγάλος ο οποίος πάει να φύγει στο κέντρο, είναι, πιθανολογούμε, η σύζυγός του, αλλά δείτε ότι όλο το κέντρο του ενδιαφέροντος είναι εδώ, όλο το βάρος είναι εδώ. Δείτε ότι δεν δυστάζει να κόψει τα πρόσωπα, προφανώς είναι συγκεκτικά άτομα, αλλά λέει αυτοί δεν με ενδιαφέρουν, δεν προκάλεσε το συναισθήμα, να εγκλωβίσουν και να θυμάμαι. Δείτε εδώ, αυτή η φωτογραφία είναι από την Κηδεία του Ρεκτιζέμου. Δείτε τι επέλεξε να μας δείξει ο Σεφέρος, δεν μας έρεξε την Κηδεία, μου θυμίζει ανάλογης φωτογραφής που είχε κάνει τον Μπρεσσόν, τον στείλανε κάποτε ένας πολύ μεγάλος φωτογράφος, τον στείλανε ως ανταποκριτή λοιπόν στην Αγγλία να φωτογραφήσει την στέψη του βασιλιά Γεωργίου του έκτου. Γιατί δεν έστειλε πίσω όχι μία φωτογραφία στην οποία να εμφανίζεται το βασιλιά, η Πομπή και όλα τα άλλα. Όλες οι φωτογραφίες ήταν από το πλήθος που παρακολουθούσε την Πομπή. Φωτογράφισε δηλαδή ό,τι τον ιστορικό χρόνο, φωτογράφισε τους ανθρώπους που ζήσε αυτή την ιστορία. Γιατί αυτοί πάλι λέγανε αισθήματα. Η Πομπή δεν το λέγε τίποτα. Τον ίδιο τρόπο αυτοί είναι δυο άνθρωποι οι οποίοι χρησιμοποιούν τη φωτογραφία τους. Όχι τη φωτογραφία που έβλεπε ο Σεφέρης. Είναι προφανές ο κύριος στη Μένυ γιατί τους φωτογραφίζε ένας επαγγελμαντής φωτογράφος πίσω από την σειρά και αυτοί θέλουν να χρησιμοποιήσουν τη φωτογραφία ως το κουμέντιο ή να θα την εκπλησήσει. Ο Σεφέρης, λοιπόν, θέλει να μεταδώσει τα συναισθήματα αυτών των ανθρώπων οι οποίοι είναι σαν μουγελαστοί και όταν κάνουν πράγματα θέλουν τη δουλεία τους. Είναι οι άνθρωποι που βλέπουν τα γεγονότα, που ζούνται και τα γεγονότα. Εδώ είναι μια φωτογραφία, ένα τρέμμα. Έχει αυτό το μεγάλο γεγονό, βέβαια, τραβάει έξι ή έξι, ορίζοντας είναι στη μέση. Βλέπετε, ο ουρανός που κουλερώνεται και από κάτω, η φύση, η απευθερία και η πραγματική ζωή. Είναι σχόλιο δηλαδή αυτή η φωτογραφία. Αυτή είναι στη Λουριτσά, δείτε πως εκκλώβησε τη γιαγιά. Θα μπορούσε να είχε πάει λίγο πιο κοκκινό και να κάνω όλη τη φωτογραφία μέσα στον ήλιο. Δείτε πως διάλεξε να παίξει με τις σκοιές και να εκκλωβήσει τη γιαγιά, δηλαδή όλη η ιστορία βέβαια σχεδιάει για τα καρδιά. Που εκφράζονται, προσμονείται, υπομονείται, ό,τι μπορεί να νιώσουν κανένας. Αυτή είναι μια φωτογραφία του πατέρα του. Είναι από τις λίγες που ο Σεφέρις κατεβάζει τη μηχανή του πιο κάτω από τα μάτια του φωτογραφιστών. Και όταν βλέπει ύψος, δεν νιώθει πάντως το αριθείο, μπορεί να είναι και κάποιες μέρες. Εδώ έχει κάποιες λίγες πιο κάτω. Θέλει να δείξει μεταξύ άλλου τη μεγάλη επιτίμηση, τη μεγάλη αγάπη, αλλά και το θαυμασμό του. Θέλει να τον ανεβάσει και στα μάτια του και στα μάτια όσων βλέπουν τη φωτογραφία του. Εδώ είναι μια φωτογραφία που