Ο Μίτος της Αριάδνης. Ξετυλίγοντας την ιστορία της πόλης του Ηρακλείου, Σάββατο 11 Μαρτίου 2017 /

: Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Β...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Γλώσσα:el
Είδος:Ακαδημαϊκές/Επιστημονικές εκδηλώσεις
Συλλογή: /
Ημερομηνία έκδοσης: ΔΗΜΟΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ 2017
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://www.youtube.com/watch?v=xuBU56j8sTs&list=PLITunReLRSuT9t2owFcyBY_GuvoPHqUiI
Απομαγνητοφώνηση
: Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο Βασίλειο gas και συγγραφέα το Υπουργείο Πολιτισμού να κήρυξε το 2017, όπως θα ξέρετε, ως έτος Καζαντζάκη. Ελάχιστος φόρος τιμής στο μεγάλο κριτικό που ακούστηκε στα πέρατα της οικουμένης είναι η σημερινή ένατη διάλεξη από τη σειρά διαλέξεων μύτως της Αριάδνης, ξετυλίγοντας την ιστορία της πόλης του Ηρακλείου 20 χρόνια μετά, που οργανώνεται από την Ηρακλία Πρωτοβουλία. Σήμερα θα μιλήσει ο κύριος Εμμανουήλ Ανδρού Λιδάκης, δόκτωρας κλασικής φιλολογίας, σύμβολος καθηγητής Αρχαίου Θεάτρου στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο με θέμα «Το Μεγάλο Κάστρο στα έργα του Καζαντζάκη». Τον ομιλητή μας θα προλογήσει ο φίλος Μανώλης Δρακάκης. Θα ακολουθήσει μια μουσική εκδήλωση από τη Λιδάκα και τον Γιάννη Κασοτάκη. Καλό του κύριου Μανώλη Δρακάκη να έρθει να προλυγήσει τον ομιλητή μας. Καλώς ήρθατε, κύριε Ακόπ. Ακούγομαι. Θα ανοίξω. Δεν με συμπαθεί μάλλον αυτό το μικρόφωνο. Ή μάλλον δεν με συμπαθούν τα μικρόφωνα γενικά και πρέπει να τα αφήσω λίγο. Να ξεκουραστώ και να τα... Ναι, Αντώνη Βασιλάγη που δεν σε προσφώνησε ο Μανώλης, αλλά πάντα ευγενής, πάντα ευγενικός, έως αμέσως να επανορθώσει κατεβαίνοντας από αυτό το βήμα. Δεν με συμπαθούν, λοιπόν, τα μικρόφωνα και να τα αφήσω λίγο, να εισηχάσω και αυτά και να εισηχάσετε κι εσείς. Από την ενοχλητική βραχνή ακόμα φωνή μου. Κυρία Μαυρογέννη, αγαπητή συνάδελφε, αγαπητή φίλες και φίλοι που και αυτό το Σάββατο παίρνετε πάλι το κουβάρι του Μήτου να το ξετυλίξετε μαζί μας, μαζί με αυτήν, για το χατήρι αυτής της όμορφης πρωτοβουλίας, της Ηράκλιας πρωτοβουλίας. Χωρίς εσάς δύσκολα να ξετυλιχτεί ο Μήτος της ιστορίας αυτής της πόλης, χωρίς την ενεργή συμμετοχή σας, είναι αλήθεια. Χωρίς την αγόγιστη συμμετοχή σας, τα πρωινά του Σαββάτων, το Σαββάτων αυτόν, και χωρίς την αγόγιστη και τόσο τριφερή και βέστητη στήριξη της Χρύσσας Κουμάκη Ανδρουλιδάκη και του Γιώργη Ανδρουλιδάκη, της Χρύσσας της Βληθυκονόμου και δασκάλας και του Γιώργη, τη Χιούχου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της ΣΤΡΑΚΙΣ, ο Μανώλης Γεωργίου Ανδρουλιδάκη, από τον Ορθέ το ρεϊκό αυτοχωριό, το περήφαντο αυτοχωριό του Ρεθύμνου του Δήμου Γεροποτάμου, δεν θα κατάφεραν αυτά που κατάφεραν μέχρι τώρα. Οι άνθρωποι του, οι άνθρωποι του στενού του οικογενειακού περιβάλλοντος, τους στέκονται και στέδονται στο καθένα μας, τόσο δυνατά, τόσο δυναμικά, τόσο τριφερά, παρακολουθούν, ενισχύουν τις πορείες, τους αγώνες, τις προσπάθειες. Γεννημένος λοιπόν στον Ορθέ ο Μανώλης από φιλόπονους γονείς, όπως ο ίδιος μου σημειώνει, θα μάθει τα πρώτα του γράμματα εκεί στα σχολιά της περιοχής και θα ακολουθήσει τις συμβουλές ενός δοκιμασμένος στη ζωή απόφυτου σχολαρχείου, όπως ήταν ο πατέρας του, αλλά και την ευσέβεια της μάνας, της μάνας που ίσως χάθηκε νωρίτερα και δεν πρόλαβε να το καμαρώσει όπως θα ήθελε και για τα χρόνια τα πολλά που θα ήθελα. Στα σχολιά λοιπόν του Δήμου Γεροποτάμου του σημερινού και λίγο αργότερα στη Φιλοσοφική Σχολή Κρήτης. Επιτρέψτε μου να πω, Μανώλη, φίλες και φίλοι, της δικιά μας Φιλοσοφικής Σχολής, το δικό μας καμάρι. Ομογαλαχτή είμαστε με το Μανώλη και με τιμά, ειλικρινά, η αγάπη και αυτού και της Χρύσας του και του Γιώργητου που με έχουν βάσει στο σπιτικό τους και με αγαπούν. Ομογαλαχτή της ίδιας Σχολής, της Φιλοσοφικής Σχολής Κρήτης, από τα πρώτα βήματα της. Για αυτό, συγχωρέστε μας, αν πολλές φορές αναφερόμαστε σε αυτήν όλοι μας και στο Πανεπιστήμιο μας, το Πανεπιστήμιο Κρήτης και υπερραιφανευόμαστε γι' αυτό. Σε αυτή λοιπόν, στα πρώτα χρόνια της σχολής, στα ταπεινά χτίρια των Περβολίων, των τεχνικών σχολών στα Περβόλια, θα μαθητεύσουμε μαζί με το Μανώλη μετά από τις εξετάσεις και θα στραφούμε με ενθουσιασμό στα γράμματα και στην αγάπη της παιδείας, όπως θα μας την εφησήσουν μεγάλοι δάσκαλοι. Από τα γενεσέκα χρόνια, ο Μανώλης θα θυμάται και θυμάται ένα γνωστό μας, ακούραστο εργάτη της παιδείας και της ιστορίας του τόπου, όχι μόνο του Ρεθέμνου, αλλά όλους της Κρήτης, το Μιχάλη Τρουλή. Για να έρθουν μετά στα χρόνια τα πανεπιστημιακά, στα χρόνια που μαθητεύε ο Μανώλης τα κλασικά γράμματα, την αρχαία ελληνική και λατινική γραμματεία και τη γλωσσολογία, μεγάλοι δάσκαλοι που τότε στελέχωναν το Πανεπιστήμιο Κρήτης, όπως και οι σημερινοί, Γιάννης Κακριδής, Τάσος Νικολαίδης, Τανάσης Στεφανούκουλος. Στέκεται πάντα και θυμάται αυτούς τους τρεις μεγάλους δασκάλους ο Μανώλης, όπως και όλοι μας, τους δασκάλους μας, που θα συνεχίσουν να το διδάσκουν μαζί με αυτούς και ο Θεοχάρης Δεντοράκης στη Βυζαντινή Φιλολογία, ο Γρηγόρης Σιφάκης στα κλασικά, κλασική φιλολογία και ο Φρυξτόφουρος Χαρολαμπάκης στη Βιλοσολογία. Θα συνεχίσει τις σπουδές του και, ύστερα από πρόταση του Βασίλη Μανδηλαδρά, θα προαγματοποιήσει μεταπτυχιακές σπουδές στη Παπυρολογία και στη κλασική φιλολογία στην τροφοδότα σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστήμιου Αθηνών. Η πρώτη ζήμωση, όμως, είχε γίνει στη Κρήτη και στο Ραθυμνό. Οι Βάσεις είχαν τεθεί εκεί για να συνεχίσει μετά μεταπτυχιακά στη σχολή της Αθήνας. Τριάντα δύο χρόνια συνεχής παρουσίας στην εκπαίδευση από τη μέρα του πρώτου διορισμού του στα σχολιά και στα λίκαια της πόλης μας. Μετά από πολλούς σκόπους, και τους ξέρουν τους σκόπους αυτοίς, διότι στα παλιότερα χρόνια όσοι τολμούσαν να συνεχίσουν μεταπτυχιακά και διδακτορικά, και μεγάλες θυσίες, από αυτόν και την οικογένειά του, για να ολοκληρώσει και τη διδακτορική του διατριβή, με άριστα. Θέμα της, ο υπέθριος βίος των αρχείων Αθηναίων στις κωμοδίες του Αριστοφάνη. Πρωτότυπο, εξαιρετικά ενδιαφέρον θέμα, που παντρεύει, αν θέλετε, τα ενδιαφέροντα του Μανώλη με τις παραδόσεις, με τα ανάματα που είχε πάρει από το χωριό, τους δασκάλους και τους γονείς του. Και τα παντρεύει με την αρχαία κωμοδία, με τον μεγάλο Αριστοφάνη. Σύντομα, το βιβλίο αυτό, η διδακτορική του διατριβή, θα πάρει τη μορφή κανονικού βιβλίου. Το περιμένουμε, Μανώλη, να το ξεφυλίσουμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η φιλολογή του αυτήν ασχόληση με το λαϊκό βίο, οριμάζει στα μεταπτυχιακά χρόνια. Θα ασχοληθεί, λοιπόν, με τα τοπονίμια της γενέτρας του, του Ρεθύμνου γενικότερα. Θα πάρει μέρος σε συνέδρια με αυτόν τον χαρακτήρα, που θα διορθούν από φορείς της Πόλης και της Κρήτης, όπως η ιστορική και λαγωγραφία εταιρείας Ρεθύμνης. Ή η Ορθόδοξη Ακαδημία στο Κολυμπάρι. Τοπονίμια, αγιονίμια, και ό,τι έχει να κάνει με την