Διάλεξη 7 / Διάλεξη 7 / Διάλεξη 7

Διάλεξη 7: Αυτό είναι το πρωτό. Αυτό είναι το πρωτό. Αυτό είναι το πρωτό. Αυτό είναι το πρωτό. Αυτό είναι το πρωτό. Είπαμε ότι σήμερα θα συνεχίσουμε τις συγγενείς με την απαλλοτρίωση μορφές, οι οποίες ρυθμίζονται στα άνθρα 18 και 24 του συντάγματος. Και στη συνέχεια, όσο χρόνος μας μείνει, θα τον αφ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος δημιουργός: Πρεβεδούρου Ευγενία (Αναπληρώτρια Καθηγήτρια)
Γλώσσα:el
Φορέας:Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Είδος:Ανοικτά μαθήματα
Συλλογή:Νομικής / Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο
Ημερομηνία έκδοσης: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2015
Θέματα:
Άδεια Χρήσης:Αναφορά-Παρόμοια Διανομή
Διαθέσιμο Online:https://delos.it.auth.gr/opendelos/videolecture/show?rid=afc9cdfc
Απομαγνητοφώνηση
Διάλεξη 7: Αυτό είναι το πρωτό. Αυτό είναι το πρωτό. Αυτό είναι το πρωτό. Αυτό είναι το πρωτό. Αυτό είναι το πρωτό. Είπαμε ότι σήμερα θα συνεχίσουμε τις συγγενείς με την απαλλοτρίωση μορφές, οι οποίες ρυθμίζονται στα άνθρα 18 και 24 του συντάγματος. Και στη συνέχεια, όσο χρόνος μας μείνει, θα τον αφιερώσουμε στην ανάλυση της απόφασης 1116 του 2014. Είναι μια από τις πολλές αποφάσεις της Ολομέλειας, οι οποίες αφορούν, εξέτασαν αν θέλετε, την ομιμότητα όλων αυτού του συστήματος της ανταλλαγής ομολόγων του ελληνικού δημοσίου, του γνωστού του επί το ελληνικότερο του PSI, και κυρίως τη συμβατότητα αυτού του μηχανισμού με το άρθρο 17 του συντάγματος και το άρθρο 1 του πρώτου πρόσωπου πρωτοκόλου. Δηλαδή αντιμετωπίστηκε, αν θέλετε, αυτή η μορφή, αυτός ο μηχανισμός, σαν ένα είδος απαλλοτρίωσης. Δηλαδή οι ομολογιούχοι, οι μικροί ομολογιούχοι, θέλησαν να το παρουσιάσουν έτσι, ως μία μορφή στέρησης εδιοκτησίας επομένως απαλλοτρίωσης. Είπαμε ότι δεν τηρίθηκαν οι προποθέσεις στο άρθρο 17, παράγραφη 2 επόμενα. Και φυσικά το δικαστήριο αντέκρουσε όλη αυτή τη συλλογιστική, αλλά υπήρξε σημαντική μοιοψηφία, η οποία υποστήριξε αφενός ότι αυτός ο μηχανισμός υπάγεται στο 17, 1 και 2, δηλαδή η περιουσία δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται μόνον ως τα εμπράγματα δικαιώματα, και μπας με τόση, οπωσδήποτε παραδειάζει το άρθρο, είναι το πρώτο πρόσωπο του πρωτοκόλου, είναι μια πάρα πολλή διαφορετική υπόθεση, απόφαση έχει πάρα πολλές νομικούς συλλογισμούς. Λοιπόν, συνεχίζουμε την απαλλοτρίωση, είχαμε μιλήσει την προηγούμενη φορά, αν θυμάμαι καλά, είχαμε ολοκληρώσει την ίδια την απαλλοτρίωση, μιλήσαμε για τη διαδικασία, πώς ρυθμίζεται στον κώδικα αναγκαστικών απαλλοτριώσεων με κινήτο, στη συνέχεια είδαμε την προσκύρωση, έτσι, προσκύρωση για τακτοποίηση πιο ορθοογωνισμό μιαρκτων ακκινήτων, μιλήσαμε για την επίταξη, και σας είπα, σήμερα θα ήθελα να δούμε την υποχρεωτική παραχώρηση αστικών εκτάσεων, ένα είδος αστικό αναδασμού, λίγο τον αγροτικό αναδασμό, και την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, δηλαδή πολύ συνοπτικά όλα αυτά, για να δείτε ότι πάθουν και άλλοι παρεμφερείς θεσμοί. Είπαμε για τα εγκαταλειμμένα κινήτα και τα λοιπά, και την επίταξη κινητών και ακκινήτων και προσωπικών υπηρεσιών. Είπαμε ότι ο θεσμός της επίταξης χρησιμοποιείται δυστυχώς καταχρηστικά, ενώ δηλαδή κατά το Σύνταγμα πρέπει να καλύπτει έκτακτες ανάγκες και να έχει σαφώς προσωρινό γαρακτήρα, ενίωτα χρησιμοποιείται και για την κάλυψη μόνιμων αναγκών, δηλαδή καταχρηστικά για να αποφύγει το δημόσιο τη πράγμα τις μεγάλες αποζημιώσεις που οφείλονται σε περίπτωση απαλλοτριώσεων. Στην Ελληνάστα ο πλαίσιο του άλλης στέρισης μορφών στέρισης… Ναι, στέρισης ή περιορισμού αν θέλετε της ιδιοκτησίας παρεμφερών προς την απαλλοτρίωση. Το Σύνταγμα προβλέπει και ειδικές στέρισης, ακριβώς ειδικές μορφές στέρισης της ιδιοκτησίας. Έτσι, το άρθρο 24 παράγραφος 300 του Συντάγματος επιτρέπει την υποχρεωτική, προσέξτε, υποχρεωτική διάθεση ιδιωτικών ιδιοκτησιών χωρίς αποζημίωση, προσέξτε τη διαφορά, χωρίς αποζημίωση, οι οποίες αυτές οι ιδιοκτησίες ιδιωτικές είναι αναγκαίες για τη δημιουργία κοινόχρησης των χώρων σε οικιστικές περιοχές. Δηλαδή, πλατεί για τη δημιουργία δρόμων, πλατείων, χώρων για κοινοφελής χρήσης κτλ. Έχουμε, λοιπόν, υποχρεωτική παραχώρηση αστικών εκτάσεων χωρίς αποζημίωση και σε τι συνίσταται, θα μου πείτε τώρα αυτό, μας φαίνεται παράνομο, έτσι δεν είναι αντισταγματικό, αστερούνται ιδιοκτησία χωρίς αποζημίωση, μα η αποζημίωση θεωρείται ότι έγινε στην αύξηση της αξίας του ακοινήτου λόγω της ένταξής τους η οικιστική περιοχή. Δηλαδή, λόγω της δημιουργίας οικιστικής περιοχής με τη διαμόρφωση κοινόχρησης των χώρων, το υπόλοιπο της ακίνητης ιδιοκτησίας, που παραμένει, έχει αύξηση, γνωρίζει σημαντική αύξηση της αξίας, έτσι. Δηλαδή, το γεγονός ότι, αν θέλετε, στην ουσία οι ιδιοκτήτες αυτών των ακοινήτων πληρώνουν για την ένταξή των ακοινήτων τους σε ο πολοδομικός σχέδιο. Άρα, οφείλουν να διαθέσουν χωρίς αντάλλαγμα τμήμα της ιδιοκτησίας τους, προκειμένου να εξασφαλιστώνουν οι αναγκαίες εκτάσεις για τους προβλεπόμενους από το πολοδομικό σχέδιο κοινόχρησης των χώρων. Καταλάβατε, δηλαδή, έχουμε συμμετοχή. Επομένως, και συμμετέχουν με τον τρόπο αυτό, με το να παραχωρούν την ιδιοκτησία τους χωρίς αποζημίωση, συμμετέχουν αφενός στη διαμόρφωση αυτών των κοινόχρησης των χώρων και βέβαια και στις δαπάνες για την εκτέλεση των κοινόχρησης των χώρων. Εννοείται, βέβαια, ότι δεν πρέπει να υπερβαίνει αυτή η υπουχρέωση, τα εύλογα όρια που προκύπτουν από τις διατάξεις του Άρθρου 17 του Συντάγματος. Δηλαδή, ουσιαστικά, υπάρχει αποζημίωση με τη διαφορά ότι αυτή δεν καταβάλλεται, όπως στην περίπτωση της απαλλοτρίωσης, με την κατάρθεση στο Ταμείο Παρακαταθυκών και Αντανίων, αλλά συνίσταται σε την αύξηση της αξίας του ακείνη του λόγω της ένταξής του σε πολοδομικό σχέδιο. Μάλιστα, αυτό, δηλαδή, είναι ένα είδος αστικού, όχι ένα είδος, είναι θεσμός αναγκαστικού, ας συγγνώμη, αστικού αναδασμού, που κατατάσσεται στους τρόπους πραγματοποίησης της ενεργού πολιοδομίας. Έτσι, όλα αυτά είναι θεσμοί που προβλέπονται στο πολιοδομικό δίκιο. Μάλιστα, το λέει ΡΙΤΑ το 24 παράγραφος 4, μπορεί με νόμο να προβλεπθεί, προσέξτε την διατύπωση, η συμμετοχή των ιδιοκτητών περιοχής, που χαρακτηρίζεται ως οικιστική, στην αξίωση και γενική διαρρύθμιση της σύμφωνα με εγκεκριμένο σχέδιο, με αντιπαροχή ακοιμή των ίσης αξίασης τμήματων ιδιοκτησίας κατά όροφο από τους χώρους, που καθορίζονται τελικά ως οικοδομίσιμοι ή αποκτήρια της περιοχής αυτής. Δηλαδή μπορεί ξέρετε να παράσχει ένα ακίνητο, που είναι αναγκαίο για τη διαμόρφωση ενός κοινοφελούς χώρου, και ταυτόχρονα να πάρει ένα ακίνητο ίσης αξίας, ένα τμήμα ιδιοκτησίας κατά όροφο, σε ένα χώρο που θα καρακτηριστεί από το πολιοδομικό σχέδιο ως οικοδομίσιμος. Δηλαδή είναι ένα είδος, είτε παρέχει ένα τμήμα του ακίνητου για τη δημιουργία κοινόχρησης των κοινοφελών χώρων, είτε συμπληρώνεται αυτή η αποζημίωση που συνίσταται στην αύξηση της αξίας, με την αντιπαροχή ενός άλλου τμήματος ακίνητου, που περιλαμβάνεται στους οικοδομίσιμους χώρους. Αυτό είναι λοιπόν ένα είδος οαστικός αναβασμός. Είναι ένας τρόπος, όπως είπαμε, παραγματοποίησης ενεργού πολιοδομίας και αυτό μάλιστα έχει προβλεφθεί στις διατάξεις του περίφημου νόμου 1337 του 83, είναι ο νόμος Τρίτσι, που πρόβλεπαν και τα ποσοστά της οφειλόμενης σε ισφορά γης. Εδώ φυσικά, όπως καταλαβαίνετε, αυτό ο νόμος προβλέπει ακριβώς τους συντελεστές, δηλαδή πώς θα γίνει ο υπολογισμός του ακινήτου που θα παρακορηθεί, του αντίστοιχου ακινήτου που θα δοθεί ως αντιπαροχή και τα λοιπά. Αυτά δηλαδή ρυθμίζονται διεξοδικά. Και επίσης, προς τον αστικό αναβασμό, είναι συγκεκριμένος ο θρησμός που προβλέπεται στο άρθρο 18 παράγραφο 7 της αναγκαστικής συνειδιοπτησίας συνεχωμένων ιδιοπτησιών αστικών περιοχών, όταν καθένα από αυτά χωριστά δεν πληρεί τους όρους δόμισης. Καταλάβατε τι σημαίνει αυτό. Δηλαδή, έχεις ένα ακινήτο, το οποίο είναι σε μια ακιστρική περιοχή, αλλά δεν είναι άρτιο. Το ίδιο και ο γείτονας έχει επίσης μη άρτιο ακινήτο, αλλά δεν είναι υποδομίσιμο. Οπότε προβλέπεται τι? Θεσμός αναγκαστικής συνειδιοπτησίας συνεχωμένων ακινήτων, με συνέπεια το ενιαίο ακινήτο πλέον το οποίο ανήκει σε δύο ιδιοκτήτες να είναι υποδομίσιμο. Εννοείται βέβαια ότι όλα αυτά ρυθμίζονται συστηματικά από το νόμο. Απλώς, η παρατήρηση που μπορεί να κάνει κανείς είναι ότι πρόκειται για δύο συγγενείς θεσμούς αστικός αναγκασμός και η αναγκαστική συνειδιοπτησία συνεχωμένων ακινήτων και θα έπρεπε και ο ένας και ο άλλος να είναι στο ίδιο άρθρο. Δηλαδή το 24 που είναι ο αστικός αναγκασμός να περιληφθεί και η αναγκαστική συνειδιοπτησία συνεχωμένων ακινήτων. Λέω, λοιπόν, όλα αυτά είναι μέθοδοι να διευκολύνουν την πολεοδόμηση των περιοχών. Επίσης, προβλέπει το άρθρο 17 παράγραφος έξω του συντάγματος, προβλέπει