φωτογραφίζει όπως φωτογράφει ο Ζωαντζέ. Όσο την κοιτάω, αρχίζει να κοινώνει ότι είναι κάποιος που κατασκευάζει κάρο. Ναι, αλλά βλέποντας και το δίκιο στο πλάι του κάρου, άρχισε να προβληματίζει. Μήπως είναι αυκός που κουλάει τα ψάρια και το κάρτος είναι κάρτος. Ξέρετε, η φωτογραφία είναι η μοναδική τέχνη, καμία άλλη τέχνη, όταν είναι τέχνη, η οποία μπορεί να θέτει ερωτήματα και δεν διεκοτέτει σαν κανείς. Όσο και να του τράξει μια φωτογραφία, αν έχει αξία κανονική, δεν θα βρει καμία απάντηση. Ακριβώς και να μπορεί ο καθένας μας να δώσει την ιδική του απάντηση. Ο καθένας μας λέει ότι θέλει. Εκείνος την φωτογραφεί. Και προφανώς έχει να κάνει και με το επίπεδο του καθένας. Βλέπετε πώς φωτογραφίζει. Δεν έχει σημασία αν είναι Βουργαρία, Ελλάδα, Γαρβανία, Ρουμανία, καμία σημασία. Βλέπετε ότι πάλι φωτογραφεί με τα παιδιά. Πιστεύει πάλι η Ζημώνη. Αυτή η φωτογραφία την έχω σχολιάσει και την σχολιάζαμε και με τον Διονύση. Συμφωνούσαμε σε πολλά πράγματα. Τίποτα. Κανείς την κοιτάει. Και προσπαθεί να καταλαβαίνει ένα σχόλιο θα κάνει. Αφού τη δούμε καλά έτσι. Δείτε πόσα διαφορετικά συναισθήματα μπορεί να εισπράξει κανείς και να αποδώσει σε ό,τι υπάρχει από τη φωτογραφία. Για την πέτρινη μιλήση, για τον κορίτσι αριστερά, για τον κορίτσι δεξιά που το έχει πισωκωμένο την εκφρασίδου. Γιατί το σπίσι μου είναι προφανές τώρα ότι ο κύριος σας δεν την προφορεί κάθε μέρα έτσι. Και να σας πω κάτι λοιπόν το σχολιό μου. Δείτε τα παπούτσια σας. Τα παπούτσια για τους μεγαλύτερους έχουν σώμα πολλά στην αυτοκίνηση. Αυτός όμως καμαρώνει. Διότι αυτά τα παπούτσια όταν τα πήγαινε νέα στο δεδάκι, ίσως πριν το θάνατό τους, ήταν τόσο γερά που δεν θα χαλάγονταν ποτέ. Και καμαρώνει που έχει παπούτσια. Και αυτό προβάλλει το πόδι του. Λοιπόν, για να μην κουράσουμε πολύ, είναι η φωτογραφία που αναφέρθηκε ο Διονύσης. Είναι η άγυρα. Δείτε λοιπόν ποια στιγμή της ημέρας πήγαινε τη φωτογράφησαν. Εμένα αυτή η φωτογραφία όταν την κοιτάω νιώθω ότι ξαφνικά η άγυρα αρχίζει και αποκτάει ζωή. Αυτή η κίνηση των γραμμών, αυτό το σημάδευμα στο φεγγάρι που φέρεται μέρα, οι σκοιές, το γεγονός ότι έχει πάει από τη μεριά που φέρεται η θάλασσα και την τρώει κάτω μέσα στη φωτογραφία, νιώθω ότι η άγυρα είναι έτοιμη τώρα να βουτήξει στη θάλασσα και να στεριώσει ένα καράβι που κινδυνεύει αυτόν τον άερα. Εδώ σηκώνει και ελίσσα χέρια ψηλά, το λαμάνι. Και εδώ αναφέρεται ο Διονύσης. Είναι κάπου στην Ιορδανία. Δείτε τις πέτρες πώς κυκλοφορούν και σε βάζουν σε όλο το κατευθερωμένο τομπίο. Και ταυτόχρονα τα πρόβοδα τα βάζει κάπου στο βάθος και και όλο αυτό το κενό, η ελλήμωση και όλα αυτά τα χαλάσματα. Βγάζει το συνέσθημά του, την ύπνη του, στην