ιστορία και τη λαγωγραφία του τόπου μας. Παράλληλα με την προσφορά του στην εκπαίδευση, στην μάχημη εκπαίδευση. Είτε αυτή λέγεται επειραματικό γυμνάσιο Ιρακλίου, είτε αυτό λέγεται Γυμνάσια της Πόλης του Ιρακλίου, είτε λέγεται Ανοτάτη Πατριαρχία Ακαδημία Κρήτης ή Πανεπιστήμιο Κρήτης. Γιατί ο Μανώλης συμμετέχει σε όλα αυτά. Διδάσκει και διδάσκεται. Έχει αμέτρητους μαθητές. Προβάλλει, καλλιεργεί, θεραπεύει την αρχαία και νέα ελληνική γραμματεία, την αρχαία και νέα ελληνική γλώσσα. Δύσκολο πράγμα στους καιρού μας. Και παράλληλα το λαϊκό βίο, αυτό το άλλο κομμάτι που τ' αρέσει, ο λαϊκός βίος, η λαγωγραφία, όπως λέγαμε παλιά, και η γλώσσα του τόπου μας. Οι δεκάδες δημοσιεύσεις του στα περιοδικά «Διάλογος», «Αναζητήσεις», «Θαλόα», «Μάλθια», αλλά και στα περιοδικά και τις εγγώσεις της Βικελέας, το «Παλιμψιστο», της «Εκείμ», «Κριτικά χρονικά», δείχνουν το βάθος αυτής της παιδείας και της ανασχόλησης. Το βάθος της παιδείας, αλλά και της αγάπης του για τον τόπο, φαίνεται αποτυπωμένο και στη συμμετοχή του. Μια συμμετοχή επιστημονική αλλά και οργανωτική στα κριτολογικά συνέδρια. Μια αγάπη για την πατρίδα, την πόλη του, τον τόπο του, το Ρέθυμνος και το Ηράκλειο και όλη την Κρήτη. Και το λαό του, και τον κόσμο του, και τη λόσα του. Την έκφραση αυτού του κόσμου. 2001, ένα το κριτολογικό συνέδριο. Συμμετοχή με σχετική εισήγησή του και το μοδυλάκι και τη σατιρική του πλευρά. 2006, 10ο κριτολογικό συνέδριο στα Χανιά. Το «Σατιρικό τραγούδι». Και στο 11ο συνέδριο στο Ρέθυμνο, η συμβολή του για ένα μεγάλο ψυχωριανό του, τον Νικόλαο Παλιαράκη. Γυμνασιάρχη της ύστερης περιόδου της κριτικής επικυριερχίας από τον Σουλτάνο και της Κριτικής Πολιτείας. Ένα από αυτού που είπαμε και προχθές, που μαζί με τον Γενεράλη, τον Βορεάδη, τον Μιχελιδάκη και τόσους άλλους, αποτέλεσαν, θα λέγαμε, τα εξέχοντα στελέχη της εκπαίδευσης στην περίοδο αυτή της αλλαγής στην Κρήτη από την ώψημη οθωμανική κυριαρχία, τουρκοκρατία, θα λέγαμε, στην μετάβασή της στην ανεξαρτησία, την ελευθερία και την ένωση. Ο Παλιαράκης ήταν ένας από τους μεγάλους δασκάλους εκείνης της εποχής. Σε γυμνάσια του Ιρακλίου, του Ρειοθήμου και των Χανιών, διευθυντής. Και με αυτή την προσωπικότητα, τον ομοχώριό του από τον Ορθέτ του Μηλοποτάμου, δεν μπορούσε να ασχοληθεί άλλος καλύτερα, με περισσότερη αγάπη και επίστημοσύνη από τον Μανώλη Ανδρολυδάκη. Ακολουθεί το 12ο συνέδριο, το κριτολογικό, πριν λίγους μήνες στο Ιράκλειο με τους εκυβόλους και τους οκύποδες την εισήγηση του Μανώλη με αυτόν τον έυστοχο και έξυπνο τίτλο, αλλά και το πιο βαθύ περιεχόμενο. Η σχέση του, παράλληλα με την εκκλησία της Κρήτης, την αγαπημένη αδερφή του Πατριαρχείου, είναι γεμάτη από μητρική αγάπη. Το αποδεικνύει η καθημερινή του βιωτή κάθε Κυριακή, αν είναι δυνατό, και κάθε γιορτή και σκόλη στο ψαλτήρι του Αγίου Φανουρίου, στο χωριό του, στο Νοφθέ, να διακονεί το σεμνό, αξιοπρεπή και παπαδιαμάντιο εφημέριο του χωριού του. Και από εκεί, από το σεμνό στασίδι της ησυχίας και της ενώρασής του, για πάνω από 7 χρόνια, στην Ανωτάτη Πατριαρχική Ακαδημία Κρήτης, με την προτροπή του καθηγητή του και φίλου, Νίκο Παπαδογεννάκη, και με την αμέριση συμπαράσταση και στήριξη του Προέδρου της Δικούς Επιτροπής σε φασημετά του Μητροπολίτου, Καστελίου, Ακαλοχωρίου και Βιάνου, του Ανδρέα. Θα προσφέρει στο κομμάτι που λέγεται «Αρχαία γλώσσα και νέα ελληνική γλώσσα», και κυρίως και στο κομμάτι ιδιαίτερα της κρητικής διαλέκτου. Με βαθιά παιδεία από τους λίγους πλασικούς φιλολόγους της εποχής μας, θα προσπαθήσει να δει τις γέφυρες που ενώνουν και την εξέλιξη της μίας και νείας γλώσσα μας, από τα χρόνια του Αριστοφάνη που τόσο αγαπά, μέχρι τον Ερωτόκριτο, τον Κοδηλάκη, τον Καζαντζάκη. Ξεχωρίζει σε αυτά τα χρόνια της θυτείας του, της διακονίας του στην Πατριαρχική Ακαδημία, η μονογραφία του στη Νέα Χριστιανική Κρήτη με θέμα «Μορφολογία του ίδατος στον κανόνα των Θεοφανίων του Κοσμά του Μελωδού». Οι επιδράσεις του από τον δάσκαλό του Θεοχάρη Δετωράκη είναι περισσότερο εμφανείς. Ακούραστος ο Μανώλης υπηρετεί και την ανώτατη εκπαίδευση από πολύ παλιά, από το 2003, ως εκλεγμένος διδάσκων του Ανοιχτού Πανεπιστημίου. Με αντικείμενο δασκαλίας, το Αρχαίο Θέατρο. Ανοιχτό Πανεπιστημίο, Εδαγωκή Σχολή του Πανεπιστημίου Ρεθύμησης, διδασκαλείο του Πανεπιστημίου Ρεθύμησης, όπου εκεί διακονεί την υπηρεσία, την επιστήμη της λαογραφίας. Το κομμάτι αυτό του αρέσει ιδιαίτερα και ασχολείται ιδιαίτερα, όπως και η κλητική διάλεκτος. Θα συνεχίσει να δημοσιεύει μελέτες συνέχεια των ενδιαφέροντων του στο λαογραφικό επίπεδο, αλλά και στο επίπεδο της αρχαίας κωμοδίας. Θα ξεχωρίσω άλλη μία δημοσιευσή του, άλλη μία μονογραφία του, που έχει εκδοθεί από το εκδοτικό ECO Gutenberg, στα 2010. Ο Πλούτος στον Αριστοφάνη. Αρχαία κωμοδία, λαϊκή παράδοση, βυζαντινή μουσική, δημοτικό τραγούδι, κριτικό τραγούδι, κριτική μαντινάδα, κριτικό ρυζίτικο. Όλα αυτά συνθέτουν το ευρύ πλαίσιο των ενδιαφερόντων του Μανώλη, που το διακονεί και τα υπηρετεί από όποια θέση κι αν κληθεί. Από το σχολείο, το γυμνάσιο του, το λύκειο του, μέχρι την Ακαδημία, την Πατριαρχική, μέχρι το Πανεπιστήμιο Στορέθριμο, την Πεδαγωγικό Τμήμα, το διδασκαλείο, τα μαθήματα παιδαγωγηγής και διδακτικής επάρκειας. Υπηρετεί και υπηρετείται. Ομιλίες, εισηγήσεις επιστημονικά περιοδικά, μέλος πολιτιστικών συλλόγων και εταιρεών, όπως η Εταιρεία Κριτικών Ιστορικών Μελετών, ακούραστα δίνει το δικό του αγώνα για την παιδεία αυτού του τόπου. Σε δυο τομείς. Στη δρασκαλία, στην επιστημονική συμμετοχή και συμβουλή και στην οργάνωση. Αυτό το κομμάτι θα ήθελα να τονίσω ιδιαίτερα στο Μανώλη. Πέρα από την επιστήμη του, πέρα από την αγάπη για τις επιστήμες που υπηρετεί, είναι και ξεχωριστός συνάδελφος και πιστός εργατικός συνεργάτης όταν του ζητηθεί και όπου του ζητηθεί για να υπηρετήσει και να οργανώσει γενναιόδωρα συνέδρια, σωματεία, εταιρίες, όλα αυτά που διακονούν τον πολιτισμό και την ιστορία μας. Όλα αυτά που διακονούν όλοι μας και η Ράκρυα Ποτοβουλία με τον κύκλο αυτό των ομιλιών και των διαλέξεων που κάνει. Σε ευχαριστούμε, Μανώλη, για όλα αυτά. Σε ευχαριστούμε για ότι κάνεις για αυτό το τόπο που τόσο αγαπάς και τόσο αγαπούμε όλοι. Ευχαριστούμε και την Ράκρυα Ποτοβουλία για αυτό το δήμα που δίνεις σε όλους μας να προβάλλουμε σε εσάς, όλους εσάς, ευήκουες ακροατές τους σκόπους, τις αγωνίες και τις αναζητήσεις μιας ζωής. Να είστε καλά. Καλή ακρόαση. Μανώλη, σε εσένα όλος. Μόνο ένας δόκτερας ιστορίας με τόσο μακρόχρονη θητεία στο ιστορικό αρχείο θα ήταν δυνατόν να παρουσιάσει τόσο γλαφυρά το μεγάλο έργο του οπηλιτή μας, Εμμανουήλ Ανδρουλιδάκη. Κύριε Δρακάκη, ευχαριστούμε. Κύριε Ανδρουλιδάκη, ο λόγος σας. Αγαπητέ Πρόεδρε και υπεύθυνε του προγράμματος της Ράκρυας Προτοβουλίας, εκλεκτοί φίλοι, συνάδελφοι, άνθρωποι παιδείας και μελέτης, όχι μόνο του Καζαντζάκη. Εστάνομαι πράγματι μετριότερος, ίσως γιατί η ενοχή είναι πρώτα δική μου. Περαιτέρα, όμως, γιατί ο αγαπητός φίλος