: [♪ Μουσική ειρήνης της Διευκολασίας Π.Χ.ΟΥΚΟΣΟΣ, Μουσική κλπ. Είσαι ειρήνης της Διευκολασίας Π.Χ.ΟΥΚΟΣΟΣ, Μουσική κλπ. Είσαι ειρήνης της Διευκολασίας Π.Χ.ΟΥΚΟΣΟΣ, Μουσική κλπ. Είσαι ειρήνης της Διευκολασίας Π.Χ.ΟΥΚΟΣΟΣ, Μουσική κλπ. Είσαι ειρήνης της Διευκολασίας Π.Χ.ΟΥ� Σε λίγο ξημέρωνε πρωτοχρονιά. Ο Άη Βασίλης, πολύ κουρασμένος μα ακόμα πιο πολύ ευτυχισμένος, φόρεσε τις κνουδωτές του μπιτζάμες που μοσχομύριζαν κόκκινο μήλο και ξάπλωσα να ξεκουραστεί. Με ένα χαμόγελο, ζωγραφισμένο στα χείλη. Για μια ακόμη φορά είχε καταφέρει να κάνει χαρούμενα όλα τα παιδιά της γης. Για μια ακόμη φορά είχε προλάβει να χαρίσει σε κάθε παιδί μια ευχάριστη ξεχωριστή στιγμή. Με δώρα και δωράκια, αγάπη και φυλάκια. Την ίδια ώρα όμως ταξοτικά οι αιώνιοι βοηθοί του είχαν μαζευτεί στο μεγάλο εργαστήρι των παιχνιδεών και γκρίνιαζαν. Γκρίνιαζαν παραπονεμένα. Κάθε χρόνο τα ίδια. Τι κι αν είχαν δουλέψει σκληρά. Τόσους μήνες, τόσους μήνες για να ετοιμάσουν τα δώρα για όλα τα παιδιά. Ποτέ κανένα παιδί δεν σκέφτηκε να τα ευχαριστήσει. Ένα δώρο, μια ζωγραφιά να τους χαρίσει. Α, ως εδώ, είπαν όλα μαζί. Ήρθε η στιγμή να ζητήσουμε ό,τι μας αξίζει. Γράμμα στέλνουν τα παιδιά για να ζητήσουν ό,τι επιθυμών. Γράμμα θα στείλουμε κι εμείς. Έτσι ταξοτικά, δίχως χασομέρη, έγραψαν όλα μαζί ένα γράμμα που έλεγε. Αγαπητό μας φιλαράκι, με πίκρα στην καρδιά και τρία δάκρυα αλμυρά, θα θέλαμε να ξέρεις ότι μας πλήγωσες βαθιά. Ένα χρόνο δουλεύουμε μύχτα και μέρα για τα παιχνίδια σου, για τα παιχνίδια των φίλων σου, για τα παιχνίδια όλου του κόσμου. Δίχως να προλαβαίνουμε να χαρούμε όσο θέλουμε ζαβολιές μη τα σκανδαλιές. Μα εσύ όπως όλοι δεν μας σκέφτηκες ποτέ σου μια σταλιά, δεν μας έγραψες μια λέξη, ένα ευχαριστώ, δεν μας έστειλες ένα δώρο, μια ζωγραφιά. Γι' αυτό το άδικο κι εμείς πριν χρειαστεί να γεμίσουμε το σάκο του Άι Βασίλη μας ξανά, θα απαρατηθούμε. Θα βάλουμε ρούχα καλοκαιρινά και θα εγκαταλείψουμε τη χώρα του χιονιά. Θα πάμε σ' άλλη γη, σ' άλλα μέρη, να κλάψουμε με την ησυχία μας όλοι οι παραπονεμένοι. Με αγάπη η βοηθή ή μάλλον η πρώην βοηθή του Άι Βασίλη, η απόφαση δική σου. Λίγες ώρες μετά τα ξωτικά, έστειλαν από ένα αντίγραφο του γράμματος σε κάθε παιδί που δεν τα είχε σκεφτεί ποτέ. Και έπειτα, για να ξεχάσουν τις στεναχώρια τους όπως πάντα, ξεκίνησαν τις ζαβολιές. Τις ζαβολιές και τις σκανδαλιές. Τις σκανδαλιές? Καλλικάντσαρος σκανδαλιές. Καλλικάντσαρο ξωτικός σκανδαλιές. Ό,τι σκανδαλιές δηλαδή μπορείς να φανταστείς. Όμως μη γελέστε, τα ξωτικά όσες σκανδαλιές κι αν σκαρφίζονταν στο λεπτό, άλλες τόσες έβαζαν τα δυνατά τους, φτιάχνοντας τις πιο παραμυθένες εκπλήξεις για τα παιδιά. Με