και την δυνατότητα με νόμο να επιτραπεί απαλλοτρίωση υπέρ του δημοσίου ευρύτερων ζωνών. Πέρα απ' τις εκτάσεις που είναι αναγκαίες για την κατασκευή των έργων, μπορεί να επιτρεπεί απαλλοτρίωση ευρύτερων ζωνών. Δηλαδή κατά κανόνα γίνεται απαλλοτρίωση του ακινήτου που είναι απολύτως αναγκαίο για την εκτέλεση του συγκεκριμένου έρωπη. Όχι παραπάνω, νόμως όμως είναι δυνατόν να επιτρέψει την απαλλοτρίωση υπέρ του δημοσίου, όχι υπέρ ιδιώτη, υπέρ του δημοσίου ευρύτερων ζωνών, προκειμένου να εκτελεστούν έργα κοινής ωφέλειας ή ιδιαίτερης σημασίας για την οικονομία της χώρας. Δηλαδή έργα που έχουν γενικότερη σημασία για την οικονομία της χώρας, γίνονται γενικά και για κοινοφελείς σκοπούς, μπορεί στην περίπτωση αυτή να επιτραπεί με νόμου η απαλλοτρίωση μεγαλύτερων εκτάσεων υπέρ του δημοσίου, δηλαδή μεγαλύτερων εκτάσεων, είπαμε, από τις απολύτως αναγκαίες για την εκτέλεση του συγκεκριμένου έρωπου. Υπάρχουν κάποιες ιδικότερες διατάξεις στο 17, δεν μας ενδιαφέρονται. Το προσθέτουμε σαν μια κατηγορία. Απαλλοτρίωση υπέρ του δημοσίου ευρύτερων ζωνών από τις απολύτως αναγκαίες για την κατασκευή των έρωπων. Στο 17, παράγραφος 6. Και επίσης, πάλι το 17, παράγραφος 7, επιτρέπει τη διάνεξη, αν δείτε πώς λέει το σύνθεμα, υπογείων σειράγων στο επιβαλόμενο βάθος, χωρίς αποζημίωση. Δηλαδή εδώ, δεν χωρεί ακριβώς απαλλοτρίωση, αλλά χρησιμοποιείται το μη απαλλοτριούμενο ακίνητο, προκειμένου να κατασκευαστούν σειράγες, οι οποίες είναι αναγκαίες για έργα κινησοφέλειας, χωρίς αποζημίωση, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι δεν παρακουλάβεται η συνήθιση εκμετάλλευση του υπερκειμένου ακίνητου. Όπως καταλαβαίνετε, όλα αυτά είναι τη θεμητή περιορισμή της ιδιοκτησίας, για την εκτέλεση έργων, γενικής σημασίας για την οικονομία της χώρας. Ένας άλλος ενδιαφέρον θυσμός είναι ο αγροτικός αναδασμός. Ο αγροτικός είναι ο αγρογός φυσικού αερίου, υπάγεται στο 17 παράγραφος 7, είναι δηλαδή υπόγεια σύραγκα. Αυτό εντάσσεται στο 17 παράγραφος 7 ή πάνε στο 17 παράγραφος 2, δηλαδή δεν επηρεάζει το υπερκείμενο ακίνητο. Αυτό είναι θέμα ειδικών μελετών. Πάμε τώρα στον αγροτικό αναδασμό που είναι ένας πολύ γνωστός θεσμός. Έχουμε και αυτό οπωσδήποτε συνιστά επένδαση στην ιδιοκτησία. Τι είναι ο αγροτικός αναδασμός μάλλον σε τι αποβλέπει στην εποφελέστερη εκμετάλλευση της αγροτικής ιδιοκτησίας φυσικά. Προβλέπεται στο 18 παράγραφος 4 του συντάγματος και αφορά την υποχρεωτική συνένωση και αναδιανομή αγροτικών εκτάρσεων με σκοπό την ορθολογικότερη συγκρότηση της αγροτικής ιδιοκτησίας δηλαδή 18 παράγραφος 4. Δηλαδή καταλαβαίνετε τι σημαίνει αυτό ότι μπορεί κάποιος ιδιοκτήτης να έχει ένα ακίνητο στην άνω ραχούλα ένα άλλο στην κάτω ραχούλα που να είναι μικρά. Τι προβλέπεται συνένωση όλων των ακίνητων και ανακατανομή ούτως ώστε ο κάθε ιδιοκτήτης να έχει μεν ιδιοκτησία της ίδιας έκτασης πλην όμως να είναι συνεχόμενη. Καταλάβατε για την ορθολογικότερη συγκρότηση της αγροτικής ιδιοκτησίας. Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτές οι πράξεις κήρυξης αναδασμού είναι πράξεις ατομικές γενικού περιεχομένου. Έχουν χαρακτηριστεί ως ατομικές γενικού περιεχομένου αφορά τους ιδιοκτήτες όλων των ακίνητων της συγκεκριμένης περιοχής και ακριβώς αποσκοπεί στην ορθολογικότερη συγκρότηση της αγροτικής ιδιοκτησίας. Δηλαδή χωριγείται στο δικαιούχο κτήμα εισάξιο που αποτελεί την αποζημίωση για την ιδιοκτησία, για την αναδιανεμηθής αν θέλετε ιδιοκτησία του. Δηλαδή του αφαιρείται ένα θύμα ιδιοκτησίας και του παρέχεται άλλο, μπορεί να είναι ακριβώς της ίδιας έκτασης αλλά να έχει μεγαλύτερη αξία. Καταλάβατε να είναι σε περιοχή πιο έφορη, δηλαδή όλα αυτά γίνονται με σταθμίσεις. Πάντως είναι αυτός ο σκοπός να αποκτήσει κανείς, να είναι η αγροτική ιδιοκτησία συνεχόμενη, να καταπολεμηθεί η υπερβολική κατάθμηση της αγροτικής ιδιοκτησίας, η οποία φυσικά εμποδίζει την εκμετάλλευσή της. Επίσης, εδώ προβλέπονται και άλλα μέτρα για την αποφυγή της υπερβολικής κατάθμησης της αγροτικής ιδιοκτησίας, η οποία μπορεί να οφείλεται σε κληρονομικούς λόγους, ενώ σε κληρονομική μεταβίβαση. Τι γίνεται, πώς μπορεί να το εμποδίσει αυτό η πολιτεία με την πρόβλεψη χορολογικών κινήτρων ή αντικοινήτρων, ούτως ώστε να αποφευθεί η κατάθμηση της ιδιοκτησίας, δηλαδή είναι πολύ πιο συμφέρουσα, για παράδειγμα, η μεταβίβαση του συνόλου της ιδιοκτησίας παρά να γίνεται κατάθμηση για να μεταβιβαστεί στους κληρονόμους. Όλα αυτά τα μέτρα αποβλέπουν ακριβώς την αποφυγή υπέρμεντης κατάθμησης, η οποία εμποδίζει την ορθολογική αξιοποίηση των αγροτικών εκτάσεων. Αυτά λοιπόν, όλα αυτά είναι θεσμοί, όπως είδαμε, παρεμφερείς προς την απαλλοτρίωση, δηλαδή ναι μεν ενέχουν ένα ιδοστέρησης της ιδιοκτησίας, με τη διαφορά ότι η αποζημίωση δεν παρέχεται σε χρήμα, έτσι όπως στην περίπτωση της απαλλοτρίωσης, αλλά κατά κανόνα συνίσταται, είτε στην αύξηση της αξίας του υπολοιπόμενου ακκινήτου, είτε σε αντιπαροχή εισάξου ακκινήτου, έτσι που έχει κάποιες συγκεκριμένες ιδιότητες. Τώρα η ιδιαίτερη προστασία προβλέπει, όπως ξέρουμε, το σύνταγμα στην πολιτιστική κληρονομιά, στους παραδοσιακούς οικισμούς και στα διατηρητέα κτίρια, οπότε εδώ τι γίνεται, η σταθμίση γίνεται ανάμεσα σε τι, στο αγαθό του πολιτιστικού περιβάλλοντος αφενός και της ιδιοκτησίας αφεντέα. Έτσι. Εδώ λοιπόν ο νόμος, ο 3028 του 2002, προβλέπει ειδικές διαδικασίες για τον χαρακτηρισμό ενός ακκινήτου ως διατηρητέου. Προβλέπει συλλογικά όργανα, το περίφημο ΚΑΣ και το περίφημο Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων και Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο. Είναι δύο συλλογικά όργανα που αποτελούνται, όπως καταλαβαίνετε, συγκροτούνται από ειδικούς επιστήμονες, αρχαιολόγους, αρχιτέκτονες κλπ. Και τα οποία γνώμοδοτούν στον Υπουργό Πολιτισμού προκειμένου να χαρακτηρίσει ένα ακκίνητο ως διατηρητέο. Έτσι. Καταλαβαίνετε, βέβαια, ότι ο χαρακτηρισμός αυτός αποτελεί σημαντικότατο περιορισμό της ιδιοκτησίας. Οπότε γενικά ο νόμος αυτός προβλέπει τι σημαίνει μνημείο που χρήζει προστασίας, τι σημαίνει παραδοσιακό συγκυσμός, τι σημαίνει διατηρητέο κτίριο, τι σημαίνει γενικά πολιτιστική κληρονομιά και έχει όλη τη διαδικασία και τα αρμόδια όργανα προστασίας. Ας πούμε ένα θέμα που ανακύπτει συχνά είναι η προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος και η εκτέλεση τεχνικών έργων. Που ανέκυψε αυτό το πρόβλημα? Στο μέτρο της Αλουδίκης. Επειδή μου είχε τύχει η αποφάσιστη δικαιολογική, ήταν ένα πέρακι με το Γιβούριο του Παναθηνιακού στην Αθηνά, που ήταν σε περιοχή που ήταν εγκυστική, θα μεγαπέραναν το καινούργιο γηπεδάο σε περιοχή που ήταν με δάση και μπάνκα. Και πρότειναν να γίνει παρόμοια τα ηλιοχή, κέντρο περιβαλλητικής ανάπτυξης, εκεί που ήταν πριν το γήπερα. Θα αποτυχεί. Τελικά έγινε το Γιβούριο του Παναθηνιακού. Συγγνώμη. Αυτό, εδώ, στη κατασκευή των έργων του μετρό, καταλαβαίνετε τι πρόβλημα τεράστιο ανέκυψε. Πολιτιστικά βρέθηκαν νημεία υπογείωσης, τα οποία και το πρόβλημα που ανέκυψε με πολύ ιδιαίτερη ένταση ήταν αν αυτά πρέπει να παραμείνουν εκεί ή αν μπορούν να μεταφερθούν. Προστατεύονται, εξίσου, με τη μεταφορά τους αλλού. Έτσι, εκεί έχουμε και ελίτσισαν αποφάσεις, καταλαβαίνετε, του Αρνουδίου Υπουργείου. Ο δήμος της προσέβαλε, έχουμε αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας, μέχρι τώρα έχουμε την απόφαση αναστολής, να δούμε τι θα αποφανθεί στα πλαίσια της κυριαστικής προστασίας. Βάζουμε, ενώ είναι ένα θέμα, έχουμε εκεί πραγματικά μια σύγκρουση νόμων αγαθών, προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος, εξυπηρέτηση άλλου σκοπου δημόσιας οφέλειας, που είναι βέβαια η βελτίωση των συγκοινωνιών και η ανάπτυξη της οικονομίας και άλλες πτυχές του δημόσιο συμφέρον τους. Αυτό όμως πώς γίνεται απελορισμός της ιδιοκτησίας? Όχι, αυτό δεν είναι ακριβώς απελορισμός της ιδιοκτησίας, αυτό δεν αφορά απελορισμό της ιδιοκτησίας, αλλά επειδή ο νόμος έχει ιδιαίτερο ευρύ ρυθμιστικό αντικείμενο, αφενός αφορά τη σχέση προστασίας περιβάλλοντος και προστασίας της ιδιοκτησίας, έτσι, και αφεντέρω το θέμα αυτό της προστασίας του περιβάλλου, πολιτιστικών αγαθών, σε περίπτωση εκτέλεσης τεχνικών έργων. Έχει δύο, δηλαδή ο νόμος είναι ευρύτατος. Σας λέω, έχει πάνω από 70 άρθρα, καλύπτει και τα δύο αυτά αντικείμενα, έτσι. Κάποια απορία έχουμε? Μπορούμε να το κλείσουμε, δηλαδή, αυτό το κεφάλαιο περί αναγκαστικής ακαλωτήριας, προστασίας της ιδιοκτησίας. Για να δούμε, λοιπόν, τώρα, κάτι που θεωρώ ότι έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όπως σας είπα, και είναι αυτές οι λεγόμενες ρήτρες συλλογικής διαπραγμάτευσης, που περιελίφθησαν στο περίφημο νόμο 4050 του 2012 και επέτρεψαν στο ελληνικό δημόσιο να προβεί σε ανταλλαγή ομολόγων, πολύ να ανταλλάξει, δηλαδή, ομόλογα που είχαν αγοραστεί και είχαν