Μανώλης ξεπέρασε, όπως πάντα, τις συναισθηματικές ατραπούς. Το θέμα που θα σας παρουσιάσω θα είναι περίπου ημίωρης διάρκειας, βασίζεται σε μία μορφή ανοιχτού μαθήματος, με κεντρικό ζήτημα το μεγάλο κάστρο στο έργο του Νίκου Καζαντζάκη. Παράλληλα θα βλέπετε στον Πίνακα τη φροντίδα της κυρίας Μαυρογιάννη, τον πυρήνα των όσων θα σας παρουσιάσω. Απότερο σκοπός της σημερινής μομιλίας, που με τα χαράς και μεγάλης τιμής δέχθηκα και εγώ ταπεινά να συμμετάσχω στο σπουδαίο πρόγραμμα της Ιράκλιας Πρωτοβουλίας, θεωρώντας ότι είναι ένα σπουδαστήριο γλώσσας, πολιτισμού και παιδείας, σκέφτηκα να μιλήσω περισσότερο για τον Καζαντζάκη, για τον τόπο στον οποίο βρισκόμαστε σήμερα, που ίδιος έζησε, όπως γνωρίζετε, αρχής γεννωμένης από τα παιδικά του χρόνια, που ο ίδιος φιλοξενεί με έβληπτο τρόπο στα έργα του, τους τόπους αυτούς που σήμερα δεν υπάρχουν σε μεγάλο βαθμό. Μιλάω δηλαδή για τις πλατείες, τους δρόμους, τη στράτα, ακόμη και οι κύματα γύρω από τον πολιούχο μας Άγιο Μηνάκη, όχι μόνο. Θα προσπαθήσω επίσης μέσα από μαρτυρίες, κυρίως από το σπουδαίο του έργο Καπετάν Μιχάλης, να προβάλλω αυτή την έγνοια που είχε ο Καζαντζάκης, όχι μόνο διαβαίνοντας σαν ένας σοφός περιηγητής, ένας μεγάλος λογοτέχνης, ταυτόχρονα όμως και μεγάλος πλάστης, μιας γλώσσας η οποία συνδέει τη γη με τον ουρανό, όπως λένε οι μελετητές του. Είναι ο άνθρωπος δηλαδή που άκουσε τους ανθρώπους, τους διαβάτες αυτού του τόπου, της ημέρας και της νύχτας, μετέπλασε πραγματικά, όπως λέει ο δασκαλός μου Θεοχάρης Δετοράκης, τον νεοελληνικό μύθο. Ο άνθρωπος του Καζαντζάκη, ο τόπος, ο καστρινός του Καζαντζάκη, ήταν και είναι ο άνθρωπος της ημέρας, ο άνθρωπος που έπλασε έναν πολιτισμό που στη συνέχεια τον μετέγραψε σε όλα τα έργα του, δίνοντας μια διάσταση βιωματική ή καλύτερα θα έλεγα μεταβιωματική. Με την έννοια ότι όσα ο ίδιος έζησε και κατέγραψε στη φυλάδα του μυαλού του, έρχονται σήμερα να μας είναι τόσο εμπίκαιρα, εξάλλου πώς αλλιώς εξηγείται ο μεγάλος αριθμός, όχι μόνο ομιλιών, αλλά δημοσιεύσεων, συνεδρίων, ακροάσεων, εκδόσεων και πόλο μάλλον με τη φροντίδα τοπικών εταιριών, αλλά και διεθνών εταιριών που σήμερα βέβαια την πρωτοκαθεδρία έχει και πάλι η Ιράκλια Πρωτοβουλία. Σ' ένα κείμενο που δημοσίευσε ο Θεοχάρης Δετοράκης, λέγει, «Ο Καζαντζάκης πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Ιράκλιο την τελευταία 15 αιτία της Τουρκοκρατίας. Ήταν μόλις 7 ετών κατά την επανάσταση του 1889 και 15 ετών όταν ελευθερώθηκε η πατρίδα του με τη λύση της αυτονομίας του 1898. Έζησε τις τελευταίες επαναστάσεις και ανέπνευσε τον αέρα του ηρωικού πνεύματος στο λικαβιές της κρητικής ελευθερίας. Η επανάσταση του 1889 του ανέπνευσε τον καπετάν Μιχάλη. Στο έργο αυτό, ο Καζαντζάκης ανέπλασε μέσα σε πλαίσιο επικό τις μνήμες των παιδικών του χρόνων και ζωντάνεψε την εικόνα της γενέτειρας Πόλης όπως την είχαν αντικρίσει τα παιδικά του μάτια. Το τοπογραφικό πλαίσιο του μυθιστορήματος είναι πέρα για πέρα αληθινό. Τα ιστορικά γεγονότα που αναφέρονται έχουν επίσης μεγάλο βαθμό ιστορικής αλήθειας αλλά και την όμιμη πρόσμιξη του μυθικού στοιχείου. Διακρίνει κανείς ονόματα ηρώων υπαρκτά, στοιχεία της καθημερινής ζωής αληθινά. Πράξεις επιβεβαιωμένες από την ιστορική και λαογραφική έρευνα της Κρήτης και ιδιαίτερα της περιοχής του Ιρακλίου. Οι σκέψεις που γεννώνται ύστερα από αυτά τα λόγια είναι να διατρέξουμε και εμείς μέσα από τα σπλάχνα της γλώσσας του Καζαντζάκη για να δούμε τους τρόπους οικοδομής του λόγου του και πώς κατάφερε να μας δώσει αυτό που σήμερα μας φαίνεται κάτι πολύ απλό ή τουλάχιστον θα διαβάζαμε σε έναν περιηγητή και έχουμε ευτυχώς πολλούς δόκιμους για αυτόν τον τόπο και για το Ιράκλειο και την Κρήτη, να καταλάβουμε λοιπόν αυτά που γράφει με πολύ εύλυπτο τρόπο στην αναφορά στον Γκρέκο για το θέμα αυτό. Φωνάζω τη μνήμη να θυμηθεί, περμαζώνω απ' τον αέρα τη ζωή μου, στέκουμε σαν στρατιώτης μπροστά στον στρατηγό και κάνω την αναφορά μου στον Γκρέκο, γιατί αυτός είναι ζυμωμένος από το ίδιο Κρητικό χώμα με μένα και καλύτερα από όλους τους αγωνιστές που ζουν ή έχουν ζήσει μπορεί να με νιώσει. Δεν αφήκε κι αυτός την κόκκινη γραμμή απάνω στις πέτρες. Ο κορυφαίος νεοέλληνας πεζογράφος, που φέτος γιορτάζουμε τα 60 χρόνια από το θάνατό του, δραματικός συγγραφέας έχει πλέον και είχε απονορίσει κουμενική αναγνώριση. Ο πνευματικός του βίος, όπως αποτυπώνεται στα έργα του, αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης, έστω και επιλεκτικά αν μελετήσει, ορισμένα κομβικά έργα όπως ο Αλέξης Ζορμπάς, αναφορά στον Γκρέκο και βέβαια ο καπετάν Μιχάλης, ο ασυμβίβαστος στην ασχετική και άλλα, ότι η ζωή του διακατέχεται από τον ζήλο για τη γενετειρά του. Την αγάπη, μια γηγενή σχέση θα λέγαμε με αυτό τον τόπο. Αποτέλεσε λοιπόν αυτή του η έγκνη αφετηρία των συλλογισμών του. Αποτυπώνεται εξάλλου στα πρωτόλια ποιήματά του, δημοσιευμένα στον τύπο, αρχικά με το ψευδόνυμο Πέτρος Ψυλωρήτης. Ο βιωματικός κύκλος και κόσμος του Νίγου Καζαντζάχη πλουτίζεται με τη στροφή στη γραφή μυθιστωρημάτων, όπου κυριαρχούν ήρωες και δράματα, τυπωμένα όμως, όπως είπα και στην αρχή, στη μνήμη του λαού. Εξάλλου η ψευδονυμική του παρουσία συνδέεται με ό,τι συνεπείρε το νου του, την Κρήτη στα έργα του, αναφορά στον Γκρέκο, καπετάν Μιχάλης και πολλά άλλα. Η άλλη διάσταση όμως των βιωμάτων του συγγραφέα, η οποία σχολαστικά έχει ερευνηθεί, είναι οι επικύλες ταξιδιωτικές του εμπειρίες, όπως εξάλλου διαβάζουμε στο ομώνυμο του έργο, «Ταξιδεύοντας». Ο ίδιος και πάλι στην αναφορά στον Γκρέκο γράφει, «Νια από τις μεγαλύτερες λαχτάρες της ζωής μου στάθηκε πάντα το ταξίδι. Να δω, να αγγίξω άγνωρα χώματα, να μπω να κολυμπήσω σε άγνωρες θάλασσες, να γυρίσω τη γης και να μη χορταίνω καινούριες στεριές και θάλασσες και ανθρώπους και ιδέες και να τα βλέπω όλα για πρώτη φορά». Βιωματική λοιπόν η λέξη του Νίκου Καζαντζάκη, αποτυπώνεται στα έργα του σκέψεις σπουδαίες, είναι ακόμη, όπως ονομάζουν οι μελετητές, το πλαίσιο μιας ιδιωματικής γλώσσας. Η Κρήτη αποτέλεσε, όπως είπαμε στην αρχή, το μεγαμύγμα των εμπεριών του. «Με συνεπήρε η πνοή της Κρήτης, λέει ο ίδιος και προσπάθησα ως άνθρωπος και ως συγγραφέας να πολεμήσω για την ερήνη, τη λευτεριά, την αξιοπρέπεια του ανθρώπου», θα γράψει μεταξύ άλλων σε ένα γράμμα προς την Επιτροπή, η οποία του απένει με το βραβείο Ιρήνης στη Βιέννη. Ωστόσο, η έκταση της βιωματικής αναζήτης του συγγραφέα δεν είναι εύκολο να ερμηνευθεί, αν δεν επιστρέψουμε στην κριταγένειά του, δηλαδή σε αυτό το ζύμωμα του τόπου με τον ίδιο τον συγγραφέα. Τούτο αποδεικνύεται από το γεγονός ότι στα έργα του υπάρχουν οι διαπνέονται από δυο πυλώνες σκέψεις, τις προσωπικές, αλλά και εκείνες των ηρώων και τις περιπέτειές τους, δηλαδή τις προσωπικές του απόψεις, αλλά και τις περιπέτειες με την αρχαία και τραγική σημασία των ηρώων που διατρέχουν στα έργα του. Εξάλλου, όπως γνωρίζετε, η βιοθεωρία του υπήρξε σαφώς επηρεασμένη αποσημένοντας ευρωπαίους φιλοσόφους, τον