πινέλα και νερομπογιές, με μολύβια και κυρομπογιές. Σε κάθε ευκαιρία όμως τα ξωτικά ξεγλιστρούσαν και για παιχνίδι έξω, στη φύση, ανάμεσα στα δέντρα και δίπλα στα ποτάμια, στις λίμνες και τα ριάκια. Έπεζαν με τη λάσπη και τα φυλαράκια. Περνούσε έτσι ο καιρός, περνούσε, ο χειμώνας έφυγε όπως ήρθε σαν μοναχική χιονόνιφάδα. Η άνοιξη κοντοστάθηκε σαν παπαρούνα. Τα τζιτζίκια αποκάλυψαν το καλοκαίρι. Και να σου το φθινόπωρο με την πανοκρουσίες και ουράνια τόξα, δώρα του ουρανού. Όταν ένα βροχερό πρωινό, ο Άη Βασίλης μάζεψε κοντά του όλους τους βοηθούς του και τους είπε. Καλά μου ζωηράξοτικά, ξέρω πόσο αγαπάτε το παιχνίδι και τις σκανδαλιές, μα δεν μας μένει πια πολύς καιρός. Πρέπει να τελειώσουμε και τα τελευταία δώρα. Γι' αυτό για λίγο καιρό τέρμα το παιχνίδι. Τέρμα οι σκανδαλιές, ώρα μόνο για δουλειές. Εκπλήξεις λαχταράνε τα παιδιά. Πράγματι είχαν μπροστά τους μόνο λίγους μήνες για να είναι όλα έτοιμα για τη μεγάλη νύχτα της αγάπης. Όλα σύμφωνα με τις επιθυμίες και τα γράμματα των παιδιών που έφερναν στο εργαστήρι τρεις χαμογελαστή, ταχυδρόμοι, μυστικοί. Ο ένας πίσω από τον άλλον φορώντας καπέλα στολισμένα με λαμπάκια σαν τεντράκια γιορτινά. Ανάμεσα στα γράμματα όμως κατέφθαναν και ένα σωρό πακέτα με δώρα για ταξιδικά από τα παιδιά που είχαν λάβει το παραπονιάρικο γράμμα τους. Ταξιδικά έκρυβαν βιαστικά αυτά τα δώρα από τον Άη Βασίλη κάτω από τα κρεβατάκια τους ή μέσα στα μαξιλάρια τους, ανάμεσα στα παραμύθια τους ή στα καλάθια με τα παιχνίδια τους, οπουδήποτε ανακάλυπταν κρυψώνα. Είχαν μεγάλη αγωνία να τα ανοίξουν, όμως δεν το τολμούσαν εκεί όσο ήταν ο Άη Βασίλης. Βλέπετε δεν του είχαν πει τίποτα έως τώρα ούτε για τα ποράπονά τους, ούτε για το γράμμα που είχαν στείλει στα παιδιά. Για την ώρα ταξιδικά είχαν αποφασίσει να περιμένουν και να ανοίξουν τα δωράκια τους, όταν ο Άη Βασίλης θα έφευγε ξανά για το γύρο του κόσμου. Κι αυτή η στιγμή δεν άργησε, ευτυχώς ποτέ δεν αργεί, έρχεται πάντα στην ώρα της. Τότε λοιπόν ταξιδικά έτρεξαν, μάζεψαν όλα τα πακέτα μπροστά στο αναμένο τζάκι και άρχισαν να ανοίγουν το ένα δώρο μετά το άλλο. Τι απογοήτευση, ούτε ένα παιχνίδι καινούριο, όλα παλιά, χαλασμένα, παρατημένα, άρχισαν να γκρινιάζουν, πω πω. Ενώ μεταξύ ο Άη Βασίλης που είχε ξεχάσει το χάρτη με τις καμινάδες, δίπλα στο βάζο με τις σιχλόφουσκες, είχε γυρίσει για να τον πάρει. Έτσι, θέλοντας και μη, περνώντας από τη μεγάλη σάλα, άκουσε και κατάλαβε τι είχε συμβεί. Ταξιδικά έμειναν με το στόμα ανοιχτό, βλέποντάς τον να στέκεται στην πόρτα και να τους λέει. Τα δώρα τα χαρίζουμε με αγάπη για να κάνουμε χαρούμενος όσους αγαπάμε. Δίχως να περιμένουμε ανταλλάγματα, μήτε