συγκεκριμένη ονομαστική αξία, με ομόλογα πολύ μικρότερης ονομαστικής αξίας και πολύ μεταγενέστερης ημερομηνίας λήξος. Εδώ είναι μέρος, μιλάμε για χρέος, δημόσιο χρέος προς ιδιώτες. Δηλαδή, τι κάνει το δημόσιο, προβαίνει σε κούρεμα του χρέους του, έναντι ποιον πιστωτών εντός εισαγωγικών, των ιδιωτών και όχι δημόσιων πιστωτών. Λοιπόν, αυτή η διαδικασία, το περίθυμο PSI, γιατί το λέμε, τι σημαίνει PSI? Involvement. Δηλαδή, είναι η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στη μείωση του δημόσιου χρέους. Το έχω αναρτήσει αυτό το θέμα. Υπάρχει ένα πολύ ωραίο άρθρο του κ. Τσιμπανούλη, ο οποίος εξηγεί αυτό το μηχανισμό των ρητρών συλλογικής διαπραγμάτευσης, που περιλαμβάνεται στο νόμο και όχι στη σύμβαση που είχαν συντάψει, αν θέλετε, ή ομολογιούχη με το δημόσιο. Δηλαδή, ο νόμος με τον τρόπο αυτό, τι έκανε, επενέβη σε ενοχικές σχέσεις που είχαν διαμορφωθεί, πώς, βάσει σύμβασης. Το καταλάβατε, δηλαδή, τι έγινε ακριβώς. Ο νόμος προέβλεψε τη δυνατότητα του δημοσίου ως εκδότη των ομολόγων, εφόσον συμφωνεί η πλειοψηφία των ομολογιούχων, να προβεί σε ανταλλαγή ομολόγων, δηλαδή ομολόγων με συγκεκριμένη ονομαστική αξία, έναντι ομολόγων με πολύ μικρότερη ονομαστική αξία, χωρίς και η απόφαση αυτή, η ανταλλαγή αυτή, δεσμεύει όχι μόνο τους ομολογιούχους που συνήνεσαν, δηλαδή την πλειοψηφία, αλλά και τους ομολογιούχους που δεν συνήνεσαν, δηλαδή τη μοιοψηφία, η οποία αποτελείται, όπως καταλαβαίνετε, από, όχι από τους μεγάλους επενδυτές, αυτούς που έχουν δηλαδή ως επαγγελματική δραστηριότητα, την τύπη της επενδύσεις, αλλά μικρό ομολογιούχους που συνήθως είναι μικροί από τα μη εφτές. Καταλάβατε λοιπόν πώς λειτούργησε ο μηχανισμός αυτός, τι προέβλεψε ο νόμος για να μειωθεί. Αυτό ήταν ένας μηχανισμός μίωσης του δημοσίου χρέους, μεταξύ άλλου. Είπατε ότι τους έδωσε πίσω ομόλογα με πολύ μικρότερη σαξία και με πολύ μετεγεδεύτητη δίξη. Ναι. Γιατί έστει και ο μικρός από τα μη εφτήσεις, δεν το δεχτεί. Το δεχτεί, δεν το δεχτεί, κυρία συνάδελφα. Πεν πόρτ. Είπατε πίσω. Δεν μια σημασία έχει. Δεν είναι με το δημοσίου χρέος να συμφωνήσει. Ο νόμος προβλέπει αυτό, ότι αρκεί η συνέναιση της πλειοψηφίας των δύο τρίτων του κεφαλαίου και του εκδότη. Οι άλλοι δυσμεύονται. Καταλάβατε αυτό. Κι αυτοί ήτανε οι κύριοι τους συμφώνης. Οι μεγαλοπινδυτές. Δηλαδή, οι μεγαλοπινδυτές όπως καταλαβαίνετε δεν είναι φυσικά πρόσωπα, αλλά είναι περάστιοι όμοι, οι οποίοι μπορούν, όταν έχει διάρκεια το ομόλογο Λύγη το 2050, μπορούν να εξελιχθούν διαφορετικά τα πράγματα. Το πρόβλημα από το μικρό ομολογιούχο είναι ότι το προσδόκημο ζωής του είναι περιορισμένο, οπότε πολύ ξανό θα λήξει ο τίτλος μετά το θάνατό. Το καταλάβατε. Και μάλιστα είχαμε κούρεμα, όπως θα δούμε εδώ, που έφτασε το 78%. Δεν ήταν κύριος το 20%. Ήταν το 53%, αλλά λόγω της μεταβολής των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών, τώρα μην με ρωτάτε πολλές λεπτομέρειες, γιατί πολλές είναι οικονομικές εκτιμήσεις, τις οποίες δηλαδή εγώ δεν μπορώ να αντιληφθώ, όπως θα σας πω τώρα, όπως είπε η μειοψηφία, μπορεί για τους μικροομιοομολογιούχους αυτό το κούρεμα να αντιστοιχεί στο 78% του κεφαλαίου τους. Οπότε, 53%, για να δείτε πώς δικαιολογήθηκε όλο αυτό, ναι. Αυτό, επειδή και εγώ οπωσδήποτε οικονομικά δεν το καταλαβαίνω, γιατί είχαν συμφέρον για τους μεγάλους οίκους, ας πούμε. Επειδή, κοιτάξτε, αυτή, πώς να σας πω, στα πλαίσια της εξέλιξης, μπορεί να βελτιωθεί η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας κάποια στιγμή, για να ξαναγίνει νέα ανταλλαγή, καταλάβατε, όταν ένας ομολογιούχος έχει τεράστια διάρκεια, μπορεί, κατά τη διάρκεια της ζωής του, εντός εισαγωγικών, να μεταβληθούν οικονομικές συνθήκες, να κάνει άλλες συναλλαγές, και να καταλήξει να έχει και όφελος, καταλάβατε. Ενώ ο μικρός ομολογιούχος, το προσδόκημος ζωής του είναι περιορισμένο, οπότε, η απώλεια είναι τεράστια. Δεν πρόκειται, δηλαδή, να αποσβεστεί, καταλάβατε, ενώ για τον μεγάλο ομολογιούχο αυτό αποσβαίνεται. Λοιπόν, για να δούμε τι προσβλήθηκε, καταρχάς. Προσεβλήθησαν πέντε πράξεις, οι οποίες, κατά το Συμβούλιο Επικρατίας, αποτελούν σύνθετη διοικητική ενέργεια. Ποιες είναι αυτές? Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, με τίτλο «Ενάρξη διαδικασίας τροποποίησης επιλέξιμων τίτλων και καθορισμός των όρων ανταλλαγής τους». Έχουμε πρώτα τον Όμο 4050 του 2012, που προβλέπει τη δυνατότητα ρητρών συλλογικής διαπραγμάτευσης, έστω και αν δεν έχουν προβλεφθεί στην αρχική σύμβαση, δίνει τη δυνατότητα στα συμβαλόμενα μέρη, να προσθέσουν μεταγενέστερα στη σύμβασή τους, τέτοιες ρήτρες συλλογικής διαπραγμάτευσης, που είναι αυτή η ανταλλαγή των ομολόγων, παρόλο που αυτά δεν προβλέπονταν στην αρχική σύμβαση, δηλαδή έχουμε επέμβαση του νομοθέτη σε ενοχική σχέση. Λοιπόν, πρώτη προσβαλόμενη πράξη, πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, που έφερε το τίτλο «Ενάρξη διαδικασίας τροποποίησης επιλέξιμων τίτλων και καθορισμός ώρα ανταλλαγής» στήριζόμενη στο νέο νόμο. Δεύτερη πράξη, πρόσκληση του περίφημου οργανισμού διαχείρισης δημοσίου χρέους προς τους ομολογιούχους, να συμμετάσουμε στην ανωτέρω διαδικασία. Καθορίζει, λοιπόν, η πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, τους όρους βάσει του νόμου, ακολουθεί η πρόσκληση του οδύ προς τους ομολογιούχους, με την οποία βεβαιώνεται ότι η διαδικασία αυτή τερματίστηκε και ότι επετεύχθηκε η αναγκαία πλειοψηφία. Τι σημαίνει αυτό, ότι οι μεγαλοομολογιούχοι τα 2,3% ανταποκρίθηκαν σε αυτή την πρόσκληση, οπότε δέχονται την ανταλλαγή των ομολόγων τους με ομόλογα πολύ μικρότερης ονομαστικής αξίας. Τέτατον, νέα πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, που εγκρίνει την απόφαση των ομολογιούχων, να δεχτούν την ανταλλαγή των ομολόγων και πέντη πράξη, η τελική πράξη της Σύνθετης Διοικητικής Ενέδρυας, η πράξη του αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών περί υλοποίησης της τροποποίησης των επιλέξιμων τίτλων και έκδοσης νέων τίτλων. Έχουμε λοιπόν πέντε υλοποίηση της τροποποίησης των επιλέξιμων τίτλων και έκδοση νέων τίτλων. Εδώ δημιουργούνται πολλά προβλήματα από τα πρώτα δικονομικού χαρακτήρα. Μάλλον αυτός ο μηχανισμός δημιουργεί διαφορά δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου. Διότι στην ουσία τι ήταν αυτό, μια σύμβαση ήταν. Ενωχική σχέση. Τροποποιείται η ενωχική σχέση. Δημιουργείται διαφορά ιδιωτικού δικαίου, το πρώτο ζήτημα ήταν αυτό. Δημιουργείται διαφορά ιδιωτικού δικαίου ή διοικητικού δικαίου. Κάτω στο Σομβούλιο Πεκρατίας, για να κρατήσει την διαφορά και να την ελέγξει, είπε ότι πρόκειται για διαφορά ιδιωτικού δικαίου. Είπε, λοιπόν, ότι οι πράξεις αυτές στηρίζονται στο νόμο 4050. Οι προσβαλόμες πράξεις εκδόθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 4050. Επομένως, πρόκειται για αυτός ο νόμος δίνει ψήφιση, παρέχει ψηφοδότηση. Δηλαδή, όλες αυτές οι πράξεις που είχαμε, την πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, η πρόσκληση από τον Οδύχη κλπ, είναι ότι στηρίζονται σε ψηφοδοτήσεις που παρέχει ο νόμος. Δηλαδή, η ελληνική δημοκρατία είναι αυτή που προβαίνει σε πρόσκληση στους ομολογιούχους. Άρα, έχουμε διοικητικές πράξεις στηριζόμενες σε συγκεκριμένο νόμο. Προσβάλλεται η νομιμότητα αυτών των πράξεων. Πώς τους βάλετε νομιμότητα? Μέσω της ανθισβήτησης της συνταγματικότητας των ρυθμίσεων του νόμου. Λοιπόν, άρα, έχουμε διαφορά διοικητικού δικαίου. Δηλαδή, χωριγήθηκαν νέοι τίτλοι με διοικητική πράξη των αρμοδίων ελληνικών αρχών. Άρα, έχουμε διοικητική διαφορά. Και μάλιστα, μας λέει το Συμβούλιο Επικρατίας, ότι οι προσβαλόμενες λοιπόν πράξεις εκδόθηκαν κατά τη διαδικασία του νόμου αυτού. Η διαδικασία δεν είχε συμφωνηθεί, αυτό είναι το ενδιαφέρον εδώ και το τονίζω, η διαδικασία δεν είχε συμφωνηθεί στο πλαίσιο της σύμβασης, αλλά προβλέφθηκε με νόμο. Επομένως, γι' αυτό λοιπόν η ανθισβήτηση της νομιμότητας των προσβαλόμενων πράξεων δεν γεννάει διοικητική διαφορά, αλλά διαφορά της ακυρωτικής δικαιοδοσίας του Συμβουλίου Επικρατίας. Μέχρι εδώ είμαστε εντάξει. Και όλες αυτές αποτελούν μια σύνθετη διοικητική ενέργεια, επομένως ενσωματώνονται στην τελική πράξη, άρα προσβάλλεται η τελική πράξη και ταυτόχρονα ελέγχονται παρεπληκτόντως πλημέλες των προηγούμενων πράξεων. Έτσι, απλά πράγματα. Τώρα, ένα θέμα που πρέπει να ξεκαθαρίσει το Συμβούλιο Επικρατίας και είναι ενδιαφέρον, είναι ότι ο νόμος χαρακτηρίζει την πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, που καθορίζει τους επιλέξιμους τίτλους, ποιοι τίτλοι θα ανταλλαγούν δηλαδή, κυβερνητική πράξη. Οπότε τι πρόβλημα ανακύπτει, αν έχουμε... Ακριβώς, αν υπόκειται στο δικαστικό έλεγχο ή αν εφαρμόσεται το 45 παράγραφος 5 του Προεδρικού Διατάγματος 18, το οποίο μας δίνει έναν ορισμό της κυβερνητικής πράξης, αυτή που αφορά