Μπέρξον, τον Ιτσέ, Σοπενχάουερ και άλλους. Ο άνθρωπος, λοιπόν, που χτίζει και χτίζεται ποικιλόμαφα μέσα του, ο Οδυσσέας της ζωής, δεν είναι ούτε Έλληνας ούτε Κρητικός. Είναι και τα δυο μαζί, δηλαδή είναι Κρητικός. Το επίθυμα αυτό της βιοματικής του σχέσης με τη ζωή και η πίστη στην αλληλεγγύη των ανθρώπων, η μετουσίωση της σάρκα σε πνεύμα γεννόμενη σε κλίμα μοναξιάς, ερημιάς και φτώχιας, όπως θα γράψει σε ένα άλλο γράμμα στον Γεώργιο Παπανδρέου. Οι Κρητικοί, λοιπόν, πρωτοστατούν στις εμπειρίες τους. Γράφει σχετικά, «Αυτοί τρώνε όχι μόνο τα αυγά με τα τσόφλια, αλλά και τα τσουκάλια που τα βράζουν. Εκείνοι ως άνθρωποι είναι είτε μπακιρένια, είτε πύληνα τσικάλια, άμα είσαι πύληνο κεραγίσης, δεν ξανακολάς πια». Στιχεία που επίσης ενδυναμώνουν τη βιοματικότητα, την περηφάνεια, αλλά και την αλήθεια γραφής, όπως έλεγε συχνά η δεύτερη συζυγός του Ελένη Σαμίου. Επιχειρώντας ίσως ως αποδεχτικό παράδειγμα την ανίχνευση βιοματικών στοιχείων στον άξονα Καζαντζάκης, κρήτη, κρητική, ασφαλώς όλα αυτά συνάδουν, συνηπάρχουν ή συμφύρονται καλύτερα με την έννοια αυτού του τόπου, που θα δούμε να εξέχει ή να ενέχει ως περιπέτεια ευθύνης, κυρίως τον καπετάν Μιχάλη, όπως θα αναφερθούμε πιο κάτω. Πρόκειται, αγαπητοί φίλοι και αναγνώστες του έργου του Καζαντζάκη, για μια ποιητική αυτοβιογραφία, η οποία εκδόθηκε πολλές φορές. Όλα αυτά τα έργα έχουν σχεδόν αυτό το μότο της αγκαλιάς με τον τόπο, της τοπολατρίας, αλλά και της δημιουργίας ενός νέου τόπου σκέψεως, ενός νέου τόπου ιδεών. Μια άλλη παράμετρος επίσης είναι ότι τα πρώτα αναγνώσματα του Καζαντζάκη ήταν φυλάδες Αγίων. Συγκεκριμένα η Αγία Επιστολή, όπως εξάλλου μαρτυρείται στο όγδο βιβλίο, στην αναφορά στον Γκρέκο. Τα παιδικά παιγνίδια αντικαθίστανται εδώ ίσως πρόωρα με θρησκευτικά κείμενα. Λέει ο ίδιος τον Ασυμβίβαστο, «διάβαζα, συναξάρια, άκουγα παραμύθια, έπαιρνε ταυτί μου κουβέντες κι όλα μεταμορφώνονταν και παραμορφώνονταν μέσα μου». Στα έργα του επίσης σειραίων πλήθος εικόνων, αποσπάσματα εκκλησιαστικών ακολουθιών, δοσμένα σε έναν πολυπρισματικό καθρέφτη που κυριαρχεί η λαϊκή αντίληψη για τις θρησκευτικές παραδόσεις, κυρίως αγιολογικού χαρακτήρα. Η παραπάνω διαπίστοση είναι μια αυτοψία καλύτερα για το θέμα, επαναλαμβάνω για πολλοστή φορά, της διάστασης του τόπου για τον συγγραφέα. Θα έλεγα ότι δεν συγγράφει ο Καζαντζάκης για το Μεγάλο Κάστρο, ποιοί το Μεγάλο Κάστρο, όπως εκείνος καθημερινά το νιώθει με τους ανθρώπους της στράτας, με τους διαβάτες, με τους ανθρώπους που συχνάζουν στις τρεις καμάρες, με τους ανθρώπους που περνάνε από εδώ κοντά μας στην πλατεία, με τους ανθρώπους που γράφουν πραγματικά τη δική τους ιστορία. Σε αυτό το σημείο η έρευνα έχει πολλά να αναδείξει στο μέλλον, γιατί αυτοί οι άνθρωποι, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να ήταν, όπως και οι σημερινοί, το γνωρίζουν αυτό ίσως οι παλαιότεροι, οι μικροί δημοσιογράφοι, δηλαδή οι άνθρωποι του δημόσιου λόγου, τους οποίους μάλλον έχουμε ξεχάσει πολλές φορές ή τους θυμόμαστε σε κάποιες περίτεχνες ή φιλότεχνες κάρτες. Οι άνθρωποι, λοιπόν, του Μεγάλου Κάστρου ευδοκιμούν μέσα από τη ζωή τους, τον αγώνα τους, δένονται με τον τόπο τους, εκεί που στριφογυρίζει όλο ένα η μνήμη τους. Φαίνεται και πάλι στον καπετάν Μιχάλη αυτό, όπου αποτυπώνεται στο πρώτο κυρίως μέρος η τοπογραφία του Ηρακλίου τέλη 19ου αιώνα. Η πολιτεία του Καζαντζάχη είναι αληθινή. Η πλατιά στράτα, το μεϊντάνι, η καινούργια πόρτα, οι τρεις καμάρες, είναι συχνή τρόπη συνάντησης των ανθρώπων. Οι παλιές μήμες σμίγουν με τους περιηγητές, λέγει σε ένα σημείο χαρακτηριστικά. Η πλατιά στράτα ήταν μια από τις δυο βασιλόφλεβες του Μεγάλου Κάστρου. Ξεκινούσε από τον Χανίον την πόρτα δυτικά και έφτανε στο Λαζαρέτου την πόρτα, όπου ήταν η Μεγάλη Πλατεία, οι τρεις καμάρες και ομπαξές του Πασά. Εδώ κάθε Παρασκευή έπαιζαν μυζάμιδες μουσική. Η άλλη βασιλόφλεβα έκοβε σταυροτά την πρώτη. Κοινούσε από την καινούρια πόρτα κατ' ανώτου και κατέβαινε ως το λιμάνι. Στην σταύρος ήταν τον Μεϊντάνη, η καρδιά της πολιτείας. Πρόσωπα, λοιπόν, αληθινά συχνάζουν σ' αυτούς τους τόπους που δεν υπάρχουν πια. Λέει πιο κάτω. Ο Τεκές ήταν πλάι στον Άγιο Μηνά μια μακρουλή απλόχορη αυλή. Στη μέση της αυλής το κυβούρι του Αγίου γύρω του μακροσκάμια και σκαμνάκια όπου κάθιζαν οι πιστή κάθε Παρασκευή, κοίταζαν τον Άγιο και κουβέδιαζαν. Ο συγγραφέας διασώζει τα παιδικά του βιώματα αλλά και τα οράματα των κριτών της εποχής, της τουρκοκρατούμενης μάλλον εποχής, μέσα από τη μεγέθυνση της παιδικής του μαθιάς αλλά και την διόγγωση την ιδεολογική και ψυχολογική των ηρώων του. Εξάλλου το κλίμα ήταν πρόσφορο, παράγειλα όμως και η πλούσια γραφή του Καζαντζάχη δεν θα μπορούσε να δώσει απλά ένα μικρό και μόνο ημερολόγιο. Ο πρόλογος δίνει το ιστορικό στίγμα του έργου, τα οράματα αλλά και την υψηλή ιδέα της ελευθερίας. Λέγει χαρακτηριστικά το εξής, μια και μίλησα προηγουμένως για το ιδεολογικό στοιχείο που επανακαλλιεργεί, θα λέγαμε, ο Καζαντζάχης στους ήρωες τους οποίους διαβάζουμε και ακολουθούμε. Ο κρυφός σκοπός μου ήταν τούτος, να σώσω, δίνοντάς με λέξεις, το όραμα του κόσμου όπως το δημιούργησαν τα παιδικά μου μάθια. Και όταν λέω το όραμα του κόσμου θέλω να πω το όραμα της Κρήτης. Τα παιδιά της Κρήτης ανάπνεαν ένα αέρα τραγικό στα ηρωικά και μαρτυρικά χρόνια του καπετάν Μιχάλη όταν οι Τούρκοι πατούσαν ακόμη τα χώματά τους και συνάμα άρχισαν να ακούγονται να ζυγώνουν τα αιματωμένα φτερά της ελευθερίας. Τα παιδιά της Κρήτης γίνονταν γρήγορα άντρες. Αλλά και η πολιτεία ήταν ένα φρούριο. Η κάθε ψυχή ήταν κι αυτή ένα φρούριο αιώνιοι απολιορκούμενο και είχαν καπετάνιο ένα άγιο, τον Αημινά, τον προστάτη του Μεγάλου Κάστρου. Έτσι, λοιπόν, δίνει ο Καζαντζάκης όχι μόνο την φωτογραφία όχι μόνο την ταυτότητα των ανθρώπων των Καστρινών αλλά και των άλλων εκείνης της εποχής. Καλλιεργεί όμως, κατά τη γνώμη μου, εξάλλου δικαίως θεωρείται οικουμενικός συγγραφέας αυτή την παγκοσμιότητα στη σκέψη η οποία πηγάζει από την πολυγνωσία που ο ίδιος είχε για τους ανθρώπους όχι μόνο αυτούς που έβλεπε, αυτούς που συζητούσε αυτούς που συναντούσε στα μεγάλα του ταξίδια και όχι μόνο. Το έργο, το συγκεκριμένο, όπως θα το έχετε διαβάσει αρχίζει με διαρρές, δηλαδή σε τριτοπρόσωπη αφήγηση με το σχόλιο ότι ο Κοσμάς με τη δικαιολογία των σπουδών του που δεν πήγε στην Κρήτη, γνωρίζεται, υποθέτω, την υπόθεση συνακάνει λαμπρί με τους δικούς του όπως επιβάλλει το έθιμο. Τα πρόσωπα είναι αληθινά. Είναι εκείνα που είπα προηγουμένως, περνοδιάβαιναν στο Ιράκλειο έφταναν στις τρεις καμάρες ή στέκοντας το μεγάλο πλάτανο δίπλα μας. Οι άνθρωποι του Μεγάλου Κάστρου ήταν όλοι σημαντικοί. Έβγαιναν στολισμένοι για να φανούν. Έφτιαχναν μοναδική ατμόσφαιρα του τόπου. Σε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα που φαίνεται αυτή η σπουδαία τέχνη του Καζαντζάκη να ταιριάσει, αν θέλετε να υφάνει για δεύτερη φορά, τους ανθρώπους τη σκέψη στον γκανβά που λέγεται τόπος λέγεται