απόλυα, για όλη αυτή την κατάσταση που υποστεί η περιοχή. Εδώ είναι μια φωτογραφία στην Κύπρο. Αναφέρθηκε και η Πόπυ πριν. Είναι γύρω στο 53-54. Η Κύπρος και η περιοχή ολόκληρη είναι σε απόλυτη αμεταραχή. Το 55 δημιουργείται η ΏΟΚΑ και ξεσπάει ο ένας προς αγώνας. Το ίδιο και στην υπόλοιπη μέση Ανατολή. Αυτό λοιπόν είναι από έναν αρχαίο ναό. Εγώ εκείνο που ένιωσα από πρώτη στιγμή όταν είδα τη φωτογραφία, γιατί μίλαγε και στα γράμματα του και στα έγγραφά του ως διπλωμάτης και τα υπάστηριζοντας στον αγώνα της Κύπρος, μίλαγε για τον Ελληνισμό ο οποίος πρέπει να σταθούν όλους. Για μένα όλο αυτό είναι ο συμβουλτισμός του Ελληνισμού. Οι δυο κολόνες που είναι όλα τα δευτά είναι ο συμβουλτισμός του Ελληνισμού που παρόλοιπες τις καταστροφές είναι εκεί στέκεται όρθιος και μπορεί κανείς νοητά να στυλθεί πάνω. Εδώ είναι λίγο Ήρον με το ματάκι παιχνιδιάρικα. Προφανώς είναι φίλος του, παίζει με τους όγκους του, της πέτρας και του φίλου του. Πάλι τα παιδιά πάλι στον κέντρο και φυσικά το νεαρότερο και η τσελικία είναι ακριβώς στον κέντρο. Αυτή είναι μια φωτογραφία στην Κύπρο από συγκέντρωχε, δεν ξέρω αν είναι ένα καφενείο ή κάτι άλλο. Δείτε λοιπόν, είναι επίσης μια φωτογραφία που κατεβαίνει λίγο χαμηλά για να αναδείξει ακόμα περισσότερο το γεγονός. Συνεχίζει η ιστορία με την Κύπρο και θέλει να πει ότι τι εισέπραξε. Την Ελλάδα θέλουμε κι ας το τρώγουμε πέτρες. Εδώ είναι μια διαφορετική φωτογραφία. Θυμίζει λίγο Αμερική ας πούμε, λίγο Βουένγκ Ρέβαντς κτλ. Για τους μιημένους με τα πιθάρια. Και αυτή είναι η τελευταία φωτογραφία, την άφησα πίκουδες τελευταία. Τελειώνω και δεν νομίζω να σας πω. Είναι ένας ναός που νομίζω όλοι μας τον έχουμε δει και τον αναγνωρίζουμε είτε όλοι. Έχει χρησιμοποιηθεί διάφορες αφήσεις διαφημιστικές του ΕΟΤ στο εξωτερικό. Δείτε πώς διαλέγει ο Σαφέρης την αναμνήστικη φωτογραφία. Άλλωστε πώς διαλέγει να φωτογραφεί σε αυτό το ναό. Εδώ λοιπόν θα επικαλεστώ μια φράση που αναφέρει ο Διονύσης στον πρόλογο από τον Εύκομα. Ότι έχει φωτογραφεί σε έναν τέτοιο τρόπο. Ο Κίτας είχε φεύγει με το ναό και διάβαξε να κάνει. Αν και δεν είχε κάνει ο ίδιος, ο ίδιος δεν της εμφανίζει τον Φύγου. Με αποτέλεσμα πολλά να μην έχουν καλή λιότητα. Ήτανε ανάλογα σε ποιον τάδιο να τα εμφανίζει. Εδώ λοιπόν εκείνο που καταφέρει ο Διονύσης να κάνει είναι να διώξει την έγκλη ακολευθμία. Είναι ο ναός που είναι ρύπια, είναι το τοπίο, χωρίς καμιά προσπάθεια πάωρου που η φωτογραφία, όπως λέει ο Ράνβαλ, ωραιοποιεί τα πράγματα. Βλέπουμε φωτογραφία από νεκροταφείο και δεν είναι ωραία φωτογραφία. Προσπαθεί να τα ωραιοποιήσει από τη φύση. Εδώ λοιπόν, είναι μια πολύ διαφαρμογή αυτό που ο Βάλτερ Μπέρτσεμ λέει, ότι η