τη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας, οπότε δεν υπάγεται στον έλεγχο του ακυρωτικού δικαστήτη. Όμως, τι έχει δεχθεί το Συμβούλιο Επικρατίας για τις κυβερνητικές πράξεις? Ότι οι κυβερνητικές πράξεις είναι αυτές που ο δικαστής χαρακτηρίζει ως κυβερνητικές και τις εξαιρεί επομένως από τον έλεγχό του και όχι, χωρίς να δεσμένεται από το χαρακτηρισμό μιας πράξης ως κυβερνητικής από το νόμο που την προβλέπει. Άρα, και καταλήγει λοιπόν στο ότι η συγκεκριμένη πράξη δεν έχει χαρακτήρα κυβερνητικής πράξης, υπό την παραπάνω έννοια, διότι δεν συνιστά δικαστικώς ανέλεγκτη διαχείριση πολιτικής εξουσίας, αλλά επηρεάζει μια σειρά ένωμων σχέσεων και μάλιστα της σχέσεων ενοχικού χαρακτήρα. Άρα, δεν αποτελεί πράξη διαχείρισης πολιτικής εξουσίας. Επομένως υπόκειται στον ακυρωτικό έλεγχο. Δηλαδή βλέπετε το νότο Συμβούλ Επικρατίας τι θα μπορούσε στηριζόμενος αυτό το χαρακτήρα της ως κυβερνητικής, να πει ότι δεν έχει δικαιοδοσία και να αποφύγει την ευθύνη. Λοιπόν, είπαμε συμπροτούν μας λέει σύνθετη διοικητική ενέργεια, έτσι αυτό είναι το ενδιαφέρον. Άρα λοιπόν η τελευταία, η χώση μου που βλήθηκε παραδεκτός, θα εξεταστούν και οι άλλοι λόγοι εκειρώσεως. Και έχει ενδιαφέρον ότι δεν έκατσε το Συμβούλ Επικρατίας να δει αν μία μία από αυτές τις πράξεις είναι διοικητική πράξη και τα υπάρχει. Γιατί, ας πούμε, η πρόσκληση του οδύ του οργανισμού διαχείρισης δημοσιού χρέους δεν είναι βέβαιο αν είναι διοικητική πράξη. Δεν έκανε τέτοιον έλεγχο. Χαρακτήρησε όλη συλλήβη σύνθετη διοικητική ενέργεια. Οπότε εξετάζουμε την τελευταία και μπορούν να προβληθούν φυσικά και πλημένες προηγουμένων πράξεων. Στην ουσία, δηλαδή, όλες μαζί αυτές οι πράξεις αποτυπώνουν τη διαδικασία ανταλλαγής των ομολόγων. Και το βασικό πρόβλημα δεν είναι διαδικαστικό της μίας ή της άλλης, αλλά είναι θέμα συμβατότητας της όλης διαδικασίας προς συνταγματικές διατάξεις. Δηλαδή, θα δούμε, οι λόγοι εκειρώσεως, που είναι αρκετοί, συνδέονται με αυτό. Λοιπόν, για να δούμε τι λόγοι προσδίδει. Καταρχάς, η απόφαση σε μεγάλο βαθμό, η απόφαση είναι τεράστια, δηλαδή, περνάει τις 50 σελίδες, είναι από αυτές τις αποφάσεις ποταμούς του Συμβουλίου Επικρατίας, που το πρόβλημά τους είναι πιο ότι παραθέτουν όλο το νομικό καθεστώς. Όλες, δηλαδή, τις διατάξεις, το σύνολο των εφαρμοστέων διατάξων, το οποίο είναι περιττό, θα μπορούσε να αποφεύγεται, έτσι. Αλλά για λόγους ευκολίας, όπως καταλαβαίνετε, του εισήγητη, γράφει το σύνολο του νόμου και των εφαρμοστέων διατάξων, με συνέπεια να γίνεται η απόφαση τεράστια και πολύ δύσκολη στην αναγνωσή της. Πάμε πως, λοιπόν, περιλαμβάνει πολλές σελίδες και πολλές σκέψεις, περιλαμβάνουν αυτή την περιγραφή του νόμου και του αυτού του συστήματος ανταλλαγής ομολόγων. Ξέρετε, όλη την ιστορία, πως ξεκίνησε η διαδικασία αυτή των μνημονίων, από παλιές αποφάσεις του Eurogroup, παλιές αποφάσεις του Συμβουλίου, οι οποίες κατέληξαν, ας πούμε, στην παροχή οικονομικής βοήθεια στην Ελλάδα, έτσι η διαπίστοση των προβλημάτων και τα λοιπά. Έχουμε όλο αυτό το ιστορικό, το οποίο το βρίσκουμε και σε ποιες άλλες σημαντικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Κρατίας. Ποια είναι η βασική μνημονιακή απόφαση? Η έξεξη αυτή του 2012. Δηλαδή, ουσιαστικά, έχουμε μια επανάληψη όλου αυτού του ιστορικού και ένα νομικό χαρακτηρισμό των μνημονίων και τα λοιπά, για να καταλήξουμε στην ανάγκη θέσπισης αυτού του νόμου 4.050. Δηλαδή, γιατί τα λέμε όλα αυτά, για να πούμε ότι η βοήθεια που παρέχουν οι πιστωτές, το διεθνές νομισματικό ταμείο ή οι δανειολυπτικές συμβάσεις που έχει συνάψει η Ελλάδα με άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν αρκούν για την κάλυψη των δημοσιονομικών αναγκών και για τη μείωση του χρέους. Άρα, πρέπει να αναλυφθεί και ένα επιπλέον μέτρο, το οποίο είναι το κούρεμα του χρέους, έναντι ποιο νόμος των ιδιωτών πιστωτών. Άρα, συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στην προσπάθεια αυτή μίωσης του χρέους. Ωραία, γι' αυτό λοιπόν και μας φτάνουμε σε αυτό το σημείο να πούμε γιατί είναι αναγκαίος ο νόμος 4.050 του 2012, που προβλέπει ακριβώς αυτές τις νύτρες συλλογικής διαπραγμάτευσης. Επιτρέπει δηλαδή στο δημόσιο ως συμβασιούχο πλέον, ως συμβαλόμενο μέρος, σε αυτή τη σύμβαση ομολόγων, στη δυνατότητά του λοιπόν να προτείνει αυτή την ανταλλαγή. Και επίσης, στο γεγονός πιαρκή συνέναιση της πλειοψηφίας των ομολογιούχων, για να καταστεί υποχρεωτική η ανταλλαγή και για το σύνολο των ομολογιούχων. Τι σημαίνει όπως καταλαβαίνετε, αυτή η ανταλλαγή των ομολόγων σημαίνει ότι η απέτηση των ομολογιούχων έναντι του εκδότη του δημοσίου δηλαδή για το υπόλοιπο τμήμα της ονομαστικής αξίας αποσβαίνεται. Δηλαδή το χρέος μειώνεται κατά το 53% όπως προβλέφθηκε. Οι νέοι κίτλοι δηλαδή έχουν κατά 53% μικρότερη ονομαστική αξία. Μέχρι εδώ πάμε καλά. Ωραία, φτάνουμε στη σκέψη 15 της απόφασης που έχει πάλι εξηγήσει ακριβώς όλη αυτή την προβληματική κατάσταση και αναλύει την οτιολογική έκθεση του νόμου η οποία γιατί μας είναι αναγκαία. Διότι όπως ξέρετε για να κάνει τον έλεγχο συνταγματικότητας στο δικαστήριο πρέπει να λάβει υπόψη, κατά τον έλεγχο αναλογικότητας του μέτρου πρέπει να λάβει υπόψη το σκοπό που επιδιώκει ο νόμος ο οποίος προκύπτει τόσο από τις διατάξεις του νόμου όσο και από την αιτιολογική έκθεση. Λέει λοιπόν ότι ο νόμος λοιπόν εξηγεί την ανάγκη θέσπισης, είπαμε αυτής της διαδικασίας, αναφέρεται στη ραγδαία επιδίνωση των οικονομικών, στην εκτόξευση του κόστους τους δανεισμού και όλα αυτά και καταλήγει λοιπόν σε αυτή την ανάγκη προσφυγής στη διαδικασία αυτή των οριτρών συλλογικής διαπραγμάτευσης. Εδώ προηγήθηκε, μας περιγράφει τη διαδικασία και μας λέει ότι προηγήθηκε μία συμφωνία του δημοσίου με τους 13 μεγάλους πιστοτές για ονομαστική μείωση του χρέους κατά 53,5%. Αφού λέει τι ποσό δανείστηκε η Ελλάδα από άλλα κρατημένη έρχεται στο ιδιωτικό χρέος και καταλήγει στο ότι η ελληνική δημοκρατία πριν θεσπίσει το νόμο 4050 έρθε σε επαφή γιατί όπως καταλαβαίνετε αν δεν υπήρχε ενδιαφέρον από τους ιδιώτες δανειστές δεν είχε νόημα να θεσπιστεί τέτοιος νόμος. Το αντιλαμβάνεστε αυτό. Αν δεν είχαν ενδιαφέρον δεν είχε νόημα να θεσπιστεί ο νόμος. Λοιπόν πράγματι η ελληνική δημοκρατία ήρθε σε συνενόηση με τους 13 μεγάλους πιστοτές για την ονομαστική μείωση του χρέους. Μάλιστα επιτροπή διότων πιστοτών επενδυτών. Καταλαβαίνετε περί ποιον επενδυτών και πιστοτών πρόκειται έτσι. Οι οποίοι και κατέληξαν μαζί δηλαδή στην ουσία η ελληνική δημοκρατία είχε συνενοηθεί προηγουμένως πριν θεσπίσει το νόμο συνενοήθηκε με τους μεγάλους πιστοτές για το οποίο θα ήταν το ποσοστό μείωσης του χρέους. Αυτό φυσικά χωρίς να έχουν γνώσει ποιοι. Η μικρή ομολογιούχη. Ο νόμος, θεσπίζεται λοιπόν ο νόμος, ο 4050 που είπαμε τι προβλέπει επιτρέπει αυτή την ανταλλαγή εφόσον συμφωνεί η πλειοψηφία δηλαδή τα 2 τρίτα και η απόφαση, η συνέναιση των 2 τρίτων και του εκδότη δεσμένει το υπόλοιπο τρίτο, τους υπόλοιπους μικρούς ομολογιούχους, ο οποίοι δεν είχαν μετάσχει στη συμφωνία. Ωραία, επομένως πραγματοποιείται λοιπόν εφόσον έχουμε αυτή τη συμφωνία, πραγματοποιείται αυτή η ανταλλαγή των ομολόγων με τις 5 πράξεις που είπαμε, καταλάβαμε τώρα πώς φτάσαμε εκεί. Άρα, οπότε ποιοι θύγονται από αυτή τη διαδικασία, προφανώς όλοι θύγονται, αλλά κυρίως ποιοι? Οι μικροί ομολογιούχοι των 1 τρίτων που δεν είχε συμμετάσχει καν στη διαδικασία όχι με συνενέσει. Οπότε προβάλλονται κάποιοι λόγοι ακυρώσους, εγώ έτσι όπως τους έχω αναλύσει, κατά λίγο σε 7, το Συμβούλιο Επικρατείας μας λέει για 6, για να τους δούμε. Οι πιο σημαντικοί βέβαια είναι αυτοί που αφορούν, είπαμε, τη συνταγματικότητα των νομοθετικών διατάξεων. Λοιπόν, προβλήθηκε καταρχάς ο πρώτος λόγος ακυρώσους είναι ότι, να πω και το άλλο ενδιαφέρον, ότι κάθε έχουμε τον λόγο ακυρώσους στην απάντηση της πλειοψηφίας και σε κάθε απάντηση της πλειοψηφίας, δηλαδή που απορρίπτει, έχουμε τη μοιοψηφία που δέχεται και η οποία βάζει να είναι πολύ εκτενής. Σε πολλές περιπτώσεις η μοιοψηφούσα άποψη είναι εκτενέστερη της πλειοψηφίας που απορρίπτει το λόγο ακυρώσους. Θα κάνω μια ερώτηση. Ναι. Τη μοιοψηφούσα άποψη την γράφει και ένας από τους μοιοψηφέντερους. Ναι, ο μικρότερος. Καθαιλά βέβαια αυτός. Ο εισηγητής κατά κανόνα, να σας πω πώς γίνεται, την απόφαση της συντάσου εισηγητής της υπόθεσης, έτσι. Ο οποίος θα γράψει τη γνώμη της πλειοψηφίας και τη μοιοψηφία. Συνήθως τη συντάσσε ο μικρότερος σύμβουλος ή πάραδρος κατά κανόνα από αυτούς που μοιοψηφούν. Τη δίνει στον εισηγητή αυτόν που θα συντάξει το σύμβουλό της απόφασης και το προσθέτει. Αν ο εισηγητής έχει εισηγηθεί διαφορετικά την απόφαση, αυτός θα τη γράψει πάντα. Αυτός με. Πάντα. Αν θέλει να κάνει μοιοψηφία θα τη γράψει. Θα μοιοψήφισε ο σύμβουλος τάδε ο οποίος εξέφρασε την εξής ιδικότερη