εξής. Κατά το Δηγινό ξεχύθηκαν λαμπροστολισμένοι χριστιανοί και χριστιανές στις τρεις καμάρες. Φύσους αίρας, κυμάτιζαν οι μεταξωτές κοροδέλες στα κοριτσίστηκα μαλλιά, καταβορά τριάντα φιλένια αναπαύονταν η θάλασσα πίσω κατ' ανώτου, χλωροπρασύνιζαν τα χωράφια, ροδάμιζαν τα βουνά και απάνω ο ουρανός σκέπαζε μενεξελένιος, κνουδωτός ύμερος πολλοί τους καλοφαγωμένους καστρινούς που βγήκαν σεριάνι να δούνε και να χωνέψουν. Στο σημείο αυτό, αγαπητοί φίλοι, είναι σκόπιμο να παραθέσω ένα μικρό απόσπασμα από όσα είχε πει ο ίδιος ο Καζαντζάχης και νομίζω ότι δεν με όσα ταπεινά σας παρουσίασα μέχρι τώρα αλλά και με τα επόμενα για αυτή την ανθρωπογεωγραφία των ανθρώπων του κάστρου. Το 1955 σε ραδιοφωνική εκπομπή στο Παρίσι είχε πει για τους Κρητικούς «Δεν βλέπω την Κρήτη σαν ένα πράγμα γραφικό και χαμογελαστό. Αυστηρή είναι η μορφή της, σκαμμένη από τον αγώνα και τον πόνο. Αυτό το νησί μεταξύ Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής ήταν προορισμένο από τη γεωγραφική του θέση να γίνει γέφυρα ανάμεσα σ' αυτές τις τρεις Ιππύρους. Να γιατί η Κρήτη υπήρξε η πρώτη γη της Ευρώπης, που δέχθηκε το φως του πολιτισμού που ήρθε από την Ανατολή. 2.000 χρόνια πριν το ελληνικό θαύμα ανθούσε στην Κρήτη αυτός ο μυστηριώδης πολιτισμός, ο λεγόμενος Αιγιακός. Ακόμα βουβός, γεμάτος από ζωή, μεθυσμένος από χρώματα, με φινέτσα και γούστο που ξαφνιάζουν και προκαλούν τον θαυμασμό. Μάται αντιστεχόμαστε στο ύχνος του παρελθόντος. Υπάρχει μια έκκριση, νομίζω, μια μαγική έκκριση, που αχτυνοβολεί από τα αρχαία χώματα που πάλεψαν και υπέφεραν πολλοί. Σαν κάτι να έμεινε μετά την εξαφάνιση των λαών που αγωνίστησαν, έκλαψαν και αγάπησαν σε ένα κομμάτι γης. Και τέλος, ναι, δεν είναι δύσκολο να την μασήσεις στην αλήθεια, αλλά οι Κρητικοί, σκληραγωγημένοι από τον αγώνα, λέμαρχοι για ζωή, την καταπίνουν σαν ένα ποτήρι δροσερό νερό. Στο έργο συγχρόνως δίνεται το στίγμα στο δεύτερο μέρος του σπουδαγμένου και για τη θέση του άλλου και για τον πόθο της λευτεριάς, για το ακμάζον εμπόριο στην Κρήτη, για το θρασάκι που ο καπετάν Μιχάης το φαντάζεται άξιο πολεμιστή της γενιάς του, για τον ηρωισμό των Κρητών, τις αξίες των ανθρώπων, τη θέση της γυναίκας και άλλα θέματα. Τι διάολο σπουδάζει, ακόμα θα σπουδάζει. Δεν λέει πως δεν έχει μούτρα να γυρίσει στην Κρήτη γιατί παντρέθηκε με οβραία. Μαγάρις αδέρφη Κωσταρέ, ο κανακάρις ο γιος σου, το αίμα μας, έκαι να ζούσες, να μου τον πιάσεις απ' τον αστράγαλο ή τον κρεμάσεις ανάποδα στα δοκάρια σαν του Λούμι. Θα καταντήσει και τούτος σαν τον Πάρμα μου τον τίτυρο δάσκαλος, ψαλιδόκολλος, μπουμπουνοκέφαλος με γυαλάκια. Καλώς ο χείρος μας, μα βγήκε Χαλαζάρης. Φτου είναι ένα απόσπασμα από τα πρόσωπα που υπάρχουν στο δεύτερο μέρος του καπετάν Μιχάλη, τα οποία όμως είναι αληθινά και όχι μόνο αληθινά, αλλά είναι, αν θέλετε, μικρές και μεγάλες φωτογραφίες του καιρού του. Με αυτά τα λόγια, επικυρωμένα με την αλήθεια της λαϊκής θυμοσοφίας, παρουσιάζει ο Καζαντζάχης τις αντιλήψεις για τους μορφωμένους και τους ξένους του καπετάν Μιχάλη. Θα δείτε πιο κάτω, εξάλλου, και μια εικόνα για τον πατέρα του, θεωρούσε πρότυπο για τον καπετάν Μιχάλη. Του θεώρα του άντρακλα με το μαύρο κροσωτό μαντήλι, που ήθελε ατσαλένια τα κορμιά των Γρητικών, να μπορούμε να βαστάξουμε 100, 200, 300 χρόνια όσο είναι να ελευθερώσουμε την Κρήτη. Έχουμε λοιπόν, αγαπητοί φίλοι, συντομεύοντας όλες αυτές τις παρατηρήσεις και συμβολές μέσα στο κείμενο του καπετάν Μιχάλη, την οικοδόμηση μιας μικροειστορίας του φραγκεμένου ανιψιού του καπετάν Μιχάλη του Κοσμά, που σπουδάζει στο Παρίσι, που παντρεύτηκε μια Εβραία, όπως είπα, παραπάνω και που επιστρέφει στην Κρήτη για να πάρει την ευχή του παππού του για να γεννήσει και για να γεννήσει γυναίκα του το γιο του. Σε αυτή την αφήγηση εγκυβωτίζεται και μικροειστορία της αδελφής του, της οποίας σάλεψε ο νους, καθώς ο κύρις της δεν της επέτρεπε από τα 12 της να βγαίνει έξω και να τη θωρούν αντρικά μάθια, η αντίληψη τότε δηλαδή για τις γυναίκες. Έτσι έβγαινε μόνο τη νύχτα ακόμη και όταν σκοτώθηκε στο Αρκάδιο ο πατέρας της, όλη την ημέρα δουλεύει στο σπίτι, πλένει, μαγειρεύει, υφαίνει, κεράβει, ακόμα οι δύστηχοι τα προυκιά της. Βραδιάζει, δεν κοιμάται και μονάχα όταν πια ζυγώνουν μεσάνυχτα, ανοίγει το παραθύρι της, στσίβει, φωνάζει με αγωνία, κοντεύουν μεσάνυχτα, κοντεύουν μεσάνυχτα. Όπως επίσης γνωρίζετε όλοι, ο συγγραφέας δεν ήταν μόνο ο πλάστης αυτών των καταστάσεων, θα λέγαμε μικρές μυθιστορίες, μικρές σπουδές, ατι σε λέγα εγώ, μέσα στο έργο του Καζαντζάκη. Ο ίδιος, λοιπόν, είχε, όπως αδράσας παρουσίασα ορισμένα πρόσωπα, έναν ιδιότυπο μυστικισμό, με την έννοια ότι έζησε, εξάλλου το γνωρίζουμε όλοι αυτό, υπάρχει και μια σπουδαία μελέτη του δασκάλου μας, του Θεοχάρη Δε Τωράκη, στο περιοδικό Παλιμψιστό, όπου σχολιάζεται η παραμονή, η διαμονή, η διαβίωση καλύτερα του συγγραφέα σε μοναστικούς και ισυχαστήριους τόπους και έτσι βέβαια εξηγείται το ότι οι μορφές του Καζαντζάκη έχουν έντονα βυζαντινά στοιχεία, έχουν έντονα ασκητικά στοιχεία, θα προσθέταμε βέβαια ότι όλα αυτά είναι η δική του φιλοσοφία, αρχισγενωμένη από την ασκητική, ολοκληρωμένη στον Χριστό ξανασταυρώνεται, στον τελευταίο πειρασμό, στον Αλέξη Ζορμπά αλλά και σε άλλα του έργα. Αλήθεια, ο Καζαντζάκης πώς κατάφερε να ζυμώνεται τόσο εύκολα ή τόσο δύσκολα, γιατί και τα δύο υπάρχουν στο έργο με αυτή τη βιωματική λέξη. Πολλοί θα γράψουν ότι είχε ανταλλαγή λέξεων, ένα σταυροδρόμι καλύτερα επικοινωνίας με τον άλλο μεγάλο ρε Θεμνιώτη, υπηρέτη της μυθιστορίας, τον Παντελί Πρεβελάχη. Γνωστή εξάλλου η μελέτη τα τετρακόσια γράμματα. Όπως επίσης η αναφορά στην Οδύσια, όπου ο ίδιος χρησιμοποιεί ή συντάσει ή αν θέλετε αναθεωρεί υπέροχες λέξεις και φράσεις, οι οποίες σοφιλιάζουν με το ομυρικό κείμενο, μας δίνουν μια ακόμα Οδύσια, γιατί ποιος άλλος θα μπορούσε μέσα από μια τέτοια τέχνη και τεχνική, να μας δώσει απλούς ανθρώπους μέσα σε έναν κόσμο πολύ σύνθετο, κυρίως για αυτούς που μιλάμε σήμερα, τους προγόνους μας σε αυτόν εδώ τον τόπο. Ορισμένες φράσεις στην Οδύσια, όπως ήλια γοργοπεγνιδιωμάτη μου, φρογολαγονικό μου, την άγρυπα αγαπώ, ξετόποσε και πάρτιν του κυνηγού, και αγάλια και με το παίξε γέλασε και το βαθύ κανάχι, πέτρες, νερό, φωτιά και χώματα, θα γίνουν όλα πνέμα, θα βρούμε τις φράσεις αυτές όχι μόνο στην Οδύσια αλλά και σε άλλα έργα του Καζαντζάχη. Αυτή η μετάπλαση, νομίζω ότι είναι μια από τις μοναδικές τεχνικές συγγραφέων, έχει συζητηθεί ιδιαιτέρως και όχι μόνο για τα πεζά του έργα, αλλά και τα ποιητικά, ακόμη περισσότερο δε, κάτι που απασχόλησε τελευταία και ένα διεθνές συνέδριο στη Μυρθιά για το θεατρικό έργο του Καζαντζάχη, καθότι γνωρίζετε ότι οι ήρωες αυτοί, οι απλοί, οι καθημερινοί, είναι αυτοί που θα επενδύσουν, είναι αυτοί που με τη σκευή τους αργότερα θα παίξουν το ρόλο στα θεατρικά του έργα. Ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, Προμηθέας Δεσμώτης, Νικηφόρος Φωκάς και άλλα. Ωστόσο, όλα αυτά, αγαπητοί μου φίλοι, δεν μπορούν να ερμηνευτούν, αν δεν γνωρίζουμε ακόμη περισσότερο στο βαθμό που ο ίδιος αξιοποίησε την κριτική διάλεκτο. Η γλώσσα του συγγραφέα είναι ένας κύκλος, όπως ο ίδιος γράφει ξανά στην αναφορά στον Γκρέκο. «Ο σκληρός λόγος κουφοδρόμησε μέσα μου. Οι θύμησες ξεκίνησαν και σπρώχνει μια τσιβιάζονται. Φαίνεται πως οι λέξεις, ο νους, η καρδιά, η ζωή και ο θάνατος, όλα στη γη σπατούνε». Η βαθύτερη σχέση θα γίνει ακόμη περισσότερο εμφανής, όπως γράφει ο ίδιος το έργο του συμπόσιου «Βερολίνο 1922», που όλοι γνωρίζετε ότι ήταν προάγγελος της ασκητικής. Αλήθεια, πώς άραγε κοιωφορείται αυτή η μετάβαση από την αιμονή αυτό τον ζήλο καλύτερα ή σε εισαγωγικά και με την καλή έννοια της αγάπης, του συμφυρμού καλύτερα με τον κριτικό λόγο, πώς δικαιολογείται αυτή η μετάβαση σε έναν, αν θέλετε, μοναδικό φιλοσοφικό στοχασμό, όπως μας συνηθίζει στην ασκητική του. Είναι ένα επίσης μεγάλο θέμα, όταν ένας συγγραφέας που άλλοτε περπατούσε σε αυτό τον τόπο, που εμείς ζούμε και συναντιόμαστε σήμερα, κατάφερε μέσα από αυτή την απλή σχέση γης και ουρανού, μέσα από τη σχέση σώμα και πνεύμα, να κάνει τους ανθρώπους μια άλλη ζωγραφιά, έτσι άραγε, όπως θα την ήθελε ένας αρχαίος τραγικός ποιητής ο Ευρυπίδης. Δηλαδή, όπως θα ήθελε τους ανθρώπους να βρίσκονται στη σκηνή, να παιδεύονται, να δείχνουν έναν άλλο εαυτό. Και όχι αυτόν που θέλουν πάντα, όχι αυτόν που θέλουν οι άλλοι, αλλά αυτόν που κάθε μέρα αλλάζει. Είναι αυτός που ομολογεί, αυτός που κλαίει, αυτός που ζει και αυτός που πεθαίνει. Σε ένα άλλο απόσπασμα θα καταλάβετε όλοι ότι οι αναφορές στο Μεγάλο Κάστρο δεν είναι επιλεκτικές. Δεν είναι, αν θέλετε, λογοτεχνικά μικρολεκτικές, αλλά ευρύτερα είναι η έγγνια, το σώμα ολόκληρης της Κρήτης, του νησιού μας. Λέει, λοιπόν, σε ένα απόσπασμα το εξής. Ένα πρωί, σε ένα νησί κατεβαίνοντας στα κρογιάλι, είδα ένα μεγάλο σβόλο πυλό να τον ζυμώνει με αδρά ψημένα χέρια ο αργάτης. Και ξαφνικά να υψώνεται στον τροχό, να χορεύει κοντά στη βαριά του φύση και να παίρνει όλα τα θαύματα της περιστροφής, σαν να ήταν πνέμα, σαν να ήταν βόστριχος από φωτιά, τέτοια να νιώθω μέσα μου ένα χέρι να με συντρίβει. Ο Καζαντζάκης, λοιπόν, σκέφτεται, ζυμώνει αυτά που βλέπει σαν ταξιδεύει, καθώς βέβαια κάθε άνθρωπος είναι ένα ταξίδι. Κάθε άνθρωπος που θα συναντήσει ή που θα συναντήσουμε και εμείς μέσα από τα έργα του δεν είναι ένα πλήθος. Όπως πολύ άλλοι λογοτέχνες θα μπορούσαν άραγε να πούν. Ας πούμε ένα ημεροδρόμιο. Καθένας, όπως όλοι βρεθήκαμε σήμερα σε αυτό το χώρο, είναι ένα καινούριο βιβλίο. Μα γι' αυτό, άλλωστε, κάθε άνθρωπος κατά βάθος είναι ένας μικρός ή μεγάλος ασυμβίβαστος. Είναι μια σύγκρουση ιδέας με τη ζωή και με το θάνατο. Εν τέλει, ο Καζαντζάκης, όπως σας τον παρουσίασα, είναι εμπαθής, σε ισαγωγικά. Έχει, δηλαδή, πάθος με τα βιώματα. Είναι ο άνθρωπος ο οποίος αμφισβήτησε και αμφισβητήθηκε. Εξάλλου, ο ίδιος θύτευσε, μιλάω ακόμα λίγο για τη γλώσσα, θύτευσε στην λεγόμενη Νέα Σχολή του Παλαμά, όπου βέβαια είχε απέναντί του ή ήταν ανάμεσά του καλύτερα ένας Εμμανουήλ Πρωίδης και ένας Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Με βαθύτερα, ο ίδιος, δημοτικοφανή στοιχεία, όμως δεν απέριψε ούτε τον ένα ούτε τον άλλο. Ίσως γιατί εκεί συνάντησε δικούς του ήρωες ή τουλάχιστο, αν θέλετε, αργότερα απέδειξε ότι αυτός που διαβάζει δεν απορρίπτει, αλλά πλουτίζει και πλουτίζεται το έργο του. Είναι λοιπόν στερέωμα πραγματικά αμίμητο η γλώσσα του Καζαντζάχη, γιατί μέσα σε όλα αυτά που είπαμε, δεν είναι μόνο οι άνθρωποι του κάστρου, αλλά είναι τα ζώα, είναι τα πουλιά, είναι τα λουλούδια, είναι όλα τα πλάσματα του Θεού. Το μεγάλο κάστρο μέσα στο έργο του Καζαντζάχη, που αξίζει κανείς να εντάξει την μελέτη αυτή στην Ελληνική ιστορία, στην Αρχιτεκτονική, αν θέλετε στην Λαογραφία, αν θέλετε στην Γλωσσολογία, κάτι που πραγματικά είναι ένα πολύ σημαντό θέμα και που αξίζει κανείς, όπως αξίζει να διαβάσει και τις σχέσεις πατέρα-γεγιού στην αναφορά στον Γκρέκο, όπως αξίζει να διαβάσει τον Αλέξη Ζορμπά, ή να δει τους αγώνες στον Χριστό ξανά σταυρώνεται, νομίζω ότι αυτή η ανθρωπο-γεωγραφική ταυτότητα αξίζει να σχολιαστεί περισσότερο εδώ. Άλλωστε, ο ίδιος λέει σε ένα άλλο του σπουδαίο έργο, που νομίζω ότι πραγματικά δεν έχει μόνο τίτλο, αλλά είναι και οδηγός για όσα είπαμε σήμερα στον Πρωτομάστορα. Λέει τα εξής, πολλές στιγμές κάποτε σπάνε μέσα μας, βγαίνουν όξω στο φως, ελευθερώνουν έτσι την ψυχή που κρύβουν. Το ταξίδι είναι μεγάλο στο έργο του Καζαντζάκη. Ο σκοπός μου είναι να ταξιδέψουμε, αλλά σε άλλες περιστάσεις, για να μη σας κουράσω περισσότερο, θα προσπαθήσω να καταθέσω ακόμα μερικές σκέψεις που κινούνται στον άξονα Καζαντζάκης, μεγάλο κάστρο, μεγάλο κάστρο Καζαντζάκης. Αξίζει όμως να κάνω μια παρένθεση εδώ, ότι δεν είναι μόνο το έργο του, «Ταξιδεύοντας», που εκδόθηκε το 1969 από τις εκδόσεις Ελένη Καζαντζάκη, αλλά όλα αυτά τα οποία διάβασα ίσως ποραδικά μέσα στο έργο του, είτε για τη γλώσσα, είτε για τα πρόσωπα, είτε, αν θέλετε, ο τρόπος και η σύνθεση γραφής επηρεάζονται και επηρεάζουν τον αναγνώστη. Επηρεάστηκαν ακόμη, και αυτό θα θέλα να σχολιαστεί, περισσότερο από τη συνάντησή του, γιατί βέβαια είπα στην αρχή ότι ήταν μεγάλος πλάστης μιας πραγματικά αμήμητης γλώσσας και όχι μημητικής, αλλά ο ίδιος ήταν από τους λίγους λογοτέχνες που σε βάστηκαν, ενέταξαν αδιάφθορα, θα έλεγα, στη μνήμη του και στα βιώματά του την αναστροφή του με σπουδαίους διαννόμενους. Είναι, νομίζω, γνωστό το θέμα, το ημερολόγιο του Καζαντζάκη. Ένας από αυτούς ήταν ο Πέτρος Βλαστός, διαννοούμενος της διασποράς, ο οποίος επηρέασε πολύ σημαντικά τα γράμματα της εποχής του. Εξάλλου, υπήρξε και ο έτερος ο Παύλος Βλαστός, ένας από τους σημαντικούς συλλογείς του κρητικού πολιτισμού, εξάλλου όλα αυτά που είπαμε, κινούνται εκ βαθέων, θα έλεγα, στα ρήματα, αν θέλετε, στις ατραπούς του κρητικού πολιτισμού, ήταν όμως και από τους υπέρμαχους του δημοτικισμού. Εξάλλου, την εποχή γραφής του Καζαντζάκη, δεν είναι τυχαίο, όπως μας πληροφορεί ο σπουδαίος μελετητής Αλέξανδρος Αργυρίου, ότι υπάρχει μια συστάδα σπουδαίων Ελλήνων λογοτεχνών, ο Αλέξανδρος Πάλης, Εφταλιώτης και άλλοι. Γράφει, λοιπόν, σε ένα σημείο, κάτι που πραγματικά το θεώρησα σχετικό και σημαντικό για αυτή την εγγραφή, όχι μόνο της ώψεως, της λαλιάς των κρητών σε αυτόν τον τόπο, αλλά για μια, αν θέλετε, ψυχογραφία περισσότερο, του Ηρακλίου, του Μεγάλου Κάστρου, αυτής της χώρας, με αυτή τη στράτα, με τους δρόμους, τα σταυροδρόμια και τις πλατείες. Λέει το εξής. «Να γυρίζεις, γράφει την Ελλάδα, με τεντωμένο αυτή, να ακούς απ' το στόμα του λαού τη λέξη παρθένα ακόμα χιλιάδες χρόνια αμουτζάλωτη απ' το Μελάνι και να την παίρνεις μαζί της σου, όπως κλέφτουνε τη γυναίκα που αγαπούνε με κουρσάρικη αναγάλια. Να σκαρφαλώνεις βουνά, να πεινάς, να ψάς, να είσαι κατάκοπος και ξαφνικάς. Μονάχα όποιος αγαπάει τη δημοτική γλώσσα, με τόσο πάθος νιώθει πως δεν πειράζει που