φωτογραφία εκείνο που έφερε στην τέχνη είναι ότι κατόπτωσε να διώξει από το καλλιτέχνημα, από το έργο τέχνης, να διώξει την έγκλη του, η οποία συνίσταται στο εδώ και τώρα και στην μεγαλοποίηση αυτού που βλέπετε. Εδώ δεν υπάρχει και η μεγαλοποίηση ούτε του εθνικισμού, ούτε του ελληνικού. Αυτό δεν διαβαίνει να το φωτογραφείς έτσι που θα το φωτογράφει και έναν πρωτογραφή. Αλλά αυτό προκαλεί άλλα αισθήματα στο παιδί μας. Σας ευχαριστούμε. Σας ευχαριστούμε πολύ κύριο Μαραίτη. Θέλουμε να δείξουμε πώς έχει μια επιλογή των φωτογραφιών, θα δούμε σήμερα, και κάποιες λεπτομέρειες όπως το έντυπο που θα έχουμε στα χέρια μας όταν θα κατάβουμε στην έκθεση. Υπάρχει το μία επίτυπος για ένα αναλυτικό κατάλογο των φωτογραφιών και υπάρχουν κάποιες λεπτομέρειες που πρέπει να τις ξέρουμε για να μπορέσουμε να δούμε κάποια περιγραφή. Δεν υπάρχει ένα φιλάδιο που συνοδεύει την έκθεση, στο οποίο προσπαθήσαμε όπου υπάρχει άμεση σχέση φωτογραφίας με κάποια περιγραφία από τα ημερολόγια του Σεφέρη, τα οποία αναφέρθηκε και ο Γιωμάκης, έχουμε βάλει την περικοπή λόγω των ημερολόγων. Μπορείτε να διαβάσετε τις φωτογραφίες μέσα από τα ημερολόγια του Σεφέρη. Για εσάς που δεν γνωρίζετε το, ο Σεφέρης κρατούσε και ημερολόγια. Αυτά έχουν εκδοθεί με τον τίκλο «Μέρες». Υπάρχει και το πολιτικό νερολόγιο, που είναι πολύ σημαντικό και που αποκαλύπτει πολύ σοβαρά πράγματα, τα οποία αναφέρθηκε η κυρία Γιωμάκη, ακόμα περιμένουμε να εκδοθεί ο τόνος των ημερολογίων που αναφέρθηκε στην Κύπρο, του πολιτικού νερολογίου, στο οποίο θα δούμε και πολύ σημαντικά πράγματα, που επιτρέψα λίγο να φιλερίσω, ο Σεφέρης έδωξε πολύ σημαντικό ρόλο στην υπόθεση της Κύπρου. Είναι ίσως μια από τις φορές που ο προσεκτικός Σεφέρης διακίνδυνευσε πολλά πράγματα, τα οποία είπατε, είναι πολύ σημαντικό ότι ο Σεφέρης πριν από την Ζυρίχη, στέλνει μία επιστολή στον Αντέρα και εντοπίζει ακριβώς είναι ανατυφιαστικό τα πράγματα που θα γίνουν μετά της Κύπρου. Λέει δηλαδή ότι με αυτό το συμβαθμό πάντε να κάνετε θα καταρρέψει η δημοκρατία της Κύπρου. Αυτό το έγγραφο, μάλιστα για εκείνη, ήταν και συγνωσίδη με τον Αβέροφ, έχει πολύ ενδιαφέρον, δεν το έστειλε κρυφά, το πρωτοκόλισε στην Πρεσβεία να έγινε επίσημο καθητικό έγγραφο. Και έγινε έξω στον Βαβέροφ και το πέταξε έξω και σκάμιζε το ότι δεν συμμετείχε του Συμμός με τάση για πραγματεύσεις, διότι είχε εκφρασθεί... Αυτό το λέει ότι εκλαμβάνεστε ένας σημερινός άνθρωπος που ακούει, ας πούμε, που σημαίνει σαν μικροβάτης, ας πούμε, αλλά εκλαμβάνε έναν άνθρωπο συμβασμένο. Ήταν ένας άνθρωπος ο οποίος υπηρέτησε την παντρία του με πάθος, με πολύ αγάπη, και ποτέ δεν οταν κινήθηκε από τις απόψεις του, παρά το όνως ότι έπρεπε σε