να μας πουν ευχαριστώ. Βέβαια, είναι τόσο υπέροχο, τόσο γλυκό να σου λένε ευχαριστώ. Αρκεί απ' της καρδιάς τα βάθη να βγαίνει και να είναι αληθινό. Δώρα που απαιτούμε, δώρα που επίμονα ζητούμε, δεν γίνεται να είναι δώρα της καρδιάς. Ταξιδικά τον έσφιξαν δυναπτά στην αγκαλιά τους. Πόσο δίκαιο είχε για ακόμη μια φορά. Ήταν μα τόσο λάθος να απαιτήσουν ανταλλάγματα για κάτι που έτσι κι αλλιώς το έκαναν πάντα με την καρδιά τους. Για τα παιδιά, αλλά και με πίστη στον Άη Βασίλη. Ξάφνου, ο Άη Βασίλης παρατηρώντας τα δώρα που είχαν στείλει τα παιδιά, άρχισε να τα αναγνωρίζει ένα ένα και να μονολογεί. Το αυτοκινητάκι του Σπύρου, οι μοργιονέτες της Ελένης, το πατίνι του Δημήτρη, το καρουτσάκι της Δέσποινας. Έκπληκτος φώναξε, μα αυτά δεν είναι όποια και όποια παιχνίδια, είναι τα αγαπημένα τους παιχνίδια, αυτά που κάποτε είχαν ζητήσει από μένα. Αχ, δεν σας χάρισαν ότι είχαν για πέταμα, όπως νομίσατε, αλλά ότι αγαπούσαν πιο πολύ, ότι πιο λατρεμένο. Τότε ακούστηκε να χτυπά το κουδούνι, έτρεξαν όλοι προς την εξόπορτα. Ήταν οι τρεις ταχυδρόμοι που έσαρναν όλοι μαζί με μεγάλο κόπο ένα τεράστιο δέμα λέγοντας, αυτό είναι για σας καλά μας ξωτικά. Μέρες προσπαθούμε να το φέρουμε έως εδώ. Τα ξωτικά άρχισαν να ξετυλίγουν το δέμα όσο πιο γρήγορα μπορούσαν με τα μικροσκοπικά τους χεράκια. Δεν πίστευαν στα μάτια τους, το περιτύλιγμα του πακέτου ήταν το μεγαλύτερο γράμμα που γράφτηκε ποτέ στην ιστορία. Και ήταν γεμάτο με αμέτρητες καρδούλες και μόνο δύο λέξεις, τη λέξη συγγνώμη και τη λέξη ευχαριστώ. Το δώρο ήταν ένα σακούλι γεμάτο καραμελίτσες, τυλιγμένες σε λαχταριστά μικρά γυαλιστερά χαρτάκια με ευχές. Καραμελίτσες με χιλιάδες χρώματα, αρώματα και γεύσεις μοναδικές. Αχ, όσο κι αν αργήσει ένα συγγνώμη ή ένα ευχαριστώ, είναι πάντοτε ένα δώρο καλοδεχούμενο, τόσο πολύτιμο, τόσο μοναδικό, είπε η γυναίκα του Άη Βασίλη. Πάνω απ' όλα όμως, τόσο μα τόσο γλυκό, απάντησαν τα μικρά ξωτικά. Λίγο μετά, το φορτωμένο με παιχνίδια έλκυθρο, βρισκόταν ήδη στο νυχτερινό ουρανό. Καλό ταξίδι, Άγια Βασίλη, φώναξαν τα ξωτικά τρεις ευτυχισμένα. Καλή χρονιά, ευχήθηκε και η γυναίκα του Άη Βασίλη με ένα φιλί, ενώ την ίδια στιγμή τρίποναν στη ζεστή αγκαλιά της τα ξωτικά, παρακαλώντας την να ζυμώσουν μπισκοτάκια της χαράς, περιμένοντας τον Άη Βασίλη να γυρίσει. Καλή χρονιά, με αμέτρητες πρωτοχρονιάτικες, καλή καντζάρο ξωτικό παιχνιδό σκανδαλιές. Φώναξε τραγουδιστά ο Άη Βασίλης, λίγο πριν χαθεί με το έλκυθρό του, πίσω από το πιο αγαπησιάρικο φεγγάρι του χρόνου. Ταξιδεύοντας ανάμεσα στα αστέρια. Γιατί άλλο, για να μοιράσει κι εκείνος με τη σειρά του τα δικά του δώρα, τα δώρα της καρδιάς. Καλή χρονιά. |