παλεύει χωρίς βοήθεια μέσα στην αμάθεια, την τεμπελιά και την αδιαφορία της ράτσας του». Σε αυτό, λοιπόν, εδώ τον τόπο θα έρθει το πλήρωμα του χρόνου οι κακές συνθήκες υγείας να τελευτήσει ο συγγραφέας μας Οκτώβριος του 1957. Ο ίδιος, εξάλλου, στα τελευταία του λόγια, τον Ιούνιο του ίδιου έτους γράφει. Δηλαδή, λίγους μήνες πριν πεθάνει. «Θέλω να πεθάνω στην Κρήτη. Είναι η γη μου, εκεί, στο κάστρο. Κι αν δεν προφθάσω να πεθάνω εκεί, εκεί θέλω να με θάψουνε. Το σώμα της Κρήτης έφτιασε το αίμα μου. Αυτό θέλω να το πιεί». Εδώ τον περίμεναν οι άνθρωποι του. Όλοι αυτοί που τον τίμησαν, επάξια, όλων των κατηγοριών αλλά και όλων των ιδιωτήτων. Είναι αυτοί οι οποίοι ανακάλεσαν τα παιδικά του βήματα από τα τέλη του 19ου αιώνα. Εξάλλου, γι' αυτό αγωνίστηκε και ο ίδιος τον καπετάν Μιχάλη. Γι' αυτό και στέριωσε μέσα του την κρητική βαθιά. Λέει επίσης, έλεγε δύο-τρεις γραμμές που της θεωρώ επίσης σημαντικές. Όλα αξίζουν μια μικρή θέση στον ήλιο. Ένα καλό λόγο για τους ανθρώπους τώρα. Ποιος να γράψει γι' αυτούς. Και τα παιδιά τους και τα αγγόνια τους τους ξέχασαν. Άραγε μόνο εκείνους αφορούσε αυτή η επιθυμία. Ο καθηγητής Θεοχάρης Δετοράκης σε ένα δίτομο μελέτημά του που εκδόθηκε από τη Βικελέα Βιβλιοθήκη το 2005 με τον τίτλο Νεοκριτικά Μελετήματα γράφει ολοκληρώνοντας σε λίγο αυτές τις φτωχές μου σκέψεις. Οι περιγραφές για τη μορφή και τα στοιχεία του Μεγάλου Κάστρου μπορεί να χρησιμεύσουν και ως πηγές ιστορίας καθώς διασώζουν αυθεντικά στοιχεία που σήμερα δεν υπάρχουν όπως περιγραφείται και άλλα. Το Μεγάλο Κάστρο αγαπητοί φίλοι και αναγνώστες του Καζαντζάχη αποκαλύπτεται όπως λέγεται στην αρχαιολογική γλώσσα. Υρίστο εμπαρόδο να ευχαριστήσω ένεκα ιδιαίτερης αγάπης και συγκίνησης τον Αντώνι Βασιλάκη, εξέχοντα αρχαιολόγο. Καθώς γνωρίζουμε ότι η πρώτη συλλογή των ευρυμάτων στεγάζεται σε δύο μικρά δωμάτια στον Άγιο Μηνά με τη φροντίδα του τότε Προέδρου του Βιλεκπαιδευτικού Συλόγου Ιωσήφ Χατζιδάκη. Για αυτό το θέμα υπάρχει επίσης ένα μικρό μελέτημα από τον ίδιο τον Θεοχάρη Δε Τωράκη. Ο μεγάλος λογοτέχνης συνεχίζει να μας ταξιδεύει αλλά και εμείς δεν μπορούμε να σταματήσουμε το διπορικό μας επειδή απλά σήμερα βρεθήκαμε κοντά στα Λιοντάρια κοντά στο Μεϊντάνι λίγο πιο πέρα από τις Τρεις Καμάρες που σήμερα τίποτα σχεδόν δεν θυμίζει παρά μόνο ίσως την συνάντηση των ανθρώπων ή αν θέλετε την περιδιάβαση σε αυτό το τόπο. Ο λογοτέχνης αυτός τιμάται πολλά χρόνια και θα τιμάται πολλές δεκαετίες. Είναι αυτός που έζαινε, έβραζε δηλαδή φάμα μαστορεμένα όπως και εμείς πιστεύω και βέβαια θερμενόμενοι περισσότερο με την πρωτοβουλία σας κύριε Βασιλάκη η οποία είναι μακρόπνοη, πολυσέλληδη αλλά και της ομάδας των συνεργατών σας και της κυρίας Κανάκη και άλλων. Ότι τελικά η αναστροφή μας με αυτόν τον τόπο δεν είναι μόνο λογοτεχνική. Δεν νομίζω ότι θα την ήθελε μόνο έτσι ο Καζαντζάχης. Θα την ήθελε και ιστορική. Θα την ήθελε και γλωσσική. Θα την ήθελε ακόμα και εθνογραφική. Θα την ήθελε ό,τι άλλο μπορεί κανείς να πιστέψει για αυτόν τον κόσμο που αντίκρισε κάποτε και κάποτε θα αφήσει επίσης. Νομίζω ότι αυτός ήταν και ο κυματισμός ζωής των ηρώων του συγγραφέα μέσα στα έργα του τα οποία έγιναν όχι μόνο σελίδες λόγου αλλά και σελίδες τέχνης. Ας μάθουμε λοιπόν και εμείς, αγαπητοί φίλοι να ξεφυλίζουμε την τοπική μας ιστορία μέσα από την λογοτεχνία. Μέσα από την φλεύα, την λογοτεχνική. Μια αν θέλετε ομόζικη λέξη που συχνά χρησιμοποιούσε ο Καζαντζάχης. Η Κρήτη έχει πολλές φλεύες. Όσο και τα χρώματα και οι ριδισμοί της ψυχής της θα έλεγα εγώ. Κάπως έτσι, τελειώνοντας ας διαβάσουμε ξανά μερικά λόγια στον Αλέξη Ζορμπά. Όλα έχουν ένα κρυφό νόημα στον κόσμο τούτος συλλογιστικά. Όλα, άνθρωποι, ζώα, δέντρα, άστρα είναι ιερογλυφικά. Και χαρά σε εκείνον αλλί μόνο σε εκείνον που μαντεύει τι λένε. Τη στιγμή που τα βλέπεις δεν τα καταλαβαίνεις. Μονάχα, ύστερα από χρόνια πολύ αργά όμως μπαίνει στο νόημά τους. Σας ευχαριστώ πολύ. Ευχαριστούμε, κύριε Ανδρολιδάκη, εξαιρετική παρουσία σε εσάς. Τα εφτά τραγούδια που θα απολαύσουμε στη συνέχεια θα έρθουν μετά τις ερωτήσεις στον ομιλητή μας. Θα θέλατε να ρωτήσετε κάτι? Νομίζω ότι το κοινό ανυπομονεί να ακούσει τα τραγούδια. Δεν ξέρω αν υπάρχει ερώτηση. Ο κ. Λεβεντάγιος. Ήθελα να ρωτήσω αν έχετε εντοπίσει το τεκέδι αυτό για το οποίο κάνει λόγο ο Καζαντζάκης. Και η τεκέδεση είναι ένα πολύ σημαντικό ζήτημα για το Ηράκλειο διότι ιδιαίτερα μια κατηγορία τεκέδων που ανήκει σε ένα τάγμα των μπεκτασίδων αντιπροσώπιζε την τρίτη, ίσως τη δεύτερη μεγαλύτερη συγκέντρωση τέτοιων τεκέδων και το Ηράκλειο ήταν σημαντικό κέντρο. Είπατε κοντά στην Άγιο Μηνά αλλά πάνω κάτω έχετε εντοπίσει που βρισκόταν αυτούς τους δικές. Κοιτάξτε. Επειδή γνωρίζω ότι έχετε ασχοληθεί ερευνητικά με το θέμα έχετε νομίζω αν δεν κάνω λάθος κάνει και μια σχετική εισήγηση πάνω σε αυτό στο συνέδριο που έγινε πριν τρία χρόνια, τέσσερα και που ετοιμάζουμε τώρα στον τόμο των πρακτικών. Ο Καζαντζάκης μιλάει γενικά γι' αυτό. Θεωρεί δηλαδή ότι θα πρέπει να ήταν δίπλα στην εκκλησία του Αιγίου Μηνά. Περισσότερο δίνοντας την έγνοια αυτό που προσπάθησα να κάνω δηλαδή ότι δεν είχε τόσο σημασία το που ήταν αυτό όσο είχε σημασία, φυσικά η σημασία από απόψη αρχιτεκτονική και αρχαιολογική της συνάντησης των ανθρώπων δίπλα σε ένα ιστορικό χώρο και σε μια ιστορική εκκλησία που αργότερα βέβαια ξέρετε δένει και μια μακρά παράδοση του πολιούγου του Ηρακλείου Ταγιού Μηνά. Είναι ακριβώς η μελέτη που έχει κάνει ο Θεοχάρης Δετοράκης, ο Αγιος Μηνάς του Μεγάλου Κάστρου. Η κυρία Μάρα Παναγιωτάκη η οποία είναι εκ των ομιλητών της αυτού του κύκλου. Συμπειρωματικά μόνο ότι δεν έχουν εντοπιστεί αυτοί οι τεκέδες και ότι γενικά οι θρησκευτικοί χώροι από όποια θρησκεία και αν προέρχονταν αποτελούσαν χώρους τους οποίους θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως τεκέδες να στεγάσουν παράπλευρες κτίρια που εξυπηρετούσαν παράπλευρες λειτουργίες των τεκέδων. Γιατί ακριβώς όχι μόνο από πλευρά ιστορικότητας αλλά και από πλευρά θρησκευτικότητας θεωρούνταν οι καταλληλότεροι. Αυτό μόνο. Αλλά ότι δεν τον έχουμε και εμείς να εντοπίσει. Δεν υπάρχει κάτι. Τώρα δεν ξέρω ο κύριος Λεβεντάκης. Άλλο είναι στους Αμπελόκυπους. Αμπελόκυπους. Έχει πολλούς. Με κτασί τεκέδες στο Ηράκλη έχουμε πάρα πολλούς. Ο κύριος Ζαϊμάκης. Όχι. Ο κύριος Ζαϊμάκης λέει ότι ο Καζαντζάκης αναφέρθηκε και στον τεκέ που ήταν στους Αμπελόκυπους. Στα νέα Λάτσατα στα σημερινά. Ο κύριος Γιώργος Μακριαννάκης. Καθηγητής του κυρίου Ανδρονιδάκη. Το λόγο παίρνει και το μικρόφωνο. Να σας πω τη συγκίνηση που ένιωσα ακούγοντας το μαθητή μου. Τόσο καταρτισμένο φιλόλογο που να ξεπεράσει ακόμη και τα ωραία λόγια που είπε ο κύριος Δρακάκης, τα οποία τα θεώρησα κατά κάποιο τρόπο υπερβολή για το σεμνό μαθητή μου κύριε Ανδρονιδάκη. Με έκανες ευτυχισμένο. Να εις την ευχή μου. Κύριε Καθηγητά, ευχαριστούμε. Ευχαριστούμε. Καλωσορίζομαι... ένα λεπτό, ένα λεπτό. Καλωσορίζομαι τον Πρόεδρο της Δημοτικής