άποψη. Διότι μπορεί να πρόκειται για συγκλίνουσα άποψη με η οποία όμως έχει διαφορετική συλλογιστική. Καταλάβετε σε πολλές περιπτώσεις έχουμε κατά την ιδικότερη γνώμη των τάδε συμβούλων που στην ουσία καταλήγουν στο ίδιο αποτέλεσμα αλλά προσθέτουν άλλο ένα επιχείρημα ή έχουν μια λίγο διαφορετική προσέγγιση. Αλλά συνήθως την απόβαση της συντάσης ο ισυγγητής στον οποίο δίνουν σημειώματα οι μοιοψηφούντες. Και από τους μοιοψηφούντες φυσικά τη γράφει ο μικρότερος. Αυτό πάντα έτσι είναι. Αν τώρα έναν σύμβουλος έχει δική του άποψη φυσικά είναι ο μοναδικός που υποστηρίζει τη συγκεκριμένη δική γνώμη. Φυσικά θα τη συντάξει ο ίδιος και θα τη δώσει στον ισυγγητή. Θα τη διαλέξει αν περιελήφθει ως την εννοούσε. Άρα πάμε, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως που δεν είναι και τόσο σημαντικό σχετικά μας λέει ότι έλλειψη αιτιολογίας των προσβαλωμένων πράξεων, κυρίως της πρώτης πράξης. Έλλειψη λοιπόν αιτιολογίας απαντά δηλαδή γιατί η πρώτη πράξη του υπουργικού συμβουλίου φέρνει νόμιμη αιτιολογία ως προς την υπαγωγή στο σύστημα αυτό του νόμου 4.050. Και απαντά το Συμβούλιο Επικρατίας ότι δεν χρειάζεται πλήρης αναφορά αιτιολογίας διότι η πράξη αυτή εφαρμόζει τις διεξοδικές διατάξεις του νόμου οπότε αρκεί η παραπομπή στις διατάξεις του νόμου για να θεωρηθεί αιτιολογία δηλαδή δεν χρειάζεται η πράξη στο σώμα να έχει δική αιτιολογία αλλά αρκεί η παραπομπή στις διατάξεις του νόμου. Επίσης δεν απαιτείται προηγούμενη γνωμοδότηση του Γενικού Λογιστήριου του Κράτους ή άλλου οργάνου ή προπαρασκευαστική πράξη επομένως ο λόγος είναι απορριπτέως ως αβάσιμος διότι η πράξη παραπέμπει στις διατάξεις του νόμου επομένως εδώ δεν χρειάζεται η δική αιτιολογία στο σώμα της πράξης. Εδώ βέβαια υπάρχει μοιοψηφούς άποψη, έχουμε μοιοψηφία που αναφέρει ότι ο λόγος αυτός είναι βάσιμος και θα έπρεπε να γίνει δεκτός διότι η σχετική διαδικασία αποτελεί παράβαση διατάξων του Συντάγματος του 5 παράγραφος 1 και 3 του 106 κτλ. δηλαδή πρόκειται για μια διαδικασία που στηρίζεται σε ευρύα διακριτική ευχέρια της διοίκησης αν θα την εφαρμόσει ή όχι επομένως εφόσον πρόκειται για πράξεις διακριτικής ευχέρειας θα έπρεπε να είναι αιτιολογημένες γιατί θα έπρεπε να είναι αιτιολογημένες για να είναι δυνατός ο δικαστικός έλεγχος δηλαδή αν καλά επελέγγισαν αυτοί οι τίτλοι πρέπει έπρεπε οι πράξεις που εκδόθηκαν να αιτιολογούν γιατί ήταν αναγκαία η προσφυγή σε αυτό το μέτρο και μάλιστα λέει κάτι ενδιαφέρον η γνώμη της με ο ψηφίας είναι κάτι που το έχουμε δει και σε προηγούμενες αποφάσεις λέει εδώ θεμελιώδη επιδίωξη του κράτους δικαίου αποτελεί ο περιορισμός της διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης είναι ενδιαφέρουσα προσέγγιση γιατί λέμε ότι οι σύγχρονες ανάγκες καθιστούν αναγκαία την ύπαρξη ευρύας διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης δεν είναι για την αντιμετώπιση των εξελισσομένων συνθήκων και τα λοιπά. Ο νόμος δεν μπορεί να τα προβλέψει όλα. Η διακριτική ευχέρεια τι είναι? Είναι ένα μέσο που επιτρέπει στη διοίκηση ακριβώς να προσαρμόσει το νόμο στις εξελισσόμενες συνθήκες Λέει λοιπόν το Συμβουλιοπηκρατίας κάτι και το έχει πει σε μία παλιά από την απόθεση του 8 ότι η θεμελιώδη επιδίωξη του κράτους δικαίου αποτελεί ο περιορισμός της διακριτικής ευχέρειας στο αυστηρός αναγκαίο μέτρο. Άρα η διανόμουφο ρήγηση στην διοίκηση διακριτικής ευχέρειας και μάλιστα προτιμένου να ασκήσει η αρμοδιότητα που καταλήγει στην επιβολή περιορισμού στην άσκηση ατομικού δικαιώματος είναι ανεκτή κατά το σύνταγμα μόνον όταν δικαιολογείται επαρκώς από την ειδική φύση του αντικειμένου της ρυθμίσεως. Άρα εδώ έπρεπε να μας ητιολογήσει διεξοδικά η διοίκηση γιατί κατέληξε σε αυτή τη διαδικασία, η οποία κατά τη μοιοψηφία περιορίζει ατομικά δικαιώματα ιδίως το δικαίωμα της οικονομικής ελευθερίας. Η γνώμη λοιπόν της μοιοψηφίας. Ο δεύτερος λόγος, για να δούμε κάτι γιατί, είναι και τεράστια. Ο δεύτερος δεν ήταν η παράβαση που είχε πάρξει όλους τους δέντρους. Όχι, ο τρίτος, τέταρτος. Σας λέω, έχει έξι-εφτά λόγους ακυρώσεως. Στην περίπτωση δεν σας το σαν μέχρα όλους. Ο πρώτος, είπαμε, έλλειψη αιτιολογίας απορρίπτεται με εκτεταμένη άποψη της μοιοψηφίας. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι... Περιμένετε. Α, ο δεύτερος λόγος λοιπόν είναι ότι ο νόμος αυτός παραβιάζει ότι εφόσον η Αρχική Συμφωνία δεν προέβλεπε τη δυνατότητα αυτή... Δεν είχε ρήτρες συλλογικής διαπραγμάτευσης. Δεν προέβλεπε δηλαδή δυνατότητα ανταλλαγής ομολόγων με αυτόν τον τρόπο. Ποια αρχή παραβιάζεται όταν εκ των ιστέρων ο νόμος επεμβαίνει σε μία ενοχική σχέση με τον τρόπο αυτό καταδυσμενή τρόπο για τους συμβαλωμένους. Ποια αρχή παραβιάζεται. Παραβιάζεται λοιπόν η προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου στις οικονομικές συναλλαγές που αποτελούν οι δικότερες εκφάνσεις ποιας αρχής. Του κράτους δικαίου του άνθρωπος 25 παράγραφος 1 και μάλιστα έχουν και πρόσθεση δικατοχύρωση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Η αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης μετά της ασφάλειας δικαίου στις οικονομικές συναλλαγές. Επομένως, για τους μικρούς ομολογιούκους, οι οποίοι δεν συμμετείχαν στην προηγούμενη συμφωνία και δεν συνένισαν σε αυτή την ανταλλαγή, έχουν προσβολή αυτών των αρχών της προσθετευόμενης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου. Και απαντά εδώ, στη σκέψη 24, το Συμβούλιο Επικρατίας το εξής, ότι η επένδυση σε ομόλογα ή σε λιπούς τίτλους, ακόμα και όταν αυτούς τους τίτλους εγγιώνται κράτη, είναι μια έννομη σχέση παροχής οικονομικής πίστης, δεν είναι απαλλαγμένη από τον κίνδυνο της σύνομης περιουσιακής απώλειας. Ακόμα και αν το δίκαιο που διέπει τους τίτλους δεν προβλέπει την επαναδιαπραγμάτευση των όρων τους ή την αλλαγή της ονομαστικής τους αξίας ή την αλλαγή του χρόνου λήξεώς τους. Δηλαδή το γεγονός ότι κάποιος επενδύει σε ομόλογα τι σημαίνει ότι αναλαμβάνει ασκή μια δραστηριότητα η οποία ενέχει σύνομο κίνδυνο περιουσιακής απώλειας. Διότι από την έκδοση του τίτλου μέχρι τη λήξη του μεσολαβή μεγάλο χρονικό διάστημα μπορεί να μεταβληθούν οι οικονομικές συνθήκες, ακόμα και να εκμηδενιστούν οι δυνατότητες του κράτους, επομένως ο σώφρος επενδυτής αναμένει πρέπει μάλλον να λαμβάνει υπόψη και το ενδεχόμενο περιουσιακής απώλειας. Λογικό δεν είναι, λογική δεν είναι αυτή η προσέγγιση ότι αναλαμβάνει στον κίνδυνο. Και μάλιστα προσθέτει το εξής ότι υπάρχει η ρήτρα σε αυτές τις συμβάνσεις, υπάρχει η ρήτρα rebus sixtantibus και αυτή η ρήτρα rebus sixtantibus οριοθετεί την αρχή pacta sunt servanta. Βεβαίως τα υπεσχημένα τηρούνται, αλλά υπό την προϋπόθεση ότι τα πράγματα παραμένουν αμετάβλητα. Όταν μεταβάλλονται, δηλαδή, η αντίθετη εκδοχή, αυτή που υποστηρίζουν δηλαδή οι ομολογιούχοι, οι αιτούντες, στηρίζεται στην παραδοχή ότι το κράτος έχει απόλυτη οικονομική φερεγγιότητα. Ότι μπορεί, δηλαδή, πάντα να εξασφαλίζει τα αναγκαία κεφάλαια έννοι των πιστωτών του, γιατί, λόγω του ότι έχει απεριόριστη υπόσταση, φυσικό πλούτο, ακλώνητη πιστοληπτική ικανότητα σε αντιδιαστολή με τους ιδιότητες ας πούμε. Αυτό όμως, ναι, rebus sixtantibus, αυτό όμως διαψεύεται στην πραγματικότητα, έτσι ότι τα κράτη έχουν απεριόριστη, ακλώνητη πιστοληπτική ικανότητα, όπως ξέρετε, με τη συζητή υποβάθληση, έτσι. Και αυτό, μάλιστα, ισχύει και για τα οικονομικώς ισχυρότερα κράτη. Άρα, είναι παράλογο να αναμένει ο ιδιότης επενδυτής, έτσι δεν είναι, ότι οι τίτλοι, έστω κι αν τους έχει εγγυηθεί το δημόσιο, είναι απόλυτα ασφαλείς. Δηλαδή, η οικονομική απώλεια είναι σύνομος κίνδυνος σε τέτοιου είδους δραστηριότητες, έτσι. Επομένως, εδώ συνεχίζει η πλειοψηφία, εδώ, αναφέρεται σε αυτή την επιδίνωση της δημοσιονομικής κατάστασης του δημοσίου, ότι τελικά όλες αυτές οι προσπάθειες, ξέρετε, με το δανεισμό από άλλα κράτη, με την ενίσχυση από το Διεθνές Δομισματικό Ταμείο, όλα αυτά τα μέτρα δεν ήταν αρκετά για τη βελτίωση των οικονομικών. Αντίθετα, είχαμε ραγδαία επιδίνωση και μάλιστα μπροστά στον κίνδυνο, στάσης πληρωμών και κατάρρευσης της εθνικής οικονομίας. Το δημόσιο πλέον είναι σε αδυναμία να εκπληρώσει εμπρόθεσμα όλες τις υποχρεώσεις του, άρα, το να λυφθούν τέτοιου είδους μέτρα, δεν αντιβαίνει στα άρθρα 5 και 25 παράγραφους 1 του Συντάγματος και ούτε στις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επομένως, δεν έχουμε παραβίαση των αρχών της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου και του κράτους δικαίου, διότι η αβεβαιότητα είναι εγγενής σε τέτοιου είδους οικονομικές δραστηριότητες. Άρα, ο σώφρον επενδυτής ομολογιούχος που παρακολουθεί λίγο την οικονομική κατάσταση, δεν μπορεί να αναμένει ότι το δημόσιο θα είναι πάντα σε θέση να εκπληρώνει στο ακέραιο τις οικονομικές υποχρεώσεις του. Άρα, η ανταλλαγή της αξίας του ομολόγου δεν