πολύ δύσκολες εποχές να παίξει κάποιον ρόλο που δεν ήταν ευχάριστος. Στο άλλο το θέμα της, πάρα πολύ σημαντικό της, του 1940, υπάρχει ένα άλλο κρυφό δράμα που πέστε, πολύ σημαντικό, και εκεί πέρα μπορώ να το διαβάσω εστιάει ο λόγος του Σεφέρη, από μετά το περίφημό όσου παίζεται ένα δράμα διπλωματικό τεράστιο, διότι είναι πασιφανές, συγχωρήστε με έτσι, να με χρηθώ στην ιστορία, είναι πασιφανές ότι κάποια στιγμή θα εισβάλλουμε γερμανοί. Εάν κοιτάξετε τις εθναιρίδες του 1940, καθώς προχωράει το οδανικό μέτωπο, το οποίο κάποια στιγμή δεν μπορεί να εξειδητοποιείται, διότι πέφτει ο χιόνος, όταν μπροστάται πίσω έχουν προελάσσει ο ελληνικός στρατός και σταματάει. Διαβάζουμε τις εθναιρίδες, η Γερμανία, πρώτον, η Γερμανία πάνω στην Βουλγαρία, δεν υπάρχει καμία προετοιμασία του ελληνικού λαού, από την κυβέρνηση μεταξά, να αντιμετωπίσουμε το εδεχόμενο εισβολή της Γερμανίας στην Ελλάδα. Αυτό ο πολυάθρος εκείνη την εποχή το βίωσαν από προδοσία και κυρίως έφυγε που επίπολοι πολεμήσαν στη Γερμανία, διότι κερδίσανε ένα πόλεμο κάτω αχάστον. Πως εφαίρεσανε, ζει αυτό το γράμμα μέσα από το εκκουργείο, όπου προσπαθεί και συνεχώς μπαίνει η Νικολόδη τι θα κάνουμε, δεν θα πούμε τίποτα και κάθε στιγμή έφτιαζε λόγια επιτέλους που του δίνουν την άρτια για να πει ότι ξέρετε αυτά τα καθαρότα θα εσβάλλονται στη Γερμανία. Αυτό γίνεται λίγες μέρες πριν που είναι Γερμανία. Έχει απαγοραστεί ουσιαστικά στον Διευθυντή του Υπουργείου Τίκου να αναφερθεί στη Γερμανία διότι ο Ματαξάς ελπίζει ότι οι Γερμανοί θα σοβαστούν την έλλωνα. Έχει τεράστια ειδημοσιογραφία και τη συμβιασία του θάλατου του τότε και μπορεί κανείς να παρακολουθήσει πραγματικά την αγωνία που σου φέρει ως Έλληνα γι' αυτό το οποίο βλέπει να έχετε. Αυτά είναι, θα είπε τη Γερμανία πάρα πολύ, είναι πράγματα που επαναμένουν και στην πλήση του, είναι έναν καθολικό τρόπο, έναν ανθρώπινο τρόπο που αφορά όλους τους ανθρώπους και όλους τους Έλληνες. Αυτά είναι όμως, θέλετε καλύτερα ερωτήσεις εδώ? Ναι, δεν ξέρω, είναι κάποιος που θα θέλει να ρωτήσει, έχει κάποια ερωτήρια στους ομιλητές. Καλώς, αν δεν υπάρχουν ερωτήσεις. Πολλές ευχαριστίες μια φορά ακόμη στο Μορφωτικό ίδιωμα της Εντυπνικής Τραπεζής, ιδιωτές στον κύριο Καψάλι και στην συνεργατική δάση του κ. Ρόλου Ματροσυνούκου και αυτή η μαζί μας απόψε. Ευχαριστίες στη Δήμαρχο Λεωβαδέων και στους συνεργάτες σας, ευχαριστίες στο Πολιστάνιο Σεντεροβάπνη και στους συνεργάτες σας, στο Σύνολο Φιλί της Διοικτή της Λιβαδιάς, στο Προσωπικό της Υδιωθήκης, στους θελοντές, στα μέλη των φιλογραφικών ομάδων, στους ομιλητές. Σε εσάς που είστε απόψε εδώ, ευχαριστούμε πολύ. Ευχαριστούμε πολύ. Ευχαριστούμε πολύ. Ευχαριστούμε πολύ.