Κοινοβουλίου Επιχείρησης κύριε Γιώργο Τσανκαράκη. Ο κύριος Ψωφουλάκης, φιλόλογος επίσης. Επηρεασμένος από μια φράση που είδα και που άκουσα για τον Καζαντζάκη, και να αφήσει το αίμα του και να τον θάψουν στην Κρήτη. Επηρεασμένος λοιπόν από αυτό, θα ήθελα να κάνω μια αναφορά σε κάποια λόγια που μας είχε πει ο καθηγητής μου, ο Νικόλαος Πλάτων, στο Πανεπιστήμιο όταν φοιτούσαν μαζί. Το 1992 θα θυμόνται πολλοί από εσάς ότι τρεις καθηγητές Πανεπιστήμιου επέθαναν μέσα σε δύο βδομάδες. Ο Κακριδής, ο Νικόλαος Πλάτων και ο Μανώλης Ανδρόνικος. Εγώ λοιπόν σαν φοιτητής και των τριών αυτών καθηγητών στο Πανεπιστήμιο της Ζαλονίκης, έκανα ένα μνημόσυνο λόγο στην εφημερίδα στην εφημερίδα «Πατρίδα» τότε, εδώ. Θα αναφερθώ μόνο σε ένα μικρό απόσποσμα που μας είχε πει ο Νικόλαος Πλάτων για τον Καζαντζάκη. «Όταν έφτασε η θλιβερή είδηση του θανάτου του Νίκου Καζαντζάκη στο Ιράκλιο τον Οχτώβρη του 1957, εμείς, οι φίλοι του, και ο Δήμος Ιρακλίου, που γνωρίζαμε το γιγάντιο λογοτεχνικό του έργο και την προβολή που είχε κάνει της Ελλάδας, της Κρήτης και, ιδιαίτερα, του Ιρακλίου, σκεφτήκαμε ότι δεν πρέπει να ταφεί με τους κοινούς θυνούς. Είναι λάθος αυτό που διαδόθηκε ότι αρνήθηκε η εκκλησία να τον θάψει στο νεκροταφείο. Εμείς προτείναμε την τάμπια τάμπια Μαρτινέγκο για να τον φυλάξει η πόλη στα σπλάχνα της στο ψηλότερο σημείο όπως αυτό σε σήκωσε και κράτησε ψηλά την πόλη και τους ανθρώπινους τύπους της. Ο ίδιος, δεν πιστεύω, μας έλεγε ο Νικόλαος Πλάτων, να ήθελε τέτοια τιμή στην απλότητα και στη λιτότητα που τον διακρίνε. Ευχαριστώ. Ευχαριστούμε τον κύριο Σοφουλάκη. Μη υπάρχουσες άλλες ερωτήσεις. Θα προχωρήσουμε τώρα περαιτέρω. Ήθελα να το... Αυτό μόνο. Ευχαριστώ. Τα εφτά τραγούδια που θα απολαύσουμε στη συνέχεια αφιερώνονται στη μνήμη του Κώστα Δάκα, ο οποίος πρόσφατα έφυγε από κοντά μας και του οποίου ο βίος και η πολιτεία συνάδει απόλυτα με το πνεύμα του Νίκου Καζαντζάκη. Δίνω το λόγο στην κόρη του Λίλη Δάκα. Καλημέρα κι από εμάς. Καταρχήν θέλω να ευχαριστήσω πάρα πολύ τον κ. Μανόλη Βασιλάκη για την πρόσκληση και να πω ότι υπάρχει μια ευγνωμοσύνη προς την Ιράκλια Πρωτοβουλία και προς την προσωπική πρωτοβουλία του κ. Βασιλάκη διότι τα χρόνια 97, 98, 99, όταν όλες οι πόρτες για τους ντόπιους καλλιτέχνες και ενώ τους μουσικούς ήταν ερμητικά κλειστές, η Ιράκλια Πρωτοβουλία άνοιξε πολλές πόρτες και πρόσφερε βήμα σε νέους μουσικούς οι οποίοι αργότερα έγιναν μεγάλη κετρανή και υπάρχει ένα ευχαριστώ από αυτούς προς εσάς κ. Μανόλη το οποίο σας το εκφράζουμε και δημοσίως σήμερα και ευχαριστούμε που συνεχίζετε αυτό το έργο. Ευχαριστώ πολύ την Λιδίδα Κα. Να πω κι εγώ ότι ο πατέρας ήταν σπουδαίος Ιρακλιώτης ένας ενεργός πολίτης με όλη τη σημασία της λέξης και να πω ότι αυτό τον κύκλο δύο κύκλους κάναμε προβολής νέων Ιρακλιωτών καλλιτεχνών το συντώνει σε η Λιδίδα Κα. Ευχαριστώ τον Γιάννη Κασοτάκη που ανταποκρίθηκε και ήρθε να μας χαρίσει την ωραία του φωνή και την ωραία του ερμηνείας αυτά τα τραγούδια και να σας πω για τον πατέρα μου που είχα την ευλογία έτσι να τον έχω πατέρα και τα παιδιά μου να τον έχουν παππού ότι ήταν ένας άνθρωπος του πνεύματος χωρίς να έχει πάει στο πανεπιστήμιο και αντιλαμβανόταν το Ιρακλείο ως μεγάλο κάστρο και είμαι σίγουρη ότι πολλοί από εσάς καταλαβαίνετε τι λέω είναι άλλο το Ιρακλείο και άλλο το μεγάλο κάστρο με όλο το πνευματικό βάρος που αυτό συνεπάγεται και σας ευχαριστώ πολύ που δέχεστε να τιμήσουμε τη μνήμη του με αυτά τα τραγούδια. Ευχαριστώ πολύ. Ευχαριστώ πολύ. Ομορφή που είναι η Κρήτη, ομορφή, και να μούνα αετός να την καμάρωνα όλη απ' την κορφή του αγέρα. Πάντερ Μικρήτη, πόσες γενιές φωνάζεις, ποιος ακούει, φόβερα θέλει κι ο Θεός για να κάνει το θάμα του. φόβερα θέλει κι ο Θεός για να κάνει το θάμα του. Πιάσε το τουφέκι, πιάσε πάλι το τουφέκι. Ευχαριστώ πολύ. Δεν ήταν εσύ, ήταν θεριό που κοίτουνταν στη θάλασσα. Ήταν η Γοργόνα η αδερφή του Μεγαλεξανδρού. Που θρυνούσε και φουρτούνιαζε το πελαγό. Δεν ήταν εσύ, ήταν θεριό που κοίτουνταν στη θάλασσα. Ήταν η Γοργόνα η αδερφή του Μεγαλεξανδρού. Που θρυνούσε και φουρτούνιαζε το πελαγό. Άμα λευτερώθει η Κρήτη, άμα λευτερώθει η Κρήτη. Θα λευτερώθει και εμένα η καρδιά μου, θα λευτερώθει και εμένα η καρδιά μου. Άμα λευτερώθει η Κρήτη, θα γελάσω. Άμα λευτερώθει η Κρήτη, θα γελάσω. Άμα λευτερώθει η Κρήτη, άμα λευτερώθει η Κρήτη. Άμα λευτερώθει η Κρήτη, άμα λευτερώθει η Κρήτη. Θα λευτερώθει και εμένα η καρδιά μου, θα λευτερώθει και εμένα η καρδιά μου. Άμα λευτερώθει η Κρήτη, θα γελάσω. Άμα λευτερώθει η Κρήτη, άμα λευτερώθει η Κρήτη. Κύρα μου αμπέιωτησα, κύρα μου αφέντρα του κρασού και της χαράς. Σ' αφήνω γεια, σ' αφήνω γεια, τσιμπούση έχω καπέτα Μιχάλης. Βοήθα με να βαστάξω, βοήθα με να βαστάξω, παρθένα μου φώτισε τ' ανήμερο θεριό. Να ξεθυμάνει γρήγορα, να πάω στο σπιτάκι μου. Κύρα μου αμπέιωτησα, κύρα μου αφέντρα του κρασού και της χαράς. Σ' αφήνω γεια, σ' αφήνω γεια, τσιμπούση έχω καπέτα Μιχάλης. Μιχάλης Η Κράσσο-Γιωργένα σ' εργιάνιζε λέει με τον Καλώτης. Σ' ένα κλειστό περβόλι και χαμογελούσε. Σ' ένα κλειστό περβόλι και χαμογελούσε. Δεν ήταν ο Κρασσο-Γιωργής ο χοντρόμπαλλας παρά ένα λιγέρο παλληκάρι. Δεν ήταν ο Κρασσο-Γιωργής ο χοντρόμπαλλας παρά ένα λιγέρο παλληκάρι. Στριμμένο αγκάθατο μουστάκι του μαγιά μακριά κορακάτα. Στη ζώνια σήμω πιστολό κι ανάπνια του μυρίζε κανέλα. Στριμμένο αγκάθατο μουστάκι του μαγιά μακριά κορακάτα. Στη ζώνια σήμω πιστολό κι ανάπνια του μυρίζε κανέλα. Ήδιος απαραλακτός ο Αθανασίος Διάτος. Διάτος. Και στέκει ο νους του σε μια πράσινη πόρτα. Βαριά απόψε η νύχτα στο μεγάλο κάστρο. Βαριά απόψε η νύχτα στο μεγάλο κάστρο. Σηκώθηκε ένας άνεμος ζεστός ογρός φουσκοδεντρίτη. Ξεκινούσε απ' την Αραπιά, σβάρνιζε το κάμπο της Μεσαράς, καβαλήκευε τα κάστρινα μουράγια. Και πέφτε πάνω στις γυναίκες σαν άντρας. Και πάνω στους άντρες σαν γυναίκα. Και ο καπετάν Μιχάλης παίρνουν σαν ταραχός να ξημερώσει. Ξημέρωσε ο Θεός, ξημέρωσε ο Θεός, και απλώθηκε το φως στο Ψηλωρίτη. Και λάμψε το πληγωμένο κορμί της Κρήτης και η θάλασσα. Τα σπίτια καίγονται, θρυνούνε οι γυναίκες, γυρίζουν τα παιδιά ορφανεμένα. Και οι άντρες σαν προσκύνητοι πιάνουν τα διάσελα χωρίς ψωμί, χωρίς φυσέκια. Που είναι ο Θεός την Κρήτη μας να δει, να την πονέσει. Και η θάλασσα. Τα σπίτια καίγονται, θρυνούνε οι γυναίκες, γυρίζουν τα παιδιά ορφανεμένα. Και οι άντρες σαν προσκύνητοι πιάνουν τα διάσελα χωρίς ψωμί, χωρίς φυσέκια. Που είναι ο Θεός την Κρήτη μας να δει, να την πονέσει. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Ευχαριστώ. Αγαπητοί φίλοι, σας ευχαριστούμε πάρα πολύ και σας καλούμε την επόμενη εβδομάδα στην ομιλία του κυρίου Γιάννη Ζαϊμάκη, κοινωνιολογίας και τοπικών κοινωνιών και πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, που θα μιλήσει με θέμα αστυγική κοινωνικότητα και πολιτισμός της καθημερινότητας στην περίοδο της αυτονομίας της Κρήτης. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι. Καλό μεσημέρι.