είναι κάτι αδύνατο. Επομένως, καταλήγει η πλειοψηφία ότι οι διατάξεις αυτού του νόμου θεσπίστηκαν υπό εξαιρετικές περιστάσεις, μπροστά στον κίνδυνο στάσης πληρωμών, κατάρευσης της εθνικής οικονομίας, άρα, δεν αντιβαίνουν στις αρχές που είπαμε. Επίσης, δεν αντιβαίνουν ούτε στο 5, ούτε στο 25. Δηλαδή, βλέπετε, και οι αιτούντες και το Συμβούλιο Επικρατίας ανακατώνουν όλες τις διατάξεις της συλλογιστικής τους, έτσι, για να καταλήγουν στην ουσία. Δηλαδή, τι θέλει να πει η πλειοψηφία εδώ, ότι ήταν τέτοιες οι συνθήκες που δικαιολογούν αυτή τη λήψη του εξαιρετικού μέτρου, το οποίο σε τελική ανάλυση δεν παραβιάζει ούτε την προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, διότι ο επενδυτής, ο ομολογιούχος, οφείλει να αναμένει πέτους κινδύνους. Αυτού του είδους οικονομικές δραστηριότητες δεν είναι απόλυτα ασφαλής. Εντάξει, δεν εξοπιστήκατε με όλη αυτή την... Αν το στέφ ακείδωνε, δεχότανε, θα ήτανε και για ενοιτική της μεγάλης ομολογικούς που είχαν συμφωνήσει ακείδες. Εννοείτε, ναι. Κοιτάξτε, θα ακείρωνε αυτές τις πράξεις, ναι, βλέπετε, φυσικά. Θα κάλει, δηλαδή, διότι ακείρωση εδώ σημαίνει στο σύνολό της την πράξη. Δεν ζήτησαν μερικοί ακείρωσεις, ναι, νομίζω, ναι, από ό,τι είδα, δεν ζήτησαν ακείρωση, καθό μέρος αφορούσε αυτούς, έτσι, από ό,τι το είδα. Όπως το είχαμε, έτσι έτσι έτσι έτσι έτσι. Πώς είδατε, όχι, δεν είπε, δεν αναφεύτηκες αυτό. Δηλαδή, δείξω αν, ναι, ακριβώς δεν ζήτησε μερικοί ακείρωσεις, αυτό είναι δεδομένο. Ζητείται η ακείρωση της πράξης τάδε και τα είπα. Δεν ξέρω αν υπήρχε δυνατότητα, αλλά όχι αν υπήρχε δυνατότητα μερικής ακείρωσης της πράξης. Γιατί ήταν γενική η πρόσκληση σε όλους. Α, συγγνώμη, μια στιγμή. Ο νόμος προβλέπει μίωση του συνόλου του οφειλόμενου κεφαλαίου. Καταλάβατε? Αλλά δεν ξέρω αν ήταν δυνατόν να γίνει αυτό. Δηλαδή, αυτοί να επικαλούν ότι δεν είχαν προσκληθεί στο πρίγμα τους οι πόρτες. Ναι, το επικαλούνται αυτό, φυσικά. Αυτό το λέμε. Εντάξει, αυτοί αναφέρουν επιχειρήματα που αφορούν τους ίδιους, έτσι. Φυσικά, οι άλλοι είχαν συνενοηθεί, αλλά ο νόμος αντιμετωπίζει το κεφάλαιο στον σύνολό του. Δηλαδή, δεν ξέρω αν από οικονομικής απόψης είναι δυνατή η κατάτμηση, ας το πούμε, έτσι. Θα ισχύσει για τα δύο τρίτα του κεφαλαίου και δεν θα ισχύσει για το υπόλοιπο. Δηλαδή, για να λειτουργήσει αυτή η ανταλλαγή, πρέπει να καλύπτει το σύνολο του κεφαλαίου, έτσι. Δεν ξέρω αν μπορεί να γίνει τίποτα. Νομικά, ναι, μπορείς να αναζητήσεις την ακύρωση μιας πράξης, καθώς μέρος σε αφορά μερική ακύρωση, ας πούμε. Ζητάς, ξέρετε, ναι, παράδειγμα, τώρα τι θυμήθηκα, τις εξετάσεις του ΚΕΜΕ για τη φίτηση, για τη μετεγγραφή, για τη μετεγγραφή στα ελληνικά πανεπιστήμια φοιτητών που φοιτούν σε άλλα πανεπιστήμια. Περνούν κάποιες εξετάσεις, έτσι, και καταρτίζεται πίνακα σε επιτυχόντων. Άρα, οι αποτυχόντες προσβάλλουν τον πίνακα, καθό μέρος δεν περιελήφθησαν. Δεν προσβάλλουν κοινικά, δε ζητούν την ακύρωση όλου του πίνακα, καταλάβατε. Ναι, αλλά όταν σε άρεσε ο πίνακας το ακύρωστη, γιατί για να ακούν αυτοί στον πίνακα, το ακύρωστη δεν υπάρχει. Τι συνείδητο, όμως, κι αυτό ζητάν, την ακύρωση, ότι καθό μέρος οι ίδιοι δεν περιελήφθησαν. Τώρα, δηλαδή... Στο σκοπό, δηλαδή, όμως, είναι τη συναδικία, λέει. Αν το περιελήφθουν, ο πίνακα θα αλλάξει το σύνολο. Ναι, αλλά δεν υπάρχει νούμερους κλάβους, άρα αυτοί που μπήκαν, καλώς μπήκαν, έτσι... Δεν είναι οι συγκεκριμένες θέσεις. Όχι, όχι, δεν είναι οι συγκεκριμένες θέσεις, είναι όσοι θα πετύχουν στις εξετάσεις, οπότε, θυμάμαι, ας πούμε, έχω δει τέτοιες πολλές αποφάσεις, ότι ζητούν την ακύρωση, καθό μέρος οι ίδιοι δεν περιελήφθησαν. Άρα, δεν θύγονται οι υπόλοιποι που περιελήφθησαν, ναι. Από τη στιγμή που πρόκειται, έχω γυρίσει στο αρχικό θέμα, που μιλήκαμε για συμβάσεις. Με βάση στην αυτοίρια των συμβάσεων, δεν μπορούσε ένα μέρος των οδόντων που είχαν, τέλος πάντων, τα ομόλογα, να συμφωνήσουν μόνο και τη δική τους, και το δικό τους ομόλογο, να πέσει η αξία τους. Κοιτάξτε, οι ρήτρες είναι έτσι. Δηλαδή, ο νόμος όριζε αυτό, ότι το σύνολο του χρέους, του χρέους προς τους ιδιώτες, πιστωτές, γιατί αυτά ήταν ομόλογα που είχαν εκδοθεί προφανώς την ίδια ημερομηνία. Δηλαδή, αφορούσαν ένα συγκεκριμένο αριθμό ομολόγων που είχαν εκδοθεί την ίδια ημερομηνία. Άρα, βάση του συνολικού κεφαλαίου, όλοι οι υπολογισμοί γίνονται βάση του συνολικού κεφαλαίου. Γι' αυτό δεν μπορούν οι υπόλοιποι να το, πώς να σας πω, να αρμηθούν. Α, εντωμεταξύ, ξέρετε τι γίνεται. Εάν μειωθεί για τα 2 τρίτα, τι σημαίνει ότι θα υποφεληθούν οι άλλοι. Δηλαδή, από τη μείωση που θα υποστούν τα 2 τρίτα, θα υποφεληθούν οι άλλοι. Με βάση του συμβάσεων μπορεί να κάνει τί? Μα αυτό κάνει ο νόμος. Ο νομοθέτης αυτή τη στιγμή επεμβαίνει σε αυτό. Στην ελευθερία των συμβάσεων. Γιατί? Γιατί συνδρέχουν εξαιρετικές συνθήκες. Για να δείτε παρακάτω. Μπορεί να απαντήσει το συμβούλιο. Ναι, εσείς θέλετε. Όχι, ήθελα να πω. Άμα συμμετείχαν, δεν το άφηνε η Λέσσα να συμμετέχουν όσοι θέλουν. Για να πετύχει το ποσό που ήθελε να χρητώσει, θα έπρεπε να κόψει περισσότερα, να την προβαθεί να κόψει περισσότερο. Α, μπράβο, αυτό. Ακριβώς, αυτό, αυτό. Αυτός ήθελε να πετύχει συγκεκριμένη μείωση, καταλάβατε. Οπότε, και σου λέω, δεν μπορούν να αποφεληθούν ορισμένοι. Δηλαδή, γιατί θέλουμε να αντιμετωπίσουμε ένα συγκεκριμένο πρόορμα από τις εξαιρετικές συνθήκες. Και δεν μπορούν να επιβαρυθούν μόνο συγκεκριμένοι, ας πούμε, κοιλιά ή όχι. Καταλάβατε. Και επίσης, είχε γίνει ένας συνολικός υπολογισμός. Επίσης, έπρεπε να μειωθεί το χρέος προς τους ιδιώτες, κατά αυτό το ποσό. Αν το δέχονταν μόνο τα 2 τρίτα, τότε τι σημαίνει, ότι θα έπρεπε να επιβαρυθούν αυτοί πολύ περισσότερο. Δηλαδή, να υποφεληθούν οι μη συνεμέσαδες, οι μοιοψηφούντες, από τη μίωση των άλλων. Από τη ζημία των άλλων. Εδώ η μοιοψηφία, όπως έφτασαν, κάτι ενδιαφέρον, ότι υπάρχει εδώ μια διαφορά. Καταρχάς, ότι φυσικά αυτό δεν προβλεπόταν. Αυτοί τονίζουν τι είναι η μοιοψηφία, ότι έχουμε μια ενοχική σχέση. Στη σύμβαση που είχαν υπογράψει, ας το πούμε, που είχαν συνομολογήσει ο εκδότης στο δημόσιο με τους ομολογιούκους, την ενοχική σχέση, που είναι συμβατική σχέση, δεν είχε προβλεπθεί αυτή η μεταβολή, αυτή η δυνατότητα. Επομένως, εδώ έχουμε περιορισμό της οικονομικής ελευθερίας, που προστατεύεται από το άρθρο 5 παράγραμμα 1 του Συντάγματος. Στην οικονομική ελευθερία είχαμε πει ότι εντάσσεται και η ελευθερία των συμβάσεων. Εφόσον έχουμε, δηλαδή, επένδαση στα κατοχυρωμένα δικαιώματα των συμβαλωμένων, άρα σαφώς έχουμε παράβαση του άρθρου 5 του Συντάγματος. Και επίσης, θεωρεί η πλειοψηφία αυτή ότι δεν συνδρέχουν αυτές οι εξαιρετικές περιπτώσεις που δικαιολογούν αυτόν τον περιορισμό της οικονομικής ελευθερίας, διότι η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους δεν συνδέεται με το ύψος του χρέους αυτό καθ' αυτό. Δηλαδή, με την ανταλλαγή τι επιτεύθει, η μείωση του ύψους του χρέους, του ποσού του χρέους. Η βιωσιμότητα του χρέους δεν εξαρτάται μόνο από το ύψος του δημοσίου χρέους ως απόλυτο μέγεθος, αλλά από την αναλογία αυτού με το ΑΕΠ. Επομένως, επίσης αυτό το μέτρο, η ανταλλαγή, χαρακτηρίστηκε ίδιο ως πιστωτικό γεγονός, γιατί στην ουσία τι είναι, αδυναμία του δημοσίου να ανταποκριθεί στις οικονομικές του υποχρεώσεις. Έχει μία πολύ περιστατό με τρεις, τέσσερις, πέντε σελίδες λέει η οψηφία πάνω σε αυτό το θέμα, ότι επίσης προσβάλλεται η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη, διότι αυτοί θεωρούν ότι προσβάλλεται η εμπιστοσύνη, διότι άλλο να αλλάξει, πώς να σας πω, άλλο να αλλάξουν οι συνθήκες οι εξωτερικές κι άλλο με μονομερή πράξη του δημοσίου κατενάσκηση δημόσιας εξουσίας, να έχουμε επέμβαση και μάλιστα τόσο έντονη σε μία συμβατική σχέση. Δηλαδή, βλέπετε, όλα τα επιχείρηματα δεν συνδέονται ακριβώς με το επιχείρημα που περιλαμβάνεται στο συγκεκριμένο λόγο. Αυτό που λέει η μειοψηφία είναι ότι αφενός αυτό που θα επιτευχθεί δεν είναι τόσο σημαντικό, δηλαδή η μίωση του χρέους δεν είναι τόσο σημαντικό για τη βιωσιμότητά του και ότι εδώ έχουμε θύγεται η συμβατική ελευθερία διότι έχουμε τη ενάσκηση δημόσιας εξουσίας, αλλαγή συμβατικών σχέσεων με ενάσκηση δημόσιας εξουσίας και προς βολή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης διότι, πώς να το πούμε, άλλαξε η εξέλιξη της συμβατικής σχέσης με μονομερή παρέμβαση του δημοσίου. Δεν μου φαίνεται και τόσο πιστικό όλο αυτό, όλη αυτή η συλλογιστική. Να δούμε πώς εξειδικεύεται παρακάτω. Κάποιος άλλος λόγος ήταν ότι στις συναλλαγές, στις επαφές με το Eurogroup, είχε γίνει λόγος για εθελοντική ανταλλαγή των ομολόγων και όχι για υποχρεωτική. Άρα, αφού ο νόμος επέλεξε την υποχρεωτική, τι θα έπρεπε να γίνει? Να υποβληθεί προδικαστικό ερώτημα στο δικαστήριο της Ένωσης, προκειμένου να αποφαμθεί το δικαστήριο, εάν αυτός ο νόμος που επέβαλε την υποχρεωτική διαδικασία είναι συνάδεπρος στο ενωσιακό δίκαιο. Γιατί, κατά τη μοιοψηφία, εδώ έχουμε τι? Προσβολή, περιορισμό της ελεύθερης κινήσωσης των κεφαλαίων μεταξύ των κρατών μελών της Ένωσης, δηλαδή παράβασο του άρθρο 63 της Συνθήκης. Το καταλάβετε. Λοιπόν, να το συνοψήσω γιατί είναι λίγο περίπλοκο. Στις συναντήσεις και στις συζητήσεις του Eurogroup και της ελληνικής κυβέρνησης, είχε γίνει λόγος για να χρησιμοποιηθεί ως μέσον αντιμετώπισης μίωσης του χρέους, η εθελοντική ανταλλαγή. Εδώ, ένας νομοθέτης επέλεξε κάτι άλλο, την υποχρεωτική, τη δεσμευτική. Άρα, θα έπρεπε να υποβληθεί σχετικό προδικαστικό ερώτημα στο δεν. Καταμίζω ένα λόγο διότι το μέτρο αυτό φαίνεται να παραβιάζει την ελεύθερη κίνηση των κεφαλαίων. Εδώ, η πλειοψηφία διαφώνησε, είπε ότι δεν χρειάζεται να υποβληθεί προδικαστικό ερώτημα, διότι δεν υπάρχει, όλα αυτά ήταν συζητήσεις, δεν είχαμε καμία πράξη του ενωσιακού δικαίου που να προβλέπει την ελεύθερη ανταλλαγή, την κατόπιν συνένειση της ανταλλαγής ομολόγων, αλλά ήταν μια κυριαρχική αυτή υποχρεωτική ανταλλαγή, είναι μια κυριαρχική απόφαση του ελληνικού κοινοβουλίου, το ίδιο το ελληνικό κοινοβούλιο, η ίδια η Ελληνική Πολιτεία έκρινε, ο νομοθέτης έκρινε ότι έπρεπε να εφαρμόσει αυτό το μέσο, ο νόμος δηλαδή δεν εκδόθηκε κάτι εφαρμογή μιας πράξης του ενωσιακού δικαίου, άρα δεν αιτήθη το θέμα ερμηνείας. Και έτσι απέφυγε την Πολιτεία Προδικαστικών Ερωτήματος. Αυτό, δηλαδή νομίζω ότι σε αυτό που πρέπει να επικριθεί πρέπει, θα μπορούσε να επικριθεί το Συμβούλιο Επικρατίας, αυτό ίσως θα μπορούσε να έχει κάνει και στην αρχική απόφαση, την 668 και 12, να υποβάλλει δηλαδή προδικαστικό ερώτημα για το αν τα μέτρα αυτά συνάδω προς αρχές του ενωσιακού δικαίου, και εδώ προς το άρθρο 63 που λέμε και εδώ σχεδόν σχεδόν την κίνηση των κεφαλαίων και προς άλλες αρχές του ενωσιακού δικαίου. Δηλαδή όλα αυτά τα μνημονιακά μέτρα είναι σύμφωνα. Δεν το έκανε όμως, ανέλαβε το ίδιο την ευθύνη. Στη συνέχεια ένας άλλος λόγος ακυρώσεως ήταν ότι οι διατάξεις αυτές του νόμου φύγουν περιοσιακής φύσεως δικαιώματα, που κατοχυρώνονται στο άρθρο 17 του συντάγματος και στο άρθρο 1 του πρόσθετου πρωτοκόλου. Δηλαδή, τι λένε οι ομολογιούχοι, οι αιτούντες, ότι πρόκειται στην ουσία για απαλλοτρίωση, δηλαδή αυτή η ανταλλαγή και η μίωση της ονομαστικής αξίας των ομολόγων αποτελεί απαλλοτρίωση για την οποία δεν προβλέφθηκε πλήρης αποζημίωση όπως απαιτεί το άρθρο 17 του συντάγματος και το άρθρο 1 του πρότου πρόσθετου πρωτοκόλου. Διότι η ιδιοκτησία δεν είναι μόνο τα εμπράγματα δικαιώματα, λένε αλλά και όλα τα ενοχικά δικαιώματα των επενδυτών που απορρέωναν από την ιδιοκτησία τους επί των τίτλων. Εδώ δεν είχαμε καμία χρηματική αποζημίωση. Ακόμα και αν δεχτούμε ότι χωριγήθηκαν νέοι τίτλοι με μικρότερη αξία, ακόμα και αν δεχτούμε ότι χωρίγηση νέων τίτλων, παρόλο που δεν είναι χρηματική παροχή, έχει το χαρακτήρα νόμιμης αποζημίωσης για τη στέρηση της ιδιοκτησίας, αυτή δεν είναι εύλογη η αποζημίωση. Άρα δεν είναι πλήρης, άρα παραβιάζεται το 17 και δεν είναι καν εύλογη όπως απαιτεί το άρθρο 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόρου. Και εδώ απαντά, αυτό μας ενδιαφέρει σημειώστα τη σκέψη 30, αυτή πρέπει να την διαβάσετε και μόνοι σας όπως καταλαβαίνετε την απόφαση γιατί είναι αρκετά περίπλοκη. Εδώ απαντά το Συμβούλιο Επικρατείας με την κλασική νομολογία για τη σημασία του άρθρου 17. Και λοιπόν ότι τα ομόλογα και οι λοιποί τίτλοι δεν έχουν στις συναλλαγές περιουσιακή αξία ως πράγματα καθαυτά. Σύμφωνα με το άρθρο 17 ο ιδιοκτήτης τίτλων απολάβει συνταγματικής προστασίας αλλά η ακύρωση του τίτλου δεν είναι απαλλοτρίωση κατά την έννοια του άρθρου 17 παράγραφος 2 του συντάγματος. Δηλαδή απαλλοτρίωση πράγματος που έχει περιουσιακή αξία, αυτό καθαυτό, ώστε η νομιμότητα της απαλλοτρίωσης να εξατάται από την καταβολή πλήρους αποζημίωσης. Εντάξει. Τι θέλετε? Η 1116 του 2014. Θα την αναρχίσω κι εγώ τελικά για να μη σας έβαλα μια περίληψη αλλά θα σας την αναρχίσω κι εγώ. Αλλά είναι τεράστασης λόγω, δηλαδή είναι 70 σελίδες, είναι πάρα πολύ μεγάλη. Η ακύρωση λοιπόν δεν είναι απαλλοτρίωση, έτσι. Το καταλάβατε, επαναλαμβάνει την πάγια νομολογία ότι δεν υπάρχει υποχρεώση εφαρμογής του άρθρου 17. Και επίσης, εδώ ανάγκηται στα άρθρα 5 παράγραφος 1, 17 παράγραφος 1, 25 παράγραφος 1 και λέει ότι σε περίπτωση συνδρομής σοβαρού λόγου δημοσίου συμφέροντος είναι επιτρεπτός ο περιορισμός των ενοχικών δικαιωμάτων εάν κρίνεται αναγκαίος και πρόσφορος για την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος και συμβατός με την αρχή της αναλογικότητας, έτσι. Και επίσης, όσον αφορά πάλι το άρθρο 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλου, το οποίο προβλέπει έπλογη αποζημίωση και καλύπτει και τους τίτλους, έτσι. Εδώ μας λέει ότι και αυτό επιτρέπει, πώς να το πούμε, τη μείωση της περιουσίας υπό εξαιρετικές περιστάσεις, έτσι, κατά την εκτίμηση των κρατικών αρχών, που είναι αρμόδιες να εκτιμήσουν σε κάθε περίπτωση τι είναι δημόσιο συμφέρον. Άρα, δεν έχουμε, απαντά συγκεκριμένα, δεν συνιστά παράβαση του άρθρο 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλου, μίωση της περιουσίας, η οποία τηρεί την αρχή της δίκαιης ισορροπίας μεταξύ του γενικού συμφέροντος, που αφορά το σύνολο των πολιτών και των απαιτήσεων για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου. Δηλαδή, ναι, μπορεί να φύγεται κάποιο θεμελιώδες δικαίωμα εδώ, το περιουσιακό δικαίωμα, ας το πούμε, των μικρών ομολογιούχων, από την άλλη, όμως, αυτή η προσβολή, βρίσκεται σε σχέση δίκαιης ισορροπίας με το γενικό συμφέρον του συμφέρον, δηλαδή, του συνολου. Εντάξει, μέχρι εδώ εκεί. Άρα, κατά την πλειοψηφία δεν παραβιάζεται ούτε το 17, παράγραφη 1 και 2 επόμενα, ούτε το άρθρο 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόρου. Ωραία. Τώρα, η ζημία απρόσφορη είναι αναγκαία, αλλά εδώ έχουμε, μάλιστα συνεχίζει η πλειοψηφία, ότι εδώ η ζημία που υπέστησαν οι μικροομολογιούχοι, δεν ήταν ούτε απρόσφορη, ούτε μη αναγκαία, ούτε υπέρμετρη, ούτε να απαγορεύεται από τα άρθρο 17, παράγραφη 1, 5, παράγραφη 1, του συντάχητος και 1, του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόρου. Καταρχάς, είχαμε ευρύτατη πλειοψηφία των ομολογιούχων να γίνει η μείωση. Έτσι. Και, κατά τον έλεγχο, τον οριακό έλεγχο που μπορεί να κάνει το Δικαστήριο, το Δικαστήριο μπορεί να κάνει μόνο οριακό έλεγχο της συνταγματικότητας του νόμου, έτσι, του 4.050, κατά τον οριακό, λοιπόν, έλεγχο, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν το μέτρο αυτό της μίωσης του χρέους, κατά 53%, μάλλον της μίωσης της ονομαστικής αξίας, δεν υπερβαίνει το αναγκαίο όριο, ούτε είναι απρόσφορο για την επίτευξη του επιδιοκόμενου δημοσιονομικού στόχου, να καταστεί δηλαδή το χρέος βιώσιμου. Άρα, όλα καλά, το μέτρο δεν είναι απρόσφορο και δεν είναι μη αναγκαίο και δεν είναι υπέρμετρο, άρα δεν έχουμε παραβίαση ούτε του 17.1, ούτε του 5.1, ούτε του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόρου. Στη συνέχεια, έχουμε τη μοιοψηφία, έχουμε δύο μοιοψηφίες εδώ, τη μοιοψηφία ενός συμβούλου του κυρίου Κοταμιά ο οποίος δέχεται, κάνει πιο έτσι προοδευτική ερμηνεία του άρθρο 17 παράγραφος 2 και μας λέει ότι η απαλλοτρίωση καλύπτει όχι μόνο τα εμπράγματα δικαιώματα αλλά και τα ενοχικά περιουσιακά δικαιώματα, δηλαδή το άρθρο 17 παράγραφη 2 επόμενα, πρέπει να το ερμηνεύσουμε υπό το πρίσμα και το άρθρο 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόρου και άλλων συνταγματικών διατάξεων που προστατεύουν γενικά την οικονομική ελευθερία, δηλαδή το 5, το 106 κλπ. Επομένως όταν λέει το 17.2 ότι κανένας δεν στηρίζει την ιδιοκτησία του παραμόνου για δημόσια ωφέλεια, εννοεί ως ιδιοκτησία ότι εννοείται το 17.1, αλλά όχι μόνο τα εμπράγματα δικαιώματα αλλά και τα ενοχικά. Άρα και οι τίτλοι εδώ εντάσσονται στο 17 παράγραφος 2, άρα έχουμε παράβαση των κανόνων περί απαλλοτρίωσης. Εντάξει καταμελτών? Ωραία. Τώρα οι άλλοι μοιοψηφούνται σύμβουλοι, θεωρούν ότι υπάρχει παράβαση μόνο του άρθρου 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλου, το οποίο καλύπτει την περιουσία εν ευρύα εννοία έτσι, όχι μόνο δηλαδή τα πράγματα, τα δικαιώματα. Άρα εδώ οι τίτλοι, οι αφαίρες υπερουσίας που έγινε τίς στη μείωση του ονομαστικού κεφαλαίου των τίτλων συνιστά παράβαση του άρθρου 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλου. Συγγνώμη, μίλησε η αδερφή. Η προλόγια άποψη για την Πουριαλία είναι ότι η αρθροκέτα είναι καλά και ήταν πραγματικό δικαιωμάτος που σκρίζεται. Κάνει προσπάθεια ερμηνείας του άρθρου 17 παράγραφος 2 επόμενα υπό το πρίσμα και των άλλων διατάξεων του συντάγματος που προστατεύουν γενικά την οικονομική ελευθερία. Άρα και τα ενοχικά δικαιώματα και επίσης και υπό το πρίσμα του άρθρου 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλου που αντιλαμβάνεται την περιουσία εν ευρύα εννοία, δηλαδή καλύπτει και τα ενοχικά δικαιώματα. Άρα όταν λέει ότι δεν μπορεί να στερθεί κανείς την ιδιοκτησία του δεν εννοεί μόνο τα εμπράγματα δικαιώματα όπως πάγια δέχεται η νομολογία μέχρι τώρα, αλλά όλα και τα ενοχικά δικαιώματα. Άρα εδώ η μείωση του νομαστικού κεφαλαίου καλύπτεται και από αυτό. Βέβαια η μειοψηφία μάλλον των περισσότερων συμβούλων καταλήγει στο ότι έχουμε παράβαση του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλου και μάλιστα εδώ είναι πάρα πολύ εκτενής επίσης και αναφέρει ότι αποτελεί παράβαση του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλου η επέμβαση του νομοθέτη σε συμβατικές σχέσεις όπως έγινε προκειμένου. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να το έχετε δει κιόλας. Επέμβαση του νομοθέτη σε συμβατικές σχέσεις. Άρα ενέργειες δηλαδή του ελληνικού κράτους, χωρίς συνένωση των νετούντων, τους ζημίωσαν όσον αφορά τις ενοχικές απαιτήσεις τους. Αυτό είναι ευρύτατο και βέβαια έβλογη αποζημίωση για να πούμε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του πέντε παράγραφους. Ένα, δεν συνιστούν σε καμιά περίπτωση τα ομόλογα που έλαβαν ως αντικατάσταση διότι τα ομόλογα αυτά είχαν πολύ μειωμένη αξία έναντι των αρχικών. Συν της άλλης, έτσι αν λάβουμε υπόψη ότι παρατάθηκε ο χρόνος ισχύος και αυτό ήταν ακόμη μεγαλύτερη μειώση, ειδικά όσον αφορά τους μικρούς ομολογιούχους. Και πάλι στον τελευταίο λόγο που αφορά την παράβαση της αρχής της ισότητας, δηλαδή το 4 παράγραφος 1 και το 4 παράγραφος 5, ως προς το 4 παράγραφος 1, οι ομολογιούχοι είπαν τι, ότι υπάρχει παράβαση της αρχής της ισότητας διότι δεν κάνει ο νόμος την αναγκαία διαφοροποίηση μεταξύ των μεγάλων επενδυτών που γνωρίζουν ακριβώς τους κινδύνους, πρώτον αφενός γνωρίζουν τους κινδύνους που εμπερικλεί η επενδυτική δραστηριότητα, αφετέρου έχουν τις οικονομικές δυνατότητες να τις αντιμετωπίσουν. Και τους μικροεπενδυτές, οι οποίοι στην ουσία τι είναι, αποταμιευτές, δηλαδή αποταμιεύουν ουσιαστικά, δεν έχουν οικονομική συμπεριφορά επενδυτών όπως τα νομικά πρόσωπα που δραστηριοποιούνται συστηματικά στην αγορά, στις χρηματοπιστωτικές αγορές, αλλά έχουν τη συντηρητική, προσέξτε διατύπωση, συντηρητική συμπεριφορά από ταμιευτών περιορισμένων οικονομικών δυνατοτήτων, που τοποθετούν σε ασφαλείς τίτλους μεσοπρόθεσμις λήξεις, το μη δαπανηθέν μέρος των προσώπων εργασίας τους. Όταν το κάνεις αυτό, σαφώς αναλαμβάνεις ένα ρίσκο, έτσι δεν είναι? Ναι, αλλά πηγαίνεις στην πίθα σαν όλο το δημοσίου για να έχεις το δυνατό όσο το δυνατό μικρότερο. Το ελληνικό δημοσίου. Δεν γνώσεις. Και απαντά το συμβούλιο, πηγαίνεις στη σκέψη 33, που είναι η μιοψηφούσα άποψη όσον αφορά την παραδίαση του άρθρου 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόρου. Δηλαδή όποιος εξεταστεί προφορικά θα το ρωτήσει αυτό. Δηλαδή τι σημαίνει επέμβαση του δημοσίου, της δημόσιας εξουσίας σε συμβατική σχέση, σε μακροχρόνια συμβατική σχέση. Το άρθρο 33 λοιπόν και το 35 και 36 για την έννοια της αρχής της ισότητας. Ερμηνεύει το Συμβούλιο Επικρατίας την έννοια της αρχής της ισότητας. Τι σημαίνει ισότητα, πώς την αντιλαμβάνεται, πώς την ερμηνεύει και πόσο μπορεί να την ελέγξω. Τι είναι έλεγχο σωρίων και όχι ορθότητας των νομοθετικών επιλογών. Δηλαδή φυσικά όχι αφθέρεται εξωμίου στους διαφορετικών καταστάσεων ούτε ενιαία μεταχείριση ατόμων που τελούν υπό διαφορετικές συνθήκες. Τώρα εδώ συνεχίζει ότι, ας πούμε πώς να το πω, η αγορά ομολόγων γεννά έλαντι του εκδότη ενοχικά δικαιώματα ανεπιόδι και μη διαφοροποιούμενα επί τη βάση προσωπικών στοιχείων. Δηλαδή και ο μεγαλοεπενδυτής και ο μικρόαποταμιευτής αγοράζοντας ομόλογα αποκτά ενοχικά δικαιώματα έναντι του εκδότη του ομολόγου που δεν διαφοροποιούνται επί τη βάση προσωπικών στοιχείων. Άρα δεν υποχρεούνται το ελληνικό δημόσιο να επιφυλάσσει ευνοϊκή μεταχείριση στους μικρόαποταμιευτές. Δηλαδή στα πρόσωπα με περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες και με μικρό προσδόκημο ζωής σε σχέση που αντιλαμβάνουν τη συμπεριφορά τους όσους συμπεριφορά βαταμιευτών σε σχέση με τους επενδυτές και να βγαίνει να καθορίσει τα ενοχικά δικαιώματα. Είναι μια ενιαία σύμβαση, τα ίδια ενοχικά δικαιώματα έχουν και η μεν, τα ίδια και η δε. Άρα και μάλιστα λέει ότι η αρχή της ισότητας κατά τα διεθνή συναλλακτικά ήθη επιβάλλει την πορεία της σχέσης με ίσο βήμα, ώστε σε περίπτωση αδυναμίας ικανοποίησης του συνόλου των απαιτήσεων των πιστοτών, κάθε πιστοτής να ικανοποιηθεί ανάλογα με το ύψος των απαιτήσεών του. Δηλαδή, μειώνεται η ικανότητα του δανειστή να τους ικανοποιήσει πλήρως, θα ικανοποιήσει τον κάθε πιστοτή ανάλογα με το ύψος της απέτησής του. Δεν σημαίνει ότι τους μικροπιστοτές θα τους ικανοποιήσει πλήρως και τους μεγαλοπιστοτές θα τους ικανοποιήσει σε μικρότερο βαθμό. Δηλαδή, θα φύγουν εξίσου ανάλογα με τη συμμετοχή τους και οι μικροί και οι μεγάλοι. Αυτό είναι η αρχή της ισότητας στα διεθνή συναλλακτικά ήλθει. Δεν απαιτείται κάποια διαφορετική μεταχείριση. Τώρα, οι ισχυρισμοί των αιτούντων, ότι εμπιστεύτηκαν διαβεβαιώσεις και διαφημίσεις και τα λοιπά, δεν είναι κρίσιμα στοιχεία για την στοιχειοθέτηση άνοισης συμπεριφοράς. Όταν προβαίνεις σε τέτοιες χρηματοοικονομικές ενέργειες, οφείλεις να είσαι άριστα ενημερωμένος. Δεν μπορείς να οχυρώνεις πίσω από αάγνη, από συμπεριφορά μικρού, από τα μη ευθύ και τα λοιπά. Αυτό ήταν η βασική φιλοσοφία της σκέψης του δικαστήριου. Αντίθετη ήταν η άποψη, βέβαια, της μοιοψηφίας που λέει ακριβώς ότι είναι διαφορετική. Δηλαδή ότι οι μεγαλοπιστωτές, οι μεγαλοπενδυτές, ας πούμε, τα πρόσωπα που ασχολούνται με πενδυτικές δραστηριότητες, έχουν ειδική προστασία, προβλέπεται σε οδηγία και τα λοιπά σε ειδικό νόμο. Άρα είναι διαφορετική η μεταχείρισή τους και διαφορετική η μεταχείριση των μικροπιστωτών. Και π.χ. εδώ υπάρχει παράβαση της αρχής της ισότητας, διότι είναι διαφορετική κατηγορία ομολογιούχων με μεγαλοπιστωτές και οι μικροί από τα μη εφτές. Βάζει π.χ. αυτό δεν έγινε δεκτό. Και ένας άλλος λόγος ακυρώσως, σταθείτε, ήταν ότι παραβιάζεται η αρχή της ισότητας ενώπιον των δημοσίων βαρών, το 4 παράγραφος 5, το οποίο ορίζει ότι οι Έλληνες πολίτες πρέπει να συνεισφέρουν στον δημόσια βάροι πολλές διακρύσεις και ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Διότι τελικά η διοίκηση έτσι επιβάρει μία συγκεκριμένη κατηγορία πια αυτούς τους μικροομολογιούχους. Και απαντά το Συμβούλιο Πικρατίας ότι το σύνολο των Ελλήνων πολιτών έχει επιβαρυθεί πολύ με φορολογικά μέτρα, με περικοπές αποδοχών, έχουν θυγεί οι εργασιακές σχέσεις, άρα το σύνολο των πολιτών έχει θυγεί και στη συγκεκριμένη περίπτωση η απόλαυση δικαιωμάτων των μικροομολογιούχων δεν ήταν απαλαγμένη κινδύνων. Έχουμε μια εξαιρετικά δυσμενή συγκύρια, επομένως δεν έχουμε παράβαση 4 παράγραφους 5. Δηλαδή δεν μπορεί να επιβαρυθεί όλο το κοινωνικό σύνολο επειδή οι μικροομολογιούχοι ανέλαβαν, άσχησαν, μια επενδυτική δραστηριότητα η οποία δεν είναι απαλαγμένη κινδύνων. Γιατί αγοράζεις ομόλογα του Ελληνικού Δημοσιοδρομικού για το σκοπό το κέντρο σου και είναι μια δραστηριότητα που ενέχει κινδύνους και ειδικά σε μια τέτοια συγκυρία. Άρα καταλήγουμε λοιπόν σε αυτό, αντίθετη ήταν η άποψη της πλειοψηφίας και τα ρίπα ότι το κράτος ουσιαστικά επιβάλλει οικονομικά βάρη σε συγκεκριμένη κατηγορία προσώπων στους μικροομολογιούχους χωρίς κάποιο αντισταθμίσμα. Διότι επιβαρύνονται χάρη του συνόλου δηλαδή για να μειωθεί το χρέος υπέρ του κοινωνικού συνολού χωρίς επιβαρύνονται αυτοί ιδιαίτερα για να μειωθεί το χρέος κάτι από το οποίο υποφελείται όλο το σύνολο χωρίς να αντισταθμίζεται αυτή η ιδιαίτερη επιβάρυνση τους. Η συζήτηση μπορεί να είναι ατέργωνη, καταλαβαίνετε όμως την συλλογιστική δηλαδή η ΜΕΝ το Συμβούλιο Επικρατίας εμένει στον αναγκαίο χαρακτήρα του μέτρου λόγω των έκτακτων οικονομικών συνθηκών, λόγω του κινδύνου κατάρρευσης της οικονομίας, στάσεις πληρωμών και τα λοιπά. Η μοιοψηφία έχει την αντίθετη άποψη, τη συναντάμε σε πολλές συμνημονιακές αποφάσεις π.χ. το δικαστήριο θεωρεί ότι δεν μπορεί το ίδιο να σκίσει οικονομική πολιτική, ότι πρόκειται για ζητήματα μεγάλης πολιτικής επομένως ο δικαστικός έλεγχος είναι έλεγχος ορίων και δεν μπορεί ο δικαστής να ανατρέψει αποφάσεις της πολιτικής εξουσίας γιατί καταλαβαίνετε τι θα σημαίνει η ακύρωση αυτών των πράξεων και η αναστροπή όλου του μηχανισμού. Δεν ξέρω αν καταλάβατε ή σας λέω είναι πολύ περίπλοκη η απόφαση, είναι τεράστιες οι σκέψεις, οι συλλογιστικές επαναλαμβάνονται αλλά καταλαβαίνετε ας πούμε το... Και εν πάση με τόσο σε σχόλον από το 17, η πλειοψηφία δέχεται ότι δεν έχουμε εφαρμογεί το 17 παράγραφο αλλά υποστηρίθηκε και η άποψη περιευρίας και διαστατικής ευμηνίας.